26Α – (1) Υπάλληλος που κατέχει συντάξιμη θέση στη δημόσια υπηρεσία και αφυπηρετεί για ανάληψη καθηκόντων σε μόνιμη θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δικαιούται από της μονιμοποίησής του και μέχρι της ημερομηνίας που θεμελιώνει δικαίωμα συντάξεως αρχαιότητας κατά την έννοια του Κανονισμού 77 του Κανονισμού (ΕΚ και ΕΥΡΑΤΟΜ) αριθ. 11 και 31/1962, να ενεργήσει ώστε να καταβληθεί από την Κυβέρνηση της Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση το ποσό που αντικατοπτρίζει την κεφαλαιακή αξία των ωφελημάτων που έχει διασφαλίσει με βάση το σύστημα συντάξεων των κρατικών υπαλλήλων με αναγωγή του ποσού αυτού στον χρόνο της πραγματικής μεταφοράς του:
(2) Το ποσό που αναφέρεται στο εδάφιο (1) υπολογίζεται ως το 1/12 των μηνιαίων συντάξιμων απολαβών του υπαλλήλου κατά την ημέρα της αφυπηρέτησης του για κάθε συμπληρωμένο μήνα συντάξιμης υπηρεσίας. Στο ποσό αυτό προστίθεται και ποσό ίσο με το διπλάσιο των εισφορών που κατέβαλε ο υπάλληλος για τη μεταβίβαση της σύνταξης στη χήρα και τα τέκνα, μαζί με τόκο προς τόσο επιτόκιο όσο καθορίζει εκάστοτε ο Υπουργός Οικονομικών:
(3) Με τη λήψη επιστολής από την Ευρωπαϊκή Ένωση για μεταφορά συνταξιοδοτικών ωφελημάτων από το σύστημα συντάξεων των κρατικών υπαλλήλων στο σύστημα συνταξιοδότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Γενικό Λογιστήριο της Κυπριακής Δημοκρατίας, εντός τριών μηνών από την ημερομηνία λήψης της πιο πάνω επιστολής, κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Ένωση και στον ενδιαφερόμενο, τις απαραίτητες πληροφορίες σε σχέση με την εν λόγω μεταφορά καθώς επίσης και το σχετικό έντυπο αιτήσεως για διεκπεραίωση της μεταφοράς, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2.
(4) Ο ενδιαφερόμενος, εντός τριών μηνών από της ημερομηνίας που φέρει το εν λόγω έγγραφο κοινοποίησης, οφείλει να δηλώσει εγγράφως προς το Γενικό Λογιστήριο, μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εάν αποδέχεται τη μεταφορά του σχετικού ποσού από το σύστημα συντάξεων των κρατικών υπαλλήλων στο σύστημα συνταξιοδότησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η δήλωση αυτή είναι οριστική και αμετάκλητη. Η πραγματική μεταφορά του κεφαλαίου από το Γενικό Λογιστήριο γίνεται εντός έξι μηνών από της ημερομηνίας αποδοχής της μεταφοράς, μέσω της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εάν η πραγματική μεταφορά διενεργηθεί μετά το πέρας της περιόδου των έξι μηνών, το Γενικό Λογιστήριο οφείλει να καταβάλει σχετικό τόκο προς τόσο επιτόκιο όσο εκάστοτε ορίζεται από τον Υπουργό Οικονομικών.