13.—(1) Εγγεγραμμένος επαγγελματίας Κοινωνικός Λειτουργός υπόκειται σε πειθαρχική δίωξη—
(α) Αν καταδικαστεί για αδίκημα το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα.
(β) Αν επέδειξε, κατά την άσκηση του επαγγέλματος του, επονείδιστη ή ασυμβίβαστη προς το επάγγελμα του επαγγελματία Κοινωνικού Λειτουργού διαγωγή.
(γ) Αν παραβεί τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται σε αυτόν από τον παρόντα Νόμο ή τους Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(2) Αν ασκηθεί ποινική δίωξη εναντίον κοινωνικού λειτουργού, καμιά πειθαρχική δίωξη εναντίον του δεν επιτρέπεται να ασκηθεί ή να συνεχιστεί για λόγους που σχετίζονται με την ποινική δίωξη, μέχρις ότου αυτή λήξει οριστικά.
(3) Κοινωνικός λειτουργός ο οποίος έχει διωχθεί για ποινικό αδίκημα και δεν έχει βρεθεί ένοχος δεν μπορεί να διωχθεί πειθαρχικά για την ίδια κατηγορία, μπορεί όμως να διωχθεί για πειθαρχικό παράπτωμα που προκύπτει από τη διαγωγή του η οποία σχετίζεται με την ποινική υπόθεση, αλλά δεν εγείρει το επίδικο θέμα όπως εκείνο της κατηγορίας κατά την ποινική δίωξη.
(4) Η διαπίστωση των πραγματικών περιστατικών η οποία περιλαμβάνεται σε απόφαση ποινικού δικαστηρίου η οποία εκδόθηκε σε υπόθεση στην οποία ο επαγγελματίας Κοινωνικός Λειτουργός ήταν κατηγορούμενος γίνεται δεκτή από το Πειθαρχικό Συμβούλιο ως εκ πρώτης όψεως απόδειξη.