2. Στον παρόντα Νόμο-
«Βοηθός κομμωτής» [Διαγράφηκε]·
«βοηθός κουρέας» [Διαγράφηκε]·
«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία ·
«εγγεγραμμένος κομμωτής» σημαίνει τον κομμωτή που είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ·
«εγγεγραμμένος κουρέας» σημαίνει τον κουρέα που είναι εγγεγραμμένος στο Μητρώο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ·
«Επιθεωρητής» σημαίνει Επιθεωρητή που ορίζεται από το Συμβούλιο, δυνάμει του άρθρου 12Α·
«καθορισμένο» σημαίνει καθορισμένο σε κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου·
«κομμωτήριο» σημαίνει τον κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο όπου παρέχονται από κομμωτή οι υπηρεσίες που περιγράφονται στον ορισμό του όρου «κομμωτής» και πληροί όλες τις υγειονομικές συνθήκες που απαιτούνται από τις αρμόδιες Υγειονομικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας ή των Δήμων εντός των οποίων λειτουργούν·
«κομμωτής» σημαίνει το πρόσωπο που παρέχει το σύνολο των υπηρεσιών στη γυναικεία και /ή ανδρική κόμμωση, όπως κουρέματα και κτενίσματα (απλά, μόδας,καλλιτεχνικά) βαφές, αποχρωματισμούς, κατσαρώματα, ισιώματα, αποχρώσεις, ανταύγειες και συναφείς τεχνικές και καλλιτεχνικές εργασίες, που έχουν σχέση με την περιποίηση της κόμης, την τοποθέτηση και πλήρεις υπηρεσίες σε μικρές και κανονικές περούκες ·
«κουρέας» σημαίνει το πρόσωπο που ασχολείται με το κόψιμο, λούσιμο, κτένισμα της κόμης και ή το ξύρισμα ανδρών·
«κουρείο» σημαίνει τον κατάλληλα διαμορφωμένο χώρο όπου παρέχονται από κουρέα οι υπηρεσίες που περιγράφονται στον ορισμό του όρου «κουρέας» και πληροί όλες τις υγειονομικές συνθήκες που απαιτούνται από τις αρμόδιες Υγειονομικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας ή των Δήμων εντός των οποίων λειτουργούν·
«μαθητευόμενος κομμωτής» σημαίνει το πρόσωπο που εκτελεί βοηθητικές εργασίες σε κομμωτήριο υπό την εποπτεία και καθοδήγηση κομμωτή και/ή είναι μαθητής δευτεροβάθμιας επαγγελματικής σχολής του δημοσίου και/ή ιδιωτικής σχολής και εργάζεται παράλληλα με τις σπουδές του ·
«μαθητευόμενος κουρέας» σημαίνει το πρόσωπο που εκτελεί βοηθητικές εργασίες σε κουρείο υπό την εποπτεία και καθοδήγηση κουρέα και /ή είναι μαθητής δευτεροβάθμιας επαγγελματικής σχολής του δημοσίου και /ή ιδιωτικής σχολής και εργάζεται παράλληλα με τις σπουδές του ·
«Μητρώο» σημαίνει το Μητρώο κομμωτών και κουρέων που τηρείται με βάση το άρθρο 6 ·
«Ομοσπονδία» σημαίνει την Παγκύπρια Ομοσπονδία Κομμωτών και Κουρέων που ιδρύεται με βάση το άρθρο 17·
«Συμβούλιο» σημαίνει το Συμβούλιο Εγγραφής Κομμωτών και Κουρέων που ιδρύεται με βάση το άρθρο 3·
«Σύνδεσμος» [Διαγράφηκε]·
«Υγειονομικός Επιθεωρητής» σημαίνει Επιθεωρητή ή λειτουργό που ορίζεται από τις αρμόδιες υγειονομικές υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας ή των Δήμων εντός των οποίων λειτουργούν, δυνάμει του άρθρου 12Ε·
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού.
3.—(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου καθιδρύεται Συμβούλιο Εγγραφής Κομμωτών και Κουρέων, με έδρα και κεντρικά γραφεία στη Λευκωσία, το οποίο είναι αρμόδιο για την εγγραφή κομμωτών και κουρέων, καθώς και για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας κομμωτηρίων και κουρείων και ασκεί οποιεσδήποτε άλλες εξουσίες και αρμοδιότητες χορηγούνται σ΄αυτό δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων δυνάμει αυτού Κανονισμών:
(2) Το Συμβούλιο αποτελείται από τα εξής μέλη:
(α) Έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού ·
(β) έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Υγείας ·
(γ) Έναν εκπρόσωπο του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων·
(δ) έξι κομμωτές και/ή κουρείς, οι οποίοι ασκούν το επάγγελμά τους για δέκα (10) τουλάχιστον χρόνια και εκλέγονται από τη Γενική Συνέλευση της Παγκύπριας Ομοσπονδίας Κομμωτών και Κουρέων, νοουμένου ότι τα πιο πάνω πρόσωπα τηρούν τις προϋποθέσεις που θέτει το άρθρο 3Α των περί Ορισμένων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου (Διορισμός Διοικητικών Συμβουλίων) Νόμων του 1988 μέχρι 2002·
(3) Τα μέλη του Συμβουλίου διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο, για περίοδο τριών ετών.
(4) Μέσα σε δεκαπέντε μέρες από το διορισμό του Συμβουλίου από το Υπουργικό Συμβούλιο συγκαλείται συνεδρία του Συμβουλίου κατά την οποία τα μέλη του εκλέγουν ένα από τα έξι αιρετά μέλη ως πρόεδρο του Συμβουλίου.
(5)(α) Ο πρόεδρος συγκαλεί τις συνεδριάσεις του Συμβουλίου και μεριμνά για την τήρηση των πρακτικών.
(β) Ο πρόεδρος υποχρεούται να συγκαλεί συνεδρία του Συμβουλίου, μετά από αίτηση τριών μελών του:
(γ) Σε περίπτωση προσωρινής απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Προέδρου και για όσο χρόνο διαρκεί η απουσία ή το προσωρινό κώλυμα, τα μέλη του Συμβουλίου εκλέγουν ένα από τα αιρετά μέλη για να ενεργεί ως πρόεδρος κατά τη διάρκεια της απουσίας ή του προσωρινού κωλύματος.
(δ) Σε περίπτωση παραίτησης εκλελεγμένου μέλους ή κένωσης με άλλον τρόπο θέσεων εκλελεγμένων μελών στο Συμβούλιο, οι κενωθείσες θέσεις αναπληρούνται από τους επιλαχόντες και σε περίπτωση που δεν υπάρχουν ή δεν αποδέχονται οι επιλαχόντες, διεξάγονται πρόωρες εκλογές με σκοπό την πλήρωση των κενωθεισών θέσεων στο Συμβούλιο.
(6) Πέντε άτομα αποτελούν απαρτία. Απαραίτητη είναι η παρουσία ενός από τους εκπροσώπους των τριών Υπουργείων.
(7) Το Συμβούλιο αποφασίζει με πλειοψηφία των παρευρισκόμενων μελών και σε περίπτωση ισοψηφίας ο προεδρεύων της συνεδρίας έχει δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
(8) Το Συμβούλιο ρυθμίζει το ίδιο τα της εσωτερικής λειτουργίας του και τη διαδικασία η οποία ακολουθείται κατά τις συνεδριάσεις του σύμφωνα με τον Νόμο και τους Κανονισμούς.
(9) Η εγκυρότητα οποιασδήποτε πράξης ή εργασίας του Συμβουλίου δεν επηρεάζεται από τη χηρεία θέσης μέλους του, εφόσον ο αριθμός των μελών τα οποία έχουν εναπομείνει δεν είναι μικρότερος των πέντε.
(10) Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου λαμβάνουν από το Ταμείο του Συμβουλίου ως αντιμισθία ποσό για κάθε συνεδρία έκαστος, καθώς και ένα ποσό ανά χιλιόμετρο, για τη μετάβαση έκαστου μέλους από τον τόπο εξασκήσεως του επαγγέλματος του στον τόπο συνεδρίασης, ως έξοδα διακίνησης, τα οποία υπολογίζονται με βάση τις εκάστοτε σε ισχύ εγκυκλίους του Τμήματος Δημόσιας Διοίκησης και Προσωπικού, του Υπουργείου Οικονομικών.
(11) Το Συμβούλιο δύναται να εκπροσωπεί την Κύπρο αναφορικά με τις αρμοδιότητές του, τόσο σε τοπικό όσο και σε διεθνές επίπεδο.
3Α.-(1) Το Συμβούλιο αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου με συνεχή διαδοχή και κοινή σφραγίδα και με την εξουσία να αποκτά, να κατέχει και να διαθέτει περιουσία, να ενάγει και να ενάγεται με την επωνυμία του, να προβαίνει σε δανεισμό, να επιβαρύνει περιουσία που αποκτά και να πράττει ό,τιδήποτε αναγκαίο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.
(2) Το Συμβούλιο τηρεί δικό του Ταμείο με την επωνυμία «Ταμείο Συμβουλίου», στο οποίο κατατίθενται υποχρεωτικά –
(α) όλα τα τέλη εγγραφής επαγγελματικών αδειών και αδειών λειτουργίας·
(β) όλα τα δυνάμει του παρόντος Νόμου και/ή τα δυνάμει των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση το άρθρο 24 του Νόμου, πληρωτέα και εισπραττόμενα από το Συμβούλιο ποσά·
(γ) κάθε χορηγία ή δωρεά που παρέχεται στο Συμβούλιο και κάθε άλλο έσοδο που εισπράττεται δυνάμει του παρόντος Νόμου·
(δ) όλα τα έσοδα που προέρχονται από περιουσιακά στοιχεία του Συμβουλίου·
(ε) όλα τα ποσά που προκύπτουν από την επιβολή διοικητικού προστίμου·
(3) Το Ταμείο του Συμβουλίου είναι υπό την ευθύνη και τη γενική διαχείριση του Συμβουλίου.
(4) Από το Ταμείο του Συμβουλίου δύναται να πληρώνονται -
(α) τα έξοδα λειτουργίας του Συμβουλίου·
(β) επιχορηγήσεις προς την Ομοσπονδία·
(γ) οποιαδήποτε ποσά καθίστανται νομικά πληρωτέα συνέπεια της άσκησης οποιουδήποτε καθήκοντος ή αρμοδιότητας του Συμβουλίου.
4.—(1) Το Συμβούλιο συγκροτείται μέσα σε τρεις μήνες από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.
(2) Για την πρώτη συγκρότηση του Συμβουλίου, πρόσωπα, που διορίζονται με βάση την παράγραφο (γ) του εδαφίου (2) του άρθρου 3, επιλέγονται από τον Υπουργό, μετά από υπόδειξη της Ομοσπονδίας Γυναικείων και Ανδρικών Κομμώσεων Κύπρου, μεταξύ των προσώπων που ασκούν το επάγγελμα του κομμωτή ή του κουρέα για δέκα τουλάχιστο χρόνια, και κατά την κρίση του Υπουργού δικαιούνται να εγγραφούν στο Μητρώο:
5.—(1)(α) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η εργασία κομμωτή ή κουρέα πραγματοποιείται μέσα σε κομμωτήρια ή κουρεία που ιδρύονται και λειτουργούν με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(β) Σε ειδικές περιπτώσεις, η εργασία του κουρέα ή του κομμωτή μπορεί να πραγματοποιηθεί εκτός κουρείου ή κομμωτηρίου, όπως σε γαμήλιες ή άλλες παραδοσιακές τελετές:
(2) Κανένα κομμωτήριο ή κουρείο δεν μπορεί να λειτουργεί, εκτός αν έχει εξασφαλίσει άδεια που χορηγήθηκε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και μόνο σύμφωνα με τους όρους που διαλαμβάνονται σ' αυτή.
(3) Για τη χορήγηση άδειας λειτουργίας κομμωτηρίου και /ή κουρείου, το Συμβούλιο πρέπει να ικανοποιηθεί ότι-
(α) Το κομμωτήριο ή το κουρείο για το οποίο υποβάλλεται η αίτηση εγκαθίσταται και λειτουργεί σε δικό του ανεξάρτητο και αυτοτελή χώρο, ειδικά διαρρυθμισμένο γι' αυτό το σκοπό και έχει εξασφαλίσει πολεοδομική άδεια από την αρμόδια αρχή, η οποία να συνάδει με τη χρήση του υποστατικού ως κουρείου ή κομμωτηρίου:
(β) πληρούνται οι υπόλοιπες προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών που εκδίδονται με βάση αυτόν.
(4) Ο τύπος της άδειας λειτουργίας κομμωτηρίου ή κουρείου και της αίτησης που υποβάλλεται γι' αυτή καθορίζονται με κανονισμούς.
(5) Τα κομμωτήρια ή κουρεία διευθύνονται από εγγεγραμμένους κομμωτές ή κουρείς.
(6) Η άδεια λειτουργίας κομμωτηρίου ή κουρείου παρέχεται για συγκεκριμένο χώρο και αναρτάται σε εμφανές σημείο μέσα σ' αυτά.
(7) Σε κάθε κομμωτήριο ή κουρείο αναρτάται πινακίδα σε εμφανές σημείο, στην οποία αναγράφεται το ονοματεπώνυμο του κουρέα ή κομμωτή με την ένδειξη «εγγεγραμμένος κουρέας» ή «εγγεγραμμένος κομμωτής», ανάλογα με την περίπτωση.
(8) Εκτός από την περίπτωση αλλαγής τόπου λειτουργίας κομμωτηρίου ή κουρείου, η άδεια ίδρυσης και λειτουργίας κομμωτηρίου ή κουρείου ισχύει διά βίου του κατόχου της, υπό την προϋπόθεση ότι-
(i) κατά τη διάρκεια ειδικού ελέγχου από Επιθεωρητές που γίνεται κάθε πέντε (5) έτη, δε διαπιστώνονται ανεπανόρθωτες φθορές στο υποστατικό, εντός του οποίου λειτουργεί το κομμωτήριο ή κουρείο ή φθορές που ο ιδιοκτήτης αρνείται να επανορθώσει, και
(ii) κατά τη διενέργεια υγειονομικού ελέγχου από Υγειονομικό Επιθεωρητή που γίνεται κάθε δύο (2) έτη δε διαπιστώνεται καταστρατήγηση οποιωνδήποτε ουσιωδών υγειονομικών διατάξεων.
6.—(1) Το Συμβούλιο Εγγραφής τηρεί-
(α) Μητρώο εγγεγραμμένων κομμωτών και κουρέων στο οποίο καταχωρούνται τα ονόματα, οι διευθύνσεις και τα προσόντα των εγγεγραμμένων κομμωτών και κουρέων,
(β) Μητρώο κομμωτηρίων και κουρείων στο οποίο καταχωρούνται οι διευθύνσεις, η ονομασία των αδειούχων κομμωτηρίων και των κουρείων, ο αριθμός άδειας του κομμωτηρίου ή του κουρείου, τα ονόματα και οι διευθύνσεις των κομμωτών και κουρέων που εργάζονται σ' αυτά:
Νοείται ότι τα πιο πάνω αναφερόμενα Μητρώα πρέπει να καταρτισθούν το αργότερο μέσα σε ένα χρόνο από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου.
(2) Το Συμβούλιο Εγγραφής διενεργεί στα Μητρώα τις αναγκαίες μεταβολές.
7.—(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί στο Μητρώο με την καταβολή του καθορισμένου δικαιώματος, αν ικανοποιήσει το Συμβούλιο ότι-
(α) Είναι πολίτης της Δημοκρατίας ή κατά το χρόνο υποβολής της αίτησής του είναι σύζυγος ή τέκνο πολίτη της Δημοκρατίας και έχει τη συνήθη διαμονή του στην Κύπρο:
(β) κατέχει δίπλωμα ή πιστοποιητικό αναγνωρισμένης δευτεροβάθμιας επαγγελματικής σχολής, διετούς τουλάχιστον φοίτησης, στην ειδικότητα του κομμωτή και/ή κουρέα και έχει την ακόλουθη πείρα:
(i) κουρέας : ένα χρόνο άσκησης του επαγγέλματος,
(ii) κομμωτής : δύο χρόνια άσκησης του επαγγέλματος ·
(γ) ασκούσε το επάγγελμα του κομμωτή ή κουρέα τουλάχιστον ένα χρόνο πριν την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, αφού προσκομίσει τα απαραίτητα αποδεικτικά στοιχεία που καθορίζονται από το Συμβούλιο:
(2) Πρόσωπα τα οποία δεν κατέχουν τα απαιτούμενα προσόντα που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) δύναται να εγγραφούν στο Μητρώο αν, αποδεδειγμένα, έχουν την ακόλουθη πείρα:
(i) Κουρέας : τέσσερα χρόνια άσκησης του επαγγέλματος,
(ii) κομμωτής: πέντε χρόνια άσκησης του επαγγέλματος.
(3)(α) Το Συμβούλιο συστήνει Εξεταστική Eπιτροπή αποτελούμενη από προσοντούχα άτομα που ορίζονται από αυτό και, όπου κρίνει σκόπιμο, με απόφαση της πλειοψηφίας του, δύναται να διεξάγει θεωρητική και/ή γραπτή εξέταση των υποψηφίων προς εγγραφή για σκοπούς διακρίβωσης των προσόντων εγγραφής.
(β) Τα πρόσωπα που απαρτίζουν την Εξεταστική Επιτροπή δικαιούνται σε αμοιβή που καθορίζεται από τον Υπουργό, μετά από εισήγηση του Συμβουλίου, με γνωστοποίησή του, που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(γ)Τα πρόσωπα που απαρτίζουν την Εξεταστική Επιτροπή πρέπει να είναι αναγνωρισμένοι εξεταστές που να έχουν τύχει τέτοιας αναγνώρισης από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να διαθέτουν διετή τουλάχιστον εμπειρία ως εξεταστές.
7Α. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου, για σκοπούς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών στη Δημοκρατία, εφαρμόζονται οι πρόνοιες των άρθρων 9 μέχρι 11 του περί Αναγνώρισης των Επαγγελματικών Προσόντων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
8.—(1) Οποιοσδήποτε επιθυμεί να εγγραφεί στο Μητρώο υποβάλλει αίτηση προς το Συμβούλιο στον καθορισμένο τύπο.
(2)(α) Το Συμβούλιο εξετάζει και αποφασίζει για κάθε αίτηση χωρίς καθυστέρηση και, σε κάθε περίπτωση, εντός προθεσμίας τριών μηνών, η οποία αρχίζει από τη χρονική στιγμή της υποβολής όλων των απαιτούμενων εγγράφων:
(β) Για κάθε αίτηση χορήγησης άδειας αποστέλλεται το ταχύτερο προς βεβαίωση παραλαβής στην οποία καθορίζεται-
(i) η προβλεπόμενη στην παράγραφο (α) προθεσμία απάντησης,
(ii) τα μέσα έννομης προστασίας που διαθέτει ο αιτητής σε περίπτωση αρνητικής απάντησης της αρμόδιας αρχής,
(iii) ανάλογα με την περίπτωση και όπου αυτό εφαρμόζεται, δήλωση ότι, σε περίπτωση μη απάντησης εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας, η άδεια θεωρείται ότι έχει χορηγηθεί.
(γ) Εάν η αίτηση είναι ελλιπής, ο αιτητής ενημερώνεται χωρίς καθυστέρηση σχετικά με την ανάγκη υποβολής συμπληρωματικών εγγράφων και ο χρόνος που καθορίζεται στο εδάφιο (2), εντός του οποίου πρέπει να εξετασθεί η αίτηση αναστέλλεται μέχρι την προσκόμιση των απαιτούμενων εγγράφων.
(δ) Σε περίπτωση που η αίτηση απορριφθεί λόγω μη τήρησης των απαιτούμενων διαδικασιών ή διατυπώσεων, ο αιτητής ενημερώνεται το ταχύτερο για την απόρριψή της.
(3) Το Συμβούλιο αποφασίζει για οποιοδήποτε θέμα και εγγράφει στο οικείο Μητρώο κάθε αιτητή ο οποίος ικανοποιεί το Συμβούλιο ότι κατέχει τα προσόντα που καθορίζονται από το άρθρο 7 και με την καταβολή του καθορισμένου τέλους εγγραφής εκδίδει σ' αυτόν πιστοποιητικό εγγραφής, σύμφωνα με τον καθορισμένο τύπο:
9.—(1) Μετά την πάροδο δώδεκα μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, κανένα πρόσωπο δεν μπορεί-
(α) να ασκεί εργασία κομμωτή ή κουρέα, περιλαμβανομένης και της εργασίας κομμωτή ή κουρέα σε κέντρα εφαρμογής και/ή προσθήκης μαλλιών ή να προβάλλει τον εαυτό του ως κομμωτή ή κουρέα·
(β) να χρησιμοποιεί οποιοδήποτε όνομα, επωνυμία ή τίτλο, στον οποίο περιλαμβάνονται οι λέξεις «κουρέας», «κομμωτής» ή «κουρείο» ή «κομμωτήριο» και /ή παρόμοιες ή παρεμφερείς λέξεις ή να διατηρεί κομμωτήριο ή κουρείο ·
(γ) να εισπράττει ή να διεκδικεί οποιαδήποτε αμοιβή για υπηρεσίες που προσφέρθηκαν υπό την ιδιότητά του ως κομμωτή ή ως κουρέα ·
εκτός αν είναι εγγεγραμμένο ως κομμωτής και/ή κουρέας και δεν του επιβλήθηκε η ποινή της αναστολής της άδειας άσκησης του επαγγέλματος του κομμωτή ή κουρέα.
(2) Κάθε πρόσωπο που παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του εδαφίου (1) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες ή και στις δυο ποινές μαζί.
10.—(1) Κανένας εγγεγραμμένος κομμωτής ή κουρέας δεν μπορεί να ασκεί το επάγγελμα του κομμωτή ή κουρέα, αντίστοιχα, εκτός αν έχει εξασφαλίσει από το Συμβούλιο ετήσια άδεια ασκήσεως επαγγέλματος στον καθορισμένο τύπο και με την καταβολή του καθορισμένου τέλους.
(2) Κανένας κομμωτής ή κουρέας δεν μπορεί να αποκτήσει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, εκτός αν έχει εγγραφεί ως κομμωτής ή κουρέας και εκδοθεί σε σχέση προς αυτό η άδεια ασκήσεως επαγγέλματος.
(3) Κανένας κομμωτής ή κουρέας δεν μπορεί να αποκτήσει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος, εκτός αν είναι αποδεδειγμένα μόνιμος κάτοικος Κύπρου, εκτός αν τύχει εφαρμογής η επιφύλαξη της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 7.
(4) Η ετήσια άδεια ασκήσεως επαγγέλματος λήγει την 31η ημέρα του μηνός Δεκεμβρίου κάθε έτους.
(5) Κάθε εγγεγραμμένος, κομμωτής ή κουρέας που ασκεί το επάγγελμα του κομμωτή ή του κουρέα, αντίστοιχα, χωρίς να είναι κάτοχος ετήσιας άδειας ασκήσεως επαγγέλματος, που να ισχύει κατά το χρόνο της άσκησης του επαγγέλματος, είναι ένοχος αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.
11. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, το Συμβούλιο μπορεί να επιτρέψει την άσκηση του επαγγέλματος του κομμωτή και/ή του κουρέα σε πρόσωπο που επισκέπτεται τη Δημοκρατία για σκοπούς επίδειξης σε διοργανωμένους διαγωνισμούς κομμωτικής σεμινάρια ή σε οποιαδήποτε άλλη εκδήλωση.
12. Απαγορεύεται σε κομμωτή ή κουρέα-
(α) να παρέχει υπηρεσίες σε πελάτη/πελάτιδα το οποίο, εν γνώσει του ακολουθεί οποιαδήποτε ιατρική θεραπευτική αγωγή για πάθηση ή δερματική νόσο που έχει σχέση με το κεφάλι και τα μαλλιά και που μπορεί να επηρεάσει την πάθηση αυτή, χωρίς παραπεμπτικό με πλήρη ιατρική διάγνωση από επαγγελματία ιατρό,
(β) να ασκεί το επάγγελμα του κομμωτή/κουρέα κατ' οίκον, εκτός από τις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 5,
(γ) να πωλεί και/ή εκθέτει προς πώληση τρόφιμα ή ποτά για ευρύτερη κατανάλωση εντός του κομμωτηρίου ή κουρείου,
(δ) να πωλεί και/ή εκθέτει προς πώληση και/ή άλλως πως διαθέτει προϊόντα άλλα από προϊόντα κομμωτικής,
(ε) να επιτρέπει τη μόνιμη ή/και προσωρινή παρουσία κατοικίδιων ζώων εντός του κομμωτηρίου ή κουρείου, εκτός αν πρόκειται για σκύλο που είναι συνοδός τυφλού.
(2) Δεν επιτρέπεται η ίδρυση και λειτουργία κομμωτηρίων ή κουρείων-
(α) εντός πολυκαταστημάτων,
(β) εντός οποιασδήποτε δημόσιας ή ιδιωτικής υπηρεσίας ή ξενοδοχείου, γυμναστηρίου, ινστιτούτου αισθητικής ή οποιουδήποτε άλλου χώρου, εκτός εάν αυτά έχουν εφοδιασθεί με άδεια λειτουργίας και πληρούν τους όρους της άδειας καθώς και τις διατάξεις του Νόμου,
(γ) πέραν του πρώτου και δεύτερου ορόφου πολυκατοικίας,
εκτός εάν-
(i) ο χώρος εντός του οποίου πρόκειται να εγκατασταθούν έχει χαρακτηρισθεί από την αρμόδια πολεοδομική αρχή ως χώρος κύριας χρήσης για κομμωτήριο ή κουρείο· και
(ii) στην περίπτωση πολυκατοικίας, το κομμωτήριο ή κουρείο έχει δική του ανεξάρτητη είσοδο, εκτός της κοινής εισόδου της πολυκατοικίας, και δεν επικοινωνεί με υπνοδωμάτια ή άλλους χώρους και παρέχεται γραπτή βεβαίωση του διαχειριστή της πολυκατοικίας ότι επιτρέπεται η λειτουργία του κουρείου ή κομμωτηρίου εντός αυτής.
12Α.-(1) Το Συμβούλιο δύναται να αναθέτει σε λειτουργό ή λειτουργούς του (στο εξής αναφερόμενοι ως «Επιθεωρητές») το καθήκον του ελέγχου της συμμόρφωσης ή αποτελεσματικής εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.
(2) Τα καθήκοντα και οι ευθύνες του Επιθεωρητή περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
(α) Τη διερεύνηση, λήψη καταθέσεων και εξασφάλιση οποιασδήποτε άλλης μαρτυρίας αναγκαίας για τη στοιχειοθέτηση ποινικών ή πειθαρχικών παραβάσεων, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών·
(β) την υποχρέωση να εμφανίζονται ως μάρτυρες ενώπιον των δικαστηρίων ή του Συμβουλίου κατά την εκδίκαση ποινικών ή, ανάλογα με την περίπτωση, πειθαρχικών παραβάσεων δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών·
(γ) τη διενέργεια κάθε άλλης προπαρασκευαστικής πράξης, που κρίνεται αναγκαία για την προώθηση ή επίτευξη της λήψης νομικών μέτρων εναντίον οποιουδήποτε προσώπου το οποίο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.
12Β.-(1) Επιθεωρητής, κατά την εκπλήρωση των καθηκόντων και ευθυνών του δυνάμει του άρθρου 12Α, έχει εξουσία, σε οποιαδήποτε εύλογη ώρα και επιδεικνύοντας το έγγραφο της εξουσιοδότησής του, να εισέρχεται σε οποιοδήποτε υποστατικό εκτός εκείνου που χρησιμοποιείται ως κατοικία, το οποίο πιστεύει εύλογα ότι χρησιμοποιείται για σκοπούς άσκησης του επαγγέλματος του κομμωτή ή κουρέα και να απαιτεί από τον ιδιοκτήτη ή το πρόσωπο το οποίο φαίνεται να έχει την εποπτεία ή τον έλεγχο του υποστατικού την παρουσίαση οποιωνδήποτε εγγράφων, καθώς και την παροχή οποιωνδήποτε πληροφοριών που κρίνονται αναγκαίες για τον έλεγχο και τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.
(2) Όταν από επιθεώρηση δυνάμει του εδαφίου (1), ο Επιθεωρητής σχηματίσει εύλογη πεποίθηση ότι έχει διαπραχθεί οποιοδήποτε αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου, τότε αυτός μπορεί να κατάσχει οποιαδήποτε έγγραφα ή άλλη μαρτυρία ή να πάρει αντίγραφα αυτών αν πιστεύει ότι μπορούν να χρειαστούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε μελλοντική ποινική διαδικασία και γενικά έχει εξουσία να ενεργήσει στη συγκεκριμένη περίπτωση ως εάν να ήταν αστυνομικός ανακριτής κατά τη διερεύνηση ποινικού αδικήματος.
12Γ.-(1) Τηρουμένων κατά τα λοιπά των σχετικών με την έκδοση και εκτέλεση δικαστικών ενταλμάτων έρευνας διατάξεων της Ποινικής Δικονομίας, Επαρχιακός Δικαστής με βάση ένορκη καταγγελία-
(α) αφού ικανοποιηθεί ότι υπάρχει βάσιμος λόγος να πιστεύει-
(i) ότι οποιαδήποτε αντικείμενα, βιβλία ή έγγραφα, τα οποία Επιθεωρητής έχει εξουσία δυνάμει του άρθρου 12Β να επιθεωρεί, βρίσκονται σε οποιαδήποτε υποστατικά και ότι η επιθεώρησή τους είναι πιθανόν να αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία για τη διάπραξη αδικήματος δυνάμει του παρόντος Νόμου· ή
(ii) ότι έχει διαπραχθεί ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα δυνάμει του παρόντος Νόμου σε οποιαδήποτε υποστατικά· και
(β) αφού ικανοποιηθεί επίσης ότι η είσοδος στα υποστατικά έχει εμποδισθεί ή πιθανόν να εμποδισθεί,
δύναται να εκδώσει δικαστικό ένταλμα που να επιτρέπει στον Επιθεωρητή να εισέλθει στα υποστατικά.
(2) Επιθεωρητής που εισέρχεται σε υποστατικά δυνάμει του παρόντος άρθρου μπορεί να έχει μαζί του ή να συνοδεύεται από τέτοια άλλα πρόσωπα, περιλαμβανομένων αστυνομικών οργάνων ή τέτοιο εξοπλισμό που αυτός θέλει θεωρήσει απαραίτητο για τη συγκεκριμένη περίπτωση.
12Δ.-(1) Πρόσωπο το οποίο -
(α) παρακωλύει Επιθεωρητή από του να ενεργήσει σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ή
(β) παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απαίτηση που του απευθύνει δικαιωματικά ο Επιθεωρητής, δυνάμει του άρθρου 12Β, ή
(γ) χωρίς εύλογη αιτία παραλείπει να παράσχει στον Επιθεωρητή οποιαδήποτε άλλη βοήθεια ή πληροφορία την οποία εύλογα ήθελε ζητήσει αυτός κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12Β,
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα δύο χιλιάδες ευρώ (€2000,00) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Πρόσωπο το οποίο, κατά την παροχή οποιασδήποτε πληροφορίας που του ζητήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 12Β, προβαίνει εν γνώσει του σε ανακριβή δήλωση, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα (12) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα δύο χιλιάδες ευρώ (€2000,00) ή και στις δύο αυτές ποινές.
12Ε.-(1) Ο υγειονομικός έλεγχος στα κομμωτήρια, κουρεία ανατίθεται σε Υγειονομικούς Επιθεωρητές που ορίζονται από τις Υγειονομικές Υπηρεσίες του Υπουργείου Υγείας ή των Δήμων εντός των οποίων λειτουργούν για το σκοπό αυτό.
(2) Τα καθήκοντα, οι ευθύνες και οι αρμοδιότητες των Υγειονομικών Επιθεωρητών είναι ίδιες με αυτές που ισχύουν για τους Επιθεωρητές και αναφέρονται στα άρθρα 12Α(2), 12Β και 12Γ.
(3) Πρόσωπο το οποίο -
(α) παρακωλύει Υγειονομικό Επιθεωρητή από του να ενεργήσει σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ή
(β) παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε απαίτηση που του απευθύνει δικαιωματικά ο Υγειονομικός Επιθεωρητής δυνάμει του άρθρου 12Β, ή
(γ) χωρίς εύλογη αιτία παραλείπει να παράσχει στον Υγειονομικό Επιθεωρητή οποιαδήποτε άλλη βοήθεια ή πληροφορία την οποία εύλογα αυτός ήθελε ζητήσει κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του άρθρου 12Β,
είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ίδιες ποινές που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 12Δ.
(4) Πρόσωπο το οποίο, κατά την παροχή οποιασδήποτε πληροφορίας που του ζητήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 12Β, προβαίνει εν γνώσει του σε ανακριβή δήλωση, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ίδιες ποινές που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 12Δ.
13. Το Συμβούλιο ασκεί πειθαρχική εξουσία στους εγγεγραμμένους κουρείς και κομμωτές, καλούμενο σε τέτοια περίπτωση Πειθαρχικό Συμβούλιο.
14. Πειθαρχική δίωξη ασκείται εναντίον κουρέα ή κομμωτή στις ακόλουθες περιπτώσεις:
(α) Αν καταδικαστεί από αρμόδιο δικαστήριο για αδίκημα που περιλαμβάνει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα,
(β) αν κατά την κρίση του Συμβουλίου παρουσίασε, κατά την άσκηση του επαγγέλματος, διαγωγή επονείδιστη ή ασυμβίβαστη με το επάγγελμα του κουρέα ή του κομμωτή, ή
(γ) αν παραβεί τις επιβαλλόμενες υποχρεώσεις από τον παρόντα Νόμο ή τους Κανονισμούς που εκδίδονται με βάση αυτόν.
14Α.-(1) Εάν καταγγελθεί στο Συμβούλιο ότι ο εγγεγραμμένος κομμωτής ή κουρέας δυνατό να έχει διαπράξει πειθαρχικό αδίκημα, το Συμβούλιο μεριμνά αμέσως όπως διεξαχθεί έρευνα από μέλος του Συμβουλίου (στο εξής αναφερόμενο ως «ο ερευνών λειτουργός».).
(2) Ο ερευνών λειτουργός διεξάγει την έρευνα το ταχύτερο κατά δε την υπ' αυτού διεξαγωγή της έρευνας κέκτηται εξουσία όπως ακούσει οποιουσδήποτε μάρτυρες ή λάβει έγγραφες καταθέσεις από οποιοδήποτε πρόσωπο.
(3) Ο καταγγελθείς εγγεγραμμένος κομμωτής ή κουρέας δικαιούται να γνωρίζει την κατ' αυτού υπόθεση, παρέχεται δε σε αυτόν η ευκαιρία όπως εισακουσθεί.
(4) Μετά τη συμπλήρωση της έρευνας, ο ερευνών λειτουργός υποβάλλει έκθεση στον Πρόεδρο του Συμβουλίου, ο οποίος τη διαβιβάζει στο νομικό σύμβουλο του Συμβουλίου για γνωμοδότηση.
(5) Ο νομικός σύμβουλος συμβουλεύει το Συμβούλιο κατά πόσο δύναται να διατυπωθεί πειθαρχική κατηγορία κατά του καταγγελθέντος, σε περίπτωση δε καταφατικής γνωμοδοτήσεως, προβαίνει στις διατυπώσεις της κατηγορίας.
(6) Μόλις ληφθεί η υπό του νομικού συμβούλου διατυπωθείσα πειθαρχική κατηγορία, το Συμβούλιο επιλαμβάνεται αυτής, σύμφωνα με το άρθρο 14Β.
14Β.-(1) Μέσα σε δύο (2) εβδομάδες από την ημερομηνία λήψεως της πειθαρχικής κατηγορίας, το Συμβούλιο μεριμνά όπως εκδοθεί κλήση, κατά τον καθορισμένο τύπο και επιδοθεί προς τον καταγγελθέντα κατά τον καθορισμένο τρόπο.
(2) Η υπό του Συμβουλίου εκδίκαση της υπόθεσης διεξάγεται, τηρουμένων των αναλογιών, κατά τον ίδιο τρόπο όπως η ακρόαση ποινικής υποθέσεως που εκδικάζεται συνοπτικώς:
(3) Το Συμβούλιο δύναται να-
(α) καλεί μάρτυρες και απαιτεί την προσέλευσή τους, καθώς και την προσέλευση του καταγγελθέντος, όπως γίνεται σε συνοπτικά διεξαγόμενες δίκες·
(β) απαιτεί την προσαγωγή παντός εγγράφου που σχετίζεται με την κατηγορία.
(4) Κάθε απόφαση του Συμβουλίου πρέπει να είναι αιτιολογημένη και να υπογράφεται από τον Πρόεδρο.
15. Αν κομμωτής ή κουρέας-
(α) Καταδικαστεί για αδίκημα το οποίο ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα ·
(β) ευρεθεί, κατόπιν έρευνας του Συμβουλίου, ένοχος ανέντιμου ή επονειδίστου διαγωγής ή επέδειξε με την ιδιότητά του ως κομμωτής ή ως κουρέας διαγωγή που δε συνάδει με το επάγγελμά του · ή
(γ) αποδειχθεί ότι ενεγράφη ως κομμωτής ή κουρέας ή ότι του παρεσχέθη άδεια με ψευδείς ή δόλιες παραστάσεις, το Συμβούλιο μπορεί, ανάλογα με την περίπτωση, να διατάξει τη διαγραφή του ονόματος του από το Μητρώο ή την αναστολή της άδειας ασκήσεως επαγγέλματος του και κοινοποιεί αυτή την απόφασή του στον ενδιαφερόμενο με συστημένη επιστολή:
Νοείται ότι το Συμβούλιο μπορεί σε οποιοδήποτε χρόνο, είτε αυτεπάγγελτα είτε με αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου, να διατάξει την επανεγ - γραφή του ονόματος αυτού του προσώπου στο Μητρώο, ατελώς ή με την καταβολή τέλους που θα καθορίσει το Συμβούλιο.
16.—(1) Οποιοσδήποτε δεν ικανοποιείται από απόφαση του Συμβουλίου μπορεί μέσα σε τριάντα μέρες από την κοινοποίηση της απόφασης σ' αυτόν, με έγγραφη προσφυγή του στον Υπουργό, στην οποία εκτίθενται οι λόγοι προς υποστήριξη να προσβάλει αυτή την απόφαση.
(2) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή το ταχύτερο δυνατό, και αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στον προσφεύγοντα ή το δικαιούχο ή τον εκπρόσωπο του να υποστηρίξουν τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή, αποφασίζει επ' αυτής και κοινοποιεί αμέσως την απόφασή τον στον προσφεύγοντα:
Νοείται ότι ο Υπουργός μπορεί να αναθέσει σε λειτουργό ή επιτροπή λειτουργών του Υπουργείου του όπως εξετάσει ορισμένα θέματα που αναφύονται κατά την εξέταση της προσφυγής και υποβάλει σ' αυτόν το πόρισμα αυτής της εξέτασης πριν την έκδοση της απόφασης του Υπουργού επί της προσφυγής.
(3) Οποιοσδήποτε δεν ικανοποιηθεί από την απόφαση του Υπουργού μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο.
17.—(1) Ιδρύεται Παγκύπριος Σύνδεσμος Κομμωτών και Κουρέων που αποτελείται από όλους τους εγγεγραμμένους κομμωτές και κουρείς που ασκούν το επάγγελμα στη Δημοκρατία, ο οποίος από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του περί Εγγραφής Κομμωτών και Κουρέων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2011, μετονομάζεται σε «Ομοσπονδία».
(2) Η Ομοσπονδία μπορεί να ιδρύει Επαρχιακούς Συνδέσμους των οποίων οι αρμοδιότητες καθορίζονται από το Συμβούλιο.
18.—(1) Ο Γενικός Διευθυντής του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού εντός έξι μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, και ακολούθως ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας μέχρι την 31η Ιανουαρίου κάθε τρίτου έτους, συγκαλεί, σε τόπο και χρόνο που αποφασίζει ο ίδιος, τακτική γενική συνέλευση όλων των εγγεγραμμένων κομμωτών και κουρέων που ασκούν το επάγγελμα στη Δημοκρατία.
(2)(α) Για τη σύγκληση τακτικής γενικής συνέλευσης αποστέλλεται πρόσκληση σε όλα τα δικαιούμενα να παραστούν και να ψηφίσουν πρόσωπα.
(β) Η πρόσκληση, στην οποία αναφέρεται ο τόπος και ο χρόνος της συνέλευσης,αποστέλλεται τουλάχιστο δέκα μέρες πριν τη Γενική Συνέλευση:
(3)(α) Ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας ή σε περίπτωση απουσίας ή ανικανότητάς του, ένα μέλος που ορίζεται από τη Γενική Συνέλευση προεδρεύει της συνέλευσης.
(β) Εκατό παρόντα μέλη συνιστούν απαρτία:
(4) Οι αποφάσεις για όλα τα θέματα λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων και ψηφιζόντων κομμωτών και κουρέων και σε περίπτωση ισοψηφίας ο πρόεδρος της τακτικής γενικής συνέλευσης έχει δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
(5) Η τακτική γενική συνέλευση της Ομοσπονδίας προβαίνει μεταξύ άλλων στην εκλογή-
(α) Έξι εγγεγραμμένων κομμωτών ή και κουρέων για να εκπροσωπούν την Ομοσπονδία στο Συμβούλιο · και
(β) δεκαέξι εγγεγραμμένων κομμωτών ή και κουρέων που αποτελούν το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας και οι οποίοι εκλέγονται με βάση την αναλογία του αριθμού των εγγεγραμμένων κομμωτών και κουρέων που είναι εγγεγραμμένοι σε κάθε επαρχία, ως ήθελε καθοριστεί με κανονισμούς.
(6) Υποψήφιο αιρετό μέλος του Συμβουλίου πρέπει να μην έχει εμπλεκόμενα συμφέροντα είτε ο ίδιος είτε συγγενής του πρώτου ή δεύτερου βαθμού σε οποιαδήποτε εμπορική, επαγγελματική ή άλλη δραστηριότητα που έχει άμεση ή έμμεση σχέση με τις δραστηριότητες του Συμβουλίου, είτε προσωπικά είτε μέσω οποιουδήποτε νομικού προσώπου, το οποίο δυνατόν να μετέχει σε ποσοστό συμμετοχής είτε του ιδίου είτε συγγενή του πρώτου βαθμού ή δεύτερου βαθμού πέραν του 1%.
19.—(1) Η θητεία των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας διαρκεί μέχρι τη διενέργεια των επόμενων εκλογών.
(2) Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας εκλέγει από τα μέλη του τον πρόεδρο, τον αντιπρόεδρο, το γραμματέα και τον ταμία του.
(3) Πέντε μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας αποτελούν απαρτία.
(4) Οι αποφάσεις για όλα τα θέματα λαμβάνονται με απλή πλειοψηφία των παρόντων και ψηφιζόντων κομμωτών και κουρέων και σε περίπτωση ισοψηφίας ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας έχει δεύτερη ή νικώσα ψήφο.
(5)(α) Ο πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της Ομοσπονδίας συγκαλεί τις συνεδριάσεις και οφείλει να συγκαλεί συνεδρίαση κατόπιν γραπτού αιτήματος τριών τουλάχιστο μελών του στην οποία αναφέρονται οι λόγοι σύγκλησης της συνεδρίας και καταρτίζει την ημερήσια διάταξη.
(β) Σε περίπτωση απουσίας του προέδρου, ο αντιπρόεδρος προεδρεύει της συνεδρίας και σε περίπτωση απουσίας του αντιπροέδρου τα παρόντα μέλη εκλέγουν μεταξύ τους τον προεδρεύοντα της συνεδρίας.
(6) Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας ρυθμίζει όλες τις εργασίες του, τον τρόπο σύγκλησής του, τη διαδικασία των συνεδριάσεών του και τα θέματα εκλογών των μελών του, με εσωτερικούς κανονισμούς.
20.—(1) Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας συγκαλεί έκτακτη γενική συνέλευση, όποτε το κρίνει σκόπιμο ή όταν τούτο ζητηθεί με γραπτή αίτηση από το δέκα τοις εκατόν των μελών της Ομοσπονδίας.
(2) Η αίτηση για σύγκληση έκτακτης γενικής συνέλευσης περιγράφει το σκοπό της συνέλευσης και υπογράφεται από τους υποβάλλοντες την αίτηση.
21. Τα μέλη της Ομοσπονδίας καταβάλλουν συνδρομή το ύψος της οποίας καθορίζεται από τη γενική συνέλευση.
22. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Ομοσπονδίας εξετάζει όλα τα θέματα που άπτονται του επαγγέλματος των κομμωτών και κουρέων και προβαίνει σε ενέργειες σε σχέση με αυτά όπως το ίδιο θεωρεί σκόπιμο και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας της διάταξης αυτής έχει τις ακόλουθες εξουσίες:
(α) Προωθεί και προστατεύει το κύρος του επαγγέλματος ·
(β) καταρτίζει επιτροπές για την καλύτερη διεκπεραίωση των αρμοδιότη - τών του ·
(γ) επιλαμβάνεται οποιουδήποτε θέματος σχετικού με το επάγγελμα του κομμωτή και του κουρέα · και
(δ) επιλαμβάνεται θεμάτων δεοντολογίας και εξετάζει και υποβάλλει εισηγήσεις πάνω στην ισχύουσα νομοθεσία που αφορά το επάγγελμα των Κομμωτών και Κουρέων.
22Α. - (1) Η Ομοσπονδία έχει το δικό της Γραφείο, καθώς και επαρκές προσωπικό για την προώθηση και επίτευξη των σκοπών της.
(2) Οι υπάλληλοι του Γραφείου της Ομοσπονδίας διορίζονται από το Διοικητικό Συμβούλιο και υπόκεινται στο διοικητικό και πειθαρχικό έλεγχο του Διοικητικού Συμβουλίου.
(3) Η στελέχωση και διάρθρωση της υπηρεσίας και των θέσεων της Ομοσπονδίας, η λειτουργία και διοίκηση του Γραφείου της, οι όροι υπηρεσίας και τα ωφελήματα, ο πειθαρχικός κώδικας και η άσκηση πειθαρχικής εξουσίας καθορίζονται με Κανονισμούς.
22Β.-(1) Για κάθε οικονομικό έτος που αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου καταρτίζεται προϋπολογισμός από το Διοικητικό Συμβούλιο, ο οποίος υπόκειται στην έγκριση της Γενικής Συνέλευσης.
(2) Ο Ταμίας της Ομοσπονδίας τηρεί κατάλληλα βιβλία και λογαριασμούς και κατάσταση λογαριασμών της Ομοσπονδίας για την περίοδο η οποία αρχίζει την 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου και υποβοηθάται στα καθήκοντά του από ιδιώτη ελεγκτή, οι υπηρεσίες του οποίου εκμισθώνονται από την Ομοσπονδία.
22Γ.-(1) Η Ομοσπονδία έχει δικό της Ταμείο στο οποίο κατατίθενται:
(α) όλα τα ποσά των συνδρομών που εισπράττονται από το Συμβούλιο για λογαριασμό της Ομοσπονδίας, για σκοπούς διευκόλυνσης των κομμωτών και/ή κουρέων, οι οποίοι πληρώνουν μέσω τραπεζικών ιδρυμάτων·
(β) όλες οι συνεισφορές ή δωρεές προς την Ομοσπονδία για εξυπηρέτηση των σκοπών της·
(γ) όλες οι εισφορές των μελών της Ομοσπονδίας.
(2) Από το Ταμείο της Ομοσπονδίας καταβάλλονται –
(α) οι απολαβές του προσωπικού της Ομοσπονδίας·
(β) τα επιδόματα των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου·
(γ) το τοκοχρεωστικό οποιουδήποτε δανείου που συνάπτεται από την Ομοσπονδία·
(δ) όλα τα αναγκαία για τη λειτουργία της Ομοσπονδίας και την εκπλήρωση των σκοπών της έξοδα και γενικά οποιοδήποτε ποσό είναι νόμιμα οφειλόμενο·
(ε) τυχόν συνεισφορές προς Επαρχιακούς Συνδέσμους·
(στ) οποιαδήποτε έξοδα για την εξασφάλιση ιατρικής περίθαλψης των μελών του σύμφωνα με Σχέδιο Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης, όταν ήθελε αποφασίσει γι’ αυτό η Γενική Συνέλευση της Ομοσπονδίας.
22Δ. Σε οποιαδήποτε δικαστική ή άλλη διαδικασία η Ομοσπονδία εκπροσωπείται νόμιμα από τον Πρόεδρο της Ομοσπονδίας, στην απουσία ή/και κωλυομένου αυτού από τον Αντιπρόεδρο της, στην απουσία ή/και κωλυομένου και αυτού από οποιοδήποτε άλλο μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δεόντως εξουσιοδοτημένο από το Διοικητικό Συμβούλιο.
22.Ε-(1) Η Ομοσπονδία δύναται, με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει Κανονισμούς σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, που θα προβλέπουν τη δημιουργία Ταμείου, το οποίο καλείται «Ταμείο Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων», για τη χορήγηση συντάξεων και χορηγημάτων για μέλη της Ομοσπονδίας που αποσύρονται από το επάγγελμα του κομμωτή ή του κουρέα και που έχουν συνεισφορά στο Ταμείο (στον παρόντα Νόμο αναφερόμενων ως «οι εισφορείς») και στην περίπτωση θανάτου τους στις χήρες και στα ορφανά τους.
(2) Οι Κανονισμοί που εκδίδονται σύμφωνα με το παρόν Μέρος προβλέπουν -
(α) για την εγκαθίδρυση Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων και την έκδοση εσωτερικών κανονισμών που διέπουν τη διαδικασία που ακολουθείται στις συνεδριάσεις του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων·
(β) για τις εξουσίες και τα καθήκοντα του Διοικητικού Συμβουλίου του Ταμείου Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων·
(γ) για τις επενδύσεις των χρημάτων του Ταμείου Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων αναφορικά με τον εκάστοτε διενεργούμενο έλεγχο και εκτίμηση του Ταμείου Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων, ώστε αυτό να είναι επαρκές για την αντιμετώπιση των υποχρεώσεών του.
(δ) για το ποσό των εισφορών και την πληρωμή τους στο Ταμείο Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων από κομμωτές και κουρείς και για τον τρόπο της συλλογής των εισφορών αυτών, καθώς και για τις συνέπειες λόγω της μη πληρωμής των εισφορών αυτών·
(ε) για τους όρους χορήγησης συντάξεων και χορηγημάτων προς τους εισφορείς ή προς τις/τους χήρες/ους και τα ορφανά τους και για τον τρόπο υπολογισμού των συντάξεων και χορηγημάτων·
(στ) για τα στοιχεία τα οποία παρέχονται από τους εισφορείς και τις/τους χήρες/ους και τα ορφανά τους·
(ζ) για τις απαγορεύσεις της εκχώρησης, επιβάρυνσης ή κατάσχεσης οποιασδήποτε σύνταξης ή χορηγήματος·
(η) για τις συνθήκες με τις οποίες σύνταξη που χορηγήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις των εν λόγω Κανονισμών τερματίζεται ή διακόπτεται·
(θ) για την τήρηση των αναγκαίων λογαριασμών του Ταμείου Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων και για τον τρόπο ελέγχου του·
(ι) για τις συνθήκες με τις οποίες διαλύεται το Ταμείο Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων και της, σε τέτοια περίπτωση, πορείας που θα ακολουθηθεί ως και για τον τρόπο διάθεσης του Ταμείου Συντάξεων·
(ια) για αναφυόμενα και συμπληρωματικά θέματα των οποίων η ρύθμιση κρίνεται αναγκαία ή σκόπιμη για τους σκοπούς του Ταμείου Συντάξεων Κομμωτών και Κουρέων.
23.—(1) Πρόσωπο που παραβαίνει οποιαδήποτε από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών είναι ένοχο αδικήματος και, αν δεν προβλέπεται ειδικά άλλη ποινή, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000,00) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Όποιος-
(α) Με ψευδείς ή δόλιες παραστάσεις προκαλεί ή προσπαθεί να προκαλέσει την εγγραφή του ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου στο Μητρώο ·
(β) με ψευδείς παραστάσεις παρουσιάζει τον εαυτό του ως εγγεγραμμένο κουρέα ή κομμωτή ή λαμβάνει ή χρησιμοποιεί οποιοδήποτε τίτλο, όνομα, χαρακτηριστικό ή προσθήκη με την οποία συνάγεται αυτό ·
(γ) ασκεί το επάγγελμα του κουρέα ή του κομμωτή κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου ·
(δ) ενώ είναι εγγεγραμμένος κουρέας ή κομμωτής και απαγορεύτηκε σε αυτόν η άσκηση του επαγγέλματος κατά τη διάρκεια της απαγορεύσεως ασκεί το επάγγελμα,
είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τον ένα μήνα ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει χίλια ευρώ (€1.000,00) ή και στις δύο ποινές μαζί.
23Α.-(1) Το δικαστήριο, ενώπιον του οπίου εκδικάζεται ποινικό αδίκημα δυνάμει των άρθρων 9 και 23, δύναται, κατόπιν μονομερούς (ex parte) αίτησης, να διατάξει-
(α) τη διενέργεια ή την αποφυγή διενέργειας οποιασδήποτε πράξης σχετικής με το εκδικαζόμενο αδίκημα, ή
(β) το κλείσιμο ή την αναστολή της λειτουργίας οποιουδήποτε κομμωτηρίου ή κουρείου συνδεόμενου με το εκδικαζόμενο αδίκημα, αμέσως ή εντός τέτοιας προθεσμίας και κάτω από τέτοιους όρους, όπως το δικαστήριο ήθελε κρίνει σκόπιμο να καθορίσει, μέχρι την τελική εκδίκαση της υπόθεσης αναφορικά με την οποία έχει ασκηθεί η ποινική δίωξη.
(2) Επιπρόσθετα από την επιβολή της ποινής που προβλέπεται στο άρθρο 9, το δικαστήριο ενώπιον του οποίου καταδικάζεται πρόσωπο για αδίκημα που αναφέρεται στο ίδιο άρθρο, δύναται να διατάξει το καταδικαζόμενο πρόσωπο -
(α) να διακόψει ή να αναστείλει οποιεσδήποτε ενέργειες ή πρακτικές που σχετίζονται με το ποινικό αδίκημα για το οποίο έχει καταδικαστεί,
(β) να κλείσει και διατηρήσει κλειστό οποιοδήποτε κομμωτήριο ή κουρείο σε σχέση με το οποίο έχει διαπραχθεί το ποινικό αδίκημα για το οποίο έχει καταδικασθεί αμέσως ή εντός τέτοιας προθεσμίας και κάτω από τέτοιους όρους, όπως το δικαστήριο ήθελε κρίνει σκόπιμο ή αναγκαίο να καθορίσει στο διάταγμα, με σκοπό την αποτελεσματική εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.
24.—(1) Το Συμβούλιο, ύστερα από απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, εκδίδει κανονισμούς που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας για τη ρύθμιση κάθε θέματος το οποίο με βάση τον παρόντα Νόμο χρειάζεται ή επιδέχεται καθορισμού και για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), κανονισμοί που εκδίδονται με βάση το παρόν άρθρο:
(α) Ρυθμίζουν τη δεοντολογία των επαγγελμάτων του κομμωτή και του κουρέα,
(β) καθορίζουν τους τύπους και τα τέλη που προνοούνται από τον παρόντα Νόμο,
(γ) προνοούν για τη διατήρηση και βελτίωση του επιπέδου των επαγγελμάτων του κομμωτή και του κουρέα στη Δημοκρατία, και
(δ) καθορίζουν-
(i) τους απαραίτητους όρους και τις προϋποθέσεις για χορήγηση άδειας λειτουργίας των κομμωτηρίων και κουρείων,
(ii) οποιοδήποτε ζήτημα το οποίο με βάση τον παρόντα Νόμο επιδέχεται καθορισμού.
24Α. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, για οποιοδήποτε θέμα που αφορά στην παροχή υπηρεσιών κομμωτικής στη Δημοκρατία και δε ρυθμίζεται από τις πρόνοιες του παρόντος Νόμου, εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών, οι πρόνοιες του περί της Ελευθερίας Εγκατάστασης Παρόχων Υπηρεσιών και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Υπηρεσιών Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.