118. (1) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος, επί τη βάσει του υπολογισμού του καθαρού κόστους που αναφέρεται στο Άρθρο 117 του παρόντος Νόμου, συμπεραίνει ότι το καθαρό κόστος της συμμόρφωσης με υποχρεώσεις δυνάμει των άρθρων 110-115 του παρόντος Νόμου, συνιστά αθέμιτη επιβάρυνση για τα πρόσωπα, κατόπιν αιτήματος από τα καθορισμένα σύμφωνα με το Άρθρο 109 του παρόντος Νόμου πρόσωπα, θα
(α) εισάγει μηχανισμό αποζημίωσης του εν λόγω προσώπου για το καθορισμένο καθαρό κόστος υπό διαφανείς συνθήκες από δημόσια κονδύλια, ή/και
(β) επιμερίσει το καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας μεταξύ των παροχέων δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
(2) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος αποφασίσει να επιμερίσει το καθαρό κόστος σύμφωνα με το εδάφιο 1(β) του παρόντος Άρθρου, θα θεσπίσει με Διάταγμα μηχανισμό επιμερισμού, τον οποίο θα διαχειρίζεται ο ίδιος, ή φορέας υπό την επιτήρησή του ο οποίος είναι ανεξάρτητος από τις καθορισμένες σύμφωνα με τους όρους του Άρθρου 109 του παρόντος Νόμου πρόσωπα. Μόνο το καθαρό κόστος, όπως υπολογίζεται σύμφωνα με το άρθρο 117 του παρόντος Νόμου, των υποχρεώσεων που θεσπίζονται με τα άρθρα 110-115 μπορεί να χρηματοδοτείται.
(3) Ο μηχανισμός επιμερισμού που θεσπίζεται βάσει του εδαφίου (2) πρέπει να τηρεί τις αρχές της διαφάνειας, της μη διακριτικής μεταχείρισης και της αναλογικότητας, και θα πρέπει να είναι σχεδιασμένος έτσι ώστε να επιφέρει την ελάχιστη δυνατή στρέβλωση στην αγορά και στις συνήθειες ζήτησης των καταναλωτών. Ο μηχανισμός επιμερισμού θα βασίζεται σε διάφανο και ουδέτερο τρόπο συλλογής των συνεισφορών προκειμένου να αποφεύγεται ο κίνδυνος επιβολής διπλών εισφορών που εμπίπτουν τόσο στα έξοδα όσο και στα έσοδα του προσώπου. Ο Επίτροπος δύναται να μην απαιτεί συνεισφορές από πρόσωπα των οποίων ο ελεγμένος εθνικός τζίρος είναι κατώτερος ενός προσδιορισμένου ποσού το οποίο καθορίζεται από καιρό σε καιρό από τον Επίτροπο. Το επίπεδο του εθνικού τζίρου που δικαιολογεί εξαίρεση από τις απαιτήσεις του παρόντος Άρθρου θα δημοσιεύεται από τον Επίτροπο.
(4) Κάθε επιβάρυνση που σχετίζεται με τον επιμερισμό του κόστους Καθολικής Υπηρεσίας σύμφωνα με το εδάφιο (1) του παρόντος Άρθρου, διαχωρίζεται και προσδιορίζεται χωριστά για κάθε πρόσωπο.
(5) Ο Επίτροπος δεν επιβάλλει χρεώσεις σύμφωνα με το παρόν μέρος, σε πρόσωπα που δεν παρέχουν υπηρεσίες εντός της γεωγραφικής περιοχής της Κυπριακής Δημοκρατίας.
(6) O Επίτροπος θα ενημερώνει γραπτώς κάθε πρόσωπο που οφείλει να επιμερίζεται το κόστος Καθολικής Υπηρεσίας, για την υποχρέωσή του να συνεισφέρει σε αυτό το κόστος, καθώς και για το ποσό, τρόπο, και χρόνο των οφειλόμενων πληρωμών.
(7) Πρόσωπο που έχει ενημερωθεί σχετικά με την υποχρέωσή του να συνεισφέρει ένα ποσό που καθορίζεται από τον Επίτροπο θα καταβάλει το ανωτέρω ποσό κατά το χρόνο και τρόπο που καθορίζονται από τον Επίτροπο.
(8) Ο Επίτροπος θα δημοσιεύει και δημοσιοποιεί όλες τις πληροφορίες αναφορικά με τις αρχές που διέπουν τον επιμερισμό του κόστους και τις λεπτομέρειες του χρησιμοποιούμενου μηχανισμού. Ο Επίτροπος θα διατηρεί και αποδέχεται ως εμπιστευτικές όλες τις πληροφορίες που κατηγοριοποιούνται ως εμπιστευτικές ή ως εμπεριέχουσες εμπορικό απόρρητο από τα πρόσωπα που παρέχουν δίκτυα ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, εκτός από τις περιπτώσεις εκείνες που βάσιμα θεωρεί ότι σχετικά αιτήματα δεν είναι θεμελιωμένα.
(9) Ο Επίτροπος, με την επιφύλαξη της εξαίρεσης πληροφοριών που κρίνονται εμπιστευτικές ή του επιχειρηματικού απορρήτου, θα δημοσιεύει ετήσια έκθεση στην οποία θα παρατίθεται το υπολογιζόμενο καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας. Η ανωτέρω ετήσια έκθεση θα προσδιορίζει τις συνεισφορές όλων των ενδιαφερομένων προσώπων, και το τυχόν αγοραίο όφελος που αποκομίζουν οι καθορισμένα πρόσωπα.