17.- (1) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου και του άρθρου 18:
(α) «θρησκευτικός γάμος» σημαίνει γάμο που τελέστηκε ή που τελείται σύμφωνα με τους κανόνες της Ελληνικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ή των δογμάτων των θρησκευτικών ομάδων που αναγνωρίζονται από το Σύνταγμα, και περιλαμβάνει θρησκευτικό γάμο που τελέστηκε από εγγεγραμμένο ιερέα πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, δυνάμει του δι’ αυτού καταργηθέντος περί Γάμου Νόμου, Κεφ. 279, ως και θρησκευτικό γάμο που τελείται από ιερέα που αναφέρεται στα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 40 του παρόντος Νόμου·
(β) «πολιτικός γάμος» περιλαμβάνει πολιτικό γάμο που τελέσθηκε πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, δυνάμει των δι’ αυτού καταργηθέντων περί Γάμου Νόμου, Κεφ. 279, και περί Πολιτικού Γάμου Νόμων του 1990 έως 1995.
(2) Γάμος είναι άκυρος, αν η τέλεση του γίνει:
(α) Προτού αμετάκλητα λυθεί ή ακυρωθεί τυχόν προϋπάρχων γάμος οποιουδήποτε των προσώπων, περιλαμβανομένου και του θρησκευτικού ή πολιτικού γάμου,
(β) μεταξύ συγγενών εξ αίματος σε ευθεία γραμμή ή σε πλάγια γραμμή μέχρι και του πέμπτου βαθμού,
(γ) μεταξύ συγγενών εξ αγχιστείας σε ευθεία γραμμή ή σε πλάγια γραμμή μέχρι και του τρίτου βαθμού,
(δ) μεταξύ υιοθετούντος και υιοθετουμένου ή των κατιόντων τους,
(ε) μεταξύ τέκνου γεννηθέντος εκτός γάμου και του πατέρα που το αναγνώρισε ή των εξ αίματος συγγενών του.