Για σκοπούς εναρμόνισης με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο—
«Οδηγία 90/435/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1990 σχετικά με το κοινό φορολογικό καθεστώς για τις μητρικές και τις θυγατρικές εταιρείες διαφορετικών κρατών μελών», (EE L 225 της 20.8.1990 σ. 6-9),
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμος του 2002.
2.—(1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετικά-
«αναδιάρθρωση σημαίνει την άμεση ή έμμεση διάθεση και μεταβίβαση ακίνητης ιδιοκτησίας, καθώς και μεταβίβαση δικαιωμάτων δυνάμει πωλητηρίου εγγράφου κατατεθειμένο στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, μεταξύ ενός ή περισσότερων δανειοληπτών και/ή οφειλετών και/ή εγγυητών σχετικά με την ίδια πιστωτική διευκόλυνση ή χορήγηση ή οφειλή και ενός ή περισσότερων δανειστών, η οποία διενεργείται εντός εννέα (9) ετών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Έκτακτης Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας (Τροποποιητικού) (Αρ. 2) Νόμου του 2015 και αποσκοπεί στη μείωση ή εξόφληση των πιστωτικών διευκολύνσεων ή χορηγήσεων ή οφειλών που δόθηκαν προς δανειολήπτες από έναν ή περισσότερους δανειστές:
«δανειολήπτης» σημαίνει πρόσωπο το οποίο συμβλήθηκε με το δανειστή και περιλαμβάνει πρόσωπο του οποίου η πιστωτική διευκόλυνση εξαγοράστηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου και είτε αναλήφθηκε από είτε μεταφέρθηκε σε δημόσιο φορέα ή εταιρεία που είναι αδειοδοτημένος/η και ο οποίος ή η οποία διατηρεί ή στον οποίο ή στην οποία έχουν μεταφερθεί χορηγήσεις από πιστωτικό ίδρυμα, οι οποίες έχουν καθυστερήσεις και/ή έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες δυνάμει των τεχνικών προτύπων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών τα οποία καθορίζουν τα κριτήρια για ταξινόμηση μιας χορήγησης ως μη εξυπηρετούμενης και/ή ρυθμισμένης ως έχει θεσπιστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω του Εκτελεστικού Κανονισμού 2015/227:
«δανειστής» σημαίνει αδειοδοτημένο πιστωτικό ίδρυμα, όπως αυτό ορίζεται στο άρθρο 2 του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων Νόμου, και περιλαμβάνει τα πιστωτικά και χρηματοδοτικά ιδρύματα που λειτουργούν στη Δημοκρατία δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 10Α αυτού, καθώς και τις θυγατρικές εταιρείες αυτών ή εταιρεία εξαγοράς πιστώσεων όπως αυτή ορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 2 του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου, καθώς και τις θυγατρικές εταιρείες αυτής ή δημόσιο φορέα ή εταιρεία που είναι αδειοδοτημένος/η και ο οποίος ή η οποία διατηρεί ή στον οποίο ή στην οποία έχουν μεταφερθεί από πιστωτικό ίδρυμα χορηγήσεις οι οποίες έχουν καθυστερήσεις και/ή έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες δυνάμει των τεχνικών προτύπων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών, τα οποία καθορίζουν τα κριτήρια για ταξινόμηση μιας χορήγησης ως μη εξυπηρετούμενης και/ή ρυθμισμένης ως έχει θεσπιστεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή μέσω του Εκτελεστικού Κανονισμού 2015/227·
«Δημοκρατία», σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
«Διευθυντής» σημαίνει το Διευθυντή Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων και οποιοδήποτε δεόντως εξουσιοδοτημένο από αυτόν λειτουργό του Τμήματος Εσωτερικών Προσόδων·
«έκτακτη εισφορά» σημαίνει την έκτακτη εισφορά που καταβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·
«εταιρεία» [Διαγράφηκε]·
«κάτοικος της Δημοκρατίας», όταν ο όρος αυτός εφαρμόζεται στην περίπτωση ατόμου, σημαίνει άτομο που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας, όπως ορίζεται από τις διατάξεις του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, το οποίο επιπλέον έχει κατοικία (domicile) στη Δημοκρατία·
«μέτοχος», περιλαμβάνει και τον κάτοχο μεριδίου σε συλλογικό επενδυτικό σχέδιο ανοικτού ή κλειστού τύπου.
«μίσθιο» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Χρηματοδοτικής Μίσθωσης Νόμο·
«μίσθωμα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Χρηματοδοτικής Μίσθωσης Νόμο·
«μισθωτής» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Χρηματοδοτικής Μίσθωσης Νόμο·
«χρηματοδοτική μίσθωση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον περί Χρηματοδοτικής Μίσθωσης Νόμο.
«τιμή αναδιάρθρωσης» σημαίνει την τιμή στην οποία ακίνητη ιδιοκτησία μεταβιβάζεται στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης, και η οποία καθορίζεται σε γραπτή συμφωνία που συνάπτεται στο πλαίσιο αυτό.
(2) Οι όροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο που δεν ορίζονται διαφορετικά έχουν την έννοια που αποδίδεται στους όρους αυτούς από τον περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμο.
(3) Για σκοπούς του παρόντος Νόμου, άτομο θεωρείται ότι έχει κατοικία (domicile) στη Δημοκρατία εάν έχει κατοικία καταγωγής στη Δημοκρατία με βάση τις διατάξεις του περί Διαθηκών και Διαδοχής Νόμου εξαιρουμένου-
(i) Ατόμου το οποίο έχει αποκτήσει και διατηρεί κατοικία επιλογής (domicile of choice) εκτός της Δημοκρατίας, με βάση τις διατάξεις του περί Διαθηκών και Διαδοχής Νόμου νοουμένου ότι ήταν μη κάτοικος ή κάτοικος εκτός Δημοκρατίας όπως ορίζεται από τις διατάξεις του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, για οποιαδήποτε περίοδο τουλάχιστον είκοσι (20) συνεχόμενων ετών πριν από το φορολογικό έτος, ή
(ii) ατόμου το οποίο ήταν μη κάτοικος ή κάτοικος εκτός Δημοκρατίας, όπως ορίζεται από τις διατάξεις του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου, για περίοδο τουλάχιστον είκοσι (20) συνεχόμενων ετών αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου:
3.—(1) Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, κάθε πρόσωπο που καθορίζεται στο εδάφιο (2) υποχρεούται να καταβάλλει έκτακτη εισφορά για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας της Δημοκρατίας.
(2) Τα πρόσωπα τα οποία υποχρεούνται να καταβάλλουν έκτακτη εισφορά σύμφωνα με το εδάφιο (1) είναι-
(α) Κάθε πρόσωπο που είναι κάτοικος στη Δημοκρατία το οποίο λαμβάνει ή λογίζεται ότι λαμβάνει οποιαδήποτε μερίσματα από εταιρεία, σε ποσοστό δεκαεφτά τοις εκατόν (17%) στο ποσό του μερίσματος:
(α1) Εταιρεία μη κάτοικος της Δημοκρατίας, η οποία είναι κάτοικος σε άλλη δικαιοδοσία και περιλαμβάνεται σε κατάλογο με δικαιοδοσίες τρίτων χωρών που έχουν αξιολογηθεί από τα κράτη μέλη συλλογικά ως μη συνεργάσιμες για φορολογικούς σκοπούς ή η οποία έχει συσταθεί ή εγγραφεί σε τέτοια δικαιοδοσία και δεν είναι φορολογικός κάτοικος σε άλλο κράτος που δεν περιλαμβάνεται στον εν λόγω κατάλογο και λαμβάνει οποιαδήποτε μερίσματα από εταιρεία κάτοικο της Δημοκρατίας, σε ποσοστό δεκαεπτά τοις εκατόν (17%) στο ποσό του μερίσματος:
(β) κάθε πρόσωπο που είναι κάτοικος στη Δημοκρατία, το οποίο λαμβάνει ή πιστώνεται με ποσό τόκου, εκτός τόκου που εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου (γ), σε ποσοστό δεκαεπτά τοις εκατόν (17%) επί του ποσού των τόκων που λαμβάνονται ή πιστώνονται:
(γ)(i) κάθε πρόσωπο που είναι κάτοικος της Δημοκρατίας για τόκους που λαμβάνει ή πιστώνεται από πιστοποιητικά αποταμιεύσεως της Κυπριακής Κυβέρνησης, χρεόγραφα αναπτύξεως της Κυπριακής Κυβέρνησης, εταιρικά χρεόγραφα εισηγμένα σε αναγνωρισμένο χρηματιστήριο αξιών, ομόλογα ή χρεόγραφα εισηγμένα σε αναγνωρισμένο χρηματιστήριο αξιών που εκδίδονται από αρχή τοπικής διοίκησης ή κρατικό οργανισμό σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%).
(ii) αρχή τοπικής διοίκησης και κρατικός οργανισμός για τόκους που λαμβάνουν ή πιστώνονται σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%):
(iii) ταμείο συντάξεως, ταμείο προνοίας και το Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων για τόκους που λαμβάνουν ή πιστώνονται σε ποσοστό τρία τοις εκατό (3%).
(δ) κάθε πρόσωπο που είναι κάτοικος στη Δημοκρατία το οποίο έχει εισόδημα από ενοίκια, σε ποσοστό τρία τοις εκατόν (3%) επί του ποσού των ακαθαρίστων ενοικίων μειωμένων κατά ποσοστό εικοσιπέντε τοις εκατόν (25%):
(i) η απαλλαγή για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου παραχωρείται για ενοίκια που αφορούν περίοδο που δεν υπερβαίνει τους τρεις (3) μήνες και εμπίπτει εντός της περιόδου από 1η Ιανουαρίου μέχρι 30 Ιουνίου του 2021, ανεξαρτήτως των συμφωνηθέντων μηνών για τους οποίους παραχωρείται η μείωση·
(ii) η μείωση ενοικίου γίνεται με γραπτή συμφωνία μεταξύ ιδιοκτήτη και ενοικιαστή· και
(iii) η απαλλαγή δεν παραχωρείται στην περίπτωση που ο ιδιοκτήτης και ο ενοικιαστής είναι συνδεδεμένα πρόσωπα, όπως αυτά ορίζονται στο άρθρο 33 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου.
(ε) [Διαγράφηκε]
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) του παρόντος άρθρου, εταιρεία η οποία είναι κάτοικος στη Δημοκρατία, λογίζεται ότι έχει διανείμει εβδομήντα τοις εκατόν (70%) των κερδών της που κτώνται ή προκύπτουν στο φορολογικό έτος, μετά τη μείωσή τους από τον εταιρικό φόρο που πληρώθηκε ή που είναι πληρωτέος πάνω στα εν λόγω κέρδη, υπό μορφή μερισμάτων στους ενδιαφερόμενους μετόχους της κατά το τέλος της περιόδου των δυο ετών από το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται, και οι ενδιαφερόμενοι μέτοχοι θα φορολογούνται ανάλογα σε έκτακτη εισφορά πάνω σε τέτοια μερίσματα. Οποιαδήποτε έκτακτη εισφορά είναι πληρωτέα από μέτοχο ως συνέπεια λογιζόμενης διανομής μερίσματος καταβάλλεται κατά πρώτο λόγο από την εταιρεία η οποία θα χρεώνει τέτοια εισφορά στους μετόχους:
(i) ο όρος «κέρδη» περιορίζεται στα κέρδη που προκύπτουν από τη διεξαγωγή επιχείρησης. και
(ii) οι όροι «μέτοχος» και «ενδιαφερόμενος μέτοχος» περιλαμβάνουν και την Κυπριακή Δημοκρατία:
Νοείται έτι, έτι περαιτέρω ότι-
(4) Το ποσό των λογιζόμενων μερισμάτων δυνάμει του εδαφίου (3) μειώνεται με οποιοδήποτε πραγματικό μέρισμα διανεμήθηκε στη διάρκεια των δύο ετών από το τέλος του φορολογικού έτους στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται και σε περίπτωση που το πραγματικό μέρισμα πληρώνεται μετά την παρέλευση των δύο ετών από το τέλος του έτους στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται, οποιοδήποτε ποσό λογιζόμενης διανομής μερίσματος μειώνει το πραγματικό μέρισμα επί του οποίου παρακρατείται η πληρωτέα έκτακτη εισφορά δυνάμει του παρόντος άρθρου. «Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, η φράση ‘πραγματικό μέρισμα’ περιλαμβάνει πραγματικό μέρισμα που διανεμήθηκε στη διάρκεια του φορολογικού έτους, στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται:
(5) Για τους σκοπούς του εδαφίου (3), ο όρος «κέρδη» σημαίνει τα λογιστικά κέρδη όπως υπολογίζονται σύμφωνα με αποδεκτές λογιστικές αρχές αλλά μετά την αφαίρεση οποιωνδήποτε μεταφορών στα αποθεματικά που προβλέπονται σε οποιοδήποτε νόμο:
(6) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με κέρδη που αναλογούν στους μετόχους που δεν είναι κάτοικοι στη Δημοκρατία.
(7) Όταν εταιρεία καταβάλλει μέρισμα, οφείλει να εφοδιάζει κάθε μέτοχο με πιστοποιητικό, στο οποίο θα δηλώνονται τα πιο κάτω:
(α) Το ποσό του μερίσματος το οποίο πληρώνεται στο μέτοχο,
(β) η έκτακτη εισφορά που παρακρατήθηκε από την εταιρεία αναφορικά με το μέρισμα που πληρώθηκε.
(8) Στην περίπτωση μείωσης του κεφαλαίου εταιρείας, οποιαδήποτε ποσά πληρώνονται ή είναι πληρωτέα σε άτομο μέτοχο πέραν του ποσού του μετοχικού κεφαλαίου που πραγματικά καταβλήθηκε από τέτοιο μέτοχο, λογίζονται ως διανεμηθέντα μερίσματα:
(9) Έκπτωση αναφορικά με το ξένο φόρο επί του εισοδήματος που υπόκειται σε έκτακτη εισφορά θα παραχωρείται σύμφωνα με τα άρθρα 34, 35 και 36 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου.
(10) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου εταιρεία που έχει επιλέξει να φορολογηθεί σύμφωνα με το άρθρο 46 του περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμου απαλλάσσεται από την καταβολή έκτακτης εισφοράς για τα έτη 2003, 2004 και 2005.
(11) Σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε άτομο το οποίο έχει την κατοικία (domicile) του στη Δημοκρατία, μεταβιβάσει περιουσιακά στοιχεία σε άλλο άτομο το οποίο δεν έχει την κατοικία (domicile) του στη Δημοκρατία και το οποίο είναι σύζυγος ή συγγενής του ή συγγενής του/της συζύγου του μέχρι τρίτου βαθμού συγγενείας και ο Διευθυντής κρίνει ότι ο βασικός σκοπός ή ένας από τους βασικούς σκοπούς της μεταβίβασης είναι η αποφυγή καταβολής έκτακτης εισφοράς, το εισόδημα που προκύπτει από τα εν λόγω περιουσιακά στοιχεία υπόκειται σε έκτακτη εισφορά, η οποία εισπράττεται είτε από το άτομο που μεταβίβασε τα περιουσιακά στοιχεία, είτε από το άτομο στο οποίο αυτά μεταβιβάστηκαν.
(12) Έκτακτη εισφορά για λογιζόμενη διανομή μερίσματος σχετικά με λογιστικό κέρδος το οποίο προκύπτει στο πλαίσιο αναδιάρθρωσης δεν καταβάλλεται:
(12Α) Δεν καταβάλλεται έκτακτη εισφορά για λογιζόμενη διανομή μερίσματος σχετικά με το λογιστικό κέρδος που προκύπτει λόγω διαγραφής μέρους ή του συνόλου πιστωτικής δευκόλυνσης ή χορήγησης που πραγματοποιείται από δανειστή η οποία αποτελούσε μη εξυπηρετούμενη χορήγηση κατά ή πριν από την 31η Δεκεμβρίου 2015, όπως ο όρος αυτός ερμηνεύεται από την Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών.
(13) Οι διατάξεις του εδαφίου (3) δεν εφαρμόζονται αναφορικά με λογιστικά κέρδη που προκύπτουν κατά την αναδιοργάνωση:
(i) Μερική ή ολική αποξένωση από τη λήπτρια εταιρεία του μεταβιβαζόμενου στοιχείου ενεργητικού από το οποίο προέκυψαν τέτοια λογιστικά κέρδη.
(ii) Άμεση ή έμμεση, μερική ή ολική αποξένωση, η οποία λαμβάνει χώρα στο πλαίσιο αναδιοργάνωσης, των μετοχών της λήπτριας εταιρείας από τη μεταβιβάζουσα εταιρεία ή από άλλη εταιρεία οι οποίες αποκτήθηκαν κατά την αναδιοργάνωση.
(iii) Μείωση του κεφαλαίου της λήπτριας ή οποιασδήποτε εταιρείας παρεμβάλλεται μεταξύ της μεταβιβάζουσας και της λήπτριας εταιρείας το οποίο εκδόθηκε κατά την αναδιοργάνωση:
(14) Έκτακτη εισφορά για ενοίκια τα οποία καταβάλλονται προς την Κυπριακή Εταιρεία Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ με αριθμό εγγραφής ΗΕ 387704 ή προς θυγατρική εταιρεία αυτής, σε σχέση με ακίνητη ιδιοκτησία η διάθεση και μεταβίβαση της οποίας έλαβε χώρα στο πλαίσιο του σχεδίου "ΕΝΟΙΚΙΟ ΕΝΑΝΤΙ ΔΟΣΗΣ" δεν καταβάλλεται.
- 117(I)/2002
- 223(I)/2002
- 188(I)/2003
- 23(I)/2009
- 44(I)/2009
- 75(I)/2009
- 111(I)/2009
- 40(I)/2010
- 132(I)/2010
- 114(I)/2011
- 190(I)/2011
- 72(I)/2012
- 29(I)/2013
- 119(I)/2015
- 208(Ι)/2015
- 209(I)/2015
- 68(Ι)/2016
- 98(I)/2018
- 118(I)/2018
- 87(I)/2019
- 172(I)/2019
- 32(I)/2021
- 195(I)/2021
- 78(I)/2022
- 157(I)/2023
- 158(I)/2023
4.—(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο πληρώνει μερίσματα ή τόκους ή ενοίκια, οφείλει όπως παρακρατεί έκτακτη εισφορά σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 3 από οποιαδήποτε πληρωμή γίνεται ή θα γίνει και καταβάλλει αυτή στο Διευθυντή μαζί με κατάσταση η οποία παρέχει πλήρη στοιχεία των συνθηκών συνεπεία των οποίων έγινε η παρακράτηση και πώς υπολογίστηκε η έκτακτη εισφορά που παρακρατήθηκε:
(2) Οποιαδήποτε έκτακτη εισφορά, η οποία απαιτείται όπως παρακρατηθεί δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1), θεωρείται ως έκτακτη εισφορά που επιβλήθηκε στο πρόσωπο από το οποίο απαιτείται όπως η εν λόγω έκτακτη εισφορά παρακρατηθεί και δύναται να ανακτηθεί από αυτό:
(3) Αν οποιαδήποτε τέτοια έκτακτη εισφορά δεν παρακρατηθεί ή αν, αφού παρακρατήθηκε, δεν καταβληθεί στο Διευθυντή μέσα στο μήνα ο οποίος έπεται του μήνα κατά τον οποίο έπρεπε να εγίνετο ή έγινε η παρακράτηση, προστίθεται σε αυτή τόκος με ποσοστό εννέα τοις εκατόν ετησίως:
(4) Η εισφορά επί των ενοικίων και των μερισμάτων ή τόκων από πηγές εκτός της Δημοκρατίας καταβάλλεται σε δύο εξαμηνιαίες δόσεις, δηλαδή μέχρι τις 30 Ιουνίου και τις 31 Δεκεμβρίου του κάθε έτους αντίστοιχα. Στην περίπτωση που η εισφορά δεν καταβληθεί εντός της προθεσμίας αυτής προστίθεται σ' αυτή τόκος σε ποσοστό εννέα τοις εκατόν (9%) ετησίως.
(5) Η έκτακτη εισφορά επί των κερδών που λογίζονται ότι διανέμονται δυνάμει του εδαφίου (3) του άρθρου 3 καταβάλλεται μαζί με δήλωση στην οποία παρέχονται πλήρη στοιχεία του τρόπου υπολογισμού της έκτακτης εισφοράς μέχρι την 31η Ιανουαρίου του τρίτου έτους που έπεται του φορολογικού έτους στο οποίο τα κέρδη αναφέρονται:
(6) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η βεβαίωση, καταβολή, είσπραξη και παρακράτηση οποιουδήποτε ποσού έκτακτης εισφοράς καθώς και οποιουδήποτε τόκου επ' αυτής διενεργείται σύμφωνα με τις ανάλογες διατάξεις των περί Βεβαιώσεως και Εισπράξεως Φόρων Νόμων και του περί Εισπράξεως Φόρων Νόμου.
5. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, η έκτακτη εισφορά η οποία είναι πληρωτέα δυνάμει του παρόντος Νόμου δεν εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημα οποιουδήποτε προσώπου.
6.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου αναφορικά με θέματα ποινικής ευθύνης προσώπων που κατέχουν ή ασκούν οποιοδήποτε αξίωμα, κάθε πρόσωπο το οποίο αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να καταβάλει έκτακτη εισφορά, την οποία υποχρεούται να καταβάλει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες, σε περίπτωση δε δεύτερης ή κατ' επανάληψη καταδίκης αυτού για το ίδιο αδίκημα, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εξακόσιες λίρες ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Σε περίπτωση καταδίκης οποιουδήποτε προσώπου για το ότι αρνήθηκε ή παρέλειψε ή αμέλησε να καταβάλει έκτακτη εισφορά, αυτό, επιπρόσθετα από οποιαδήποτε άλλη ποινή στην οποία υπόκειται, υποχρεούται όπως καταβάλει ποσό ίσο προς το ποσό το οποίο αρνήθηκε ή παρέλειψε ή αμέλησε να καταβάλει, καθώς και επί πλέον ποσό που δεν υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν του εν λόγω ποσού, σε περίπτωση δε δεύτερης ή κατ' επανάληψη καταδίκης αυτού, ποσό που δεν υπερβαίνει το εκατόν τοις εκατόν του ποσού αυτού, όπως το Δικαστήριο ήθελε διατάξει.
(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου και για τέτοια παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης δεν προνοείται άλλη ποινή, υπόκειται για κάθε αδίκημα που διαπράχθηκε έτσι σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.
(4) Όταν αποδεικνύεται ότι αδίκημα που διαπράχθηκε από νομικό πρόσωπο, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, διαπράχθηκε με τη συναίνεση ή συνενοχή ή αμέλεια διευθυντή, συμβούλου, γραμματέα ή άλλου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή οποιουδήποτε προσώπου το οποίο ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, τόσο αυτός όσο και το νομικό πρόσωπο είναι ένοχοι του αδικήματος αυτού και υπόκεινται, σε περίπτωση καταδίκης του στις ποινές που προβλέπονται σε κάθε περίπτωση.
(5) Τίποτε από όσα διαλαμβάνονται στο παρόν άρθρο δε δύναται να ερμηνευθεί ότι παρεμποδίζει τη Δημοκρατία να διεκδικεί, με πολιτική αγωγή οποιοδήποτε ποσό οφείλεται σ' αυτή.
7. Ποινική δίωξη για αδίκημα που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο δεν αρχίζει χωρίς τη συναίνεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
7Α.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, κάθε πρόσωπο το οποίο:
(α) από μόνο του ή σε συνεργασία με άλλο πρόσωπο λαμβάνει ή συμφωνεί να λάβει για λογαριασμό άλλου προσώπου προμήθεια ή άλλο οικονομικό όφελος ή οτιδήποτε σχετικό με την κατακύρωση προμήθειας υλικού οπλικών συστημάτων ή για υπηρεσίες αναφορικά με αυτό, όπως αυτά καθορίζονται στον προϋπολογισμό για τις δαπάνες αμυντικής θωράκισης ή
(β) στο οποίο αποδεδειγμένα προτείνεται τέτοια προμήθεια ή άλλο οικονομικό όφελος,
και το οποίο παραλείπει να αναφέρει αυτό γραπτώς και ενυπογράφως στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Άμυνας, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £10.000 ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Κάθε πρόσωπο που κατέχει δημόσιο αξίωμα ή ευρίσκεται στην υπηρεσία της Δημοκρατίας το οποίο αποδέχεται προμήθεια ή άλλο οικονομικό όφελος για την αγορά οποιουδήποτε αντικειμένου που πληρώνεται από το Κεφάλαιο για δαπάνες αμυντικής θωράκισης του Προϋπολογισμού του Υπουργείου Άμυνας είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.
Ανεξαρτήτως των διατάξεων των άρθρων 6, 7 και 7Α του παρόντος Νόμου-
(α) Πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, το οποίο προβλέπεται ρητά στον παρόντα Νόμο, εντός της χρονικής προθεσμίας που προβλέπεται ή καθορίζεται ρητά από τον παρόντα Νόμο, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση εκατό (100) ευρώ·
(β) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και ο Διευθυντής απαιτήσει από τέτοιο πρόσωπο όπως συμμορφωθεί εντός της προθεσμίας που καθορίζεται ρητά σε ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, σε χρηματική επιβάρυνση διακοσίων (200) ευρώ·
(γ) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος δεν προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και ο Διευθυντής απαιτήσει από τέτοιο πρόσωπο όπως συμμορφωθεί εντός προθεσμίας που καθορίζεται σε ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, σε χρηματική επιβάρυνση διακοσίων (200) ευρώ·
(δ) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος δεν προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και η απαιτούμενη ειδοποίηση ή δήλωση ή στοιχεία αφορούν άλλο πρόσωπο και ο Διευθυντής απαιτήσει από τέτοιο πρόσωπο όπως συμμορφωθεί εντός προθεσμίας που καθορίζεται σε σχετική ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, σε χρηματική επιβάρυνση εκατό (100) ευρώ·
(ε) πρόσωπο που παραλείπει να καταβάλει οφειλόμενο φόρο μέχρι την από τον παρόντα Νόμο καθοριζόμενη προθεσμία ή μέχρι την προθεσμία που καθορίζεται σε ειδοποίηση του Διευθυντή, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση ίση προς πέντε τοις εκατόν (5%) του οφειλόμενου φόρου.
8. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδώσει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και να προβεί με τέτοιους Κανονισμούς στον καθορισμό ή ρύθμιση κάθε θέματος που χρειάζεται ή είναι δεκτικό καθορισμού ή ρύθμισης.
9. Οι περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμοι του 1985 μέχρι 2002 διά του παρόντος καταργούνται χωρίς να επηρεάζεται οτιδήποτε έγινε ή παραλείφθηκε να γίνει δυνάμει τούτων:
Νοείται ότι όλοι οι κανονισμοί, όλα τα διατάγματα, όλες οι γνωστοποιήσεις και όλοι οι διορισμοί, καθώς επίσης όλες οι ειδοποιήσεις που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων των περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 1985 μέχρι 2002, θα θεωρούνται ως να εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου και θα εξακολουθήσουν να ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, μέχρι να ανακληθούν, ακυρωθούν ή αντικατασταθούν:
Νοείται περαιτέρω ότι, οι φορολογίες οι οποίες δεν έχουν γίνει και η έκτακτη εισφορά η οποία δεν έχει επιβληθεί ή εισπραχθεί αναφορικά με το φορολογικό έτος 2002 και όλα τα προηγούμενα φορολογικά έτη θα γίνονται, επιβάλλονται και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 1985 μέχρι 2002.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.223(Ι)/2002] αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2003.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.188(I)/2003] τίθεται σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2004.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.23(I)2009] λογίζεται ότι άρχισε από την 1η Ιανουαρίου 2009.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.44(I)/2009] λογίζεται ότι αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2008.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.75(I)/2009] λογίζεται ότι αρχίζει από την 1η Ιανουαρίου 2009.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.111(I)/2009] λογίζεται ότι τέθηκε σε ισχύ από το φορολογικό έτος 2009.
O παρών Nόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.40(I)/2010] τίθεται σε ισχύ από το φορολογικό έτος που αρχίζει την 1η Iανουαρίου, 2010.
(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.132(Ι)/2010] αρχίζει έξι μήνες μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(2) Οι διατάξεις του άρθρου 2 του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.132(I)/2010] θα ισχύουν αναφορικά με πράξεις διάθεσης που γίνονται από το φορολογικό έτος 2011 και για όλα τα φορολογικά έτη που ακολουθούν.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.114(Ι)/2011] αρχίζει από τη δημοσίευση του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και εφαρμόζεται αναφορικά με εισοδήματα που κτώνται ή προκύπτουν ή λογίζονται ότι κτώνται ή προκύπτουν από την ημερομηνία δημοσίευσης αυτού στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και μετά.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.190(I)/2011] αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2012 και σε ό,τι αφορά τις διατάξεις της παραγράφου (α) του άρθρου 2 εφαρμόζεται αναφορικά με εισοδήματα που κτώνται ή λογίζεται ότι κτώνται ή προκύπτουν από την 1η Ιανουαρίου 2012 και μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2013.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.72(I)/2012] τίθεται σε ισχύ από την Ιη Ιανουαρίου 2012.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.29(Ι)/2013] αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και εφαρμόζεται αναφορικά με τόκους που λαμβάνονται ή πιστώνονται ή λογίζονται ότι λαμβάνονται ή πιστώνονται από την ημερομηνία δημοσίευσης αυτού στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και μετά.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 119(Ι)/2015] αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 208(I)/2015] αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και λήγει δύο (2) έτη μετά την ημερομηνία αυτή.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 106(Ι)/2017] λογίζεται ότι άρχισε την 16η Ιουλίου 2015.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 131(Ι)/2017] αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2019.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 118(Ι)/2018] αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 155(Ι)/2019] αρχίζει από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και λήγει την 31η Δεκεμβρίου 2020.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 172(Ι)/2019] εφαρμόζεται αναφορικά με λογιστικά κέρδη που προκύπτουν στα έτη 2017, 2018, 2019 και 2020.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 6(Ι)/2021] λογίζεται ότι άρχισε την 31η Ιανουαρίου 2021.
Η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 32(Ι)/2021] λογίζεται ότι άρχισε την 1η Ιανουαρίου 2021.
3. Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 195(Ι)/2021] τίθεται σε ισχύ την 31η Δεκεμβρίου 2022.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 78(Ι)/2022] τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 157(Ι)/2023] τίθεται σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2024.