3.—(1) Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, κάθε πρόσωπο που καθορίζεται στο εδάφιο (2) υποχρεούται να καταβάλλει έκτακτη εισφορά για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της Δημοκρατίας.
(2) Τα πρόσωπα τα οποία υποχρεούνται να καταβάλλουν έκτακτη εισφορά σύμφωνα με το εδάφιο (1) είναι-
(α) Κάθε πρόσωπο που είναι κάτοικος στη Δημοκρατία το οποίο λαμβάνει ή λογίζεται ότι λαμβάνει οποιαδήποτε μερίσματα από εταιρεία, σε ποσοστό δεκαεπτά τοις εκατόν (17%) στο ποσό του μερίσματος:
(i) Αν η καταβάλλουσα το μέρισμα εταιρεία επιδίδεται άμεσα ή έμμεσα περισσότερο από πενήντα τοις εκατόν (50%) σε δραστηριότητες οι οποίες απολήγουν σε εισόδημα από επένδυση· και
(ii) η επιβάρυνση του αλλοδαπού φόρου πάνω στο εισόδημα της καταβάλλουσας το μέρισμα εταιρείας είναι σημαντικά λιγότερη από τη φορολογική επιβάρυνση της εταιρείας που είναι κάτοικος στη Δημοκρατία ή της εταιρείας που δεν είναι κάτοικος στη Δημοκρατία αλλά έχει μόνιμη εγκατάσταση στη Δημοκρατία:
(β) κάθε πρόσωπο που είναι κάτοικος στη Δημοκρατία, το οποίο λαμβάνει ή πιστώνεται με ποσό τόκου, εκτός τόκου που εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου (γ), σε ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατόν (15%) επί του ποσού των τόκων που λαμβάνονται ή πιστώνονται:
Νοείται ότι-
(i) Τόκος που αποκτά πρόσωπο από τη συνήθη διεξαγωγή της επιχείρησής του, περιλαμβανομένου τόκου που συνδέεται στενά με τη συνήθη διεξαγωγή της επιχείρησης και τόκου που αποκτά συλλογικό επενδυτικό σχέδιο ανοικτού ή κλειστού τύπου, δεν θεωρείται τόκος για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου·
(ii) τόκος που λογίζεται ότι καταβάλλεται σε εταιρεία δυνάμει του άρθρου 39 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου εμπίπτει στις διατάξεις της παρούσας παραγράφου·
(iii) άτομο του οποίου το συνολικό ετήσιο εισόδημα, περιλαμβανομένων και των τόκων, δεν υπερβαίνει το ποσό των δώδεκα χιλιάδων ευρώ (€12.000) ετησίως, έχει δικαίωμα επιστροφής της παρακρατηθείσας έκτακτης εισφοράς επί των τόκων πέραν του ποσού που αντιστοιχεί στο τρία επί τοις εκατόν (3%)·
(γ) κάθε άτομο που είναι κάτοικος στη Δημοκρατία για τόκους που λαμβάνει ή πιστώνεται από πιστοποιητικά αποταμιεύσεως της Κυπριακής Κυβέρνησης, χρεόγραφα αναπτύξεως της Κυπριακής Κυβέρνησης καθώς και τόκους που λαμβάνει ή πιστώνεται ταμείο προνοίας ή το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων σε ποσοστό τρία τοις εκατόν (3%)·
(δ) κάθε πρόσωπο που είναι κάτοικος στη Δημοκρατία το οποίο έχει εισόδημα από ενοίκια, σε ποσοστό τρία τοις εκατόν (3%) επί του ποσού των ακαθαρίστων ενοικίων μειωμένων κατά ποσοστό εικοσιπέντε τοις εκατόν (25%)·
(ε) [Διαγράφηκε]
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου, εταιρεία η οποία είναι κάτοικος στη Δημοκρατία, λογίζεται ότι έχει διανείμει εβδομήντα τοις εκατόν (70%) των κερδών της που κτώνται ή προκύπτουν στο φορολογικό έτος, μετά τη μείωσή τους από τον εταιρικό φόρο που πληρώθηκε ή που είναι πληρωτέος πάνω στα εν λόγω κέρδη, υπό μορφή μερισμάτων στους ενδιαφερόμενους μετόχους της κατά το τέλος της περιόδου των δυο ετών από το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται, και οι ενδιαφερόμενοι μέτοχοι θα φορολογούνται ανάλογα σε έκτακτη εισφορά πάνω σε τέτοια μερίσματα. Οποιαδήποτε έκτακτη εισφορά είναι πληρωτέα από μέτοχο ως συνέπεια λογιζόμενης διανομής μερίσματος καταβάλλεται κατά πρώτο λόγο από την εταιρεία η οποία θα χρεώνει τέτοια εισφορά στους μετόχους:
(i) σε περίπτωση έγκρισης ψηφίσματος από εταιρεία για εκούσια διάλυση ή εκκαθάρισή της, η υποβολή της δήλωσης του λογιζόμενου μερίσματος και η καταβολή της έκτακτης εισφοράς σύμφωνα με αυτή, αναφορικά με το λογιζόμενο μέρισμα επί των κερδών του φορολογικού έτους και των κερδών των αμέσως δύο προηγούμενων φορολογικών ετών, υποβάλλεται το αργότερο εντός ενός μηνός από την ημερομηνία που επισυμβαίνει το πιο πάνω γεγονός και ο Διευθυντής έχει εξουσία να επιβάλει σχετική φορολογία επί της εταιρείας για είσπραξη της έκτακτης εισφοράς·
(ii) oι διατάξεις του παρόντος Νόμου αναφορικά με λογιζόμενη διανομή, δεν εφαρμόζονται στα λογιστικά κέρδη που προκύπτουν στη διάρκεια της διάλυσης ή εκκαθάρισης εταιρείας, όταν τα περιουσιακά στοιχεία αυτής δεν επαρκούν για την εξόφληση των πιστωτών της και κανένα ποσό δεν μπορεί να διανεμηθεί ή να καταβληθεί στους μετόχους αυτής·
(iii) οποιαδήποτε διανομή στους μετόχους εταιρείας στα πλαίσια διάλυσης ή εκκαθάρισης αυτής οποιωνδήποτε περιουσιακών στοιχείων, η αγοραία αξία, μετά τη μείωση αυτής με οποιοδήποτε τυχόν φόρο κεφαλαιουχικών κερδών πληρώθηκε, των οποίων υπερβαίνει το κόστος απόκτησης αυτών από την εταιρεία, λογίζεται ως διανεμηθέν μέρισμα ίσο με τη διαφορά μεταξύ της κατά την ημερομηνία διανομής αγοραίας αξίας και του κόστους απόκτησής των·
(iv) σε περίπτωση πραγματοποίησης κερδών κατά τη διάρκεια εκούσιας διάλυσης ή εκκαθάρισης εταιρείας, η λογιζόμενη διανομή μερίσματος επί των κερδών αυτών δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό ή την αξία των καθαρών περιουσιακών στοιχείων που διανέμονται ή δύνανται να διανεμηθούν στους μετόχους.»·
(4) Το ποσό των λογιζόμενων μερισμάτων δυνάμει του εδαφίου (3) μειώνεται με οποιοδήποτε πραγματικό μέρισμα διανεμήθηκε στη διάρκεια των δύο ετών από το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται και σε περίπτωση που το πραγματικό μέρισμα πληρώνεται μετά την παρέλευση των δύο ετών από το τέλος του έτους στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται, οποιοδήποτε ποσό λογιζόμενης διανομής μερίσματος μειώνει το πραγματικό μέρισμα επί του οποίου παρακρατείται η πληρωτέα έκτακτη εισφορά δυνάμει του παρόντος άρθρου. «Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, η φράση ‘πραγματικό μέρισμα’ περιλαμβάνει πραγματικό μέρισμα που διανεμήθηκε στη διάρκεια του φορολογικού έτους, στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται:
(5) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3), ο όρος «κέρδη» σημαίνει τα λογιστικά κέρδη όπως υπολογίζονται σύμφωνα με αποδεκτές λογιστικές αρχές αλλά μετά την αφαίρεση οποιωνδήποτε μεταφορών στα αποθεματικά που προβλέπονται σε οποιοδήποτε νόμο:
(6) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με κέρδη που αναλογούν στους μετόχους που δεν είναι κάτοικοι στη Δημοκρατία.
(7) Όταν εταιρεία καταβάλλει μέρισμα, οφείλει να εφοδιάζει κάθε μέτοχο με πιστοποιητικό, στο οποίο θα δηλώνονται τα πιο κάτω:
(α) Το ποσό του μερίσματος το οποίο πληρώνεται στο μέτοχο,
(β) η έκτακτη εισφορά που παρακρατήθηκε από την εταιρεία αναφορικά με το μέρισμα που πληρώθηκε.
(8) Στην περίπτωση μείωσης του κεφαλαίου εταιρείας, οποιαδήποτε ποσά πληρώνονται ή είναι πληρωτέα σε άτομο μέτοχο πέραν του ποσού του μετοχικού κεφαλαίου που πραγματικά καταβλήθηκε από τέτοιο μέτοχο, λογίζονται ως διανεμηθέντα μερίσματα:
(9) Έκπτωση αναφορικά με το ξένο φόρο επί του εισοδήματος που υπόκειται σε έκτακτη εισφορά θα παραχωρείται σύμφωνα με τα άρθρα 34, 35 και 36 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου.
(10) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου εταιρεία που έχει επιλέξει να φορολογηθεί σύμφωνα με το άρθρο 46 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου απαλλάσσεται από την καταβολή έκτακτης εισφοράς για τα έτη 2003, 2004 και 2005.
(11) [Διαγράφηκε]