32. (1) (α) Εγκαθιδρύεται Συμβουλευτική Επιτροπή η οποία συγκροτείται από τρία (3) μέλη τα οποία διορίζονται από το Υπουργικό Συμβούλιο για χρονική περίοδο που δεν υπερβαίνει τα έξι (6) έτη.
(β) Το Υπουργικό Συμβούλιο διορίζει ένα εκ των τριών μελών της Συμβουλευτικής Επιτροπής ως Πρόεδρο αυτής.
(γ) Στον Πρόεδρο και στα Μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής καταβάλλονται από την Επιτροπή έξοδα παραστάσεως, αποζημίωση για κάθε συνεδρίαση της Συμβουλευτικής Επιτροπής, οδοιπορικά και οποιαδήποτε άλλα ωφελήματα αποφασίζει εκάστοτε το Υπουργικό Συμβούλιο για τους προέδρους και τα μέλη των ημικρατικών οργανισμών.
(δ) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να παύει τον Πρόεδρο και οποιοδήποτε μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής πρό της λήξης της περιόδου για την οποία έχει διοριστεί, μόνο για οποιονδήποτε από τους κάτωθι ειδικούς λόγους:
(i) Λόγω πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας ή αναπηρίας ή άλλης οποιασδήποτε ανεξαιρέτως ασθένειας, η οποία θα καθιστούσε αυτόν ανίκανο να εκπληρώσει επαρκώς τα καθήκοντά του για το υπόλοιπο της θητείας του,
(ii) Λόγω ανάρμοστης συμπεριφοράς ή συστηματικής απουσίας ή αμέλειας κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του.
(ε) Κάθε μέλος της Συμβουλευτικής Επιτροπής δύναται να παραιτηθεί από την θέση του με την υποβολή γραπτής παραίτησης στο Υπουργικό Συμβούλιο. Η παραίτηση δεν υπόκειται σε ανάκληση, επενεργεί δε αμέσως χωρίς να προαπαιτείται αποδοχή της από το Υπουργικό Συμβούλιο.
(στ) Η Συμβουλευτική Επιτροπή συνέρχεται σε τόπο και χρόνο που ορίζονται από τον Πρόεδρό της. Απαρτία συνιστούν και τα τρία (3) μέλη της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Σε περίπτωση που ένα μέλος κωλύεται να συμμετάσχει σε συνεδρία, η απαρτία αποτελείται από δύο (2) μέλη, περιλαμβανομένου του Προέδρου· σε τέτοια περίπτωση, η απόφαση πρέπει να είναι ομόφωνη.
(ζ) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (στ), οι αποφάσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής λαμβάνονται κατά πλειοψηφία των μελών της.
(η) [Διαγράφηκε].
(θ) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (ι), η Συμβουλευτική Επιτροπή συνεδριάζει σε τακτά χρονικά διαστήματα παρουσία του Επιτρόπου και /ή του Βοηθού Επιτρόπου και μελετά και αποφασίζει για ζητήματα που αφορούν τον παρόντα Νόμο τα οποία της παραπέμπει ο Επίτροπος για γνωμοδότηση. Η Συμβουλευτική Επιτροπή οφείλει να συμβουλεύει τον Επίτροπο σε χρονικό διάστημα το οποίο καθορίζει ο Επίτροπος και το οποίο σε κάθε περίπτωση, δεν είναι λιγότερο από δέκα (10) εργάσιμες μέρες.
(ι) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται, στα πλαίσια άσκησης των αρμοδιοτήτων της, να συνέρχεται σε συνεδρίες που ορίζει ο Πρόεδρός της και χωρίς την παρουσία του Επιτρόπου ή/και του Βοηθού Επιτρόπου, για να συζητά θέματα που ο Επίτροπος παρέπεμψε για γνωμοδότηση και για να ρυθμίζει τη διαδικασία της λειτουργίας της. Η γνωμοδότηση της Επιτροπής γίνεται σε τακτή συνεδρία παρόντος του Επιτρόπου ή του Βοηθού Επιτρόπου.
(ια) Η Συμβουλευτική Επιτροπή δύναται να ζητεί ενημέρωση από τον Επίτροπο για συναφή θέματα στα πλαίσια των τακτικών συνεδριάσεών της.
(2). Ο Επίτροπος δύναται να εγκαθιδρύσει Συμβουλευτικά Σώματα επί τοιούτων ζητημάτων ως θέλει εκάστοτε κρίνει σκόπιμο, να διορίζει τα μέλη των και να καταβάλλει τα συνεπαγόμενα έξοδα από το ταμείο του Γραφείου.