2. Στο Νόμο αυτό, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια-
"ασφάλιση κλάδου εργατικών αποζημιώσεων" έχει την έννοιαν που έχει ο όρος αυτός στον περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμο·
"ασφαλιστήριο" σημαίνει ασφαλιστήριο έγγραφο, που περιλαμβάνει και προσωρινό ασφαλιστήριο·
"ασφαλιστής" σημαίνει ασφαλιστή ή ασφαλιστική εταιρεία, με την έννοια που έχουν οι όροι αυτοί στον περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμο·
"ατύχημα" σημαίνει οποιοδήποτε συμβάν ένεκα του οποίου προκαλείται θάνατος ή σωματική βλάβη σε εργοδοτούμενο, εφόσο το συμβάν αυτό προκαλείται από την και κατά τη διάρκεια της απασχόλησης του εργοδοτουμένου. Ατύχημα που συμβαίνει κατά τη διάρκεια της απασχόλησης του εργοδοτουμένου τεκμαίρεται ως ατύχημα που εμπίπτει στις διατάξεις του Νόμου αυτού εκτός αν αποδειχθεί το αντίθετο·
"δικαστική απόφαση" σημαίνει απόφαση ή διάταγμα που εκδίδεται μόνο από αρμόδιο Δικαστήριο της Κυπριακής Δημοκρατίας στα πλαίσια οποιασδήποτε διαδικασίας για την πληρωμή οποιουδήποτε ποσού που αφορά αποζημιώσεις για ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια και δεν περιλαμβάνει απόφαση ή διάταγμα (δικαστική ή διαιτησίας) που σχετίζεται με εγγραφή αλλοδαπών δικαστικών αποφάσεων, βάσει των διατάξεων του περί Αλλοδαπών Δικαστικών Αποφάσεων (Αμοιβαία Εκτέλεσις) Νόμου, ή οποιουδήποτε νόμου ο οποίος τον τροποποιεί ή τον ανακαλεί·
"επαγγελματική ασθένεια" σημαίνει νόσο ή βλάβη, όπως αυτές καθορίζονται στις δυο στήλες του Πίνακα που εκτίθεται στους περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Νόσοι) Κανονισμούς του 1980'
"εργοδότης" σημαίνει πρόσωπο με το οποίο ο εργοδοτούμενος έχει συνάψει σύμβαση εργασίας ή μαθητείας ή αν και δεν έχει συνάψει με αυτόν σύμβαση εργασίας ή μαθητείας, η σχέση μεταξύ τους είναι σχέση εργοδότη και εργοδοτουμένου και περιλαμβάνει οργανισμό δημόσιου ή ιδιωτικού δικαίου με ή χωρίς νομική προσωπικότητα, το νόμιμο προσωπικό αντιπρόσωπο θανόντα εργοδότη και υπεράκτια ή αλλοδαπή εταιρεία που είναι εγγεγραμμένη στην Κύπρο ή αντιπροσωπεύεται στην Κύπρο, και οι όροι "απασχόληση" και "εργοδοτούμενος" θα ερμηνεύονται ανάλογα·
"πιστοποιητικό ασφάλισης" σημαίνει το πιστοποιητικό που καθορίζεται σε Κανονισμούς·
"Συμβουλευτικό Σώμα" σημαίνει το Συμβουλευτικό Σώμα Ασφαλειών που έχει καθιδρυθεί από τον περί Ασφαλιστικών Εταιρειών Νόμο.
"Υπουργός" σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών.