47.—(1) Σε κάθε διερευνώμενη υπόθεση, δυνάμει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος κοινοποιεί έκθεση των αποτελεσμάτων της έρευνας—
(α) Στον παραπονούμενο·
(β) στο πρόσωπο ή σώμα εναντίον του οποίου έγινε το παράπονο·
(γ) στο πρόσωπο το οποίο σύμφωνα με τον ισχυρισμό εξουσιοδότησε την πράξη για την οποία έγινε το παράπονο·
(δ) στον Οργανισμό·
(ε) σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή σώμα το οποίο, κατά την κρίση του Επιτρόπου, επηρεάζεται από το αποτέλεσμα της έρευνας.
(2) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος αποφασίσει να μην προβεί στη διερεύνηση παραπόνου, κοινοποιεί στον παραπονούμενο και στο επηρεαζόμενο από την έρευνα πρόσωπο ή σώμα τους λόγους της απόφασής του.
(3) Οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο άρθρο αυτό θεωρούνται, σε αγωγές δυσφήμισης, απόλυτα προνομιούχες δημοσιεύσεις επιπροσθέτως αυτών που απαριθμούνται στο άρθρο 20 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου.
(4) Οι εκθέσεις του Επιτρόπου κοινοποιούνται-
(α) Στην περίπτωση που η διερεύνηση έγινε μετά την υποβολή παραπόνου, στον παραπονούμενο ή στον εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπό του ή στους νόμιμους κληρονόμους του, στο φυσικό ή νομικό πρόσωπο εναντίον του οποίου έγινε το παράπονο, καθώς και στον Οργανισμό, ανεξάρτητα του κατά πόσο το παράπονο στρέφεται εναντίον του ή μη∙
(β) στην περίπτωση που η διερεύνηση έγινε μετά από αυτεπάγγελτη ενέργεια του Επιτρόπου ή μετά από εντολή του Υπουργικού Συμβουλίου, στο Υπουργικό Συμβούλιο και στον Οργανισμό.
(5) Όταν, μετά τη συμπλήρωση έρευνας ο Επίτροπος καταλήξει στο συμπέρασμα ότι προξενήθηκε οποιαδήποτε βλάβη ή αδικία σε βάρος του ενδιαφερόμενου προσώπου, στην έκθεσή του υποβάλλει και εισήγηση ή σύσταση προς τον Οργανισμό ή/και στον παροχέα υπηρεσιών φροντίδας υγείας για την επανόρθωση της βλάβης ή της αδικίας, δύναται δε, κατά την κρίση του, να καθορίσει και το χρόνο εντός του οποίου η εν λόγω βλάβη ή αδικία πρέπει να επανορθωθεί.
(6) O Eπίτροπος, μετά την υποβολή της έκθεσής του, δύναται να διαβουλεύεται με κάθε πρόσφορο τρόπο για την υλοποίηση των εισηγήσεών του και για την επίλυση του προβλήματος του ενδιαφερόμενου προσώπου· σε περίπτωση που ο Οργανισμός ή/και ο παροχέας υπηρεσιών φροντίδας υγείας δεν ενημερώσει εντός της ταχθείσας προθεσμίας ως προς τις ενέργειές του αναφορικά με την εφαρμογή των προτάσεων, εισηγήσεων ή συστάσεων του Επιτρόπου ή δεν αποδέχεται την εφαρμογή τους και εφόσον ο Επίτροπος κρίνει ότι οι προβληθέντες εκ μέρους του Οργανισμού ή/και του παροχέα υπηρεσιών φροντίδας υγείας λόγοι σχετικά με τη μη αποδοχή τους δεν αιτιολογούνται επαρκώς, υποβάλλει το αποτέλεσμα των διαβουλεύσεών του στο Υπουργικό Συμβούλιο, έχοντας τη δυνατότητα να δημοσιοποιήσει την άρνηση ή την παράλειψη συμμόρφωσης του Οργανισμού και του παροχέα υπηρεσιών φροντίδας υγείας με τις προτάσεις του.
(7) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, σε περίπτωση που μετά τη συμπλήρωση της έρευνας ο Επίτροπος καταλήξει στο συμπέρασμα ότι η ενέργεια εναντίον της οποίας στρέφεται το παράπονο δυνατό να συνιστά ποινικό αδίκημα, αντίγραφο της έκθεσης, που υποβάλλεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, κοινοποιείται στο Υπουργικό Συμβούλιο και στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
(8) Οι κοινοποιήσεις που αναφέρονται στο παρόν άρθρο θεωρούνται, σε αγωγές δυσφήμησης, απόλυτα προνομιούχες δημοσιεύσεις επιπροσθέτως αυτών που απαριθμούνται στο άρθρο 20 του περί Αστικών Αδικημάτων Νόμου.