Για σκοπούς εναρμόνισης με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τίτλο:
(α) [Διαγράφηκε],
(β) [Διαγράφηκε],
(γ) [Διαγράφηκε],
(δ) [Διαγράφηκε],
(ε) [Διαγράφηκε],
(στ) [Διαγράφηκε],
(ζ) [Διαγράφηκε],
(η) «Οδηγία 2002/58/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 12ης Ιουλίου 2002, σχετικά με την επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την προστασία της ιδιωτικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών (οδηγία για την προστασία ιδιωτικής ζωής στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες)» (ΕΕ L 201 , 31/07/2002 σελ.37)(θ) Οδηγία 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 2002, σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 249 , 17/09/2002 σελ.21 - 26)
(θ) Οδηγία 2002/77/ΕΚ της Επιτροπής, της 16ης Σεπτεμβρίου 2002, σχετικά με τον ανταγωνισμό στις αγορές δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών (ΕΕ L 249 , 17/09/2002 σελ.21 - 26)(ι) «Οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης ∆εκεμβρίου 1997 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών» (EE L 015 της 21.01.1998, σ. 14)
(ι) «Οδηγία 97/67/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης ∆εκεμβρίου 1997 σχετικά με τους κοινούς κανόνες για την ανάπτυξη της εσωτερικής αγοράς κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας των παρεχομένων υπηρεσιών» (EE L 015 της 21.01.1998, σ. 14)
(ια) «Οδηγία 2002/39/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 10ης Ιουνίου 2002, για την τροποποίηση της οδηγίας 97/67/ΕΚ όσον αφορά το περαιτέρω άνοιγμα των κοινοτικών ταχυδρομικών υπηρεσιών στον ανταγωνισμό» (ΕΕ L 176 , 05/07/2002 σελ.21).
(ιβ) Οδηγία (ΕΕ) 2018/1972 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018 για τη θέσπιση του Ευρωπαϊκού Κώδικα Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών.
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμος του 2004.
2. (1) Ο παρών Νόμος θεσπίζει το νομικό πλαίσιο αναφορικά με-
(α) δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών καθώς και τις συναφείς υπηρεσίες και διευκολύνσεις ώστε να διασφαλιστεί η εφαρμογή ενός εναρμονισμένου πλαισίου ρύθμισης εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με στόχο να συνδράμει στη σύγκλιση στους κλάδους των τηλεπικοινωνιών, της τεχνολογίας της πληροφορία και των ηλεκτρονικών μέσων,
(β) τις ταχυδρομικές υπηρεσίες, ώστε να διασφαλιστεί η εφαρμογή ενός εναρμονισμένου πλαισίου ρύθμισης εντός της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
(2) Χωρίς να επηρεάζεται η γενικότητα της ανωτέρω παραγράφου, ο παρών Νόμος, μεταξύ άλλων:
(α) δημιουργεί ένα διαφανές Ρυθμιστικό και διαδικαστικό πλαίσιο το οποίο ενθαρρύνει τις καινοτόμες τεχνολογίες και διευκολύνει τη μετάβαση της αγοράς στον πλήρη ανταγωνισμό,
(β) [Διαγράφηκε],
(γ) προωθεί τον αποτελεσματικό ανταγωνισμό και διασφαλίζει τη μη κατάχρηση θέσεως σημαντικής ισχύος στην αγορά,
(δ) περιγράφει τη διάρθρωση, το ρόλο και τις διαδικασίες του Γραφείου του Επιτρόπου Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων,
(ε) [Διαγράφηκε],
(στ) ενσωματώνει συγκεκριμένους κανόνες προστασίας δεδομένων, προστασίας του καταναλωτή και δικαιωμάτων των χρηστών,
(ζ) [Διαγράφηκε],
(η) [Διαγράφηκε],
(θ) εισάγει ένα θεσμικό πλαίσιο που συνάδει με τις υποχρεώσεις βάσει του Κοινοτικού Δικαίου,
(ι) προστατεύει τα συμφέροντα του κράτους στον τομέα της δημόσιας ασφάλειας,
(ια) διασφαλίζει και προωθεί την ανάπτυξη ταχυδρομικών υπηρεσιών και τη βελτίωση της ποιότητας προσφοράς τους,
(ιβ) θεσπίζει τους όρους που διέπουν την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(ιγ) ρυθμίζει την παροχή καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας εντός της Δημοκρατίας,
(ιδ) ρυθμίζει τη χρηματοδότηση της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας υπό προϋποθέσεις που εγγυώνται τη μόνιμη προσφορά της υπηρεσίας αυτής,
(ιε) θεσπίζει τους κανόνες που αφορούν τις αρχές τιμολόγησης και τη διαφάνεια των λογαριασμών για την παροχή της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας,
(ιστ) καθορίζει τις προδιαγραφές ποιότητας για την παροχή της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας και την εγκαθίδρυση συστήματος που διασφαλίζει την τήρησή τους,
(ιζ) εναρμονίζει τις τεχνικές προδιαγραφές,
(κ) [Διαγράφηκε],
(λ) [Διαγράφηκε],
(μ) [Διαγράφηκε].
3. (1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου συνιστούν το πλαίσιο για τη ρύθμιση των δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των ταχυδρομικών υπηρεσιών που παρέχονται από πρόσωπα στην επικράτεια της Κυπριακής Δημοκρατίας.
(2) Η παροχή δικτύων και υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών γίνεται χωρίς περιορισμούς και θα πρέπει να ασκείται βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου. Οποιοιδήποτε περιορισμοί στην παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών επιβάλλονται μόνο για λόγους διαφύλαξης της δημόσιας τάξης, της δημόσιας ασφάλειας και της δημόσιας υγείας.
(3) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου εφαρμόζονται με την επιφύλαξη της ισχύουσας νομοθεσίας αναφορικά με τη ρύθμιση του περιεχομένου στον οπτικοακουστικό τομέα.
(4) Οι γενικές αρχές που διέπουν τις ταχυδρομικές υπηρεσίες είναι οι εξής:
(α) Η ελεύθερη άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητας στον τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, η οποία τελεί υπό την εποπτεία του κράτους και ασκείται υπό τους όρους του παρόντος Νόμου και εφόσον έχει χορηγηθεί γενική ή ειδική άδεια, σύμφωνα με τα οριζόμενα στα άρθρα 127 και 128 του παρόντος Νόμου. Η ανάπτυξη δραστηριότητας στην Κύπρο στον τομέα των ταχυδρομικών υπηρεσιών από επιχειρήσεις εγκατεστημένες σε κράτη που δεν ανήκουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση ασκείται σύμφωνα με τις διεθνείς δεσμεύσεις της Κύπρου και υπό τον όρο της αμοιβαιότητας.
(β) Η ελευθερία στην πρόσβαση και τη χρήση των ταχυδρομικών υπηρεσιών, εφόσον τα ταχυδρομικά αντικείμενα πληρούν τις προδιαγραφές που απαιτούνται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου. Περιορισμοί στην πρόσβαση και τη χρήση των ταχυδρομικών υπηρεσιών επιτρέπονται μόνο για τους ακόλουθους λόγους:
(i) ασφάλεια της λειτουργίας του ταχυδρομικού δικτύου, των απασχολούμενων στις ταχυδρομικές υπηρεσίες προσώπων και των χρηστών, και
(ii) προστασία του απορρήτου της ταχυδρομικής επικοινωνίας.
(γ) Η τήρηση των αρχών της ίσης μεταχείρισης και της μη διάκρισης των χρηστών, της πρόσβασης στο ταχυδρομικό δίκτυο υπό συνθήκες διαφάνειας, αναλογικότητας και αποφυγής διακρίσεων, καθώς, επίσης, και της προστασίας του υγιούς ανταγωνισμού.
(δ) Η διασφάλιση των αρχών της εμπιστευτικότητας της αλληλογραφίας, του απορρήτου της ταχυδρομικής επικοινωνίας, της προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, του σεβασμού της ιδιωτικής ζωής και της διαφύλαξης των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Στις υποχρεώσεις του εδαφίου αυτού υπόκειται και το προσωπικό των φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών.
(ε) Η προστασία του περιβάλλοντος και του περιφερειακού σχεδιασμού.
(στ) Η τήρηση των όρων και προϋποθέσεων των καθεστώτων απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλισης, όπως ορίζονται από το Νόμο και/ή από συλλογικές συμβάσεις που έχουν τύχει διαπραγμάτευσης από τους κοινωνικούς εταίρους, σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Νόμο.
(ζ) Η προαγωγή των συμφερόντων των χρηστών, η οποία εξασφαλίζεται ιδίως-
(i) με την ανάπτυξη δραστηριότητας στον τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών εξασφαλίζοντας στους χρήστες το δικαίωμα της καθολικής υπηρεσίας, όπως η υπηρεσία αυτή προσδιορίζεται στον παρόντα Νόμο·
(ii) με την υψηλού επιπέδου προστασία για τους καταναλωτές ιδίως μέσω της πρόβλεψης απλών και μη δαπανηρών διαδικασιών επίλυσης των διαφορών του με τους φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών·
(iii) με την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής· και
(iv) με την κάλυψη των αναγκών συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, ιδίως μειονεκτούντων χρηστών.
(5) Σε περίπτωση πολέμου ή επιστράτευσης ή για τη θεραπεία άμεσης κοινωνικής ανάγκης που μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη ή υγεία, με απόφαση του Υπουργού, επιτρέπεται η επίταξη φορέων παροχής ταχυδρομικής υπηρεσίας. Με την απόφαση αυτή ρυθμίζεται και ο χρόνος διάρκειας αυτής.
4. (1) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:-
«αγορά λιανικής» σημαίνει την αγορά για υπηρεσίες ή προϊόντα που παρέχονται σε τελικούς χρήστες,
«άδεια» σημαίνει
(i) εξουσιοδότηση, υπό μορφή γενικής εξουσιοδότησης ή ατομικό δικαίωμα χρήσης αριθμών που καθορίζει δικαιώματα και υποχρεώσεις σε πρόσωπα, αναφορικά με την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και τη δημιουργία ή εκμετάλλευση δικτύων για την παροχή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών,
(ii) εξουσιοδότηση, υπό μορφή γενικής εξουσιοδότησης ή ειδικής άδειας, που καθορίζει δικαιώματα και υποχρεώσεις των προσώπων, που επιτρέπει την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών ή/και τη δημιουργία ή/και την ίδρυση ταχυδρομικών δικτύων, και κατά περίπτωση, την εγκατάσταση ή/και εκμετάλλευση των δικτύων τους για την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών.
«αναγνώριση καλούσας γραμμής» σημαίνει οποιαδήποτε τεχνικά μέσα, μέσω των οποίων η ταυτότητα του σημείου απόληξης του καλούντος δικτύου μπορεί να παρουσιαστεί,
«ανταλλαγή εγγράφων» [Διαγράφηκε],
«αντικείμενο αλληλογραφίας» σημαίνει επικοινωνία σε γραπτή μορφή πάνω σε οποιοδήποτε φυσικό μέσο που διαβιβάζεται και παραδίδεται στη διεύθυνση που υποδεικνύεται από τον αποστολέα πάνω στο ίδιο το αντικείμενο ή στο περιτύλιγμα του. Βιβλία, κατάλογοι, εφημερίδες και περιοδικά δεν θεωρούνται ως αντικείμενα αλληλογραφίας,
«αποστολέας» σημαίνει το φυσικό ή νομικό πρόσωπο από το οποίο προέρχονται ταχυδρομικά αντικείμενα,
«Απόφαση» σημαίνει την απόφαση που εκδίδεται από τον Επίτροπο δυνάμει του παρόντος Νόμου,
«ασφαλισμένο αντικείμενο» σημαίνει υπηρεσία που ασφαλίζει ταχυδρομικά αντικείμενα μέχρι της αξίας που δηλώνεται από τον αποστολέα, σε περίπτωση απώλειας, κλοπής ή ζημιάς,
«βασικές απαιτήσεις» σημαίνει γενικούς λόγους μη οικονομικής φύσης, που πρέπει να πληρούν οι παροχείς ταχυδρομικών υπηρεσιών. Οι λόγοι αυτοί είναι η εμπιστευτικότητα της αλληλογραφίας, η ασφάλεια του δικτύου σε ό,τι αφορά τη μεταφορά επικίνδυνων αγαθών, η τήρηση των όρων και προϋποθέσεων των καθεστώτων απασχόλησης και κοινωνικής ασφάλισης, όπως ορίζονται από το Νόμο ή/και από συλλογικές συμβάσεις που έχουν τύχει διαπραγμάτευσης από τους κοινωνικούς εταίρους, σύμφωνα με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Νόμο, και, σε αιτιολογημένες περιπτώσεις, η προστασία των δεδομένων, η προστασία του περιβάλλοντος και η χωροταξία. Η προστασία των δεδομένων, μπορεί να περιλαμβάνει την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, την εμπιστευτικότητα των διαβιβαζόμενων ή αποθηκευμένων πληροφοριών και την προστασία της ιδιωτικής ζωής,
«BEREC» σημαίνει το Σώμα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών που ιδρύθηκε με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2018/1971 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 11ης Δεκεμβρίου 2018 για την ίδρυση του Φορέα Ευρωπαϊκών Ρυθμιστικών Αρχών για της Ηλεκτρονικές Επικοινωνίες (BEREC) και του Οργανισμού για την υποστήριξη του BEREC (Υπηρεσία του BEREC), την τροποποίηση του κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120 και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1211/2009’’·
«Βοηθός Επίτροπος» σημαίνει τον Βοηθό Επίτροπο Επικοινωνιών∙
«γενική εξουσιοδότηση» σημαίνει
(i) το νομικό πλαίσιο που επιτρέπει σε πρόσωπο να παρέχει υπηρεσίες ή/και δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών συμπεριλαμβανομένων και ατομικών δικαιωμάτων χρήσης αριθμών ή/και ραδιοσυχνοτήτων, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, υπό τον όρο της συμμόρφωσης με τους όρους και τις προϋποθέσεις αυτής και με την επιφύλαξη ειδικών υποχρεώσεων ανά τομέα, υπηρεσία ή τύπο πρόσβασης που είναι δυνατόν να εφαρμόζονται σε όλους ή συγκεκριμένους τύπους υπηρεσιών ή/και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών,
(ii) εξουσιοδότηση υποκείμενη σε εγγραφή, που παρέχεται, είτε δυνάμει Νόμου από τον Επίτροπο είτε δια Νόμου, και αφορά πρόσωπα, τα οποία δύνανται να ασκούν τα δικαιώματα που εκπηγάζουν από αυτή, άνευ εξασφάλισης συγκεκριμένης προς τούτο απόφασης του Επιτρόπου για την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών ή / και ίδρυση και λειτουργία ταχυδρομικού δικτύου,
«Γραφείο» σημαίνει το Γραφείο Επιτρόπου για τη Ρύθμιση Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, που ιδρύεται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 10·
«δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών» σημαίνει το δίκτυο Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, το οποίο χρησιμοποιείται, κυρίως ή εξ’ ολοκλήρου, για την προσφορά δημόσια διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών, οι οποίες υποστηρίζουν τη μεταφορά πληροφοριών μεταξύ τερματικών σημείων δικτύου,
«δεδομένα κίνησης» σημαίνει οποιαδήποτε δεδομένα καθίστανται αντικείμενο επεξεργασίας για το σκοπό μετάδοσης μιας επικοινωνίας σε ένα δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για τη χρέωση αυτής,
«δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από την παράγραφο 1 του άρθρου 4 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679”·
«δεδομένα θέσης» σημαίνει τα δεδομένα που τυγχάνουν επεξεργασίας σε ένα δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, τα οποία καταδεικνύουν τη γεωγραφική θέση του εξοπλισμού τερματικών χρήστη, δημοσίως διαθέσιμης υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών,
«δημόσιο τηλεφωνικό δίκτυο» σημαίνει δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιείται για την παροχή τηλεφωνικών υπηρεσιών προσιτών στο κοινό. Υποστηρίζει τη μεταφορά προφορικών επικοινωνιών μεταξύ τερματικών σημείων δικτύων, καθώς και άλλες μορφές επικοινωνίας, όπως τηλεομοιοτυπία και δεδομένα,
«διαπίστευση» σημαίνει τη βεβαίωση από εθνικό οργανισμό διαπίστευσης ότι ένας οργανισμός αξιολόγησης της συμμόρφωσης πληροί τις απαιτήσεις που έχουν τεθεί με εναρμονισμένα πρότυπα και, όπου είναι συμπεριλαμβανομένων αυτών που καθορίζονται στα αντίστοιχα τομεακά συστήματα, εκτελεί μια συγκεκριμένη δραστηριότητα αξιολόγησης της συμμόρφωσης,
«δίκτυο ταχυδρομικών υπηρεσιών» σημαίνει Δημόσιο ταχυδρομικό δίκτυο: το σύνολο της οργάνωσης και των κάθε είδους μέσων που χρησιμοποιεί ο φορέας παροχής της καθολικής υπηρεσίας, με στόχο ιδίως:
- την περισυλλογή των ταχυδρομικών αντικειμένων που καλύπτονται από υποχρέωση παροχής καθολικής υπηρεσίας από τα σημεία πρόσβασης σε όλη την επικράτεια,
- τη μεταφορά και διεκπεραίωση των εν λόγω αντικειμένων από το σημείο πρόσβασης έως το κέντρο διανομής,
- την παράδοση των αντικειμένων αυτών στον παραλήπτη.
«διακρατικές αγορές» σημαίνει τις αγορές που προσδιορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και καλύπτουν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή σημαντικό μέρος της, ευρισκόμενο σε περισσότερα από ένα (1) κράτη μέλη.
«διανομή» σημαίνει την όλη διαδικασία από τη διαλογή στο κέντρο διανομής μέχρι την παράδοση ταχυδρομικών αντικειμένων στους παραλήπτες,
«διασύνδεση» σημαίνει τη φυσική και λογική ζεύξη δημόσιων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών που χρησιμοποιούνται από το ίδιο ή διαφορετικό πρόσωπο προκειμένου να παρέχεται στους χρήστες ενός προσώπου η δυνατότητα να επικοινωνούν με χρήστες του ίδιου ή άλλου προσώπου ή να έχουν πρόσβαση σε υπηρεσίες που παρέχονται από άλλο πρόσωπο. Οι υπηρεσίες μπορούν να παρέχονται από τα εμπλεκόμενα μέρη ή από άλλα μέρη που έχουν πρόσβαση στο δίκτυο. Η διασύνδεση είναι ειδικός τύπος πρόσβασης που εφαρμόζεται μεταξύ φορέων εκμετάλλευσης δημόσιων δικτύων,
«διασυνοριακό ταχυδρομείο» σημαίνει ταχυδρομείο από ή προς άλλη χώρα,
«Διάταγμα» σημαίνει το Διάταγμα εκδιδόμενο από τον Επίτροπο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο,
«διαφημιστικό ταχυδρομείο» σημαίνει μια ανακοίνωση που συνίσταται αποκλειστικά σε υλικό που αφορά αγγελίες, προώθηση πωλήσεων ή διαφήμιση και περιέχει τυποποιημένο μήνυμα, εκτός από το όνομα, τη διεύθυνση και τον ατομικό κωδικό του παραλήπτη και με τυχόν άλλες τροποποιήσεις που δεν αλλοιώνουν την ουσία του μηνύματος και η οποία αποστέλλεται σε σημαντικό αριθμό παραληπτών, προς μεταφορά και παράδοση στη διεύθυνση που αναγράφεται από τον αποστολέα στο ίδιο το αντικείμενο ή τη συσκευασία του. Λογαριασμοί, τιμολόγια, αντίγραφα λογαριασμών και άλλα μη τυποποιημένα μηνύματα δεν θεωρούνται διαφημιστικό ταχυδρομείο. Τα αντικείμενα διαφημιστικού ταχυδρομείου θεωρούνται αντικείμενα αλληλογραφίας,
«δικαίωμα χρήσης» σημαίνει το δικαίωμα χρήσης αριθμών ή δικαίωμα χρήσης ραδιοσυχνοτήτων,
«Δικαστήριο» σημαίνει το αρμόδιο δικαστήριο,
«δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών» σημαίνει τα συστήματα μετάδοσης, είτε βασίζονται σε χωρητικότητα μόνιμων υποδομών ή κεντρικής διαχείρισης είτε όχι, και, κατά περίπτωση, ο εξοπλισμός μεταγωγής ή δρομολόγησης και οι λοιποί πόροι, περιλαμβανομένων μη ενεργών στοιχείων δικτύου, που επιτρέπουν τη μεταφορά σημάτων μέσω καλωδίου, ραδιοσημάτων, οπτικού ή άλλου ηλεκτρομαγνητικού μέσου, περιλαμβανομένων των δορυφορικών δικτύων, των σταθερών (μεταγωγής δεδομένων μέσω κυκλωμάτων και πακετομεταγωγής, περιλαμβανομένου του διαδικτύου) και κινητών δικτύων, των συστημάτων ηλεκτρικών καλωδίων, εφόσον χρησιμοποιούνται για τη μετάδοση σημάτων, των δικτύων που χρησιμοποιούνται για ραδιοτηλεοπτικές εκπομπές, καθώς και των δικτύων καλωδιακής τηλεόρασης, ανεξαρτήτως του τύπου των μεταφερόμενων πληροφοριών·»·
«εβδομάδα» σημαίνει εφτά ημερολογιακές ημέρες, εκτός εάν καθορίζεται διαφορετικά στο Νόμο, ή εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια,
«Εθνική Ρυθμιστική Αρχή» σημαίνει τον Επίτροπο Επικοινωνιών ή τον Διευθυντή του Τμήματος Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών του Υφυπουργείου Έρευνας, Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής, όπως ορίζεται συγκεκριμένα στον παρόντα Νόμο ή στο Νόμο περί Ραδιοεπικοινωνιών,
«εθνικός οργανισμός διαπίστευσης» σημαίνει τον Κυπριακό Οργανισμό Προώθησης Ποιότητας (ΚΟΠΠ) που έχει συσταθεί δυνάμει του άρθρου 3 του περί Διαπίστευσης, Τυποποίησης και Τεχνικής Πληροφόρησης Νόμου του 2002,
«ειδικά δικαιώματα» σημαίνει τα δικαιώματα που χορηγεί ο Επίτροπος, σε περιορισμένο αριθμό επιχειρήσεων, μέσω των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης οικείας νομοθεσίας, ή οποιωνδήποτε κανονιστικών ή διοικητικών μηχανισμών που προβλέπονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή Κανονισμών, Διαταγμάτων ή Αποφάσεων που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης οικείας νομοθεσίας, τα οποία, σε δεδομένη γεωγραφική περιοχή:
(α) περιορίζουν, σε δύο (2) ή περισσότερες, τον αριθμό των επιχειρήσεων αυτών με βάση κριτήρια που δεν είναι αντικειμενικά, αναλογικά και αμερόληπτα, ή
(β) υποδεικνύουν, με βάση κριτήρια διαφορετικά από αυτά που αναφέρονται στις διατάξεις της παραγράφου (α), περισσότερες ανταγωνίστριες επιχειρήσεις, ή
(γ) αναθέτουν σε μία ή περισσότερες επιχειρήσεις, με βάση κριτήρια διαφορετικά από τα προαναφερθέντα, νομοθετικά ή κανονιστικά πλεονεκτήματα που επηρεάζουν ουσιαστικά τη δυνατότητα οποιασδήποτε άλλης επιχείρησης να εισάγει, να εμπορεύεται, να συνδέει, να θέτει σε λειτουργία ή/και να συντηρεί τηλεπικοινωνιακό εξοπλισμό στον ίδιο γεωγραφικό χώρο και υπό αντίστοιχες συνθήκες,
«ειδικές υποχρεώσεις» σημαίνει υποχρεώσεις που δύνανται να επιβληθούν από τον Επίτροπο σε πρόσωπο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου,
«Ειδική άδεια» σημαίνει κάθε χορηγούμενη, από τον Επίτροπο άδεια, με την οποία παρέχονται ειδικά δικαιώματα σε φορέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών ή η οποία εξαρτά την άσκηση των δραστηριοτήτων του εν λόγω φορέα από ειδικές υποχρεώσεις που συμπληρώνουν τη γενική εξουσιοδότηση, ανάλογα με την περίπτωση,
«εναρμονισμένο πρότυπο» σημαίνει το ευρωπαϊκό πρότυπο που έχει εκδοθεί κατόπιν αιτήματος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την εφαρμογή της νομοθεσίας εναρμόνισης της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
«ενωσιακή νομοθεσία εναρμόνισης» σημαίνει την κάθε νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης η οποία εναρμονίζει τους όρους εμπορίας των προϊόντων,
«εξουσιοδότηση» σημαίνει εξουσιοδότηση με βάση το πλαίσιο γενικής εξουσιοδότησης που πιθανόν να περιλαμβάνει και ατομικά δικαιώματα χρήσης,
«Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού» σημαίνει την κατά το Άρθρο 8 του Νόμου περί Προστασίας του Ανταγωνισμού καθιστάμενη Επιτροπή Προστασίας Ανταγωνισμού,
«Επίτροπος» σημαίνει τον Επίτροπο Επικοινωνιών∙
«Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα» σημαίνει τον Επίτροπο που διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου·»
«Ευρωπαϊκά Δικαστήρια» σημαίνει το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το Γενικό Δικαστήριο,
«Ευρωπαϊκή Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή της Ευρωπαϊκής Ένωσης,
«Ευρωπαϊκός Οργανισμός Τυποποίησης» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN), την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την Ηλεκτροτεχνική Τυποποίηση (CENELEC), και το Ευρωπαϊκό Ίδρυμα Τυποποίησης Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών (Τηλεπικοινωνιών) (ETSI),
«ημέρα» σημαίνει ημερολογιακή ημέρα, εκτός εάν καθορίζεται διαφορετικά στο Νόμο, ή εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια,
«καθολική ταχυδρομική υπηρεσία» σημαίνει την ελάχιστη δέσμη ταχυδρομικών υπηρεσιών που ορίζεται στο άρθρο 119Β του παρόντος Νόμου, ως αυτή εκάστοτε διαμορφώνεται κατόπιν οποιασδήποτε διαφοροποίησης της, την οποία δύναται να επιφέρει ο Επίτροπος από καιρού εις καιρό, υπό το φως τεχνολογικών εξελίξεων ή νέων συνθηκών σύμφωνα με το εκάστοτε σε ισχύ δεσμευτικό κεκτημένο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με διάταγμα που εκδίδει δυνάμει του άρθρου 20(ιθ) του παρόντος Νόμου,
«καθολική υπηρεσία» σημαίνει ένα στοιχειώδες σύνολο υπηρεσιών, είτε υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών είτε ταχυδρομικών υπηρεσιών, που ορίζεται στον παρόντα Νόμο, συγκεκριμένης ποιότητας, διαθέσιμο για κάθε χρήστη, ανεξάρτητα από τη γεωγραφική του θέση και, υπό το πρίσμα των ιδιαίτερων εθνικών συνθηκών στην Κύπρο, σε προσιτή τιμή,
«Κανονισμός (ΕΕ) 2016/679» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και για την ελεύθερη κυκλοφορία των δεδομένων αυτών και την κατάργηση της οδηγίας 95/46/ΕΚ (Γενικός Κανονισμός για την Προστασία Δεδομένων), όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
«Κανονισμός (ΕΕ) 2015/2120» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΕ) 2015/2120 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 25ης Νοεμβρίου 2015 για τη θέσπιση μέτρων σχετικά με την πρόσβαση στο ανοικτό διαδίκτυο και την τροποποίηση της οδηγίας 2002/22/ΕΚ για την καθολική υπηρεσία και τα δικαιώματα των χρηστών όσον αφορά δίκτυα και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 531/2012 για την περιαγωγή σε δημόσια δίκτυα κινητών επικοινωνιών εντός της Ένωσης·
«καταληκτικά τέλη» σημαίνει την αμοιβή του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας για τη διανομή του εισερχόμενου διασυνοριακού ταχυδρομείου αποτελούμενου από ταχυδρομικά αντικείμενα από άλλη χώρα,
«καταναλωτής» σημαίνει οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί ή ζητά δημόσια διαθέσιμες υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικές υπηρεσίες για σκοπούς άλλους της εργασίας, επιχείρησης ή επαγγέλματος του,
«Κυπριακό Ταχυδρομείο» [Διαγράφηκε],
«Κύπρος» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία,
«μήνας» σημαίνει τριάντα ημερολογιακές ημέρες, εκτός εάν καθορίζεται διαφορετικά στο Νόμο, ή εκτός εάν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια,
«μισθωμένες γραμμές» σημαίνει διευκολύνσεις ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παρέχουν χωρητικότητα διαφανούς μετάδοσης μεταξύ των σημείων απολήξεως δικτύου και δεν περιλαμβάνουν κατ΄ απαίτηση μεταγωγή (λειτουργίες μεταγωγής που μπορεί να ελέγξει ο χρήστης ως μέρος της παροχής μισθωμένης γραμμής),
«Οργανισμός» σημαίνει δημόσιο παροχέα δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και δημόσιο παροχέα υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών,
«οργανισμός δημοσίου δικαίου» σημαίνει κάθε οργανισμό, ο οποίος έχει όλα τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:
(α) έχει συσταθεί ειδικά για την κάλυψη αναγκών γενικού συμφέροντος, χωρίς βιομηχανικό ή εμπορικό χαρακτήραˑ
(β) διαθέτει νομική προσωπικότητα. και
(γ) χρηματοδοτείται, στο σύνολο ή κατά το μεγαλύτερο μέρος, από το κράτος, περιφερειακές ή τοπικές αρχές ή άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου ή υπόκειται σε διοικητική επιτήρηση από τις εν λόγω αρχές ή οργανισμούς ή έχει διοικητικό, διευθυντικό ή εποπτικό όργανο του οποίου περισσότερα από τα μισά μέλη διορίζονται από το κράτος, τις περιφερειακές ή τοπικές αρχές ή από άλλους οργανισμούς δημοσίου δικαίου,
«παραβίαση προσωπικών δεδομένων» σημαίνει την παραβίαση της ασφάλειας που οδηγεί σε τυχαία ή παράνομη καταστροφή, απώλεια, αλλοίωση ή απαγορευμένη διάδοση ή πρόσβαση σε προσωπικά δεδομένα που διαβιβάστηκαν, αποθηκεύτηκαν ή υποβλήθηκαν κατ’ άλλο τρόπο σε επεξεργασία, σε συνδυασμό με την παροχή διαθέσιμης στο κοινό ηλεκτρονικής υπηρεσίας επικοινωνιών,
«παροχέας» σημαίνει πρόσωπο που παρέχει ή είναι εξουσιοδοτημένο να παρέχει δίκτυο και/ή υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομικές υπηρεσίες ή συναφείς διευκολύνσεις, προς το κοινό,
«παροχή δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών» σημαίνει την εγκατάσταση, λειτουργία, έλεγχο ή διάθεση ενός τέτοιου δικτύου,
«περισυλλογή» σημαίνει τη δραστηριότητα περισυλλογής ταχυδρομικών αντικειμένων από παροχέα ταχυδρομικής υπηρεσίας,
«πλαστό γραμματόσημο» σημαίνει οποιοδήποτε αντίγραφο ή απομίμηση ή παράσταση, σε χαρτί ή άλλως πως, οποιουδήποτε γραμματοσήμου, αποτυπώματος μηχανής προπληρωμής ταχυδρομικών τελών ή οποιασδήποτε άλλης μεθόδου πληρωμής ταχυδρομικών τελών, που υποδηλώνει οποιοδήποτε ταχυδρομικό τέλος στην Κύπρο ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα,
«Πρόεδρος» σημαίνει τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας,
«πρόσωπο» σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο και περιλαμβάνει εταιρεία, συνεταιρισμό, σωματείο, ίδρυμα ή οποιαδήποτε άλλη ένωση ή σύμπραξη προσώπων, με νομική προσωπικότητα ή όχι,
«προώθηση κλήσης» σημαίνει τη διευκόλυνση μέσω της οποίας εισερχόμενες κλήσεις μπορούν να αποσταλούν σε άλλο προορισμό στην Κύπρο ή σε άλλη χώρα,
«σημεία πρόσβασης» σημαίνει στην περίπτωση της ταχυδρομικής αγοράς τις συγκεκριμένες εγκαταστάσεις, περιλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των γραμματοκιβωτίων, που τίθενται στη διάθεση του κοινού είτε σε δημόσιους χώρους είτε σε χώρους των φορέων παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, όπου οι αποστολείς μπορούν να καταθέτουν ταχυδρομικά αντικείμενα στο ταχυδρομικό δίκτυο,
«συγκατάθεση» έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από την παράγραφο 11 του άρθρου 4 και του άρθρου 7 του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679,
«Συμβουλευτική Επιτροπή» σημαίνει τη Συμβουλευτική Επιτροπή Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων που καθιδρύεται δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 32 του παρόντος Νόμου,
«συμφωνία διασύνδεσης» σημαίνει τις τεχνικές και εμπορικές συμφωνίες που έχουν συναφθεί μεταξύ δύο παροχέων αναφορικά με την παροχή διασύνδεσης,
«συνδρομητής» σημαίνει πρόσωπο, που είναι συμβαλλόμενο μέρος σε σύμβαση με παροχέα δημόσια διαθέσιμων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομικών υπηρεσιών για παροχή τέτοιων υπηρεσιών αντιστοίχως,
«συστημένο αντικείμενο» σημαίνει υπηρεσία που παρέχει εγγύηση σταθερού ποσού τέλους έναντι κινδύνου απώλειας, κλοπής ή ζημιάς ταχυδρομικού αντικειμένου και που παρέχει στον αποστολέα, όπου αυτό είναι πρέπον κατόπιν αιτήματος του τελευταίου, απόδειξη για την παραλαβή ταχυδρομικού αντικειμένου ή/και για την παράδοση του στον παραλήπτη,
«ταχυδρομείο» σημαίνει οποιοδήποτε οικοδόμημα, κτίριο, αίθουσα ή εν γένει οποιοδήποτε χώρο που χρησιμοποιείται για τους σκοπούς του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας,
«ταχυδρομικές υπηρεσίες» σημαίνει τις υπηρεσίες που συνίστανται στην περισυλλογή, τη διαλογή, τη μεταφορά και τη διανομή ταχυδρομικών αντικειμένων,
«ταχυδρομικό αντικείμενο» σημαίνει αντικείμενο με συγκεκριμένο παραλήπτη που αποστέλλεται στην τελική του μορφή, υπό την οποία το αναλαμβάνει ο φορέας παροχής της ταχυδρομικής υπηρεσίας, περιλαμβανομένων, πέραν των αντικειμένων αλληλογραφίας, βιβλίων, καταλόγων, εφημερίδων, περιοδικών και ταχυδρομικών δεμάτων που περιέχουν εμπορεύματα, με ή χωρίς εμπορική αξία,
«τερματικός εξοπλισμός» [Διαγράφηκε],
«τηλεπικοινωνιακός τερματικός εξοπλισμός» [Διαγράφηκε],
«υπηρεσία κατεπειγόντων» σημαίνει την υπηρεσία που χαρακτηρίζεται εκτός από την ταχύτερη και πιο αξιόπιστη συλλογή, διανομή και παράδοση των αντικειμένων, από την παροχή ορισμένων ή όλων των ακόλουθων συμπληρωματικών διευκολύνσεων: εγγύηση για παράδοση σε ορισμένη ημερομηνία, παραλαβή από το σημείο προέλευσης, παράδοση προσωπικά στον παραλήπτη, δυνατότητα μεταβολής του προορισμού και της ταυτότητας κατά τη διαμετακόμιση, επιβεβαίωση στον αποστολέα της παραλαβής του αντικειμένου αποστολής, έλεγχος και παρακολούθηση των αντικειμένων αποστολής, εξατομικευμένη παροχή υπηρεσιών στους πελάτες και προσφορά υπηρεσιών ανάλογα με τις απαιτήσεις του. Η εν λόγω υπηρεσία είναι δυνατόν να παρέχεται με υψηλότερη τιμή,
«υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών» σημαίνει τις υπηρεσίες που παρέχονται συνήθως έναντι αμοιβής μέσω δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των οποίων η παροχή περιλαμβάνει, με εξαίρεση τις υπηρεσίες που παρέχουν περιεχόμενο μεταδιδόμενο με χρήση δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή που ασκούν έλεγχο επί του περιεχομένου, τις ακόλουθες υπηρεσίες:
(α) υπηρεσία πρόσβασης στο διαδίκτυο, όπως ορίζεται στο άρθρο 2, σημείο 2) του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2120·
(β) υπηρεσίες διαπροσωπικών επικοινωνιών· και
(γ) υπηρεσίες που συνίστανται, εν όλω ή εν μέρει, στη μεταφορά σημάτων όπως οι υπηρεσίες μετάδοσης που χρησιμοποιούνται για την παροχή υπηρεσιών μεταξύ μηχανών και για την ευρυεκπομπή·
«υπηρεσίες που παρέχονται με χρέωση ανά μονάδα» σημαίνει τις ταχυδρομικές υπηρεσίες για τις οποίες η χρέωση ορίζεται στους γενικούς όρους του παροχέα καθολικής υπηρεσίας για τα επιμέρους ταχυδρομικά αντικείμενα,
«υπηρεσία προστιθέμενης αξίας» σημαίνει κάθε υπηρεσία η οποία επιβάλλει την επεξεργασία δεδομένων κίνησης ή δεδομένων θέσης πέραν εκείνων που απαιτούνται για τη μετάδοση μιας επικοινωνίας και τη χρέωσή της,
«Υπουργός» σημαίνει τον Υπουργό Μεταφορών, Επικοινωνιών και Έργων,
«φορέας εκμετάλλευσης» σημαίνει πρόσωπο που παρέχει ή που του επιτρέπεται να παρέχει ένα δημόσιο δίκτυο επικοινωνιών ή μια συναφή ευκολία∙
«φορέας παροχής καθολικής υπηρεσίας» σημαίνει κάθε δημόσιο ή ιδιωτικό φορέα παροχής ταχυδρομικής υπηρεσίας ο οποίος έχει οριστεί να παρέχει μέρος ή το σύνολο της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας στη Δημοκρατία, και του οποίου η ταυτότητα έχει κοινοποιηθεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 119Α του παρόντος Νόμου,
«φορέας παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών» σημαίνει πρόσωπο το οποίο παρέχει μια ή περισσότερες ταχυδρομικές υπηρεσίες,
«φορέας του δημόσιου τομέα» σημαίνει κρατική, περιφερειακή ή τοπική αρχή, οργανισμό δημοσίου δικαίου ή ένωση αποτελούμενη από μία ή περισσότερες από τις εν λόγω αρχές ή από έναν ή περισσότερους από τους εν λόγω οργανισμούς δημοσίου δικαίου,
«χρήστης» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που χρησιμοποιεί ή αιτείται για ιδιωτικούς ή επαγγελματικούς σκοπούς, διαθέσιμη στο κοινό υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών, χωρίς απαραιτήτως να είναι συνδρομητής σε αυτή την υπηρεσία,
«χρήστης ταχυδρομικών υπηρεσιών» σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο παρέχεται ταχυδρομική υπηρεσία, ως αποστολέα ή παραλήπτη.
(1Α) Όροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο, οι οποίοι είναι συναφείς με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες και δεν ορίζονται διαφορετικά, έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμο:
(2) Λέξεις ή φράσεις που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο και οι οποίες επίσης χρησιμοποιούνται στο δεσμευτικό Κοινοτικό Δίκαιο έχουν στον παρόντα Νόμο, εκτός όπου άλλως προκύπτει από το παρόν κείμενο και τα συμφραζόμενα, το ίδιο νόημα που έχουν στο δεσμευτικό Κοινοτικό Δίκαιο.
(3) Οποιαδήποτε αναφορά στον παρόντα Νόμο σε Πράξη του Κοινοτικού Δικαίου σημαίνει τη συναφή Κοινοτική Πράξη, όπως εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(4) Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:
(α) οι όροι «δεσπόζουσα θέση», «καταχρηστική εκμετάλλευση δεσπόζουσας θέσης», και «σύμπραξη» έχουν την έννοια που τους αποδίδεται στον περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμο,
(β) ο όρος "δημόσια υπηρεσία", έχει την έννοια που αποδίδεται σ΄ αυτούς, στον περί ∆ημόσιας Υπηρεσίας Νόμο 90 έως 96.
(5) Όροι που χρησιμοποιούνται στο Μέρος 14 που δεν ορίζονται διαφορετικά έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 και τον περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμο.
(5Α) Οποιαδήποτε αναφορά σε άλλο Νόμο ή Κανονισμούς ή Διατάγματα ή Αποφάσεις που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης οικείας νομοθεσίας, σε «Γραφείο Επιτρόπου Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων» ή «ΓΕΡΗΕΤ» θα λογίζεται ως αναφορά στο «Γραφείο Επιτρόπου για τη Ρύθμιση των Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και των Ταχυδρομείων».
(5Β)(α) Οποιαδήποτε αναφορά σε άλλο Νόμο ή Κανονισμούς ή Διατάγματα ή Αποφάσεις που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης οικείας νομοθεσίας, σε «Επίτροπο Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων» ή «ΕΡΗΕΤ» θα λογίζεται ως αναφορά στον «Επίτροπο Επικοινωνιών».
(β) Οποιαδήποτε αναφορά σε άλλο Νόμο και Κανονισμούς ή Διατάγματα ή Αποφάσεις που εκδίδονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης οικείας νομοθεσίας, σε «Βοηθό Επίτροπο Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων» ή «ΒΕΡΗΕΤ» θα λογίζεται ως αναφορά στον «Βοηθό Επίτροπο Επικοινωνιών».
(5Γ) Οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία ή βάση αγωγής η οποία εκκρεμεί μεταξύ του «ΕΡΗΕΤ» και οποιουδήποτε άλλου νομικού ή φυσικού προσώπου ή άλλου οργάνου ή θεσμού της Δημοκρατίας συνεχίζεται να ασκείται από τον «Επίτροπο Επικοινωνιών».
(5Δ) Η αλλαγή του ονόματος από «Επίτροπο Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων» και από «Βοηθό Επίτροπο Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων» σε «Επίτροπο Επικοινωνιών» και «Βοηθό Επίτροπο Επικοινωνιών», αντίστοιχα, δεν επηρεάζει την ισχύ οποιασδήποτε συμφωνίας είχε συναφθεί μεταξύ αυτών και οποιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου.
5. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο, αφού διαβουλευθεί με την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, διορίζει ως Επίτροπο Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα έξι έτη, πρόσωπο ανώτατου ηθικού και επαγγελματικού επιπέδου, που διαθέτει πείρα και έχει επιδείξει ικανότητες, εφ΄όλων, μερικών ή οποιουδήποτε θέματος που σχετίζεται με τη βιομηχανία, την πολιτική, τη δημόσια οικονομία και εν γένει την οικονομική επιστήμη, τις χρηματοδοτήσεις, τη μηχανική, τη λογιστική, το εμπόριο ή τη νομική επιστήμη.
(2) Για να συμβουλεύει και βοηθεί τον Επίτροπο στην άσκηση των αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων του, κατά τρόπο, ως ήθελε εκάστοτε αποφασίζει ο Επίτροπος, και να εκτελεί οποιαδήποτε άλλα καθήκοντα, τα οποία ανατίθενται σ΄αυτόν δυνάμει του παρόντος Νόμου, το Υπουργικό Συμβούλιο αφού διαβουλευθεί με την Κοινοβουλευτική Επιτροπή Ευρωπαϊκών Υποθέσεων, διορίζει ως Βοηθό Επιτρόπου Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, για χρονική περίοδο, που δεν υπερβαίνει τα έξι έτη, πρόσωπο ανώτατου ηθικού και επαγγελματικού επιπέδου, που διαθέτει την πείρα και έχει επιδείξει τις ικανότητες, εφ΄όλων, μερικών ή οποιουδήποτε θέματος αναφέρεται στο εδάφιο (1).
(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δεν διορίζει ως Επίτροπο ή Βοηθό Επιτρόπου:
(α) καθ’όσον αφορά προτιθέμενο διορισμό Επιτρόπου, πρόσωπο το οποίο έχει ήδη προηγουμένως διορισθεί δύο φορές Επίτροπος ή Βοηθός Επίτροπος, ή μία φορά ως Επίτροπος και άλλη φορά ως Βοηθός Επίτροπος, ή
(β) καθ’όσον αφορά προτιθέμενο διορισμό Βοηθού Επιτρόπου, πρόσωπο το οποίο έχει ήδη προηγουμένως διορισθεί δύο φορές Επίτροπος ή Βοηθός Επίτροπος ή μία φορά ως Επίτροπος και άλλη φορά ως Βοηθός Επίτροπος, ή
(γ) πρόσωπο το οποίο, καθ΄οιονδήποτε διάστημα εντός της αμέσως προηγουμένης του προτιθέμενου διορισμού εξάμηνης περιόδου, και άνευ βλάβης στα κωλύματα διορισμού, που τίθενται δια της παραγράφου (δ)(i) του παρόντος εδαφίου, καθ΄όσον αφορά εργασία ως αξιωματούχος, ή υπάλληλος, ή υπό οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα σε οποιοδήποτε παροχέα που αναφέρεται στην εν λόγω παράγραφο, κατείχε, ή κατέχει οποιοδήποτε αξίωμα, του οποίου η αμοιβή τελεί υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας, άλλο από εκείνο του Επιτρόπου ή Βοηθού Επιτρόπου ή που ασκεί προσωρινά καθήκοντα Βοηθού Επιτρόπου κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρου 5, ή
(δ) πρόσωπο το οποίο, καθ΄ οιονδήποτε διάστημα, κατά τη διάρκεια των αμέσως πέντε προ του προτιθέμενου διορισμού ετών:
(i) έχει εργασθεί, ή εργάζεται, είτε ως πρόεδρος ή μέλος του διοικητικού συμβουλίου, είτε ως υπάλληλος, ή υπό οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα, ή για οποιοδήποτε δημόσιο ή μη, παροχέα δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομικών υπηρεσιών, περιλαμβανομένου του Κυπριακού Ταχυδρομείου, και είτε ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου του είτε ως υπάλληλος, ή υπό οποιαδήποτε άλλη ιδιότητα, ή
(ii) έχει εργασθεί, ή εργάζεται για οποιοδήποτε παροχέα, εταιρεία, οργανισμό ή αρχή, που είχε ή έχει συμφέρον, ή εμπλέκετο ή εμπλέκεται, στον τομέα ή σε επιχειρήσεις ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομείων, ή
(iii) είχε, ή έχει οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον σε οποιοδήποτε παροχέα, εταιρεία, οργανισμό ή αρχή που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) αμέσως πιο πάνω, ή που ελάμβανε ή λαμβάνει σύνταξη ή αμοιβή, ή άλλες πληρωμές από οποιοδήποτε τέτοιο παροχέα, εταιρεία, οργανισμό ή αρχή, ή κατείχε, ή κατέχει, ή είχε ή έχει, συμφέρον σε οποιεσδήποτε μετοχές, ομόλογα, ομόλογα επιβάρυνσης ή άλλου είδους αξιόγραφα οποιουδήποτε τέτοιου παροχέα, εταιρείας, αρχής ή οργανισμού, ή
(iv) κατείχε, ή κατέχει κομματικό αξίωμα, ή είναι γνωστός, ή επικρατεί εντύπωση γι΄αυτόν στο ευρύ κοινό, ότι είχε ή έχει κομματικές διασυνδέσεις, ή εμπλοκή στα κομματικά δρώμενα.
(4) Στην απουσία γεγονότος, το οποίο κατά τα διαλαμβανόμενα σε οποιαδήποτε των υποπαραγράφων (i), (ii), (iii) και (iv) της παραγράφου (δ), του εδαφίου (3), του παρόντος άρθρου, αποτελεί κώλυμα για το διορισμό προσώπου ως Επιτρόπου ή Βοηθού Επιτρόπου, το γεγονός και μόνο, ότι πρόσωπο κατέχει ή κατείχε καθ΄ οιονδήποτε χρονικό διάστημα, εντός της αμέσως προηγούμενης του προτιθέμενου διορισμού εξάμηνης περιόδου, οποιαδήποτε θέση ως δημόσιος υπάλληλος στη δημόσια υπηρεσία, ή ως υπάλληλος σε νομικό πρόσωπο ή οργανισμό δημοσίου δικαίου μέσα στην έννοια της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου, ή υπηρετεί ή υπηρέτησε ως μέλος της Δικαστικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας, ή ως ανεξάρτητος αξιωματούχος αυτής από τους αναφερόμενους στο Μέρος VΙ του Συντάγματος της Δημοκρατίας δεν συνιστά από μόνο του κώλυμα διορισμού, κατ΄ επίκληση της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου.
(5) Πριν την ανάληψη των αντίστοιχων καθηκόντων τους, ο Επίτροπος και ο Βοηθός Επίτροπος δίδουν διαβεβαίωση ενώπιον του Προέδρου, ότι θα εκτελούν πιστά τα καθήκοντα τους.
6. (1) Ο Επίτροπος και ο Βοηθός Επίτροπος, δεν δύνανται να παυθούν προ της λήξης της αντίστοιχης χρονικής περιόδου για την οποία έχουν διοριστεί, παρά μόνο από το Υπουργικό Συμβούλιο, και μόνο για οποιοδήποτε των πιο κάτω ειδικών λόγων:-
(α) λόγω πνευματικής, ή σωματικής ανικανότητας ή αναπηρίας, ή άλλης οποιασδήποτε ανεξαιρέτως ασθένειας, που καθιστά τον Επίτροπο ή Βοηθό Επιτρόπου, ανάλογα με την περίπτωση, ανίκανο να εκπληρώσει επαρκώς τα καθήκοντα για το υπόλοιπο της θητείας του, ή
(β) λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς ή συστηματικής απουσίας ή αμέλειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του, ή
(γ) λόγω συμπεριφοράς ασυμβίβαστης με τη διατήρηση του αξιώματος του Επιτρόπου ή Βοηθού Επιτρόπου, κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (3) του παρόντος Άρθρου, ή
(δ) λόγω αποκαλύψεως γεγονότος, που θα παρεμπόδιζε το διορισμό του κατά τα διαλαμβανόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου ή λόγω επέλευσης γεγονότος, που θα αποτελούσε καθ΄οιανδήποτε των ιδίων παραγράφων, εάν προϋπήρχε του διορισμού, κώλυμα διορισμού.
(2) Ο Επίτροπος και Βοηθός Επίτροπος, ανάλογα με την περίπτωση, παύουν να κατέχουν το αξίωμα αυτών, αν υποβάλουν γραπτώς προς το Υπουργικό Συμβούλιο την παραίτησή τους.
Η παραίτηση δεν υπόκειται σε ανάκληση, επενεργεί δε αμέσως, χωρίς να προαπαιτείται αποδοχή της από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(3) Σε κάθε περίπτωση ως συμπεριφορά ασυμβίβαστη με τη διατήρηση του αξιώματος του Επιτρόπου ή Βοηθού Επιτρόπου, θεωρούνται:
(α) η αποδοχή αξιώματος του οποίου η αμοιβή τελεί υπό τον έλεγχο της Δημοκρατίας, ή η αποδοχή ή διατήρηση οποιασδήποτε θέσης ή ιδιότητας στη δημόσια υπηρεσία, ή σε δήμο, ή σε οποιοδήποτε νομικό πρόσωπο ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, που αναφέρεται ή εμπίπτει στις διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3), του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου, ή
(β) η εργοδότηση, ή αποδοχή εργοδότησης σε οποιοδήποτε παροχέα, εταιρεία, αρχή ή οργανισμό που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου ή η είσπραξη σύνταξης ή αμοιβής ή άλλης πληρωμής από οποιοδήποτε τέτοιον παροχέα, εταιρεία, αρχή ή οργανισμό, ή η απόκτηση οποιουδήποτε άμεσου ή έμμεσου συμφέροντος ή οποιωνδήποτε μετοχών, ομολόγων, ομολόγων επιβάρυνσης ή άλλου είδους αξιογράφων σε οποιοδήποτε εξ αυτών, ή η εργοδότηση, ή αποδοχή εργοδότησης σε οποιοδήποτε παροχέα, εταιρεία, αρχή ή οργανισμό που αναφέρεται στις υποπαραγράφους (i) και (ii) της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου ή η είσπραξη σύνταξης ή αμοιβής ή άλλης πληρωμής από οποιοδήποτε τέτοιον παροχέα, εταιρεία, αρχή ή οργανισμό, ή η απόκτηση οποιουδήποτε άμεσου ή έμμεσου συμφέροντος ή οποιωνδήποτε μετοχών, ομολόγων, ομολόγων επιβάρυνσης ή άλλου είδους αξιογράφων σε οποιοδήποτε εξ αυτών, ή
(γ) η αποδοχή οποιουδήποτε κομματικού αξιώματος ή η διασύνδεση ή εμπλοκή κατά την κρατούσα στο ευρύ κοινό εντύπωση, με κόμματα ή στα κομματικά δρώμενα, ή
(δ) η αποδοχή, ή διατήρηση απασχόλησης σε οποιαδήποτε εργασία, αξίωμα ή θέση, οπουδήποτε στον ιδιωτικό τομέα, έναντι αμοιβής οποιασδήποτε μορφής, ή υπό περιστάσεις, υπό το φως των οποίων εύλογα αναμένεται η καταβολή αμοιβής, ανεξάρτητα αν όντως καταβάλλεται ή όχι.
7. (1) Σε περίπτωση παύσης ή παραίτησης του Επιτρόπου, κατά τα διαλαμβανόμενα στo Άρθρο 6 του παρόντος Νόμου, θανάτου, μόνιμης απουσίας ή άλλου μονίμου κωλύματος στην άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων του, οι αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα του Επιτρόπου ασκούνται προσωρινά από τον Βοηθό Επιτρόπου μέχρις ότου το Υπουργικό Συμβούλιο προβεί για το υπόλοιπο της θητείας του σε διορισμό άλλου Επιτρόπου, κατά τα διαλαμβανόμενα στις διατάξεις των εδαφίων (1) και (3) του άρθρου 5 του παρόντος Νόμου.
(2) Σε περίπτωση προσωρινής απουσίας, ασθενείας, πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας ή αναπηρίας ή άλλου προσωρινού κωλύματος, που καθιστά τον Επίτροπο ανίκανο να εκπληρώνει, για σύντομο χρονικό διάστημα, τις δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντά του, οι εν λόγω αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα ασκούνται προσωρινά από τον Βοηθό Επιτρόπου.
(3) Σε περίπτωση παύσης ή παραίτησης του Βοηθού Επιτρόπου, κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 6 του παρόντος Νόμου, θανάτου, μόνιμης απουσίας ή άλλου μόνιμου κωλύματος στην άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου, αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων του, το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει κατά τα διαλαμβανόμενα στα εδάφια (2) και (3) του άρθρου 5 και για το υπόλοιπο της θητείας του άλλο Βοηθό Επιτρόπου.
(4) ∆ιορισμός Επιτρόπου ή Βοηθού Επιτρόπου βάσει του παρόντος άρθρου, εάν μεν γίνει προ της συμπληρώσεως του ημίσεως της θητείας του αντικαθιστωμένου λογίζεται για σκοπούς των παραγράφων (α) ή (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 5 ως διορισμός Επιτρόπου ή Βοηθού Επιτρόπου, ενώ εάν γίνει μετά τη συμπλήρωση του ημίσεως της θητείας του αντικαθιστωμένου, δεν λαμβάνεται για τους σκοπούς των εν λόγω διατάξεων υπόψη.
8. (1) Οι απολαβές του Επιτρόπου συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε άλλων ωφελημάτων και επιδομάτων, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
(2) Όταν παύσει να κατέχει το αξίωμα, ο Επίτροπος δικαιούται σε σύνταξη και φιλοδώρημα, που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Λήξη θητείας δεν θεωρείται παύση, εάν ο κάτοχος του αξιώματος διορισθεί εκ νέου για την αμέσως επομένη περίοδο ως Επίτροπος ή Βοηθός Επίτροπος.
(3) Οι απολαβές του Βοηθού Επιτρόπου συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε άλλων ωφελημάτων και επιδομάτων, καθορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου.
(4) ΄Οταν παύσει να κατέχει το αξίωμα, ο Βοηθός Επίτροπος δικαιούται σε σύνταξη και φιλοδώρημα, που καθορίζονται με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου. Λήξη θητείας δεν θεωρείται παύση, εάν ο κάτοχος του αξιώματος διορισθεί εκ νέου για την αμέσως επομένη περίοδο ως Επίτροπος ή Βοηθός Επίτροπος.
(4Α) Ο Επίτροπος και ο Βοηθός Επίτροπος, κατά τη διάρκεια της θητείας τους και μετά από τη λήξη της, καθώς και τα εξαρτώμενα πρόσωπα αυτών, δικαιούνται να καλύπτονται από το Ταμείο Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης που αναφέρεται στο ΄Αρθρο 16(3)(γ)(i) του παρόντος Νόμου, κατά τα διαλαμβανόμενα σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(5) Η υπηρεσία του Επιτρόπου και Βοηθού Επιτρόπου δεν υπάγεται στη δημόσια υπηρεσία.
9. (1) Κατά τη διάρκεια της θητείας τους και για περίοδο τριών ετών μετά την για οποιονδήποτε λόγο απώλεια του αξιώματός τους ή μετά τη λήξη της θητείας τους, ο Επίτροπος και Βοηθός Επίτροπος δεν επιτρέπεται να εργοδοτηθούν, να αποκτούν ή κατέχουν οποιαδήποτε μετοχή, ομόλογο, ομόλογο επιβαρύνσεως, ή οποιοδήποτε συμφέρον εν γένει, σε οποιοδήποτε, δημόσιο ή μη, παροχέα δικτύου/ υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή ταχυδρομικών υπηρεσιών, ή σε κάθε περίπτωση να αποδέχονται κατά τη διάρκεια της θητείας τους, ή να δίδουν εντολή ή οδηγίες στο Γραφείο για αποδοχή oποιασδήποτε χορηγίας από οποιοδήποτε των πιο πάνω παροχέων ή χορηγίας για αποδοχή που δεν παρέχεται από την Κυβέρνηση της Κυπριακής ∆ημοκρατίας ή την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, ή διεθνή οργανισμό, κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 11(β), του παρόντος Νόμου.
(2) Πρόσωπο, που παραβιάζει τις διατάξεις ή οποιανδήποτε των διατάξεων του εδαφίου (1) είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και τιμωρείται με ποινή φυλακίσεως, που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη, ή σε πρόστιμο, που δεν υπερβαίνει τις οχτώ χιλιάδες πεντακόσια ευρώ (€8.500), ή και στις δύο αυτές ποινές.
10. (1) Ιδρύεται Γραφείο Επιτρόπου Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων (ΓΕΡΗΕΤ), το οποίο θα έχει δική του χωριστή νομική προσωπικότητα.
(2) Το Γραφείο δεν υπόκειται σε οποιοδήποτε Υπουργείο.
(3) Ο Επίτροπος προΐσταται του εν λόγω Γραφείου.
(4) Το Γραφείο στελεχώνεται, λειτουργεί και διοικείται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο και κανονισμούς, που θέλουν τυχόν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(5) Σε κάθε περίπτωση το Γραφείο παρέχει στον Επίτροπο και Βοηθό Επίτροπο κάθε δυνατή διευκόλυνση, ως εκάστοτε ο Επίτροπος κρίνει αναγκαία προς άσκηση των αρμοδιοτήτων και εξουσιών του και εκπλήρωση των καθηκόντων του, εισπράττει και τηρουμένων των διατάξεων των Άρθρων 11 και 12, διαχειρίζεται όλα τα ποσά, που καταβάλλονται δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού κανονισμών.
(6) Το προσωπικό του Γραφείου ενεργεί σύμφωνα με εντολές ή οδηγίες του Επιτρόπου.
(7) Σε κάθε περίπτωση και χωρίς επηρεασμό των άλλων εδαφίων του παρόντος άρθρου ο Επίτροπος ασκεί εποπτεία και έλεγχο επί του Γραφείου και του προσωπικού του.
(8) Ο Επίτροπος λαμβάνει κάθε πρόσφορο μέτρο και προβαίνει σε κάθε αναγκαία ενέργεια ώστε να διασφαλίζει την επάρκεια των οικονομικών και ανθρώπινων πόρων που διαθέτει για την εκτέλεση των καθηκόντων που του έχουν ανατεθεί.
11. Προς εκπλήρωση εντολής του Επιτρόπου και σύμφωνα με τυχόν όρους και προϋποθέσεις, που ο Επίτροπος κρίνει σκόπιμο να διατυπώσει, το Γραφείο δύναται:
(α) να αποκτά με αγορά, ανταλλαγή, δωρεά ή οποιοδήποτε άλλο τρόπο, ακίνητη ή κινητή περιουσία:
(i) για τις ανάγκες στέγασης και λειτουργίας του Επιτρόπου,
(ii) για τις ανάγκες στέγασης και λειτουργίας του Γραφείου,
(β) να αποδέχεται την παροχή χορηγιών στο Γραφείο και στον Επίτροπο, από την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση ή από διεθνή οργανισμό, νοουμένου ότι ο τελευταίος δεν είναι, δημόσιος, ή άλλος παροχέας δικτύου ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομικών υπηρεσιών, και δεν έχει εν πάση περιπτώσει εμπλοκή ή οποιοδήποτε άμεσο ή έμμεσο συμφέρον σε οποιοδήποτε τέτοιο παροχέα, ή σε επιχειρήσεις ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομείων,
(γ) να πωλεί, ανταλλάσσει, εκμισθώνει, εκχωρεί ή διαθέτει με οποιοδήποτε άλλο τρόπο οποιαδήποτε κινητή ή ακίνητη περιουσία του Γραφείου και να υποθηκεύει ή επιβαρύνει την εν λόγω περιουσία για τις ανάγκες του Γραφείου ή του Επιτρόπου,
(δ) να μισθώνει ή εξασφαλίζει άδεια χρήσης οποιασδήποτε ακίνητης ή κινητής περιουσίας για τις ανάγκες στέγασης και λειτουργίας του Γραφείου και του Επιτρόπου,
(ε) με την έγκριση του Επιτρόπου, να συνάπτει δάνεια αναγκαία προς υλοποίηση οτιδήποτε περιλαμβάνεται στις παραγράφους (α), (γ) και (δ) πιο πάνω,
(στ) να συνάπτει συμβάσεις, και να πράττει οτιδήποτε άλλο απαιτούμενο προς εκπλήρωση των διαλαμβανομένων στις παραγράφους (α) μέχρι (ε) πιο πάνω ή που συντελεί στην εκπλήρωσή των.
12. Το Γραφείο έχει χωριστό Ταμείο, στο οποίο υποχρεωτικά κατατίθενται:
(α) όλα τα δυνάμει του παρόντος Νόμου και/ή δυνάμει κανονισμών ή διαταγμάτων, που εκδίδονται δυνάμει αυτού, πληρωτέα και εισπραττόμενα από το Γραφείο ποσά,
(β) κάθε χορηγία που παρέχεται στον Επίτροπο ή στο Γραφείο δυνάμει της παραγράφου (β) του Άρθρου 11 του παρόντος Νόμου, και κάθε άλλο έσοδο που εισπράττεται δυνάμει του παρόντος Νόμου,
(γ) όλα τα έσοδα, που προέρχονται από περιουσιακά στοιχεία του Γραφείου κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 11,
(δ) [Διαγράφηκε].
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 84(I)/2005
- 51(I)/2012
14. Από το Ταμείο του Γραφείου, καταβάλλονται-
(α) [Διαγράφηκε],
(β) όλα τα τρέχοντα έξοδα λειτουργίας του Γραφείου,
(γ) όλα τα ποσά μισθών, απολαβών, ωφελημάτων και συντάξεων που είναι πληρωτέα στα μέλη του προσωπικού του Γραφείου και όλα τα ποσά ωφελημάτων και συντάξεων που είναι πληρωτέα, κατά τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 16(3)(β), στα εξαρτώμενα πρόσωπα και οικογένειες αυτών των μελών, ως και όλα τα ποσά αμοιβής, που είναι πληρωτέα δυνάμει συμβάσεων παροχής υπηρεσιών, που έχουν συναφθεί από τον Επίτροπο δυνάμει του Άρθρου 15 του παρόντος Νόμου, καθώς και όλα τα ποσά εισφορών τα οποία είναι καταβλητέα σε ταμεία τα οποία αναφέρονται στο ΄Αρθρο 16(3)(γ) του παρόντος Νόμου, κατά τα διαλαμβανόμενα σε Κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου,
(δ) όλα τα έξοδα, που συνεπάγεται κάθε διορισμός Συμβουλευτικού Σώματος δυνάμει του Άρθρου 32(2) του παρόντος Νόμου από τον Επίτροπο, ή εν γένει Συμβουλευτικού Σώματος ή Επιτροπής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου καθώς και όλα τα έξοδα που συνεπάγεται η καθίδρυση της Συμβουλευτικής Επιτροπής δυνάμει του εδαφίου (1) του εν λόγω άρθρου,
(ε) το τοκοχρεωλύσιο οποιουδήποτε δανείου, το οποίο έχει συνάψει το Γραφείο, δυνάμει του Άρθρου 11(ε) του παρόντος Νόμου,
(στ) οποιοδήποτε νομίμως οφειλόμενο ή πληρωτέο ποσό, δυνάμει οποιασδήποτε σύμβασης, που έχει συναφθεί από τον Επίτροπο ή το Γραφείο δυνάμει του παρόντος Νόμου ή δυνάμει κανονισμών ή διαταγμάτων, που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου,
(ζ) οποιαδήποτε νομίμως οφειλόμενα ή πληρωτέα ποσά δικηγορικών εξόδων ή αμοιβής σε σχέση με την εκπροσώπηση του Γραφείου και του Επιτρόπου ενώπιον των δικαστηρίων ή οποιασδήποτε διοικητικής ή άλλης αρχής, ή σε σχέση με την παροχή νομικών συμβουλών στο Γραφείο και στον Επίτροπο,
(η) οποιοδήποτε ποσό καθίσταται νομίμως πληρωτέο συνεπεία ασκήσεως οποιασδήποτε αρμοδιότητας, εξουσίας ή καθήκοντος του Επιτρόπου ή του Γραφείου, δυνάμει και κατά τα διαλαμβανόμενα στον παρόντα Νόμο ή Κανονισμούς, ή σε Διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει αυτού,
(θ) όλα τα χρηματικά ποσά που εισπράττονται ως διοικητικό πρόστιμο δυνάμει του παρόντος Νόμου, καταβάλλονται από το Γραφείο του Επιτρόπου στο Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας,
(ι) όλα τα χρηματικά ποσά που το Γραφείο του Επιτρόπου έχει υποχρέωση κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του δυνάμει του παρόντος Νόμου να καταβάλλει ως αποζημιώσεις δυνάμει οποιωνδήποτε δικαστικών αποφάσεων ή εξώδικων συμβιβασμών, καταβάλλονται από το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας.
15. Παρά τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε σε ισχύ Νόμου, Κανονισμών Διαταγμάτων και Αποφάσεων, ο Επίτροπος δύναται-
(α) να εξασφαλίζει ο ίδιος απ΄ευθείας υπηρεσίες σε θέματα σχετιζόμενα με την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων και εξουσιών του και εκτέλεση των καθηκόντων του ή με την προς τούτο εκπαίδευση του προσωπικού του Γραφείου, και
(β) να συνάπτει για τους πιο πάνω σκοπούς συμβάσεις παροχής υπηρεσιών.
16. (1) Για τους διορισμούς, τις προαγωγές και τους πειθαρχικούς ελέγχους του προσωπικού του Γραφείου ιδρύεται δια του παρόντος, τριμελές Συμβούλιο, το οποίο θα καλείται «Συμβούλιο Επιλογής και Προαγωγών» και θα αποτελείται από:
(α) τον Επίτροπο, ως πρόεδρο
(β) το Βοηθό Επίτροπο, και
(γ) τον Πρόεδρο της Συμβουλευτικής Επιτροπής, που διορίζεται δυνάμει του Άρθρου 32(1)(β) και που, σε περίπτωση κωλύματος, αναπληρώνεται από ένα εκ των δύο μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής που διορίζεται από τον Επίτροπο.
(2) Τα μέλη του προσωπικού του Γραφείου διορίζονται από το Συμβούλιο Επιλογής και Προαγωγών είτε μόνιμα είτε με σύμβαση για ορισμένο χρονικό διάστημα, κατά τα διαλαμβανόμενα και σύμφωνα με διαδικασίες που καθορίζονται σε κανονισμούς που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(3) (α) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, δύνανται να καθορίζουν, ρυθμίζουν και προβλέπουν, για διαδικασίες και άλλα ζητήματα που αφορούν τη μονιμοποίηση, προαγωγή, όρους υπηρεσίας, κατηγορίες θέσεων, και αφυπηρέτηση των μελών του προσωπικού του Γραφείου, ως και για τον πειθαρχικό κώδικα και την άσκηση πειθαρχικής εξουσίας.
(β) Τα ωφελήματα αφυπηρέτησης των μελών του προσωπικού του Γραφείου, τα οποία κατέχουν μόνιμη θέση και τα ωφελήματα και συντάξεις των εξαρτωμένων προσώπων από αυτά τα μέλη και των οικογενειών αυτών των μελών διέπονται, τηρουμένων των αναλογιών, από τις εκάστοτε σε ισχύ διατάξεις των περί Συντάξεων Νόμων.
(γ) Χωρίς επηρεασμό της παραγράφου (β), Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου δύνανται να καθορίζουν, ρυθμίζουν και προβλέπουν για την ίδρυση-
(i) Ταμείου Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης για κάλυψη των μελών του προσωπικού του Γραφείου, κατά και μετά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους στο Γραφείο, καθώς και των εξαρτωμένων προσώπων αυτών των μελών·
(ii) Ταμείου Προνοίας Ωρομίσθιου Προσωπικού για κάλυψη των ωρομίσθιων μελών του προσωπικού του Γραφείου, κατά τη διάρκεια της υπηρεσίας τους στο Γραφείο.
(4) Τα καθήκοντα, ευθύνες και προσόντα των μελών του προσωπικού του Γραφείου καθορίζονται σε σχέδια υπηρεσίας, που καταρτίζονται από τον Επίτροπο με κανονισμούς, οι οποίοι εκδίδονται από αυτόν με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και της Βουλής των Αντιπροσώπων.
(5) Η οργανική διάρθρωση του Γραφείου καθορίζεται στον εκάστοτε ετήσιο προϋπολογισμό του Επιτρόπου.
17. (1) Το Γραφείο δύναται να ενάγει και να ενάγεται και να είναι διάδικος σε οποιαδήποτε αστική διαδικασία.
(2) Σε οποιαδήποτε διαδικασία ενώπιον των δικαστηρίων ή ενώπιον οποιασδήποτε διοικητικής ή άλλης αρχής το Γραφείο και ο Επίτροπος, ανάλογα με την περίπτωση, εκπροσωπούνται από ασκούντα το επάγγελμα δικηγόρο ή/και από μέλος του προσωπικού του Γραφείου. Αρμοδιότητα επιλογής δικηγόρου ή μέλους προσωπικού έχει ο Επίτροπος.
(3) Το Γραφείο έχει τη δική του σφραγίδα.
(4) Κάθε σύμβαση, που συνάπτεται από το Γραφείο δυνάμει του παρόντος Νόμου, υπογράφεται από διοριζόμενο από τον Επίτροπο προς τούτο μέλος του προσωπικού του Γραφείου και φέρει τη σφραγίδα του Γραφείου, που πιστοποιείται δια της υπογραφής του Επιτρόπου ή Βοηθού Επιτρόπου.
17Α.-(1) Ο Υπουργός ασκεί τις ακόλουθες αρμοδιότητες στον τομέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών:
(α)καθορίζει το πλαίσιο γενικής πολιτικής για την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών·
(β)αναθέτει την παροχή καθολικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στο άρθρο 119Α του παρόντος Νόμου, στον φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας·
(γ)καθορίζει με διάταγμα του τα κριτήρια επιλογής και τη διαδικασία καθορισμού του φορέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, ο οποίος θα παρέχει την καθολική υπηρεσία, αφού προηγουμένως ενημερωθεί η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συγκοινωνιών και Έργων·
(2) Οι ρυθμίσεις του παρόντος Νόμου και οι αρχές στις οποίες έχουν ανατεθεί οι αρμοδιότητες που απορρέουν από την εφαρμογή του ανακοινώνονται στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με επιμέλεια του Επιτρόπου.
18. (1) Κατά την άσκηση των δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιοτήτων και εξουσιών του και εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Επίτροπος θα ενεργεί κατά τρόπο ο οποίος προάγει:
(α) την παροχή στην Κύπρο, υπηρεσιών και δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, συναφών διευκολύνσεων και ταχυδρομικών υπηρεσιών για το σύνολο του κοινού,
(β) τα συμφέροντα του καταναλωτή, ειδικά καθόσον αφορά την τιμή και ποιότητα των παρεχομένων στην Κύπρο ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(γ) την εισαγωγή αποτελεσματικού ανταγωνισμού στην παροχή δικτύων και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(δ) τη δυνατότητα παροχής ή διαθέσεως μεγάλου εύρους εξοπλισμού και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών.
(2) Προς υλοποίηση των σκοπών που σχετίζονται με τις υπηρεσίες ή και δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών εφαρμόζεται ο περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμος, ο οποίος καθορίζει το πεδίο εφαρμογής των συναφών καθηκόντων, εξουσιών και αρμοδιοτήτων του Επιτρόπου.
(3) [Διαγράφηκε].
(4) [Διαγράφηκε].
19. (1) Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων και εξουσιών του και εκτέλεση των καθηκόντων του, ο Επίτροπος οφείλει να ενεργεί αμερόληπτα και ανεξάρτητα, εφαρμόζοντας το εκάστοτε πλαίσιο γενικής πολιτικής που δυνατόν να του διαβιβάζεται από τον Υπουργό, και υποκείμενος σε σχέση με θέματα άμυνας και εθνικής ασφάλειας της Κύπρου, μόνο στην αρμοδιότητα του Υπουργικού Συμβουλίου.
(2)(α) Για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο Υπουργός, μετά από συναντήσεις και διαβουλεύσεις με τον Επίτροπο, καθορίζει ή αναθεωρεί το πλαίσιο γενικής πολιτικής σε σχέση με τα ταχυδρομεία, δημοσιεύει το αναθεωρημένο πλαίσιο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(β) Για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες ο Υφυπουργός, μετά από συναντήσεις και διαβουλεύσεις με τον Επίτροπο, καθορίζει ή αναθεωρεί το πλαίσιο γενικής πολιτικής σε σχέση με τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, δημοσιεύει το αναθεωρημένο πλαίσιο στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(3) (α) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου και του εδαφίου (6) του άρθρου 43 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου, ο Επίτροπος οφείλει να ζητά και να λαμβάνει υπόψη τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής πριν από την άσκηση οποιασδήποτε εκ των αρμοδιοτήτων και εξουσιών του που αναφέρονται στο άρθρο 20, με εξαίρεση -
(i) τις αρμοδιότητες και εξουσίες που προβλέπονται στις παραγράφους (ε), (ι), (κ) και (κα)(ii) του άρθρου 20 και τις αρμοδιότητες και εξουσίες που προβλέπονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 34 και στο άρθρο 35 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου και στις διατάξεις της Οδηγίας 2014/61/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Μαϊου 2014 για μέτρα μείωσης του κόστους εγκατάστασης υψίρρυθμων δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών,
(ii) τις αρμοδιότητες και εξουσίες που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 9 του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου, εκτός αυτών που αφορούν την ετοιμασία, τον εκσυγχρονισμό και τη δημοσίευση του σχεδίου αριθμοδότησης και τη δημοσίευση σχετικών διαδικασιών,
(iii) τις αρμοδιότητες και εξουσίες που προβλέπονται στην παράγραφο (κστ) του άρθρου 20 και αφορούν θέματα διοικητικής λειτουργίας του Γραφείου:
(β) Σε περίπτωση που η προαναφερόμενη Συμβουλευτική Επιτροπή δεν του διαβιβάσει τη γνώμη της εντός του χρονικού πλαισίου που καθορίζει ο Επίτροπος δυνάμει του Άρθρου 32(1)(θ) ο Επίτροπος έχει την εξουσία να ασκήσει οιαδήποτε εκ των αρμοδιοτήτων και εξουσιών του που αναφέρονται στο Άρθρο 20 χωρίς να λάβει υπόψη την άποψη της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
20. Με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου, αναφορικά με τις αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα του Επιτρόπου σε ότι αφορά τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, αποτελεί αρμοδιότητα και εξουσία του Επιτρόπου, μεταξύ άλλων-
(α) να συμβουλεύει τον Υπουργό και τον Υφυπουργό επί θεμάτων που αφορούν τα ταχυδρομεία και τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, αντίστοιχα, στην Κύπρο,
(β) να εφαρμόζει στα ταχυδρομεία και στις ηλεκτρονικές επικοινωνίες το εκάστοτε ακολουθητέο πλαίσιο γενικής πολιτικής που πιθανόν να του διαβιβάζεται από τον Υπουργό και τον Υφυπουργό, αντίστοιχα, στο πλαίσιο των μεταξύ τους συναντήσεων και διαβουλεύσεων που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 19,
(γ) [Διαγράφηκε],
(δ) να θέτει και δημοσιεύει με διάταγμα ή απόφαση προδιαγραφές ποιότητας για οποιοδήποτε παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών, ανάλογα με την περίπτωση, και να επιτηρεί και διασφαλίζει τη συμμόρφωσή τους με τις εν λόγω προδιαγραφές, και να διατάσσει τη λήψη διορθωτικών μέτρων,
(ε) να εγγράφει πρόσωπο, το οποίο του κοινοποιεί δραστηριοποίησή του στον τομέα ταχυδρομικών υπηρεσιών και να χορηγεί άδεια, στις περιπτώσεις που ο παρών Νόμος θέτει υποχρέωση εξασφάλισης αδειοδότησης από τον Επίτροπο, για την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών και να προβαίνει σε όλες τις απαραίτητες ενέργειες για την αποτελεσματική διαχείριση του σχετικού καθεστώτος αδειοδότησης,
(στ) [Διαγράφηκε],
(ζ) [Διαγράφηκε],
(η) [Διαγράφηκε],
(θ) να ασκεί τις αρμοδιότητές του αναφορικά με τις απαιτήσεις της καθολικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εκδίδοντας οποιοδήποτε διάταγμα ή απόφαση απαιτείται προς τον σκοπό αυτό.
(ι) να διατηρεί ιστοσελίδα, η οποία να ενημερώνεται σε τακτική βάση, στην οποία καταγράφονται κείμενα, αποφάσεις, εκθέσεις, διαβουλεύσεις και πληροφορίες που συμβάλλουν στη δημιουργία μιας ανοικτής και ανταγωνιστικής αγοράς, να διατηρεί μητρώο των παροχέων ταχυδρομικών υπηρεσιών που έχουν εξουσιοδότηση για την παροχή τέτοιων υπηρεσιών στην Κύπρο, καθώς και να διατηρεί μητρώο το οποίο εμπεριέχει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες αναφορικά με την αγορά ταχυδρομείων στην Κύπρο,
(ια) [Διαγράφηκε],
(ιβ) [Διαγράφηκε],
(ιγ) να παρέχει τις υπηρεσίες του για την επίλυση διαφορών που προκύπτουν, μεταξύ άλλων, μεταξύ παροχέων ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(ιδ) [Διαγράφηκε],
(ιε) να εκδίδει κάθε Απόφαση και Διάταγμα, συμπεριλαμβανομένων προσωρινών μέτρων, αναφορικά με ζητήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητές του,
(ιστ) [Διαγράφηκε],
(ιζ) [Διαγράφηκε],
(ιη) να καθορίζει και ρυθμίζει με απόφαση, το πλαίσιο τελών, συμπεριλαμβανομένων του κατώτατου και/ή ανώτατου ορίου τιμών προς διασφάλιση θεμιτού και υγιούς ανταγωνισμού, του εκάστοτε παροχέα καθολικής υπηρεσίας ταχυδρομικών υπηρεσιών στην Κύπρο,
(ιθ) να διευρύνει ή διαφοροποιεί από καιρό σε καιρό, υπό το φως των τεχνολογικών εξελίξεων και/ή νέων συνθηκών όπως αυτές προβλέπονται στο εκάστοτε εν ισχύι δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την ισχύουσα, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ελάχιστη δέσμη ταχυδρομικών υπηρεσιών η οποία αποτελεί κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο την καθολική υπηρεσία για ταχυδρομικές υπηρεσίες,
(κ) να επιβάλλει διοικητικά πρόστιμα ή άλλες κυρώσεις, σε περιπτώσεις που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και/ή σε διατάγματα και/ή σε αποφάσεις και/ή σε Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σε σχέση με τη μη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ή των διαταγμάτων και/ή αποφάσεων, και/ή Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και/ή Αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά την έννοια που αποδίδει στους όρους ο περί Εφαρμογής των Κοινοτικών Κανονισμών και Κοινοτικών Αποφάσεων Νόμος του 2007, να καθορίζει με διάταγμα το ύψος αυτών των προστίμων και κυρώσεων και τη διαδικασία επιβολής τους,
(κα) να καταρτίζει το γενικό πλαίσιο πολιτικής ενημέρωσης και πληροφόρησης των καταναλωτών και να τηρεί ενήμερο το κοινό στο σύνολό του επί θεμάτων ταχυδρομείων,
(κβ) [Διαγράφηκε],
(κγ) να καθορίζει με διαταγματα διαδικασίες και κριτήρια για τη χορήγηση αδειών για την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών
(κδ) να εκδίδει οποιοδήποτε διάταγμα και/ή απόφαση έχει αρμοδιότητα να εκδίδει δυνάμει του παρόντος Νόμου,
(κε) να συνεργάζεται με τις Εθνικές Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων Κρατών Μελών, καθώς επίσης και με διεθνείς οργανισμούς, να συμμετέχει στον BEREC και να εκπροσωπεί την Κύπρο σε διεθνείς οργανισμούς και συναντήσεις σε θέματα που άπτονται των αρμοδιοτήτων του, με την επιφύλαξη των όσων ορίζονται διαφορετικά σε διεθνείς συμφωνίες,
(κστ) να ασκεί οποιεσδήποτε άλλες αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα, τα οποία του παρέχονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή δυνάμει των Κανονισμών και Διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού,
(κζ) [Διαγράφηκε],
(κη) [Διαγράφηκε].
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 23(I)/2022
21. Ο Επίτροπος υποχρεούται να φροντίζει ότι κατά την ως άνω άσκηση των αρμοδιοτήτων του διασφαλίζονται οι αρχές της διαφάνειας, της ισότιμης μεταχείρισης, της αντικειμενικότητας και της αναλογικότητας.
22. (1) Ο Επίτροπος κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του δύναται να διαβουλεύεται και να ζητεί τη συνδρομή της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού, να συνεργάζεται με αυτήν και να παρέχει τη συνδρομή του, κατόπιν αιτήματός της, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων της, στη βάση των διατάξεων της εκάστοτε ισχύουσας νομοθεσίας περί προστασίας του ανταγωνισμού και για τους σκοπούς αυτούς, ο Επίτροπος και η Επιτροπή Προστασίας του Ανταγωνισμού δύνανται να ανταλλάσσουν μεταξύ τους πληροφορίες.
(2) [Διαγράφηκε].
23. (α) Προς τον σκοπό άσκησης της αρμοδιότητας και εξουσίας του να καθορίζει και ρυθμίζει με διατάγματα δυνάμει του άρθρου 20 (ιη) το πλαίσιο χρεώσεων και τελών συμπεριλαμβανομένων κατώτατου και/ή ανώτατου ορίου τιμών του παροχέα Καθολικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας, ο Επίτροπος δύναται να εξετάζει και λαμβάνει υπόψη το επίπεδο αποδοτικής προσφοράς υπηρεσιών ή/ και δικτύων.
(β) Για τους σκοπούς άσκησης της εξουσίας του δυνάμει της παραγράφου (α), ο Επίτροπος δύναται να εξετάζει τους σχετικούς λογαριασμούς του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, όλων των κεφαλαιουχικών και λειτουργικών δαπανών του, καθώς και οποιοδήποτε κόστος σχετίζεται άμεσα ή έμμεσα με τις παρεχόμενες υπηρεσίες ή/και δίκτυα.
(γ) Ο Επίτροπος δύναται, σε κάθε περίπτωση, να αποφασίζει, κατόπιν εξέτασης των αναφερόμενων στην παράγραφο (β) στοιχείων, σε σχέση με συμφωνίες παροχής υπηρεσιών που πρόκειται να συναφθούν ότι τα προβλεπόμενα σε αυτές ποσά τιμών δεν είναι δικαιολογημένα, και να μην υιοθετεί εισηγήσεις ή απόψεις του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, σε σχέση με την έκδοση διαταγμάτων καθορισμού και ρύθμισης του πλαισίου χρεώσεων και τιμών του, συμπεριλαμβανομένου κατώτατου και/ή ανώτατου ορίου τιμών.
24. (α) Σε σχέση με τις πιο κάτω αρμοδιότητες και εξουσίες του, ο Επίτροπος οφείλει, πριν προβεί σε άσκησή τους, να διεξάγει δημόσια ακρόαση στην οποία έχουν δικαίωμα να συμμετάσχουν όλοι οι παροχείς που επηρεάζονται άμεσα από την άσκηση των εν λόγω εξουσιών:
(i) σε σχέση με την έκδοση διαταγμάτων για τον καθορισμό και ρύθμιση του πλαισίου χρεώσεων και τελών, συμπεριλαμβανομένων του κατώτατου και ανώτατου επιπέδου τιμών του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, σύμφωνα με το άρθρο 20(ιη),
(ii) Σε σχέση με την απόφαση το εάν τα προβλεπόμενα τέλη σε συμφωνίες, χρήσης εγκαταστάσεων και πρόσβασης στο δίκτυο ταχυδρομικών υπηρεσιών όσον αφορά τη χρήση εγκαταστάσεων και πρόσβασης είναι δικαιολογημένα σύμφωνα με το Άρθρο 23(α),
(iii) Αναφορικά με την έκδοση διατάγματος για την διεύρυνση ή άλλη τροποποίηση της ελάχιστης δέσμης ταχυδρομικών υπηρεσιών που εκάστοτε ισχύουν, σύμφωνα με το Άρθρο 20(ιθ).
(β) Δια διαταγμάτων δύναται να καθορίζεται ο τρόπος διεξαγωγής των δημόσιων ακροάσεων σύμφωνα με την παράγραφο (α) και η διαδικασία γνωστοποίησης και πρόσκλησης των προσώπων σε αυτές.
25. (1) Προς τον σκοπό της διασφάλισης της καλύτερης ενάσκησης των αρμοδιοτήτων και εξουσιών του που αναφέρονται στο Μέρος 5 του παρόντος Νόμου, ο Επίτροπος, συμμορφούμενος με την αρχή της αναλογικότητας, με αιτιολογημένο αίτημά του, δύναται -
(α) να απαιτεί από παροχείς δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών και/ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών να του παρέχουν πληροφορίες και υποβάλλουν δηλώσεις και εκθέσεις σχετικά με τις εργασίες τους κατά χρονικά διαστήματα και σε τύπο, ως ο Επίτροπος δύναται εκάστοτε να καθορίζει περιλαμβανομένου συγκεκριμένου χρονοδιαγράμματος για την υποβολή των ζητούμενων πληροφοριών και του επιπέδου λεπτομέρειας που πρέπει να χαρακτηρίζει τις πληροφορίες προς υποβολή. Οι ζητούμενες πληροφορίες, περιλαμβανομένων πληροφοριών νομικής, τεχνικής, οικονομικής και εμπορικής φύσεως, χρησιμοποιούνται από τον Επίτροπο για τη διασφάλιση της συμμόρφωσης των παροχέων με τις υποχρεώσεις τους που απορρέουν από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και τις πρόνοιες των Διαταγμάτων και Αποφάσεων του Επιτρόπου που εκδίδονται προς εφαρμογή του παρόντος Νόμου,
(β) να διατάσσει οποιοδήποτε πρόσωπο που παρέχει δίκτυα ή/και υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών, να υποβάλει πληροφορίες σε σχέση με τα μελλοντικά του σχέδια ανάπτυξης δικτύων και υπηρεσιών που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις χονδρικές υπηρεσίες που προσφέρουν σε άλλους παροχείς. Ο Επίτροπος δύναται να απαιτεί από πρόσωπα που έχουν καθοριστεί ως παροχείς με Σημαντική Ισχύ στη σχετική χονδρική αγορά, να υποβάλουν οικονομικά στοιχεία που αφορούν τις λιανικές αγορές οι οποίες σχετίζονται με τις αντίστοιχες χονδρικές αγορές στις οποίες έχουν καθοριστεί ως παροχείς με Σημαντική Ισχύ.
(γ) να διατάσσει οποιοδήποτε πρόσωπο που παρέχει δίκτυα ή/και υπηρεσίες Ταχυδρομικών Υπηρεσιών, να υποβάλει πληροφορίες σε σχέση με τα μελλοντικά του σχέδια ανάπτυξης δικτύων και υπηρεσιών που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις χονδρικές υπηρεσίες που προσφέρουν σε άλλους παροχείς. Ο Επίτροπος δύναται επίσης να απαιτεί από τον παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, να υποβάλλει οικονομικά στοιχεία που αφορούν λιανικές υπηρεσίες, οι οποίες σχετίζονται με χονδρικές υπηρεσίες.
(2) (α) Πρόσωπα από τα οποία ζητείται να υποβάλουν πληροφορίες, σύμφωνα με το προηγούμενο εδάφιο, οφείλουν να ανταποκρίνονται έγκαιρα και στο βαθμό λεπτομέρειας που απαιτείται από τον Επίτροπο.
(β) Κάθε παροχέας δικτύων ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών θα παρέχει στον Επίτροπο κάθε πληροφορία που ορίζεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, κατόπιν του αιτιολογημένου αιτήματός του, και σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα και το εύρος της λεπτομέρειας που ορίζονται στο σχετικό αίτημα.
(γ) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης ενός προσώπου με το σχετικό αίτημα του Επιτρόπου για την παροχή πληροφοριών σύμφωνα με το παρόν άρθρο, εκτός των διατάξεων του παρόντος Νόμου, θα εφαρμόζονται και οι διατάξεις του Νόμου περί της Προστασίας του Ανταγωνισμού σχετικά με την άρνηση παροχής πληροφοριών/στοιχείων.
(δ) Ο Επίτροπος, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, θα παράσχει σε αυτήν τις απαραίτητες πληροφορίες σχετικά με την ενάσκηση των καθηκόντων του. Οι απαιτούμενες πληροφορίες θα είναι ανάλογες προς τον σκοπό υλοποίησης των καθηκόντων αυτών. Σε περίπτωση που οι παρεχόμενες πληροφορίες σχετίζονται με πληροφορίες που έχουν προηγουμένως υποβληθεί από πρόσωπο, κατόπιν αιτήματος της εθνικής ρυθμιστικής αρχής, το πρόσωπο αυτό θα ενημερώνεται σχετικά. Ο Επίτροπος δύναται να υποβάλει αιτιολογημένο αίτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπως μη χορηγήσει τις παρεχόμενες πληροφορίες στην Ρυθμιστική Αρχή ενός άλλου Κράτους Μέλους, ειδικά όταν αυτό απαιτείται στα πλαίσια της διασφάλισης του επιχειρηματικού απορρήτου.
(ε) Ο Επίτροπος δύναται να παρέχει τις ανωτέρω πληροφορίες σε άλλη Ρυθμιστική Αρχή της Κύπρου ή άλλου Κράτους Μέλους, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος, και όπου αυτό απαιτείται προς τον σκοπό της συμμόρφωσης της άλλης Ρυθμιστικής Αρχής της Κύπρου ή άλλου Κράτους Μέλους με τις υποχρεώσεις των σύμφωνα με το Κοινοτικό δίκαιο. Σε περίπτωση που οι πληροφορίες κρίνονται ως εμπιστευτικές από τον Επίτροπο, σύμφωνα με τις κοινοτικές και εθνικές διατάξεις περί επιχειρηματικού απορρήτου, ο Επίτροπος δύναται να υποβάλει αιτιολογημένο αίτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή στις ενδιαφερόμενες ρυθμιστικές αρχές προκειμένου να διασφαλίσουν την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών, και ειδικότερα των όσων αφορούν το επιχειρηματικό απόρρητο.
(στ) Ο Επίτροπος δημοσιεύει τις πληροφορίες που συμβάλλουν στην εγκαθίδρυση μιας ανοιχτής και ανταγωνιστικής αγοράς, σύμφωνα με τις διατάξεις της ισχύουσας νομοθεσίας που αφορούν την πρόσβαση του κοινού σε πληροφορίες, με την επιφύλαξη των κοινοτικών και εθνικών κανόνων περί επιχειρηματικού απορρήτου. Οι όροι σύμφωνα με τους οποίους επιτρέπεται η πρόσβαση του κοινού στις πληροφορίες της ανωτέρω παραγράφου, συμπεριλαμβανομένων των διαδικασιών για την παροχή αυτής της πρόσβασης, καθορίζονται με απόφαση του Επιτρόπου, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα.της Δημοκρατίας.
(3) (α) Ο Επίτροπος θα διαφυλάττει και δέχεται ως εμπιστευτική κάθε πληροφορία που παρέχεται από πρόσωπο και κατηγοροποιείται από αυτό ως εμπιστευτική, εκτός από τις περιπτώσεις όπου ο Επίτροπος έχει βάσιμους λόγους να κρίνει διαφορετικά.
(β) Ο Επίτροπος δεν θα αποκαλύπτει πληροφορίες που καλύπτονται από υποχρέωση επαγγελματικού απορρήτου, και συγκεκριμένα πληροφορίες αναφορικά με αδειοδοτημένους ή κοινοποιημένους παροχείς, τις επαγγελματικές τους σχέσεις ή την τιμολόγησή τους. Η ανωτέρω απαγόρευση τελεί υπό την επιφύλαξη του δικαιώματος του Επιτρόπου να αποκαλύπτει πληροφορίες όπου αυτό είναι θεμελιώδες προς τον σκοπό εκπλήρωσης των καθηκόντων του. Σε μια τέτοια περίπτωση οποιαδήποτε αποκάλυψη θα πρέπει να είναι αναλογική και να λαμβάνει υπόψη τα νόμιμα συμφέροντα των προσώπων προς διασφάλιση των επιχειρηματικών τους μυστικών, ενώ τα επηρεαζόμενα πρόσωπα θα ενημερώνονται πριν από κάθε σχετική αποκάλυψη.
(γ) Σε περίπτωση όπου πληροφορίες έχουν δηλωθεί από το πρόσωπο που τις παρείχε ως εμπιστευτικές, ο Επίτροπος θα καθυστερήσει την παροχή πληροφοριών στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να δοθεί στο πρόσωπο που παρείχε τις πληροφορίες η δυνατότητα να υποβάλει στον Επίτροπο γραπτές παρατηρήσεις μέσα σε επτά (7) ημέρες από την γνωστοποίηση του Επιτρόπου που αναφέρεται στην παρούσα παράγραφο.
(δ) Ο Επίτροπος δύναται, αφού λάβει υπόψη του τις απόψεις και επιχειρήματα που έχουν εκφρασθεί σε αυτόν, κατά την διακριτική του ευχέρεια, να υποβάλει ένα ρητό και αιτιολογημένο αίτημα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να μην διαθέσει τις πληροφορίες που υποβάλονται σύμφωνα με την παράγραφο (ε) σε οποιαδήποτε ρυθμιστική αρχή άλλου Κράτους Μέλους.
(ε) Σε περίπτωση που ο Επίτροπος λαμβάνει πληροφορίες που έχουν χαρακτηρισθεί ως εμπιστευτικές από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή από την Εθνική Ρυθμιστική Αρχή ενός άλλου Κράτους Μέλους, και ο Επίτροπος κρίνει ότι οι ανωτέρω πληροφορίες έχουν κατηγοριοποιηθεί κατ’ αυτόν τον τρόπο σε συμφωνία με τους κανόνες περί επιχειρηματικού απορρήτου του Κοινοτικού Δικαίου ή με τους κανόνες του Κράτους Μέλους από το οποίο προήλθαν, ανάλογα με την περίπτωση, θα διασφαλίζει την εμπιστευτικότητα των ως άνω πληροφοριών.
(στ) Ο Επίτροπος, υπό τον όρο της προστασίας της εμπιστευτικότητας των πληροφοριών που κρίνει ως εμπιστευτικές, θα δημοσιεύει από καιρού εις καιρό τις πληροφορίες που, κατά την κρίση του, θα εδύναντο να συμβάλουν σε μια ανοικτή και ανταγωνιστική αγορά.
26. Ο Επίτροπος δύναται να έχει διαβουλεύσεις με εμπορικούς οργανισμούς, οργανώσεις καταναλωτών, ιδιαίτερα οργανώσεις καταναλωτών με ειδικά προβλήματα, με εκπροσώπους της Κυβέρνησης, και με οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα/οργανισμούς, ως ο Επίτροπος εκάστοτε κρίνει σκόπιμο. Η διαδικασία διενέργειας διαβουλεύσεων ρυθμίζεται με σχετικό διάταγμα του Επιτρόπου.
27. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου ο Επίτροπος δύναται -
(α) Να επιτηρεί τη συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις και τους όρους που θέτει σε άδειες τις οποίες χορηγεί δυνάμει του παρόντος Νόμου,
(β) Να απαιτεί από οποιονδήποτε παροχέα δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών, οποιαδήποτε πληροφορία την οποία δυνατό να κρίνει ευλόγως ως αναγκαία, για σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων και εξουσιών και εκτέλεσης των καθηκόντων του.
(γ) Να επιβάλλει χρηματικές κυρώσεις υπό μορφή διοικητικών προστίμων σε παροχείς δικτύων και/ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, και/ή ταχυδρομικών υπηρεσιών για παράβαση του παρόντος Νόμου ή/και διαταγμάτων,
(δ) Να κλητεύει και εξαναγκάζει κατά τον καθορισμένο σε σχετικό Διάταγμα τρόπο την παρουσία μαρτύρων σε έρευνες,
(ε) Να εκδίδει οποιεσδήποτε αποφάσεις είναι αναγκαίες για εξασφάλιση συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού διαταγμάτων,
(στ) να αναλαμβάνει μια υπόθεση, είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν αιτήματος βάσει καταγγελίας και να αποφασίσει κατά πόσον η επιβολή διοικητικού προστίμου ή κυρώσεων που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο ή τα Διατάγματα ή/και τις Αποφάσεις που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι αιτιολογημένα σε κάθε περίπτωση μη συμμόρφωσης με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και με τα Διατάγματα και τις Αποφάσεις του Επιτρόπου, με τα οποία ορίζονται δικαιώματα και υποχρεώσεις,
(ζ) να εισέρχεται σε οποιοδήποτε εύλογο χρόνο χωρίς υποχρέωση οποιασδήποτε προειδοποίησης, για επιθεώρηση, ή άλλη εύλογη αιτία, προσωπικά ή δια υπαλλήλων του Γραφείου, ή αντιπροσώπων του, δεόντως εξουσιοδοτημένων προς τούτο, σε οποιοδήποτε τόπο, υποστατικό ή μεταφορικό μέσο ξηράς, θάλασσας και αέρα, εξαιρουμένης κατοικίας, το οποίο χρησιμοποιείται για την παροχή οποιωνδήποτε υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών και/ή ταχυδρομείων, και να ελέγχει ως προς τη συμβατότητά του με εθνικές και διεθνείς προδιαγραφές τον χρησιμοποιούμενο εξοπλισμό τερματικών ή ραδιοεξοπλισμό της κατηγορίας ή κατηγοριών που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα του Επιτρόπου καθώς επίσης και να συλλέγει στοιχεία τα οποία ενδεχομένως να χρησιμοποιηθούν για αποδεικτικούς σκοπούς σε οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία αναφορικά με οποιαδήποτε παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με τον παρόντα Νόμο ή τα Διατάγματα ή τις Αποφάσεις που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(η) Αρμόδιοι λειτουργοί του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας και Πολιτικής Αεροπορίας ενεργούντες εις τα πλαίσια των εξουσιών του Επιτρόπου που αναφέρονται ανωτέρω δύνανται να ανακόπτουν, εισέρχονται, επιθεωρούν ερευνούν και διενεργούν έλεγχο σε οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο θάλασσας και αέρα αντίστοιχα και προβαίνουν στις ενέργειες που αναφέρονται ανωτέρω στη παράγραφο (ζ).
(θ)(i) Εφόσον κρίνεται απαραίτητο για διευκόλυνση της ενάσκησης από τον Επίτροπο ή των υπαλλήλων του Γραφείου ή αντιπροσώπων του των εξουσιών τους δυνάμει του παρόντος άρθρου και του Μέρους 12 του Νόμου, ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνίων μπορεί να εξουσιοδοτήσει την αποκάλυψη στον Επίτροπο πληροφοριών που λαμβάνονται για σκοπούς ενάσκησης από τον Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων των αρμοδιοτήτων του σε σχέση με εμπορεύματα που εισάγονται από τρίτες χώρες ή / και διακινούνται μεταξύ της Δημοκρατίας και άλλου κράτους μέλους.
(ii) Η αποκάλυψη πληροφοριών θα γίνεται σύμφωνα με τις οδηγίες του Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων.
(iii) Εφόσον κρίνεται απαραίτητο, ο Διευθυντής του Τμήματος Τελωνείων μπορεί να εξουσιοδοτήσει, όταν και εφόσον αυτό επιτρέπεται με βάση την κείμενη νομοθεσία, την παραπομπή εξοπλισμού τερματικών ή ραδιοεξοπλισμού ορισμένων κατηγοριών ή κλάσεων που εμπίπτουν στα πλαίσια αρμοδιότητας του Επιτρόπου σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρο 81 για έλεγχο από τον Επίτροπο.
(ι) Ο κάτοχος και ο υπεύθυνος οποιουδήποτε υποστατικού ή άλλου χώρου ή μεταφορικού μέσου ξηράς, θάλασσας ή αέρα, και οποιοδήποτε πρόσωπο απασχολείται σε τέτοιο υποστατικό ή άλλο χώρο ή μεταφορικό μέσο, στο οποίο εισέρχεται ο Επίτροπος ή υπάλληλος του Γραφείου ή αντιπρόσωπος του Γραφείου δυνάμει της παραγράφου (ζ) ή αρμόδιος λειτουργός του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας ή της Πολιτικής Αεροπορίας δυνάμει της παραγράφου (η), έχουν έκαστος υποχρέωση να παρέχουν πάσα διευκόλυνση και οποιαδήποτε πληροφορία που κατέχουν, την οποία ο Επίτροπος ή ο υπάλληλος ή αντιπρόσωπος του Γραφείου του ή οι αρμόδιοι λειτουργοί που αναφέρονται ανωτέρω στη παράγραφο (η) εύλογα απαιτούν, οι δε ανωτέρω αναφερόμενοι έχουν εξουσία να λαμβάνουν οποιαδήποτε τέτοια πληροφορία και διευκόλυνση.
(ια) σε περίπτωση που κατά την άσκηση των εξουσιών τους δυνάμει των παραγράφων (ζ) και (η), ο Επίτροπος ή υπάλληλος ή αντιπρόσωπος του Γραφείου του ή αρμόδιος λειτουργός του Τμήματος Εμπορικής Ναυτιλίας ή της Πολιτικής Αεροπορίας παρεμποδίζεται ως προς την άσκηση του δικαιώματος εισόδου του σε οποιαδήποτε υποστατικά ή άλλους χώρους, τηρουμένων κατά τα λοιπά των σχετικών με την έκδοση και εκτέλεση δικαστικών ενταλμάτων έρευνας διατάξεων του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Επαρχιακός Δικαστής, με βάση ένορκη καταγγελία-
(i) αφού ικανοποιηθεί ότι-
(Α) οποιοσδήποτε σταθμός ή συσκευή ή πληροφορίες σε σχέση με αυτά, για τα οποία εξουσιοδοτημένος από τον Επίτροπο λειτουργός έχει εξουσία δυνάμει του παρόντος Νόμου να επιθεωρεί, βρίσκονται σε οποιαδήποτε υποστατικά ή μεταφορικό μέσο ξηράς, θάλασσας ή αέρα και ότι η επιθεώρησή τους είναι πιθανό να αποκαλύψει αποδεικτικά στοιχεία σε σχέση με οποιαδήποτε παράβαση του παρόντος Νόμου, ή
(Β) ότι τέτοια παράβαση έχει λάβει χώρα ή πρόκειται να λάβει χώρα σε οποιαδήποτε υποστατικά ή σε οποιοδήποτε μεταφορικό μέσο ξηράς, θάλασσας ή αέρα, και
(ii) αφού ικανοποιηθεί επίσης ότι-
(Α) η είσοδος στα υποστατικά ή σε μεταφορικό μέσο ξηράς, θάλασσας ή αέρα έχει εμποδιστεί ή είναι πιθανό να εμποδιστεί και ότι έχει δοθεί στον κάτοχο αυτών ειδοποίηση περί της προθέσεως για αίτηση εξασφάλισης τέτοιου διατάγματος, ή
(Β) η αίτηση άδειας εισόδου ή η παροχή τέτοιας ειδοποίησης θα ματαίωνε το σκοπό της εισόδου, ή
(Γ) τα υποστατικά ή τα κτίρια ή το όχημα, πλοίο ή αεροσκάφος είναι κενά κατοχής, δύναται να εκδώσει δικαστικό διάταγμα, με ισχύ δύο μηνών, που να παραχωρεί εξουσία σε εξουσιοδοτημένο από τον Επίτροπο λειτουργό να εισέλθει στα κτίρια ή υποστατικά ή μεταφορικά μέσα ξηράς, θάλασσας ή αέρα για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος Νόμου.».
(ιβ) Νοείται ότι ανεξάρτητα των αναφερόμενων ανωτέρω ο Επίτροπος δύναται και ο ίδιος να προβαίνει στις ενέργειες οι οποίες αναφέρονται ανωτέρω εις την παράγραφο (η), αντί αλλά και παράλληλα με τους λειτουργούς των Τμημάτων που αναφέρονται εις τις εν λόγω παραγράφους αναλόγως ποια διαδικασία ήθελε ο Επίτροπος αποφασίσει ότι επιθυμεί να ακολουθηθεί.
28. (1) (α) Πριν την έκδοση Απόφασης και/ή Διατάγματος δυνάμει του Άρθρου 27(ε) κατά την κρίση του Επιτρόπου, θα ειδοποιείται οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατά την γνώμη του Επιτρόπου, επηρεάζεται ή είναι δυνατόν να επηρεαστεί από την Απόφαση και/ή Διάταγμα, και θα παρέχεται σε αυτό η ευκαιρία να ακουστεί εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την ειδοποίηση περί της έκδοσης Απόφασης και/ή Διατάγματος:
(β) Μετά από ακρόαση, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), ο Επίτροπος εκδίδει και κοινοποιεί το ταχύτερο δυνατόν σε κάθε ενδιαφερόμενο την τελική του Απόφαση και/ή Διάταγμα.
(2) Ο Επίτροπος δεν ζητεί τη γνώμη της Συμβουλευτικής Επιτροπής στις περιπτώσεις έκδοσης Αποφάσεων και/ή Διαταγμάτων για επιβολή συμμόρφωσης, προσωρινών Αποφάσεων και/ή Διαταγμάτων δια θέματα επειγούσης φύσης ή/και επιβολής διοικητικών προστίμων και/ή άλλων διοικητικών κυρώσεων.
29. Πρόσωπο, το οποίο χωρίς εύλογη αιτία παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους Διατάγματος ή Απόφασης που εκδίδεται από τον Επίτροπο δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850) ή και στις δύο αυτές ποινές.
30. (1) Ο Επίτροπος δύναται με δική του πρωτοβουλία, να διεξάγει έρευνες αναφορικά με συγκεκριμένες δραστηριότητες και συγκεκριμένη λειτουργία οποιουδήποτε παροχέα δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών και/ή υπηρεσιών και/ή ταχυδρομικών υπηρεσιών, οι οποίες κρίνονται ότι προκαλούν ζητήματα αναφορικά με τον ανταγωνισμό ή τους καταναλωτές, και κατ’ακολουθία να προβαίνει σε συστάσεις και να εκδίδει Αποφάσεις, ως κατά την γνώμη του είναι πρόσφορο.
(2). Για τους σκοπούς διεξαγωγής έρευνας δυνάμει του εδαφίου (1), ο Επίτροπος δύναται-
(α) να κλητεύει και εξαναγκάζει κατά τον καθορισμένο σε σχετικό Διάταγμα τρόπο την παρουσία μαρτύρων και ενδιαφερόμενων μερών, και την προσαγωγή, παρουσίαση και κατάθεση εγγράφων, βιβλίων, σχεδίων και αρχείων,
(β) να εξετάζει προσωπικά ή δια δικηγόρου μάρτυρες και ενδιαφερόμενα μέρη.
(3). Είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, πρόσωπο το οποίο-
(α) χωρίς εύλογη αιτία, παραλείπει ή αρνείται να συμμορφωθεί με κλήση να παραστεί ενώπιον του Επιτρόπου ή να προσάγει, παρουσιάσει ή καταθέσει οποιοδήποτε έγγραφο, βιβλίο, σχέδιο ή αρχείο,
(β) ενώ είναι μάρτυρας, αρνείται χωρίς εύλογη αιτία να απαντήσει σε οποιοδήποτε ερώτημα που υποβάλλεται.
(4) Πρόσωπο το οποίο καταδικάζεται για διάπραξη ποινικού αδικήματος συνεπεία της παράβασης των εδαφίων (3)(α) και/ή (β), υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10,000), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(5) Κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο δύναται να εκπροσωπείται ενώπιον του Επιτρόπου δια δικηγόρου και να καλεί κατά τον καθορισμένο σε Διατάγματα τρόπο οποιουσδήποτε μάρτυρες.
(6) Ο Επίτροπος διευθύνει οποιαδήποτε ενώπιόν του διαδικασία και έχει εξουσία περιστολής ή καταστολής καταχρήσεως της διαδικασίας ενώπιόν του.
31. (1) Με την επιφύλαξη των εξουσιών που του απονέμονται δυνάμει του Άρθρου 30(1) και (2), ο Επίτροπος δύναται να διεξάγει έρευνα για τις δραστηριότητες και εργασίες οποιουδήποτε παροχέα δικτύων ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και ταχυδρομικών υπηρεσιών, σε σχέση με τον οποίο υποβάλλεται παράπονο από οποιοδήποτε πρόσωπο.
(2) Ο Επίτροπος έχει εξουσία να απορρίπτει το παράπονο, εάν κατά την κρίση του πρόδηλα δεν ευσταθεί. Σε κάθε άλλη περίπτωση, ο Επίτροπος διαβιβάζει αντίγραφο του παραπόνου στον ενδιαφερόμενο παροχέα. Τέτοιο παράπονο δύναται να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας από τον Επίτροπο, εάν ο τελευταίος δεν ικανοποιηθεί από την ανταπόκριση του παροχέα ή εάν ο παραπονούμενος του επιδώσει γραπτή ειδοποίηση ότι το παράπονο δεν έχει αντιμετωπισθεί ικανοποιητικά.
(3) Κατόπιν της υποβολής παραπόνων κατά το εδάφιο (1) στον Επίτροπο, ο Επίτροπος δύναται να εκδώσει Απόφαση η οποία είναι δεσμευτική για τον εν λόγω παροχέα.
32. (1) (α) Εγκαθιδρύεται Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία συγκροτείται από τρία (3) μέλη τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα έξι (6) έτη.
(β) Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει ένα εκ των τριών μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής ως Πρόεδρο αυτής.
(γ) Στον Πρόεδρο και στα Μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής καταβάλλονται από την Επιτροπή έξοδα παραστάσεως, αποζημίωση για κάθε συνεδρίαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, οδοιπορικά και οποιαδήποτε άλλα ωφελήματα αποφασίζει εκάστοτε το Υπουργικό Συμβούλιο για τους προέδρους και τα μέλη των ημικρατικών οργανισμών.
(δ) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να παύει τον Πρόεδρο και οποιοδήποτε μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής πρό της λήξης της περιόδου για την οποία έχει διοριστεί, μόνο για οποιονδήποτε από τους κάτωθι ειδικούς λόγους:
(i) Λόγω πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας ή αναπηρίας ή άλλης οποιασδήποτε ανεξαιρέτως ασθένειας, η οποία θα καθιστούσε αυτόν ανίκανο να εκπληρώσει επαρκώς τα καθήκοντά του για το υπόλοιπο της θητείας του,
(ii) Λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς ή συστηματικής απουσίας ή αμέλειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.
(ε) Κάθε μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής δύναται να παραιτηθεί από την θέση του με την υποβολή γραπτής παραίτησης στο Υπουργικό Συμβούλιο. Η παραίτηση δεν υπόκειται σε ανάκληση, επενεργεί δε αμέσως χωρίς να προαπαιτείται αποδοχή της από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(στ) Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνέρχεται σε τόπο και χρόνο που ορίζονται από τον Πρόεδρό της. Απαρτία συνιστούν και τα τρία (3) μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Σε περίπτωση που ένα μέλος κωλύεται να συμμετάσχει σε συνεδρία, η απαρτία αποτελείται από δύο (2) μέλη, περιλαμβανομένου του Προέδρου· σε τέτοια περίπτωση, η απόφαση πρέπει να είναι ομόφωνη.
(ζ) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (στ), οι αποφάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των μελών της.
(η) [Διαγράφηκε].
(θ) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (ι), η Συμβουλευτική Επιτροπή συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα παρουσία του Επιτρόπου και /ή του Βοηθού Επιτρόπου και μελετά και αποφασίζει για ζητήματα που αφορούν τον παρόντα Νόμο τα οποία της παραπέμπει ο Επίτροπος για γνωμοδότηση. Η Συμβουλευτική Επιτροπή οφείλει να συμβουλεύει τον Επίτροπο σε χρονικό διάστημα το οποίο καθορίζει ο Επίτροπος και το οποίο σε κάθε περίπτωση, δεν είναι λιγότερο από δέκα (10) εργάσιμες μέρες.
(ι) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται, στα πλαίσια άσκησης των αρμοδιοτήτων της, να συνέρχεται σε συνεδρίες που ορίζει ο Πρόεδρός της και χωρίς την παρουσία του Επιτρόπου ή/και του Βοηθού Επιτρόπου, για να συζητά θέματα που ο Επίτροπος παρέπεμψε για γνωμοδότηση και για να ρυθμίζει τη διαδικασία της λειτουργίας της. Η γνωμοδότηση της Επιτροπής γίνεται σε τακτή συνεδρία παρόντος του Επιτρόπου ή και του Βοηθού Επιτρόπου.
(ια) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται να ζητεί ενημέρωση από τον Επίτροπο για συναφή θέματα στα πλαίσια των τακτικών συνεδριάσεών της.
(2). Ο Επίτροπος δύναται να εγκαθιδρύσει Συμβουλευτικά Σώματα επί τοιούτων ζητημάτων ως θέλει εκάστοτε κρίνει σκόπιμο, να διορίζει τα μέλη των και να καταβάλλει τα συνεπαγόμενα έξοδα από το ταμείο του Γραφείου.
33. (1) (α) Ο Επίτροπος αναλαμβάνει την επίλυση διαφοράς ή χειρισμού υπόθεσης είτε με δική του πρωτοβουλία είτε κατόπιν καταγγελίας ή παραπόνου. Στην περίπτωση καταχώρησης καταγγελίας ή παραπόνου, ο Επίτροπος θα έχει την εξουσία να απορρίψει την καταγγελία εάν κατά τη γνώμη του είναι προφανώς αβάσιμη. Σε όλες τις άλλες περιπτώσεις, ο Επίτροπος θα διαβιβάζει αντίγραφο της καταγγελίας στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Η ανωτέρω καταγγελία δύναται να αποτελέσει το αντικείμενο εξέτασης ή/και έρευνας από τον Επίτροπο εάν αυτός δεν ικανοποιείται με την απάντηση του παροχέα ή εάν ο καταγγέλλων υποβάλει γραπτή ειδοποίηση ότι δεν υπήρξε ικανοποιητικός χειρισμός της καταγγελίας.
(β) Δυνάμει της παραγράφου (α) του παρόντος άρθρου , ο Επίτροπος δύναται να προβεί στην έκδοση μιας απόφασης η οποία είναι δεσμευτική για το πρόσωπο αυτό.
(2) (α) Ο Επίτροπος έχει την εξουσία έκδοσης προσωρινής Απόφασης ή/και Διατάγματος, για περιπτώσεις επείγουσας φύσης προκειμένου να διασφαλίσει τον ανταγωνισμό και να προστατεύσει τα συμφέροντα των χρηστών.
(β) Σε αυτές τις περιπτώσεις ο Επίτροπος θα ζητήσει από οποιοδήποτε εκ των επηρεαζομένων μερών να διατυπώσει τις απόψεις του εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την έκδοση της Απόφασης και/ή Διατάγματος, αναφορικά με το εάν η προσωρινή Απόφαση και/ή Διάταγμα θα έπρεπε να ανακληθεί ή τροποποιηθεί.
(γ) Μετά από ακρόαση, κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο β, ο Επίτροπος εκδίδει και κοινοποιεί το ταχύτερο δυνατόν σε κάθε επηρεαζόμενο μέρος την τελική του Απόφαση και/ή Διάταγμα.
(3) Ο Επίτροπος έχει την εξουσία να επιβάλει διοικητικά πρόστιμα ή άλλες κυρώσεις, όπως αυτά δύνανται να διατάσσονται με απόφαση δυνάμει του, Άρθρου 20, (κ), αναφορικά με την μη συμμόρφωση με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή/και διατάγματα ή/και αποφάσεις.
(4) (α) Ο Επίτροπος έχει την εξουσία να παρέμβει και να επιλύσει μια διαφορά, είτε αυτεπάγγελτα ή κατόπιν αιτήματος οποιουδήποτε από τα μέρη, με δεσμευτική απόφαση μέσα σε τέσσερις μήνες από τη στιγμή που ειδοποιήθηκε για την διαφορά, προκειμένου να διασφαλίσει την συμμόρφωση με τις προϋποθέσεις του παρόντος Νόμου και διαταγμάτων ή/και αποφάσεων.
(β) Ο Επίτροπος εκδίδει διάταγμα με το οποίο καθορίζει τις διαδικασίες ακρόασης των μερών, επιβολής προστίμων και/ή άλλων διοικητικών κυρώσεων και το ύψος αυτών σχετικά με την επίλυση διαφορών, και θα διασφαλίζει ότι όλες οι έρευνες, επιλύσεις και/ή αποφάσεις θα γίνονται σύμφωνα με αυτές τις διαδικασίες.
(5) Ο Επίτροπος δύναται να αρνηθεί την επίλυση μιας διαφοράς με δεσμευτική απόφαση όταν υπάρχουν άλλοι μηχανισμοί, συμπεριλαμβανομένης της διαμεσολάβησης, οι οποίοι θα μπορούσαν να συμβάλλουν καλύτερα στην έγκαιρη επίλυση της διαφοράς. Εάν η διαφορά δεν έχει επιλυθεί εντός τριών (3) μηνών και το μέρος το οποίο επιζητεί την επανόρθωση δεν την έχει φέρει ενώπιον δικαστηρίου, ο Επίτροπος θα εκδώσει, κατόπιν αιτήματος ενός των μερών, δεσμευτική απόφαση για την επίλυση της διαφοράς το συντομότερο δυνατό, και εν πάσει περιπτώσει, εντός τριών (3) μηνών. Ο Επίτροπος δύναται να παρέμβει πριν την πάροδο των τριών (3) μηνών εάν ένα από τα μέρη που εμπλέκονται στη διαφορά δύναται να πείσει τον Επίτροπο ότι οι διαφορές μεταξύ των θέσεων των μερών έχουν τέτοια έκταση που καθιστά απίθανη την επίλυση της διαφοράς εντός του χρονικού διαστήματος των τριών μηνών.
(6) Η δικαιοδοσία του Επιτρόπου δεν δύναται να υπερκερασθεί δια σύμβασης ή συμφωνίας. Οποιαδήποτε προσπάθεια προς αποκλεισμό της δικαιοδοσίας του Επιτρόπου με αυτόν τον τρόπο θα θεωρείται άκυρη και ανυπόστατη και άρα ως μη-εκτελεστή για οποιοδήποτε από τα μέρη. Η ακυρότητα αυτού του όρου δεν θα επηρεάζει από μόνη της την ισχύ της λοιπής σχετικής συμφωνίας ή σύμβασης.
(7) Ο Επίτροπος έχει την διακριτική ευχέρεια να αποφασίζει, σύμφωνα με ποιά άρθρα του παρόντος μέρους θα επιλύεται η διαφορά. Οι κατηγορίες διαφορών, όπως αυτές περιγράφονται στα κατωτέρω άρθρα του παρόντος μέρους, είναι ενδεικτικές.
(8) Ο Επίτροπος δύναται να εκδίδει Διάταγμα που να καθορίζει τη διαδικασία και τον τρόπο με τον οποίο το Γραφείο συλλέγει το σύνολο των ποσών που οφείλονται στο Γραφείο, συμπεριλαμβανομένων, μεταξύ άλλων, των διοικητικών προστίμων βάσει του παρόντος Νόμου και/ή διαταγμάτων και/ή αποφάσεων.
(8Α) [Διαγράφηκε].
34. (1) Σε περίπτωση που ανακύψει διαφορά μεταξύ οργανισμών, ο Επίτροπος, υπό την επιφύλαξη των διατάξεων του παρόντος άρθρου, δύναται να ξεκινήσει έρευνα προς το σκοπό της επίλυσης της διαφοράς.
(2)(α) Κατόπιν γνωστοποίησης του αιτήματος ενός οργανισμού για επίλυση διαφοράς, ο Επίτροπος λαμβάνει απόφαση, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την ημερομηνία γνωστοποίησης σε αυτόν της διαφοράς, από οποιοδήποτε από τα μέρη, με την επιφύλαξη άλλης προθεσμίας, που ορίζεται ειδικά στον Νόμο, και μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις είναι δυνατή η υπέρβαση αυτής της περιόδου.
(β) Κατά την επίλυση της διαφοράς, η απόφαση του Επιτρόπου αποσκοπεί στη διασφάλιση της συμμόρφωσης με τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των διαταγμάτων που εκδίδονται δυνάμει αυτού.
(3) Ο Επίτροπος δύναται να αποφασίζει την μη έναρξη της έρευνας που αναφέρεται στο παρόν άρθρο όπου διαβεβαιούται ότι τα μέρη έχουν στη διάθεσή τους άλλους μηχανισμούς έγκαιρης επίλυσης της διαφοράς, ή εάν έχουν κινηθεί από οποιοδήποτε από τα μέρη σχετικές διαδικασίες ενώπιον Δικαστηρίου.
(4) Για τις περιπτώσεις εκείνες όπου ο Επίτροπος αποφασίζει την μη έναρξη έρευνας επί τη βάσει του παρόντος άρθρου, θα ενημερώνει τα μέρη για την απόφασή του αυτή το συντομότερο δυνατόν, καθώς και για την αιτιολογία της σχετικής απόφασής του.
(5) Κατά την λήψη απόφασης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ο Επίτροπος θα λαμβάνει υπόψη τους στόχους που αναφέρονται στο άρθρο 2 του παρόντος Νόμου.
(6) Πρόσωπο που αποτυγχάνει να συνεργαστεί σε έρευνα που διενεργείται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ή που αποτυγχάνει να συμμορφωθεί με απόφαση που εκδίδεται σύμφωνα με το παρόν άρθρο, κρίνεται ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το ποσό των χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1700) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(7) [Καταργήθηκε].
(8) [Καταργήθηκε].
(9) [Καταργήθηκε].
35. (1). Στην περίπτωση διασυνοριακής διαφοράς που προκύπτει αναφορικά με δικαιώματα και υποχρεώσεις που απορρέουν από τον παρόντα Νόμο, ή το Κοινοτικό Δίκαιο, η οποία σωρευτικά:
(α) έχει διασυνοριακό χαρακτήρα, καθόσον αφορά μέρη (είτε παροχείς δικτύων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή υπηρεσιών, ή/και χρήστες συμπεριλαμβανομένων τελικών χρηστών, είτε παροχείς ταχυδρομικών υπηρεσιών) σε διαφορετικά Κράτη Μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και
(β) εμπίπτει ταυτόχρονα στην αρμοδιότητα του Επιτρόπου και την αρμοδιότητα ενός ή περισσοτέρων άλλων Ρυθμιστικών Αρχών στα Κράτη Μέλη,
θα εφαρμόζεται επακριβώς η διαδικασία που περιγράφεται στο Άρθρο 34.
(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου:
(α) Μια διαφορά θεωρείται ότι εμπίπτει ταυτόχρονα στην αρμοδιότητα ενός ή περισσοτέρων Ρυθμιστικών Αρχών στα Κράτη Μέλη, όταν σχετίζεται άμεσα με τη διενέργεια δραστηριοτήτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομικών υπηρεσιών από ένα ή και τα δύο από τα εμπλεκόμενα στη διαφορά μέρη, σε περισσότερα του ενός Κράτους Μέλους, ή με τη διενέργεια δραστηριοτήτων ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομικών υπηρεσιών που λαμβάνουν χώρα σε διαφορετικά Κράτη Μέλη από διαφορετικά μέρη στη διαφορά.
(β) Μια δραστηριότητα ηλεκτρονικών επικοινωνιών θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα σε ένα Κράτος Μέλος όταν σχετίζεται με ένα δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών που είναι εγκατεστημένο σε αυτό το Κράτος Μέλος.
(γ) Μια δραστηριότητα ταχυδρομικών υπηρεσιών θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα σε ένα Κράτος Μέλος όταν σχετίζεται με παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών που παρέχονται σε αυτό το Κράτος Μέλος.
(3) Ο Επίτροπος έχει αρμοδιότητα προς επιδίκαση μιας διαφοράς κατόπιν αιτήσεως ενός μέρους, είτε παροχέα, είτε χρήστη, είτε συνδρομητή, το οποίο θεμελιώνει ότι έχει έννομο συμφέρον προς την επίλυση της διαφοράς. Για την επίλυση της διαφοράς θα ακολουθείται η διαδικασία επίλυσης διαφορών του άρθρου 34, όπως αυτή προβλέπεται αναλυτικά στο σχετικό Διάταγμα αναφορικά με τις διαδικασίες ακροάσεων και επιβολής διοικητικών προστίμων/άλλων κυρώσεων αναφορικά με την επίλυση διαφορών, με την επιφύλαξη των περιορισμών που επιβάλλονται στα εδάφια (4) έως (6) πιο κάτω.
(4) Πριν ο Επίτροπος προβεί σε οποιοδήποτε μέτρο για την επίλυση της διαφοράς, οφείλει να ενημερώσει τις συναρμόδιες Ρυθμιστικές Αρχές των άλλων Κρατών Μελών που εμπλέκονται στη διαφορά ενώπιόν του, και να συνεργαστεί με αυτές προς το σκοπό της κοινής επίλυσης της διαφοράς, σύμφωνα με τους σκοπούς του Άρθρου 2, και υπό την επιφύλαξη των προϋποθέσεων των διατάξεων του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου και του Άρθρου 25 του παρόντος Νόμου. Ο Επίτροπος δύναται να συμβουλευτεί τον BEREC, προκειμένου να καταλήξει σε μια συνεκτική επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τους σκοπούς του άρθρου 18 καθώς και να ζητήσει από αυτόν να εκδώσει γνώμη ως προς τη δράση που πρέπει να αναληφθεί. Σε περίπτωση που υποβάλει τέτοιο αίτημα, ο Επίτροπος αναμένει τη γνώμη του BEREC, προτού αναλάβει δράση για την επίλυση της διαφοράς, με την επιφύλαξη της εξουσίας του να λάβει επείγοντα μέτρα, όπου αυτό κρίνεται απαραίτητο.
(5) Τα μέτρα που πρόκειται να υιοθετηθούν από τον Επίτροπο ή/και τις άλλες συναρμόδιες Ρυθμιστικές Αρχές από τα άλλα Κράτη Μέλη θα είναι σύμφωνα, στο μεγαλύτερο δυνατό μέτρο, με τη συμφωνία περί συνεργασίας μεταξύ των διαφόρων Εθνικών Ρυθμιστικών Αρχών και θα λαμβάνουν ιδιαιτέρως υπόψη τη γνώμη που εκδίδει ο BEREC.
(6) Ο Επίτροπος δύναται, κατόπιν της κοινής απόφασης των συναρμόδιων Ρυθμιστικών Αρχών των άλλων Κρατών Μελών, να αρνηθεί να επιλύσει μια διαφορά όταν υφίστανται άλλοι μηχανισμοί, συμπεριλαμβανομένης της διαμεσολάβησης ή/και της διαιτησίας, που θα συνέβαλαν στην έγκαιρη επίλυση της διαφοράς, σύμφωνα με τις προϋποθέσεις του Άρθρου 33 του παρόντος Νόμου. Η απόφαση του Επιτρόπου, η οποία θα ληφθεί σε συμφωνία με τις συναρμόδιες Ρυθμιστικές Αρχές, θα γνωστοποιείται στα μέρη και στον BEREC.
(7) Ο Επίτροπος θα προβεί σε μια κοινή επίλυση της διαφοράς σύμφωνα με τα εδάφια (3) έως (6), κατόπιν αιτήματος ενός από τα μέρη, εάν ύστερα από τέσσερις (4) μήνες από την υποβολή της διαφοράς στον Επίτροπο, η διαφορά δεν έχει επιλυθεί, και εάν στο μεσοδιάστημα κανένα από τα μέρη δεν έχει φέρει την διαφορά ενώπιον Δικαστηρίου.
(8) Η διαδικασία που περιγράφεται στα εδάφια (3) έως (7) δεν εμποδίζει κανένα από τα μέρη να προβούν σε δικαστηριακή επίλυση της διαφοράς.
36. (1) Ακροάσεις ενώπιον του Επιτρόπου δύνανται να πραγματοποιηθούν σύμφωνα με τους όρους και τις προϋποθέσεις του σχετικού Διατάγματος προστίμων/άλλων κυρώσεων αναφορικά με την επίλυση διαφορών για τις περιπτώσεις εκείνες όπου ένας καταναλωτής, είτε γραπτώς ή μέσω του ειδικά σχεδιασμένου στην ιστοσελίδα του ΓΕΡΗΕΤ μηχανισμού ηλεκτρονικής μηχανογράφησης, αιτείται την επιδίκαση διαφοράς.
(2) Όπου απαιτείται, ο Επίτροπος δύναται να διατάσσει την αποκατάσταση ή αποζημίωση ενός καταναλωτή, ανάλογα με τη φύση της ισχυριζόμενης παράβασης και την επερχόμενη βλάβη.
(3) Για τις περιπτώσεις εκείνες όπου οι αναφερόμενες στο παρόν άρθρο διαφορές αφορούν μέρη σε διαφορετικά Κράτη Μέλη, ο Επίτροπος θα συνεργάζεται με τις άλλες αρμόδιες αρχές για επίλυση διαφορών καταναλωτών στα άλλα Κράτη Μέλη, προκειμένου να επιτευχθεί η επίλυση της διαφοράς.
(4) Η διαδικασία που περιγράφεται στο παρόν άρθρο δεν εμποδίζει οποιοδήποτε μέρος να προβεί σε δικαστική επίλυση της διαφοράς.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 113(I)/2007
- 51(I)/2012
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 113(I)/2007
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 113(I)/2007
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 113(I)/2007
- 51(I)/2012
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 113(I)/2007
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 112(I)/2016
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 76(I)/2017
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 112(I)/2016
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 113(I)/2007
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 113(I)/2007
- 51(I)/2012
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 112(I)/2016
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 90(I)/2020
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 113(I)/2007
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 23(I)/2022
97.-(1) Σκοπός του παρόντος Μέρους είναι:
(α) η προστασία των θεμελιωδών δικαιωμάτων και ελευθεριών, και ιδίως του δικαιώματος στην ιδιωτική ζωή και την εμπιστευτικότητα, όσον αφορά στην επεξεργασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα αναφορικά με την παροχή των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών επικοινωνιών σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, περιλαμβανομένων των δημόσιων δικτύων που υποστηρίζουν συσκευές συλλογής δεδομένων και ταυτοποίησης· και
(β) [Διαγράφηκε].
(2) Το παρόν Μέρος εφαρμόζεται:
(α) στην επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα στην παροχή διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών επικοινωνιών σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, περιλαμβανομένων των δημόσιων δικτύων που υποστηρίζουν συσκευές συλλογής δεδομένων και ταυτοποίησης· και
(β) [Διαγράφηκε].
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 90(I)/2020
98Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 98, ο παροχέας δημόσια διαθέσιμων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών οφείλει να λαμβάνει, εν ανάγκη από κοινού με τον παροχέα του δημόσιου δικτύου επικοινωνιών καθόσον αφορά την ασφάλεια του δικτύου, τα ενδεδειγμένα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα, προκειμένου να προστατεύεται η ασφάλεια των υπηρεσιών του. Λαμβανομένων υπόψη των πλέον πρόσφατων τεχνικών δυνατοτήτων και του κόστους εφαρμογής τους, τα μέτρα αυτά πρέπει να κατοχυρώνουν επίπεδο ασφάλειας ανάλογο προς τον υπάρχοντα κίνδυνο.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, τα μέτρα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου, θα πρέπει τουλάχιστον:
(α) να εξασφαλίζουν ότι πρόσβαση σε δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μπορεί να έχει μόνο εξουσιοδοτημένο προσωπικό για αυστηρά νομίμως εγκεκριμένους σκοπούς·
(β) να προστατεύουν τα αποθηκευμένα ή διαβιβασθέντα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τυχαία ή παράνομη καταστροφή, τυχαία απώλεια ή αλλοίωση, και από μη εγκεκριμένη ή παράνομη αποθήκευση, επεξεργασία, πρόσβαση ή δημοσιοποίηση·και
(γ) να διασφαλίζουν την εφαρμογή πολιτικής ασφάλειας σε σχέση με την επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα:
(3) [Διαγράφηκε].
(4) (α) Σε περίπτωση παραβίασης δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα ο παροχέας δημόσια διαθέσιμων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών γνωστοποιεί χωρίς καθυστέρηση την παραβίαση στον Επίτροπο. Η γνωστοποίηση περιλαμβάνει τα ακόλουθα στοιχεία:
(i) τις συνθήκες κάτω από τις οποίες συνέβηκε το γεγονός καθώς και τη φύση της παράβασης,
(ii) σημείο επαφής του παροχέα,
(iii) προτεινόμενα μέτρα για το μετριασμό των δυσμενών αποτελεσμάτων της παραβίασης,
(iv) τις συνέπειες της παραβίασης,
(v) τα διορθωτικά μέτρα, τα οποία ο παροχέας λαμβάνει για την αντιμετώπιση της παραβίασης.
(β) Σε περίπτωση που η παραβίαση που αναφέρεται στο εδάφιο (4α) ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα ή και την ιδιωτική ζωή ενός συνδρομητή ή ενός ατόμου, ο παροχέας οφείλει να γνωστοποιήσει χωρίς καθυστέρηση στον επηρεαζόμενο συνδρομητή ή στο επηρεαζόμενο άτομο, τουλάχιστο τη φύση της παραβίασης και τα σημεία επαφής όπου μπορούν να αποκτηθούν περισσότερες πληροφορίες. Οφείλει, επίσης, να προτείνει μέτρα για το μετριασμό ενδεχόμενων δυσμενών αποτελεσμάτων της παραβίασης. Εάν ο παροχέας δεν προχωρήσει στη σχετική γνωστοποίηση στο συνδρομητή ή επηρεαζόμενο άτομο, ο Επίτροπος με τη σύμφωνη γνώμη του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, αφού εξετάσει τις πιθανές επιπτώσεις της παραβίασης μπορεί να ζητήσει να γίνει η σχετική γνωστοποίηση. Η γνωστοποίηση στο συνδρομητή ή άτομο που επηρεάζεται δεν είναι αναγκαία σε περίπτωση που ο παροχέας αποδείξει, με τρόπο που ικανοποιεί τον Επίτροπο, ότι έλαβε τα κατάλληλα τεχνολογικά μέτρα προστασίας και ότι τα μέτρα αυτά εφαρμόστηκαν στα δεδομένα που αφορούσε η παραβίαση. Αυτά τα τεχνολογικά μέτρα προστασίας θα πρέπει να καθιστούν τα δεδομένα ακατανόητα σε οποιοδήποτε δεν είναι εξουσιοδοτημένος να έχει πρόσβαση σε αυτά.
(γ) Οι διαδικασίες, το περιεχόμενο και η μορφή των προβλεπόμενων στις παραγράφους (α) και (β) του παρόντος εδαφίου γνωστοποιήσεων, καθώς και οι περιστάσεις κατά τις οποίες απαιτούνται από τον παροχέα οι γνωστοποιήσεις, καθώς και οποιαδήποτε άλλα σχετικά στοιχεία ρυθμίζονται με Διάταγμα που εκδίδει ο Επίτροπος ύστερα από διαβούλευση με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. Η ρύθμιση συγκεκριμένα των περιστάσεων κατά τις οποίες απαιτείται από τον παροχέα να προβεί σε γνωστοποιήσεις γίνεται με την επιφύλαξη τυχόν οδηγιών που θα έχουν εκδοθεί δυνάμει του εδαφίου (5) του παρόντος άρθρου.
(5) Με την επιφύλαξη τυχόν τεχνικών εκτελεστικών μέτρων που θεσπίζονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ο Επίτροπος από κοινού με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα μπορούν να καθορίζουν κατευθυντήριες γραμμές και, όπου είναι απαραίτητο, να εκδίδουν οδηγίες σχετικά με τις περιστάσεις κατά τις οποίες απαιτούνται από τον παροχέα οι γνωστοποιήσεις των παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να γίνονται οι γνωστοποιήσεις αυτές. Σε περίπτωση διαπίστωσης παραβίασης της υποχρέωσης γνωστοποίησης σύμφωνα με το παρόν άρθρο, ο Επίτροπος δυνάμει του παρόντος Νόμου και ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος Νόμου, του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου, του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, δύνανται να επιβάλλουν ανάλογες και κατάλληλες κυρώσεις.
(6) Οι παροχείς τηρούν αρχείο παραβιάσεων δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα που περιλαμβάνει την περιγραφή των σχετικών περιστατικών, τα αποτελέσματά τους και τα διορθωτικά μέτρα που έχουν ληφθεί, σε επίπεδο που να επιτρέπει στον Επίτροπο και στον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα να διαπιστώσουν, σύμφωνα με τις αρμοδιότητες τους, τη συμμόρφωση με τις διατάξεις του εδαφίου (4). Το αρχείο περιλαμβάνει μόνον τις πληροφορίες που απαιτούνται προς το σκοπό αυτό.
(7) Για τις ενέργειες που γίνονται δυνάμει των εδαφίων (3) μέχρι (6) ο Επίτροπος ζητά και λαμβάνει υπόψη τη γνώμη του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, εφόσον εξετάζει το ενδεχόμενο παραβίασης της ασφάλειας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, βάση διαδικασίας που δυνατό να καθοριστεί με Διάταγμα.
99.-(1) Τόσο οι παροχείς δημόσια διαθέσιμων δικτύων και/ή υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, όσο και οι εργαζόμενοι σε αυτούς, θα λαμβάνουν όλα τα δέοντα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα για να διασφαλίσουν το απόρρητο οποιασδήποτε επικοινωνίας που διενεργείται μέσω δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών και των διαθέσιμων στο κοινό υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών καθώς και των συναφών δεδομένων κίνησης.
(2) Ουδείς, πέραν των εκάστοτε επικοινωνούντων μεταξύ τους χρηστών, επιτρέπεται να ακούει, υποκλέπτει, , αποθηκεύει, παρεμβαίνει ή/και να προβαίνει σε οποιαδήποτε άλλη μορφή παρακολούθησης επικοινωνιών και των συναφών δεδομένων κίνησης χωρίς την συγκατάθεση των σχετικών χρηστών, εκτός στην έκταση που προβλέπεται διαφορετικά στο εδάφιο (3).
(3) Στις περιστάσεις που προβλέπονται από το Νόμο και με άδεια Δικαστηρίου, δύναται να υπάρξει παρέμβαση σε επικοινωνίες.
(4) Οι διατάξεις του εδαφίου (2), δεν θα επηρεάζουν οποιαδήποτε επιτρεπόμενη από το νόμο καταγραφή συνδιαλέξεων και των συναφών δεδομένων κίνησης στα πλαίσια νόμιμης επαγγελματικής πρακτικής, με σκοπό την εξασφάλιση αποδεικτικών στοιχείων κάποιας εμπορικής συναλλαγής και/ή οποιασδήποτε άλλης επικοινωνίας επαγγελματικού χαρακτήρα.
(5) Η αποθήκευση πληροφοριών ή η απόκτηση πρόσβασης σε ήδη αποθηκευμένες πληροφορίες στον τερματικό εξοπλισμό συνδρομητή ή χρήστη επιτρέπεται μόνον εάν ο συγκεκριμένος συνδρομητής ή χρήστης έχει δώσει τη συγκατάθεσή του, μεταξύ άλλων για το σκοπό της επεξεργασίας:
100.-(1) Τα δεδομένα κίνησης που αφορούν συνδρομητές και χρήστες, τα οποία υποβάλλονται σε επεξεργασία για την πραγματοποίηση κλήσεων και αποθηκεύονται από πρόσωπα, δέον όπως απαλείφονται ή καθίστανται ανώνυμα κατά τη λήξη της κλήσης, όταν δεν είναι πλέον απαραίτητα για τη μετάδοση, εξαιρουμένων των περιπτώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) πιο κάτω:
(α) για σκοπούς χρέωσης των συνδρομητών και πληρωμής των διασυνδέσεων, οπόταν και επιτρέπεται να υποβάλλονται σε επεξεργασία τα ακόλουθα δεδομένα:
(i) ο αριθμός της ταυτότητας της συσκευής του συνδρομητή,
(ii) η διεύθυνση του συνδρομητή και ο τύπος της συσκευής,
(iii) ο συνολικός αριθμός των προς χρέωση μονάδων για τη λογιστική περίοδο,
(iv) ο αριθμός του καλούμενου συνδρομητή,
(v) ο τύπος, ο χρόνος έναρξης και η διάρκεια των κλήσεων που πραγματοποιήθηκαν ή, και ο όγκος των διαβιβασθέντων δεδομένων,
(vi) η ημερομηνία της κλήσης/υπηρεσίας,
(vii) διάφορες άλλες πληροφορίες όσον αφορά την πληρωμή, όπως προκαταβολές, πληρωμές με δόσεις, αποσύνδεση και υπομνηστικές επιστολές,
Η επεξεργασία των πιο πάνω δεδομένων επιτρέπεται μόνο ως το τέλος της περιόδου εντός της οποίας μπορεί να αμφισβητηθεί νομίμως ο λογαριασμός ή να επιδιωχθεί η πληρωμή του,
(β) υπό τον όρο ότι και ο συνδρομητής ή ο χρήστης συγκατατίθενται, τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο (α), δύνανται να τύχουν επεξεργασίας από πρόσωπο για σκοπούς εμπορικής προώθησης των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών του τελευταίου ή για την παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας. Ο συνδρομητής ή χρήστης έχει την δυνατότητα να ανακαλεί τη συγκατάθεση του για την επεξεργασία δεδομένων κίνησης οποτεδήποτε.
(2)(α) Οποιαδήποτε επεξεργασία δεδομένων κίνησης και χρέωσης θα περιορίζεται σε πρόσωπα που ενεργούν υπό την εποπτεία των προσώπων και τα οποία είτε διαχειρίζονται την χρέωση και/ή κίνηση, την ανίχνευση απάτης και/ή την προώθηση υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών ή την παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας.
(β) Για την εμπορική προώθηση των υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή για την παροχή υπηρεσιών προστιθέμενης αξίας, ο παροχέας δημόσια διαθέσιμων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών μπορεί να επεξεργάζεται τα δεδομένα που αναφέρονται στην παράγραφο (α) στην έκταση και για τη διάρκεια που απαιτείται γι’ αυτή την υπηρεσία ή την εμπορική προώθηση, εφόσον ο συνδρομητής ή ο χρήστης τον οποίο αφορούν έχει προηγουμένως δώσει τη συγκατάθεσή του. Στους χρήστες ή συνδρομητές πρέπει να δίνεται η δυνατότητα να ανακαλούν οποτεδήποτε τη συγκατάθεσή τους για την επεξεργασία των δεδομένων κίνησης.
(γ) Παρά τις διατάξεις της παραγράφου (β) πιο πάνω, ο Επίτροπος και ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα δύνανται να απαιτήσουν από πρόσωπα να τους παρέχουν οποιαδήποτε σχετική πληροφορία για τα δεδομένα κίνησης που έχουν ή θα έχουν, για σκοπούς άσκησης των καθηκόντων και αρμοδιοτήτων ως προς τον έλεγχο της συμμόρφωσης των εν λόγω οργανισμών με την παράγραφο(α) και (β) του εδαφίου (1) αντίστοιχα.
(3) Οι συνδρομητές έχουν το δικαίωμα να λαμβάνουν μη αναλυτικούς λογαριασμούς. Ο Επίτροπος, μετά από διαβούλευση με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, καθορίζει με διάταγμα τους εναλλακτικούς τρόπους επικοινωνίας των καλούντων χρηστών και των καλούμενων συνδρομητών, προκειμένου να συμβιβάσει τα αντίστοιχα δικαιώματά τους περί προστασίας της ιδιωτικής ζωής.
101. (1). Σε περίπτωση όπου δεδομένα θέσης πέραν των δεδομένων κίνησης, δύνανται να υποστούν επεξεργασία, τα δεδομένα αυτά θα τυγχάνουν επεξεργασίας μόνο όταν γίνουν ανώνυμα, ή με την ρητή συγκατάθεση των χρηστών ή συνδρομητών στην έκταση και για την διάρκεια που είναι αναγκαία για την παροχή υπηρεσίας προστιθέμενης αξίας. Ο παροχέας υπηρεσιών πρέπει να ενημερώνει τους χρήστες ή συνδρομητές, πριν πάρει την συγκατάθεσή τους, για τον τύπο των δεδομένων θέσης που πρόκειται να τύχουν επεξεργασίας, για τον σκοπό και την διάρκεια της επεξεργασίας και για το εάν τα δεδομένα θα μεταδοθούν σε τρίτο για τον σκοπό παροχής υπηρεσίας προστιθέμενης αξίας. Οι χρήστες ή συνδρομητές θα έχουν την δυνατότητα να ανακαλούν την συγκατάθεσή τους για την επεξεργασία δεδομένων θέσης πέραν των δεδομένων κίνησης οποιαδήποτε στιγμή.
(2) Σε περίπτωση όπου έχει δοθεί η συγκατάθεση των χρηστών ή συνδρομητών για την επεξεργασία δεδομένων θέσης εκτός των δεδομένων κίνησης, ο χρήστης ή συνδρομητής πρέπει να συνεχίζει να έχει την δυνατότητα, με την χρήση απλών μέσων και χω ρίς χρέωση, της προσωρινής άρνησης της επεξεργασίας τέτοιων δεδομένων για κάθε σύνδεση στο δίκτυο ή για κάθε μετάδοση επικοινωνίας.
(3) Επεξεργασία δεδομένων θέσης εκτός των δεδομένων κίνησης σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2) του παρόντος άρθρου, πρέπει να περιορίζεται σε πρόσωπα που ενεργούν υπό την εποπτεία του παροχέα του δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή διαθέσιμων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή του τρίτου μέρους που παρέχει την υπηρεσία προστιθέμενης αξίας, και πρέπει να περιορίζεται σε ότι είναι απολύτως απαραίτητο μέρος προς τον σκοπό παροχής της υπηρεσίας προστιθέμενης αξίας.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
102.-(1) Όταν παρέχεται ένδειξη ταυτότητας της καλούσας γραμμής, ο καλών χρήστης θα έχει την δυνατότητα με απλά μέσα και ατελώς, να εμποδίζει αυτή τη λειτουργία ανά κλήση. Ο καλών συνδρομητής θα έχει τη δυνατότητα αυτή ανά γραμμή.
(2) Όταν παρέχεται ένδειξη ταυτότητας της καλούσας γραμμής, ο καλούμενος συνδρομητής, θα έχει την δυνατότητα με απλά μέσα και ατελώς εφόσον κάνει περιορισμένη χρήση αυτής της λειτουργίας, να εμποδίζει την ένδειξη ταυτότητας της καλούσας γραμμής για τις εισερχόμενες κλήσεις.
(3) ΄Οταν παρέχεται ένδειξη ταυτότητας της καλούσας γραμμής και η ένδειξη αυτή γίνεται πριν από την αποκατάσταση της κλήσης ο καλούμενος συνδρομητής θα έχει τη δυνατότητα, με απλά μέσα, να μην δέχεται την εισερχόμενη κλήση όταν ο καλών χρήστης ή συνδρομητής δεν έχει επιτρέψει την ένδειξη της ταυτότητας της καλούσας γραμμής.
(4) Όταν παρέχεται ένδειξη ταυτότητας της συνδεδεμένης γραμμής, ο καλούμενος συνδρομητής θα έχει τη δυνατότητα να απαλείφει, με απλά μέσα και ατελώς, την ένδειξη της ταυτότητας της συνδεδεμένης γραμμής στον καλούντα χρήστη.
(5) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) εφαρμόζονται και καθ’ όσον αφορά κλήσεις από την Κύπρο προς άλλες χώρες, εκτός των χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι διατάξεις των εδαφίων (2), (3) και (4) εφαρμόζονται και για εισερχόμενες κλήσεις που προέρχονται από άλλες χώρες εκτός των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(6)΄Οταν παρέχεται ένδειξη της ταυτότητας καλούσας ή/και συνδεδεμένης γραμμής, τα πρόσωπα ενημερώνουν το κοινό σχετικά, όπως επίσης και για τις δυνατότητες που ορίζονται στα εδάφια (1), (2), (3), (4) και (5).
103.-(1) Ο Επίτροπος θα διασφαλίζει ότι υπάρχουν διαφανείς διαδικασίες που διέπουν τον τρόπο με τον οποίο ο παροχέας σταθερού και κινητού δικτύου ή/και υπηρεσιών Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών μπορεί να εξουδετερώνει την δυνατότητα -
(α) της μη αναγραφής της καλούσας γραμμής επί προσωρινής βάσης, κατόπιν αιτήσεως συνδρομητή που ζητεί τον εντοπισμό κακόβουλων ή ενοχλητικών κλήσεων, οπόταν τα δεδομένα που περιέχουν την αναγνώριση της ταυτότητας του καλούντος συνδρομητή αποθηκεύονται και είναι διαθέσιμα από το Πρόσωπο σε πρόσωπα, τα οποία κατονομάζονται από τον Επίτροπο, και
(β) της απάλειψης της ένδειξης της ταυτότητας της καλούσας γραμμής και της προσωρινής άρνησης ή έλλειψης συγκατάθεσης ενός συνδρομητή ή χρήστη για την επεξεργασία δεδομένων θέσης ανά γραμμή, για καθορισμένα πρόσωπα που ασχολούνται με τις κλήσεις άμεσης επέμβασης, όπως οι αστυνομικές αρχές, οι υπηρεσίες πρώτων βοηθειών και οι πυροσβεστικές υπηρεσίες, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι κλήσεις προς τις υπηρεσίες άμεσης επέμβασης απαντώνται και διεκπεραιώνονται δεόντως.
104. Δέον όπως παρέχεται σε συνδρομητές ατελώς και με απλά μέσα, η δυνατότητα να σταματούν την αυτόματη προώθηση κλήσεων στην τερματική συσκευή τους από τρίτους.
105.-(1) Δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που περιέχονται σε έντυπους ή ηλεκτρονικούς καταλόγους συνδρομητών, τα οποία βρίσκονται στη διάθεση του κοινού και/ή μπορούν να ληφθούν μέσω των υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου, δέον όπως περιορίζονται σε ό,τι είναι απαραίτητο για την αναγνώριση της ταυτότητας συγκεκριμένου συνδρομητή, εκτός εάν ο συνδρομητής έχει δώσει την πρόσθετη συγκατάθεσή του για την δημοσίευση συμπληρωματικών δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
(1Α) Οι παροχείς υπηρεσιών τηλεφωνικού καταλόγου οφείλουν να ενημερώνουν τους συνδρομητές ατελώς και πριν οι συνδρομητές περιληφθούν στον κατάλογο, σχετικά με τους σκοπούς έντυπων ή ηλεκτρονικών καταλόγων συνδρομητών που διατίθενται στο κοινό ή μπορεί να αποκτηθούν μέσω υπηρεσιών πληροφοριών καταλόγου, στους οποίους μπορεί να περιλαμβάνονται τα προσωπικά τους δεδομένα, καθώς και σχετικά με τις περαιτέρω δυνατότητες χρήσης που βασίζονται σε λειτουργίες αναζήτησης ενσωματωμένες σε ηλεκτρονικές εκδόσεις καταλόγων.
(2) Οι παροχείς υπηρεσιών τηλεφωνικού καταλόγου παρέχουν στους συνδρομητές την ευκαιρία να καθορίζουν ατελώς οι ίδιοι εάν και ποια προσωπικά τους δεδομένα θα περιλαμβάνονται σε καταλόγους που διατίθενται στο κοινό, δεδομένου ότι σε κάθε περίπτωση περιλαμβάνονται τουλάχιστον τα απαραίτητα για την αναγνώριση της ταυτότητας τους στοιχεία, και στο βαθμό που αυτά είναι συναφή με τους σκοπούς του καταλόγου, όπως αυτοί καθορίζονται από τους παροχείς υπηρεσιών καταλόγου. Οι συνδρομητές δύνανται να ζητούν και επιτυγχάνουν ατελώς, την επαλήθευση, διόρθωση ή απόσυρση των προσωπικών τους δεδομένων από τους καταλόγους.
(3) Οι παροχείς υπηρεσιών τηλεφωνικού καταλόγου λαμβάνουν την πρόσθετη συγκατάθεση των συνδρομητών:
(α) πριν από κάθε προσθήκη προσωπικών τους δεδομένων στους τηλεφωνικούς καταλόγους, και
(β) πριν από τη διάθεση ή χρήση τηλεφωνικών καταλόγων για υπηρεσίες αντίστροφης ή βάσει πολλαπλών κριτηρίων αναζήτησης.
(3Α) Χωρίς επηρεασμό των δικαιωμάτων των συνδρομητών αναφορικά με μεταγενέστερες εκδόσεις τηλεφωνικών καταλόγων, οι διατάξεις των εδαφίων (1), (1Α), (2) και (3) δεν εφαρμόζονται σε εκδόσεις καταλόγων που έχουν ήδη παραχθεί ή διατεθεί στην αγορά σε έντυπη ή ηλεκτρονική μορφή πριν να τεθεί σε ισχύ ο παρών Νόμος.
(3Β) Όταν τα προσωπικά δεδομένα συνδρομητών σε υπηρεσίες σταθερής ή κινητής τηλεφωνίας έχουν περιληφθεί σε τηλεφωνικό κατάλογο συνδρομητών, συμπεριλαμβανομένων των μορφών που διαθέτουν/επιτρέπουν λειτουργίες αντίστροφης ή πολλαπλών κριτηρίων αναζήτησης σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, και το άρθρο 110 του περί Ρυθμίσεως Τηλεπικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμου, ο οποίος έχει καταργηθεί, τα προσωπικά δεδομένα των συνδρομητών αυτών δύνανται να εξακολουθούν να περιλαμβάνονται στον εν λόγω κατάλογο, αν ο συνδρομητής:
(α)έχει ενημερωθεί πλήρως και σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, και
(β)δεν έχει ζητήσει την απόσυρση των προσωπικών του δεδομένων από τον εν λόγω κατάλογο.
(4) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2), τυγχάνουν εφαρμογής για συνδρομητές οι οποίοι είναι φυσικά πρόσωπα.
(5) Ο Επίτροπος μετά από διαβούλευση με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα θα διασφαλίζει δια διατάγματος ότι έννομα συμφέροντα συνδρομητών που δεν είναι φυσικά πρόσωπα, καθόσον αφορά την αναγραφή των στοιχείων τους σε δημόσιους καταλόγους προστατεύονται επαρκώς.
106.-(1) Η χρησιμοποίηση αυτόματων συστημάτων κλήσης και επικοινωνίας χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση (συσκευές αυτόματων κλήσεων), τηλεομοιοτυπικών συσκευών (φαξ) ή ηλεκτρονικού ταχυδρομείου για σκοπούς απευθείας εμπορικής προώθησης επιτρέπεται μόνο στην περίπτωση συνδρομητών ή χρηστών, οι οποίοι έχουν δώσει εκ των προτέρων τη συγκατάθεσή τους.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), εάν ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο αποκτά από τους πελάτες του στοιχεία επαφής του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου τους στο πλαίσιο της πώλησης ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) 2016/679 και του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου μπορεί να χρησιμοποιεί τα εν λόγω στοιχεία για την απευθείας εμπορική προώθηση των δικών του παρόμοιων προϊόντων ή υπηρεσιών, υπό την προϋπόθεση ότι οι πελάτες του έχουν σαφώς και ευδιάκριτα την ευκαιρία να αντιτάσσονται, δωρεάν και εύκολα, σε αυτή τη χρήση ηλεκτρονικών στοιχείων επαφής κατά τη στιγμή της συλλογής τους, και τούτο με κάθε μήνυμα, σε περίπτωση που ο χρήστης αρχικά δεν είχε διαφωνήσει με αυτή τη χρήση.
(3) Ο Επίτροπος, μετά από διαβούλευση με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα λαμβάνει τα ενδεδειγμένα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίζεται ότι οι αυτόκλητες κλήσεις με σκοπό την απευθείας εμπορική προώθηση, σε περιπτώσεις εκτός των προβλεπομένων στα εδάφια (1) και (2), δεν επιτρέπονται χωρίς τη συγκατάθεση των ενδιαφερόμενων συνδρομητών ή χρηστών.
(4) Σε κάθε περίπτωση, απαγορεύεται η πρακτική της αποστολής μηνυμάτων ηλεκτρονικού ταχυδρομείου με σκοπό την απευθείας εμπορική προώθηση, τα οποία συγκαλύπτουν ή αποκρύπτουν την ταυτότητα του αποστολέα ή του προσώπου εκ μέρους ή/και προς όφελος του οποίου αποστέλλεται το μήνυμα, κατά παράβαση του άρθρου 9 του περί Ορισμένων Πτυχών των Υπηρεσιών της Κοινωνίας της Πληροφορίας και ειδικά του Ηλεκτρονικού Εμπορίου καθώς και για Συναφή Θέματα Νόμου, ή δίχως έγκυρη διεύθυνση στην οποία ο αποδέκτης να μπορεί να ζητεί τον τερματισμό της επικοινωνίας αυτής, ή με τα οποία ενθαρρύνονται οι αποδέκτες να επισκεφθούν ιστοσελίδες που παραβιάζουν το εν λόγω άρθρο.
(5) Τα εδάφια (1) και (3) ισχύουν για τους συνδρομητές που είναι φυσικά πρόσωπα. Ο Επίτροπος εξασφαλίζει επίσης, στο πλαίσιο του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της εφαρμοστέας εθνικής νομοθεσίας, ότι προστατεύονται επαρκώς τα έννομα συμφέρονται των συνδρομητών που δεν είναι φυσικά πρόσωπα σε ότι αφορά τις αυτόκλητες κλήσεις. Αναφορικά με τη διασφάλιση των εννόμων συμφερόντων των συνδρομητών που δεν είναι φυσικά πρόσωπα σε ότι αφορά τις αυτόκλητες κλήσεις, εφαρμόζονται οι πρόνοιες του περί Νομικών Προσώπων (Διασφάλιση των Εννόμων Συμφερόντων αναφορικά με Αυτόκλητες Επικοινωνίες) Διατάγματος του 2005.
(6) Οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο το οποίο θίγεται από παραβάσεις του παρόντος άρθρου και άρα έχει έννομο συμφέρον να τερματισθούν ή να απαγορευθούν οι εν λόγω παραβάσεις, περιλαμβανομένων των παροχέων υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών που προστατεύουν τα έννομα επιχειρηματικά τους συμφέροντα, μπορεί να προσφύγει ενώπιον των αρμοδίων δικαστηρίων. Ο Επίτροπος, μετά από διαβούλευση με τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, δύναται επίσης να θεσπίζει ειδικούς κανόνες για τις κυρώσεις που εφαρμόζονται σε παροχείς υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών οι οποίοι, από αμέλεια, συμβάλλουν σε παραβάσεις των εθνικών διατάξεων που έχουν θεσπιστεί δυνάμει του παρόντος άρθρου.
107. (1) Τηρουμένου του εδαφίου (2), ο Επίτροπος δύναται να διατάσσει την παύση της παράβασης οποιωνδήποτε διατάξεων του παρόντος Μέρους και να επιβάλλει οποιεσδήποτε εκ των προβλεπομένων στον παρόντα Νόμο κυρώσεων.
(2) Εκτός εάν άλλως προβλέπεται στο παρόν Μέρος, ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα έχει αρμοδιότητα να επιλαμβάνεται πιθανών παραβάσεων των άρθρων 99, 100, 101, 105 και 106 ασκώντας την αρμοδιότητα που του χορηγείται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 107Α. Για σκοπούς εφαρμογής του άρθρου 98Α, ο Επίτροπος και ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνεργάζονται σύμφωνα με τις πρόνοιες του εν λόγω άρθρου.
(3) Κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους δυνάμει του παρόντος Μέρους, ο Επίτροπος και ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα διαβουλεύονται και συνεργάζονται όταν το κρίνουν απαραίτητο.
(4) Ο Επίτροπος, και κατά περίπτωση, ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, μπορεί να λαμβάνει μέτρα προκειμένου να εξασφαλιστεί αποτελεσματικήδιασυνοριακή συνεργασία και να δημιουργηθούν εναρμονισμένοι όροι για την παροχή υπηρεσιών που περιλαμβάνουν διασυνοριακές ροές δεδομένων. Ο Επίτροπος παρέχει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, έγκαιρα πριν από τον καθορισμό τέτοιων μέτρων, περίληψη των λόγων που επιβάλλουν την ανάληψη δράσης, των σχεδιαζόμενων μέτρων και του προτεινόμενου τρόπου δράσης. Ο Επίτροπος, όταν λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με την επιβολή μέτρων, λαμβάνει υπόψη τις παρατηρήσεις ή τις συστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στο μέγιστο δυνατό βαθμό.
107Α. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 107, ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα ασκεί τις εξουσίες που του χορηγούνται δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 23 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου, καθώς και τις ακόλουθες εξουσίες και αρμοδιότητες:
(α) εκδίδει οδηγίες και κανόνες σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Μέρους∙
(β) απευθύνει συστάσεις και υποδείξεις σχετικά με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Μέρους·
(γ) επιλαμβάνεται πιθανών παραβάσεων, μετά από παράπονο ή καταγγελία ή αυτεπαγγέλτως, στο βαθμό που κρίνει απαραίτητο·
(δ) διεξάγει έρευνες με την μορφή ελέγχων∙
(ε) έχει πρόσβαση σε όλα τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και σε όλες τις πληροφορίες που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων και την άσκηση των εξουσιών του, χωρίς να δύναται να του αντιταχθεί κανενός είδους απόρρητο, εξαιρουμένου μόνο του δικηγορικού απορρήτου·
(στ) εισέρχεται, χωρίς απαραίτητα να προηγείται οποιαδήποτε ενημέρωση του υπεύθυνου επεξεργασίας ή του εκτελούντα την επεξεργασία ή εκπρόσωπού τους, σε οποιοδήποτε γραφείο, επαγγελματικό υποστατικό ή μεταφορικό μέσο, εξαιρουμένων των κατοικιών·
(ζ) δύναται να επικουρείται από εμπειρογνώμονα ή και την Αστυνομία για την άσκηση των εξουσιών ελέγχου και εξέτασης πιθανών παραβάσεων·
(η) δύναται να ζητεί και να λαμβάνει τη συνδρομή της Αστυνομίας, προκειμένου να καταστεί δυνατή η άσκηση των εξουσιών του·
(θ) δύναται να προβαίνει, κατά την άσκηση των εξουσιών έρευνας, σε κατάσχεση εγγράφων ή ηλεκτρονικού εξοπλισμού, σύμφωνα με διαδικασία που καθορίζεται με Κανονισμούς οι οποίοι εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του άρθρου 25 του περί της Προστασίας των Φυσικών Προσώπων Έναντι της Επεξεργασίας των Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα και της Ελεύθερης Κυκλοφορίας των Δεδομένων αυτών Νόμου·
(ι) συνεργάζεται με αντίστοιχες αρχές άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) σχετικά με ζητήματα που προκύπτουν κατά την άσκηση των εξουσιών και αρμοδιοτήτων του·
(κ) επιβάλλει τις κατά το άρθρο 107Β κυρώσεις∙
(λ) δίνει εντολή σε οποιοδήποτε πρόσωπο να παράσχει κάθε πληροφορία, η οποία απαιτείται για την διευκόλυνση και εκτέλεση των καθηκόντων του∙
(μ) ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 107Β, επιβάλλει χρηματικό πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πενήντα χιλιάδες ευρώ (€50,000) σε οποιοδήποτε πρόσωπο δε συμμορφώνεται, παρακωλύει και ή εμποδίζει την αποπεράτωση της εξέτασης παραπόνου, καταγγελίας ή αίτησης ή τη διενέργεια ελέγχου·
(ν) γνωστοποιεί στον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας ή και στην Αστυνομία περιπτώσεις για τις οποίες ενδέχεται να έχει διαπραχθεί ποινικό αδίκημα δυνάμει των διατάξεων των εδαφίων (12) και (13) του άρθρου 149.
107Β.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 107, ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα δύναται να επιβάλει τις ακόλουθες διοικητικές κυρώσεις για παράβαση των διατάξεων του παρόντος Μέρους:
(α) Προειδοποίηση, με οδηγίες και ή συστάσεις για διόρθωση της παράβασης ή πρόληψη πιθανής παράβασης·
(β) επίπληξη·
(γ) εντολή για τερματισμό της παράβασης, εάν χρειάζεται, εντός ορισμένης προθεσμίας·
(δ) προσωρινή ή οριστική απαγόρευση της επεξεργασίας·
(ε) διοικητικό πρόστιμο μέχρι διακόσιες χιλιάδες ευρώ (€200,000).
(2) Οι κυρώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1) επιβάλλονται ύστερα από ακρόαση του εμπλεκόμενου προσώπου.
(3) Σε περίπτωση παράλειψης πληρωμής του αναφερόμενου στην παράγραφο (ε) του εδαφίου(1) διοικητικού προστίμου, αυτό εισπράττεται ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 51(I)/2012
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 160(Ι)/2013
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 23(I)/2022
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 23(I)/2022
119.-(1) Ο Επίτροπος διασφαλίζει την παροχή καθολικής υπηρεσίας ταχυδρομικών υπηρεσιών, η οποία αποτελείται από την ελάχιστη δέσμη ταχυδρομικών υπηρεσιών καθορισμένης ποιότητας, κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρο 119Β του παρόντος Νόμου, και διασφαλίζει ότι αυτή είναι διαθέσιμη σε όλους τους χρήστες στην Κύπρο, σε προσιτές τιμές, ανεξαρτήτως της γεωγραφικής τους τοποθεσίας, και υπό το φως των συγκεκριμένων συνθηκών στην Κύπρο.
(2) Ο Επίτροπος διασφαλίζει ότι η πυκνότητα των ταχυδρομείων και των σημείων πρόσβασης είναι ανάλογη με τις ανάγκες των χρηστών
(3) Οι ελάχιστες και μέγιστες διαστάσεις ταχυδρομικών αντικειμένων, που κατά τα διαλαμβανόμενα στο άρθρου 119Β του παρόντος Νόμου αποτελούν την εκάστοτε καθολική ταχυδρομική υπηρεσία, καθορίζονται από τις εκάστοτε σχετικές ρυθμίσεις της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης.
119Α. Με διάταγμα του Υπουργού και αφού προηγουμένως ενημερωθεί η Κοινοβουλευτική Επιτροπή Συγκοινωνιών και Έργων, ορίζεται ο δημόσιος ή ιδιωτικός φορέας που παρέχει την καθολική υπηρεσία στο σύνολο της Δημοκρατίας και ο οποίος επιλέγεται είτε με τη διαδικασία της απευθείας ανάθεσης είτε μέσω διαγωνιστικής διαδικασίας, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί του Συντονισμού των Διαδικασιών Σύναψης Συμβάσεων Προμηθειών, Έργων και Υπηρεσιών στους Τομείς του Ύδατος, της Ενέργειας, των Μεταφορών και των Ταχυδρομικών Υπηρεσιών και για Συναφή Θέματα Νόμου. Η ανάθεση της καθολικής υπηρεσίας γίνεται σύμφωνα με τις αρχές της διαφάνειας, της απαγόρευσης των διακρίσεων και της αναλογικότητας.
119Β. (1) Η ελάχιστη δέσμη των ταχυδρομικών υπηρεσιών που αποτελούν την καθολική ταχυδρομική υπηρεσία περιλαμβάνει:
(α) Ελάχιστα σημεία πρόσβασης με βάση τις ανάγκες των χρηστών, τις γεωγραφικές ιδιαιτερότητες και τις κοινωνικές συνθήκες∙
(β) μια τουλάχιστον παράδοση, πλην εξαιρετικών περιστάσεων ή ιδιαίτερων γεωγραφικών συνθηκών, κάθε εργάσιμη ημέρα για τουλάχιστον πέντε ημέρες εβδομαδιαίως, ταχυδρομικών αντικειμένων, περιλαμβανομένων δεμάτων βάρους μέχρι δύο και είκοσι χιλιογράμμων αντίστοιχα, στην οικία ή στα υποστατικά κάθε προσώπου, ή σε τέτοια ευπροσδιόριστα σημεία ή άλλως πως ως ο Επίτροπος εγκρίνει από καιρού εις καιρό·
(γ) μια τουλάχιστον περισυλλογή, πλην εξαιρετικών περιστάσεων ή ιδιαίτερων γεωγραφικών συνθηκών, κάθε εργάσιμη ημέρα για τουλάχιστον πέντε ημέρες εβδομαδιαίως, από κάθε σημείο πρόσβασης ταχυδρομικών αντικειμένων και δεμάτων που περιγράφονται στην παράγραφο (α):
(δ) παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών, αποτελούμενων από την περισυλλογή, διαλογή, μεταφορά και διανομή ταχυδρομικών αντικειμένων και δεμάτων που αναφέρονται στις παραγράφους (β) και (γ), σε τιμές προσιτές και ομοιόμορφες παντού στη Δημοκρατία, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 124 του παρόντος Νόμου, με τη δυνατότητα θέσπισης ειδικών ρυθμίσεων με απόφαση του Επιτρόπου για την κατ’ οίκον διανομή δεμάτων·
(ε) παροχή ταχυδρομικής υπηρεσίας συστημένων και ασφαλισμένων ταχυδρομικών αντικειμένων, σε ομοιόμορφες τιμές παντού στη Δημοκρατία:
(2) Η παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών σε άτομα τυφλά ή με σοβαρά προβλήματα όρασης παρέχεται δωρεάν σύμφωνα με τις ρυθμίσεις της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης.
120.-(1) Ο Επίτροπος πληροφορεί το κοινό αναφορικά με την ταυτότητα του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας και απαιτεί από τον τελευταίο να του παρέχει πληροφορίες σε σχέση με τις υπηρεσίες που αποτελούν την καθολική ταχυδρομική υπηρεσία.
(2) Περαιτέρω, ο Επίτροπος διασφαλίζει ότι ο παροχέας καθολικής υπηρεσίας παρέχει πληροφορίες στο κοινό σχετικά με τις εν λόγω υπηρεσίες που παρέχει, οι οποίες περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τους γενικούς όρους πρόσβασης στις υπηρεσίες, τις τιμές των εν λόγω υπηρεσιών, καθώς, επίσης, τις ποιοτικές προδιαγραφές και τις σχετικές επιδόσεις του παροχέα σε σχέση με τις εν λόγω υπηρεσίες. Ο Επίτροπος δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και στο διαδίκτυο τις πληροφορίες που αναφέρονται πιο πάνω και αφορούν την ενημέρωση του κοινού.
121.-(1) Ο Επίτροπος θέτει στην άδεια του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, τους όρους που απαιτείται όπως πληροί η καθολική υπηρεσία και οι οποίοι θα περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τα ακόλουθα:
(α) συμμόρφωση της υπηρεσίας προς τις βασικές απαιτήσεις,
(β) παροχή των ίδιων υπηρεσιών σε όλους τους χρήστες υπό παρόμοιες συνθήκες,
(γ) διαθεσιμότητα της υπηρεσίας χωρίς οποιασδήποτε μορφή διάκρισης, και ειδικά χωρίς διακρίσεις επί τη βάσει πολιτικών, θρησκευτικών και/ή ιδεολογικών λόγων,
(δ) αδιάκοπη και συνεχή υπηρεσία, για κάθε εργάσιμη μέρα και όχι για λιγότερο των πέντε ημερών εβδομαδιαίως, εκτός σε περιπτώσεις ανωτέρας βίας.
(2) Ο Επίτροπος διασφαλίζει ότι η καθολική υπηρεσία εξελίσσεται σύμφωνα με τεχνικές, οικονομικές και κοινωνικές αλλαγές και σύμφωνα με τις ανάγκες των χρηστών.
- Ιστορικό Τροποποιήσεων
- 112(I)/2004
- 149(I)/2005
- 160(Ι)/2013
123.-(1) Ο Επίτροπος καθορίζει με διάταγμα τον τρόπο υπολογισμού του καθαρού κόστους της καθολικής υπηρεσίας, σύμφωνα με τις κατευθυντήριες γραμμές που ορίζονται στο Δεύτερο Παράρτημα του παρόντος Νόμου, και αφού ενημερωθεί από το φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας για το καθαρό κόστος που προκύπτει από την υποχρέωση του για παροχή καθολικής υπηρεσίας προχωρεί σε έλεγχο και επαλήθευση.
(2) Το καθαρό κόστος παροχής της καθολικής υπηρεσίας επιβαρύνει το φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας κατά το μέρος παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών εντός της καθολικής υπηρεσίας - καθώς και τους φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών με ειδική άδεια κατά το μέρος παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών εντός της καθολικής υπηρεσίας. Σε περίπτωση μη δραστηριοποίησης οποιουδήποτε φορέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών εντός της καθολικής υπηρεσίας τότε το καθαρό κόστος παροχής της καθολικής υπηρεσίας θα καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό και κατατίθεται απευθείας στο ταμείο αποζημίωσης που ιδρύεται με βάση το εδάφιο (5).
(3) Ο επιμερισμός κόστους γίνεται από τον Επίτροπο, με τρόπο διαφανή, αντικειμενικό και ουδέτερο, λαμβάνοντας υπόψη, κατ’ αναλογία, τα ακαθάριστα έσοδα κάθε φορέα που δραστηριοποιείται εντός της καθολικής υπηρεσίας.
(4) Ο Επίτροπος είναι αρμόδιος για τον υπολογισμό και την εξατομίκευση των εισφορών του παρόντος άρθρου για καθένα φορέα παροχής ταχυδρομικής υπηρεσίας.
(5) Για σκοπούς εφαρμογής του παρόντος άρθρου, ιδρύεται από τον Επίτροπο ταμείο αποζημίωσης εντός ενός έτους από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, το οποίο τυγχάνει διαχείρισης από ανεξάρτητο σώμα, του οποίου τα μέλη διορίζονται από τον Επίτροπο και λειτουργούν σύμφωνα με τις πρόνοιες σχετικού διατάγματος που εκδίδει ο Επίτροπος.
(6) Το Ταμείο είναι αρμόδιο για την είσπραξη και την απόδοση στον δικαιούχο φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας των αναλογούντων ποσών με την εξαίρεση των εισφορών που επιβαρύνουν το δικαιούχο φορέα, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, τις οποίες ο δικαιούχος φορέας δύναται να συμψηφίζει.
(7) Ο Επίτροπος διασφαλίζει ότι οι αρχές της διαφάνειας, της μη διάκρισης και της αναλογικότητας, τηρούνται κατά τη λειτουργία του ταμείου αποζημίωσης και ειδικά κατά τον υπολογισμό και καθορισμό του ύψους των χρηματικών συνεισφορών σε αυτό. Οι αποφάσεις που λαμβάνονται βασίζονται σε αντικειμενικά και επαληθεύσιμα κριτήρια και δημοσιεύονται.
(8) Το ταμείο αποζημίωσης υπόκειται σε ανεξάρτητο έλεγχο των λογαριασμών του.
(9) Ο Επίτροπος δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας ετησίως, όλες τις συνεισφορές που έχουν γίνει στο ταμείο αποζημίωσης.
124.-(1) Τηρουμένων των όσων προβλέπονται στα Άρθρα 20 (ιη), (23) και (24), ο Επίτροπος διασφαλίζει ότι τα αναφερόμενα στις εν λόγω διατάξεις τέλη και τιμές -
(α) είναι προσιτά και επιτρέπουν την πρόσβαση του συνόλου των χρηστών στις παρεχόμενες υπηρεσίες, ανεξαρτήτως γεωγραφικής θέσης και λαμβάνοντας υπόψη τις ειδικές συνθήκες, εφόσον υπάρχουν·
(β) αντικατοπτρίζουν το κόστος και παρέχουν κίνητρα για την αποτελεσματική παροχή καθολικής υπηρεσίας·
(γ) είναι διαφανή και άνευ διακρίσεων∙ και
(δ) είναι ομοιόμορφα παντού ανά την Κύπρο, αλλά και για τις διασυνοριακές υπηρεσίες, όταν παρέχονται με χρέωση ανά μονάδα ταχυδρομικού αντικειμένου.
(2) Η εφαρμογή ομοιόμορφων τελών και τιμών, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο 1(δ), δεν θα αποκλείει το δικαίωμα του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας να συνάπτει ατομικές συμφωνίες με πελάτες σε ότι αφορά τις τιμές.
(3) Ο φορέας παροχής καθολικής υπηρεσίας δύναται να εφαρμόζει ειδικά τιμολόγια, σύμφωνα με την αρχή του προσανατολισμού ως προς το κόστος, για ορισμένες υπηρεσίες, ενδεικτικά περιλαμβανομένων των υπηρεσιών που παρέχονται σε επιχειρήσεις, σε αποστολείς μεγάλων ποσοτήτων αλληλογραφίας χρηστών ή σε φορείς συγκεντρωτικής διαχείρισης της αλληλογραφίας διαφόρων χρηστών. Στην περίπτωση αυτή, τα τιμολόγια και οι όροι παροχής των υπηρεσιών πρέπει να τηρούν τις αρχές της διαφάνειας και της αποφυγής διακρίσεων. Επίσης, πρέπει να εφαρμόζονται ομοίως, για ισοδύναμες υπηρεσίες, τόσο μεταξύ τρίτων μερών όσο και μεταξύ τρίτων μερών και φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας. Κάθε τέτοιο τιμολόγιο πρέπει να είναι στη διάθεση των χρηστών, ιδίως των μεμονωμένων χρηστών και των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, που χρησιμοποιούν τις ταχυδρομικές υπηρεσίες υπό παρόμοιες συνθήκες.
125. Προκειμένου να διασφαλισθεί η παροχή διασυνοριακής καθολικής υπηρεσίας ο Επίτροπος ενθαρρύνει τον παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας να συνάπτει συμφωνίες όσον αφορά τα καταληκτικά τέλη για ταχυδρομεία από και προς κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενώσεως και θα ισχύσουν γι’ αυτό το ζήτημα οι ακόλουθες αρχές:
(α) αντικατόπτριση κόστους στα καταληκτικά τέλη για τη διεκπεραίωση και διανομή της εισερχόμενης διασυνοριακής αλληλογραφίας,
(β) σύνδεση των τελών με την ποιότητα της παρεχόμενης υπηρεσίας,
(γ) διαφάνεια και αποχή από διακρίσεις στα καταληκτικά τέλη.
126.-(1) Ο Επίτροπος διασφαλίζει ότι οι λογιστικές διευθετήσεις παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας διεξάγονται με σαφή διάκριση μεταξύ υπηρεσιών και προϊόντων που αποτελούν μέρος της καθολικής υπηρεσίας και εκείνων που δεν αποτελούν μέρη της. Ο λογιστικός διαχωρισμός χρησιμοποιείται ως δεδομένο κατά τον υπολογισμό του καθαρού κόστους της καθολικής υπηρεσίας. Τα εσωτερικά λογιστικά συστήματα λειτουργούν βάσει συνεπώς εφαρμοζόμενων και αντικειμενικά εύλογων κοστολογικών αρχών.
(2) Ο Επίτροπος καθορίζει με διάταγμα τα λογιστικά συστήματα και τον τρόπο με τον οποίο θα γίνεται η κατανομή του κόστους.
(3) Ο Επίτροπος τηρεί διαθέσιμες, επαρκείς πληροφορίες ως προς τα κοστολογικά συστήματα που εφαρμόζει ο παροχέας καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, οι οποίες τίθενται εμπιστευτικά στη διάθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κατόπιν αιτήματος της τελευταίας.
(4) Οι χρηματοοικονομικοί λογαριασμοί του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας καταρτίζονται, και υποβάλλονται σε έλεγχο από ανεξάρτητο ελεγκτή και δημοσιεύονται σύμφωνα με την σχετική Κοινοτική και Κυπριακή νομοθεσία για τις εμπορικές επιχειρήσεις.
126Α.-(1) Εφόσον, κατόπιν μελέτης, κριθεί απαραίτητο για την προστασία των συμφερόντων των χρηστών ή/και την προώθηση του ουσιαστικού ανταγωνισμού και δεν επιβαρύνεται η παροχή της καθολικής υπηρεσίας, ούτε περιορίζεται το δικαίωμα του συμβάλλεσθαι, ο Επίτροπος εκδίδει διάταγμα με το οποίο εξασφαλίζονται οι συνθήκες πρόσβασης με διαφάνεια και χωρίς διακρίσεις στα στοιχεία της ταχυδρομικής υποδομής ή του δικτύου ή των υπηρεσιών που παρέχονται στα πλαίσια της καθολικής υπηρεσίας, όπως σύστημα ταχυδρομικών κωδικών, βάση δεδομένων διευθύνσεων, ταχυδρομικές θυρίδες, γραμματοκιβώτια διανομής, πληροφορίες σχετικά με την αλλαγή διευθύνσεων, υπηρεσία επαναπροώθησης και υπηρεσία επιστροής στον αποστολέα.
(2) Ο παροχέας καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας υποχρεούται μετά από σχετικό αίτημα αδειοδοτημένου παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών να εισέλθει σε διαπραγμάτευση μαζί του αναφορικά με το ενδεχόμενο παροχής σε αυτόν πρόσβασης σε δίκτυο ταχυδρομικών υπηρεσιών. Ο παροχέας καθολικής υπηρεσίας μπορεί να αρνηθεί την πρόσβαση, εάν η επιχειρησιακή ικανότητα των εγκαταστάσεων ή η λειτουργική αξιοπιστία του τίθεται σε κίνδυνο, ή εάν σε συγκεκριμένη περίπτωση, δεν υπάρχει διαθέσιμο προσωπικό για την παροχή της ζητούμενης υπηρεσίας.
(3) Σε περίπτωση αποτυχίας των διαπραγματεύσεων ή παρέλευσης εύλογου χρονικού διαστήματος από την έναρξή τους χωρίς κατάληξη, ο Επίτροπος δύναται να παρέμβει είτε αυτεπάγγελτα είτε κατόπιν γραπτού αιτήματος ενός εκ των μερών, με σκοπό την έκδοση απόφασης για επίλυση της διαφοράς.
(4) Όλες οι συμφωνίες πρόσβασης, μετά τη σύναψή τους υποβάλλονται στον Επίτροπο.
127.-(1) Ουδείς ιδρύει ή/και λειτουργεί ταχυδρομικό δίκτυο ή/και παρέχει ταχυδρομικές υπηρεσίες, εκτός εάν είναι εξουσιοδοτημένος προς τούτο με άδεια, υπό τη μορφή Γενικής Εξουσιοδότησης ή/και Ειδικής Άδειας χορηγούμενης από τον Επίτροπο, τηρουμένων, στην περίπτωση της ειδικής άδειας του παροχέα καθολικής υπηρεσίας, των διατάξεων του άρθρου 119Α.
(2) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (1), οι ακόλουθες ταχυδρομικές υπηρεσίες δεν υπόκεινται σε άδεια:
(α) η μεταφορά και παράδοση ταχυδρομικών αντικειμένων προσωπικά από τον ίδιο τον αποστολέα ή από φίλο ή γνωστό του αποστολέα ή από μη εμπορικό αγγελιαφόρο χωρίς αμοιβή που δεν εμπλέκεται σε οποιαδήποτε εμπορική δραστηριότητα, ή με άλλα παρόμοια μέσα,
(β) η μεταφορά και παράδοση επίσημων δικαστικών εγγράφων,
(γ) [διαγράφεται],
(3) Ο Επίτροπος δύναται με διάταγμα να ορίσει και άλλες υπηρεσίες για την παροχή των οποίων δεν θα απαιτείται άδεια, νοουμένου ότι δεν υπάγονται στην καθολική υπηρεσία.
128. (1) Ο Επίτροπος χορηγεί ειδικές άδειες οι οποίες απαιτούνται για την παροχή μέρους ή του συνόλου των υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, όπως προβλέπονται στο άρθρο 119Β του παρόντος Νόμου, καθώς και για την παροχή υπηρεσιών οι οποίες παρουσιάζουν επαρκώς εναλλακτικό χαρακτήρα σε σχέση με την καθολική ταχυδρομική υπηρεσία, χωρίς απαραίτητα να καλύπτουν όλα τα χαρακτηριστικά της καθολικής υπηρεσίας, όπως η καθημερινή διανομή ή η πλήρης κάλυψη της Δημοκρατίας.
(2) Ο Επίτροπος διασφαλίζει ότι πρόσωπα που προσφέρουν ταχυδρομικές υπηρεσίες υπό καθεστώς γενικής εξουσιοδότησης, συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις περί εγγραφής, που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και με τους σχετικούς όρους που ορίζονται σε Διάταγμα του Επιτρόπου.
129. Ο Επίτροπος θα διασφαλίζει ότι οι διαδικασίες που διέπουν την παροχή αδειών είναι διαφανείς, χωρίς διακρίσεις, αναλογικές και βασισμένες σε αντικειμενικά κριτήρια.
(2) Σε περίπτωση μη έγκρισης αίτησης για παραχώρηση άδειας, ο Επίτροπος οφείλει:
(α) να ενημερώσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για τους λόγους απόρριψης,
(β) να παρέχει στον αιτητή την ευκαιρία να δείξει λόγους για τους ποίους θα έπρεπε να χορηγηθεί η άδεια,
(γ) να δύναται, αφού λάβει υπόψη τους αναφερόμενους στην παράγραφο (β) λόγους, να χορηγήσει την άδεια, υπό τέτοιους όρους και προϋποθέσεις, τις οποίες κρίνει αναγκαίες,
(δ) να δύναται κατόπιν εξέτασης των λόγων που αναφέρονται στην παράγραφο (β) να επιβεβαιώσει την απόφασή του, περίπτωση κατά την οποία ο αιτούμενος έχει δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο.
(3) Ο Επίτροπος δεν θέτει όρους σε οποιαδήποτε άδεια, άλλους από τους καθοριζόμενους σε Διάταγμα.
(4) Ο Επίτροπος δύναται να αρνείται τη χορήγηση άδειας, σε κάθε περίπτωση που α) αυτό είναι προς το δημόσιο συμφέρον, (β) αυτό είναι προς το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας (γ) η αίτηση για χορήγηση άδειας δεν πληροί τους όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται στις διαδικασίες για την χορήγηση αδειών.
130.(1) Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που παρέχουν ταχυδρομικές υπηρεσίες οφείλουν-
(α) να τηρούν το απόρρητο της αλληλογραφίας·
(β) να τηρούν τους κανονισμούς της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης (Π.Τ.Ε.) σε ό,τι αφορά τη μεταφορά επικίνδυνων ταχυδρομικών αντικειμένων·
(γ) να διασφαλίζουν την ισότιμη μεταχείριση όλων των χρηστών·
(δ) να λαμβάνουν μέτρα ώστε να μη διακυβεύεται η εθνική άμυνα και ασφάλεια·
(ε) να διασφαλίζουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των χρηστών και την προστασία της ιδιωτικής ζωής·
(στ) να διασφαλίζουν την τήρηση των συνθηκών εργασίας που προβλέπει ο Νόμος και οι σχετικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας·
(ζ) να τηρούν τις διατάξεις περί προστασίας του περιβάλλοντος και της χωροταξίας·
(η) να διασφαλίζουν τη συνεχή παροχή των ταχυδρομικών υπηρεσιών τους καθόλη τη διάρκεια ισχύος της άδειάς τους·
(θ) να διασφαλίζουν ότι τα τιμολόγια τους πληρούν τους κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού και τους κανόνες διαφάνειας και ότι δημοσιεύονται καταλλήλως·
(ι) να παρέχουν στον Επίτροπο, σε χρονικά περιθώρια και λεπτομέρειες που έχει καθορίσει ο ίδιος, εμπιστευτικά και κατόπιν αιτήματος του Επιτρόπου κάθε απαραίτητη πληροφορία και στοιχεία για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, την εκτέλεση των αποφάσεων του βάσει αυτού του νόμου, καθώς και για σαφώς καθορισμένους στατιστικούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένων οικονομικών πληροφοριών και πληροφοριών σχετικά με την παροχή της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, και
(ια) να καταβάλλουν στον Επίτροπο τα ετήσια διοικητικά τέλη, όπως αυτά καθορίζονται κάθε φορά, καθώς και τα τέλη χρηματοδότησης του ταμείου αποζημίωσης για κάλυψη του κόστους παροχής καθολικής υπηρεσίας.
(2) Ειδικότερα, οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών που παρέχουν ταχυδρομικές υπηρεσίες υπό καθεστώς ειδικής άδειας οφείλουν επιπλέον-
(α) να τηρούν χωριστούς λογαριασμούς και να εφαρμόζουν λογιστικό διαχωρισμό, ώστε να γίνεται σαφής διάκριση για τις υπηρεσίες και τα προϊόντα που είναι μέρος της ειδικής άδειας και για αυτά που δεν είναι, και να κοινοποιούν τα τιμολόγια τους στον Επίτροπο και
(β)να παρέχουν την καθολική υπηρεσία, εφόσον ορίζονται προς τούτο, σύμφωνα με το άρθρο 119Α.
(3) Όσοι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών οφείλουν να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ή/και των διοικητικών και λειτουργικών δαπανών του Επιτρόπου υποχρεούνται να εφαρμόζουν κατάλληλο λογιστικό διαχωρισμό ώστε να είναι ευχερής ο προσδιορισμός των οικονομικών στοιχείων των υπηρεσιών που υπάγονται σε υποχρέωση συνεισφοράς στη χρηματοδότηση της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας και των διοικητικών και λειτουργικών δαπανών του Επιτρόπου.
130Α.-(1) Οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών οφείλουν να διαθέτουν διαφανείς, απλές και χαμηλού κόστους διαδικασίες για την αντιμετώπιση καταγγελιών των χρηστών που αφορούν ιδίως σε απώλειες, κλοπές, καταστροφές ταχυδρομικών αντικειμένων (συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών προσδιορισμού ευθυνών, όταν παρεμβαίνουν περισσότεροι του ενός φορέων), με την επιφύλαξη τήρησης των σχετικών διεθνών διατάξεων και της κυπριακής νομοθεσίας για το καθεστώς αποζημιώσεων.
(2) Ο Επίτροπος λαμβάνει μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι διαδικασίες του εδαφίου (1) δίνουν τη δυνατότητα να επιλύονται οι διαφορές δίκαια και ταχέως, προβλέποντας, όπου δικαιολογείται, την ύπαρξη συστήματος επιστροφής χρημάτων ή/και αποζημίωσης. Ο Επίτροπος ενθαρρύνει, επίσης, την ανάπτυξη ανεξάρτητων εξωδικαστικών διαδικασιών για την επίλυση διαφορών μεταξύ παροχέων και χρηστών.
(3) Χωρίς να αίρεται η δυνατότητα δικαστικής επίλυσης των διαφορών, οι χρήστες ατομικά ή συλλογικά μπορούν να προσφεύγουν στον Επίτροπο για παράπονα που αφορούν παροχείς ταχυδρομικών υπηρεσιών και τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των όρων αδειοδότησης τους από τον Επίτροπο.
(4) Ο φορέας παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, καθώς και οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών στο πεδίο της καθολικής υπηρεσίας δημοσιεύουν, παράλληλα με την ετήσια έκθεση για την παρακολούθηση των επιδόσεών τους, πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των παραπόνων των χρηστών των υπηρεσιών τους που αντιμετώπισαν και τον τρόπο που τα χειρίστηκαν.
131. Ο Επίτροπος θα καθορίζει δια διατάγματος διαδικασίες διά των οποίων πρόσωπα δύνανται να αδειοδοτηθούν για την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών υπό τη μορφή γενικής εξουσιοδότησης. Πρόσωπο, το οποίο επιζητεί εγγραφή, οφείλει να προβεί σε δήλωση, διά της οποίας θα παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:
(α) πλήρη προσωπικά και/ή εταιρικά στοιχεία ταυτότητας,
(β) τα ονόματα των προσώπων που θα διαχειρίζονται τις προτεινόμενες ταχυδρομικές δραστηριότητες,
(γ) την υπηρεσία που θα παρέχεται, την γεωγραφική περιοχή που θα καλύπτεται και τα χαρακτηριστικά της υπηρεσίας που θα καλύπτεται,
(δ) την διαδικασία διακανονισμού διαφορών με πελάτες.
132.-(1) Ο Επίτροπος καθορίζει με διάταγμα τον τρόπο υπολογισμού των ετήσιων διοικητικών τελών τόσο για τις γενικές εξουσιοδοτήσεις όσο και για τις ειδικές άδειες.
(2) Τα τέλη άδειας καθορίζονται ώστε να καλύπτουν το διοικητικό κόστος που προκύπτει από την έκδοση, τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή της σχετικής άδειας.
133.-(1) Ο Επίτροπος έχει το καθήκον και ευθύνη της επιτήρησης και διασφάλισης της συμμόρφωσης με τους όρους και τις προϋποθέσεις των αδειών.
(2) Σε περιπτώσεις στις οποίες ο Επίτροπος διαπιστώνει ότι υπάρχει ενδεχόμενο παράβασης όρου άδειας, πληροφορεί τον αδειούχο περί τούτου και θέτει σε εφαρμογή το περί Συλλογής Πληροφοριών και Επιβολής Διοικητικού Προστίμου Διάταγμα.
134. (1) Ο Επίτροπος δύναται να ανακαλεί άδειες σε περιπτώσεις:
(α) σοβαρών ή συστηματικών παραβιάσεων οποιασδήποτε άδειας ή των όρων της,
(β) παράλειψης καταβολής των καθορισμένων τελών αδειών, εντός τριών μηνών από την χορήγηση της άδειας,
(γ) παράλειψης καταβολής των καθορισμένων ετήσιων τελών αδειών εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που αυτά καθίστανται πληρωτέα,
(δ) αφερεγγυότητας του αδειούχου.
(2) Οι άδειες είναι προσωποπαγείς και δεν υπόκεινται σε εκχώρηση ή παραχώρηση δικαιωμάτων χρήσης τους, εν όλων ή εν μέρει, χωρίς την προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του Επιτρόπου, ο οποίος και μπορεί να την αρνηθεί κατ΄ απόλυτη κρίση.
(3) Ο Επίτροπος διατηρεί μητρώο αδειών για παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών που είναι διαθέσιμο για δημόσια επιθεώρηση.
135.-(1) ∆εδομένα ή και πληροφορίες αναφορικά με την κυκλοφορία ταχυδρομείου φυσικών και νομικών προσώπων, καθώς και το περιεχόμενο των ταχυδρομικών αντικειμένων θα είναι απόρρητα
(2) Πρόσωπο, το οποίο παρέχει ταχυδρομικές υπηρεσίες ή βοηθά στην παροχή τέτοιων υπηρεσιών, θα υποχρεούται να τηρεί απόρρητα οποιαδήποτε δεδομένα ή/και πληροφορίες στην κατοχή του αναφορικά με τις ταχυδρομικές υπηρεσίες τις οποίες παρέχει, ή στην παροχή των οποίων βοηθά. Αυτή η υποχρέωση συνεχίζει και μετά από τον τερματισμό ή λήξη εργοδότησης σε ταχυδρομική υπηρεσία.
(3) Οι απαγορεύσεις, που τίθενται δια των εδαφίων (1) και (2), του παρόντος άρθρου, δεν ισχύουν σε περιπτώσεις, όπου -
(α) Δικαστήριο εκδίδει σχετικό διάταγμα,
(β) ο Επίτροπος απαιτεί πληροφορίες για την δέουσα ενάσκηση των ρυθμιστικών καθηκόντων και εξουσιών και αρμοδιοτήτων του,
(γ) η αναγνώριση του παραλήπτη ή του αποστολέα απαράδοτου ταχυδρομικού αντικειμένου δεν δύναται να επιτευχθεί με άλλο τρόπο,
(δ) καθίσταται επιβεβλημένο, προς αποτροπή οποιουδήποτε φυσικού κινδύνου σε πρόσωπα ή/και περιουσία.
136.-(1) Προκειμένου να ασκήσει τις αρμοδιότητές του δυνάμει του άρθρου 20(δ) του παρόντος Νόμου, ο Επίτροπος καθορίζει δια διαταγμάτων προδιαγραφές ποιότητας υπηρεσιών για τον παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας.
(2) Ο παροχέας καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας υποχρεούται να παρέχει υπηρεσίες και να λειτουργεί, σύμφωνα με τις προδιαγραφές ποιότητας που καθορίζονται στα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) διατάγματα.
(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), ο Επίτροπος-
(α) επιτηρεί τη λειτουργία και τις υπηρεσίες του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας για σκοπούς διακρίβωσης της συμμόρφωσής του, με τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1), προδιαγραφές ποιότητας υπηρεσιών·
(β) διασφαλίζει, τουλάχιστον μία φορά ετησίως, τη διεξαγωγή ανεξάρτητου ελέγχου από εξωτερικούς οργανισμούς που δεν συνδέονται καθόλου με τους φορείς καθολικής υπηρεσίας προς το σκοπό διακρίβωσης της συμμόρφωσης του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας με τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) προδιαγραφές ποιότητας, και
(γ) διασφαλίζει την ετοιμασία και δημοσίευση εκθέσεων τουλάχιστον μια φορά ετησίως για όσα έγιναν δυνάμει των παραγράφων (α) και (β), τα εξ αυτών συμπεράσματα και τη λήψη από τον παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, των αναγκαίων διορθωτικών μέτρων.
(4) Όσον αφορά οποιονδήποτε άλλο φορέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών, πέραν του φορέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, ο Επίτροπος επιτηρεί τη λειτουργία και τις υπηρεσίες αυτού και δύναται να διεξάγει ανεξάρτητες έρευνες για σκοπούς διακρίβωσης της συμμόρφωσής του με τις αναφερόμενες στο παρόν άρθρο προδιαγραφές ποιότητας υπηρεσιών, καθώς και να ετοιμάζει και να δημοσιεύει σχετικές εκθέσεις για ό,τι έγινε, περιέχουσες τα συμπεράσματα αυτού και τη λήψη των αναγκαίων, από μέρους του παροχέα διορθωτικών μέτρων.
(5) Οι προδιαγραφές ποιότητας που αναφέρονται στο εδάφιο (1) και σχετίζονται με την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών εσωτερικού καθορίζονται με διάταγμα που εκδίδεται από τον Επίτροπο. Ο Επίτροπος, όταν ο εξαιρετικός χαρακτήρας της υποδομής ή των γεωγραφικών συνθηκών το επιβάλει, μπορεί να θεσπίσει εξαιρέσεις από τις ποιοτικές προδιαγραφές του διασυνοριακού ταχυδρομείου.
(6) Ο Επίτροπος γνωστοποιεί τις αναφερόμενες στο εδάφιο (1) προδιαγραφές ποιότητας και εξαιρέσεις στο εδάφιο (5) στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
137. Ο παροχέας καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας για το συμφέρον των χρηστών και για σκοπούς παροχής πληροφοριών οι οποίες αναφέρονται στο Άρθρο 120(3), θα προσφεύγει όπου καθίσταται αναγκαίο, σε τεχνικά πρότυπα συνταχθέντα από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα για τυποποίηση και δημοσιευμένα στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
138.-(1) Ο παροχέας καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας δύναται να αποκτά οποιαδήποτε ακίνητη ιδιοκτησία για τους σκοπούς οποιασδήποτε από τις δραστηριότητές του βάσει του παρόντος Νόμου, και σε περίπτωση ιδιοκτησίας που δεν καθίσταται δυνατό να αποκτηθεί συμβατικά, αυτή δύναται να αποκτηθεί δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε σε ισχύ νόμου περί αναγκαστικής απαλλοτρίωσης ιδιοκτησίας .
(2) Ο παροχέας καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ή/και οποιοδήποτε πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο εγγράφως από αυτόν, μπορεί κατά πάντα εύλογο χρόνο, να εισέρχεται σε οποιαδήποτε γη και, υπό τον όρο προηγούμενης εικοσιτετράωρης γραπτής ειδοποίησης στον κάτοχο, να εισέρχεται σε οποιαδήποτε κτίρια και εκεί να προβαίνει σε πράξεις ή έργα τα οποία είναι ευλόγως αναγκαία για σκοπούς της επιθεώρησης, εξέτασης ή έρευνας, προκαταρκτικώς ή συναφώς με την άσκηση οποιασδήποτε λειτουργίας που δυνάμει του παρόντος Νόμου αποτελεί λειτουργία του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας.
(3) Ο παροχέας καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας θα καταβάλλει αποζημίωση σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 89(11) για οποιαδήποτε προσωπική βλάβη ή ζημιά προκληθείσα από την είσοδο ή από την διενέργεια των προαναφερόμενων πράξεων ή έργων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2).
(4) Για σκοπούς εκτέλεσης οποιασδήποτε εργασίας σε σχέση με οποιοδήποτε ταχυδρομικό δίκτυο, ο παροχέας καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ή/και πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο εγγράφως προς τούτο από αυτόν, δύναται, κατόπιν εύλογης ειδοποίησης στις αρμόδιες τοπικές ή άλλες αρχές, να διανοίξει και να ανασκάψει οποιοδήποτε δρόμο και να τοποθετήσει οποιοδήποτε ταχυδρομικό γραμματοκιβώτιο, σε δρόμο, δεδομένου ότι συμμορφούται με τις απαιτήσεις οποιουδήποτε σχεδίου πυκνότητας για οποιαδήποτε σημεία πρόσβασης, το οποίο έχει συμφωνηθεί με τον Επίτροπο.
(5) ∆ρόμος που διανοίγεται ή/και ανασκάπτεται σύμφωνα με το εδάφιο (4), επαναφέρεται με εύλογη ταχύτητα στην προτέρα αυτού κατάσταση με έξοδα και δαπάνες του παροχέα, ο οποίος απομακρύνει με εύλογη ταχύτητα όλα τα απορρίμματα που έχουν προκύψει από την εκσκαφή ή/και διάνοιξη του δρόμου.
(6) Ταχυδρομικό γραμματοκιβώτιο τοποθετείται ή κατασκευάζεται επί οποιουδήποτε δρόμου κατά τρόπο που δεν διακόπτει, παρακωλύει, ή παρεμβαίνει με τη διέλευση στο δρόμο.
139.-(1) Το δικαίωμα τοποθέτησης ή κατασκευής οποιουδήποτε ταχυδρομικού γραμματοκιβωτίου το έχουν μόνο οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών.
(2) Ουδείς τοποθετεί ή/και μεταφέρει κύριους αγωγούς, σωλήνες, αγωγούς ή/και καλώδια μέσα, κατά μήκος, δια μέσου, κατά πλάτος, πάνω ή/και κάτω από οποιοδήποτε δρόμο ή/και μέρος κατά τρόπο ο οποίος πιθανό να παρέμβει ή να προκαλέσει ζημιά σε οποιοδήποτε δημόσιο ταχυδρομικό γραμματοκιβώτιο.
(3) Πρόσωπο το οποίο μετακινεί, καταστρέφει ή/και προκαλεί ζημιά είτε εσκεμμένως ή άλλως πως σε οποιοδήποτε ταχυδρομικό γραμματοκιβώτιο, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και ευθύνεται στην καταβολή πλήρους αποζημίωσης για την προκληθείσα ζημιά, η οποία ανακτάται με πολιτική αγωγή στο αρμόδιο ∆ικαστήριο.
(4) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), το ∆ικαστήριο ενώπιον του οποίου πρόσωπο κατηγορείται για αδίκημα σύμφωνα με το εδάφιο (3), δύναται να υπολογίσει την αποζημίωση, που είναι καταβλητέα δυνάμει αυτής, και να εκδώσει διάταγμα για την καταβολή της. Τέτοιο διάταγμα εκτελείται ως να ήταν απόφαση σε αστική αγωγή.
140.-(1) Ο Επίτροπος δύναται να διορίζει πενταμελή Συμβουλευτική Επιτροπή Ταχυδρομικών Υπηρεσιών, η οποία θα-
(α) του παρέχει πληροφορίες και θα τον συμβουλεύει γενικά σε θέματα ταχυδρομικών υπηρεσιών,
(β) θα ενεργεί ως εκπρόσωπος των ταχυδρομικών χρηστών, και θα διαβιβάζει τις απόψεις αυτών, και
(γ) θα προβαίνει σε συστάσεις προς τον Υπουργό και/ ή τον Επίτροπο.
(2) Η Συμβουλευτική Επιτροπή θα συνέρχεται τουλάχιστον μια φορά κάθε τρίμηνο και στην έκταση που είναι δυνατό, θα ενημερώνεται επί θεμάτων ταχυδρομικών υπηρεσιών και επί των απόψεων των χρηστών των εν λόγω υπηρεσιών.
(3) Ο Επίτροπος θα διασφαλίζει ότι τα μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής προέρχονται από ευρύ αντιπροσωπευτικό δείγμα της Κυπριακής κοινωνίας. Ο Επίτροπος ορίζει μεταξύ των μελών της Επιτροπής, τον Πρόεδρο αυτής.
(4) Ο Επίτροπος θα μεριμνά ώστε ένα μέλος του προσωπικού του Γραφείου του παρέχει γραμματειακές υπηρεσίες στην αναφερόμενη πιο πάνω Επιτροπή.
(5) Τα μέλη της Επιτροπής θα αποζημιώνονται για τα εύλογα έξοδά τους.
141.-(1) ∆εν άρχεται οποιαδήποτε δικαστική διαδικασία σε σχέση με αστικό αδίκημα ή σύμβαση, εναντίον φορέα παροχής παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών, αν η βάση της αγωγής σχετίζεται με την περισυλλογή, διαλογή, μεταφορά και διανομή ταχυδρομικών αντικειμένων, εκτός των περιπτώσεων που ορίζονται στο εδάφιο (2).
(2) Σε περιπτώσεις στις οποίες, εξουσιοδοτημένος φορέας παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών προσφέρει συστημένη ή/και ασφαλισμένη ταχυδρομική υπηρεσία, η νομική του ευθύνη διέπεται από τους όρους και προϋποθέσεις της συμβάσεως μεταξύ αυτού και του χρήστη, και ο εν λόγω παροχέας οφείλει να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για ενημέρωση των χρηστών ως προς τους εν λόγω όρους και προϋποθέσεις.
(3) Η έκταση της ευθύνης του φορέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών για ζητήματα που εγείρονται βάσει του εδαφίου (2), πιο πάνω, θα περιορίζεται σε απώλεια που προκαλείται απευθείας από τη σχετική παραβίαση της σύμβασης ή/και παράνομη ενέργεια. Ο χρήστης δεν δικαιούται να εγείρει θέμα παρεπόμενης απώλειας ενώπιον οποιουδήποτε ∆ικαστηρίου στην Κύπρο.
142.-(1) Ο Υπουργός εγκρίνει την έκδοση γραμματοσήμων από τον παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας και κηρύσσει άκυρα οποιαδήποτε άλλα γραμματόσημα τα οποία φέρουν επιγραφή ή κάνουν αναφορά στη λέξη «Κύπρος».
(2) Ο Υπουργός εγκρίνει την χρήση γραμματοσήμων για παροχή των ταχυδρομικών υπηρεσιών του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας.
(3) Ο Υπουργός αναθέτει κατ’ αποκλειστικότητα στον φορέα παροχής καθολικής υπηρεσίας τη φιλοτελική δραστηριότητα, η οποία είναι συναφής με την έκδοση γραμματοσήμων.
143.-(1) Σε περίπτωση που ταχυδρομικό αντικείμενο το οποίο αποστέλλεται στην Κύπρο από το εξωτερικό, φέρει πλαστό γραμματόσημο ή/και φέρεται ως προπληρωθέν με γραμματόσημο, το οποίο έχει χρησιμοποιηθεί προηγουμένως, τότε οποιοσδήποτε υπάλληλος παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών δικαιούται να το ανοίξει, στην παρουσία του παραλήπτη, με σκοπό την ανακάλυψη του ονόματος και της διεύθυνσης του αποστολέα και δικαιούται, είτε να το κρατήσει ή να το παραδώσει στον αποστολέα ή να το χειριστεί ή διαθέσει με οποιοδήποτε άλλο τρόπο ως ήθελε εξουσιοδοτηθεί από τον Επίτροπο.
(2) Παροχέας ταχυδρομικών υπηρεσιών δικαιούται να ανοίξει όλα τα ταχυδρομικά αντικείμενα, που ταχυδρομήθηκαν στην Κύπρο και παραμένουν αζήτητα ή απαράδοτα για περίοδο τριών μηνών, ή που έχουν επιστραφεί στην Κύπρο από οποιαδήποτε άλλη χώρα ως μη ζητηθέντα, με σκοπό την επιστροφή τους στους αποστολείς και σε περίπτωση που το πρόσωπο το οποίο έχει αποστείλει τέτοιο αντικείμενο είναι άγνωστο ή έχει αποβιώσει, ή η υπογραφή του είναι δυσανάγνωστη ή αυτό έχει εγκαταλείψει την Κύπρο ή δεν έχει ζητήσει το ταχυδρομικό αντικείμενο εντός δώδεκα μηνών το ανοιχθέν ταχυδρομικό αντικείμενο δύναται να καταστραφεί.
(3) Σε περίπτωση κατά την οποία ταχυδρομικό αντικείμενο που απευθύνεται σε ξένη χώρα στην οποία η προπληρωμή είναι αναγκαία, έχει ταχυδρομηθεί με ανεπαρκή γραμματόσημα, ο παροχέας ταχυδρομικής υπηρεσίας δύναται να το ανοίξει και να το επιστρέψει στον αποστολέα.
(4)(α) Ταχυδρομικό τέλος που δεν έχει προπληρωθεί, για ταχυδρομικό αντικείμενο το οποίο επιστρέφεται ως αζήτητο από οποιαδήποτε άλλη χώρα, ή το οποίο δεν είναι αποδεκτό επί τω ότι απευθύνεται σε πρόσωπο που έχει αποβιώσει ή που δεν δύναται να ανευρεθεί ή που έχει εγκαταλείψει την Κύπρο, καταβάλλεται από το πρόσωπο που έγραψε την επιστολή ή από τον αποστολέα του αντικειμένου ανάλογα με την περίπτωση, και ο παροχέας ταχυδρομικών υπηρεσιών δύναται να ανοίξει τέτοια ταχυδρομικά αντικείμενα καθ΄ οιονδήποτε χρόνο, με σκοπό την εξακρίβωση του προσώπου που έχει γράψει την επιστολή ή που έχει αποστείλει το αντικείμενο, ανάλογα με την περίπτωση.
(β) Ταχυδρομικά αντικείμενα υποκείμενα σε ταχυδρομικά τέλη, τα οποία δεν έχουν πληρωθεί ή έχουν προπληρωθεί ανεπαρκώς και τα οποία για οποιοδήποτε λόγο παραμένουν αζήτητα ή απαράδοτα για περίοδο δώδεκα μηνών δύνανται να πωληθούν με δημοπρασία, οπότε το προϊόν της πωλήσεως κατατίθεται στο πάγιο ταμείο της Κύπρου.
144. Εξαιρουμένων αντικειμένων αλληλογραφίας, οποιοδήποτε ταχυδρομικό αντικείμενο, το οποίο φέρει τελωνειακή δήλωση και αποστέλλεται στην Κύπρο από το εξωτερικό, δύναται να ανοιχτεί από υπαλλήλους των παροχέων ταχυδρομικών υπηρεσιών παρουσία Τελωνειακού Λειτουργού, ο οποίος καθορίζει ανάλογα το ποσό των τελωνειακών δασμών που θα του επιβληθούν.
145. Ταχυδρομικά αντικείμενα, στα οποία εξευρίσκεται οτιδήποτε του οποίου η αποστολή ταχυδρομικώς είναι απαγορευμένη διά του παρόντος Νόμου ή/και οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε σε ισχύ νόμου ή/και διαταγμάτων, ως και ταχυδρομικά αντικείμενα για το περιεχόμενο των οποίων έγινε σκόπιμα αναληθής δήλωση από τον αποστολέα, δύναται να κατασχεθούν ως υποκείμενα σε δήμευση μαζί με όλο το περιεχόμενο αυτών, δυνάμει και σύμφωνα με την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία.
146.-(1) Στην περίπτωση κατά την οποία, ταχυδρομικό αντικείμενο, που αποστέλλεται στην Κύπρο από το εξωτερικό, περιλαμβάνει εμπορεύματα, για τα οποία καθορίζονται οι δασμοί ή και φόροι κατ’ αξία, ο αρμόδιος Τελωνειακός Λειτουργός δύναται, εάν έχει λόγο να πιστεύει ότι η δηλωμένη αξία είναι ανεπαρκής, να εκτιμήσει την αξία για σκοπούς τελωνειακών δασμών ή/και φόρων σε τέτοιο ποσό, ως ο ίδιος θεωρεί κατάλληλο. Σε τέτοια περίπτωση ο εισαγωγέας, οφείλει εντός δέκα ημερών από την ημερομηνία επίδοσης ή ταχυδρόμησης στην διεύθυνση αυτού της εν λόγω εκτίμησης, να παρουσιασθεί στον αρμόδιο Τελωνειακό Λειτουργό, και να καταβάλει τους τελωνειακούς δασμούς ή/ και φόρους επί της αξίας που εκτιμήθηκε από τον Τελωνειακό Λειτουργό.
(2) Σε περίπτωση που εισαγωγέας ή δεόντως εξουσιοδοτημένος αντιπρόσωπος αυτού, δεν καταβάλλει στον αρμόδιο Τελωνειακό Λειτουργό εντός της προθεσμίας των δέκα ημερών, τους τελωνειακούς δασμούς ή/ και φόρους επί της αξίας που εκτιμήθηκε από τον Τελωνειακό Λειτουργό σύμφωνα με τα οριζόμενα στο εδάφιο (1), το ταχυδρομικό αντικείμενο, θα τύχει χειρισμού ως να ήταν απαράδοτο.
147.-(1) Σε περίπτωση που παροχέας ταχυδρομικών υπηρεσιών έχει λόγο να πιστεύει ότι οποιοδήποτε ταχυδρομικό αντικείμενο το οποίο δεν φέρει τελωνειακή δήλωση, εξαιρουμένων των αντικειμένων αλληλογραφίας, περιέχει οποιαδήποτε εμπορεύματα -
(α) σε σχέση με τα οποία έχει διαπραχθεί ποινικό αδίκημα ή διαπράττεται ποινικό αδίκημα ή γίνεται απόπειρα διαπράξεως αδικήματος,
(β) τα οποία υπόκεινται σε πληρωμή οποιονδήποτε τελωνειακών δασμών ή/ και φόρων, ή/και
(γ) σε σχέση με τα οποία υπάρχει, δυνάμει οποιουδήποτε εκάστοτε σε ισχύ νόμου ή/και διαταγμάτων ή/και δυνάμει οποιασδήποτε διεθνούς συνθήκης, συμβάσεως ή συμφωνίας, που δεσμεύει την Κύπρο, οποιαδήποτε απαγόρευση ή περιορισμός, είτε σε σχέση με την εισαγωγή τους ή/και τη μεταφορά τους μέσω ταχυδρομείου, ή/και άλλως πως,
τότε ο ανωτέρω παροχέας οφείλει να κατακρατήσει το ταχυδρομικό αντικείμενο στο πλησιέστερο προς την διεύθυνση του παραλήπτη ταχυδρομείο, και να απαιτήσει με γραπτή ειδοποίηση την προσέλευση στο εν λόγω ταχυδρομείο σε καθορισμένο χρόνο, του παραλήπτη ή άλλου δεόντως εξουσιοδοτημένου αντιπροσώπου του για το άνοιγμα του εν λόγω ταχυδρομικού αντικειμένου στην παρουσία του.
(2) Ταχυδρομικό αντικείμενο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του παρόντος Άρθρου, θα ανοίγεται στον αναφερόμενο στην εν λόγω παράγραφο τόπο και χρόνο, παρουσία λειτουργού του παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών και τελωνειακού λειτουργού, από τον παραλήπτη ή το δεόντως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο αυτού, ή σε περίπτωση που ο παραλήπτης ή ο αντιπρόσωπος αυτού δεν παρουσιάζεται ή αρνείται να ανοίξει το σχετικό ταχυδρομικό αντικείμενο, αυτό ανοίγεται από τους εν λόγω λειτουργούς και επίσης από μέλος της αστυνομίας, καθ΄ όσον αφορά τις περιπτώσεις του εδαφίου (1)(α) και (γ).
(3) Σε περίπτωση όπου ταχυδρομικό αντικείμενο εξευρίσκεται να περιέχει οτιδήποτε -
(α) η εισαγωγή του οποίου απαγορεύεται ή/και περιορίζεται ή/και του οποίου η μεταφορά μέσω ταχυδρομείου απαγορεύεται δυνάμει οποιουδήποτε εκάστοτε σε ισχύ νόμου ή/και διαταγμάτων ή/και δυνάμει οποιασδήποτε διεθνούς συνθήκης, συμβάσεως ή συμφωνίας που δεσμεύει την Κύπρο, τότε το ταχυδρομικό αντικείμενο υπόκειται σε δήμευση δυνάμει και σύμφωνα με την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία,
(β) το οποίο υπόκειται σε πληρωμή οποιωνδήποτε τελωνειακών δασμών ή /και φόρων, τότε το ταχυδρομικό αντικείμενο κατακρατείται στο ταχυδρομείο, μέχρις ότου οι εν λόγω δασμοί καταβληθούν,
(γ) σε σχέση, με το οποίο έχει διαπραχθεί ποινικό αδίκημα ή διαπράττεται ποινικό αδίκημα ή γίνεται απόπειρα διαπράξεως ποινικού αδικήματος, ή σε σχέση με το οποίο υπάρχει οποιαδήποτε απαγόρευση ή περιορισμός, άλλος από τους αναφερόμενους στην παράγραφο (α) αμέσως πιο πάνω, τότε το ταχυδρομικό αντικείμενο κατακρατείται για το σκοπό οποιωνδήποτε περαιτέρω διαδικασιών δυνάμει του παρόντος Νόμου ή/και οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε σε ισχύ νόμου ή/και διαταγμάτων.
148.-(1) Ο αποστολέας οποιουδήποτε ταχυδρομικού αντικειμένου, εξαιρουμένων αντικειμένων αλληλογραφίας για μεταφορά μέσω ταχυδρομείου από την Κύπρο θα συμπληρώνει προ της ταχυδρόμησης αυτού, τελωνειακή δήλωση, παρέχοντας ακριβή περιγραφή του περιεχομένου του, της αξίας του και της διευθύνσεως του προσώπου στο οποίο θα αποσταλεί
(2) Σε περίπτωση που ο παροχέας ταχυδρομικών υπηρεσιών έχει λόγο να υποψιάζεται ότι οποιαδήποτε δήλωση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), του παρόντος Άρθρου, σχετικά με το περιεχόμενο ή/και την αξία οποιουδήποτε ταχυδρομικού αντικειμένου είναι ανακριβής, δικαιούται να το ανοίξει και σε περίπτωση που εξακριβώνεται ότι η εν λόγω δήλωση είναι όντως ανακριβής, τότε το δέμα και το περιεχόμενο αυτού υπόκεινται σε δήμευση δυνάμει και σύμφωνα με την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία.
(3) Σε περίπτωση που εξακριβώνεται ότι ταχυδρομικό δέμα περιέχει οποιοδήποτε άλλο ταχυδρομικό αντικείμενο, το οποίο προορίζεται για παράδοση σε πρόσωπο άλλο από τον παραλήπτη του δέματος, τότε το ταχυδρομικό αντικείμενο, δύναται να σταλεί ταχυδρομικώς στο πρόσωπο στο οποίο απευθύνεται, και να επιβαρυνθεί με ταχυδρομικό τέλος ίσο με το τέλος που δεν πληρώθηκε και το οποίο θα ήτο κανονικά πληρωτέο αν το αντικείμενο εταχυδρομείτο δεόντως από τον τόπο στον οποίο ταχυδρομήθηκε το δέμα.
(4) Σε περίπτωση που ταχυδρομικό αντικείμενο προκαλεί ενόχληση ή είναι επιβλαβές για οποιοδήποτε υπάλληλο παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών ή/και για άλλο πρόσωπο, ή/και αν αυτό δυνατόν να προκαλέσει καταστροφή ή ζημία σε άλλα ταχυδρομικά αντικείμενα, τότε δύναται να καταστραφεί, εάν αυτό είναι εύλογο να γίνει, ή να τοποθετηθεί σε ασφαλές μέρος. Στην τελευταία περίπτωση ο παραλήπτης, πληροφορείται περί τούτου όπου αυτό είναι δυνατόν, και καλείται να παραλάβει το αντικείμενο. Εάν ο παραλήπτης δεν παρουσιαστεί, το αντικείμενο ανοίγεται και, εάν καταστεί γνωστή με αυτό τον τρόπο η ταυτότητα του αποστολέα, καλείται ο τελευταίος να το παραλάβει. Εάν ούτε ο παραλήπτης ούτε ο αποστολέας παρουσιαστούν, το ταχυδρομικό αντικείμενο καταστρέφεται.
149.-(1) Πρόσωπο που δημιουργεί, ιδρύει ή/και παρέχει δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσία άνευ γενικής εξουσιοδότησης σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου ή/και που δημιουργεί, ιδρύει ή/και παρέχει τέτοιο δίκτυο ή/και υπηρεσία άλλως από τα όσα ορίζονται δυνάμει και σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμο ή με οποιοδήποτε άλλο εκάστοτε σε ισχύ νόμο ή γενική εξουσιοδότηση δυνάμει αυτού, ή δυνάμει και σύμφωνα με ατομικό δικαίωμα χρήσης που χορηγείται από τον Επίτροπο δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή/και με κανονισμούς ή/και διατάγματα που εκδίδονται από τον Επίτροπο του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου ή/και κανονισμών ή/και διαταγμάτων, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης, που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ(€5.000), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Πρόσωπο, που διατάσσεται από τον Επίτροπο να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία και παραλείπει να το πράξει εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία της διαταγής, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες τετρακόσια ευρώ (€3.400), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(3) Πρόσωπο, που δολίως, εξασφαλίζει υπηρεσία που παρέχεται από αδειοδοτημένο δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, με πρόθεση να αποφύγει την πληρωμή οποιουδήποτε τέλους ή/και χρέωσης που υφίσταται για την παροχή της εν λόγω υπηρεσίας, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες τετρακόσια ευρώ (€3.400), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(4) Πρόσωπο που έχει λόγο για να πιστεύει, ή γνωρίζει ότι, οποιοδήποτε δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσία ηλεκτρονικών επικοινωνιών έχει ιδρυθεί, υφίσταται ή/και λειτουργεί κατά παράβαση του παρόντος Νόμου ή και του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου, ή/και κανονισμών, και μεταδίδει ή/και λαμβάνει οποιοδήποτε μήνυμα χρησιμοποιώντας το εν λόγω δίκτυο ή/και υπηρεσία, ή/και εκτελεί οποιαδήποτε υπηρεσία που είναι συναφής με την ίδρυση, ύπαρξη, λειτουργία ή/και παροχή του εν λόγω δικτύου ή/και υπηρεσίας ηλεκτρονικών επικοινωνιών, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(5) Πρόσωπο που ενεργεί με οποιοδήποτε από τους πιο κάτω τρόπους σε σχέση με δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850), ή και στις δύο αυτές ποινές:
(α) συμμετέχει στην διαχείριση, χρηματοδότηση, λειτουργία ή/και λειτουργεί επί καθημερινής βάσης δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, γνωρίζοντας ή έχοντας λόγο για να πιστεύει ότι, το εν λόγω δίκτυο ή/και οι υπηρεσίες ηλεκτρονικών επικοινωνιών που παρέχονται με τη χρήση αυτού, δεν είναι, ενώ θα έπρεπε να ήτο, αδειοδοτημένα σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμο,
(β) προμηθεύει, εγκαθιστά, επιδιορθώνει, ή/και συντηρεί, οποιοδήποτε δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή/και εξοπλισμό ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή/και οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο, γνωρίζοντας ή έχοντας λόγο για να πιστεύει ότι το δίκτυο ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή/και ο εξοπλισμός ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή/και άλλο αντικείμενο ανάλογα με την περίπτωση, χρησιμοποιείται ή πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, για σκοπούς διευκόλυνσης της λειτουργίας ή/και επί καθημερινής βάσης λειτουργίας μη αδειοδοτημένου δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, που θα έπρεπε να ήτο αδειοδοτημένα σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμο,
(γ) παρέχει οποιαδήποτε υπηρεσία σε οποιοδήποτε πρόσωπο, γνωρίζοντας, ή έχοντας λόγο για να πιστεύει, ότι η παροχή της εν λόγω υπηρεσίας στο εν λόγω πρόσωπο διευκολύνει τη λειτουργία ή/και την επί καθημερινής βάσης λειτουργία μη αδειοδοτημένου δικτύου ηλεκτρονικών επικοινωνιών, ή/και υπηρεσιών ηλεκτρονικών επικοινωνιών, που θα έπρεπε να ήτο αδειοδοτημένα σύμφωνα με τον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμο.
(6) [Διαγράφηκε].
(7) Πρόσωπο, που χρησιμοποιεί οποιαδήποτε συσκευή, είτε αυτή είναι συσκευή ραδιοεπικοινωνιών είτε όχι, για σκοπούς παρεμβολής σε οποιαδήποτε άλλη συσκευή, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους τρεις μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(8) Πρόσωπο που είναι αδειοδοτημένη επιχείρηση, ή εργοδοτούμενο από αδειοδοτημένη επιχείρηση, ή που απασχολείται υπό οποιαδήποτε ιδιότητα από οποιαδήποτε αδειοδοτημένη επιχείρηση, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700), ή και στις δύο αυτές ποινές αν κατά παράβαση του καθήκοντος αυτού,
(α) παρεμποδίζει ή/και παρακωλύει την αποστολή, μεταφορά ή/και παράδοση οποιουδήποτε μηνύματος σύμφωνα με τον περί Ασφάλειας Δικτύων και Συστημάτων Πληροφοριών Νόμο,
(β) εσκεμμένα τροποποιεί ή/και παρεμβαίνει στο περιεχόμενο οποιουδήποτε μηνύματος σύμφωνα με το Άρθρο 99 του παρόντος Νόμου, ή/και
(γ) εσκεμμένα αναχαιτίζει οποιοδήποτε μήνυμα ή/και εσκεμμένα αποκαλύπτει ή/και χρησιμοποιεί το περιεχόμενο οποιουδήποτε μηνύματος, ή οποιασδήποτε πληροφορίας ή/και εγγράφου που σχετίζεται με το περιεχόμενο οποιουδήποτε μηνύματος, ή/και με ζητήματα δημοσίας φύσης ή/και τα προσωπικά στοιχεία οποιουδήποτε προσώπου σύμφωνα με το Άρθρο 99 του παρόντος Νόμου.
(9) (α) Πρόσωπο που εγκαθιστά ή εμπορεύεται στην Κυπριακή αγορά οιονδήποτε τηλεπικοινωνιακό τερματικό εξοπλισμό για το σκοπό για τον οποίο έχει σχεδιασθεί, εκτός εάν ο τερματικός εξοπλισμός συμμορφώνεται με τους όρους, τις προϋποθέσεις και τις προδιαγραφές που ορίζονται στον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμο, διαπράττει ποινικό αδίκημα.
(β) Σε πρόσωπο που καταδικάζεται για διάπραξη ποινικού αδικήματος σύμφωνα με την παράγραφο (2), δύναται να επιβληθεί φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή αμφότερα.
(10) Πρόσωπο που αφαιρεί, καταστρέφει και/ή προκαλεί βλάβη είτε με δόλο είτε άλλως, σε οποιοδήποτε τηλεπικοινωνιακό δίκτυο και/ή εγκαταστάσεις και/ή εξοπλισμό διαπράττει ποινικό αδίκημα σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου.
(11) Πρόσωπο το οποίο χωρίς εύλογη αιτία παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους Διατάγματος ή Απόφασης που εκδίδεται από τον Επίτροπο δυνάμει του παρόντος Νόμου είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται, σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850) ή καις τις δύο αυτές ποινές σύμφωνα με το Άρθρο 29 του παρόντος Νόμου.
(12) Πρόσωπο το οποίο μετά από γραπτό ερώτημα του Επιτρόπου σχετικά με την εφαρμογή του παρόντος Νόμου, παραλείπει ή αρνείται να παράσχει τη συνδρομή του, εντός της ταχθείσας προθεσμίας, προς διευκόλυνση του έργου του Επιτρόπου Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, ή εκ προθέσεως ή εξ αμελείας του παρέχει ψευδείς, ανακριβείς, ελλιπείς ή παραπλανητικές πληροφορίες, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20,000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(13) Πρόσωπο το οποίο, χωρίς εύλογη αιτία, παραλείπει να συμμορφωθεί με απόφαση που εκδίδεται από τον Επίτροπο Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30,000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
150.-(1) Πρόσωπο που ιδρύει, λειτουργεί ή/και παρέχει ταχυδρομικό δίκυτο ή/και ταχυδρομικές υπηρεσίες άνευ ειδικής άδειας χορηγούμενης από τον Επίτροπο, ή άνευ γενικής εξουσιοδότησης σύμφωνα με το Άρθρο 127, εκτός δυνάμει και σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ή/και με οποιοδήποτε άλλο νόμο, ή/και με άδεια που εκδίδεται βάσει οποιουδήποτε άλλου νόμου, ή/και κανονισμών, ή/και διαταγμάτων, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Πρόσωπο που άνευ αδείας μεταφέρει ταχυδρομικό αντικείμενο, το οποίο δεν εμπίπτει στις εξαιρέσεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 127 του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850) για κάθε ταχυδρομικό αντικείμενο που μεταφέρει.
(3) Πρόσωπο που συστηματικά μεταφέρει άνευ αδείας ταχυδρομικό αντικείμενο, το οποίο δεν εξαιρείται όπως ορίζεται στο εδάφιο (2), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε χρηματική ποινή χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700) σε σχέση με κάθε εβδομάδα ή μέρος αυτής κατά την οποία η εν λόγω μεταφορά συνεχίζει.
(4) Πρόσωπο που εκτελεί άλλως πως δια των ταχυδρομικών υπηρεσιών, οποιεσδήποτε υπηρεσίες συναφείς προς τη μεταφορά ταχυδρομικών αντικειμένων από μέρος σε μέρος, είτε δια της παραλαβής ή αποδοχής ή περισυλλογής ή δια παραγγελίας ή δια αποστολής ή δια μεταφοράς ή επαναμεταφοράς ή παράδοσης ταχυδρομικού αντικειμένου, το οποίο δεν εξαιρείται όπως ορίζεται στο εδάφιο (2), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850), για κάθε ταχυδρομικό αντικείμενο που μεταφέρει.
(5) Πρόσωπο που συστηματικά παρέχει υπηρεσίες όπως περιγράφεται στο εδάφιο (4), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή χιλίων επτακοσίων ευρώ (€1.700).
(6) Πρόσωπο που αποστέλλει ταχυδρομικό αντικείμενο το οποίο δεν εξαιρείται σύμφωνα με το εδάφιο (2), άλλως πως δια των ταχυδρομικών υπηρεσιών ή που προκαλεί την αποστολή ή τη μεταφορά τέτοιου αντικειμένου άλλως πως δια των ταχυδρομικών υπηρεσιών, ή που προσφέρει ή παραδίδει τέτοιο αντικείμενο για αποστολή αυτού άλλως πως δια των ταχυδρομικών υπηρεσιών, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850) για κάθε αντικείμενο.
(7) Οποιοσδήποτε διαπράττει συστηματικά οποιαδήποτε από τις πράξεις, που αναφέρονται στο εδάφιο (6) είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700).
(8) Πρόσωπο που ήθελε περισυλλέξει ταχυδρομικά αντικείμενα που δεν εμπίπτουν στις εξαιρέσεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 127 του παρόντος Νόμου, με σκοπό τη μεταφορά ή/και αποστολή τους άλλως πως δια των ταχυδρομικών υπηρεσιών, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850) για κάθε αντικείμενο.
(9) Πρόσωπο που συστηματικά ενεργεί ως αναφέρεται στο εδάφιο (8) διαπράττει ποινικό αδίκημα και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700).
(10) Πρόσωπο είναι ένοχο αδικήματος όπως ορίζεται στο εδάφιο (4), του παρόντος άρθρου, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του στην αναφερόμενη στο εν λόγω εδάφιο ποινή ανεξάρτητα από το κατά πόσο το σχετικό αντικείμενο αποστέλλεται μόνο του ή μαζί με οτιδήποτε άλλο, ή κατά πόσο η σχετική συναφής υπηρεσία εκτελείται σε σχέση με αντικείμενο το οποίο αποστέλλεται ή θα αποσταλεί μόνο του ή μαζί με κάποιο άλλο αντικείμενο ή πράγμα, και σε οποιαδήποτε ποινική δίωξη ο κατηγορούμενος φέρει το βάρος της απόδειξης ότι η πράξη που συνιστά το ισχυριζόμενο ποινικό αδίκημα εναντίον αυτού έγινε σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(11) Πρόσωπο που δολίως ή εν γνώσει του χρησιμοποιεί, ενώνει, επιθέτει ή/και τοποθετεί μαζί ή πάνω σε οποιοδήποτε ταχυδρομικό αντικείμενο ή κάλυμμα ή σε οποιοδήποτε χαρτί ή άλλη ουσία οποιοδήποτε γραμματόσημο, που έχει ήδη χρησιμοποιηθεί είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια (€1.700) ευρώ.
(12)(α) Πρόσωπο είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, σε οποιαδήποτε των πιο κάτω περιπτώσεων:
(i) αν εν γνώσει του εσωκλείει, προκαλεί ή/και συντελεί όπως εσωκλειστεί σε οποιαδήποτε εφημερίδα προοριζόμενη να σταλεί δια ταχυδρομικών υπηρεσιών ή υπό την κάλυψη αυτής οποιοδήποτε αντικείμενο ή χαρτί ή/και πράγμα, ή
(ii) αν εν γνώσει του αποστέλλει, ή προκαλεί την αποστολή δια ταχυδρομικών υπηρεσιών, εφημερίδας εντός της οποίας εσωκλείεται οποιοδήποτε αντικείμενο αλληλογραφίας ή πράγμα ή χαρτί ή αντικείμενο, εκτός όπου ρητά τούτο επιτρέπεται
(β) Πρόσωπο που είναι ένοχο ποινικού αδικήματος κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (α), υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850) σε σχέση με κάθε εφημερίδα.
(γ) Σε οποιαδήποτε των περιπτώσεων που αναφέρονται στην παράγραφο (α), η εφημερίδα με τυχόν εσώκλειστα των οποίων η αποστολή δια ταχυδρομικών υπηρεσιών δεν είναι απαγορευμένη, παραδίδεται ως κανονικό και πληρωθέν αντικείμενο αλληλογραφίας, ενώ τα απαγορευμένα εσώκλειστα, κατάσχονται.
(13)(α) Πρόσωπο, εργοδοτούμενο, συνεργαζόμενο ή απασχολούμενο σε παροχέα ταχυδρομικής υπηρεσίας είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, σε περίπτωση που άνευ νομίμου αιτίας:
(i) ανοίγει ή προκαλεί ή ανέχεται να ανοιχτεί ταχυδρομικό αντικείμενο, ή/και
(ii) εσκεμμένα κατακρατεί ή καθυστερεί ή προκαλεί ή ανέχεται την κατακράτηση ή καθυστέρηση της παράδοσης ταχυδρομικού αντικειμένου.
(β) Πρόσωπο που είναι ένοχο ποινικού αδίκηματος κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700), ή και στις δύο αυτές ποινές.
Οι διατάξεις της παραγράφου (α) δεν τυγχάνουν εφαρμογής καθ΄όσον αφορά-
(i) στο άνοιγμα ή κατακράτηση ή καθυστέρηση ταχυδρομικού δέματος σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε σε ισχύ Νόμου που αφορά στη λειτουργία της ταχυδρομικής επιχείρησης στην Κύπρο, και
(ii) στο άνοιγμα ή κατακράτηση ή καθυστέρηση ταχυδρομικού δέματος σύμφωνα με ρητή εντολή του Επιτρόπου.
(14) Πρόσωπο, που παρακινεί ή προκαλεί οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ή που αποπειράται να προκαλέσει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, να διαπράξει αδίκημα, κατά παράβαση των διατάξεων των εδαφίων (1) έως και (13), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του στις ίδιες ποινές που υπόκειται και το πρόσωπο που εξετέλεσε το αδίκημα.
(15) Για ανάκτηση των χρηματικών ποινών που επιβάλλονται σε οποιοδήποτε πρόσωπο που καταδικάζεται για ποινικό αδίκημα κατά παράβαση των εδαφίων (1) έως και (14), δύναται να εγερθεί πολιτική αγωγή, εντός ενός έτους από την επιβολή της ποινής.
(16) Πρόσωπο που δόλια κατακρατεί ή εσκεμμένως κρατεί, ή εξασφαλίζει ή κατακρατεί ή που αμελεί ή αρνείται κατόπιν απαίτησης παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών, να παραδώσει ταχυδρομικό αντικείμενο που του έχει παραδοθεί κατά λάθος και το οποίο θα έπρεπε να παραδοθεί σε άλλο πρόσωπο, ή/και ταχυδρομείο, ή/και ταχυδρομικό αντικείμενο που έχει ανευρεθεί είτε από το ίδιο ή από άλλο πρόσωπο, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(17) Πρόσωπο που ταχυδρομεί ή προκαλεί την ταχυδρόμηση ή/και αποστέλλει ή/και προκαλεί την αποστολή ή/και που προσφέρει ή παραδίνει για να αποσταλεί με το ταχυδρομείο οποιοδήποτε ταχυδρομικό αντικείμενο το οποίο περιέχει οποιοδήποτε εκρηκτικό ή/και άλλο επικίνδυνο υλικό ή ουσία, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700), ενώ το εν λόγω ταχυδρομικό αντικείμενο δύναται να καταστραφεί ή να κατακρατηθεί ή να τύχει άλλου χειρισμού.
(18)(α) Πρόσωπο που εργοδοτείται για τη μεταφορά ή/και παράδοση οποιουδήποτε ταχυδρομικού αντικείμενου, το οποίο βρίσκεται υπό τη φύλαξη, φροντίδα ή κατοχή του κατά την εργοδότηση αυτού, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, σε οποιαδήποτε εκ των κατωτέρω περιπτώσεων:
(i) σε περίπτωση που εγκαταλείπει το αντικείμενο,
(ii) σε περίπτωση που είναι ένοχο οποιασδήποτε πράξης μέθης, απροσεξίας, αμέλειας ή/και άλλης ανάρμοστης συμπεριφοράς δια της οποίας τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια του ταχυδρομικού αντικειμένου,
(iii) σε περίπτωση που περισυλλέγει, παραλαμβάνει, μεταφέρει ή/και παραδίνει ταχυδρομικό αντικείμενο με άλλο τρόπο από τον συνηθισμένο τρόπο του ταχυδρομείου,
(iv) σε περίπτωση που εσκεμμένα διαθέται το χρόνο του για να επιβραδύνει ή/και καθυστερήσει την πρόοδο ή/και άφιξη ταχυδρομικού αντικειμένου,
(v) Σε περίπτωση που δεν ασκεί δέουσα φροντίδα και επιμέλεια, για την ασφαλή μεταφορά ταχυδρομικού αντικειμένου.
(β) Πρόσωπο που διαπράττει ποινικό αδίκημα κατά παράβαση της παραγράφου (α) υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τα χίλια ευρώ (€1.000).
(19)(α) Πρόσωπο που εργοδοτείται από παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών, διαπράττει ποινικό αδίκημα σε περίπτωση που, σε αντίθεση με τα καθήκοντά του
(i) ανοίγει, προκαλεί ή ανέχεται να ανοιχτεί ταχυδρομικό αντικείμενο, ή
(ii) εσκεμμένα κατακρατεί, καθυστερεί, προκαλεί ή ανέχεται την κατακράτηση ή καθυστέρηση της παράδοσης ταχυδρομικού αντικειμένου.
(β) Πρόσωπο που είναι ένοχο ποινικού αδικήματος κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(γ) Οι διατάξεις της παραγράφου (α) πιο πάνω, δεν τυγχάνουν εφαρμογής καθ΄όσον αφορά-
(i) στο άνοιγμα, κατακράτηση, και καθυστέρηση ταχυδρομικού αντικειμένου σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου εκάστοτε σε ισχύ νόμου που αφορά στη λειτουργία της ταχυδρομικής επιχείρησης στην Κύπρο,
(ii) στο άνοιγμα, κατακράτηση και καθυστέρηση ταχυδρομικού αντικειμένου προς τον σκοπό συμμόρφωσης με ρητή εντολή του Επιτρόπου.
(20) Πρόσωπο που θέτει ή αποπειράται να θέσει εντός ή πάνω σε οποιοδήποτε ταχυδρομικό γραμματοκιβώτιο, οποιαδήποτε φωτιά, φλόγα, σπίρτα, ή οποιαδήποτε εκρηκτική ή/και επικίνδυνη ουσία, ή οποιαδήποτε ακαθαρσία, ή οποιαδήποτε επιβλαβή ή δηλητηριώδη ουσία ή οποιοδήποτε υγρό, ή που πράττει ή αποπειράται να πράξει οτιδήποτε το οποίο δυνατό να παραβλάψει το κιβώτιο ή τα εξαρτήματα ή το περιεχόμενο αυτού, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(21)(α) Ουδείς θα αποστέλλει ή αποπειράται να αποστείλει ταχυδρομικό αντικείμενο -
(i) στο οποίο εσωκλείεται οποιαδήποτε εκρηκτική ή επικίνδυνη ουσία, ή οποιαδήποτε ακαθαρσία, ή επιβλαβής ή δηλητηριώδης ουσία, ή οποιοδήποτε αιχμηρό όργανο το οποίο δεν είναι κατάλληλα προστατευμένο, ή οποιοδήποτε ζωντανό ον το οποίο είναι είτε επιβλαβές είτε ενδέχεται να παραβλάψει άλλα ταχυδρομικά αντικείμενα, ή
(ii) στο οποίο εσωκλείεται οποιοδήποτε αντικείμενο ή/και πράγμα το οποίο ενδέχεται να παραβλάψει είτε άλλα ταχυδρομικά αντικείμενα κατά τη μεταφορά ή οποιοδήποτε λειτουργό του παροχέαυ ταχυδρομικών υπηρεσιών, ή
(iii) πάνω στο οποίο θέτει ή εντός του οποίου εσωκλείει οποιεσδήποτε λέξεις, σημεία, σχέδια, ή εικόνες, στασιακού, υβριστικού, απειλητικού, άσεμνου, αισχρού ή έκδηλα ενοχλητικού χαρακτήρα
(β) Πρόσωπο που ενεργεί κατά παράβαση της παραγράφου (α), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, καθ΄ όσον αφορά παράβαση της υποπαραγράφου (i), σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές και καθ΄ όσον αφορά παράβαση των παραγράφων (ii) και (iii), σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000).
(γ) Ταχυδρομικό αντικείμενο το οποίο αποστέλλεται κατά παράβαση της παραγράφου (α), δύναται να κατακρατηθεί στο γραφείο του παροχέαυ ταχυδρομικών υπηρεσιών.
(22) Πρόσωπο το οποίο χωρίς δέουσα εξουσιοδότηση επικολλά ή αποπειράται να επικολλήσει οποιαδήποτε προκήρυξη, διαφήμιση, ανακοίνωση, κατάλογο, έγγραφο, πινακίδα ή πράγμα πάνω σε οποιοδήποτε γραφείο παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών ή σε ταχυδρομείο ή ταχυδρομικό γραμματοκιβώτιο, ή βάφει, πισσώνει ή με οποιοδήποτε τρόπο παραμορφώνει οποιοδήποτε τέτοιο γραφείο, ταχυδρομείο ή κιβώτιο είναι ένοχο ποινικού αδίκηματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες σαράντα δύο χιλιάδες ευρώ (€342.000).
(23)(α) Πρόσωπο είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, σε περίπτωση που, χωρίς δέουσα εξουσιοδότηση:
(i) κατασκευάζει, εκδίδει, αποστέλλει ταχυδρομικώς ή με άλλο τρόπο, οποιοδήποτε φάκελο, περιτύλιγμα, δελτάριο, έντυπο ή χαρτί κατ’ απομίμηση ενός που εκδόθηκε από ή δυνάμει εξουσιοδότησης του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ή από οποιαδήποτε ταχυδρομική αρχή του εξωτερικού ή το οποίο έχει επί αυτού οποιεσδήποτε λέξεις, γράμματα ή σημεία τα οποία υποδεικνύουν ή υποδηλώνουν ή δύνανται εύλογα να οδηγήσουν τον παραλήπτη να πιστέψει ότι ταχυδρομική επιστολή η οποία φέρει αυτά αποστέλλεται εκ μέρους της Κυβερνήσεως της Κύπρου, ή
(ii) σχηματίζει πάνω σε οποιοδήποτε φάκελο περιτύλιγμα, δελτάριο, έντυπο ή χαρτί με σκοπό την έκδοση ή αποστολή του δια ταχυδρομείου ή με άλλο τρόπο, ή τη χρησιμοποίησή του διαφορετικά, οποιοδήποτε σημείο, κατ’ απομίμηση ή όμοιο ή με ή το οποίο προβάλλεται ως απομίμηση ή ως όμοιο ή ως να είναι γραμματόσημο ή σήμα του παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ή οποιασδήποτε ταχυδρομικής αρχής του εξωτερικού ή σχηματίζει οποιεσδήποτε λέξεις, γράμματα ή σημεία τα οποία υποδεικνύουν η υποδηλώνουν ή δύνανται εύλογα να οδηγήσουν τον παραλήπτη να πιστέψει ότι η ταχυδρομική επιστολή που φέρει αυτά, αποστέλλεται εκ μέρους της Κυβέρνησης της Κύπρου, ή
(iii) εκδίδει ή/και αποστέλλει ταχυδρομικώς ή με άλλο τρόπο οποιοδήποτε φάκελο, περιτύλιγμα, δελτάριο, έντυπο ή χαρτί σεσημασμένο με τον αναφερόμενο στην προηγούμενες παραγράφους τρόπο.
(β) Πρόσωπο που είναι ένοχο ποινικού αδικήματος κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850).
(24) Είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, πρόσωπο που με πρόθεση να εξαπατήσει:
(α) κατασκευάζει, ή εν γνώσει του αλλοιώνει, ή πωλεί ή ασχολείται με ή διανέμει,
(i) οποιοδήποτε πλαστό γραμματόσημο, είτε σφραγιστό είτε επικολλημένο,
(ii) οποιοδήποτε κίβδηλο διεθνές ένσημο απάντησης,
(iii) οποιοδήποτε κίβδηλο αποτύπωμα σφραγιστικής μηχανής, ή/και
(iv) οποιοδήποτε αποτύπωμα το οποίο χρησιμοποιήθηκε ήδη, νοουμένου ότι τέτοιο αποτύπωμα είναι πλαστογραφημένο ή είναι απομίμηση κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δύναται να εκληφθεί ως σφραγιστό ή κινητό γραμματόσημο το οποίο εκδόθηκε από τον παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ή από οποιαδήποτε ταχυδρομική αρχή του εξωτερικού,
(β) κατασκευάζει ή/και κυκλοφορεί οποιαδήποτε πλαστή ταχυδρομική ταυτότητα, ή/και
(γ) κατασκευάζει ή/και εκτός αν προβάλει νόμιμη δικαιολογία, έχει στην κατοχή του οποιαδήποτε μήτρα, πλάκα, όργανο ή υλικά για την κατασκευή:
(i) οποιουδήποτε πλαστού γραμματοσήμου,
(ii) οποιουδήποτε κίβδηλου Διεθνούς ενσήμου απάντησης,
(iii) oποιουδήποτε κίβδηλου αποτυπώματος σφραγιστικής μηχανής ή/και
(iv) oποιασδήποτε πλαστής ταχυδρομικής ταυτότητας.
(25) Υπό τον όρο του εδαφίου (26), πρόσωπο που είναι ένοχο ποινικού αδικήματος κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (24), υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(26) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση της παραγράφου (24), χωρίς πρόθεση να εξαπατήσει, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700). Νοείται ότι ο κατηγορούμενος φέρει το βάρος απόδειξης της απουσίας πρόθεσης για εξαπάτηση.
(27) Οποιοδήποτε γραμματόσημο, ένσημο απάντησης, αποτύπωμα, ταχυδρομική ταυτότητα, μήτρα, πλάκα, όργανο, ή υλικά τα οποία έχουν εξευρεθεί στην κατοχή προσώπου κατά παράβαση της παραγράφου (24), δύναται να κατασχεθούν και δημευθούν.
(28) Πρόσωπο είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, σε περίπτωση που -
(α) εν γνώσει του χρησιμοποιεί για οποιοδήποτε ταχυδρομικό σκοπό,
(i) οποιοδήποτε πλαστό γραμματόσημο,
(ii) οποιοδήποτε κίβδηλο Διεθνές ένσημο απάντησης,
(iii) οποιοδήποτε κίβδηλο αποτύπωμα σφραγιστικής μηχανής, ή/και
(iv) οποιοδήποτε κίβδηλο αποτύπωμα το οποίο ήδη χρησιμοποιήθηκε, ή/και
(β) έχει στην κατοχή του, εκτός εάν προβάλει νόμιμη δικαιολογία,
(i) οποιοδήποτε πλαστό γραμματόσημο,
(ii) οποιοδήποτε κίβδηλο Διεθνές ένσημο απάντησης, ή/και
(iii) οποιοδήποτε κίβδηλο αποτύπωμα σφραγιστικής μηχανής.
(29) Πρόσωπο που είναι ένοχο ποινικού αδικήματος κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (28) υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης, που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700), ή και στις δύο αυτές ποινές.
(30) Ουδείς δύναται άνευ δέουσας εξουσιοδότησης να τοποθετεί, ή διατηρεί επί οποιασδήποτε οικείας, τοίχου, θύρας, παράθυρου, κιβώτιου, ταχυδρομικού πασσάλου, ή επί άλλου μέρους το οποίο του ανήκει ή βρίσκεται υπό τον έλεγχο του, οποιεσδήποτε από τις ακόλουθες λέξεις, γράμματα ή σημεία σύμφωνα με το Άρθρο 139 του παρόντος Νόμου:
(α) τις λέξεις «Ταχυδρομείο»,
(β) τις λέξεις "γραμματοκιβώτιο" οι οποίες συνοδεύονται με λέξεις, γράμματα ή σημεία τα οποία υποδεικνύουν ή υποδηλώνουν ή δύνανται εύλογα να οδηγήσουν το κοινό να πιστεύει ότι αυτό είναι γραμματοκιβώτιο του ταχυδρομείου, ή
(γ)οποιεσδήποτε λέξεις, γράμματα ή/και σημεία τα οποία υποδεικνύουν ή υποδηλώνουν ή δύνανται εύλογα να οδηγήσουν το κοινό να πιστεύει ότι οποιαδήποτε οικία ή χώρος είναι ταχυδρομείο ή/και ότι οποιοδήποτε κιβώτιο είναι γραμματοκιβώτιο του ταχυδρομείου.
(31) Πρόσωπο το οποίο καλείται με ειδοποίηση η οποία του δίδεται από παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών, να αφαιρέσει ή εξαλείψει οποιεσδήποτε λέξεις, γράμματα ή/και σημεία που αναφέρονται στην παράγραφο (30) ή/και να μετακινήσει ή κλείσει αποτελεσματικά οποιοδήποτε γραμματοκιβώτιο, το οποίο του ανήκει ή που βρίσκεται υπό τον έλεγχο του και το οποίο υπήρξε γραμματοκιβώτιο του ταχυδρομείου οφείλει να συμμορφώνεται με την ειδοποίηση εντός δεκαπέντε ημερών από την ημερομηνία αυτής.
(32) Πρόσωπο το οποίο ενεργεί κατά παράβαση του εδαφίου (31), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις εξακόσιες λίρες, και σε περίπτωση που κατόπιν καταδίκης συνεχίζεται η διάπραξη του αδικήματος αυτό υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα διακόσια ευρώ (€200) για κάθε μέρα κατά την οποία συνεχίζεται η διάπραξη του αδικήματος.
(33) Πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του προβαίνει σε ψευδή δήλωση σχετικά με το περιεχόμενο ή την αξία οποιουδήποτε ταχυδρομικού αντικειμένου που αποστέλλεται από αυτό για μεταφορά ταχυδρομικώς από την Κύπρο, είναι ένοχο ποινικού αδίκηματος, και υπόκειται σε περίπτωση πρώτης καταδίκης του για το αδίκημα, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα οκτακόσια πενήντα ευρώ (€850), και σε περίπτωση δεύτερης ή οποιασδήποτε μεταγενέστερης καταδίκης του για το αυτό αδίκημα, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000).
(34) Πρόσωπο που εσκεμμένα παρεμποδίζει ή/και προτρέπει οποιοδήποτε άλλο, να παρεμποδίσει λειτουργό οποιουδήποτε παροχέα ταχυδρομικών υπηρεσιών στην εκτέλεση του καθήκοντός του, ή/και το οποίο ενώ βρίσκεται σε οποιοδήποτε ταχυδρομείο, παρεμποδίζει τη διεξαγωγή της εργασίας του ταχυδρομείου είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ (€1.000).
(35) Πρόσωπο που εκδίδει, αναπαραγάγει ή/και αντιγράφει γραμματόσημα χωρίς ρητή εξουσιοδότηση ή έγκριση από τον Υπουργό ή/και που προκαλεί άλλους να το πράξουν, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του, σε ποινή φυλάκισης, που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια ευρώ (€1.700), ή και στις δύο αυτές ποινές.
151.(1) Ο Επίτροπος δύναται, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των προνοιών του παρόντος Νόμου και για τη ρύθμιση ή καθορισμό οποιουδήποτε θέματος, το οποίο χρήζει ρύθμισης ή καθορισμού.
(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να προβλέπουν για τη ρύθμιση θεμάτων που αφορούν, μεταξύ άλλων-
(α) την πρόσληψη, υπηρεσιακή κατάσταση, πειθαρχία, παραίτηση και αφυπηρέτηση του προσωπικού του Γραφείου του Επιτρόπου·
(β) την ίδρυση και λειτουργία Ταμείου Ιατροφαρμακευτικής Περίθαλψης με βάση το άρθρο 16 (3) (γ) του παρόντος Νόμου και τον καθορισμό δικαιούχων του εν λόγω Ταμείου.
(3) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου κατατίθενται για έγκριση στη Βουλή των Αντιπροσώπων με βάση τις διατάξεις των περί Καταθέσεως στη Βουλή των Αντιπροσώπων των Κανονισμών που εκδίδονται με Εξουσιοδότηση Νόμου Νόμων του 1989 έως 2010, όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται και, ακολούθως, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
152. (1) Για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου ο Επίτροπος δύναται να αναλάβει την ευθύνη σύνταξης και έκδοσης Διαταγμάτων.
(α) Για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο Επίτροπος δύναται να εκδίδει διατάγματα που αποσκοπούν πρωτίστως στην αποσαφήνιση των διαδικασιών, των μεθόδων, των χρονοδιαγραμμάτων και του ύψους των τελών που αναφέρονται στον παρόντα Νόμο.
(β) Οι εξουσίες του Επιτρόπου βάσει του εδαφίου (3) του παρόντος Άρθρου βασίζονται στην άσκηση από τον Επίτροπο των εξουσιών αυτών που του παρέχονται από τον παρόντα Νόμο και οιουσδήποτε άλλους νόμους.
(γ) Ο Επίτροπος δύναται να εκδώσει διατάγματα αναφορικά με οποιοδήποτε άλλο ζήτημα προβλέπει ο παρών Νόμος, ή το οποίο αναγκαία σχετίζεται με τις εξουσίες που ασκούνται από τον Επίτροπο βάσει του παρόντος Νόμου ή οιωνδήποτε άλλων νόμων, και ιδίως αναφορικά με την εφαρμογή των βέλτιστων πρακτικών ή των κατευθυντήριων γραμμών που εκδίδονται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχετικά με την εφαρμογή του Κοινοτικού δικαίου.
(2) Διατάγματα του Επιτρόπου που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και τίθενται σε ισχύ από καθορισμένο στο κάθε σχετικό Διάταγμα χρόνο έναρξης, ή σε περίπτωση μη καθορισμού χρόνου έναρξης ισχύος, από την ημερομηνία της εν λόγω δημοσίευσης του σχετικού διατάγματος.
(3) Ο Επίτροπος έχει εξουσία να εφαρμόζει με Διάταγμα Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που αφορούν θέματα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και ταχυδρομικών υπηρεσιών και να καθορίζει και/ή διαμορφώνει με Διατάγματα ποινές και ποινικά αδικήματα για κολασμό, διοικητικά πρόστιμα και/ή άλλες διοικητικές κυρώσεις, όπως αυτά καθορίζονται στο Πρώτο Παράρτημα του Νόμου. Νοείται ότι ποινές για ποινικά αδικήματα, σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνουν το ανώτατο χρηματικό πρόστιμο και την ανώτατη ποινή φυλάκισης που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
(4) Ο Επίτροπος δύναται να τροποποιεί με Διάταγμα το περιεχόμενο του Πρώτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου με την επιφύλαξη των διατάξεων του Νόμου και των Κανονισμών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
153. (1) (α) Ο Επίτροπος έχει ετήσιο προϋπολογισμό εσόδων και εξόδων για το Γραφείο του, συμπεριλαμβανομένων και των εξόδων λειτουργίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής όπως προβλέπεται στην παράγραφο (δ) του άρθρου 14 και στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (1) του άρθρου 32 του παρόντος Νόμου.
(β) Οι διατάξεις του προϋπολογισμού που αφορούν τα έξοδα λειτουργίας της Συμβουλευτικής Επιτροπής καταρτίζονται από το Γραφείο, υποκείμενο στον Επίτροπο κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (6) του άρθρου 10 του παρόντος Νόμου, αφού ο Επίτροπος λάβει υπόψη τις απόψεις του Προέδρου της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
(2) Ο εν λόγω προϋπολογισμός θα υποβάλλεται από τον Επίτροπο στο Υπουργικό Συμβούλιο μέχρι 1ης Ιουλίου εκάστου έτους και υπόκειται στην έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου και της Βουλής των Αντιπροσώπων.
Ο Προϋπολογισμός ως θα έχει τυχόν τροποποιηθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο, κατατίθεται ενώπιον της Βουλής των Αντιπροσώπων προ της 30ης Σεπτεμβρίου εκάστου έτους.
(3) Ο προϋπολογισμός θα καλύπτει το οικονομικό πρόγραμμα του Γραφείου του Επιτρόπου για κάθε οικονομικό έτος, το οποίο αρχίζει στην 1η Ιανουαρίου και λήγει την 31η Δεκεμβρίου.
(4) Ο τρόπος με τον οποίο καταρτίζεται ο προϋπολογισμός και εμφανίζεται η ανάλυση των κονδυλίων στον πίνακα εσόδων και εξόδων, είναι όμοιος με τον τρόπο καταρτισμού του προϋπολογισμού του Κράτους.
(5) Το Γραφείο μεριμνά για την αναφερόμενη στο εδάφιο (2) κατάρτιση προϋπολογισμού και για την κατάρτιση του αναφερόμενου στο εδάφιο (3) οικονομικού προγράμματος, υποκείμενο στον Επίτροπο κατά τα οριζόμενα στο Άρθρο 10(6) του παρόντος Νόμου.
(6) Εν περιπτώσει μη έγκαιρης ψήφισης του προϋπολογισμού, το Γραφείο λειτουργεί κατ’ ανάλογη εφαρμογή των περί δωδεκατημορίων διατάξεων του Συντάγματος για τον Κρατικό προϋπολογισμό, χωρίς όμως το χρονικό περιορισμό των δύο μηνών.
154. (1) Ο Επίτροπος θα τηρεί κατάλληλα βιβλία και λογαριασμούς για τις δραστηριότητες του Γραφείου, όπως ορίζει εκάστοτε ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας.
(2) Σχετικά με την οικονομική διαχείριση κάθε οικονομικού έτους, συντάσσεται με μέριμνα του Επιτρόπου απολογισμός κατά τρόπο που ορίζει εκάστοτε ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας.
(3) Οι λογαριασμοί του Γραφείου, θα ελέγχονται από το Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας.
(4) Μέσα σε ένα μήνα από τον έλεγχο των λογαριασμών, ο Επίτροπος θα υποβάλλει στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων για ενημέρωση τον απολογισμό οικονομικής διαχείρισης.
(5) Το Γραφείο του Επιτρόπου μεριμνά για την αναφερόμενη στα εδάφια (1), (2), και (4) τήρηση βιβλίων και λογαριασμών και σύνταξη απολογισμού, υποκείμενο στον Επίτροπο κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 9(6).
155. -(1) Ο Επίτροπος υποβάλλει στον Πρόεδρο ετησίως, εντός πέντε μηνών από την ημερομηνία λήξης εκάστου οικονομικού έτους, Έκθεση για τις δραστηριότητες του ιδίου και του Γραφείου.
(2) Ο Επίτροπος κοινοποιεί την πιο πάνω Έκθεση στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων, και ακολούθως τη δημοσιεύει.
156. (1) Σε περίπτωση, που το Γραφείο παύει για οποιοδήποτε λόγο να υφίσταται, το προσωπικό του διορίζεται σε κατάλληλο Υπουργείο, Τμήμα ή Υπηρεσία της Κυβέρνησης, σε περίπτωση δε που οι δυνάμει του παρόντος Νόμου αρμοδιότητες, εξουσίες και καθήκοντα του Γραφείου περιέρχονται για οποιοδήποτε λόγο σε άλλο νομικό πρόσωπο, αρχή ή οργανισμό, το προσωπικό του Γραφείου θα παρέχει υπηρεσίες στο εν λόγω νομικό πρόσωπο, αρχή ή οργανισμό χωρίς οποιαδήποτε αλλαγή status ή όρων υπηρεσίας του.
157. Σε περίπτωση, που παύει για οποιοδήποτε λόγο να υφίσταται το Γραφείο του Επιτρόπου Ρυθμίσεων Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων, όλα τα περιουσιακά στοιχεία του Γραφείου περιέρχονται στο Κράτος.
158. (1) Οποιαδήποτε πράξη ή απόφαση ή διάταγμα του Επιτρόπου θα υπόκειται σε δικαστικό έλεγχο με προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.
(2) Ο Επίτροπος διατηρεί αρχείο σχετικά με το εν γένει θέμα των προσφυγών, τη διάρκεια των διαδικασιών προσφυγής και τον αριθμό των αποφάσεων για λήψη προσωρινών μέτρων, και παρέχει τις πληροφορίες αυτές στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή ή/και τον BEREC, κατόπιν αιτιολογημένου αιτήματος.
159. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή/και των δυνάμει αυτού εκδοθέντων Αποφάσεων ή/και Διαταγμάτων, ο Επίτροπος, Βοηθός Επίτροπος και τα μέλη του προσωπικού του Γραφείου, δεν υπέχουν ευθύνη για οτιδήποτε έγινε ή παραλείφθηκε ή λέχθηκε, ή για οποιαδήποτε γνώμη την οποία εξέφρασαν, ή έκθεση ή άλλο έγγραφο που ετοίμασαν, κατά την καλόπιστη άσκηση των καθηκόντων τους, και των αρμοδιοτήτων και εξουσιών τους, δυνάμει του παρόντος Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού διαταγμάτων.
160.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία, οποιοδήποτε από τα αναφερόμενα στον παρόντα Νόμο ή/και διατάγματα ποινικά αδικήματα, διαπράττεται από νομικό πρόσωπο, την ευθύνη για το αδίκημα φέρουν, εκτός από τα ίδια τα νομικά πρόσωπα -
(α) όλα τα μέλη του διοικητικού ή διαχειριστικού συμβουλίου ή της επιτροπής που διαχειρίζεται τις υποθέσεις του νομικού προσώπου, και
(β) ο γενικός διευθυντής ή ο διευθυντής ή ο διευθύνων σύμβουλος του νομικού προσώπου.
Η ποινική δίωξη δύναται να εγερθεί κατά του νομικού προσώπου ή/και κατά των φυσικών προσώπων.
(2) Σε περίπτωση κατά την οποία, πράξη ή παράλειψη νομικού προσώπου που επιφέρει κατά τα οριζόμενα στον παρόντα Νόμο ή/και διατάγματα που εκδίδονται δυνάμει αυτού επιβολή διοικητικού προστίμου ή άλλου χρηματικού προστίμου από τον Επίτροπο, την ευθύνη για την πράξη ή παράλειψη και για καταβολή του διοικητικού προστίμου, φέρουν εκτός από τα ίδια νομικά πρόσωπα, τα πρόσωπα που αναφέρονται στην παράγραφο (1).
161.-(1) Όλες οι υποχρεώσεις που έχουν επιβληθεί σε πρόσωπα που παρέχουν δημόσια δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή/και υπηρεσίες όσον αφορά την πρόσβαση και τη διασύνδεση, οι οποίες ίσχυαν πριν την 31η Δεκεμβρίου 2009, διατηρούνται έως ότου οι υποχρεώσεις αυτές αναθεωρηθούν από τον Επίτροπο δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Ο Επίτροπος διατηρεί όλες τις υποχρεώσεις που είχαν επιβληθεί πριν την 31η Δεκεμβρίου 2009 από τον Επίτροπο, όσον αφορά:
(α) τα τιμολόγια λιανικής για την παροχή πρόσβασης και τη χρήση του δημόσιου τηλεφωνικού δικτύου·
(β) την επιλογή ή προεπιλογή φορέα· και
(γ) τις μισθωμένες γραμμές.
(3) Ο Επίτροπος λαμβάνει όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να ευθυγραμμιστούν όλες οι γενικές εξουσιοδοτήσεις και τα μεμονωμένα δικαιώματα χρήσης που υπήρχαν πριν την 31η Δεκεμβρίου 2009, όπως απαιτείται ανά περίπτωση, σύμφωνα με τους όρους του Μέρους 8 του παρόντος Νόμου.
(4) Εφόσον η εφαρμογή του εδαφίου (5) επιφέρει περιορισμό των δικαιωμάτων ή επέκταση των υποχρεώσεων βάσει ήδη υφισταμένων γενικών εξουσιοδοτήσεων και μεμονωμένων δικαιωμάτων χρήσης, ο Επίτροπος δύναται να παρατείνει την ισχύ αυτών των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2012 το αργότερο, υπό τον όρο ότι, με τον τρόπο αυτό, δεν θίγονται τα δικαιώματα άλλων προσώπων βάσει του δικαίου της Ένωσης. Ο Επίτροπος κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή τις παρατάσεις αυτές και δηλώνει τους σχετικούς λόγους.
(5) Όταν ο Επίτροπος αποδεικνύει ότι η κατάργηση ενός όρου άδειας σχετικά με την πρόσβαση σε δίκτυα ηλεκτρονικών επικοινωνιών, η οποία ίσχυε πριν από την ημερομηνία ενάρξεως του παρόντος Νόμου, δημιουργεί υπερβολικές δυσκολίες για επιχειρήσεις που είχαν άδεια πρόσβασης σε άλλο δίκτυο, και όταν οι επιχειρήσεις αυτές δεν μπορούν να διαπραγματευθούν νέες συμφωνίες με εύλογους εμπορικούς όρους πριν από την ημερομηνία εφαρμογής του παρόντος Νόμου, ο Επίτροπος δύναται να ζητά από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή την προσωρινή παράταση των σχετικών όρων. Η αίτηση αυτή διευκρινίζει τον ή τους όρους και την περίοδο για την οποία ζητείται η προσωρινή παράταση.
(6) Πρόσωπο που έχει καταβάλει, πριν την ημερομηνία ισχύος του παρόντος Νόμου, οποιοδήποτε διοικητικό τέλος ή χρέωση σε αρχή αρμόδια για την ρύθμιση των ηλεκτρονικών επικοινωνιών ή ταχυδρομικών υπηρεσιών, επί τη βάσει καθεστώτος αδειοδότησης που ίσχυε πριν από την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου, δεν υπέχει υποχρέωση καταβολής διοικητικών χρεώσεων ή τελών για το υπόλοιπο της περιόδου για την οποία κατεβλήθη η προηγούμενη καταβολή.
(7) Τα Κυπριακά Ταχυδρομεία παραμένουν φορέας παροχής καθολικής υπηρεσίας μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2027. Πριν τη λήξη της περιόδου αυτής, ο Υπουργός ορίζει τον παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας για την περίοδο μετά την 31η Δεκεμβρίου 2027, σύμφωνα με το άρθρο 119Α του παρόντος Νόμου.
(8) Διατάγματα ή και Αποφάσεις που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων των άρθρων του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2004 έως 2020 που διαγράφονται με τον παρόντα Νόμο, λογίζεται ότι εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου και εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι να καταργηθούν ή να αντικατασταθούν από Διατάγματα ή και Αποφάσεις που θα εκδοθούν δυνάμει των διατάξεων του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου.
(9) Οποιαδήποτε παραπομπή σε άρθρο των περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2004 έως 2020, το οποίο αφορά σε ηλεκτρονικές επικοινωνίες ή και τη ρύθμιση αυτών, το οποίο έχει διαγραφεί με τον παρόντα Νόμο και οι διατάξεις του έχουν ενσωματωθεί στον περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμο, λογίζεται ως παραπομπή στο αντίστοιχο άρθρο του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου.
(10) Όλες οι Κανονιστικές Διοικητικές Πράξεις ή και ατομικές διοικητικές πράξεις που ισχύουν και εφαρμόζονται για θέματα ηλεκτρονικών επικοινωνιών και οι οποίες εκδόθηκαν κατ’ εξουσιοδότηση των περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών Νόμων του 2004 έως 2020, ισχύουν και εφαρμόζονται και για σκοπούς του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών Νόμου μέχρι την αντικατάσταση, κατάργηση ή τροποποίησή τους.
Πρώτο Παράρτημα
(Άρθρο 152(4))
Ποινικά αδικήματα τα οποία εφαρμόζονται σε περιπτώσεις όπου ο Επίτροπος έχει εξουσία να εφαρμόζει Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Κοινότητας:
Πρόσωπο, που διατάσσεται από τον Επίτροπο να παράσχει οποιαδήποτε πληροφορία και παραλείπει να το πράξει εντός προκαθορισμένης ημερομηνίας, και πάντως όχι μεγαλύτερη των δεκαπέντε (15) ημερών, από την ημερομηνία της διαταγής, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος, και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης του σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξη (6) μήνες, ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τρεις χιλιάδες τετρακόσια ευρώ (€3.400), ή και στις δύο (2) αυτές ποινές.
Χωρίς περιορισμό άλλων κυρώσεων που μπορεί να προβλέπει ο Νόμος και τα δυνάμει αυτού εκδιδόμενα Διατάγματα, ο Επίτροπος δύναται να επιβάλει διοικητικά πρόστιμα και/ή άλλες διοικητικές κυρώσεις σε κάθε περίπτωση όπου καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και/ή σε Διατάγματα και/ή σε Αποφάσεις και/ή σε Κανονισμούς της της Ευρωπαϊκής Κοινότητας σε σχέση με μη συμμόρφωση προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και/ή Διαταγμάτων και/ή Αποφάσεων και να καθορίζει με Διάταγμα το ύψος αυτών των προστίμων και κυρώσεων και τη διαδικασία επιβολής τους πρόστιμα για να εφαρμόζει Κανονισμούς της Ευρωπαϊκής Κοινότητας:
Διοικητικό πρόστιμο μέχρι τριακόσιες χιλιάδες τετρακόσια (300.400) ευρώ και σε περίπτωση επανάληψης της παράβασης ύψους μέχρι 200,000 σε κάθε πρόσωπο που παραβιάζει οποιαδήποτε από τις υποχρεώσεις του.
Δεύτερο Παράρτημα
[Άρθρο 123(1)]
Κατευθυντήριες γραμμές για τον υπολογισμό οποιουδήποτε
καθαρού κόστους της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας
Μέρος Α: Προσδιορισμός Καθολικής Ταχυδρομικής Υπηρεσίας.
Η κατά το άρθρο 119Β καθολική ταχυδρομική υπηρεσία περιλαμβάνει ενιαίες τιμές σε ολόκληρη τη Δημοκρατία. Επίσης, δύναται να περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, τα εξής:
(i) περισσότερες ημέρες διανομής από τις προβλεπόμενες στο άρθρο 119Β·
(ii) ελάχιστο αριθμό προσιτών σημείων πρόσβασης, έτσι ώστε να ικανοποιούνται οι υποχρεώσεις παροχής καθολικής υπηρεσίας∙
(iii) προσιτές τιμές για την καθολική ταχυδρομική υπηρεσία στην Κυπριακή Δημοκρατία∙
(iv) ομοιόμορφες τιμές για την καθολική υπηρεσία σε όλη την Κυπριακή Δημοκρατία, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 124∙
(v) παροχή ορισμένων δωρεάν υπηρεσιών για άτομα τυφλά ή με σοβαρά προβλήματα όρασης.
Μέρος Β: Υπολογισμός καθαρού κόστους.
Ο Επίτροπος εξετάζει όλα τα μέσα για την εξασφάλιση κατάλληλων κινήτρων ώστε οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών (καθορισμένοι ή μη) να είναι σε θέση να εκπληρώνουν την υποχρέωση καθολικής υπηρεσίας αποτελεσματικά σε σχέση με το κόστος.
Το καθαρό κόστος των υποχρεώσεων παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας είναι κάθε κόστος συναφές και αναγκαίο για τη λειτουργία της παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας. Το καθαρό κόστος των υποχρεώσεων παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ του καθαρού κόστους της λειτουργίας του φορέα παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας με υποχρεώσεις παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας και του κόστους λειτουργίας του ίδιου φορέα παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών χωρίς υποχρεώσεις παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας.
Κατά τον υπολογισμό συνεκτιμώνται όλα τα άλλα σχετικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων ενδεχόμενων άυλων οφελών και οφελών της αγοράς που αποκομίζει φορέας παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών στον οποίο έχει ανατεθεί η παροχή καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, του δικαιώματος για εύλογα κέρδη και των κινήτρων της αποτελεσματικότητας σε σχέση με το κόστος.
Πρέπει να δίνεται η δέουσα προσοχή στην ορθή εκτίμηση των στοιχείων κόστους τα οποία θα απέφευγε οποιοσδήποτε καθορισμένος φορέας παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, εάν δεν ήταν επιφορτισμένος με την υποχρέωση παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας. Κατά τον υπολογισμό του καθαρού κόστους θα πρέπει να συνεκτιμώνται τα άυλα οφέλη του φορέα παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας.
Ο υπολογισμός βασίζεται στο κόστος που προκύπτει από:
(i) στοιχεία των καθορισμένων υπηρεσιών οι οποίες μπορούν να παρέχονται μόνο με ζημιά ή με συνθήκες κόστους που δεν εμπίπτουν στα συνήθη εμπορικά πρότυπα. Η κατηγορία αυτή είναι δυνατόν να περιλαμβάνει στοιχεία υπηρεσιών όπως οι οριζόμενες στο Μέρος Α·
(ii) ειδικούς χρήστες ή ομάδες χρηστών που μπορούν να εξυπηρετούνται μόνο με ζημιά ή με συνθήκες κόστους που δεν εμπίπτουν στα συνήθη εμπορικά πρότυπα, λόγω του κόστους παροχής της συγκεκριμένης υπηρεσίας, των σχετικών εσόδων και ενδεχομένων ομοιόμορφων τιμών, που επιβάλλονται από τον Επίτροπο.
Η εν λόγω κατηγορία περιλαμβάνει τους χρήστες ή ομάδες χρηστών που δεν θα εξυπηρετούνταν από εμπορικό φορέα εκμετάλλευσης χωρίς υποχρέωση παροχής καθολικής υπηρεσίας.
Ο υπολογισμός του καθαρού κόστους των ειδικών πτυχών των υποχρεώσεων καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας διενεργείται χωριστά, ώστε να μην υπολογίζονται διπλά ενδεχόμενα άμεσα ή έμμεσα οφέλη και στοιχεία κόστους. Το συνολικό καθαρό κόστος των υποχρεώσεων καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας για οποιονδήποτε καθορισμένο φορέα παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας υπολογίζεται ως άθροισμα του καθαρού κόστους, που προκύπτει από τις επί μέρους συνιστώσες των υποχρεώσεων καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, λαμβανομένων υπόψη ενδεχόμενων άυλων οφελών. Η ευθύνη για την επαλήθευση του καθαρού κόστους ανήκει στον Επίτροπο. Ο φορέας παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας οφείλει να συνεργαστεί κατά την επαλήθευση του καθαρού κόστους.
Μέρος Γ: Κάλυψη του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας.
Η κάλυψη ή η χρηματοδότηση οποιωνδήποτε στοιχείων καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ενδέχεται να συνεπάγεται την αποζημίωση του φορέα παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας για τις προσφερόμενες υπηρεσίες που παρέχει από μη εμπορικές συνθήκες.
Δεδομένου ότι η αποζημίωση συνεπάγεται μεταφορές κεφαλαίων, ο Επίτροπος πρέπει να εξασφαλίζει ότι αυτές διεξάγονται με αντικειμενικότητα, διαφάνεια, αμεροληψία και αναλογικότητα. Αυτό σημαίνει ότι οι μεταφορές κεφαλαίων θα πρέπει να προκαλούν τις ελάχιστες δυνατές στρεβλώσεις στον ανταγωνισμό και στη ζήτηση των χρηστών.
Σύμφωνα με το άρθρο 123 του παρόντος Νόμου, κάθε μηχανισμός επιμερισμού μέσω του ταμείου αποζημίωσης θα πρέπει να χρησιμοποιεί διαφανή και ουδέτερα μέσα για την είσπραξη των εισφορών, ώστε να αποφεύγεται ο κίνδυνος διπλής καταβολής εισφορών τόσο για τις εκροές όσο και για τις εισροές των επιχειρήσεων.
Το ταμείο αποζημίωσης είναι αρμόδιο για την είσπραξη των εισφορών από τους παροχείς που υποχρεούνται στην καταβολή εισφοράς για τη χρηματοδότηση του καθαρού κόστους των υποχρεώσεων καθολικής υπηρεσίας και εποπτεύει τη μεταφορά των οφειλόμενων ποσών προς τον παροχέα καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας που δικαιούται πληρωμών από το εν λόγω ταμείο.
Εκ παραδρομής της Βουλής αναφέρεται στο άρθρο 47 του τροποποιητικού Νόμου 51(Ι)/2012 όπως προστεθεί στο εδάφιο (2) του άρθρου 59 του βασικού νόμου μετά την παράγραφο (θ) νέα παράγραφος (ι), αντί να αναφέρει όπως προστεθεί μετά την παράγραφο (θ) του εδαφίου (1).
Εκ παραδρομής της Βουλής αναφέρεται στο άρθρο 88(θ) του τροποποιητικού Νόμου 51(Ι)/2012 όπως αντικατασταθεί στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (9) του άρθρου 149 του βασικού νόμου η φράση «τις τρεις χιλιάδες λίρες» (τρίτη γραμμή) από τη φράση «τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000)», αντί να αναφέρει όπως αντικατασταθεί στην παράγραφο (β) του εδαφίου (9) του άρθρου 149 του βασικού νόμου.
27. Διατάγματα που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 98 πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομικών Υπηρεσιών (Τροποποιητικού) Νόμου του 2020 [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 90(Ι)/2020], λογίζεται ότι εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 40 του περί Ασφάλειας Δικτύων και Συστημάτων Πληροφοριών Νόμου του 2020 [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 89(Ι)/2020] και εξακολουθούν να ισχύουν μέχρι να καταργηθούν ή/και αντικατασταθούν από Διατάγματα που θα εκδοθούν δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 40 του περί Ασφάλειας Δικτύων και Συστημάτων Πληροφοριών Νόμου του 2020 [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν. 89(Ι)/2020].