31.-(1) Το Ανώτατον Δικαστήριον δύναται να εκδίδη διαδικαστικόν κανονισμόν και να δίδη τοιαύτας οδηγίας, οίας ήθελε θεωρήσει καταλλήλους προς τον σκοπόν εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Άνευ επηρεασμού της γενικότητος της προειρημένης εξουσίας, ο τοιούτος διαδικαστικός κανονισμός δύναται να καθορίζη-
(α) την σύνθεσιν της γραμματείας του Δικαστηρίου ως και τας εξουσίας και καθήκοντα των υπαλλήλων αυτού
(β) την πρακτικήν και διαδικασίαν του Δικαστηρίου
(γ) τον τύπον των δικογράφων και των δικαστικών τελών και δαπανών της ενώπιον του Δικαστηρίου διαδικασίας
(δ) τας προθεσμίας, εντός των οποίων αξιούται συμμόρφωσις προς τας διατάξεις των διαδικαστικών κανονισμών
(ε) διά την κλήτευσιν προσώπων όπως προσέλθωσι και δώσωσι μαρτυρίαν και παρουσιάσωσιν έγγραφα, δι’ εξουσιοδότησιν λήψεως όρκου παρά μαρτύρων και δι’ επιβολήν ποινών διά παράλειψιν τινος να προσέλθη αφού ούτος εκλητεύθη δεόντως, καθώς και διά περιφρόνησιν του Δικαστηρίου
(στ) εις πάσαν δικαστικήν υπόθεσιν δυνάμει των άρθρων 8 και 11 τα δικαιώματα του Δικαστηρίου ως και εκείνα των δικηγόρων επί τη βάσει του μηνιαίου ενοικίου του πληρωνομένου εν σχέσει προς την κατοικίαν ή κατάστημα κατά τον χρόνον της καταχώρησης της αίτησης
(ζ) εν γένει παν ό,τι απαιτείται όπως καθορισθή διά του παρόντος Νόμου.
(3) Μέχρις ου θεσπισθή ο τοιούτος διαδικαστικός κανονισμός δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου, οιοσδήποτε διαδικαστικός κανονισμός θεσπισθείς δυνάμει των διατάξεων των περί Ενοικιοστασίων Νόμων του 1975 έως 1980, θα θεωρήται ότι εθεσπίσθη δυνάμει των προνοιών του παρόντος άρθρου και θα ισχύη με τας συνεπαγομένας τροποποιήσεις, δι’ όλα τα ζητήματα άτινα προβλέπονται υπό του παρόντος Νόμου ως εάν ούτος εθεσπίσθη δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου.