49Α.-(1) Ο Έφορος δύναται καθ’ οιονδήποτε χρόνον μετά την έκδοσιν διαταγής εκκαθαρίσεως, τη αιτήσει του εκκαθαριστού ή οιουδήποτε μέλους ή πιστωτού της εγγεγραμμένης εταιρείας να αναστείλη διά παντός ή δι’ ωρισμένον χρονικόν διάστημα την διαταγήν εκκαθαρίσεως υπό τοιούτους όρους τους οποίους ήθελε κρίνει πρέπον και εφ’ όσον ήθελε ικανοποιηθή ότι τα καλώς νοούμενα συμφέροντα τόσον των πιστωτών όσον και των μελών της εγγεγραμμένης εταιρείας καθώς και του συνεργατισμού εξυπηρετούνται καλύτερον εάν επιτραπή εις την υπό εκκαθάρισιν εταιρείαν να συνεχίση τας δραστηριότητας της.
(2) Πάσα αίτησις προς τον Έφορον διά την αναστολήν της διαταγής εκκαθαρίσεως θα πρέπει να συνοδεύηται υπό καταστάσεως η οποία να δεικνύη το ενεργητικόν και παθητικόν της εταιρείας και να συνοδεύηται υπό εκθέσεως η οποία να περιέχη όλα τα θέματα και γεγονότα άτινα συνηγορούν υπέρ της αναστολής της εκκαθαρίσεως.
(3) Διαταγή αναστολής εκκαθαρίσεως εκδιδομένη υπό του Εφόρου θα δημοσιεύηται πάραυτα εις τον Τύπον και θα ισχύη από της ημερομηνίας της δημοσιεύσεως αυτής.