140. (1) Όταν κατά τη διάρκεια της ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας των εναρμονισμένων προϊόντων διαπραχθεί παράβαση στο εσωτερικό της Δημοκρατίας, η οποία καθιστά απαιτητό τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, αυτός επιβάλλεται και εισπράττεται από το Τελωνείο και η οφειλή βαρύνει το πρόσωπο που έχει εγγυηθεί την καταβολή του, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 14, χωρίς να επηρεάζεται το δικαίωμα για άσκηση ποινικής δίωξης όταν στοιχειοθετείται αδίκημα:
(2) Αν κατά τη διάρκεια της ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας διαπραχθεί παράβαση η οποία καθιστά απαιτητό τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, χωρίς να είναι δυνατόν να διαπιστωθεί ο τόπος που διαπράχθηκε, θεωρείται ότι αυτή διαπράχθηκε στο έδαφος της Δημοκρατίας, εφόσον σε αυτό διαπιστώθηκε η παράβαση. Για τη διαπίστωση της παράβασης ειδοποιείται η αρμόδια Αρχή του κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης προέλευσης των εναρμονισμένων προϊόντων.
(3) Με την επιφύλαξη του άρθρου 5(2) όταν τα εναρμονισμένα προϊόντα αποστέλλονται από τη Δημοκρατία σε κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δεν φθάσουν στον προορισμό τους, αλλά δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί ο τόπος όπου διαπράχθηκε η παράβαση, θεωρείται ότι αυτή διαπράχθηκε στο έδαφος της Δημοκρατίας και το Τελωνείο προβαίνει στην είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν την ημερομηνία αποστολής των προϊόντων, εφόσον εντός προθεσμίας τεσσάρων μηνών από την ημερομηνία αποστολής δεν προσκομιστεί απόδειξη στο Διευθυντή για την νομιμότητα της ενέργειας ή για τον τόπο όπου διαπράχθηκε πράγματι η παράβαση.
(4) Αν εντός προθεσμίας τριών (3) ετών από την ημερομηνία σύνταξης του συνοδευτικού εγγράφου προσδιοριστεί το κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου διαπράχθηκε η παράβαση, η οποία καθιστά απαιτητό τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, το κράτος αυτό προβαίνει στην είσπραξη του ειδικού φόρου κατανάλωσης με το συντελεστή που ίσχυε την ημερομηνία αποστολής των προϊόντων. Στην περίπτωση αυτή επιστρέφεται το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που έχει εισπραχθεί, αφού προηγούμενα προσκομιστεί απόδειξη καταβολής του στο άλλο κράτος - μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει παράβαση κατά τη διάρκεια της ενδοκοινοτικής κυκλοφορίας των εναρμονισμένων προϊόντων στο εσωτερικό της Δημοκρατίας η οποία καθιστά απαιτητό τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής, και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.
(6) Πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του ή λόγω βαριάς αμέλειας ενέχεται με οποιοδήποτε τρόπο στην αποφυγή ή απόπειρα αποφυγής της καταβολής των οφειλόμενων στα προϊόντα φόρων κατανάλωσης ή στη μη τήρηση των διατυπώσεων, που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο, με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων κατανάλωσης, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.
(7) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατέχει αφορολόγητα προϊόντα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές αυτές και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.
(8) Εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου υπάρχει ειδική ρύθμιση στον παρόντα Νόμο για ποινικά αδικήματα, οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή των Διαταγμάτων ή των γνωστοποιήσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτών, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδες λίρες ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές.
(9) Οποιοδήποτε ποσό το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οφείλεται στη Δημοκρατία, μπορεί να διεκδικηθεί με αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο.