14Α.-(1) Εάν καταγγελθεί στο Συμβούλιο ότι ο εγγεγραμμένος κομμωτής ή κουρέας δυνατό να έχει διαπράξει πειθαρχικό αδίκημα, το Συμβούλιο μεριμνά αμέσως όπως διεξαχθεί έρευνα από μέλος του Συμβουλίου (στο εξής αναφερόμενο ως «ο ερευνών λειτουργός».).
(2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευνα το ταχύτερο κατά δε την υπ' αυτού διεξαγωγή της έρευνας κέκτηται εξουσία όπως ακούσει οποιουσδήποτε μάρτυρες ή λάβει έγγραφες καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο.
(3) Ο καταγγελθείς εγγεγραμμένος κομμωτής ή κουρέας δικαιούται να γνωρίζει την κατ' αυτού υπόθεση, παρέχεται δε σε αυτόν η ευκαιρία όπως εισακουσθεί.
(4) Μετά τη συμπλήρωση της έρευνας, ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει έκθεση στον Πρόεδρο του Συμβουλίου, ο οποίος τη διαβιβάζει στο νομικό σύμβουλο του Συμβουλίου για γνωμοδότηση.
(5) Ο νομικός σύμβουλος συμβουλεύει το Συμβούλιο κατά πόσο δύναται να διατυπωθεί πειθαρχική κατηγορία κατά του καταγγελθέντος, σε περίπτωση δε καταφατικής γνωμοδοτήσεως, προβαίνει στις διατυπώσεις της κατηγορίας.
(6) Μόλις ληφθεί η υπό του νομικού συμβούλου διατυπωθείσα πειθαρχική κατηγορία, το Συμβούλιο επιλαμβάνεται αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 14Β.