Προοίμιο

Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

ΜΕΡΟΣ Ι ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΠΕΡΙ ΦΟΡΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
Συνοπτικός Τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμος του 2004.

Ορισμοί

2. (1) Στον παρόντα Νόμο εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:

"άλλα ενωσιακά εμπορεύματα" σημαίνει άλλα εμπορεύματα που μπορούν να χαρακτηριστούν ως ενωσιακά σύμφωνα με το άρθρο 5 παράγραφος 23 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα·

"άλλα προϊόντα" σημαίνει τα προϊόντα που καθορίζονται στο Μέρος ΧIΙ και υπόκεινται σε φόρους κατανάλωσης·

"ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο" σημαίνει ζυθοποιείο του οποίου η παραγωγή δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) εκατόλιτρα μπύρας ετησίως και το οποίο είναι νομικά και οικονομικά ανεξάρτητο από οποιοδήποτε άλλο ζυθοποιείο, δεν χρησιμοποιεί εγκαταστάσεις άλλου ζυθοποιείου και δεν λειτουργεί βάσει άδειας εκμετάλλευσης, ως αυτή αναφέρεται στο άρθρο 4 της Οδηγίας 92/83/ΕΟΚ:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία δύο η περισσότερα μικρά ζυθοποιεία συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) εκατόλιτρα, τα ζυθοποιεία αυτά είναι δυνατό να θεωρούνται ως ένα και μόνο ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο·

"γνωστοποίηση" σημαίνει τη γνωστοποίηση που εκδίδει ο Διευθυντής και δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·

"Δημοκρατία" σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·

"διαγραφή" σημαίνει την απαλλαγή από την υποχρέωση καταβολής ειδικού φόρου κατανάλωσης που δεν έχει καταβληθεί·

"Διευθυντής" σημαίνει το Διευθυντή του Τμήματος Τελωνείων·

"εγγεγραμμένος αποστολέας" σημαίνει πρόσωπο που είναι εγγεγραμμένο στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 14 και έχει άδεια από τον Διευθυντή δυνάμει του άρθρου 12, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, να αποστέλλει εναρμονισμένα προϊόντα υπό καθεστώς αναστολής κατόπιν της θέσης τους σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013·

"εγγεγραμμένος παραλήπτης" σημαίνει πρόσωπο που είναι εγγεγραμμένο στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 14 και έχει άδεια από τον Διευθυντή δυνάμει του άρθρου 13, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, να παραλαμβάνει εναρμονισμένα προϊόντα προερχόμενα από το έδαφος άλλου κράτους μέλους, τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής·

"εγκεκριμένος αποθηκευτής" σημαίνει πρόσωπο που είναι εγγεγραμμένο στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο  14 και έχει άδεια από τον Διευθυντή δυνάμει του άρθρου 10 να παράγει, να μεταποιεί, να κατέχει, να αποθηκεύει, να παραλαμβάνει ή να αποστέλλει, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, εναρμονισμένα προϊόντα που τελούν υπό καθεστώς αναστολής και βρίσκονται σε φορολογική αποθήκη·

"έδαφος κράτους μέλους" σημαίνει το έδαφος κράτους μέλους στο οποίο εφαρμόζονται οι Συνθήκες, σύμφωνα με τα άρθρα 349 και 355 ΣΛΕΕ, πλην των τρίτων εδαφών·

"έδαφος της Ένωσης" σημαίνει τα εδάφη των κρατών μελών·

"ειδικό καθεστώς" σημαίνει οποιοδήποτε από τα καθεστώτα που αναφέρονται στο άρθρο 210 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013·

"ειδικός φόρος κατανάλωσης" σημαίνει το φόρο κατανάλωσης που επιβαρύνει τα προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη ΙX, Χ  και ΧΙ·

"εισαγωγή" σημαίνει  τη  θέση των προϊόντων σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013·

"εναρμονισμένα προϊόντα" σημαίνει τα προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη IX, Χ  και ΧΙ και υπόκεινται σε ειδικούς φόρους κατανάλωσης·

"ενεργειακά προϊόντα" σημαίνει τα προϊόντα που καθορίζονται στο άρθρο 33 του Μέρους ΙΧ·

"εξουσιοδοτημένος λειτουργός” σημαίνει το πρόσωπο που εξουσιοδοτείται από το Διευθυντή δυνάμει της τελωνειακής νομοθεσίας για τη διενέργεια οποιασδήποτε πράξης που δύναται να διενεργεί με βάση τον παρόντα Νόμο και την τελωνειακή νομοθεσία·

"επιστροφή" σημαίνει την επιστροφή του ποσού ειδικού φόρου κατανάλωσης που έχει καταβληθεί·

"επιχειρηματική δραστηριότητα” σημαίνει οικονομική δραστηριότητα που ασκείται κατά τρόπο ανεξάρτητο και σε οποιοδήποτε τόπο, ανεξαρτήτως του επιδιωκόμενου σκοπού ή των αποτελεσμάτων της δραστηριότητας αυτής:

Νοείται ότι οι οικονομικές δραστηριότητες συμπεριλαμβάνουν και όλες τις δραστηριότητες του παραγωγού, του εμπόρου ή του παρέχοντος υπηρεσίες, περιλαμβανομένων και των δραστηριοτήτων εξορύξεως, των γεωργικών δραστηριοτήτων, και των δραστηριοτήτων των ελεύθερων επαγγελμάτων ή των εξομοιουμένων προς αυτά·

"καθεστώς αναστολής" σημαίνει το φορολογικό καθεστώς που εφαρμόζεται στην παραγωγή, τη μεταποίηση, την κατοχή, την αποθήκευση ή τη διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων που τελούν υπό αναστολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης·

"Κανονισμοί" σημαίνει τους Κανονισμούς που εκδίδει το Υπουργικό Συμβούλιο και δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας·

"Κανονισμός (ΕΟΚ) Αριθμ. 2913/92" σημαίνει τον Κανονισμό του Συμβουλίου της 12ης Οκτωβρίου 1992 περί Θεσπίσεως Κοινοτικού Τελωνειακού Κώδικα·

"Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 952/2013" σημαίνει τον Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 9ης Οκτωβρίου 2013 για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

"Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2015/2446" σημαίνει τον κατ’ εξουσιοδότηση κανονισμό (ΕΕ) της Επιτροπής της 28ης Ιουλίου 2015 για τη συμπλήρωση του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, όσον αφορά λεπτομερείς κανόνες σχετικούς με ορισμένες από τις διατάξεις του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

"Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 2015/2447" σημαίνει τον εκτελεστικό Κανονισμό της Επιτροπής της 24ης Νοεμβρίου 2015 για τη θέσπιση λεπτομερών κανόνων εφαρμογής ορισμένων διατάξεων του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση του ενωσιακού τελωνειακού κώδικα, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

"καπνοβιομήχανος" σημαίνει κάθε πρόσωπο που μεταποιεί τον καπνό σε επεξεργασμένα προϊόντα, τα οποία προορίζονται για λιανική πώληση·

"κρατική αρχή" σημαίνει οποιοδήποτε Υπουργείο ή οποιαδήποτε υπηρεσία υπαγόμενη σε Υπουργείο, καθώς και οποιαδήποτε άλλη υπηρεσία της Δημοκρατίας οι δαπάνες λειτουργίας της οποίας προβλέπονται στους προϋπολογισμούς της Δημοκρατίας·

"κράτος μέλος" σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σύμφωνα με τις Συνθήκες·

"κράτος μέλος προορισμού" σημαίνει κράτος μέλος στο οποίο πρόκειται να παραδοθούν ή να χρησιμοποιηθούν τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου·

"μετουσιωμένα επεξεργασμένα καπνά" σημαίνει τα υπολείμματα βιομηχανοποίησης του καπνού·

“νομικό πρόσωπο" περιλαμβάνει εταιρεία, συνεταιρισμό, σωματείο, λέσχη, σύλλογο, σύνδεσμο, οργανισμό ή οποιαδήποτε άλλη ένωση προσώπων, ανεξάρτητα από το αν έχει συσταθεί ή όχι σύμφωνα με τις διατάξεις οποιουδήποτε νόμου ή κανονισμού·

“νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου" σημαίνει πρόσωπο που έχει συσταθεί με Νόμο·

"Οδηγία 92/83/ΕΟΚ σημαίνει την «Οδηγία 92/83/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 19ης Οκτωβρίου 1992 για την εναρμόνιση των διαρθρώσεων των ειδικών φόρων κατανάλωσης που επιβάλλονται στην αλκοόλη και στα αλκοολούχα ποτά»·

"παραγωγή προϊόντων" περιλαμβάνει και την κατασκευή, και ανάλογα με την περίπτωση, την εξόρυξη των προϊόντων·

"παράδοση" έχει επίσης την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από το άρθρο 9 του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου·

"παράτυπη είσοδος" σημαίνει την είσοδο προϊόντων στο έδαφος της Δημοκρατίας, τα οποία δεν έχουν τεθεί σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 και για τα οποία έχει γεννηθεί τελωνειακή οφειλή σύμφωνα με το άρθρο 79 παράγραφος 1 του εν λόγω κανονισμού, ή θα είχε γεννηθεί εάν στα εμπορεύματα είχε επιβληθεί τελωνειακός δασμός·

"πιστοποιημένος αποστολέας" σημαίνει πρόσωπο εγγεγραμμένο στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 14 με σκοπό την αποστολή εναρμονισμένων προϊόντων, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αυτού του προσώπου, που έχουν τεθεί σε ανάλωση στη Δημοκρατία και στη συνέχεια διακινηθεί προς το έδαφος άλλου κράτους μέλους·

"πιστοποιημένος παραλήπτης" σημαίνει πρόσωπο εγγεγραμμένο στο μητρώο που προβλέπεται στο άρθρο 14 με σκοπό την παραλαβή εναρμονισμένων προϊόντων, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων αυτού του προσώπου, που έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους και στη συνέχεια διακινηθεί προς τη Δημοκρατία·

“προϊόντα" σημαίνει τα εναρμονισμένα προϊόντα και τα άλλα προϊόντα εκτός αν στον παρόντα Νόμο προνοείται διαφορετικά·

"πρόσωπο" περιλαμβάνει φυσικό και νομικό πρόσωπο·

"Συνθήκη Εγκαθίδρυσης" σημαίνει τη Συνθήκη που αφορά την εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας της Κύπρου η οποία υπογράφτηκε στη Λευκωσία στις 16 Αυγούστου 1960, περιλαμβάνει δε την Ανταλλαγή Επιστολών της ίδιας ημερομηνίας, που αφορά τους τελωνειακούς δασμούς και φόρους κατανάλωσης·

"Συνθήκες" σημαίνει τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) και τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ)·

“τελωνειακή νομοθεσία“ σημαίνει τον περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμο, τους Κανονισμούς, διατάγματα και γνωστοποιήσεις που εκδίδονται δυνάμει αυτού και την αντίστοιχη ενωσιακή νομοθεσία, τους Κανονισμούς, τα διατάγματα και τις γνωστοποιήσεις που εκδίδονται  για την εναρμόνιση ή/και για την εφαρμογή της αντίστοιχης ενωσιακής νομοθεσίας·

“τελωνειακοί δασμοί" σημαίνει τους δασμούς που καθορίζονται στον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου της 23ης Ιουλίου 1987 για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο.

“Τελωνείο" σημαίνει τη διοικητική μονάδα του Τμήματος Τελωνείων που περιλαμβάνει τα τελωνειακά γραφεία, τις αποθήκες δημοσίου, τις δημόσιες προσωρινές αποθήκες και τους τελωνειακούς περιβόλους της επαρχίας στην οποία βρίσκεται το τελωνείο και στο οποίο εκτελούνται οι τελωνειακές εργασίες και διατυπώσεις·

“τρίτα εδάφη” σημαίνει, καθόσον αφορά στα εναρμονισμένα προϊόντα, τα εδάφη που απαριθμούνται στις παραγράφους (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 4·

“τρίτες χώρες” σημαίνει κράτος ή έδαφος στο οποίο δεν εφαρμόζονται οι Συνθήκες·  

“υποστατικά” σημαίνει κάθε τόπο, κτίριο, κτιριακό συγκρότημα, υπόστεγο, χώρο ή συνδυασμό αυτών, περιλαμβανομένων των ανοικτών περιφραγμένων χώρων ως και κάθε έγγεια ιδιοκτησία ή πλωτό μέσο ανεφοδιασμού που χρησιμοποιείται στην παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και φύλαξη των προϊόντων·

“Υπουργός" σημαίνει τον Υπουργό Οικονομικών της Δημοκρατίας·

“φορολογική αποθήκη” σημαίνει κάθε υποστατικό όπου παράγονται, μεταποιούνται, κατέχονται, αποθηκεύονται, παραλαμβάνονται ή αποστέλλονται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή, στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του, εναρμονισμένα προϊόντα που τελούν υπό καθεστώς αναστολής, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9·

“φόρος κατανάλωσης" περιλαμβάνει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης και το φόρο κατανάλωσης που επιβαρύνει τα προϊόντα του Μέρους ΧΙΙ·

(2) Οι τίτλοι και οι κωδικοί αριθμοί της Συνδυασμένης Ονοματολογίας (Σ.Ο.), που περιλαμβάνονται στον παρόντα Νόμο νοούνται ως οι τίτλοι και κωδικοί αριθμοί της εν ισχύι Συνδυασμένης Ονοματολογίας όπως αυτοί καθορίζονται στον Κανονισμό (ΕΟΚ) αριθ. 2658/87 του Συμβουλίου για τη δασμολογική και στατιστική ονοματολογία και το κοινό δασμολόγιο όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.

(3) Λέξεις και όροι που χρησιμοποιούνται στον παρόντα Νόμο έχουν την έννοια που αποδίδεται σε αυτούς από την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια.

(4) Στον παρόντα Νόμο και στις δυνάμει αυτού κανονιστικές ή ατομικές διοικητικές πράξεις, αναφορά σε νομοθετική πράξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως Οδηγία, Κανονισμό ή Απόφαση σημαίνει την εν λόγω πράξη όπως εκάστοτε διορθώνεται, τροποποιείται ή αντικαθίσταται εκτός αν προκύπτει διαφορετική έννοια από το κείμενο.

ΜΕΡΟΣ IΙ ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΑ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΤΕΛΩΝΕΙΩΝ
Αρμοδιότητα Τμήματος Τελωνείων

3. Η εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και της Κοινοτικής Νομοθεσίας για την παρακολούθηση των προϊόντων που υπόκεινται σε φόρους κατανάλωσης εμπίπτει στην αποκλειστική αρμοδιότητα του Τμήματος Τελωνείων.

ΜΕΡΟΣ IΙΙ ΠΕΔΙΟ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ – ΑΠΑΙΤΗΤΟ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
Πεδίο εφαρμογής

4.-(1) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, επιβαρύνονται με φόρους κατανάλωσης τα προϊόντα που καθορίζονται στα Μέρη IX, Χ, ΧΙ και ΧΙΙ σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο Πρώτο, Δεύτερο, Τρίτο και Τέταρτο Παράρτημα και τα οποία-

(α) παράγονται στο έδαφος της Δημοκρατίας· ή

(β) προέρχονται από το έδαφος άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης· ή

(γ) εισέρχονται στο έδαφος της Δημοκρατίας από τρίτες χώρες ή από τα κάτωθι άλλα εδάφη, τα οποία δεν αποτελούν μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης:

(i) Νήσος Ελιγολάνδη·

(ii) έδαφος του Μπίζινγκεν·

(iii) Θέουτα·

(iv) Μελίλια·

(v) Λιβίνιο·

(δ) εισέρχονται στο έδαφος της Δημοκρατίας από ένα από τα ακόλουθα εδάφη, τα οποία αποτελούν μέρος του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης και στα οποία δεν εφαρμόζονται οι Οδηγίες 2020/262/ΕΕ, 92/83/ΕΟΚ, 92/84/ΕΟΚ, 2003/96/ΕΚ και 2011/64/ΕΕ:

(i) Κανάριοι Νήσοι·

(ii) τα γαλλικά εδάφη που αναφέρονται στα άρθρα 349 και 355 παράγραφος 1 της ΣΛΕΕ·

(iii) Νήσοι Άαλαντ·

(iv) Αγγλονορμαδικές Νήσοι·

(ε) τηρουμένων των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, εισέρχονται στο έδαφος της Δημοκρατίας, αν και αναγράφονται στο δηλωτικό φορτίου σκάφους ή αεροσκάφους, δεν προσκομίζονται στον εξουσιοδοτημένο λειτουργό και σε περίπτωση που δεν παρέχονται επαρκείς εξηγήσεις στο Διευθυντή·

(στ) τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, προερχόμενα από τα εδάφη άλλων κρατών μελών αν και αναγράφονται στο δηλωτικό φορτίου σκάφους ή αεροσκάφους ή στο ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο, ανάλογα με την περίπτωση, δεν εισέρχονται στη Δημοκρατία και σε περίπτωση που δεν παρέχονται επαρκείς εξηγήσεις στο Διευθυντή.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, η διακίνηση των εναρμονισμένων προϊόντων από ή προς-

(α) το πριγκιπάτο του Μονακό, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς τη Γαλλία·

(β) το Jungholz και Mittelberg (Kleines Walsertal), αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς την Γερμανία·

(γ) τη νήσο του Μαν, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς το Ηνωμένο Βασίλειο·

(δ) τον Άγιο Μαρίνο, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς την Ιταλία· και

(ε) τις περιοχές των Κυρίαρχων Βάσεων του Ηνωμένου Βασιλείου στο Ακρωτήρι και τη Δεκέλεια, αντιμετωπίζεται ως διακίνηση από ή προς την Κυπριακή Δημοκρατία.

(3) Τηρουμένων των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας, ο φόρος κατανάλωσης επί προϊόντων που προέρχονται από τρίτες χώρες ή τρίτα εδάφη και εισέρχονται στο έδαφος της Δημοκρατίας, επιβάλλεται και καταβάλλεται ως τελωνειακός δασμός και εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, οι διατάξεις της τελωνειακής νομοθεσίας που αφορούν τους δασμούς, εκτός εάν υπάρχει ρητή αντίθετη διάταξη στον παρόντα Νόμο:

Νοείται ότι, τα Μέρη IV, V και V(A) του παρόντος Νόμου δεν εφαρμόζονται στα εναρμονισμένα προϊόντα που έχουν τον τελωνειακό χαρακτήρα των μη ενωσιακών εμπορευμάτων, όπως ορίζονται στο άρθρο 5 σημείο 24 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013.

(4) Οι διατυπώσεις που προβλέπουν οι ενωσιακές τελωνειακές διατάξεις για την είσοδο εμπορευμάτων στο τελωνειακό έδαφος της Ένωσης εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, κατά την είσοδο εναρμονισμένων προϊόντων στο έδαφος της Δημοκρατίας από ένα από τα εδάφη που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.

(5) Οι διατυπώσεις που προβλέπουν οι ενωσιακές τελωνειακές διατάξεις για την έξοδο από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης εφαρμόζονται, κατ’ αναλογία, κατά την έξοδο εναρμονισμένων προϊόντων από το έδαφος της Δημοκρατίας προς ένα από τα εδάφη που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.

(6) Ο Διευθυντής δύναται, με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Γενεσιουργό γεγονός του φόρου, χρόνος και τόπος όπου καθίσταται απαιτητός ο φόρος, καταστροφή και ανεπανόρθωτες απώλειες

5.-(1) Τα εναρμονισμένα προϊόντα υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης κατά-

(α) την παραγωγή τους, περιλαμβανομένης, ανάλογα με την περίπτωση, της εξόρυξής τους, στο έδαφος της Ένωσης· και

(β) την εισαγωγή τους ή την παράτυπη είσοδό τους στο έδαφος της Ένωσης.

(2) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης  καθίσταται απαιτητός κατά τον χρόνο θέσης σε ανάλωση των προϊόντων στη Δημοκρατία.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου,  ως «θέση σε ανάλωση των εναρμονισμένων προϊόντων» νοείται-

(α) η έξοδος εναρμονισμένων προϊόντων από ένα καθεστώς αναστολής, περιλαμβανομένης της παράτυπης εξόδου·

(β) η κατοχή ή αποθήκευση εναρμονισμένων προϊόντων, περιλαμβανομένων των περιπτώσεων παρατυπίας, εκτός καθεστώτος αναστολής, για τα οποία δεν έχει επιβληθεί ειδικός φόρος κατανάλωσης δυνάμει των εφαρμοστέων διατάξεων του ενωσιακού δικαίου και των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(γ) η παραγωγή, περιλαμβανομένης της μεταποίησης, εναρμονισμένων προϊόντων και η παράτυπη παραγωγή ή μεταποίηση, εκτός καθεστώτος αναστολής· και

(δ) η εισαγωγή εναρμονισμένων προϊόντων, εκτός εάν τα εναρμονισμένα προϊόντα υπαχθούν, ταυτόχρονα με την εισαγωγή, σε καθεστώς αναστολής, ή η παράτυπη είσοδος εναρμονισμένων προϊόντων, εκτός εάν η τελωνειακή οφειλή έχει αποσβεσθεί σύμφωνα με το άρθρο 124 παράγραφος 1 στοιχεία ε), στ), ζ), ια) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013.

(4) Ως χρόνος εξόδου από καθεστώς αναστολής, όπως αναφέ-ρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3), λογίζεται-

(α) ο χρόνος παραλαβής των εναρμονισμένων προϊόντων από τον εγγεγραμμένο παραλήπτη στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11·

(β) ο χρόνος παραλαβής των εναρμονισμένων προϊόντων από τον παραλήπτη στις περιπτώσεις που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11· και

(γ) ο χρόνος παραλαβής των εναρμονισμένων προϊόντων στον τόπο άμεσης παράδοσής τους στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (4) του άρθρου 11.

(5) Η ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης υπό καθεστώς αναστολής από αιτία οφειλόμενη σε τυχαίο γεγονός ή ανωτέρα βία ή ακόμη με την άδεια του Διευθυντή για καταστροφή τους δεν θεωρείται ως θέση σε ανάλωση.

(6) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, θεωρείται ότι τα προϊόντα έχουν υποστεί ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια σε περίπτωση που δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

(7)(α) Μερική απώλεια, η οποία οφείλεται στη φύση των προϊόντων και επέρχεται κατά τη διακίνηση υπό καθεστώς αναστολής μεταξύ των κρατών μελών δεν θεωρείται θέση σε ανάλωση, εφόσον το ποσό της απώλειας είναι χαμηλότερο από το κοινό όριο μερικής απώλειας για εναρμονισμένα προϊόντα, όπως αυτό καθορίζεται με κατ’ εξουσιοδότηση πράξη που εκδίδεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, εκτός εάν το Τελωνείο έχει εύλογη υποψία απάτης ή παρατυπίας, ενώ το τμήμα της μερικής απώλειας που υπερβαίνει το κοινό όριο μερικής απώλειας για τα εν λόγω εναρμονισμένα προϊόντα αντιμετωπίζεται ως θέση σε ανάλωση.

(β) Μερική απώλεια, η οποία οφείλεται στη φύση των προϊόντων και επέρχεται κατά την κατοχή, αποθήκευση ή τη διακίνησή τους υπό καθεστώς αναστολής εντός της Δημοκρατίας δεν θεωρείται θέση σε ανάλωση, εκτός εάν το Τελωνείο έχει υποψία απάτης ή παρατυπίας.

(8) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει-

(α) ελλείψει κοινών ορίων μερικής απώλειας, τις απώλειες που οφείλονται στην ίδια τη φύση των εναρμονισμένων προϊόντων κατά τη διακίνησή τους υπό καθεστώς αναστολής μεταξύ άλλου κράτους μέλους και της Δημοκρατίας και τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση των απωλειών αυτών· και

(β) τις απώλειες που οφείλονται στην ίδια τη φύση των εναρμονισμένων προϊόντων κατά την κατοχή, αποθήκευση ή τη διακίνησή τους υπό καθεστώς αναστολής εντός της Δημοκρατίας και τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αναγνώριση των απωλειών αυτών:

Νοείται ότι, το τμήμα της μερικής απώλειας που υπερβαίνει τις απώλειες που οφείλονται στην ίδια τη φύση των εναρμονισμένων προϊόντων, όπως αυτές καθορίζονται στις παραγράφους (α) και (β) του παρόντος εδαφίου για τα εν λόγω εναρμονισμένα προϊόντα, αντιμετωπίζεται ως θέση σε ανάλωση.

(9) Η ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια των προϊόντων που προβλέπονται στο εδάφιο (5) αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τον Διευθυντή στις περιπτώσεις που η εν λόγω ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, επήλθε ή διαπιστώθηκε στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που η ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, των εναρμονισμένων προϊόντων, διαπιστώνεται στη Δημοκρατία, η εγγύηση που κατατίθεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11Β αποδεσμεύεται, πλήρως ή εν μέρει, κατά περίπτωση, με την προσκόμιση ικανοποιητικής απόδειξης.

(10) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ως «θέση σε ανάλωση των άλλων προϊόντων» νοείται-

(α) η έξοδος από ειδικό καθεστώς των άλλων προϊόντων·

(β) εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, η έκδοση ή μετακίνηση από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής στο εσωτερικό της Δημοκρατίας, των άλλων προϊόντων, περιλαμβανομένης της παράτυπης, εξαιρουμένης της εναπόθεσης των προϊόντων μετά την παραγωγή τους σε αποθήκες, τελωνειακής αποταμίευσης σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 107·

(γ) η εισαγωγή των άλλων προϊόντων,  περιλαμβανομένης της παράτυπης εισόδου, εφόσον δεν τίθενται σε ειδικό καθεστώς· και

(δ) η είσοδος στη Δημοκρατία των άλλων προϊόντων, περιλαμβανομένης της παράτυπης εισόδου, που αποστέλλονται από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης:

Νοείται ότι, τα προϊόντα τα οποία αποστέλλονται από άλλο κράτος μέλος και εισέρχονται στη Δημοκρατία, εκτός της περίπτωσης της παράτυπης εισόδου, δηλώνονται στο Τελωνείο όπως ορίζεται σε διάταγμα που εκδίδεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, το οποίο καθορίζει τις λεπτομέρειες εφαρμογής των πιο πάνω διατάξεων, καθώς και τη διαδικασία επιβολής και είσπραξης του φόρου κατανάλωσης στα άλλα ενωσιακά προϊόντα που αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας.

(11)(α) Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο ή στην τελωνειακή νομοθεσία, ο φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται, καταβάλλεται και εισπράττεται:

(i) στις προβλεπόμενες στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) και στην παράγραφο (α) του εδαφίου (10) περιπτώσεις, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία εξόδου των προϊόντων από καθεστώς αναστολής ή ειδικό καθεστώς ανάλογα με την περίπτωση, στο εσωτερικό της Δημοκρατίας·

(ii) στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (3) περίπτωση, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία παραγωγής εκτός καθεστώτος αναστολής·

(iii) στις προβλεπόμενες στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (3) και στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (10) περιπτώσεις, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία αποδοχής της διασάφησης εισαγωγής:

Νοείται ότι, στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 4 περίπτωση, ο πλοίαρχος ή πλοιοκτήτης ή ο κύριος ή κυβερνήτης του αεροσκάφους ή ο αντιπρόσωπός του ή και ο παραλήπτης, κατά περίπτωση, οφείλει να καταβάλει τον οφειλόμενο για τα προϊόντα φόρο κατανάλωσης όπως βεβαιώνεται από τον Διευθυντή, σύμφωνα με τους ισχύοντες συντελεστές κατά το χρόνο της κατάθεσης του δηλωτικού·

(iv) στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) περίπτωση, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία που πραγματοποιείται η κατοχή ή αποθήκευση των εναρμονισμένων προϊόντων·

(v) στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (β) του εδαφίου (10) περίπτωση, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία έκδοσης ή μετακίνησης των άλλων προϊόντων από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής για κατανάλωση στη Δημοκρατία· και

(vi) στην προβλεπόμενη στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (10) περίπτωση, με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά την ημερομηνία εισόδου των άλλων προϊόντων στη Δημοκρατία.

(β) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (12), στην περίπτωση της παραγράφου (β) του εδαφίου (3) και στην περίπτωση παράτυπης εξόδου από καθεστώς αναστολής ή ειδικό καθεστώς ή παράτυπης παραγωγής ή παράτυπης εισόδου εμπορευμάτων που εισέρχονται στο έδαφος της Ένωσης ή παράτυπης εισόδου στη Δημοκρατία προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο φόρος κατανάλωσης καταβάλλεται με βάση τους συντελεστές που ισχύουν κατά τον χρόνο διαπίστωσης των παραβάσεων αυτών.

(12) Σε περίπτωση κατά την οποία από τα στοιχεία που διαθέτει ο Διευθυντής διαπιστώνεται-

(α) η παράτυπη έξοδος από καθεστώς αναστολής ή ειδικό καθεστώς· ή

(β) η παράτυπη παραγωγή ή παράτυπη έκδοση ή μετακίνηση από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής· ή

(γ) η παράτυπη είσοδος εμπορευμάτων που εισέρχονται στο έδαφος της Ένωσης· ή

(δ) η παράτυπη είσοδος στο εσωτερικό της Δημοκρατίας προϊόντων που προέρχονται από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης· ή

(ε) η κατοχή των εναρμονισμένων προϊόντων σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (3)·

πραγματοποιήθηκε ή υπήρξε, ανάλογα με την περίπτωση, σε χρόνο προγενέστερο της διαπίστωσης, τότε ο φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται και καταβάλλεται με βάση τους συντελεστές που ίσχυαν κατά το χρόνο αυτό:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου η έξοδος προϋποθέτει και τη φυσική μετακίνηση των προϊόντων.

(13)(α) Πρόσωπο το οποίο αμελεί ή αρνείται ή παραλείπει να καταβάλει τους αναλογούντες φόρους κατανάλωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή τη χρηματική επιβάρυνση και τόκους που επιβλήθηκαν σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις δύο χιλιάδες πεντακόσια εξήντα δύο ευρώ (€2.562) ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση, η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο (2) χρόνια ή και στις δύο αυτές ποινές και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

(β) Πρόσωπο το οποίο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να υποβάλει τη δήλωση που προβλέπεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (10) και να εφαρμόσει τους όρους και τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στο διάταγμα που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τα χίλια επτακόσια οκτώ ευρώ (€1.708) ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο πιο πάνω ποσό ή σε φυλάκιση, η οποία δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή και στις δύο αυτές ποινές και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

(14)  Παρά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, εφόσον κατατίθεται η διασάφηση που προβλέπεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 19, ο Διευθυντής δύναται να παραχωρήσει αναβολή της καταβολής του φόρου κατανάλωσης στο υπόχρεο προς τούτο πρόσωπο, για καθορισμένο χρονικό διάστημα, μετά από αίτηση του προσώπου αυτού, υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει σε γνωστοποίησή του.

Υπόχρεος για καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης

6.-(1) Υπόχρεος να καταβάλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης που καθίσταται απαιτητός σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5 είναι-

(α) σε σχέση με την έξοδο εναρμονισμένων προϊόντων από καθεστώς αναστολής όπως αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 5-

(i) ο εγκεκριμένος αποθηκευτής, ο εγγεγραμμένος παραλήπτης ή κάθε άλλο πρόσωπο που  απελευθερώνει ή εξ ονόματος του οποίου απελευθερώνονται τα εναρμονισμένα προϊόντα από καθεστώς αναστολής και σε περίπτωση παράτυπης εξόδου από τη φορολογική αποθήκη, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην έξοδο αυτή· και

(ii) σε περίπτωση παρατυπίας κατά τη διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, όπως αυτή ορίζεται στα εδάφια (1), (2) και (4) του άρθρου 7, ο εγκεκριμένος αποθηκευτής, ο εγγεγραμμένος αποστολέας ή κάθε άλλο πρόσωπο που εγγυήθηκε την πληρωμή σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2) του άρθρου 11Β και κάθε πρόσωπο που συμμετείχε στην παράτυπη έξοδο και το οποίο γνώριζε ή όφειλε ευλόγως να γνωρίζει τον παράτυπο χαρακτήρα της εξόδου·

(β) σε σχέση με την παραγωγή εναρμονισμένων προϊόντων όπως αναφέρεται στην παράγραφο (γ) του εδαφίου (3) του άρθρου 5, το πρόσωπο που παράγει τα εναρμονισμένα προϊόντα και σε περίπτωση παράτυπης παραγωγής, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην παραγωγή τους·

(γ) σε σχέση με την εισαγωγή ή την παράτυπη είσοδο εναρμονισμένων προϊόντων που αναφέρεται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (3) του άρθρου 5, ο διασαφιστής, όπως ορίζεται στο άρθρο 5 σημείο 15 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013 ή κάθε άλλο πρόσωπο που αναφέρεται στο άρθρο 77 παράγραφος 3 του εν λόγω κανονισμού και, σε περίπτωση παράτυπης εισόδου, κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην παράτυπη είσοδο· και

(δ) σε σχέση με την κατοχή ή αποθήκευση εναρμονισμένων προϊόντων όπως αναφέρεται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (3) του άρθρου 5, το πρόσωπο που κατέχει ή αποθηκεύει τα εναρμονισμένα προϊόντα ή κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται στην κατοχή ή αποθήκευση των εναρμονισμένων προϊόντων ή οποιοσδήποτε συνδυασμός των προσώπων αυτών, σύμφωνα με την αρχή της αλληλέγγυας και εις ολόκληρον ευθύνης.

(2) Σε περίπτωση περισσότερων υπόχρεων για την καταβολή του οφειλόμενου ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα πρόσωπα αυτά είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρο υπόχρεα για την πληρωμή της εν λόγω οφειλής.

Τόπος όπου καθίσταται απαιτητός ο ειδικός φόρος κατανάλωσης σε περίπτωση παρατυπίας κατά την ενωσιακή διακίνηση

7.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία διαπράττεται παρατυπία στο εσωτερικό της Δημοκρατίας κατά τη διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, η οποία προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 5, θεωρείται ότι η θέση σε ανάλωση πραγματοποιείται στη Δημοκρατία.

(2) Σε περίπτωση κατά την οποία διαπιστώνεται παρατυπία στο εσωτερικό της Δημοκρατίας κατά τη διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, η οποία προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 5 και δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί ο τόπος όπου διαπράχθηκε η παρατυπία, η εν λόγω παρατυπία θεωρείται ότι διαπράχθηκε στο έδαφος της Δημοκρατίας και κατά τον χρόνο που έγινε η διαπίστωση αυτή.

(3) Στις προβλεπόμενες στα εδάφια (1) και (2) περιπτώσεις, το Τελωνείο ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής των εναρμονισμένων προϊόντων.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία εναρμονισμένα προϊόντα αποστέλλονται από τη Δημοκρατία σε άλλα κράτη μέλη υπό καθεστώς αναστολής, δεν φθάσουν στον προορισμό τους και κατά τη διάρκεια της διακίνησης δεν έχει διαπιστωθεί καμία παρατυπία που να προκαλεί τη θέση τους σε ανάλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (3) του άρθρου 5, θεωρείται ότι διαπράχθηκε παρατυπία στο έδαφος της Δημοκρατίας και κατά τη στιγμή κατά την οποία άρχισε η διακίνηση, εκτός εάν, εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη της διακίνησης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 11Α, προσκομιστούν στον Διευθυντή ικανοποιητικά αποδεικτικά στοιχεία για την περάτωση της διακίνησης σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11Α ή για τον τόπο όπου διαπράχθηκε η παρατυπία:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία το πρόσωπο που παρέχει την προβλεπόμενη στο άρθρο 11Β εγγύηση δεν γνώριζε ή δεν μπορούσε να γνωρίζει ότι τα προϊόντα δεν αφίχθησαν στον προορισμό τους, του χορηγείται προθεσμία ενός μηνός από την ημέρα της ανακοίνωσης της πληροφορίας αυτής από το Τελωνείο, προκειμένου να είναι σε θέση να αποδείξει ότι η διακίνηση έχει περατωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11Α ή να υποδείξει τον τόπο όπου διαπράχθηκε η παρατυπία.

(5) Στις προβλεπόμενες στα εδάφια (2) και (4) περιπτώσεις, εάν, πριν από τη λήξη τριετίας από την ημερομηνία κατά την οποία άρχισε η διακίνηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 11Α, εξακριβωθεί το κράτος μέλος στο οποίο διαπράχθηκε πράγματι η παρατυπία, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1):

Νοείται ότι, στην ως άνω περίπτωση επιστρέφεται ή διαγράφεται ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, αφού αποδειχθεί η καταβολή του στο άλλο κράτος μέλος.

(6) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «παρατυπία» νοείται η κατάσταση που δημιουργείται κατά τη διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, πλην των περιπτώσεων που αναφέρονται στα εδάφια (5) και (6) του άρθρου 5, λόγω της οποίας η διακίνηση ή μέρος της διακίνησης των εναρμονισμένων προϊόντων δεν περατώθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11Α.

Ειδικές περιπτώσεις κατοχής εναρμονισμένων προϊόντων για εμπορικούς σκοπούς

8. [Διαγράφηκε]
Άλλες περιπτώσεις απαιτητού και επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης για εναρμονισμένα προϊόντα

9. [Διαγράφηκε]
ΜΕΡΟΣ ΙV ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΣ
Παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και αποθήκευση εναρμονισμένων προϊόντων

8. Εκτός εάν προβλέπεται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, η παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και αποθήκευση υπό καθεστώς αναστολής των εναρμονισμένων προϊόντων, πραγματοποιείται σε φορολογικές αποθήκες και ρυθμίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Μέρους.

Έγκριση σύστασης και λειτουργία φορολογικών αποθηκών

9. (1) Ο Διευθυντής δύναται μετά από γραπτή αίτηση προσώπου η οποία δύναται να υποβληθεί και σε μηχανογραφημένη μορφή, να εγκρίνει υπό όρους υποστατικά που χρησιμοποιούνται ή προτίθενται να χρησιμοποιηθούν ως φορολογικές αποθήκες και να εκδώσει την ειδική για τον σκοπό αυτό άδεια.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίηση του να καθορίσει:

(α) τον τύπο και την μορφή της αίτησης,

(β) τις κατηγορίες των φορολογικών αποθηκών,

(γ) τις προϋποθέσεις με τις οποίες παρέχεται έγκριση για τη σύσταση και λειτουργία των φορολογικών αποθηκών,

(δ) τον χρόνο παραμονής των προϊόντων κατά κατηγορία, στη φορολογική αποθήκη,

(ε) τη διαδικασία παραλαβής ή αποστολής των προϊόντων,

(στ) τους όρους αποθήκευσης και λογιστικής διαχείρισης των προϊόντων,

(ζ) τον τρόπο παρακολούθησης των προϊόντων και της άσκησης ελέγχου σε αυτά,

(η) κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την έγκριση ή λειτουργία των φορολογικών αποθηκών.

(3) Ο Υπουργός με απόφασή του δύναται εκάστοτε να καθορίζει τέλη άδειας των φορολογικών αποθηκών καθώς και ετήσια τέλη λειτουργίας τους.

Εγκεκριμένος αποθηκευτής

10.-(1) Ο Διευθυντής δύναται, υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε γνωστοποίησή του, να εγκρίνει μετά από γραπτή αίτηση, η οποία δύναται να υποβληθεί και σε μηχανογραφημένη μορφή, πρόσωπο, ως εγκεκριμένο αποθηκευτή και να εκδώσει την ειδική για τον σκοπό αυτό άδεια.

(2) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (1) άδεια χορηγείται σε περίπτωση που το πρόσωπο παράγει, μεταποιεί, κατέχει, αποθηκεύει, παραλαμβάνει και αποστέλλει, κατά την άσκηση του επιτηδεύματός του, εναρμονισμένα προϊόντα, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής και βρίσκονται σε φορολογικές αποθήκες.

(3) Ο εγκεκριμένος αποθηκευτής υποχρεούται-

(α) να τηρεί λογιστικά βιβλία των αποθεμάτων και των κινήσεων των εναρμονισμένων προϊόντων ανά φορολογική αποθήκη·

(β) να θέτει στη διάθεση του Διευθυντή προς επιθεώρηση τα εναρμονισμένα προϊόντα·

(γ) να δέχεται οποιονδήποτε έλεγχο ή απογραφή των προϊόντων·

(δ) να παρέχει εγγύηση η οποία να καλύπτει τον κίνδυνο που ενέχει η παραγωγή, μεταποίηση, κατοχή και αποθήκευση των εναρμονισμένων προϊόντων·

(ε) να εισάγει στη φορολογική του αποθήκη και να προβαίνει στη λογιστική εγγραφή, με την περάτωση της διακίνησης, όλων των εναρμονισμένων προϊόντων, τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής, εκτός εάν εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (3) του άρθρου 11· και

(στ) να εφαρμόζει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και οποιουσδήποτε όρους ή άλλες υποχρεώσεις που ήθελαν επιβληθούν από τον Διευθυντή.

(4) Ο Διευθυντής δύναται, με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος εδαφίου.

Απώλειες και ελλείμματα εναρμονισμένων προϊόντων

13. [Διαγράφηκε]
ΜΕΡΟΣ V ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΤΕΛΟΥΝ ΥΠΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ ΤΩΝ ΕΙΔΙΚΩΝ ΦΟΡΩΝ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Γενικές διατάξεις αναφορικά με τον τόπο αποστολής και προορισμού της διακίνησης

11.-(1) Τα εναρμονισμένα προϊόντα δύναται να διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής μεταξύ των ακόλουθων τόπων εντός του εδάφους της Ένωσης, ακόμη και μέσω τρίτης χώρας ή τρίτου εδάφους:

(α) Από μια φορολογική αποθήκη προς-

(i) άλλη φορολογική αποθήκη·

(ii) εγγεγραμμένο παραλήπτη·

(iii) τόπο όπου τα εναρμονισμένα προϊόντα εξέρχονται από το έδαφος της Ένωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 17Α·

(iv) παραλήπτη που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 28, σε περίπτωση που τα προϊόντα αποστέλλονται από άλλο κράτος μέλος·

(v) το τελωνείο εξόδου, εφόσον προβλέπεται σύμφωνα με το άρθρο 329, παράγραφος 5 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447, που είναι ταυτόχρονα το τελωνείο αναχώρησης για το καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, εφόσον αυτό προβλέπεται σύμφωνα με το άρθρο 189 παράγραφος 4 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2446· και

(β) από τον τόπο εισαγωγής προς οποιονδήποτε από τους προορισμούς που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου, σε περίπτωση που τα προϊόντα αποστέλλονται από εγγεγραμμένο αποστολέα:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «τόπος εισαγωγής» νοείται ο τόπος όπου τα προϊόντα τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία, σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013.

(2) Εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η εισαγωγή πραγματοποιείται με ταυτόχρονη θέση σε φορολογική αποθήκη, τα εναρμονισμένα προϊόντα δύναται να διακινούνται από τον τόπο εισαγωγής υπό καθεστώς αναστολής μόνον εάν ο διασαφιστής ή κάθε άλλο πρόσωπο που εμπλέκεται άμεσα ή έμμεσα στη διεκπεραίωση των τελωνειακών διατυπώσεων σύμφωνα με το άρθρο 15 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013, παρέχει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εισαγωγής τα ακόλουθα:

(α) Τον μοναδικό αριθμό ειδικού φόρου κατανάλωσης δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 στοιχείο α) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 389/2012, με τον οποίο εξακριβώνεται η ταυτότητα του εγγεγραμμένου αποστολέα για τη διακίνηση·

(β) τον μοναδικό αριθμό ειδικού φόρου κατανάλωσης δυνάμει του άρθρου 19 παράγραφος 2 στοιχείο α) του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 389/2012, με τον οποίο εξακριβώνεται η ταυτότητα του παραλήπτη προς τον οποίο αποστέλλονται τα προϊόντα· και

(γ) κατά περίπτωση, τα στοιχεία που αποδεικνύουν ότι τα εισαγόμενα προϊόντα προορίζονται να αποσταλούν από το έδαφος του κράτους μέλους εισαγωγής στο έδαφος άλλου κράτους μέλους.

(3) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων των υποπαραγράφων (i) και (ii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) και της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) και πλην της περίπτωσης που αναφέρεται στο εδάφιο (4) του άρθρου 13, ο Διευθυντής δύναται, υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε καθορίσει, να επιτρέπει τη διακίνηση των εναρμονισμένων προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής προς τόπο άμεσης παράδοσης που βρίσκεται στο έδαφος της Δημοκρατίας, σε περίπτωση που ο τόπος αυτός έχει οριστεί από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή στη Δημοκρατία ή από τον εγγεγραμμένο παραλήπτη, ο οποίος δεν είναι εγγεγραμμένος παραλήπτης με άδεια που υπόκειται σε περιορισμούς σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 13:

Νοείται ότι, ο εν λόγω εγκεκριμένος αποθηκευτής ή ο εγγεγραμμένος παραλήπτης είναι υπεύθυνος για την υποβολή της αναφοράς παραλαβής που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17.

(4) Τα εδάφια (1), (2) και (3) εφαρμόζονται και για τη διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων με μηδενικό συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα οποία δεν έχουν τεθεί σε ανάλωση.

Έναρξη και περάτωση διακίνησης

11Α.-(1) Η διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής αρχίζει-

(α) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, όταν τα εναρμονισμένα προϊόντα εξέλθουν από τη φορολογική αποθήκη αποστολής· και

(β) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, όταν τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 201 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 952/2013.

(2) Η διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής περατώνεται-

(α) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (i), (ii) και (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 και στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, μόλις ο παραλήπτης παραλάβει τα εναρμονισμένα προϊόντα·

(β) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, όταν τα προϊόντα εξέλθουν από το έδαφος της Ένωσης· και

(γ) στις περιπτώσεις που προβλέπονται στην υποπαράγραφο (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, όταν τα προϊόντα υπαχθούν στο καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης.

Εγγυήσεις

11Β.-(1)Η διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής καλύπτεται από εγγύηση, η οποία παρέχεται από τον εγκεκριμένο αποθηκευτή αποστολής ή τον εγγεγραμμένο αποστολέα.

(2) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του εδαφίου (1), ο Διευθυντής δύναται, υπό τους όρους που ήθελε καθορίσει, να επιτρέπει την παροχή της εγγύησης που αναφέρεται στο εδάφιο (1) από τον μεταφορέα, τον κύριο των εναρμονισμένων προϊόντων, τον παραλήπτη ή από κοινού από δύο ή περισσότερα από τα πρόσωπα αυτά και τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (1).

(3) Δεν απαιτείται η σύσταση εγγύησης για διακινήσεις ενεργειακών προϊόντων μέσω σταθερών αγωγών, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

(4) Η παρεχόμενη εγγύηση για την αποστολή των εναρμονισμένων προϊόντων από τη Δημοκρατία σε άλλο κράτος μέλος ισχύει σε ολόκληρη την Ένωση.

(5) Ο Διευθυντής δύναται, με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τις λεπτομέρειες, τους όρους και τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Αποστολή εναρμονισμένων προϊόντων από εγγεγραμμένο αποστολέα

12. (1) Ο εγγεγραμμένος αποστολέας δύναται στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του μόνο να αποστέλλει εναρμονισμένα προϊόντα υπό καθεστώς αναστολής κατόπιν της θέσης τους σε ελεύθερη κυκλοφορία σύμφωνα με το άρθρο 79 του Κανονισμού (ΕΟΚ) αριθ. 2913/92.

(2) (α)Ο εγγεγραμμένος αποστολέας οφείλει, πριν την αποστολή των προϊόντων με γραπτή αίτησή του, να ζητήσει την έκδοση από το Διευθυντή ειδικής για το σκοπό αυτό άδειας.

(β)Οι όροι και προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (α), καθορίζονται σε γνωστοποίηση του Διευθυντή.

(3) Ο εγγεγραμμένος αποστολέας οφείλει να συμμορφώνεται στις ακόλουθες υποχρεώσεις:

(α) πριν από την αποστολή των εναρμονισμένων προϊόντων να εγγυάται την καταβολή των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης,

(β) να δέχεται οποιοδήποτε έλεγχο των προϊόντων,

(γ) να τηρεί βιβλία σχετικά με τις αποστολές των εναρμονισμένων προϊόντων,

(δ) να τηρεί τις διατάξεις του παρόντος νόμου και οποιουσδήποτε όρους ή άλλες υποχρεώσεις που ήθελαν επιβληθεί από το Διευθυντή.

(4) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την αποστολή προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής από εγγεγραμμένο αποστολέα.

Παραλαβή εναρμονισμένων προϊόντων από εγγεγραμμένο παραλήπτη

13. (1) Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης δύναται στο πλαίσιο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων του να παραλαμβάνει εναρμονισμένα προϊόντα προερχόμενα από άλλο κράτος μέλος τα οποία διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής, δεν δύναται όμως να κατέχει ή να αποστέλλει εναρμονισμένα προϊόντα τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής.

(2) (α)Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης οφείλει πριν από την παραλαβή των προϊόντων με γραπτή αίτησή του να ζητήσει την έκδοση από το Διευθυντή ειδικής για το σκοπό αυτό άδειας.

(β)Οι όροι και προϋποθέσεις έκδοσης της άδειας που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (α) καθορίζονται σε γνωστοποίηση του Διευθυντή.

(3) Ο εγγεγραμμένος παραλήπτης οφείλει να συμμορφώνεται με τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

(α) πριν από την αποστολή των εναρμονισμένων προϊόντων να εγγυάται την καταβολή των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης,

(β) να καταβάλλει τον οφειλόμενο ειδικό φόρο κατανάλωσης κατά την παραλαβή των εναρμονισμένων προϊόντων και το αργότερο την επόμενη εργάσιμη ημέρα από την άφιξή τους,

(γ) μόλις περατωθεί η διακίνηση των εναρμονισμένων προϊόντων που παραλαμβάνονται υπό καθεστώς αναστολής, να προβαίνει στη λογιστική τους εγγραφή,

(δ) να αποδέχεται και διευκολύνει οποιοδήποτε έλεγχο ή απογραφή, που επιτρέπει στο Τελωνείο να βεβαιωθεί ότι τα προϊόντα πράγματι παρελήφθησαν.

(4) Για τον εγγεγραμμένο παραλήπτη που παραλαμβάνει μόνο περιστασιακά εναρμονισμένα προϊόντα, η άδεια που αναφέρεται στο εδάφιο (2) πιο πάνω περιορίζεται σε συγκεκριμένη ποσότητα εναρμονισμένων προϊόντων, σε ένα μόνο αποστολέα και σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο:

Νοείται ότι, ο Διευθυντής δύναται να περιορίζει την άδεια για μία μόνο διακίνηση.

(5) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για την παραλαβή προϊόντων από εγγεγραμμένους παραλήπτες και για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

 

Μητρώο Δεδομένων

14.-(1) Ο Διευθυντής τηρεί Μητρώο με την ονομασία «Μητρώο Δεδομένων», στο οποίο καταχωρίζονται-

(α) το όνομα και η διεύθυνση των εγκεκριμένων αποθηκευτών, εγγεγραμμένων αποστολέων, εγγεγραμμένων παραληπτών, πιστοποιημένων αποστολέων και πιστοποιημένων παραληπτών για τους σκοπούς των ειδικών φόρων κατανάλωσης και των υποστατικών που είναι εγκεκριμένα ως φορολογικές αποθήκες·

(β) η κατηγορία των προϊόντων που επιτρέπεται να αποθηκευτούν ή παραληφθούν από τα εν λόγω πρόσωπα ή να αποθηκευτούν στα εν λόγω υποστατικά·

(γ) η διεύθυνση του Τελωνείου που είναι αρμόδιο για περαιτέρω πληροφορίες·

(δ) η ημερομηνία χορήγησης και ενδεχομένως η ημερομηνία λήξης της ισχύος του ατομικού αριθμού· και

(ε) οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες τις οποίες ο Διευθυντής κρίνει αναγκαίες για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, το Μητρώο Δεδομένων είναι δυνατό να τηρείται σε οποιαδήποτε μορφή καθορίσει ο Διευθυντής περιλαμβανομένης και της μηχανογραφημένης μορφής.

(2) Πρόσωπο για το οποίο εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1) εγγράφεται στο Μητρώο Δεδομένων και γνωστοποιεί γραπτώς στον Διευθυντή τυχόν αλλαγές στο όνομα, στη διεύθυνση ή στις άλλες πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (1) ή οποιοδήποτε άλλο γεγονός που μπορεί να καταστήσει αναγκαία την τροποποίηση του Μητρώου Δεδομένων εντός τριάντα (30) ημερών από την ημερομηνία που επήλθαν.

(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του να καθορίσει τη διαδικασία, τις υποχρεώσεις των προσώπων που αφορούν τα πιο πάνω εδάφια και οτιδήποτε άλλο κρίνει σκόπιμο για την καλύτερη εκπλήρωση των σκοπών του άρθρου αυτού ή για τη ρύθμιση οποιουδήποτε ζητήματος συναφούς με τις διατάξεις του.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΑΚΟΛΟΥΘΗΤΕΑ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΤΕΛΟΥΝ ΥΠΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΑΝΑΣΤΟΛΗΣ
Χρήση ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου κατά τη διακίνηση

15.-(1) Η διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων θεωρείται ότι λαμβάνει χώρα υπό καθεστώς αναστολής μόνο εάν πραγματοποιείται υπό την κάλυψη ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου, το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3).

(2) Για τους σκοπούς του εδαφίου (1) ο αποστολέας, στην περίπτωση που η Κύπρος είναι το κράτος μέλος αποστολής, υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου στο Τελωνείο, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα που αναφέρεται στο άρθρο 1 της Απόφασης αριθ. 2020/263 (εφεξής “το μηχανοργανωμένο σύστημα”).

(3) Το Τελωνείο επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου:

Νοείται ότι, σε περίπτωση κατά την οποία τα εν λόγω στοιχεία δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται πάραυτα ο αποστολέας:

Νοείται περαιτέρω ότι, σε περίπτωση κατά την οποία τα εν λόγω στοιχεία είναι έγκυρα, το Τελωνείο δίδει στο έγγραφο μοναδικό διοικητικό κωδικό αναφοράς και τον κοινοποιεί στον αποστολέα.

(4) Στις προβλεπόμενες στις υποπαραγράφους (i), (ii) και (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 και στο εδάφιο (3) του άρθρου 11 περιπτώσεις, το Τελωνείο διαβιβάζει πάραυτα το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού, οι οποίες το προωθούν στον παραλήπτη εάν ο παραλήπτης είναι εγκεκριμένος αποθηκευτής ή εγγεγραμμένος παραλήπτης:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που τα εναρμονισμένα προϊόντα προορίζονται για εγκεκριμένο αποθηκευτή στη Δημοκρατία, το Τελωνείο διαβιβάζει απευθείας σε αυτόν το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο.

(5)(α) Ο αποστολέας παρέχει στο πρόσωπο που συνοδεύει τα εναρμονισμένα προϊόντα ή, σε περίπτωση που κανένα πρόσωπο δεν συνοδεύει τα προϊόντα, στον μεταφορέα, τυπωμένο αντίγραφο του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου ή κάθε άλλο εμπορικό έγγραφο που μνημονεύει ευανάγνωστα τον μοναδικό διοικητικό κωδικό αναφοράς.

(β) Το έγγραφο που αναφέρεται στην παράγραφο (α) προσκομίζεται στις αρμόδιες αρχές κάθε φορά που θα το ζητήσουν καθ’ όλη τη διάρκεια της διακίνησης υπό καθεστώς αναστολής.

(6) Ο αποστολέας δύναται να ακυρώνει το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα, εάν δεν έχει αρχίσει η διακίνηση σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 11Α.

(7) Κατά τη διάρκεια διακίνησης των εναρμονισμένων προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, ο αποστολέας δύναται, μέσω του μηχανοργα-νωμένου συστήματος, να τροποποιεί τον προορισμό ή τον παραλήπτη των εναρμονισμένων προϊόντων σε έναν από τους προορισμούς που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i), (ii), (iii) ή (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 ή, ενδεχομένως, στο εδάφιο (3) του άρθρου 11 και προς τον σκοπό αυτό, ο αποστολέας υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού εγγράφου αλλαγής προορισμού στο Τελωνείο χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα.

(8) Σε περίπτωση διακίνησης διά θαλάσσης ή μέσω εσωτερικών πλωτών οδών, ενεργειακών προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, τα οποία προορίζονται για παραλήπτη ο οποίος δεν είναι οριστικά γνωστός κατά τη χρονική στιγμή υποβολής από τον αποστολέα του σχεδίου ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου που αναφέρεται στο εδάφιο (2), το Τελωνείο δύναται να επιτρέπει στον αποστολέα να παραλείπει από το έγγραφο αυτό τα στοιχεία που αφορούν τον παραλήπτη:

Νοείται ότι, με τη γνωστοποίηση των στοιχείων που αφορούν τον παραλήπτη, το αργότερο δε όταν περατωθεί η διακίνηση, ο αποστολέας, μέσω της διαδικασίας που προβλέπεται στο εδάφιο (7), τα διαβιβάζει αμέσως στο Τελωνείο:

Νοείται περαιτέρω ότι, το παρόν εδάφιο δεν εφαρμόζεται στις διακινήσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (iii) και (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11.

Διεκπεραίωση του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου για εξαγόμενα προϊόντα

15Α.-(1) Στις προβλεπόμενες στις υποπαραγράφους (iii) και (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους όπου υποβάλλεται η διασάφηση εξαγωγής δυνάμει του άρθρου 221 παράγραφος 2 του Κανονισμού (ΕΕ) 2015/2447  («κράτος μέλος εξαγωγής»), εάν το εν λόγω κράτος μέλος είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος αποστολής.

(2) Ο διασαφιστής παρέχει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής τον μοναδικό διοικητικό κωδικό αναφοράς, με τον οποίο δηλώνονται τα εναρμονισμένα προϊόντα που αναφέρονται στη διασάφηση εξαγωγής.

(3) Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής επαληθεύουν, πριν από την παράδοση των προϊόντων προς εξαγωγή, κατά πόσον τα δεδομένα του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου αντιστοιχούν στα δεδομένα που περιέχονται στη διασάφηση εξαγωγής.

(4) Σε περίπτωση τυχόν αναντιστοιχιών μεταξύ του ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου και της διασάφησης εξαγωγής, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής τις γνωστοποιούν στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος.

(5) Σε περίπτωση που τα προϊόντα δεν πρόκειται να εξέλθουν από το τελωνειακό έδαφος της Ένωσης, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής γνωστοποιούν, μόλις το αντιληφθούν, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, ότι τα προϊόντα δεν πρόκειται να εξέλθουν του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης και διαβιβάζουν πάραυτα τη γνωστοποίηση στον αποστολέα, ο οποίος με την παραλαβή της γνωστοποίησης ακυρώνει το ηλεκτρονικό διοικητικό έγγραφο όπως προβλέπεται στο εδάφιο (6) του άρθρου 15 ή τροποποιεί τον προορισμό των προϊόντων, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (7) του άρθρου 15, κατά περίπτωση.

(6) Οι γνωστοποιήσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (5) του παρόντος άρθρου δύναται να πραγματοποιούνται με άλλα μέσα εκτός του μηχανοργανωμένου συστήματος έως τις 13 Φεβρουαρίου 2024.

Διαίρεση διακίνησης ενεργειακών προϊόντων

16. (1) Ο Διευθυντής δύναται υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε καθορίσει, να επιτρέπει στον αποστολέα να διαιρεί σε δύο ή περισσότερα μέρη τη διακίνηση ενεργειακών προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής, εφόσον:

(α) δεν μεταβάλλεται η συνολική ποσότητα των ενεργειακών προϊόντων,

(β) η διαίρεση αυτή πραγματοποιείται στο έδαφος κράτους μέλους το οποίο επιτρέπει αυτή τη διαδικασία,

(γ) οι αρμόδιες αρχές του εν λόγω κράτους μέλους ενημερώνονται για τον τόπο στον οποίο γίνεται η διαίρεση.

(2) Ο Διευθυντής δύναται υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε καθορίσει, να ρυθμίσει διαδικασία για την πραγματοποίηση στο έδαφος της Δημοκρατίας διαίρεσης ενεργειακών προϊόντων που διακινούνται υπό καθεστώς αναστολής.

(3) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Διαδικασία παραλαβής εναρμονισμένων προϊόντων

17.(1) Κατά την παραλαβή των εναρμονισμένων προϊόντων στη Δημοκρατία σε οποιοδήποτε από τους προορισμούς που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i), (ii) ή (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 ή στο εδάφιο (3) του άρθρου 11, ο παραλήπτης, χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός πέντε εργάσιμων ημερών από την περάτωση της διακίνησης, εκτός των περιπτώσεων που κρίνονται δεόντως δικαιολογημένες από το Τελωνείο, οφείλει να υποβάλει αναφορά για την παραλαβή τους (εφεξής η "αναφορά παραλαβής»), μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να καθορίσει τις διαδικασίες για την υποβολή της αναφοράς παραλαβής των προϊόντων από τους παραλήπτες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 28.

(3)Το Τελωνείο επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αναφέρονται στην αναφορά παραλαβής:

Νοείται ότι, εάν τα στοιχεία αυτά δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται πάραυτα ο παραλήπτης:

Νοείται περαιτέρω ότι, εάν τα στοιχεία αυτά είναι έγκυρα, το Τελωνείο επιβεβαιώνει στον παραλήπτη την καταχώρηση της αναφοράς παραλαβής και τη διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής.

(4) (α) Στην περίπτωση που η Κύπρος είναι το κράτος μέλος αποστολής, το Τελωνείο διαβιβάζει στον αποστολέα την αναφορά παραλαβής που του διαβιβάστηκε από τις αρμόδιες αρχές του κράτους προορισμού.

(β) Όταν ο τόπος αποστολής και ο τόπος προορισμού ευρίσκονται στη Δημοκρατία, το Τελωνείο διαβιβάζει την αναφορά παραλαβής απευθείας στον αποστολέα.

Αναφορά εξαγωγής

17Α.-(1) Στις προβλεπόμενες στην υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 και, ενδεχομένως, στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής συντάσσουν αναφορά εξαγωγής, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, με βάση τις πληροφορίες σχετικά με την έξοδο των προϊόντων, τις οποίες έχουν λάβει από το τελωνείο εξόδου που αναφέρεται στο άρθρο 329 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2447 ή από το τελωνείο όπου διεκπεραιώνονται οι διατυπώσεις για την έξοδο προϊόντων από το τελωνειακό έδαφος, που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 4 του παρόντος Νόμου, η οποία βεβαιώνει ότι τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα εξήλθαν από το έδαφος της Ένωσης.

(2) Στις προβλεπόμενες στην υποπαράγραφο (v) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 περιπτώσεις, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής συντάσσουν αναφορά εξαγωγής, με βάση τις πληροφορίες που έχουν λάβει από το τελωνείο εξόδου, σύμφωνα με το άρθρο 329 παράγραφος 5 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 2015/2447.

(3)(α) Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής επαληθεύουν ηλεκτρονικά τα στοιχεία με βάση τα οποία συντάσσεται η αναφορά εξαγωγής σύμφωνα με τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2).

(β) Μόλις επαληθευτούν τα στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο (α) και εφόσον το κράτος μέλος αποστολής είναι διαφορετικό από το κράτος μέλος εξαγωγής, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής διαβιβάζουν την αναφορά εξαγωγής στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής.

(4) Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν την αναφορά εξαγωγής στον αποστολέα.

Διαδικασία αποστολής σε περίπτωση που το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας

17Β.-(1)(α) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 15, σε περίπτωση κατά την οποία το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στη Δημοκρατία, ο αποστολέας δύναται να αρχίζει τη διακίνηση των εναρμονισμένων προϊόντων, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, υπό την προϋπόθεση-

(i) ότι τα προϊόντα συνοδεύονται από εφεδρικό έγγραφο, το οποίο περιλαμβάνει τα ίδια στοιχεία με το σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου που αναφέρεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 15· και

(ii) ότι ενημερώνει το Τελωνείο πριν από την έναρξη της διακίνησης.

(β) Ο Διευθυντής δύναται να απαιτήσει αντίγραφο του εγγράφου που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α), την επαλήθευση των στοιχείων που περιέχονται στο εν λόγω αντίγραφο και, εφόσον για τη μη διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος  ευθύνεται ο αποστολέας, κατάλληλη ενημέρωση σχετικά με τους λόγους της μη διαθεσιμότητας πριν από την έναρξη της διακίνησης.

(2) Μόλις αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος, ο αποστολέας υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 15:

Νοείται ότι, με την επαλήθευση των στοιχείων που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (3) του άρθρου 15, εάν τα εν λόγω στοιχεία είναι έγκυρα, το έγγραφο αυτό αντικαθιστά το εφεδρικό έγγραφο που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, εφαρμοζομένων κατ’ αναλογία των διατάξεων των εδαφίων (4) και (5) του άρθρου 15 και των άρθρων 17 και 17Α.

(3) Ο αποστολέας φυλάσσει αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) στα λογιστικά του βιβλία.

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στη Δημοκρατία, ο αποστολέας δύναται να τροποποιήσει τον προορισμό των προϊόντων, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 15 ή να διαιρέσει τη διακίνηση ενεργειακών προϊόντων, όπως προβλέπεται στο άρθρο 16 και κοινοποιεί τις εν λόγω πληροφορίες στο Τελωνείο, χρησιμοποιώντας άλλα μέσα επικοινωνίας και για τον σκοπό αυτό ο αποστολέας ενημερώνει το Τελωνείο πριν από την έναρξη της αλλαγής προορισμού ή της διαίρεσης της διακίνησης, εφαρμοζομένων κατ’ αναλογία των διατάξεων των εδαφίων (2) και (3).

(5)(α) Σε περίπτωση κατά την οποία το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στη Δημοκρατία, στις περιπτώσεις που προβλέπονται στις υποπαραγράφους (iii) και (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, ο αποστολέας παρέχει αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου, που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1), στον διασαφιστή.

(β) Ο διασαφιστής παρέχει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής αντίγραφο του εν λόγω εφεδρικού εγγράφου, το περιεχόμενο του οποίου αντιστοιχεί στα εναρμονισμένα προϊόντα που δηλώνονται στη διασάφηση εξαγωγής ή τον μοναδικό αναγνωριστικό κωδικό του εφεδρικού εγγράφου.

Διαδικασία παραλαβής σε περίπτωση που το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας

17Γ.-(1)(α) Όταν, στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i), (ii) και (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 και στο εδάφιο (2) του άρθρου 11, η αναφορά παραλαβής που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17 δεν δύναται να υποβληθεί κατά την περάτωση μιας διακίνησης εναρμονισμένων προϊόντων εντός της προθεσμίας που προβλέπεται στο εν λόγω άρθρο, είτε διότι το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας στη Δημοκρατία, είτε διότι, σύμφωνα με την περίπτωση που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17Β δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί οι διαδικασίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 17Β, ο παραλήπτης υποβάλλει στο Τελωνείο, εξαιρουμένων δεόντως αιτιολογημένων περιπτώσεων, εφεδρικό έγγραφο το οποίο  περιλαμβάνει τα ίδια στοιχεία με εκείνα της αναφοράς παραλαβής και επιβεβαιώνει την περάτωση της διακίνησης.

(β) Εκτός εάν η αναφορά παραλαβής που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17 δύναται να υποβληθεί εγκαίρως από τον παραλήπτη, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος ή εκτός εάν πρόκειται για δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, το Τελωνείο αποστέλλει αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου, που αναφέρεται στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου, στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής, οι οποίες το διαβιβάζουν στον αποστολέα ή το φυλάσσουν, ώστε να είναι στη διάθεση του αποστολέα:

Νοείται ότι, με την αποκατάσταση της διαθεσιμότητας του μηχανοργανωμένου συστήματος ή την ολοκλήρωση των διαδικασιών που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 17, ο παραλήπτης υποβάλλει αναφορά παραλαβής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 17, εφαρμοζομένων κατ’ αναλογία των διατάξεων των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 17.

(2)(α)  Όταν, στην περίπτωση που αναφέρεται στην υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, η αναφορά εξαγωγής που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17Α ή η γνωστοποίηση ότι τα προϊόντα δεν θα εξέλθουν πλέον από το έδαφος της Ένωσης, η οποία προβλέπεται στο εδάφιο (5) του άρθρου 15Α, δεν είναι δυνατό να καταρτιστεί στο τέλος μιας διακίνησης εναρμονισμένων προϊόντων, είτε διότι το μηχανοργανωμένο σύστημα είναι εκτός λειτουργίας στο κράτος μέλος εξαγωγής, είτε διότι, το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στο κράτος μέλος εξαγωγής είτε διότι, στην περίπτωση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17Β, οι διαδικασίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 17Β δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής αποστέλλουν στις αρχές του κράτους μέλους αποστολής έγγραφο που περιλαμβάνει τα ίδια στοιχεία με αυτά της αναφοράς εξαγωγής ή της γνωστοποίησης και πιστοποιεί την περάτωση της διακίνησης ή ότι τα προϊόντα δεν θα εξέλθουν από το έδαφος της Ένωσης, εκτός εάν η αναφορά εξαγωγής ή η γνωστοποίηση, δύναται να καταρτιστεί συντόμως μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος ή σε δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις.

(β) Στην περίπτωση που η Δημοκρατία είναι το κράτος μέλος αποστολής, το Τελωνείο διαβιβάζει στον αποστολέα αντίγραφο του εγγράφου που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του παρόντος εδαφίου ή το φυλάσσει, ώστε να είναι στη διάθεσή του αποστολέα.

(γ) Με την αποκατάσταση της διαθεσιμότητας του μηχανοργανωμένου συστήματος στο κράτος μέλος εξαγωγής ή την ολοκλήρωση των διαδικασιών που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 17Β, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους εξαγωγής αποστέλλουν αναφορά εξαγωγής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 17Α ή τη γνωστοποίηση που προβλέπεται  στο εδάφιο (5) του άρθρου 15Α:

Νοείται ότι, οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 17Α εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.

Εναλλακτική απόδειξη παραλαβής και αποδεικτικά στοιχεία για την έξοδο

17Δ.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 17Γ, η αναφορά παραλαβής που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17, ή η αναφορά εξαγωγής που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 17Α, πιστοποιούν ότι μια διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων έχει περατωθεί, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 11Α.

(2) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του εδαφίου (1), εάν δεν υπάρχει αναφορά παραλαβής ή αναφορά εξαγωγής για λόγους άλλους από εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 17Γ, δύναται να προσκομιστεί εναλλακτική απόδειξη για την περάτωση της διακίνησης εναρμονισμένων προϊόντων, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, σύμφωνα με τις διατάξεις των παραγράφων (3) και (4).

(3) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i), (ii) και (iv) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 11 και στο εδάφιο (2) του άρθρου 11, δύναται να προσκομιστεί εναλλακτική απόδειξη της περάτωσης της διακίνησης με θεώρηση των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους προορισμού, βάσει κατάλληλων αποδεικτικών στοιχείων ότι τα εναρμονισμένα προϊόντα έχουν φθάσει στον προορισμό τους:

Νοείται ότι, κατάλληλο αποδεικτικό στοιχείο αποτελεί εφεδρικό έγγραφο, όπως προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 17Β.

(4) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (iii) ή (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσον τα εναρμονισμένα προϊόντα, στις περιστάσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (2), έχουν εξέλθει από το έδαφος της Ένωσης, οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής-

(α) αποδέχονται, ως αποδεικτικό στοιχείο ότι τα προϊόντα έχουν εξέλθει από το έδαφος της Ένωσης, θεώρηση των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους στο οποίο βρίσκεται το τελωνείο εξόδου, η οποία πιστοποιεί ότι τα εναρμονισμένα προϊόντα έχουν εξέλθει από το έδαφος της Ένωσης ή ότι τα εναρμονισμένα προϊόντα έχουν υπαχθεί στο καθεστώς εξωτερικής διαμετακόμισης, σύμφωνα με τις διατάξεις της υποπαραγράφου (v) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 11· και

(β) δύνανται να λάβουν υπόψη κάθε συνδυασμό των ακόλουθων αποδεικτικών στοιχείων-

(i) δελτίο παράδοσης·

(ii) έγγραφο υπογεγραμμένο ή επικυρωμένο από τον οικονομικό φορέα που έχει πραγματοποιήσει τη μεταφορά των εναρμονισμένων προϊόντων εκτός του τελωνειακού εδάφους της Ένωσης, το οποίο πιστοποιεί την έξοδο των προϊόντων·

(iii) έγγραφο στο οποίο η τελωνειακή αρχή κράτους μέλους ή τρίτης χώρας πιστοποιεί την παράδοση σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες που εφαρμόζονται για αυτήν την πιστοποίηση στο εν λόγω κράτος ή χώρα·

(iv) καταχωρίσεις που τηρούνται από τους οικονομικούς φορείς σχετικά με προϊόντα, τα οποία προμήθευσαν σε πλοία, αεροσκάφη ή υπεράκτιες εγκαταστάσεις· και

(v) άλλα αποδεικτικά στοιχεία παραδεκτά από τις αρχές του κράτους μέλους αποστολής.

(5) Στην περίπτωση που οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής αποδέχονται τα κατάλληλα αποδεικτικά στοιχεία, προβαίνουν στην περάτωση της διακίνησης στο μηχανοργανωμένο σύστημα.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποίησης

17Ε. Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει:

(1) τις περιπτώσεις υπό τις οποίες το μηχανοργανωμένο σύστημα μπορεί να θεωρείται εκτός λειτουργίας και τους κανόνες και διαδικασίες που πρέπει να εφαρμόζονται στις περιπτώσεις αυτές, για τους σκοπούς και σύμφωνα με τους όρους των άρθρων 17Β και 17Γ.

(2) απλουστευμένες διαδικασίες για τις διακινήσεις εναρμονισμένων προϊόντων που τελούν υπό καθεστώς αναστολής οι οποίες πραγματοποιούνται εξ ολοκλήρου στο εσωτερικό της Δημοκρατίας, συμπεριλαμβανομένης και της δυνατότητας παρέκκλισης από την απαίτηση ηλεκτρονικής επιτήρησης των διακινήσεων αυτών.

ΜΕΡΟΣ V(Α) ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΚΑΙ ΦΟΡΟΛΟΓΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΜΕΤΑ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΟΥΣ ΣΕ ΑΝΑΛΩΣΗ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΑΠΟΚΤΗΣΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΑΠΟ ΙΔΙΩΤΕΣ
Απόκτηση εναρμονισμένων προϊόντων από ιδιώτες

18.-(1) Αναφορικά με τα εναρμονισμένα προϊόντα, τα οποία αποκτά ιδιώτης για δική του χρήση και τα οποία μεταφέρει αυτοπροσώπως από το έδαφος ενός κράτους μέλους στη Δημοκρατία, οι ειδικοί φόροι κατανάλωσης οφείλονται μόνο στο κράτος μέλος όπου τα προϊόντα αυτά αποκτώνται.

(2) Για τον προσδιορισμό κατά πόσο τα εναρμονισμένα προϊόντα τα οποία αναφέρονται στο εδάφιο (1) προορίζονται για ίδια χρήση ενός ιδιώτη, ο Διευθυντής λαμβάνει υπόψη τουλάχιστον τα ακόλουθα στοιχεία-

(α) την εμπορική ιδιότητα του κατόχου των εναρμονισμένων προϊόντων και τους λόγους για τους οποίους τα κατέχει·

(β) τον τόπο όπου βρίσκονται τα εναρμονισμένα προϊόντα ή, ανάλογα με την περίπτωση, τον χρησιμοποιούμενο τρόπο μεταφοράς·

(γ) οποιοδήποτε έγγραφο σχετικό με τα εναρμονισμένα προϊόντα·

(δ) τη φύση των εναρμονισμένων προϊόντων· και (ε)την ποσότητα των εναρμονισμένων προϊόντων.

(3) Για σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων της παραγράφου (ε) του εδαφίου (2), απλώς και μόνο ως αποδεικτικό στοιχείο, η ποσότητα των προϊόντων, δεν πρέπει να υπερβαίνει τα πιο κάτω ποσοτικά επίπεδα:

(α) Προϊόντα καπνού:

– τσιγάρα 800 τεμάχια·
–πουράκια (πούρα βάρους όχι πάνω από 3 γρ. το τεμάχιο): 400 τεμάχια·
–πούρα 200 τεμάχια· και
–καπνός για κάπνισμα 1 κιλό.

(β) Αλκοολούχα ποτά:

–οινοπνευματώδη ποτά 10 λίτρα·
–ενδιάμεσα προϊόντα 20 λίτρα·
–κρασιά (από τα οποία το πολύ 60 λίτρα αφρώδη) 90 λίτρα· και
–μπύρες 110 λίτρα.

(4) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός στη Δημοκρατία, κατά την απόκτηση ενεργειακών προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος μέλος, σε περίπτωση που η μεταφορά τους στη Δημοκρατία πραγματοποιείται με αντικανονικό τρόπο από ιδιώτη ή για λογαριασμό ιδιώτη:

Νοείται ότι, μεταφορές με αντικανονικό τρόπο λογίζονται οι μεταφορές καυσίμων κινητήρων, σε περίπτωση που αυτά δεν μεταφέρονται στη δεξαμενή των οχημάτων ή σε κατάλληλο εφεδρικό δοχείο, καθώς και η μεταφορά υγρών καυσίμων θέρμανσης, σε περίπτωση που δεν πραγματοποιείται με βυτιοφόρα για λογαριασμό οικονομικών φορέων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΔΙΑΚΙΝΗΣΗ ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΜΕΝΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΗΔΗ ΤΕΘΕΙ ΣΕ ΑΝΑΛΩΣΗ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ ΑΛΛΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΜΕΛΟΥΣ ΚΑΙ ΔΙΑΚΙΝΟΥΝΤΑΙ ΠΡΟΣ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΠΡΟΚΕΙΜΕΝΟΥ ΝΑ ΠΑΡΑΔΟΘΟΥΝ ΓΙΑ ΕΜΠΟΡΙΚΟΥΣ ΣΚΟΠΟΥΣ
Γενικά και γενεσιουργός αιτία του φόρου

18Α.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία εναρμονισμένα προϊόντα, τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους, διακινούνται προς το έδαφος της Δημοκρατίας προκειμένου να παραδοθούν σε αυτό για εμπορικούς σκοπούς ή να χρησιμοποιηθούν εκεί, υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι, εντός του πεδίου εφαρμογής του καθεστώτος του παρόντος Κεφαλαίου, τα εναρμονισμένα προϊόντα διακινούνται μόνο από πιστοποιημένο αποστολέα προς πιστοποιημένο παραλήπτη.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, τα εναρμονισμένα προϊόντα  θεωρούνται ότι έχουν «παραδοθεί για εμπορικούς σκοπούς» εφόσον έχουν τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους, έχουν διακινηθεί από το εν λόγω κράτος μέλος προς το έδαφος της Δημοκρατίας και παραδίδονται είτε σε μη ιδιώτη, είτε σε ιδιώτη εάν η διακίνηση δεν καλύπτεται από τις διατάξεις του άρθρου 18 ή του άρθρου 18Ι, τα δε εναρμονισμένα προϊόντα δεν θεωρούνται ότι έχουν παραδοθεί για εμπορικούς σκοπούς εφόσον μεταφέρονται από τον εν λόγω ιδιώτη για δική του χρήση, σε περίπτωση που διακινούνται από το έδαφος του άλλου κράτους μέλους.

(3) Η διακίνηση των εναρμονισμένων προϊόντων δυνάμει του παρόντος άρθρου αρχίζει όταν τα εναρμονισμένα προϊόντα εξέλθουν από τις εγκαταστάσεις του πιστοποιημένου αποστολέα ή από οποιονδήποτε τόπο στο κράτος μέλος αποστολής που έχει γνωστοποιηθεί πριν από την έναρξη της διακίνησης στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής.

(4) Η διακίνηση των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων δυνάμει του παρόντος άρθρου περατώνεται όταν ο πιστοποιημένος παραλήπτης παραλάβει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα στις εγκαταστάσεις του ή σε οποιονδήποτε τόπο στο κράτος μέλος προορισμού που έχει γνωστοποιηθεί πριν από την έναρξη της διακίνησης στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού.

(5) Οι όροι υπό τους οποίους ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός, καθώς και ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι αυτοί που ισχύουν τη στιγμή κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός στη Δημοκρατία.

(6) Ο πιστοποιημένος παραλήπτης καταβάλλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, ο οποίος καθίσταται απαιτητός όταν τα προϊόντα έχουν παραδοθεί στη Δημοκρατία, εκτός από τις περιπτώσεις στις οποίες διαπράττεται παρατυπία κατά τη διακίνηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18ΙΒ.

(7) Σε περίπτωση μη εγγραφής ή πιστοποίησης ενός ή όλων των προσώπων που εμπλέκονται στη διακίνηση, τα πρόσωπα αυτά καθίστανται υπόχρεα για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(8) Εναρμονισμένα προϊόντα, τα οποία βρίσκονται επί πλοίου ή αεροσκάφους που πραγματοποιεί θαλάσσια ταξίδια ή πτήσεις μεταξύ των εδαφών δύο κρατών μελών και τα οποία δεν διατίθενται προς πώληση όταν το πλοίο ή το αεροσκάφος βρίσκεται στο έδαφος ενός κράτους μέλους, δεν υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης στο εν λόγω κράτος μέλος.

Προϋποθέσεις για διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου

18Β.-(1) Η διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις του παρόντος Κεφαλαίου μόνον εάν πραγματοποιείται υπό την κάλυψη ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου, το οποίο καταρτίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 18Γ.

(2) Ο πιστοποιημένος, δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 18Α, παραλήπτης συμμορφώνεται με όλες τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

(α) Πριν από την αποστολή των προϊόντων, παρέχει εγγύηση που να καλύπτει τους ενεχόμενους κινδύνους μη καταβολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης που δύναται να επέλθουν κατά τη διακίνηση μέσω των κρατών μελών διαμέσου του εδάφους των οποίων μεταφέρονται και στη Δημοκρατία·

(β) καταβάλλει τον οφειλόμενο ειδικό φόρο κατανάλωσης στη Δημοκρατία στην περάτωση της διακίνησης των προϊόντων· και

(γ) αποδέχεται κάθε έλεγχο που διενεργεί το Τελωνείο για να εξακριβώσει ότι πραγματοποιήθηκε η παραλαβή των εναρμονισμένων προϊόντων και ότι καταβλήθηκε ο οφειλόμενος ειδικός φόρος κατανάλωσης.

(3) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων της παράγραφου (α) του εδαφίου (2), ο Διευθυντής δύναται, υπό τις προϋποθέσεις που αυτός καθορίζει, να επιτρέπει την παροχή της εγγύησης από τον μεταφορέα, τον κύριο των εναρμονισμένων προϊόντων, τον πιστοποιημένο αποστολέα, ή από κοινού με οποιονδήποτε  συνδυασμό από δύο ή περισσότερα από αυτά τα πρόσωπα με ή χωρίς τον πιστοποιημένο παραλήπτη.

(4) Η εγγύηση που προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) ισχύει σε ολόκληρη την Ένωση.

(5) Ο Διευθυντής καθορίζει λεπτομερείς κανόνες, οι οποίοι διέπουν την παροχή και την ισχύ της εγγύησης.

(6) Εγκεκριμένος αποθηκευτής ή  εγγεγραμμένος αποστολέας δύναται να ενεργεί ως πιστοποιημένος αποστολέας για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου, αφού ενημερώσει σχετικά το Τελωνείο.

(7) Εγκεκριμένος αποθηκευτής ή εγγεγραμμένος παραλήπτης δύναται να ενεργεί ως πιστοποιημένος παραλήπτης για τους σκοπούς του παρόντος Κεφαλαίου, αφού ενημερώσει σχετικά το Τελωνείο.

(8) Για τον πιστοποιημένο αποστολέα ή τον πιστοποιημένο παραλήπτη που αποστέλλει ή παραλαμβάνει μόνον περιστασιακά εναρμονισμένα προϊόντα, η πιστοποίηση που αναφέρεται στους αντίστοιχους ορισμούς του εδαφίου (1) του άρθρου 2 περιορίζεται σε συγκεκριμένη ποσότητα εναρμονισμένων προϊόντων, σε έναν μόνον παραλήπτη ή αποστολέα και σε συγκεκριμένη χρονική περίοδο:

Νοείται ότι, ο Διευθυντής δύναται να περιορίζει την πιστοποίηση για μια μόνο διακίνηση:

Νοείται περαιτέρω ότι, η προσωρινή πιστοποίηση δύναται, με την επιφύλαξη των απαιτήσεων των ορισμών του πιστοποιημένου αποστολέα ή του πιστοποιημένου παραλήπτη που αναφέρονται στο εδάφιο (1) του άρθρου 2, να παρέχεται σε ιδιώτες που ενεργούν ως αποστολείς ή παραλήπτες σε περιπτώσεις που τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα παραδίδονται για εμπορικούς σκοπούς δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 18Α.

Ηλεκτρονικό απλουστευμένο διοικητικό έγγραφο

18Γ.-(1) Σε περίπτωση που εναρμονισμένα προϊόντα πρόκειται να διακινηθούν δυνάμει του παρόντος Κεφαλαίου, ο πιστοποιημένος αποστολέας στην περίπτωση που η Κύπρος είναι το κράτος μέλος αποστολής, υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου στο Τελωνείο, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα.

(2)(α) Το Τελωνείο επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αναφέρονται στο σχέδιο απλουστευμένου ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου.

(β) Σε περίπτωση κατά την οποία τα εν λόγω στοιχεία δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται πάραυτα ο πιστοποιημένος αποστολέας.

(γ) Σε περίπτωση κατά την οποία τα εν λόγω στοιχεία δεν είναι έγκυρα, το Τελωνείο δίδει στο έγγραφο μοναδικό απλουστευμένο διοικητικό κωδικό αναφοράς και τον κοινοποιεί στον πιστοποιημένο αποστολέα.

(3) Το Τελωνείο διαβιβάζει πάραυτα το ηλεκτρονικό απλουστευμένο διοικητικό έγγραφο στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού, οι οποίες το προωθούν στον πιστοποιημένο παραλήπτη.

(4) Ο πιστοποιημένος αποστολέας παρέχει στο πρόσωπο που συνοδεύει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα ή, σε περίπτωση που κανένα πρόσωπο δεν συνοδεύει τα προϊόντα, στον μεταφορέα τον μοναδικό απλουστευμένο διοικητικό κωδικό αναφοράς, το δε πρόσωπο που συνοδεύει τα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα ή ο μεταφορέας παρέχει τον εν λόγω κωδικό στις αρμόδιες αρχές κάθε φορά που θα το ζητήσουν κατά τη διάρκεια της διακίνησης.

(5) Κατά τη διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων δυνάμει του παρόντος Μέρους, ο πιστοποιημένος αποστολέας μπορεί, χρησιμοποιώντας το μηχανοργανωμένο σύστημα, να τροποποιήσει τον προορισμό προς άλλον τόπο παράδοσης στο ίδιο κράτος μέλος, τον οποίο διαχειρίζεται ο ίδιος πιστοποιημένος παραλήπτης, ή προς τον τόπο αποστολής και προς τον σκοπό αυτό, ο πιστοποιημένος αποστολέας υποβάλλει στο Τελωνείο σχέδιο ηλεκτρονικού εγγράφου αλλαγής προορισμού, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος.

Αναφορά παραλαβής

18Δ.-(1) Κατά την παραλαβή των εναρμονισμένων προϊόντων, ο πιστοποιημένος  παραλήπτης, χωρίς καθυστέρηση και το αργότερο εντός πέντε (5) εργάσιμων ημερών από την περάτωση της διακίνησης, εκτός των περιπτώσεων που κρίνονται δεόντως δικαιολογημένες από το Τελωνείο, υποβάλλει αναφορά για την παραλαβή τους, μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος.

(2)(α) Το Τελωνείο επαληθεύει ηλεκτρονικά τα στοιχεία που αναφέρονται στην αναφορά παραλαβής.

(β) Εάν τα εν λόγω στοιχεία δεν είναι έγκυρα, ενημερώνεται πάραυτα ο πιστοποιημένος παραλήπτης.

(γ) Εάν τα εν λόγω στοιχεία είναι έγκυρα, το Τελωνείο παρέχει στον πιστοποιημένο παραλήπτη  επιβεβαίωση για την καταχώριση της αναφοράς παραλαβής και τη διαβιβάζει στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής.

(δ) Η αναφορά παραλαβής αποτελεί επαρκή απόδειξη ότι ο πιστοποιημένος παραλήπτης έχει ολοκληρώσει όλες τις απαραίτητες διατυπώσεις και έχει, κατά περίπτωση και εκτός εάν τα εναρμονισμένα προϊόντα εξαιρούνται από την καταβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης, καταβάλει κάθε πληρωμή τυχόν οφειλόμενου ειδικού φόρου κατανάλωσης στη Δημοκρατία ή ενταχθεί σε καθεστώς αναστολής σύμφωνα με το Μέρος IV.

(3) Οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν την αναφορά παραλαβής στον πιστοποιημένο αποστολέα.

(4) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που καταβάλλεται στο κράτος μέλος αποστολής επιστρέφεται κατόπιν αίτησης και βάσει της αναφοράς παραλαβής που αναφέρεται στο εδάφιο (1).

Εφεδρική διαδικασία και ανάκτηση κατά την αποστολή

18Ε.-(1)(α) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του άρθρου 18Γ, σε περίπτωση που το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στη Δημοκρατία, ο πιστοποιημένος αποστολέας δύναται να αρχίζει διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων, υπό την προϋπόθεση ότι-

(i) τα προϊόντα συνοδεύονται από εφεδρικό έγγραφο, το οποίο περιέχει τα ίδια στοιχεία με το σχέδιο ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 18Β· και

(ii) ο πιστοποιημένος αποστολέας  ενημερώνει το Τελωνείο πριν από την έναρξη της διακίνησης.

(β) Ο Διευθυντής δύναται να απαιτήσει από τον πιστοποιημένο αποστολέα αντίγραφο του εγγράφου που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) την επαλήθευση των στοιχείων που περιέχονται στο εν λόγω αντίγραφο και, εφόσον για τη μη διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος ευθύνεται ο πιστοποιημένος αποστολέας, κατάλληλη ενημέρωση σχετικά με τους λόγους της μη διαθεσιμότητας πριν από την έναρξη της διακίνησης.

(2) Με την αποκατάσταση της διαθεσιμότητας του μηχανοργανωμένου συστήματος, ο αποστολέας υποβάλλει σχέδιο ηλεκτρονικού διοικητικού εγγράφου κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 18Γ:

Νοείται ότι, με την επαλήθευση των στοιχείων που αναφέρονται στο σχέδιο ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου, κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 18Γ, εάν τα εν λόγω στοιχεία είναι έγκυρα, το έγγραφο αυτό αντικαθιστά το εφεδρικό έγγραφο που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, εφαρμοζομένων κατ’ αναλογία των διατάξεων της παραγράφου (3) του άρθρου 18Γ και του άρθρου 18Δ.

(3) Ο πιστοποιημένος αποστολέας φυλάσσει, στα λογιστικά του βιβλία, αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου που προβλέπεται στην υποπαράγραφο (i) της παραγράφου (α) του εδαφίου (1).

(4) Σε περίπτωση κατά την οποία το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στη Δημοκρατία, ο πιστοποιημένος αποστολέας δύναται να τροποποιήσει τον προορισμό των προϊόντων, σύμφωνα με το εδάφιο (5) του άρθρου 18Γ, να κοινοποιήσει τις εν λόγω πληροφορίες στο Τελωνείο, χρησιμοποιώντας εναλλακτικά μέσα επικοινωνίας και ενημερώνει το Τελωνείο πριν από την έναρξη της αλλαγής προορισμού:

Νοείται ότι, οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.

Εφεδρικά έγγραφα και ανάκτηση δεδομένων, αναφορά παραλαβής

18ΣΤ.-(1) Σε περίπτωση που εναρμονισμένα προϊόντα πρόκειται να διακινηθούν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Μέρους και η αναφορά παραλαβής δεν είναι δυνατό να υποβληθεί κατά την περάτωση της διακίνησης των εναρμονισμένων προϊόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 18Δ, είτε διότι το μηχανοργανωμένο σύστημα δεν είναι διαθέσιμο στη Δημοκρατία, είτε διότι δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί οι διαδικασίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 18Ε, ο πιστοποιημένος παραλήπτης υποβάλλει στο Τελωνείο, εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις, εφεδρικό έγγραφο στο οποίο περιλαμβάνονται τα ίδια στοιχεία με την αναφορά παραλαβής και δηλώνεται η περάτωση της διακίνησης.

(2) Το Τελωνείο αποστέλλει αντίγραφο του εφεδρικού εγγράφου που αναφέρεται στο εδάφιο (1) στις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής, εκτός εάν η αναφορά παραλαβής είναι δυνατό να τους υποβληθεί σύντομα από τον πιστοποιημένο παραλήπτη μέσω του μηχανοργανωμένου συστήματος, όπως προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 18Δ ή εκτός από δεόντως αιτιολογημένες περιπτώσεις και οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής διαβιβάζουν το αντίγραφο στον πιστοποιημένο αποστολέα ή το φυλάσσουν, ώστε να είναι στη διάθεση του πιστοποιημένου αποστολέα:

Νοείται ότι, μόλις αποκατασταθεί η διαθεσιμότητα του μηχανοργανωμένου συστήματος στη Δημοκρατία ή ολοκληρωθούν οι διαδικασίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 18Ε, ο πιστοποιημένος παραλήπτης υποβάλλει αναφορά παραλαβής, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 18Δ:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι διατάξεις των εδαφίων (2) και (3) του άρθρου 18Δ εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.

Εναλλακτικές αποδείξεις παραλαβής

18Ζ.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 18ΣΤ, η αναφορά παραλαβής που απαιτείται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 18Δ συνιστά απόδειξη για το ότι τα εναρμονισμένα προϊόντα έχουν παραδοθεί στον πιστοποιημένο παραλήπτη.

(2)(α) Κατά παρέκκλιση των διατάξεων του εδαφίου (1), εάν δεν υπάρχει αναφορά παραλαβής για λόγους άλλους από εκείνους που αναφέρονται στο άρθρο 18ΣΤ, είναι δυνατό να προσκομιστεί εναλλακτική απόδειξη, με θεώρηση των αρμόδιων αρχών του κράτους μέλους προορισμού, βάσει κατάλληλων αποδεικτικών στοιχείων, ότι τα εναρμονισμένα προϊόντα που απεστάλησαν έχουν φθάσει στον προορισμό τους· και

(β) το εφεδρικό έγγραφο που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 18ΣΤ συνιστά κατάλληλο αποδεικτικό στοιχείο για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου.

(3) Σε περίπτωση που η θεώρηση από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού γίνεται αποδεκτή από τις αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους αποστολής, αποτελεί επαρκή απόδειξη ότι ο πιστοποιημένος παραλήπτης έχει ολοκληρώσει όλες τις αναγκαίες διατυπώσεις και έχει προβεί σε τυχόν καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης που οφείλεται στο κράτος μέλος προορισμού.

Παρέκκλιση από την υποχρέωση χρήσης του μηχανοργανωμένου συστήματος, απλουστευμένες διαδικασίες σε δύο ή περισσότερα κράτη μέλη

18Η. Κατόπιν συμφωνίας και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζουν όλα τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη, είναι δυνατόν να θεσπίζονται απλουστευμένες διαδικασίες για τις διακινήσεις εναρμονισμένων προϊόντων, δυνάμει του παρόντος Μέρους, που λαμβάνουν χώρα μεταξύ των εδαφών δύο ή περισσότερων κρατών μελών.

Διακίνηση προϊόντων που έχουν τεθεί σε ανάλωση μεταξύ δύο τόπων στο έδαφος της Δημοκρατίας μέσω του εδάφους άλλου κράτους μέλους

18Θ.-(1) Σε περίπτωση που εναρμονισμένα προϊόντα, τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος της Δημοκρατίας διακινούνται σε προορισμό που βρίσκεται στο έδαφος της Δημοκρατίας, μέσω του εδάφους άλλου κράτους μέλους, εφαρμόζονται οι ακόλουθες απαιτήσεις:

(α) Η διακίνηση πραγματοποιείται υπό την κάλυψη του ηλεκτρονικού απλουστευμένου διοικητικού εγγράφου που προβλέπεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 18Β μέσω κατάλληλης διαδρομής·

(β) ο πιστοποιημένος παραλήπτης βεβαιώνει την παραλαβή των προϊόντων σύμφωνα με τους κανόνες που καθορίζονται από τις αρμόδιες αρχές του τόπου προορισμού· και

(γ) ο πιστοποιημένος αποστολέας και ο πιστοποιημένος παραλήπτης αποδέχονται κάθε έλεγχο που επιτρέπει στις αντίστοιχες αρμόδιες αρχές των χωρών τους να διαπιστώνουν την πραγματική παραλαβή των προϊόντων.

(2) Σε περίπτωση που υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντα διακινούνται συχνά και τακτικά υπό τους όρους που αναφέρονται στο εδάφιο (1), τα ενδιαφερόμενα κράτη μέλη δύνανται, με κοινή συμφωνία και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζουν, να απλουστεύουν τις απαιτήσεις του εδαφίου (1).

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ - ΠΩΛΗΣΕΙΣ ΕΞ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΣ
Πωλήσεις εξ αποστάσεως

18Ι.-(1) Εναρμονισμένα προϊόντα που έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση στο έδαφος ενός κράτους μέλους, τα οποία αγοράζονται από πρόσωπο που δεν έχει την ιδιότητα του εγκεκριμένου αποθηκευτή, του εγγεγραμμένου παραλήπτη ή του πιστοποιημένου παραλήπτη, το οποίο είναι εγκατεστημένο στη Δημοκρατία και δεν ασκεί ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα, και τα οποία αποστέλλονται ή μεταφέρονται στη Δημοκρατία άμεσα ή έμμεσα από αποστολέα που ασκεί ανεξάρτητη οικονομική δραστηριότητα ή για λογαριασμό του, επιβαρύνονται με ειδικό φόρο κατανάλωσης στη Δημοκρατία.

(2) Για την περίπτωση που αναφέρεται στο εδάφιο (1), ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός στη Δημοκρατία κατά την παράδοση των εναρμονισμένων προϊόντων και οι όροι υπό τους οποίους ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός, καθώς και ο συντελεστής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, είναι αυτοί που ισχύουν τη στιγμή κατά την οποία ο φόρος καθίσταται απαιτητός.

(3) Υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης στη Δημοκρατία είναι ο αποστολέας.

(4)(α) Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέπει στον αποστολέα να ορίζει φορολογικό αντιπρόσωπο ως τον υπόχρεο για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης:Νοείται ότι, ο φορολογικός αντιπρόσωπος πρέπει να είναι εγκατεστημένος στο έδαφος της Δημοκρατίας και εγκεκριμένος από τον Διευθυντή, κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης.

(β) Ο Διευθυντής δύναται να καθορίσει ότι, στις περιπτώσεις που ο αποστολέας ή ο φορολογικός αντιπρόσωπος δεν έχει τηρήσει τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (5), υπόχρεος για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης είναι ο παραλήπτης των εναρμονισμένων προϊόντων.

(5) Ο αποστολέας ή ο φορολογικός αντιπρόσωπος συμμορφώνεται προς τις ακόλουθες υποχρεώσεις:

(α) Εγγράφεται σε σχετικό μητρώο που τηρεί ο Διευθυντής για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου πριν από την αποστολή των εναρμονισμένων προϊόντων και εγγυάται την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης όπως ήθελε καθορίσει ο Διευθυντής·

(β) καταβάλλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης στο Τελωνείο μετά την παράδοση των προϊόντων που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης· και

(γ) τηρεί λογαριασμό για τα παραδιδόμενα εναρμονισμένα προϊόντα.

(6) Στην περίπτωση αποστολής προϊόντων από το έδαφος της Δημοκρατίας, τα οποία έχουν ήδη τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος μέλος, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει επιβληθεί ή/και καταβληθεί στη Δημοκρατία επιστρέφεται, κατόπιν σχετικού αιτήματος του αποστολέα, εφόσον ο αποστολέας ή ο φορολογικός αντιπρόσωπος έχει ακολουθήσει τις διαδικασίες που προβλέπονται στο εδάφιο (5).

(7) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τις λεπτομέρειες για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ - ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΑΠΩΛΕΙΑ
Καταστροφή και απώλεια

18ΙΑ.-(1)(α) Στις προβλεπόμενες στο εδάφιο (1) του άρθρου 18Α και στο εδάφιο (1) του άρθρου 18Ι περιπτώσεις, σε περίπτωση ολικής καταστροφής ή ανεπανόρθωτης απώλειας των εναρμονισμένων προϊόντων κατά τη μεταφορά τους στη Δημοκρατία από το άλλο κράτος μέλος, στο οποίο τέθηκαν σε ανάλωση, εξαιτίας τυχαίου συμβάντος ή ανωτέρας βίας ή κατόπιν έγκρισης του Διευθυντή για την καταστροφή των προϊόντων, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν καθίσταται απαιτητός στη Δημοκρατία.

(β) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, θεωρείται ότι τα προϊόντα έχουν υποστεί ολική καταστροφή ή ανεπανόρθωτη απώλεια σε περίπτωση που δεν δύναται να χρησιμοποιηθούν ως προϊόντα υποκείμενα σε ειδικό φόρο κατανάλωσης.

(2) Σε περίπτωση μερικής απώλειας που οφείλεται στη φύση των προϊόντων κατά τη μεταφορά τους στη Δημοκρατία από το κράτος μέλος στο οποίο τέθηκαν σε ανάλωση, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης δεν καθίσταται απαιτητός στη Δημοκρατία, εφόσον το ποσό της απώλειας δεν υπερβαίνει το κοινό όριο μερικής απώλειας για τα εν λόγω εναρμονισμένα προϊόντα, το οποίο καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (7) του άρθρου 5 ή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (8) του άρθρου 5, κατά περίπτωση, εκτός εάν το Τελωνείο έχει εύλογη υποψία απάτης ή παρατυπίας.

(3) Η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, των εναρμονισμένων προϊόντων που προβλέπονται στο εδάφιο (1), πρέπει να αποδεικνύεται κατά τρόπο ικανοποιητικό για τον Διευθυντή στις περιπτώσεις που η εν λόγω ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, επήλθε ή διαπιστώθηκε στη Δημοκρατία:

Νοείται ότι, σε περίπτωση που η ολική καταστροφή ή η ανεπανόρθωτη απώλεια, ολική ή μερική, των εναρμονισμένων προϊόντων, διαπιστώνεται στη Δημοκρατία, η εγγύηση που παρέχεται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 18Β ή της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 18Ι αποδεσμεύεται, πλήρως ή εν μέρει, κατά περίπτωση, με την προσκόμιση ικανοποιητικής απόδειξης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Ε - ΠΑΡΑΤΥΠΙΕΣ
Παρατυπίες

18ΙΒ.-(1) Σε περίπτωση διάπραξης παρατυπίας στη Δημοκρατία κατά τη διάρκεια διακίνησης εναρμονισμένων προϊόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 18Α ή του εδαφίου (1) του άρθρου 18Ι, τα προϊόντα υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, ο οποίος καθίσταται απαιτητός στη Δημοκρατία.

(2) Σε περίπτωση που διαπιστωθεί παρατυπία κατά τη διάρκεια της διακίνησης εναρμονισμένων προϊόντων σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 18Α ή του εδαφίου (1) του άρθρου 18Ι και δεν είναι δυνατό να προσδιοριστεί ο τόπος στον οποίο διαπράχθηκε η παρατυπία, αυτή θεωρείται διαπραχθείσα και ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός στη Δημοκρατία εφόσον σε αυτήν διαπιστώθηκε:

Νοείται ότι, εάν το κράτος μέλος όπου πράγματι διαπράχθηκε η παρατυπία εξακριβωθεί πριν από τη λήξη τριετούς περιόδου από την ημερομηνία απόκτησης των εναρμονισμένων προϊόντων, εφαρμόζονται οι διατάξεις του εδαφίου (1).

(3)(α) Ειδικό φόρο κατανάλωσης καταβάλλει πρόσωπο, το οποίο εγγυήθηκε την καταβολή του σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 18Β ή της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 18Ι, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο συμμετείχε στην παρατυπία:

Νοείται ότι, σε περίπτωση περισσότερων υπόχρεων για την καταβολή του ίδιου ειδικού φόρου κατανάλωσης, τα πρόσωπα αυτά είναι αλληλεγγύως και εις ολόκληρο υπόχρεα για την πληρωμή της εν λόγω οφειλής.

(β) Το Τελωνείο στην περίπτωση που η Δημοκρατία είναι το κράτος μέλος αποστολής στο οποίο τα εναρμονισμένα προϊόντα είχαν τεθεί σε ανάλωση, κατόπιν σχετικού αιτήματος επιστρέφει ή διαγράφει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, ο οποίος επιβλήθηκε στο κράτος μέλος όπου διαπράχθηκε ή διαπιστώθηκε η παρατυπία και οι αρμόδιες αρχές του κράτους μέλους προορισμού αποδεσμεύουν την εγγύηση που έχει παρασχεθεί κατ’ εφαρμογή των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 18Β ή της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 18Ι.

(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «παρατυπία» λογίζεται η κατάσταση  που δημιουργείται κατά τη διάρκεια διακίνησης εναρμονισμένων προϊόντων, δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 18Α ή του εδαφίου (1) του άρθρου 18Ι, η οποία δεν καλύπτεται από το άρθρο 18ΙΑ και λόγω της οποίας δεν έληξε με κανονικό τρόπο διακίνηση ή μέρος διακίνησης εναρμονισμένων προϊόντων.

(5) Απουσία εγγραφής ή πιστοποίησης ενός ή και όλων των προσώπων που εμπλέκονται στη διακίνηση κατά παράβαση των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 18A ή της παραγράφου (α) του εδαφίου (5) του άρθρου 18Ι ή μη τήρηση των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 18Β θεωρείται παρατυπία:

Νοείται ότι, οι διατάξεις των εδαφίων (1) έως (4) εφαρμόζονται ανάλογα, εκτός εάν ο παραλήπτης είναι υπόχρεος να καταβάλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του εδαφίου (4) του άρθρου 18Ι.

ΜΕΡΟΣ VI ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΠΙΒΟΛΗΣ, ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ, ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΚΑΙ ΕΙΣΠΡΑΞΗΣ ΤΟΥ ΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ - ΚΥΡΩΣΕΙΣ
Διαδικασία επιβολής, καταβολής και είσπραξης του φόρου κατανάλωσης

19. (1) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο ο φόρος κατανάλωσης επιβάλλεται, καταβάλλεται και εισπράττεται κατά τη θέση των προϊόντων σε ανάλωση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 5.

(2) Η επιβολή και είσπραξη του φόρου κατανάλωσης διενεργείται με την υποβολή διασάφησης σε τέτοιο τύπο και κατά τέτοιο τρόπο και η οποία περιέχει τέτοια στοιχεία, όπως δύναται να καθορίσει ο Διευθυντής, και η οποία δύναται να είναι και σε μηχανογραφημένη μορφή από το υπόχρεο προς τούτο πρόσωπο ή από δεόντως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπό του.

Εκ των υστέρων βεβαίωση του φόρου κατανάλωσης

20. (1) Επιπρόσθετα από οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις που ρητά προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, σε περίπτωση κατά την οποία οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να υποβάλει τη διασάφηση που απαιτείται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή δεν τηρεί τα αναγκαία αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία ούτε παρέχει τις αναγκαίες διευκολύνσεις για επαλήθευση των στοιχείων της διασάφησης, ή όταν ο Διευθυντής κρίνει ότι η διασάφηση που υποβλήθηκε είναι ελλιπής ή ότι περιέχει σφάλματα ή όταν ελλείπουν τα ενισχυτικά προς υποστήριξη αυτής έγγραφα, τότε ο Διευθυντής μπορεί να βεβαιώσει το ποσό του οφειλόμενου φόρου κατανάλωσης ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του και στη συνέχεια να το γνωστοποιήσει στο πρόσωπο αυτό.

(2) Σε περίπτωση που οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να εφαρμόσει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και λόγω της αμέλειας ή άρνησης ή της παράλειψης του προκύπτει ποσό οφειλόμενο τότε ο Διευθυντής δύναται ασκώντας κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο την κρίση του να βεβαιώσει το οφειλόμενο ποσό.

(3) Σε περίπτωση που λόγω υποβολής στο Τελωνείο από οποιοδήποτε πρόσωπο οποιασδήποτε δήλωσης ή γνωστοποίησης ή πιστοποιητικού ή οποιασδήποτε άλλης φύσης εγγράφου, δεν καταβλήθηκε το πλήρες ποσό που οφείλετο, με βάση τον παρόντα Νόμο, ή επιστράφηκε ή παραχωρήθηκε έκπτωση ή αποδόθηκε ποσό μεγαλύτερο εκείνου που σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο προβλέπετο, το οφειλόμενο ποσό ή το ποσό που επιστράφηκε αχρεώστητα ή που παραχωρήθηκε ως έκπτωση, βεβαιώνεται και κοινοποιείται στο πρόσωπο αυτό.

(4) Όταν οποιοδήποτε ποσό έχει βεβαιωθεί και κοινοποιηθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο σύμφωνα με τα πιο πάνω εδάφια, τότε το ποσό της βεβαίωσης θεωρείται, χωρίς να θίγονται οποιεσδήποτε άλλες διατάξεις του παρόντος Νόμου, ως ποσό οφειλόμενο από το πρόσωπο αυτό και δύναται να ανακτηθεί ανάλογα, εκτός αν αποσυρθεί η σχετική βεβαίωση ή αναθεωρηθεί το σχετικό ποσό.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου οποιαδήποτε κοινοποίηση σε προσωπικό αντιπρόσωπο, διαχειριστή πτώχευσης, παραλήπτη, διαχειριστή, εκκαθαριστή ή σε πρόσωπο που ενεργεί με οποιαδήποτε άλλη παρόμοια ιδιότητα, θεωρείται ως κοινοποίηση στο πρόσωπο σε σχέση με το οποίο ενεργεί τοιουτοτρόπως.

Συμπληρωματική βεβαίωση

21. Αν ο Διευθυντής κρίνει ότι το ποσό που έπρεπε να βεβαιωθεί σύμφωνα με το άρθρο 20 υπερβαίνει το ποσό που βεβαιώθηκε, τότε την ή πριν την τελευταία ημέρα κατά την οποία η βεβαίωση θα μπορούσε να εκδοθεί, ο Διευθυντής δύναται να εκδώσει συμπληρωματική βεβαίωση για το ποσό αυτό και να την κοινοποιήσει στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο.

Ακύρωση βεβαίωσης κλπ. από το Ανώτατο Δικαστήριο

22. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 20 αν:

(α) βεβαίωση που εκδόθηκε σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, ή

(β) απόφαση του Διευθυντή σε αίτημα αναθεώρησης αναφορικά με βεβαίωση που εκδόθηκε σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο,

κηρυχθεί εν όλω ή εν μέρει άκυρη από το Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με το άρθρο 146 του Συντάγματος και παρίσταται ανάγκη επανεξέτασης, τότε ο Διευθυντής δύναται να εκδώσει νέα βεβαίωση εντός ενός έτους από την ημερομηνία που εκδόθηκε η απόφαση του Δικαστηρίου.

Χρηματική επιβάρυνση - τόκος

23. (1) Επί οποιουδήποτε ποσού που βεβαιώνεται εκ των υστέρων σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο επιβάλλεται χρηματική επιβάρυνση ίση προς το δέκα τοις εκατό (10%) του ποσού που βεβαιώνεται.

(2) Κάθε πρόσωπο που υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση σύμφωνα με το εδάφιο (1) πιο πάνω, καταβάλλει στο Διευθυντή τόκο προς εννέα τοις εκατό (9%) ετησίως επί του καταβλητέου ποσού (συμπεριλαμβανομένης της χρηματικής επιβάρυνσης), από την ημέρα που το εν λόγω ποσό κατέστη οφειλόμενο.

Παραγραφή

24. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) η βεβαίωση σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο δεν εκδίδεται μετά την πάροδο έξι ετών από την ημερομηνία που ο φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός.

(2) Αν έχει απολεσθεί οποιοδήποτε ποσό φόρου κατανάλωσης ως αποτέλεσμα δόλου ή εσκεμμένης παράλειψης του υπόχρεου προσώπου, τότε δύναται να εκδοθεί βεβαίωση ως αν η αναφορά σε έξι χρόνια στο εδάφιο (1) ήταν αναφορά σε δώδεκα χρόνια.

Ανάκτηση φόρου κατανάλωσης, χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου

25. Οποιαδήποτε ποσά φόρου κατανάλωσης, χρηματικής επιβάρυνσης και τόκου που δεν κατεβλήθησαν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, εισπράττονται ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία και οποιαδήποτε διαδικασία για είσπραξη του χρέους ασκείται στο όνομα του Διευθυντή.

ΜΕΡΟΣ VΙI ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ Ή ΔΙΑΓΡΑΦΗ ΦΟΡΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗΣ
Επιστροφή ή διαγραφή ειδικού φόρου κατανάλωσης

26.-(1) Εκτός των προβλεπόμενων στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, στο εδάφιο (4) του άρθρου 18Δ και στο εδάφιο (6) του άρθρου 18Ι περιπτώσεων, καθώς και οποιεσδήποτε άλλες περιπτώσεις για τις οποίες προβλέπεται επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί των εναρμονισμένων προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση στη Δημοκρατία δύναται, κατόπιν αιτήματος ενός ενδιαφερόμενου, να επιστρέφεται ή να διαγράφεται από τον Διευθυντή στις περιπτώσεις και σύμφωνα με τους όρους που ήθελε καθορίσει για την πρόληψη οποιασδήποτε τυχόν φοροδιαφυγής ή κατάχρησης:

Νοείται ότι, η επιστροφή ή διαγραφή δεν επιτρέπεται να οδηγεί σε απαλλαγές άλλες από εκείνες που ρυθμίζονται από τον παρόντα Νόμο.

(2) Σε ειδικές περιπτώσεις δύναται, μετά από έγκριση του Διευθυντή και με όρους και προϋποθέσεις που ήθελε καθορίσει, να επιστραφεί σε αδειούχους ποτοποιούς, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί σε αλκοολούχα ποτά δικής τους κατασκευής που εξάγονται σε τρίτες χώρες.

(3) Ο Διευθυντής δύναται, με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις επιστροφής ή διαγραφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, καθώς και τις διαδικασίες και τις μεθόδους ελέγχου που εφαρμόζονται κατά την επιστροφή ή διαγραφή.

(4) Το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιστρέφεται ή διαγράφεται, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, δεν δύναται να υπερβαίνει το ποσό που έχει πράγματι καταβληθεί ή επιβληθεί.

Αχρεωστήτως καταβληθείς φόρος κατανάλωσης

27. (1) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο έχει καταβάλει στο Διευθυντή οποιοδήποτε ποσό φόρου κατανάλωσης το οποίο δεν ήταν οφειλόμενο, ολόκληρο ή μέρος αυτού, τότε ο Διευθυντής είναι υπόχρεος να επιστρέψει στο πρόσωπο αυτό ολόκληρο το ποσό ή τη διαφορά αυτού.

(2) Ο αχρεωστήτως καταβληθείς στο Διευθυντή φόρος κατανάλωσης επιστρέφεται στο δικαιούχο αν εντός τριών ετών από την ημερομηνία καταβολής αυτού υποβληθεί στο Τελωνείο σχετική αίτηση συνοδευόμενη με τα απαιτούμενα δικαιολογητικά έγγραφα.

(3) Η μη εμπρόθεσμη υποβολή της αίτησης επιστροφής που αναφέρεται στο εδάφιο (2) συνεπάγεται την παραγραφή του δικαιώματος του δικαιούχου.

(4) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί να ικανοποιήσει την αίτηση δυνάμει του παρόντος άρθρου αν η επιστροφή οποιουδήποτε ποσού θα πλούτιζε αδικαιολόγητα το πρόσωπο που υποβάλλει την αίτηση.

ΜΕΡΟΣ VIΙI ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ
Απαλλαγές από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης

28.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), τα εναρμονισμένα προϊόντα απαλλάσσονται από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εφόσον προορίζονται να χρησιμοποιηθούν-

(α) στο πλαίσιο διπλωματικών ή προξενικών σχέσεων·

(β) από διεθνείς οργανισμούς που αναγνωρίζονται από τη Δημοκρατία και από τα μέλη των οργανισμών αυτών, εντός των ορίων και σύμφωνα με τις προϋποθέσεις που καθορίζονται από τις διεθνείς συμβάσεις για την ίδρυσή τους ή από τις συμφωνίες για την έδρα τους·

(γ) από τις ένοπλες δυνάμεις κράτους μέλους πλην του κράτους μέλους εντός του οποίου είναι απαιτητός  ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, για χρήση από τις εν λόγω ένοπλες δυνάμεις ή από το πολιτικό προσωπικό που τις συνοδεύει ή για εφοδιασμό των λεσχών ή των κυλικείων τους, εφόσον οι δυνάμεις αυτές συμμετέχουν σε αμυντική προσπάθεια για την υλοποίηση ενωσιακής δραστηριότητας στο πλαίσιο της κοινής πολιτικής ασφάλειας και άμυνας·

(δ) από τις ένοπλες δυνάμεις κάθε κράτους που συμμετέχει στη συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού πλην του κράτους μέλους εντός του οποίου είναι απαιτητός ο ειδικός φόρος κατανάλωσης, εφόσον προορίζονται για χρήση από τις δυνάμεις αυτές ή από το πολιτικό προσωπικό που τις συνοδεύει ή για τον εφοδιασμό των λεσχών ή των κυλικείων τους·

(ε) από τις ένοπλες δυνάμεις του Ηνωμένου Βασιλείου που σταθμεύουν στην Κύπρο σύμφωνα με τη συνθήκη εγκαθίδρυσης της Κυπριακής Δημοκρατίας, της 16ης Αυγούστου 1960, για χρήση από τις εν λόγω ένοπλες δυνάμεις ή από το πολιτικό προσωπικό που τις συνοδεύει ή για τον εφοδιασμό των λεσχών ή των κυλικείων τους· και

(στ) για κατανάλωση στο πλαίσιο συμφωνίας που συνάπτεται με τρίτες χώρες ή διεθνείς οργανισμούς, εφόσον η συμφωνία αυτή γίνεται δεκτή ή επιτρέπεται να υπαχθεί σε καθεστώς απαλλαγής από τον φόρο προστιθέμενης αξίας:

Νοείται ότι, οι υπό αναφορά απαλλαγές δυνατόν να παραχωρούνται με τη διαδικασία επιστροφής των ειδικών φόρων κατανάλωσης, εφόσον κατά την κρίση του Υπουργού οι περιστάσεις υπό τις οποίες συνήθως γίνεται η προμήθεια των εναρμονισμένων προϊόντων είναι τέτοιες, ώστε να μην είναι εύκολη ή άμεση, η προμήθεια των προϊόντων αυτών από αφορολόγητα αποθέματα.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις των απαλλαγών που αναφέρονται στο εδάφιο (1), τη διαδικασία επιστροφής των ειδικών φόρων κατανάλωσης, τις χορηγούμενες ποσότητες, καθώς και οποιαδήποτε άλλη λεπτομέρεια για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Πιστοποιητικό απαλλαγής

28Α.-(1) Εναρμονισμένα προϊόντα που διακινούνται από το έδαφος άλλου κράτους μέλους προς το έδαφος της Δημοκρατίας υπό καθεστώς αναστολής και υπόκεινται στην απαλλαγή που αναφέρεται στο εδάφιο (1) του άρθρου 28, συνοδεύονται από πιστοποιητικό απαλλαγής, όπως αυτό καθορίζεται με εκτελεστική πράξη που εκδίδεται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στο οποίο διευκρινίζονται η φύση και η ποσότητα των υποκείμενων σε ειδικό φόρο κατανάλωσης προϊόντων που πρόκειται να παραδοθούν, η αξία των προϊόντων και η ταυτότητα του απαλλασσόμενου παραλήπτη, καθώς και το κράτος μέλος υποδοχής που πιστοποιεί την απαλλαγή.

(2) Η διαδικασία που προβλέπεται στα άρθρα 15 έως 17Γ δεν εφαρμόζεται στη διακίνηση των εναρμονισμένων προϊόντων υπό καθεστώς αναστολής προς τις ένοπλες δυνάμεις που αναφέρονται στην παράγραφο (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 28, εάν η διακίνηση καλύπτεται από καθεστώς που βασίζεται απευθείας στη συνθήκη του Βορείου Ατλαντικού

Απαλλαγές από την καταβολή ειδικού φόρου κατανάλωσης για επιβάτες που ταξιδεύουν σε τρίτες χώρες ή τρίτα εδάφη

28Β.-(1) Τα εναρμονισμένα προϊόντα δύναται να απαλλαγούν από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εφόσον διατίθενται από καταστήματα αφορολογήτων ειδών και μεταφέρονται στις προσωπικές αποσκευές των ταξιδιωτών που μεταβαίνουν σε τρίτο έδαφος ή σε τρίτη χώρα αεροπορικώς ή διά θαλάσσης.

(2) Τα εναρμονισμένα προϊόντα τα οποία διατίθενται μέσα σε αεροσκάφος ή πλοίο κατά τη διάρκεια της πτήσης ή του πλου προς τρίτο έδαφος ή τρίτη χώρα αντιμετωπίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τα προϊόντα τα οποία διατίθενται από τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών.

(3) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου-

(α) «κατάστημα αφορολόγητων ειδών» σημαίνει κατάστημα εγκεκριμένο από τον Διευθυντή με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, που βρίσκεται μέσα σε αερολιμένα ή λιμένα· και

(β) «ταξιδιώτης που μεταβαίνει σε τρίτο έδαφος ή σε τρίτη χώρα» σημαίνει επιβάτη κάτοχο αεροπορικού εισιτηρίου ή εισιτηρίου θαλάσσιας διαδρομής, στο οποίο ως τελικός προορισμός αναφέρεται αερολιμένας ή λιμένας τρίτου εδάφους ή τρίτης χώρας.

(4) Ο Διευθυντής δύναται, με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τους όρους και προϋποθέσεις για παραχώρηση και εφαρμογή των απαλλαγών που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2), κατά τρόπο που να αποτρέπεται οποιαδήποτε φοροδιαφυγή, φοροαποφυγή ή κατάχρηση.

Απαλλαγή προϊόντων που προορίζονται για εφόδια πλοίων και αεροσκαφών

29. Τα προϊόντα που προορίζονται για εφόδια πλοίων και αεροσκαφών απαλλάσσονται από το φόρο κατανάλωσης. Για την εφαρμογή της απαλλαγής εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις της εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακής νομοθεσίας.

Απαλλαγή προϊόντων που εισάγονται ή εισέρχονται προσωρινά στη Δημοκρατία

30. (1) Προϊόντα που εισάγονται προσωρινά στη Δημοκρατία με σκοπό την επανεξαγωγή τους και απαλλάσσονται από τελωνειακούς δασμούς, απαλλάσσονται και από φόρους κατανάλωσης με τέτοιες εξαιρέσεις ή προσαρμογές όπως με Κανονισμούς ήθελε καθορίσει το Υπουργικό Συμβούλιο.

(2) Προϊόντα που εισέρχονται προσωρινά στο εσωτερικό της Δημοκρατίας προερχόμενα από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης απαλλάσσονται από τους φόρους κατανάλωσης υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζονται σε Κανονισμούς που εκδίδει το Υπουργικό Συμβούλιο.

Άλλες απαλλαγές προϊόντων

31. (1) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν την επιστροφή ή απαλλαγή του όλου ή μέρους του φόρου κατανάλωσης του επιβλητέου επί της εισαγωγής ή εισόδου στη Δημοκρατία οποιωνδήποτε προϊόντων, σε ορισμένα πρόσωπα, διεθνείς ή άλλους οργανισμούς ή σώματα, τηρουμένων οποιωνδήποτε όρων ήθελαν καθοριστεί:

Νοείται ότι οι πιο πάνω Κανονισμοί δύνανται να προβλέπουν και την αξία σε περίπτωση οποιωνδήποτε μεταχειρισμένων προϊόντων τα οποία αρχικά τέθηκαν σε ανάλωση ή σε ελεύθερη κυκλοφορία με απαλλαγή και σε μεταγενέστερο χρόνο τίθενται σε διαφορετική χρήση.

(2) Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να προβλέπουν την επιστροφή ή απαλλαγή του όλου ή μέρους του φόρου κατανάλωσης του επιβλητέου επί της εισαγωγής ή εισόδου στη Δημοκρατία οποιωνδήποτε προϊόντων για τα οποία ικανοποιείται ο Διευθυντής ότι είχαν προηγουμένως εξαχθεί από τη Δημοκρατία.

Επανεισαγόμενα προϊόντα

32. Κοινοτικά προϊόντα τα οποία αφού εξαχθούν εκτός του τελωνειακού εδάφους της Κοινότητας, επανεισάγονται στο έδαφος της Δημοκρατίας και τίθενται σε ελεύθερη κυκλοφορία μέσα σε διάστημα τριών ετών δύνανται να απαλλάσσονται από τους φόρους κατανάλωσης σύμφωνα με τις σχετικές διατάξεις της εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακής νομοθεσίας οι οποίες εφαρμόζονται κατ’ αναλογία.

ΜΕΡΟΣ IX ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΚΑΙ ΗΛΕΚΤΡΙΚΗ ΕΝΕΡΓΕΙΑ ΚΛΠ
Ορισμοί

33. (1) Ως ενεργειακά προϊόντα για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου θεωρούνται τα προϊόντα:

(α) που υπάγονται στους κωδικούς 1507 ως 1518 της ΣΟ, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

(β) που υπάγονται στους κωδικούς 2701, 2702 και 2704 έως 2715 της ΣΟ·

(γ) που υπάγονται στους κωδικούς 2901 και 2902 της ΣΟ·

(δ) που υπάγονται στους κωδικούς 2905 11 00 της ΣΟ, εφόσον δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

(ε) που υπάγονται στον κωδικό 3403 της ΣΟ·

(στ) που υπάγονται στον κωδικό 3811 της ΣΟ·

(ζ) που υπάγονται στον κωδικό 3817 της ΣΟ·

(η) που υπάγονται στους κωδικούς  ΣΟ 3824 99 86, 3824 99 92 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3824 99 93, 3824 99 96 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3826 00 10 και 3826 00 90, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

(2) Ως ηλεκτρική ενέργεια για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου θεωρείται η ηλεκτρική ενέργεια που υπάγεται στον κωδικό 2716 της ΣΟ.

(3) "Μικρός παραγωγός" σημαίνει για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους ο παραγωγός που παράγει ηλεκτρική ενέργεια λιγότερη από 100 ΜWh ετησίως ή οποιαδήποτε άλλη ποσότητα την οποία ήθελε καθορίσει ο Υπουργός.

Ενεργειακά προϊόντα που υπόκεινται στις διατάξεις της Οδηγίας (ΕΕ) 2022/262

34. Από τα ενεργειακά προϊόντα του άρθρου 33 και ανεξάρτητα από το αν επιβαρύνονται με ειδικό φόρο κατανάλωσης σύμφωνα με το άρθρο 36, μόνο τα πιο κάτω ενεργειακά προϊόντα υπόκεινται στις διατάξεις περί ελέγχου και κυκλοφορίας της Οδηγίας (ΕΕ) 2020/262 του Συμβουλίου για τη θέσπιση του γενικού καθεστώτος των ειδικών φόρων κατανάλωσης:

(α) προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 1507 έως 1518 της ΣΟ, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

(β) προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2707 10, 2707 20, 2707 30 και 2707 50 της ΣΟ·

(γ) προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 2710 12 έως 2710 19 68 και 2710 20 έως 2710 20 39 και 2710 20 90 [μόνο για προϊόντα των οποίων λιγότερο από το 90% κατ΄ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 210 οC και τουλάχιστον το 65% κατ΄ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250 οC, σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 3405 (ισοδύναμη προς τη μέθοδο ASTM D 86)].  Για τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 2710 12 21, 2710 12 25, 2710 19 29 και 2710 20 90 [(μόνο για προϊόντα των οποίων λιγότερο από το 90% κατ΄ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 210 οC και τουλάχιστον το 65% κατ΄ όγκο (συμπεριλαμβανομένων των απωλειών) αποστάζει σε θερμοκρασία 250 οC, σύμφωνα με τη μέθοδο ISO 3405 (ισοδύναμη προς τη μέθοδο ASTM D 86)], οι διατάξεις σχετικά με τον έλεγχο και την κυκλοφορία ισχύουν μόνο για τη χύμα εμπορική κυκλοφορία·

(δ) προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2711 της ΣΟ (εξαιρουμένων των κωδικών 2711 11, 2711 21 και 2711 29)·

(ε) προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2901 10 της ΣΟ·

(στ) προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 2902 20, 2902 30, 2902 41, 2902 42, 2902 43 και 2902 44 της ΣΟ·

(ζ) προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό 2905 11 00 της ΣΟ, όταν δεν είναι συνθετικής προέλευσης και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων·

(η) προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς 3811 11 10, 3811 11 90, 3811 19 00 και 3811 90 00 της ΣΟ·

(θ) προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς ΣΟ 3824 99 86, 3824 99 92 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3824 99 93, 3824 99 96 (εκτός από παρασκευάσματα κατά της σκουριάς, που περιέχουν αμίνες ως ενεργά στοιχεία και διαλυτικά και αραιωτικά ανόργανα μείγματα, για βερνίκια και παρόμοια προϊόντα), 3826 00 10 και 3826 00 90, εφόσον πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα θέρμανσης ή ως καύσιμα κινητήρων.

Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου

35. Με Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας καθορίζονται οι περιπτώσεις που δεν εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος Νόμου όσον αφορά τα προϊόντα ή και τη χρήση των προϊόντων που αναφέρονται στο άρθρο 2(4) της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας.

Πεδίο εφαρμογής και ειδικός φόρος κατανάλωσης ενεργειακών προϊόντων και ηλεκτρικής ενέργειας

36. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας, ειδικός φόρος κατανάλωσης:

(α) στα ενεργειακά προϊόντα και στην ηλεκτρική ενέργεια που καθορίζονται ειδικά στο Πρώτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου σύμφωνα με τους συντελεστές οι οποίοι εκτίθενται σε αυτό απέναντι από κάθε προϊόν αντίστοιχα,

(β) στα ενεργειακά προϊόντα εκτός από εκείνα που αναφέρονται στο Πρώτο Παράρτημα, όταν πρόκειται να χρησιμοποιηθούν, να διατεθούν προς πώληση ή να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα κινητήρων ή ως καύσιμα θέρμανσης. ο συντελεστής του επιβλητέου ειδικού φόρου κατανάλωσης καθορίζεται, ανάλογα με τη χρήση, με βάση το συντελεστή για το ισοδύναμο καύσιμο θέρμανσης ή καύσιμο κινητήρων,

(γ) εκτός από τα ενεργειακά προϊόντα σε κάθε προϊόν το οποίο πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων ή ως πρόσθετο ή αυξητικό του τελικού όγκου του καυσίμου αυτού και φορολογείται με βάση το συντελεστή για το αντίστοιχο προϊόν που καθορίζεται στο Πρώτο Παράρτημα.

(δ) εκτός από τα ενεργειακά προϊόντα σε κάθε άλλο υδρογονάνθρακα, μη περιλαμβανομένης της τύρφης, που πρόκειται να χρησιμοποιηθεί, διατίθεται προς πώληση ή χρησιμοποιείται για θέρμανση και φορολογείται με το συντελεστή του ισοδύναμου ενεργειακού προϊόντος που καθορίζεται στο Πρώτο Παράρτημα.

Προσδιορισμός του ειδικού φόρου κατανάλωσης

37. Για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα ενεργειακά προϊόντα που φορολογούνται με βάση τα χίλια λίτρα σύμφωνα με το Πρώτο Παράρτημα, λαμβάνεται υπόψη θερμοκρασία προϊόντος 15 βαθμών Κελσίου.

Ειδικές περιπτώσεις απαιτητού του ειδικού φόρου κατανάλωσης

38. (1) Εκτός από τις περιπτώσεις που καθορίζουν το απαιτητό του φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με το άρθρο 5, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης για τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια καθίσταται απαιτητός και:

(α) κατά την επέλευση μιας εκ των γενεσιουργών αιτιών που αναφέρονται στις παραγράφους (β), (γ) και (δ) του άρθρου 36.

(β) στις περιπτώσεις που διαπιστώνεται ότι δεν πληρούται ή δεν πληρούται πλέον κάποιος όρος τελικής χρήσης που προβλέπεται για την απαλλαγή ή την εφαρμογή μειωμένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης ή οποιωνδήποτε όρων και προϋποθέσεων που απαιτούνται για την παραχώρηση της απαλλαγής ή του μειωμένου συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Η κατανάλωση ενεργειακών προϊόντων μέσα στις εγκαταστάσεις παραγωγής τους δεν θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης, αν η κατανάλωση συνίσταται σε ενεργειακά προϊόντα που παράγονται εντός των εγκαταστάσεων:

Νοείται ότι σε περίπτωση που η κατανάλωση αυτή γίνεται για σκοπούς ξένους προς την παραγωγή ενεργειακών προϊόντων και ειδικότερα για την προώθηση οχημάτων, θεωρείται ως γενεσιουργός αιτία επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(3) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί της ηλεκτρικής ενέργειας και του φυσικού αερίου καθίσταται απαιτητός κατά τη στιγμή της προμήθειας από το διανομέα ή αναδιανομέα:

Νοείται ότι μια οντότητα η οποία παράγει ηλεκτρική ενέργεια για δική της χρήση θεωρείται ως διανομέας.

(4) Για την εφαρμογή των άρθρων 4 και 5 του παρόντος Νόμου ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί του άνθρακα, οπτάνθρακα και λιγνίτη καθίσταται απαιτητός, κατά τη στιγμή της παράδοσής τους από επιχειρήσεις οι οποίες υποχρεούνται να εγγραφούν σε μητρώο που τηρεί για το σκοπό αυτό ο Διευθυντής:

Νοείται ότι ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει στον παραγωγό, τον έμπορο, τον εισαγωγέα ή το φορολογικό εκπρόσωπο, να υποκαταστήσουν την επιχείρηση που έχει καταγραφεί στο εν λόγω Μητρώο για τις φορολογικές υποχρεώσεις οι οποίες προκύπτουν με βάση τον παρόντα Νόμο.

Μεταβολή συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης

39. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα να επιβάλει, σε περίπτωση μεταβολής ενός ή περισσότερων συντελεστών του ειδικού φόρου κατανάλωσης, αυξημένο ή μειωμένο συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης στα αποθέματα ενεργειακών προϊόντων, τα οποία έχουν διατεθεί για κατανάλωση στη Δημοκρατία.

Παραγωγή προϊόντων του άρθρου 36

40. (1) Η παραγωγή προϊόντων που καθορίζονται στο άρθρο 36 εξαιρουμένης της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας πραγματοποιείται από εγκεκριμένο αποθηκευτή σε υποστατικό που εγκρίνεται ως φορολογική αποθήκη δυνάμει του άρθρου 11, εκτός αν ο διευθυντής επιτρέψει όπως η παραγωγή των εν λόγω προϊόντων πραγματοποιείται σε υποστατικό που εγκρίνεται από το Διευθυντή, υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε αυτός εκάστοτε επιβάλει.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος Μέρους, η λέξη παραγωγή θεωρείται ότι περιλαμβάνει:

(α) την απόκτηση ενεργειακού προϊόντος ή υποκατάστατου ενεργειακού προϊόντος ή ηλεκτρικής ενέργειας από οποιοδήποτε υλικό στερεάς, υγρής ή αέριας μορφής, φυσική πηγή ή ενέργεια.

(β) την απόκτηση ενεργειακού προϊόντος ή υποκατάστατου ενεργειακού προϊόντος ενός χαρακτηρισμού, από ενεργειακό προϊόν ή υποκατάστατο ενεργειακού προϊόντος, άλλου χαρακτηρισμού.

(γ) την υποβολή ενεργειακού προϊόντος ή υποκατάστατου ενεργειακού προϊόντος σε οποιαδήποτε παραγωγική διαδικασία για ανακαθαρισμό ή ανάμειξη.

(δ) την εξόρυξη κατά περίπτωση.

Νοείται ότι ο όρος παραγωγή δεν περιλαμβάνει:

(α) τη θέρμανση και συμπίεση ενεργειακών προϊόντων που έχει ως αποτέλεσμα να μένουν αναλλοίωτα τα χαρακτηριστικά του ενεργειακού προϊόντος όταν το ενεργειακό προϊόν ή το υποκατάστατο ενεργειακού προϊόντος επαναφερθεί στην προτέρα του θερμοκρασία και πίεση.

(β) το διαχωρισμό νερού από ενεργειακό προϊόν ή υποκατάστατο ενεργειακού προιόντος ή το φιλτράρισμα.

(γ) την ηλεκτρική ενέργεια η οποία παράγεται από μικρούς παραγωγούς για δική τους χρήση εφόσον τα ενεργειακά προιόντα που έχουν χρησιμοποιηθεί για την παραγωγή της ηλεκτρικής ενέργειας προέρχονται από φορολογημένα αποθέματα ή προέρχονται από αποθέματα που απαλλάσσονται από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα, δοχεία, σκεύη και άλλα αντικείμενα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

Πράξεις και επεξεργασίες που δεν θεωρούνται ως παραγωγή ενεργειακών προϊόντων

41. (1) Τηρουμένων των όρων και περιορισμών που ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε επιβάλει, οι ακόλουθες πράξεις και επεξεργασίες δεν θεωρούνται ως παραγωγή ενεργειακών προϊόντων:

(α) οι διεργασίες συνεπεία των οποίων ο χρήστης ενός ενεργειακού προϊόντος καθιστά δυνατή την επαναχρησιμοποίησή του μέσα στη δική του επιχείρηση, εφόσον τα ποσά των ειδικών φόρων κατανάλωσης τα οποία έχουν ήδη καταβληθεί για το συγκεκριμένο προϊόν, δεν είναι μικρότερα από το ποσό των ειδικών φόρων κατανάλωσης που θα οφειλόταν αν το επαναχρησιμοποιημένο προϊόν υπέκειτο εκ νέου στον ειδικό φόρο κατανάλωσης,

(β) η διεργασία η οποία συνίσταται στην ανάμειξη, εκτός του χώρου υποστατικού παραγωγής ή μιας αποθήκης υπό φορολογικό έλεγχο, ενεργειακών προϊόντων με άλλα ενεργειακά προϊόντα ή άλλα υλικά εφόσον:

(i) στις περιπτώσεις που δεν απαλλάσσεται το μείγμα, έχει καταβληθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί των βασικών συστατικών, και

(ii) το καταβληθέν ποσό δεν είναι μικρότερο από το ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης, το οποίο θα οφειλόταν για το μείγμα.

Ανάμιξη ενεργειακών προϊόντων

42. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο προβαίνει σε ανάμιξη ενεργειακών προϊόντων ή υποκατάστατων αυτών ή οποιαδήποτε άλλη πράξη σχετική με ανάμιξη ενεργειακών προϊόντων εντός του χώρου υποστατικού παραγωγής ενεργειακών προϊόντων ή αποθήκης υπό φορολογικό έλεγχο, υποχρεούται να εξασφαλίσει την έγκριση του Διευθυντή.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο προβαίνει σε ανάμιξη ενεργειακών προϊόντων ή υποκατάστατων αυτών ή οποιαδήποτε άλλη πράξη σχετική με ανάμιξη ενεργειακών προϊόντων και υποκατάστατων αυτών εκτός του υποστατικού παραγωγής ενεργειακών προϊόντων ή αποθήκης υπό φορολογικό έλεγχο, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τον ένα χρόνο ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα, δοχεία, σκεύη και άλλα αντικείμενα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

Ειδικές περιπτώσεις επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης

43. (1) Εφόσον αποδειχθεί στο Διευθυντή ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί για ενεργειακά προϊόντα που έχουν μολυνθεί ή αναμειχθεί τυχαία και συνεπεία του γεγονότος αυτού κατέστησαν ακατάλληλα να χρησιμοποιηθούν για το σκοπό που προορίζονταν, δύναται να επιστρέψει τον καταβληθέντα ειδικό φόρο κατανάλωσης εφόσον τα προϊόντα αυτά επιστρέφονται σε φορολογική αποθήκη για ανακύκλωση.

(2) Οι όροι, οι προϋποθέσεις και η διαδικασία εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1) δύνανται να καθορίζονται με γνωστοποίηση που εκδίδει ο Διευθυντής.

Ειδικές απαλλαγές και μειώσεις

44. (1) Απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης τα πιο κάτω ενεργειακά προϊόντα υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε καθορίσει ο Διευθυντής:

(α) Το ειδικό καύσιμο αεριωθουμένου (κωδ. ΣΟ 2710 19 21), που παραδίδεται με σκοπό τον εφοδιασμό αεροσκαφών που εκτελούν διεθνείς και ενδοκοινοτικές αεροπορικές μεταφορές με εξαίρεση το καύσιμο που προορίζεται για τον εφοδιασμό αεροσκαφών που εκτελούν ιδιωτικές πτήσεις αναψυχής:

Νοείται ότι "ιδιωτική πτήση αναψυχής" θεωρείται η χρησιμοποίηση του αεροσκάφους από τον ιδιοκτήτη του ή από το πρόσωπο που το χρησιμοποιεί δυνάμει σύμβασης μίσθωσης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα όταν δεν το χρησιμοποιεί για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για σκοπούς των Κρατικών Αρχών.

(β) Τα ενεργειακά προϊόντα που παραδίδονται για να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα για την ναυσιπλοϊα στα ύδατα της Κοινότητας από σκάφη που εκτελούν διεθνείς και ενδοκοινοτικές μεταφορές συμπεριλαμβανομένης της αλιείας με εξαίρεση την περίπτωση της χρησιμοποίησης τους σε ιδιωτικά σκάφη αναψυχής και η ηλεκτρική ενέργεια που παράγεται επί ενός σκάφους αναψυχής:

Νοείται ότι "ιδιωτικό σκάφος αναψυχής" θεωρείται οποιοδήποτε σκάφος χρησιμοποιείται από τον ιδιοκτήτη του ή από το πρόσωπο που το χρησιμοποιεί δυνάμει σύμβασης μίσθωσης ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο, για μη εμπορικούς σκοπούς και ειδικότερα όταν δεν πρόκειται για τη μεταφορά επιβατών ή εμπορευμάτων ή για την παροχή υπηρεσιών έναντι αμοιβής ή για τις ανάγκες των Κρατικών Αρχών:

Νοείται περαιτέρω ότι το Υπουργικό Συμβούλιο με Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας δύναται να διευρύνει το πεδίο εφαρμογής των απαλλαγών που καθορίζονται στις παραγράφους (α) και (β) στις εγχώριες μεταφορές ως επίσης να αναστείλει την εφαρμογή των πιο πάνω απαλλαγών στην περίπτωση που έχει συναφθεί διμερής συμφωνία από την Κυπριακή Δημοκρατία με άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης:

Νοείται περαιτέρω ότι οι απαλλαγές που καθορίζονται στα εδάφια (α) και (β) μπορούν να παραχωρηθούν με επιστροφή του ειδικού φόρου κατανάλωσης εφόσον εγκριθεί τούτο από το Διευθυντή.

(γ) τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και την ηλεκτρική ενέργεια που χρησιμοποιείται για τη διατήρηση της ικανότητας παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας:

Νοείται ότι το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να επιβάλει στα προϊόντα αυτά, για λόγους περιβαλλοντικής πολιτικής, ειδικό φόρο κατανάλωσης χωρίς να τηρούνται οι ελάχιστοι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης που καθορίζονται στην Οδηγία 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας.

(δ) τα ενεργειακά προϊόντα που χρησιμοποιούνται στην παραγωγή τσιμέντου·

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα να καθορίσει μειωμένους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (gas oil), το φωτιστικό πετρέλαιο (kerosene), το υγραέριο και το φυσικό αέριο στις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 8 της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει, νοουμένου ότι τηρούνται οι ελάχιστοι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης που καθορίζονται στο εν λόγω άρθρο.

(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα να καθορίσει μειωμένους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης στις περιπτώσεις επιχειρηματικής χρήση σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 11 της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει, νοουμένου ότι τηρούνται οι ελάχιστοι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης που προβλέπονται από το άρθρο 9 της εν λόγω Οδηγίας.

(4) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα να απαλλάξει εν όλω ή εν μέρει οποιοδήποτε από τα ενεργειακά προϊόντα ή την ηλεκτρική ενέργεια από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή καθορίσει μειωμένους συντελεστές ειδικού φόρους κατανάλωσης στα εν λόγω προϊόντα στις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 15 της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει.

(5) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα να απαλλάξει από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης τα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια ή καθορίσει μειωμένους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης, στις περιπτώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 16 και 17 της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει.

Επιβολή διαφοροποιημένων συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης

45. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα να καθορίσει διαφοροποιημένους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης στα ενεργειακά προϊόντα και την ηλεκτρική ενέργεια στις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 5 της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει, νοουμένου ότι τηρούνται οι ελάχιστοι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης που προβλέπονται στην εν λόγω οδηγία.

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμα να καθορίσει διαφοροποιημένους συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης στο πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (gas oil), στις περιπτώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 7 της Οδηγίας 2003/96/ΕΚ του Συμβουλίου της 27ης Οκτωβρίου 2003 σχετικά με την αναδιάρθρωση του κοινοτικού πλαισίου φορολογίας των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει, νοουμένου ότι τηρούνται οι ελάχιστοι συντελεστές ειδικού φόρου κατανάλωσης που προβλέπονται στην εν λόγω Οδηγία.

Απαλλαγές υποκατάστατων ενεργειακών προϊόντων

46. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιασδήποτε νομοθεσίας που βρίσκεται σε ισχύ, οι παρεχόμενες στο παρόν Μέρος απαλλαγές ή μειώσεις του συντελεστή του ειδικού φόρου κατανάλωσης, εφαρμόζονται ανάλογα και σε προϊόντα άλλα από τα ενεργειακά προϊόντα, εφόσον αυτά χρησιμοποιούνται ως υποκατάστατα ενεργειακών προϊόντων και προορίζονται για τις ίδιες με τα προϊόντα που υποκαθιστούν χρήσεις.

Αδικήματα

47. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί, κατέχει, μεταφέρει ή διαθέτει ενεργειακά προϊόντα ή υποκατάστατα αυτών ή ηλεκτρική ενέργεια για άλλο από τον προβλεπόμενο στις απαλλαγές ή μειώσεις που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο σκοπό ή κατά παράβαση των διατάξεων οποιωνδήποτε Κανονισμών, διαταγμάτων ή γνωστοποιήσεων που έχουν εκδοθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ή αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους και προϋποθέσεις που επιβλήθηκαν για παραχώρηση της απαλλαγής ή του μειωμένου συντελεστή, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δυο χρόνια ή και στις δυο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής ποινής και τα ενεργειακά προϊόντα ή υποκατάστατα αυτών, δοχεία, οχήματα ή οποιαδήποτε μεταφορικά μέσα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

(2) [Διαγράφηκε].

Απαλλαγές καυσίμων αυτοκινήτων οχημάτων και εμπορευματοκιβωτίων ειδικών χρήσεων

48. (1) Απαλλάσσονται από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης κατά την είσοδό τους στη Δημοκρατία τα ενεργειακά προϊόντα που έχουν διατεθεί προς κατανάλωση σε ένα κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τα οποία περιέχονται στις κανονικές δεξαμενές καυσίμων εμπορικών οχημάτων με κινητήρα και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμα από τα εν λόγω οχήματα, καθώς και σε ειδικά εμπορευματοκιβώτια, και πρόκειται να χρησιμοποιηθούν για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου νοούνται ως:

«ειδικά εμπορευματοκιβώτια», νοούνται τα εμπορευματοκιβώτια που διαθέτουν ειδικά σχεδιασμένο εξοπλισμό για συστήματα ψύξης, συστήματα οξυγόνωσης, συστήματα θερμομόνωσης ή άλλα συστήματα.

«κανονικές δεξαμενές καυσίμων»:

οι δεξαμενές που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα οχήματα με κινητήρα του ίδιου τύπου με το εξεταζόμενο όχημα και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου, τόσο για την κίνηση των οχημάτων όσο και, ενδεχομένως, για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων,

- οι δεξαμενές υγραερίου, που είναι τοποθετημένες σε οχήματα με κινητήρα και επιτρέπουν την απευθείας χρησιμοποίηση του υγραερίου ως καυσίμου καθώς και οι δεξαμενές που είναι τοποθετημένες σε άλλα συστήματα με τα οποία μπορεί να είναι εξοπλισμένο το όχημα,

οι δεξαμενές καυσίμων, που ο κατασκευαστής τοποθετεί μονίμως σε όλα τα εμπορευματοκιβώτια του ίδιου τύπου με τον τύπο του εξεταζόμενου εμπορευματοκιβωτίου και η μόνιμη τοποθέτηση των οποίων επιτρέπει την απευθείας χρησιμοποίηση του καυσίμου για τη λειτουργία, κατά τη διάρκεια της μεταφοράς, των συστημάτων ψύξης και άλλων συστημάτων με τα οποία είναι εξοπλισμένα τα εμπορευματοκιβώτια.

Γνωστοποίηση για όρους, προϋποθέσεις κλπ

49. Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους, προϋποθέσεις και τη διαδικασία εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Μέρους που αφορούν τη λειτουργία και έλεγχο των φορολογικών αποθηκών και των υποστατικών παραγωγής ενεργειακών προϊόντων, υποκατάστατων αυτών και ηλεκτρικής ενέργειας καθώς και κάθε λεπτομέρεια για τη διασφάλιση της καταβολής των ειδικών φόρων κατανάλωσης.

ΜΕΡΟΣ Χ AΛΚΟΟΛΗ-ΑΛΚΟΟΛΟΥΧΑ ΠΟΤΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΟΡΙΣΜΟΙ - ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ - ΑΠΑΛΛΑΓΕΣ ΚΛΠ
Ορισμοί

50. Στον παρόντα Νόμο,

"αιθυλική αλκοόλη" καλύπτει:

(i) όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol., τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο.2207 και 2208, ακόμη και όταν τα εν λόγω προϊόντα αποτελούν μέρος προϊόντος υπαγομένου σε άλλο κεφάλαιο της Σ.Ο.,

(ii) τα προϊόντα των κωδικών Σ.Ο. 2204, 2205, 2206 με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 22% vol.,

(iii) τα ποτά που περιέχουν ακέραια προϊόντα ή άλλα φυτικά προϊόντα σε διάλυμα.

"αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά" θεωρούνται:

(i) Μπύρα

(ii) Κρασί

(iii) Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και τη μπύρα

(iv) Ενδιάμεσα προϊόντα

(v) Αιθυλική αλκοόλη.

"αμπελοοινικό απόσταγμα": σημαίνει το προϊόν το οποίο προκύπτει από την πρωταρχική απόσταξη σε απλό άμβυκα, ζυμωθέντων σταφυλιών ή σταφίδας ή οποιωνδήποτε υπολειμμάτων αυτών ή όπως αυτό καθορίζεται στους κανονισμούς περί Ρυθμίσεως και Ελέγχου της Βιομηχανίας Αμπελουργικών Προϊόντων (Έλεγχος Ζιβανίας) Κανονισμοί του 1998·

"ανεξάρτητος μικρός οινοπαραγωγός" σημαίνει τον οινοπαραγωγό του οποίου η παραγωγή δεν υπερβαίνει κατά μέσο όρο τα χίλια (1 000) εκατόλιτρα κρασιού ετησίως και ο οποίος είναι νομικά και οικονομικά ανεξάρτητος από οποιονδήποτε άλλο οινοπαραγωγό, χρησιμοποιεί  εγκαταστάσεις που βρίσκονται χωριστά από τις εγκαταστάσεις οποιουδήποτε άλλου οινοπαραγωγού και δεν λειτουργεί βάσει άδειας εκμετάλλευσης· σε περίπτωση δε που δύο (2) ή περισσότεροι μικροί οινοπαραγωγοί συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα χίλια (1 000) εκατόλιτρα, κατά περίπτωση, οι εν λόγω οινοπαραγωγοί δύναται να θεωρούνται ως ένας και μόνος ανεξάρτητος μικρός οινοπαραγωγός·

"ανεξάρτητος μικρός παραγωγός ενδιάμεσων προϊόντων" σημαίνει τον παραγωγό του οποίου η παραγωγή δεν υπερβαίνει τα διακόσια πενήντα (250) εκατόλιτρα των εν λόγω ποτών ετησίως και ο οποίος είναι νομικά και οικονομικά ανεξάρτητος από οποιονδήποτε άλλο παραγωγό ενδιάμεσων προϊόντων, χρησιμοποιεί εγκαταστάσεις που βρίσκονται χωριστά από τις εγκαταστάσεις οποιουδήποτε άλλου παραγωγού και δεν λειτουργεί βάσει άδειας εκμετάλλευσης· σε περίπτωση δε που δύο (2) ή περισσότεροι μικροί παραγωγοί συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα διακόσια πενήντα (250) εκατόλιτρα, οι εν λόγω παραγωγοί δύναται να θεωρούνται ως ένας και μόνος ανεξάρτητος μικρός παραγωγός·

"ανεξάρτητος μικρός παραγωγός λοιπών παρασκευαζόμενων με ζύμωση ποτών" σημαίνει τον  παραγωγό του οποίου η παραγωγή δεν υπερβαίνει τα χίλια (1 000) εκατόλιτρα των εν λόγω ποτών ετησίως και ο οποίος είναι νομικά και οικονομικά ανεξάρτητος από οποιονδήποτε άλλο παραγωγό λοιπών παρασκευαζόμενων με ζύμωση ποτών, χρησιμοποιεί εγκαταστάσεις που βρίσκονται χωριστά από τις εγκαταστάσεις οποιουδήποτε άλλου παραγωγού και δεν λειτουργεί βάσει άδειας εκμετάλλευσης· σε περίπτωση δε που δύο (2) ή περισσότεροι μικροί παραγωγοί συνεργάζονται και η συνδυασμένη ετήσια παραγωγή τους δεν υπερβαίνει τα χίλια (1 000) εκατόλιτρα, οι εν λόγω παραγωγοί δύναται να θεωρούνται ως ένας και μόνος ανεξάρτητος μικρός παραγωγός·

"απλός άμβυκας": σημαίνει το γνωστό ως "καζάνι" το οποίο αποτελείται από το λέβητα για βρασμό του περιεχομένου μείγματος (ζυμωμένων σταφυλιών ή σταφίδας ή οποιωνδήποτε υπολειμμάτων αυτών) με σκοπό την εξάτμιση, το κάλυμμα με το τόξο, το ψυκτικό σωλήνα για υγροποίηση των ατμών και περισυλλογή του αμπελοοινικού αποστάγματος·

"απόσταγμα στεμφύλων σταφυλιών": σημαίνει το προϊόν που λαμβάνεται με απευθείας απλή απόσταξη στεμφύλων σταφυλιών μετά ή άνευ υγιούς οινολάσπης, μετά ή άνευ κρασιού με αλκοολικό τίτλο από 43% vol μέχρι 52% vol στους 20 βαθμούς Κελσίου, έχει δε μεγίστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 200g/hl αλκοόλης 100% vol και συνολική περιεκτικότητα σε πτητικές ουσίες, εκτός μεθυλικής και αιθυλικής αλκοόλης, ανώτερη των 140 g/hl αλκοόλης 100% vol ή όπως αυτό καθορίζεται στους κανονισμούς περί Ρυθμίσεως και Ελέγχου της Βιομηχανίας Αμπελουργικών Προϊόντων (Έλεγχος Ζιβανίας) Κανονισμοί του 1998·

"αποστακτήρας": σημαίνει συσκευή συνεχούς ή ασυνεχούς λειτουργίας εξαιρουμένου του απλού άμβυκα για απόσταξη διαφόρων αλκοολούχων ουσιών με την οποία είναι δυνατή η κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης·

"ενδιάμεσα προϊόντα" θεωρούνται:

(α) όλα τα προϊόντα με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 22% vol., τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο.2204, 2205 και 2206 και τα οποία δεν εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των όρων "μπύρα", "κρασί" και "ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και τη μπύρα",

(β) κάθε απλό ποτό προερχόμενο από ζύμωση, το οποίο εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του όρου "λοιπά απλά ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" και το οποίο έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του 5,5% vol., η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση, καθώς και κάθε αφρώδες ποτό προερχόμενο από ζύμωση που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του όρου "λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" έχει αποκτημένο αλκοολικό τίτλο άνω του 8,5% vol., η δε περιεχόμενη αλκοόλη δεν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

"εξουσιοδοτημένος κατασκευαστής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης": σημαίνει πρόσωπο το οποίο εξουσιοδοτείται δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 67·

"ζιβανία": σημαίνει το απόσταγμα στεμφύλων που πληροί τους όρους των σχετικών Κανονισμών περί Ρυθμίσεως και Ελέγχου της Βιομηχανίας Αμπελουργικών Προϊόντων (Έλεγχος Ζιβανίας» Κανονισμοί του 1998 (ΚΔΠ 263/98), όπως έχουν τροποποιηθεί με τον Κανονισμό με αριθμό (ΚΔΠ 83/2000), οι οποίοι εκδόθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο με βάση το άρθρο 13 των περί Ρυθμίσεως και Ελέγχου της Βιομηχανίας Αμπελουργικών Προϊόντων Νόμων του 1965 μέχρι 1989, και του οποίου η ποιότης είναι σύμφωνη με τον περί Τροφίμων (Έλεγχος και Πώληση) Νόμο και έχει αλκοολικό τίτλο όχι μικρότερο των 43% vol και μέγιστη περιεκτικότητα σε μεθανόλη 200 g/hl αλκοόλης 100% vol και περιλαμβάνει τις ονομασίες "τζιβανία" και "ζιβάνα"·

"κατασκευαστής ζιβανίας": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατόπιν άδειας παρεχομένης δυνάμει της παραγράφου (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 56, προβαίνει στην παραγωγή αποστάγματος στέμφυλων σταφυλιών του κατάλληλου για την παραγωγή ζιβανίας·

"κατασκευαστής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 67·

"κατασκευαστής μπύρας": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατόπιν αδείας παρεχομένης δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 70 και του άρθρου 71 προβαίνει στην κατασκευή μπύρας·

"κρασί" περιλαμβάνει το «απλό κρασί και τα αφρώδη κρασιά»:

- "απλό κρασί" περιλαμβάνει όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο.2204 και 2205, εκτός από τα αφρώδη κρασιά τα οποία:

(i) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση,

(ii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 15% vol. μέχρι και 18% vol., με την προϋπόθεση ότι έχουν παραχθεί χωρίς εμπλουτισμό και η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

- "αφρώδη κρασιά" περιλαμβάνουν όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2204 10, 2204 21 06, 2204 21 07, 2204 21 08, 2204 21 09, 2204 29 10 και 2205, και τα οποία πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

(i) περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού, τα οποία συγκρατούνται με σύρματα ή συνδετήρες ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστο 3 bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα,

(ii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω των 1,2% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο τελικό προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

"μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη": σημαίνει αιθυλική αλκοόλη στην οποία έχουν προστεθεί:

(i) οι μετουσιωτικές ουσίες που καθορίζονται σε Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου όπως προβλέπεται στο άρθρο 68, ή

(ii) οι μετουσιωτικές ουσίες που χρησιμοποιούνται από άλλα κράτη μέλη για σκοπούς της πλήρους μετουσίωσης όπως αυτές περιγράφονται στον Κανονισμό (ΕΚ) αρ. 3199/93 της Επιτροπής της 22ας Νοεμβρίου 1993 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με σκοπό την απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης.

"μικρό αποστακτήριο" σημαίνει επιχείρηση απόσταξης της οποίας η παραγωγή δεν υπερβαίνει τα δέκα (10) εκατόλιτρα καθαρής αλκοόλης ετησίως, η οποία λειτουργεί ως νομικά και οικονομικά ανεξάρτητη από κάθε άλλη επιχείρηση απόσταξης και δεν λειτουργεί βάσει άδειας εκμετάλλευσης·

"μπύρα" θεωρείται κάθε προϊόν που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 2203, καθώς και κάθε προϊόν το οποίο περιέχει μίγμα μπύρας με μη αλκοολούχα ποτά, που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 2206 και στις δύο περιπτώσεις με αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μεγαλύτερο του 0,5% vol·

"οινοπνευματοποιείο": σημαίνει εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό όπου ο οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας και ο κατασκευαστής ζιβανίας προβαίνουν στην κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης και αποστάγματος στεμφύλων σταφυλιών για την κατασκευή της ζιβανίας αντίστοιχα καθώς και το υποστατικό όπου ο οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας ανακαθαρίζει αιθυλική αλκοόλη·

"οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου 1 του άρθρου 56·

"οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας (ανακαθαριστής): σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει του εδαφίου (1) του άρθρου 58 και περιλαμβάνει κάθε οινοπνευματοποιό Α΄ κατηγορίας ο οποίος δυνάμει του άρθρου αυτού ενεργεί ως εξουσιοδοτημένος οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας ·

"παραγωγός αμπελοοινικού αποστάγματος": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει του άρθρου 64 καθώς και κάθε πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου παράχθηκε αμπελοοινικό απόσταγμα από πρόσωπο που κατέχει άδεια δυνάμει του ίδιου άρθρου.

"ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση, εκτός από το κρασί και τη μπύρα" περιλαμβάνουν λοιπά απλά ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση και τα λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση:

- "λοιπά απλά ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" θεωρούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2204 και 2205 και δεν περιλαμβάνονται στον όρο "κρασί", καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 2206, με εξαίρεση τα «λοιπά αφρώδη ποτά που παρασκευάζονται με ζύμωση" καθώς και όλα τα προϊόντα που καλύπτονται από τον όρο "μπύρα" τα οποία:

(i) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 1,2% vol. μέχρι και 10% vol.,

(ii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μεγαλύτερο του 10% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

- "λοιπά αφρώδη ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση" θεωρούνται όλα τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2206 00 31 και 2206 00 39 καθώς και τα προϊόντα που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2204 10, 2204 21 06, 2204 21 07, 2204 21 08, 2204 21 09, 2204 29 10 και 2205, τα οποία δεν αναφέρονται στον όρο "κρασί" και πληρούν τις εξής προϋποθέσεις:

(i) περιέχονται σε φιάλες με πώματα σχήματος μανιταριού, που συγκρατούνται με σύρμα ή συνδετήρα ή έχουν υπερπίεση τουλάχιστον 3 bar, η οποία οφείλεται στο διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα,

(ii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω των 1,2% vol. μέχρι και 13% vol.,

(iii) έχουν αποκτημένο ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο άνω του 13% vol. μέχρι και 15% vol., με την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη που περιέχεται στο προϊόν προέρχεται εξ ολοκλήρου από ζύμωση.

"ποτό": σημαίνει αλκοολούχο ποτό, το οποίο κατά βάση περιέχει αιθυλική αλκοόλη γεωργικής προέλευσης, που δυνατόν να περιέχει και άλλα επιτρεπτά αρωματικά και ουσίες. Στον ορισμό αυτό δεν περιλαμβάνεται η μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη.

"ποτοποιία": σημαίνει τη διεργασία κατασκευής ή εμφιάλωσης ποτών.

"ποτοποιός": σημαίνει πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 58 και περιλαμβάνει κάθε οινοπνευματοποιό Α΄ και Β΄ κατηγορίας οι οποίοι δυνάμει του άρθρου αυτού ενεργούν ως εξουσιοδοτημένοι ποτοποιοί.

"χονδρική πώληση": σε ότι αφορά την πώληση αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών σημαίνει την πώληση των ποτών αυτών σε ποσότητες 10 τουλάχιστον λίτρων.

Ειδικός φόρος κατανάλωσης αιθυλικής αλκοόλης

51. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας ειδικός φόρος κατανάλωσης στην αιθυλική αλκοόλη που καθορίζεται στο Δεύτερο Παράρτημα σύμφωνα με το συντελεστή ο οποίος εκτίθεται στο ίδιο Παράρτημα.

(2) Για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στην αιθυλική αλκοόλη που φορολογείται με βάση τα 100 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης σύμφωνα με το Δεύτερο Παράρτημα, λαμβάνεται υπόψη θερμοκρασία προϊόντος 20°C.

Ειδικές απαλλαγές

52. (1) Προϊόντα που περιλαμβάνονται στον όρο «αιθυλική αλκοόλη» απαλλάσσονται από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή τυγχάνουν επιστροφής του φόρου αυτού εφόσον έχει καταβληθεί, στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(α) Όταν  διανέμονται με τη μορφή αλκοόλης η οποία έχει υποστεί πλήρη μετουσίωση σύμφωνα τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3199/93 της Επιτροπής της 22ας Νοεμβρίου 1993 σχετικά με την αμοιβαία αναγνώριση των διαδικασιών για την πλήρη μετουσίωση της αλκοόλης με απαλλαγή από τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, στο εξής “Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 3199/93”, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται:

Νοείται ότι, στην περίπτωση παραλαβής αιθυλικής αλκοόλης από άλλα κράτη μέλη, η οποία έχει υποστεί πλήρη μετουσίωση,  αναγνωρίζονται οι μετουσιωτικές ουσίες που χρησιμοποιούνται σε κάθε κράτος μέλος για τους σκοπούς της πλήρους μετουσίωσης, όπως αυτές περιγράφονται στον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 3199/93:

Νοείται περαιτέρω ότι, για τη διακίνηση της πλήρως μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης εφαρμόζονται οι διατάξεις του Μέρους V(A)·

(β) όταν χρησιμοποιούνται ως μέρος της διαδικασίας παρασκευής οποιουδήποτε προϊόντος που δεν προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση, υπό την προϋπόθεση ότι η αλκοόλη έχει υποστεί μετουσίωση σύμφωνα με τις προδιαγραφές που καθορίζονται σε Διάταγμα του Υπουργικού Συμβουλίου το οποίο εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 68 ή με τις προδιαγραφές που καθορίζει οποιοδήποτε κράτος μέλος για τη συγκεκριμένη χρήση:

Νοείται ότι, η ως άνω απαλλαγή εφαρμόζεται σε περίπτωση κατά την οποία η μετουσιωμένη αλκοόλη-

(i) έχει ενσωματωθεί στο προϊόν που δεν προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση· ή

(ii) χρησιμοποιείται για συντήρηση και καθαρισμό του εξοπλισμού παρασκευής που χρησιμοποιείται για τη συγκεκριμένη διαδικασία παρασκευής:

Νοείται περαιτέρω ότι, για τη διακίνηση μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης που δεν έχει ακόμη ενσωματωθεί σε προϊόν που δεν προορίζεται για ανθρώπινη κατανάλωση εφαρμόζονται οι διατάξεις του Μέρους V,

(γ) όταν χρησιμοποιούνται από τις ιατρικές υπηρεσίες της Δημοκρατίας με την έγκριση του Γενικού Διευθυντή του Υπουργείου Υγείας,

(δ) όταν  χρησιμοποιούνται για την παραγωγή φαρμάκων, όπως αυτά αναφέρονται στον περί Φαρμάκων Ανθρώπινης Χρήσης (Έλεγχος Ποιότητας, Προμήθειας και Τιμών) Νόμο και στον περί Κτηνιατρικών Φαρμακευτικών Προϊόντων (Έλεγχος Ποιότητας, Εγγραφή, Κυκλοφορία, Παρασκευή, Χορήγηση και Χρήση) Νόμο.

(ε) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή ξυδιού, σύμφωνα με τον ορισμό του κωδικού Σ.Ο. 2209,

(ζ) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή αρωματικών ουσιών που προορίζονται για την παραγωγή ειδών διατροφής και μη αλκοολούχων ποτών, με ογκομετρικό αλκοολικό τίτλο μέχρι 1,2%,

(η) όταν χρησιμοποιούνται ως πρώτη ύλη ή ως συστατικά ημιτελών προϊόντων για την παραγωγή ειδών διατροφής, γεμιστών ή μη, εφόσον σε κάθε περίπτωση η περιεχόμενη αλκοόλη δεν υπερβαίνει τα 8,5 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά 100 χιλιόγραμμα προϊόντος για τις σοκολάτες και τα 5 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης ανά 100 χιλιόγραμμα προϊόντος, για άλλα προϊόντα,

(2) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και προϋποθέσεις για παραχώρηση των απαλλαγών που καθορίζονται στο εδάφιο (1).

(3) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να απαλλάξει τα προϊόντα που εμπίπτουν στον όρο "αιθυλική αλκοόλη" από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή επιτρέψει την επιστροφή του καταβληθέντος σ’ αυτά ειδικού φόρου κατανάλωσης υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει στις πιο κάτω περιπτώσεις:

(α) όταν χρησιμοποιούνται ως δείγματα για αναλύσεις για τη διεξαγωγή των αναγκαίων δοκιμών παραγωγής ή για επιστημονικούς σκοπούς,

(β) όταν χρησιμοποιούνται για σκοπούς επιστημονικής έρευνας,

(γ) όταν χρησιμοποιούνται για ιατρικούς σκοπούς σε νοσοκομεία και φαρμακεία·

(δ) όταν χρησιμοποιούνται για την παραγωγή προϊόντων, εφόσον δεν περιέχουν αλκοόλη στην τελική τους μορφή·

(ε) όταν χρησιμοποιούνται στην παρασκευή ενός συστατικού προϊόντος μη υποκειμένου σε ειδικό φόρο κατανάλωσης βάσει των διατάξεων του παρόντος Νόμου·

(στ) όταν χρησιμοποιούνται στην παρασκευή συμπληρωμάτων διατροφής, όπως αυτά καθορίζονται στους περί Συμπληρωμάτων Διατροφής Κανονισμούς του 2004, τα οποία περιέχουν αιθυλική αλκοόλη, σε περίπτωση κατά την οποία η μονάδα συσκευασίας του συμπληρώματος διατροφής που διατίθεται προς κατανάλωση δεν υπερβαίνει το 0,15 λίτρο και τα συμπληρώματα διατροφής διατίθενται στην αγορά δυνάμει της παραγράφου (1) του Κανονισμού 4 των εν λόγω Κανονισμών.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί αιθυλική αλκοόλη για άλλο από τον προβλεπόμενο στις απαλλαγές των εδαφίων (1) και (3) σκοπό, ή αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους και προϋποθέσεις που αναφέρονται στη γνωστοποίηση του εδαφίου (2) και στο διάταγμα του εδαφίου (3), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και τα είδη στην κατασκευή των οποίων χρησιμοποιήθηκαν προϊόντα που περιλαμβάνονται στον όρο αιθυλική αλκοόλη, υπόκεινται σε δήμευση.

Ειδικός φόρος κατανάλωσης μπύρας, κρασιού, ποτών παρασκευαζόμενων με ζύμωση και ενδιάμεσων προϊόντων

53. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας ειδικός φόρος κατανάλωσης στην μπύρα, στο κρασί, στα ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση μη συμπεριλαμβανομένου του κρασιού και της μπύρας και στα ενδιάμεσα προϊόντα που καθορίζονται στο Δεύτερο Παράρτημα σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο ίδιο Παράρτημα.

Απαλλαγή μπύρας

54. Όταν μπύρα η οποία έχει κατασκευαστεί στη Δημοκρατία, παραδίδεται στα Ναυτικά, Στρατιωτικά και Αεροπορικά Ιδρύματα (Ν.Α.Α.Φ.Ι.) για αποκλειστική χρήση ή κατανάλωση από αυτά ή για πώληση στα μέλη τους, η μπύρα αυτή θα απαλλάσσεται από την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης υπό τους όρους και προϋποθέσεις οι οποίοι δύναται να επιβληθούν σε γνωστοποίηση που εκδίδει ο Διευθυντής.

Παραγωγή προϊόντων εκτός φορολογικών αποθηκών

55. Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και προϋποθέσεις για την παραγωγή των προϊόντων του παρόντος Μέρους εκτός φορολογικών αποθηκών, οι οποίες εγκρίνονται δυνάμει του άρθρου 9, από αλκοολούχα συστατικά προϊόντα τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής, νοουμένου ότι ο ειδικός φόρος κατανάλωσης επί των συστατικών έχει καταβληθεί εκ των προτέρων και ο συνολικός καταβλητέος φόρος για τα αλκοολούχα συστατικά προϊόντα δεν είναι λιγότερος από τον καταβλητέο φόρο για το προϊόν που προκύπτει από την ανάμιξη τους.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΟΙΝΟΠΝΕΥΜΑΤΟΠΟΙΟΣ Α ΚΑΙ Β ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ – ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗΣ ΖΙΒΑΝΙΑΣ – ΠΟΤΟΠΟΙΟΣ – ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΗΣ ΜΠΥΡΑΣ - ΜΕΤΟΥΣΙΩΤΗΣ ΚΛΠ
Άδεια κατασκευής αιθυλικής αλκοόλης

56. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει αιθυλική αλκοόλη:

(α) με απόσταξη ζυμωθεισών γεωργικών υλών ή με άλλη μέθοδο, εκτός αν κατέχει ειδική για το σκοπό αυτό άδεια οινοπνευματοποιού Α΄ κατηγορίας που παρέχεται από το Διευθυντή˙

(β) με απόσταξη ζυμωθέντων στεμφύλων σταφυλιών, εκτός αν κατέχει ειδική για το σκοπό αυτό άδεια κατασκευαστή ζιβανίας που παρέχεται από το Διευθυντή, ή άδεια κατοχής και χρήσης απλού άμβυκα:

Νοείται ότι με την προϋπόθεση της τήρησης όλων των όρων τους οποίους ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε επιβάλει, ο Οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας δύναται σύμφωνα με την άδεια την οποία κατέχει να εξουσιοδοτηθεί στην απόσταξη ζυμωθέντων στεμφύλων σταφυλιών με σκοπό την κατασκευή ζιβανίας. Κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται με αυτό τον τρόπο αναφέρεται ως "εξουσιοδοτημένος κατασκευαστής ζιβανίας".

(2) Οι άδειες οινοπνευματοποιού Α΄ κατηγορίας και κατασκευαστή ζιβανίας υπόκεινται στην καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών. Η ισχύς των αδειών αυτών εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοση τους μηνός Δεκεμβρίου.

(3) Η άδεια κατασκευαστή ζιβανίας παρέχει στον κάτοχό της το δικαίωμα παραγωγής μόνο του αποστάγματος στεμφύλων σταφυλιών του κατάλληλου για την παραγωγή ζιβανίας.

(4) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση ελέγχου ή εφόσον κριθεί ότι δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

(5) Οι άδειες οινοπνευματοποιού Α΄ κατηγορίας και κατασκευαστή ζιβανίας παρέχουν στους κατόχους τους το δικαίωμα να πωλούν χονδρικά αιθυλική αλκοόλη και ζιβανία αντίστοιχα, δικής τους κατασκευής, στα εγκεκριμένα από το Διευθυντή υποστατικά τους.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποίησης σχετικά με την κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης κλπ

57. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και προϋποθέσεις για:

(α) την κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης από τον οινοπνευματοποιό Α΄ κατηγορίας, είτε με απόσταξη ζυμωθεισών υλών είτε με άλλη μέθοδο˙

(β) την παραγωγή αποστάγματος στεμφύλων σταφυλιών και ζιβανίας από αδειούχους "κατασκευαστές ζιβανίας"˙

(γ) την παραλαβή, αποθήκευση, μεταφορά και παράδοση αιθυλικής αλκοόλης από οινοπνευματοποιείο˙

(δ) την κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης για διαφορετικούς σκοπούς ή με διαφορετικές μεθόδους.

(ε) κάθε λεπτομέρεια για τη διασφάλιση της καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(2) Όταν ο Διευθυντής -

(α) πεισθεί ότι οποιαδήποτε μέθοδος κατασκευής αιθυλικής αλκοόλης αποβλέπει πρωταρχικά στην κατασκευή άλλου προϊόντος εκτός αιθυλικής αλκοόλης ˙ ή

(β) κρίνει σκόπιμο στην περίπτωση οποιουδήποτε προσώπου που κατασκευάζει αιθυλική αλκοόλη με άλλη μέθοδο εκτός από αυτή της απόσταξης ζυμωθεισών υλών,

δύναται να ορίσει με γνωστοποίηση του ότι, εφόσον τηρηθούν οι όροι, τους οποίους ήθελε, υπό τις περιστάσεις, επιβάλει, ορισμένες από τις διατάξεις του παρόντος Μέρους, που αφορούν την κατασκευή ή τους κατασκευαστές αιθυλικής αλκοόλης ή ορισμένες γνωστοποιήσεις δυνάμει του παρόντος Μέρους, δεν θα εφαρμόζονται στην περίπτωση του προσώπου αυτού.

(3) Με την επιφύλαξη του εδαφίου (2), οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, η δε αιθυλική αλκοόλη και οποιαδήποτε αγγεία, σκεύη και υλικά, τα οποία είναι δυνατό να χρησιμοποιηθούν για την απόσταξη ή με άλλο τρόπο για την κατασκευή ή παρασκευή αιθυλικής αλκοόλης και σχετίζονται με τη διάπραξη του αδικήματος, υπόκεινται σε δήμευση.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε όρο που επιβλήθηκε δυνάμει του εδαφίου (2), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, η δε αιθυλική αλκοόλη, αναφορικά με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

Άδεια ανακαθαρισμού αιθυλικής αλκοόλης και ποτοποιία

58. (1) Απαγορεύεται ο ανακαθαρισμός αιθυλικής αλκοόλης από οποιοδήποτε πρόσωπο και η διατήρηση αποστακτήρα για τον σκοπό αυτό, εκτός αν κατέχει άδεια οινοπνευματοποιού Β΄ κατηγορίας που παρέχεται από το Διευθυντή:

Νοείται ότι, με την προϋπόθεση της τήρησης όλων των όρων, τους οποίους ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε επιβάλει, ο οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας δύναται σύμφωνα με την άδεια την οποία κατέχει να εξουσιοδοτηθεί στον ανακαθαρισμό αμπελοοινικού αποστάγματος, που παραλαμβάνεται από παραγωγό αμπελοοινικού αποστάγματος, ή αιθυλική αλκοόλη δικής του κατασκευής· κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται με αυτό τον τρόπο, αναφέρεται ως "εξουσιοδοτημένος οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας".

(2) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να προβαίνει στην κατασκευή ή και εμφιάλωση ποτών, εκτός αν κατέχει άδεια ποτοποιού που παρέχεται από το Διευθυντή, υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε αυτός εκάστοτε επιβάλει, μετά από αίτηση προσώπου:

Νοείται ότι, με την προϋπόθεση της τήρησης όλων των όρων, τους οποίους ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε επιβάλει ο οινοπνευματοποιός Α΄ και Β΄ κατηγορίας δύναται σύμφωνα με την άδεια την οποία κατέχει να εξουσιοδοτηθεί στην κατασκευή και εμφιάλωση ποτών· κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται με αυτό τον τρόπο αναφέρεται ως "εξουσιοδοτημένος ποτοποιός".

(3) Οι άδειες "οινοπνευματοποιού Β΄ κατηγορίας" και "ποτοποιού" υπόκεινται στην καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών. Η ισχύς των αδειών αυτών εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου, της έκδοσής τους, μηνός Δεκεμβρίου˙

(4) Άδεια ή εξουσιοδότηση που παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό επιτρέπει:

(α) στον αδειούχο ή εξουσιοδοτημένο οινοπνευματοποιό Β΄ κατηγορίας τη χονδρική εμπορία αιθυλικής αλκοόλης και

(β) στον αδειούχο ή εξουσιοδοτημένο ποτοποιό τη χονδρική εμπορία ποτών,

στα εγκεκριμένα από το Διευθυντή υποστατικά τους.

(5) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση ελέγχου ή εφόσον δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

Γνωστοποίηση για τον ανακαθαρισμό αιθυλικής αλκοόλης και την ποτοποιία

59. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και προϋποθέσεις για -

(α) τον ανακαθαρισμό αιθυλικής αλκοόλης και τη ποτοποιία˙

(β) την παραλαβή, αποθήκευση, μεταφορά και παράδοση αιθυλικής αλκοόλης από οινοπνευματοποιό Β΄ κατηγορίας και ποτοποιό.

(γ) τη διασφάλιση των καταβλητέων ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους και τις προϋποθέσεις που τίθενται στη γνωστοποίηση, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, και η αιθυλική αλκοόλη και οποιαδήποτε αγγεία, σκεύη και υλικά, αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

Περιορισμοί που αφορούν τους οινοπνευματοποιούς Β΄ κατηγορίας

60. (1) Ο οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας δεν δύναται να επαναποστάζει ή εξάγει αιθυλική αλκοόλη από ύλες άλλες εκτός από τη νόμιμα λαμβανόμενη ή παραγόμενη από αυτόν αιθυλική αλκοόλη.

(2) Ο οινοπνευματοποιός Β΄ κατηγορίας δεν δύναται να έχει στην κατοχή του:

(α) εκτός από την πιο πάνω αιθυλική αλκοόλη, οποιαδήποτε ύλη από την οποία είναι δυνατή η απόσταξη αιθυλικής αλκοόλης˙

(β) αιθυλική αλκοόλη για την οποία αυτός δεν κατέχει ούτε παρέδωσε στον λειτουργό την προβλεπόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο.

(3) Κάθε οινοπνευματοποιός Β’ κατηγορίας, ο οποίος αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε από τις διατάξεις του άρθρου αυτού, ή του οποίου ο αποστακτήρας εξευρίσκεται να περιέχει ύλες που είναι δυνατό να αποσταχθούν, εκτός από τη νόμιμα παραληφθείσα από αυτόν αιθυλική αλκοόλη, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί σε ποσότητα αιθυλικής αλκοόλης σε λίτρα άνυδρης αλκοόλης, ίση με την ποσότητα των υλών ή της αιθυλικής αλκοόλης, αναφορικά με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και οποιεσδήποτε τέτοιες ύλες υπόκεινται σε δήμευση.

Αποθήκη ωρίμανσης

61. (1) Ο Οινοπνευματοποιός Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή ο ποτοποιός δύναται να εναποθέτει σε τόπο ασφαλούς αποθήκευσης εγκεκριμένο από το Διευθυντή, αιθυλική αλκοόλη με σκοπό την παλαίωση χωρίς την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης ή με επιστροφή του καταβληθέντος ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(2) Κάθε τόπος ασφαλούς εναπόθεσης αιθυλικής αλκοόλης με σκοπό την παλαίωση, ο οποίος έχει εγκριθεί από το Διευθυντή δυνάμει του εδαφίου (1), αναφέρεται στον παρόντα Νόμο ως "αποθήκη ωρίμανσης".

(3) Ο οινοπνευματοποιός Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή ο ποτοποιός ο οποίος, μετά την έγκριση της αποθήκης ωρίμανσης, προβαίνει χωρίς προηγούμενη άδεια του Διευθυντή σε οποιαδήποτε αλλαγή ή προσθήκη σε αυτή, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες.

(4) Ο Διευθυντής δύναται, με γνωστοποίησή του, να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις για:

(α) την αποθήκευση αιθυλικής αλκοόλης σε αποθήκες ωρίμανσης˙

(β) τη διασφάλιση των καταβλητέων ειδικών φόρων κατανάλωσης που αναλογούν στην αποθηκευμένη αιθυλική αλκοόλη.

(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο με αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιοδήποτε όρο ή προϋπόθεση σύμφωνα με το εδάφιο (4), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω και η αιθυλική αλκοόλη, αναφορικά με την οποία διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

Αδικήματα κατά τη μεταφορά αιθυλικής αλκοόλης από οινοπνευματοποιείο κλπ

62. Οποιοδήποτε πρόσωπο με γνώση του και με σκοπό την καταδολίευση της Δημοκρατίας από τους καταβλητέους ειδικούς φόρους κατανάλωσης:

(α) αποκρύπτει σε οινοπνευματοποιείο ή μεταφέρει από αυτό χωρίς το απαιτούμενο έγγραφο οποιαδήποτε αιθυλική αλκοόλη˙ ή

(β) αγοράζει ή λαμβάνει ή έχει στην κατοχή του αιθυλική αλκοόλη, η οποία αποκρύπτεται ή μεταφέρεται όπως αναφέρεται στην παράγραφο (α) και για την οποία δεν έχει καταβληθεί ο ειδικός φόρος κατανάλωσης,

το πρόσωπο αυτό είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί σε αυτή, ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και η αιθυλική αλκοόλη υπόκειται σε δήμευση.

Ποινή για παράνομη κατασκευή αιθυλικής αλκοόλης κλπ

63. (1) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, οποιοδήποτε πρόσωπο:

(α) κατασκευάζει αιθυλική αλκοόλη είτε με απόσταξη ζυμωθεισών υλών είτε με άλλη μέθοδο˙ ή

(β) έχει στην κατοχή του ή χρησιμοποιεί αποστακτήρα για την απόσταξη ή ανακαθαρισμό αιθυλικής αλκοόλης, ή

(γ) κατασκευάζει ή και εμφιαλώνει ποτά,

χωρίς να είναι κάτοχος άδειας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας που του παρασχέθηκε είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής.

(2) Σε περίπτωση που τα αποδεικτικά στοιχεία που υπάρχουν δεν επαρκούν για την καταδίκη κάποιου προσώπου σύμφωνα με το εδάφιο (1), αποδεικνύεται όμως ότι διαπράχθηκε αυτό το αδίκημα σε κάποιο μέρος υποστατικού που ανήκει ή κατέχεται από το πρόσωπο αυτό, υπό τέτοιες περιστάσεις ώστε θα ήταν αδύνατη η διάπραξη του αδικήματος χωρίς τη γνώση του, το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

(3) Η αιθυλική αλκοόλη, οι αποστακτήρες, άμβυκες, τα αγγεία, σκεύη και υλικά που προορίζονται για την κατασκευή, απόσταξη ή παραλαβή αιθυλικής αλκοόλης -

(α) τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή οποιουδήποτε προσώπου, το οποίο διέπραξε αδίκημα σύμφωνα με το εδάφιο (1)˙ ή

(β) τα οποία εξευρίσκονται σε οποιοδήποτε υποστατικό στο οποίο διαπράχθηκε τέτοιο αδίκημα,

υπόκεινται σε δήμευση.

Άδεια κατοχής και χρήσης απλού άμβυκα

64. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατέχει άμβυκα εκτός αν είναι πωλητής ή κατασκευαστής αμβύκων ή κατέχει ειδική για το σκοπό αυτό άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή.

(2) Η ισχύς της άδειας αυτής λήγει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου της έκδοσης της μηνός Δεκεμβρίου:

Νοείται ότι δεν εκδίδεται άδεια για κατοχή και χρήση απλού άμβυκα, εκτός αν ο αιτητής ικανοποιήσει το Διευθυντή ότι ο άμβυκας αυτός θα εγκατασταθεί σε χωριό όπου καλλιεργούνται σταφύλια για την παραγωγή αμπελοοινικού αποστάγματος.

(3) Ο παραγωγός αμπελοοινικού αποστάγματος απαγορεύεται να προβαίνει σε εμφιάλωση του αμπελοοινικού αποστάγματος εκτός αν κατέχει άδεια που να επιτρέπει την εμφιάλωση η οποία παρέχεται από το Διευθυντή.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου αυτού είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και τις δύο ποινές και ο άμβυκας αναφορικά με τον οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

(5) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να ρυθμίσει κάθε λεπτομέρεια για την κατασκευή, κατοχή, χρήση και διάθεση αμπελοοινικού αποστάγματος.

Περιορισμοί στη διάθεση αμπελοοινικού αποστάγματος

65. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να πωλεί ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο να διαθέτει το αμπελοοινικό απόσταγμα, εκτός αν είναι παραγωγός και πωλεί ή διαθέτει αυτό σε οινοπνευματοποιό Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή ποτοποιό ή άλλον παραγωγό ο οποίος έχει εξασφαλίσει άδεια εμφιάλωσης του.

(2) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο, εκτός του παραγωγού ή προσώπου που νόμιμα κομίζει ή μεταφέρει αμπελοοινικό απόσταγμα, κατά την ενάσκηση της επιχείρησής του, να έχει στην κατοχή του ή κάτω από τον έλεγχο του αμπελοοινικό απόσταγμα.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου αυτού είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στο αμπελοοινικό απόσταγμα αναφορικά με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, το δε αμπελοοινικό απόσταγμα, υπόκειται σε δήμευση.

Μεταφορά ή αποστολή αμπελοοινικού αποστάγματος

66. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου απαγορεύεται η μεταφορά ή αποστολή από παραγωγό αμπελοοινικού αποστάγματος, σε οινοπνευματοποιό Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή ποτοποιό ή άλλον παραγωγό ο οποίος έχει εξασφαλίσει άδεια εμφιάλωσής του ή η παραλαβή αμπελοοινικού αποστάγματος από τα πρόσωπα αυτά, εκτός αν η αποστολή συνοδεύεται από έγγραφο που καθορίζει ο Διευθυντής και καταβληθούν οι αναλογούντες ειδικοί φόροι κατανάλωσης από τα πρόσωπα που παραλαμβάνουν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Νόμου.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του άρθρου αυτού, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στο αμπελοοινικό απόσταγμα αναφορικά με το οποίο διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι ένα χρόνο ή και στις δύο ποινές αυτές και το αμπελοοινικό απόσταγμα, υπόκειται σε δήμευση.

Εξουσιοδότηση και άδεια κατασκευής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης

67. (1) Ο Διευθυντής δύναται μετά από αίτηση να εξουσιοδοτήσει υπό όρους που επιβάλλει κατά την κρίση του, τον οινοπνευματοποιό Α΄ ή Β΄ κατηγορίας ή ποτοποιό, για μετουσίωση αιθυλικής αλκοόλης. Κάθε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο με τον τρόπο αυτό, αναφέρεται ως "εξουσιοδοτημένος κατασκευαστής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης".

(2) Με την εξαίρεση του εξουσιοδοτημένου κατασκευαστή μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, απαγορεύεται από οποιοδήποτε πρόσωπο η κατασκευή μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, εκτός αν κατέχει άδεια κατασκευαστή μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης που παρέχεται από το Διευθυντή, υπό όρους που επιβάλλει κατά την κρίση του˙

(3) Κάθε άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή σύμφωνα με το εδάφιο (2), υπόκειται στην καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών˙ η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου της έκδοσής της μηνός Δεκεμβρίου.

(4) Η εξουσιοδότηση ή άδεια κατασκευής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης παρέχει στον κάτοχο της το δικαίωμα να πωλεί χονδρικά μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη δικής του κατασκευής, στα εγκεκριμένα από το Διευθυντή υποστατικά του.

(5) Οποιοδήποτε πρόσωπο προβαίνει στη μετουσίωση αιθυλικής αλκοόλης χωρίς να κατέχει εξουσιοδότηση ή άδεια κατασκευής μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης ή κατά παράβαση των όρων της εξουσιοδότησης ή άδειας που προβλέπονται στα εδάφια (1) και (2) είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και η αιθυλική αλκοόλη ή η μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη, αναφορικά με τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

Εξουσία έκδοσης Διατάγματος που αφορά τη μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη

68. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να καθορίσει τα είδη της μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης και τις ουσίες που χρησιμοποιούνται στη μετουσίωση καθώς και τους όρους, τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια για τη μετουσίωση, προμήθεια, αποθήκευση, μεταφορά, πώληση, παράδοση, παραλαβή και χρήση της μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης και των υλών που χρησιμοποιούνται για μετουσίωση.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο με αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του διατάγματος που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και η αιθυλική αλκοόλη ή η μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη, αναφορικά με τις οποίες διαπράχθηκε το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο εξουσιοδοτημένο από το Διάταγμα που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), στην προμήθεια οποιουδήποτε είδους μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης με γνώση του προμηθεύει τέτοια αιθυλική αλκοόλη σε πρόσωπο μη εξουσιοδοτημένο από το Διάταγμα στην παραλαβή της, ανεξάρτητα οποιασδήποτε ποινικής ευθύνης, την οποία δυνατό να έχει, οφείλει να καταβάλει τον καταβλητέο σε αυτή ειδικό φόρο κατανάλωσης.

(4) Με εξαίρεση τους εξουσιοδοτημένους ή αδειούχους κατασκευαστές μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης, οποιοδήποτε πρόσωπο έχει στην κατοχή του μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη την οποία αυτός παρέλαβε κατά παράβαση των όρων του πιο πάνω Διατάγματος, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και η μετουσιωμένη αιθυλική αλκοόλη υπόκειται σε δήμευση.

Εξουσιοδότηση κατασκευής ενδιάμεσων προϊόντων και αφρωδών κρασιών

69. (1) Ο οινοπνευματοποιός Α΄ κατηγορίας και ο αδειούχος ποτοποιός είναι δυνατόν να εξουσιοδοτηθούν από το Διευθυντή υπό τους όρους τους οποίους ήθελε εκάστοτε καθορίσει, όπως κατασκευάζουν ενδιάμεσα προϊόντα ή αφρώδη κρασιά.

(2) Κάθε πρόσωπο που εξουσιοδοτείται με αυτό τον τρόπο αναφέρεται ως "εξουσιοδοτημένος κατασκευαστής ενδιάμεσων προϊόντων ή εξουσιοδοτημένος κατασκευαστής αφρωδών οίνων". Η εξουσιοδότηση που παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό επιτρέπει στον κάτοχό της τη χοντρική εμπορία ενδιάμεσων προϊόντων ή και αφρωδών οίνων δικής τους κατασκευής στο εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό του.

Άδεια κατασκευής μπύρας

70. (1) Εκτός αν προνοείται διαφορετικά στον παρόντα Νόμο, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει μπύρα εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή, με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών˙ η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοσή της μήνα Δεκεμβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση ελέγχου ή εφόσον κριθεί ότι δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

(3) Η άδεια κατασκευής μπύρας εξουσιοδοτεί τον κατασκευαστή μπύρας όπως εμπορεύεται χονδρικά μπύρα δικής του κατασκευής στο εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό του.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατασκευάζει μπύρα χωρίς να κατέχει άδεια, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας αυτής, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, και η μπύρα ή τα αγγεία, σκεύη και υλικά κατασκευής μπύρας τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή του υπόκεινται σε δήμευση.

Ειδική άδεια κατασκευής μπύρας σε εστιατόρια κλπ

71. Ο Διευθυντής δύναται να χορηγήσει ειδική άδεια κατασκευής μπύρας για επιτόπια κατανάλωση σε εστιατόρια, ταβέρνες και λοιπές ομοειδείς επιχειρήσεις, υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε καθορίσει και με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων τελών.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποίησης που αφορά στην κατασκευή μπύρας

72. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει

(α) τους όρους και τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια που διέπουν την κατασκευή, αποθήκευση και διάθεση μπύρας

(β) τη διασφάλιση των καταβλητέων ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και οποιαδήποτε αντικείμενα, είδη ή υλικά, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

Αδικήματα κατασκευαστών μπύρας

73. Κάθε κατασκευαστής μπύρας ο οποίος αποκρύπτει μπύρα για να παρεμποδίσει τον έλεγχό της από εξουσιοδοτημένο λειτουργό, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών, και η μπύρα, αναφορικά με την οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

Άδεια κατασκευής προϊόντων που εμπίπτουν στον ορισμό "αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά"

74. (1) Εκτός αν προβλέπεται διαφορετικά στο παρόν Κεφάλαιο, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει προϊόντα τα οποία εμπίπτουν στον ορισμό "αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά", εξαιρουμένων των προϊόντων που υπόκεινται σε μηδενικό συντελεστή φόρου κατανάλωσης, εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή, με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών. η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοσή της, μηνός Δεκεμβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση έλεγχου ή εφόσον κριθεί ότι δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

(3) Η άδεια κατασκευής των πιο πάνω αναφερομένων προϊόντων εξουσιοδοτεί τον κατασκευαστή τους όπως εμπορεύεται χονδρικά τα προϊόντα δικής του κατασκευής και στο αδειούχο υποστατικό του.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατασκευάζει τα αναφερόμενα στο εδάφιο (1) προϊόντα που υπόκεινται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης χωρίς να κατέχει άδεια, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας αυτής, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και τα προϊόντα ή τα αγγεία, σκεύη και υλικά κατασκευής των προϊόντων αυτών τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή του, υπόκεινται σε δήμευση.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποίησης που αφορά την κατασκευή προϊόντων που εμπίπτουν στον ορισμό «αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά»

75. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει

(α) τους όρους και τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια που διέπουν την κατασκευή, αποθήκευση και διάθεση αλκοόλης και αλκοολούχων ποτών.

(β) τη διασφάλιση των καταβλητέων ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή το σε κάθε περίπτωση μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και οποιαδήποτε αντικείμενα, είδη ή προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ - ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Απόδειξη καταβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης

76. Αν σε οποιοδήποτε χρόνο, οποιοδήποτε πρόσωπο που κατέχει, πωλεί, ή παραδίδει αλκοόλη και αλκοολούχα ποτά σύμφωνα με άδεια που εκδίδεται σύμφωνα με τον παρόντα ή οποιοδήποτε άλλο Νόμο, δεν είναι σε θέση να αποδείξει ότι κατέβαλε τον αναλογούντα στα προϊόντα ειδικό φόρο κατανάλωσης, αφού κληθεί από εξουσιοδοτημένο λειτουργό προς τούτο, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και τα προϊόντα αυτά υπόκεινται σε δήμευση.

Δήμευση αιθυλικής αλκοόλης

77. Όταν σύμφωνα με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου, αιθυλική αλκοόλη υπόκειται σε δήμευση ως αποτέλεσμα διάπραξης ποινικού αδικήματος από οποιοδήποτε πρόσωπο υποκείμενο στις διατάξεις του παρόντος Νόμου -

(α) αν η διάταξη αυτή καθορίζει την ποσότητα της αιθυλικής αλκοόλης η οποία υπόκειται σε δήμευση, δεν καθορίζει όμως ειδικά ποια αιθυλική αλκοόλη υπόκειται σε δήμευση, ο Διευθυντής δύναται να κατάσχει το ισοδύναμο της ποσότητας αυτής, η οποία υπολογίζεται σε λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης από οποιαδήποτε αιθυλική αλκοόλη στα αποθέματα του προσώπου αυτού· και

(β) όταν η διάταξη καθορίζει ειδικά την αιθυλική αλκοόλη η οποία υπόκειται σε δήμευση, ο Διευθυντής δύναται να κατάσχει αντί της καθοριζομένης αιθυλικής αλκοόλης, ισοδύναμη ποσότητα, η οποία υπολογίζεται σε λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης, από οποιαδήποτε αιθυλική αλκοόλη στα αποθέματα του προσώπου αυτού.

Βεβαίωση δύναμης, πυκνότητας, ειδικού βάρους, βάρους και όγκου αιθυλικής αλκοόλης κτλ

78. Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τα μέσα και μεθόδους τα οποία πρέπει να χρησιμοποιούνται για βεβαίωση της δύναμης, πυκνότητας, του ειδικού βάρους, του βάρους ή του όγκου της αιθυλικής αλκοόλης, της μετουσιωμένης αιθυλικής αλκοόλης και κάθε υγρού που έχει υποστεί ζύμωση.

Μικροί οινοπαραγωγοί

79. Οι οινοπαραγωγοί που παράγουν κατά μέσο όρο μέχρι 1000 εκατόλιτρα κρασιού ετησίως απαλλάσσονται από τις υποχρεώσεις που προβλέπονται σχετικά με τις φορολογικές αποθήκες και την κυκλοφορία των προϊόντων όπως αυτές καθορίζονται στα Μέρη IV και V του παρόντος Νόμου, υπό όρους και προϋποθέσεις που δυνατόν να καθορίζονται σε γνωστοποίηση του Διευθυντή.

Καταστροφή υπολειμμάτων προϊόντων

80. Σε αιτιολογημένες περιπτώσεις δύναται υπολείμματα προϊόντων που αναφέρονται στο παρόν Μέρος να επιτραπεί από το Διευθυντή υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε καθορίσει, όπως καταστραφούν νοουμένου ότι δεν θα επιβαρυνθεί με έξοδα η Δημοκρατία.

Ετήσιο πιστοποιητικό στους ανεξάρτητους μικρούς παραγωγούς

80Α.-(1)(α) Το Τελωνείο χορηγεί, κατόπιν αιτήματος, σε ανεξάρτητους μικρούς παραγωγούς εγκατεστημένους στο έδαφος της Δημοκρατίας ετήσιο πιστοποιητικό με το οποίο επιβεβαιώνεται η ετήσια συνολική παραγωγή, καθώς και η συμμόρφωσή τους με τα κριτήρια που ορίζονται στον παρόντα Νόμο, ανάλογα με την περίπτωση:

Νοείται ότι, για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως ανεξάρτητοι μικροί παραγωγοί νοούνται-

(i) ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο·

(ii) ανεξάρτητος μικρός οινοπαραγωγός·

(iii) ανεξάρτητος μικρός παραγωγός λοιπών ποτών παρασκευαζόμενων με ζύμωση·

(vi) ανεξάρτητος μικρός παραγωγός ενδιάμεσων προϊόντων· και

(v) ανεξάρτητο μικρό αποστακτήριο.

(β) Το διοικητικό έγγραφο για τη διακίνηση προϊόντων βάσει των διατάξεων του Μέρους V ή V(A) παραπέμπει στο προβλεπόμενο στο παρόν εδάφιο πιστοποιητικό.

(2) Το Τελωνείο αναγνωρίζει τα προβλεπόμενα στο εδάφιο (1) πιστοποιητικά, τα οποία έχουν εκδοθεί από άλλο κράτος μέλος, εκτός εάν συντρέχουν δεόντως δικαιολογημένες περιστάσεις.

(3) Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με εκτελεστικές πράξεις που εκδίδει, καθορίζει-

(α) το έντυπο του προβλεπόμενου στο εδάφιο (1) πιστοποιητικού· και

(β) τον τρόπο παραπομπής στο εν λόγω πιστοποιητικό στο διοικητικό έγγραφο για τη διακίνηση προϊόντων βάσει των διατάξεων του Μέρους V ή V(Α).

ΜΕΡΟΣ ΧI ΚΑΠΝΙΚΑ ΠΡΟΪΟΝΤΑ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ ΚΑΠΝΑ
Ορισμοί

81. (1) Στον παρόντα Νόμο «βιομηχανοποιημένα καπνά» θεωρούνται:

(α) τα τσιγάρα:

(i) οι κύλινδροι καπνού που μπορούν να καπνίζονται ως έχουν και οι οποίοι δεν είναι πούρα ή σιγαρίλος,

(ii) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό γλιστρούν μέσα σε σωλήνες τσιγάρων,

(iii) οι κύλινδροι καπνού, οι οποίοι με απλό μη βιομηχανικό χειρισμό περιτυλίγονται σε τσιγαρόχαρτα.

(β) Τα πούρα ή πουράκια αν μπορούν και, δεδομένων των χαρακτηριστικών τους και των συνήθων καταναλωτικών προσδοκιών, προορίζονται αποκλειστικά να καπνίζονται ως έχουν:

(i)κύλινδροι καπνού με εξωτερικό περιτύλιγμα από φυσικό καπνό.

(ii)κύλινδροι καπνού με κοπανισμένο μείγμα καπνού και με εξωτερικό περιτύλιγμα στο σύνηθες χρώμα του πούρου, από ανασυσταθέντα καπνό, που καλύπτει πλήρως το προϊόν και όπου χρειάζεται και το φίλτρο, όχι όμως και το επιστόμιο στην περίπτωση προϊόντων με επιστόμιο, όπου το βάρος ανά μονάδα, μη περιλαμβανομένου του φίλτρου ή του επιστομίου, δεν είναι μικρότερο από 2,3 γραμμάρια ούτε μεγαλύτερο από 10 γραμμάρια και η περίμετρος στο ένα τρίτο τουλάχιστον του μήκους δεν είναι μικρότερη από 34 χιλιοστά.

(γ) ο λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων:

(i) O κομμένος ή κατ’ άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για κάπνισμα χωρίς μεταγενέστερη βιομηχανική μεταποίηση, και του οποίου τουλάχιστον το 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μικρότερο από 1,5 χιλιοστόμετρο,

(ii) ο καπνός καπνίσματος στον οποίο περισσότερο από 25% του βάρους των σωματιδίων καπνού έχει πλάτος κοπής μεγαλύτερο από ίσο προς 1,5 χιλιοστόμετρο ή μεγαλύτερο και ο οποίος πωλήθηκε ή προορίζεται να πωληθεί για την κατασκευή χειροποίητων τσιγάρων.

(δ) άλλα καπνά για κάπνισμα:

(i) Ο κομμένος ή κατ’ άλλο τρόπο τεμαχισμένος καπνός, φιλαρισμένος (νηματοποιημένος) ή πεπιεσμένος σε πλάκες, ο οποίος είναι κατάλληλος για κάπνισμα χωρίς μεταποίηση.

(ii)  τα συσκευασμένα για λιανική πώληση υπολείμματα καπνού, τα οποία δεν εμπίπτουν στους πιο πάνω ορισμούς (α), (β) και (γ) και τα οποία μπορούν να καπνιστούν.

Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ως «υπολείμματα καπνού» νοούνται τα κατάλοιπα των φύλλων καπνού και τα υποπροϊόντα που προέρχονται από την επεξεργασία του καπνού ή την παραγωγή προϊόντων καπνού.

(ε) θερμαινόμενα προϊόντα καπνού:

Προϊόντα που περιέχουν μέιγμα καπνού τα οποία παράγουν αερόλυμα μέσω της θέρμανσης του μείγματος και όχι καύσης.

(2)  Εξομοιώνονται με πούρα και πουράκια τα προϊόντα τα οποία αποτελούνται εν μέρει από άλλες ουσίες πλην του καπνού αλλά κατά τα λοιπά ανταποκρίνονται στα κριτήρια του ορισμού (β) του εδαφίου (1).

(3) Εξομοιώνονται με τσιγάρα, λεπτοκομμένο καπνό που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων και άλλα καπνά για κάπνισμα, τα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα άλλα κριτήρια των ορισμών (α), (β) και (δ) του εδαφίου (1).

(4) Τα τσιγάρα και τα άλλα καπνά για κάπνισμα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, δεν θεωρούνται βιομηχανοποιημένα καπνά, εφόσον προορίζονται αποκλειστικά για ιατρική χρήση .

(5) Εξοιμοιώνονται με θερμαονόμενα προϊόντα που αποτελούνται εξ ολοκλήρου ή κατά ένα μέρος από ουσίες διαφορετικές από τον καπνό, ανταποκρίνονται όμως στα κριτήρια που καθορίζονται στον ορισμό (ε) του εδαφίου (1).

Ειδικός φόρος κατανάλωσης στα βιομηχανοποιημένα καπνά

82. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας ειδικός φόρος κατανάλωσης στα βιομηχανοποιημένα καπνά που καθορίζονται στο Τρίτο Παράρτημα σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο ίδιο Παράρτημα.

(2)(α) Ο συνολικός ειδικός φόρος κατανάλωσης (πάγιος φόρος και αναλογικός φόρος εξαιρουμένου του ΦΠΑ) στα τσιγάρα καθορίζεται σε ποσοστό επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση, το οποίο διαρθρώνεται σε ένα πάγιο στοιχείο και σε ένα αναλογικό στοιχείο, σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται στο Τρίτο Παράρτημα.

(β) Μέχρι τις 31 Δεκεμβρίου 2013, το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 5% ούτε ανώτερο του 76,5% του ποσού της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει από το άθροισμα:

(i) του πάγιου ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(ii) του αναλογικού ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας, που επιβάλλονται επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

(γ) Από 1ης Ιανουαρίου 2014, το πάγιο στοιχείο του ειδικού φόρου κατανάλωσης επί των τσιγάρων δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 7,5% ούτε ανώτερο του 76,5% του ποσού της συνολικής φορολογικής επιβάρυνσης που προκύπτει από το άθροισμα:

(i) του πάγιου ειδικού φόρου κατανάλωσης.

(ii) του αναλογικού ειδικού φόρου κατανάλωσης και του φόρου προστιθέμενης αξίας, που επιβάλλονται επί της σταθμισμένης μέσης τιμής λιανικής πώλησης.

(δ) Το αναλογικό στοιχείο είναι αποτέλεσμα του κλάσματος που έχει ως αριθμητή το γινόμενο του συντελεστή ειδικού φόρου κατανάλωσης επί την σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης, μείον τον πάγιο φόρο και παρονομαστή την σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης.

(3) Η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης υπολογίζεται με αναγωγή στη συνολική αξία όλων των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση, βάσει της λιανικής τιμής πώλησης, περιλαμβανομένων όλων των φόρων, διαιρούμενη δια της συνολικής ποσότητας των τσιγάρων που τίθενται σε ανάλωση. Καθορίζεται το αργότερο έως την 1η Μαρτίου κάθε έτους, βάσει των δεδομένων που αφορούν τις συνολικές ποσότητες που τέθηκαν σε ανάλωση κατά το προηγούμενο ημερολογιακό έτος:

Νοείται ότι η σταθμισμένη μέση τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου θα καθορισθεί με βάση τα στοιχεία του έτους 2009.

(3) Η πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων που λαμβάνεται ως βάση υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα τσιγάρα, καθορίζεται ανεξάρτητα από το σήμα και την προέλευσή τους, σύμφωνα με τα στοιχεία συνολικών πωλήσεων που είναι γνωστά την 1ην Ιανουαρίου κάθε έτους, με γνωστοποίηση του Διευθυντή και η έναρξη εφαρμογής της ορίζεται μεταξύ 1 και 15 Ιανουαρίου κάθε έτους:

Νοείται ότι η πλέον ζητούμενη τιμή λιανικής πώλησης των τσιγάρων κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου θα καθοριστεί με απόφαση του Διευθυντή.

(4) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου τιμή λιανικής πώλησης, είναι η ανώτερη τιμή λιανικής πώλησης προς τους καταναλωτές, κάθε συγκεκριμένου προϊόντος βιομηχανοποιημένου καπνού, στην οποία περιλαμβάνονται και οι επιβαλλόμενοι τελωνειακοί δασμοί, ειδικοί φόροι κατανάλωσης και Φόρος Προστιθέμενης Αξίας.

Βάση υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης μικροποσοτήτων βιομηχανοποιημένων καπνών για ατομική χρήση

83. Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης των βιομηχανοποιημένων καπνών που εισάγονται από τρίτες χώρες ή εισέρχονται στη Δημοκρατία από κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και μεταφέρονται από ιδιώτες ή παραλαμβάνονται με ταχυδρομικά δέματα από ιδιώτες αποκλειστικά για την ατομική τους χρήση, σε ποσότητα μεγαλύτερη από εκείνη που επιτρέπεται ατελώς δυνάμει των διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας και του παρόντος Νόμου, υπολογίζεται με βάση πλασματικές τιμές λιανικής πώλησης που καθορίζονται από το Διευθυντή κατά δικαία κρίση.

Μήκος τσιγάρων για τον υπολογισμό του ειδικού φόρου κατανάλωσης

84. Για σκοπούς υπολογισμού του ειδικού φόρου κατανάλωσης ένας κύλινδρος κατά την έννοια της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 81, με βάση το μήκος του, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το φίλτρο και το επιστόμιο του, θεωρείται:

(α) ως ένα τσιγάρο, όταν έχει μήκος μέχρι οκτώ (8) εκατοστόμετρα,

(β) ως δύο τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από οκτώ (8) εκατοστόμετρα αλλά δεν υπερβαίνει τα έντεκα (11) εκατοστόμετρα,

(γ) ως τρία τσιγάρα, όταν έχει μήκος μεγαλύτερο από έντεκα (11) εκατοστόμετρα αλλά δεν υπερβαίνει τα δεκατέσσερα (14) εκατοστόμετρα και ούτω καθεξής.

Καθορισμός της τιμής λιανικής πώλησης

85. (1) Οι ανώτερες τιμές λιανικής πώλησης των βιομηχανοποιημένων καπνών, που προορίζονται να τεθούν σε ανάλωση στη Δημοκρατία καθορίζονται ελεύθερα από τους καπνοβιομηχάνους ή κατά περίπτωση τους αντιπροσώπους ή εντολοδόχους τους στην Κυπριακή Δημοκρατία ή τους εισαγωγείς από τρίτες χώρες οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να γράφουν με ανεξίτηλο τρόπο σε ευρώ την ανώτερη τιμή λιανικής πώλησης σε εμφανές σημείο στην εκάστοτε μικρότερη συσκευασία στην οποία διατίθενται στη λιανική πώληση τα τσιγάρα.

(2) Τα πρόσωπα του εδαφίου (1) υποχρεούνται, 15 ημέρες τουλάχιστον πριν από κάθε σκοπούμενη μεταβολή της τιμής των προϊόντων τους ή την κυκλοφορία νέων τύπων, να δηλώνουν τούτο εγγράφως στο Διευθυντή παρέχοντας τέτοιες λεπτομέρειες που ήθελε εκάστοτε καθορίσει ο Διευθυντής.

(3) Η παρά των ως άνω επαγγελματιών, ή λιανοπωλητών, ή καπνοπωλών διάθεση στους καταναλωτές τσιγάρων σε τιμή ανώτερη της αναγραφόμενης ανώτερης τιμής λιανικής πώλησης ως αναφέρεται στο εδάφιο (1) πιο πάνω, απαγορεύεται και οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει την παρούσα διάταξη υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στην ποσότητα των τσιγάρων αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή στα χίλια πεντακόσια ευρώ ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής.

(4) Ο Διευθυντής δύναται κατά την κρίση του να επιβάλλει περιορισμούς στις ποσότητες των βιομηχανοποιημένων καπνών που τίθενται σε ανάλωση κατά την περίοδο πριν από την αύξηση της φορολογίας στα προϊόντα αυτά.

Νοείται ότι η ισχύς των διατάξεων του εδαφίου (1) αναφορικά με την αναγραφή της ανώτερης τιμής λιανικής πώλησης των τσιγάρων καθώς και των διατάξεων του εδαφίου (3) αρχίζει την 1η Αυγούστου 2013.

Ειδικές απαλλαγές βιομηχανοποιημένων καπνών

86. (1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται με Διάταγμά του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας να απαλλάξει τα πιο κάτω προϊόντα από τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ή επιτρέψει την επιστροφή του καταβληθέντος σ’ αυτά ειδικού φόρου κατανάλωσης υπό τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε επιβάλει:

(α) τα μετουσιωμένα επεξεργασμένα καπνά που προορίζονται να χρησιμοποιηθούν στη βιομηχανία ή στην καλλιέργεια δενδροκηπευτικών.

(β) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που προορίζονται αποκλειστικά για επιστημονικές δοκιμές και για έλεγχο ποιότητας προϊόντων,

(γ) τα βιομηχανοποιημένα καπνά που χρησιμοποιούνται εκ νέου από τον καπνοβιομήχανο.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί βιομηχανοποιημένα καπνά για άλλο από τον προβλεπόμενο στις απαλλαγές του εδαφίου (1) σκοπό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα βιομηχανοποιημένα καπνά αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής, και τα βιομηχανοποιημένα καπνά υπόκεινται σε δήμευση.

Ειδική περίπτωση επιστροφής του ειδικού φόρου κατανάλωσης

87. (1) Τηρουμένων των όρων τους οποίους ήθελε ο Διευθυντής επιβάλει επιστρέφεται ο καταβληθείς ειδικός φόρος κατανάλωσης σε βιομηχανοποιημένα καπνά τα οποία λόγω υπερβολικής ξηρότητας ή άλλης φυσικής αιτίας καθίστανται ακατάλληλα για κατανάλωση και καταστρέφονται μετά από αίτηση του ενδιαφερόμενου προσώπου. Τα έξοδα καταστροφής βαρύνουν το πρόσωπο αυτό.

Νοείται ότι  το συνολικό ποσό του ειδικού φόρου που μπορεί να επιστρέφεται κατ’ έτος δεν δύναται να υπερβαίνει το 25% του ποσού του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στο μέσο μηνιαίο όρο των ποσοτήτων ανά κατηγορία  βιομηχανοποιημένων καπνών που τίθενται σε ανάλωση κατά περίπτωση.

(2) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί για τα προϊόντα που καταστρέφονται σύμφωνα με το εδάφιο (1) επιστρέφεται εφόσον η αίτηση περί καταστροφής υποβάλλεται στο Διευθυντή εντός τριετίας από τη λήξη του έτους επιβολής του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

Ενδείξεις βιομηχανοποιημένων καπνών

88. Με γνωστοποίηση του Διευθυντή δύναται να καθορίζονται ενδείξεις που θα αναγράφονται ή επιτίθενται στα βιομηχανοποιημένα καπνά, τα οποία προορίζονται για τις ξένες πρεσβείες και διπλωματικές αποστολές ή για τα καταστήματα αφορολογήτων ειδών ή για εφοδιασμό των πλοίων και αεροσκαφών που αναχωρούν για το εξωτερικό, ή με άλλο τρόπο διατίθενται χωρίς την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΟΠΟΙΗΜΕΝΑ Ή ΜΗ ΚΑΠΝΑ
Ορισμοί

89. Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου οι ακόλουθοι ορισμοί έχουν την πιο κάτω έννοια:

"εγχώριος καπνός" σημαίνει καπνό που παράχθηκε στη Δημοκρατία.

"έμπορος εγχώριου καπνού" σημαίνει πρόσωπο που κατέχει άδεια σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 97, να εμπορεύεται εγχώριο καπνό.

"μη βιομηχανοποιημένα καπνά", θεωρούνται τα καπνά παντός χαρακτηρισμού περιλαμβανομένων των μίσχων και απορριμμάτων καπνού, που δεν εμπίπτουν στον ορισμό βιομηχανοποιημένα καπνά του εδαφίου (1) του άρθρου 81.

Άδεια βιομηχανοποίησης καπνού

90. (1) Απαγορεύεται η από οποιοδήποτε πρόσωπο βιομηχανοποίηση καπνού, εκτός αν:

(α) κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό και

(β) η βιομηχανοποίηση γίνεται σε φορολογική αποθήκη από εγκεκριμένο αποθηκευτή ή σε ελεύθερη ζώνη ή σε ειδικά εγκεκριμένο από το Διευθυντή για το σκοπό αυτό υποστατικό ανάλογα με την περίπτωση σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει ο Διευθυντής.

(2) Κάθε άδεια που παρέχεται σύμφωνα με το εδάφιο (1) υπόκειται στα υπό του Υπουργού καθοριζόμενα ετήσια τέλη και εκπνέει την τελευταία ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσης της μηνός Δεκεμβρίου.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο βιομηχανοποιεί καπνό κατά παράβαση του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δώδεκα μήνες ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και κάθε βιομηχανοποιημένος ή μη καπνός, όργανο, μηχάνημα ή εργαλείο, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

Έκδοση γνωστοποιήσεων που αφορούν την βιομηχανοποίηση καπνού

91. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους και τις προϋποθέσεις που:

(α) προνοούν για την τήρηση, προσαγωγή και επιθεώρηση των βιβλίων και λογαριασμών, σχετικά με τα αποθέματα των καπνοβιομηχάνων σε καπνό και άλλες ύλες˙

(β) διέπουν τη βιομηχανοποίηση καπνού σε φορολογική αποθήκη, ή σε ελεύθερη ζώνη ή σε ειδικά εγκεκριμένο υποστατικό˙

(γ) διέπουν την παραλαβή φύλλων καπνού και άλλου μη βιομηχανοποιημένου καπνού από τους καπνοβιομήχανους˙

(δ) διέπουν τη μεταφορά μίσχων και απορριμμάτων καπνού˙

(ε) διασφαλίζουν την καταβολή των τελωνειακών δασμών και φόρων κατανάλωσης στον καπνό, που βιομηχανοποιείται.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους των γνωστοποιήσεων που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και κάθε είδος, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα ή το οποίο εξευρίσκεται σε υποστατικό, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα, υπόκειται σε δήμευση.

(3) Αν σε οποιοδήποτε χρόνο εξουσιοδοτημένος λειτουργόσ διενεργήσει έλεγχο σε αποθέματα καπνού που είναι αποταμιευμένα από καπνοβιομήχανο, για χρήση στη βιομηχανία καπνού, μέσα σε φορολογική αποθήκη ή άλλο εγκεκριμένο για το σκοπό αυτό υποστατικό και διαπιστωθεί ότι, η κατά βάρος ποσότητα του καπνού, η οποία εναπομένει στην αποθήκη, είναι λιγότερη της ποσότητας, η οποία έπρεπε να βρισκόταν σε αυτή σύμφωνα με τους λογαριασμούς που τηρούνται και δεν είναι δυνατό να δοθούν εξηγήσεις οι οποίες ικανοποιούν το Διευθυντή για τη διαφορά αυτή ή μέρος της, τότε αυτή λογίζεται ως βιομηχανοποιημένος καπνός και υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με τον εκάστοτε σε ισχύ μεγαλύτερο συντελεστή όπως αυτός καθορίζεται στο Τρίτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου και ο καπνοβιομήχανος υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Άδεια εμπορίας ή πώλησης βιομηχανοποιημένου καπνού

92. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να εμπορεύεται ή πωλεί βιομηχανοποιημένο καπνό, εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται για το σκοπό αυτό σύμφωνα με το άρθρο αυτό.

(2) Κάθε άδεια που παρέχεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, υπόκειται στην καταβολή των υπό του Υπουργού καθοριζομένων ετήσιων τελών και εκπνέει τη δωδέκατη ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσής της, μηνός Μαρτίου. Ο τρόπος έκδοσης της άδειας και διάθεσης των πληρωτέων για αυτή τελών καθορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο.

(3) Η άδεια πώλησης, προσφοράς ή έκθεσης προς πώληση βιομηχανοποιημένου καπνού καθορίζει και το υποστατικό στο οποίο δυνατό να λάβει χώρα οποιαδήποτε από τις πράξεις αυτές.

(4) Καπνός ο οποίος βιομηχανοποιήθηκε ή παράχθηκε στη Δημοκρατία από πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό είναι δυνατό να πωληθεί χωρίς άδεια -

(α) στον τόπο της βιομηχανοποίησης ή ανάλογα με την περίπτωση της παραγωγής του˙ ή

(β) σε οποιοδήποτε άλλο τόπο αν η προμήθειά του διενεργείται στον αγοραστή απευθείας από τον τόπο βιομηχανοποίησης ή παραγωγής, από τον κάτοχο της άδειας ή υπάλληλο ή αντιπρόσωπό του.

(5) Δεν απαιτείται άδεια σύμφωνα με το άρθρο αυτό για την πώληση βιομηχανοποιημένου καπνού σε επιβατικό αεροσκάφος ή πλοίο.

Εισαγωγή και εξαγωγή βιομηχανοποιημένου ή μη καπνού κλπ

93. (1) Απαγορεύεται η εισαγωγή ή η είσοδος στο εσωτερικό της Δημοκρατίας βιομηχανοποιημένου ή μη καπνού:

(α) σε οποιοδήποτε λιμάνι, το οποίο δεν είναι εγκεκριμένο από το Διευθυντή για το σκοπό αυτό˙

(β) με οποιοδήποτε πλοίο καθαρής χωρητικότητας κατώτερης από εκατόν είκοσι τόνους, εκτός σύμφωνα με άδεια και με τους όρους της άδειας αυτής, η οποία εκδόθηκε αναφορικά με αυτό το πλοίο από το Διευθυντή.

(2) Ο Διευθυντής δύναται με αιτιολογημένη απόφασή του και για τη διασφάλιση του δημόσιου συμφέροντος και των συμφερόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, να απαγορεύσει την εξαγωγή ή διακίνηση προϊόντων με πλοίο ή να απαγορεύσει σε πλοίο να μεταφέρει προϊόντα προς εξαγωγή ή να διακινεί προϊόντα.

Αποθήκευση μη βιομηχανοποιημένου καπνού

94. Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη του παρόντος Νόμου εκτός αν ο Διευθυντής αποφασίσει διαφορετικά κάθε μη βιομηχανοποιημένος καπνός, οποιασδήποτε κατηγορίας, εναποτίθεται κατά την εισαγωγή ή είσοδό του στη Δημοκρατία σε εγκεκριμένη αποθήκη τελωνειακής αποταμίευσης ή φορολογική αποθήκη ανάλογα με την περίπτωση.

Μετουσίωση μη βιομηχανοποιημένου καπνού κτλ

95. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει όπως μη βιομηχανοποιημένος καπνός:

(α) μετουσιωθεί˙ ή

(β) μετατραπεί σε νικοτίνη, παρασιτοκτόνο ή άλλο είδος ή παρασκεύασμα για γεωργικούς, κτηνοτροφικούς ή άλλους σκοπούς,

κατά τον τρόπο που αυτός ήθελε καθορίσει και εφόσον πεισθεί ότι δεν είναι κατάλληλος προς χρήση ως καπνός ή στη βιομηχανία καπνού.

Άδεια καλλιέργειας καπνού

96. (1) Εκτός όπως ήθελε επιτρέψει ο Διευθυντής, απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να φυτεύει ή καλλιεργεί καπνό στη Δημοκρατία, εκτός αν κατέχει άδεια για το σκοπό αυτό˙ η ισχύς της άδεια αυτής εκπνέει την τελευταία ημέρα του αμέσως επομένου της έκδοσής της μηνός Οκτωβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί τη χορήγηση άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, αναφορικά με οποιαδήποτε γη ή υποστατικό εφόσον ένεκα του μεγέθους ή θέσης του ή για άλλη εύλογη αιτία, ήθελε κρίνει ότι αντενδείκνυται η σε αυτό καλλιέργεια καπνού.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο φυτεύει ή καλλιεργεί καπνό στη Δημοκρατία χωρίς άδεια ή κατά παράβαση των όρων της άδειας, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και ο καπνός υπόκειται σε δήμευση:

Νοείται ότι οι διατάξεις του άρθρου αυτού δεν τυγχάνουν εφαρμογής στη σπορά καπνού σε φυτώριο με σκοπό την καλλιέργεια φυτών καπνού, τα οποία εκριζώνονται ή καταστρέφονται πριν από την τελευταία ημέρα του μήνα Μαΐου κάθε έτους.

Άδεια εμπορίας εγχώριου καπνού και εγκεκριμένη αποθήκη εγχώριου καπνού

97. (1) (α) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να αγοράζει από οποιοδήποτε καπνοπαραγωγό, καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία, εκτός αν κατέχει άδεια εμπορίας εγχώριου καπνού σε εγκεκριμένο από το Διευθυντή υποστατικό. Κάθε υποστατικό για το οποίο παρέχεται άδεια αναφέρεται ως "αποθήκη εγχώριου καπνού".

(β) Η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την πρώτη ημέρα του αμέσως επόμενου της έκδοσης της μηνός Ιουνίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας, αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό εφόσον:

(α) ένεκα του μεγέθους, κατασκευής, θέσης ή για άλλη εύλογη αιτία, ήθελε κρίνει ότι αντενδείκνυται η διενέργεια σε αυτό εμπορίας εγχώριου καπνού ή

(β) εφόσον δεν κατατεθεί ικανοποιητική εγγύηση αναφορικά με τον τυχόν πληρωτέο φόρο κατανάλωσης στον καπνό, ο οποίος είναι εναποθηκευμένος και υπόκειται σε επεξεργασία, υφίσταται συσκευασία ή με άλλο τρόπο εμπορία σύμφωνα με την άδεια.

(3) Εκτός αν ο Διευθυντής ήθελε επιτρέψει διαφορετικά, ο κάτοχος άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό, δύναται να αγοράζει καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία, μόνο από καπνοπαραγωγό ο οποίος κατέχει για αυτό το σκοπό άδεια, ή από άλλο αδειούχο έμπορο εγχώριου καπνού και μόνο ο αγοραζόμενος με τον τρόπο αυτό καπνός δυνατό να παραληφθεί, υποστεί οποιαδήποτε επεξεργασία, συσκευαστεί, αποθηκευτεί ή με άλλο τρόπο αποτελέσει το αντικείμενο εμπορίας, σε οποιαδήποτε αποθήκη εγχώριου καπνού.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο αγοράζει καπνό ο οποίος παράχθηκε στη Δημοκρατία χωρίς να κατέχει άδεια ή κατά παράβαση των όρων της άδειας, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και ο καπνός υπόκειται σε δήμευση.

(5) Αν σε οποιοδήποτε χρόνο μετά τον έλεγχο των αποθεμάτων καπνού σε αποθήκη εγχώριου καπνού από εξουσιοδοτημένο λειτουργό προκύπτει ότι το βάρος του εναπομένοντος σε αυτή καπνού είναι λιγότερο της ποσότητας η οποία έπρεπε να βρισκόταν σε αυτή και δεν δοθούν εξηγήσεις που να ικανοποιούν το Διευθυντή για τη διαφορά αυτή ή οποιοδήποτε μέρος της, τότε αυτή λογίζεται ως βιομηχανοποιημένος καπνός και υπόκειται σε ειδικό φόρο κατανάλωσης, σύμφωνα με τον εκάστοτε σε ισχύ μεγαλύτερο συντελεστή ο οποίος επιβάλλεται στα βιομηχανοποιημένα καπνά, όπως αυτός καθορίζεται στο Τρίτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου και ο έμπορος υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό των αναλογούντων ειδικών φόρων κατανάλωσης ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Γνωστοποίηση που αφορά την καλλιέργεια κτλ. καπνού

98. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει κάθε λεπτομέρεια και τους όρους και τις προϋποθέσεις που:

(α) διέπουν τη φύτευση, καλλιέργεια, επεξεργασία, μεταφορά και αποθήκευση του καλλιεργημένου στη Δημοκρατία καπνού˙

(β) καθορίζουν τη μέθοδο επιβολής φόρου κατανάλωσης που τυχόν επιβάλλεται στο καλλιεργημένο με τον πιο πάνω τρόπο καπνό˙

(γ) διασφαλίζουν την είσπραξη τυχόν πληρωτέου φόρου κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες και κάθε είδος, αναφορικά με το οποίο διαπράττεται το αδίκημα υπόκειται σε δήμευση.

Αδίκημα

99. Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί στις διατάξεις του παρόντος Μέρους, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το σε κάθε περίπτωση μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

ΜΕΡΟΣ ΧII ΑΛΛΑ ΠΡΟΪΌΝΤΑ
Φόρος κατανάλωσης σε άλλα προϊόντα του Τέταρτου Παραρτήματος

100. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου επιβάλλεται, εισπράττεται και καταβάλλεται προς όφελος των γενικών προσόδων της Δημοκρατίας φόρος κατανάλωσης σε άλλα προϊόντα τα οποία καθορίζονται ειδικά στο Τέταρτο Παράρτημα του παρόντος Νόμου, σύμφωνα με τους συντελεστές που εκτίθενται σε αυτό το Παράρτημα απέναντι από κάθε προϊόν αντίστοιχα.

Φορολογητέα αξία

101. Όταν με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης κατ’ αξία στα άλλα προϊόντα, η φορολογητέα αξία καθορίζεται:

(α) στην περίπτωση εισαγομένων προϊόντων ή προϊόντων προερχομένων από άλλα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με βάση την εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακή νομοθεσία.

(β) στην περίπτωση προϊόντων επιτόπιας παραγωγής, με βάση τη τιμή την οποία δυνατόν να αποκομίσουν τα προϊόντα πωλούμενα στην ελεύθερη αγορά μεταξύ ανεξάρτητου αγοραστή και πωλητή κατά την έκδοση ή μετακίνηση των προϊόντων από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής σύμφωνα με τις διατάξεις του Τέταρτου Παραρτήματος του παρόντος Νόμου.

Εξουσία επιστροφής του φόρου κατανάλωσης

102. Όταν προϊόντα του παρόντος Μέρους παραδίδονται σε ορισμένα πρόσωπα, οργανισμούς, αρχές ή οργανώσεις και κατά την κρίση του Υπουργού οι περιστάσεις υπό τις οποίες συνήθως γίνεται η προμήθεια αυτών των προϊόντων είναι τέτοιες ώστε να μην είναι εύκολη ή άμεση η προμήθεια των προϊόντων αυτών από αφορολόγητα αποθέματα, ο Διευθυντής μπορεί να επιστρέψει τον φόρο κατανάλωσης ο οποίος καταβλήθηκε πάνω σε αυτά.

Άδεια κατασκευής αεριούχων αναψυκτικών ποτών

103. [Διαγράφηκε]
Συσκευές δοσομετρικής άντλησης αεριούχων αναψυκτικών ποτών

104. [Διαγράφηκε]
Άδεια κατασκευής άλλων προϊόντων

105. (1) Απαγορεύεται σε οποιοδήποτε πρόσωπο να κατασκευάζει άλλα προϊόντα, εξαιρουμένων των προϊόντων που υπόκεινται σε μηδενικό συντελεστή φόρου κατανάλωσης, εκτός αν κατέχει άδεια που παρέχεται από το Διευθυντή, με την καταβολή των υπό του Υπουργού εκάστοτε καθοριζομένων ετήσιων τελών˙ η ισχύς της άδειας αυτής εκπνέει την τριακοστή πρώτη ημέρα του αμέσως επομένου από την έκδοσή της μηνός Δεκεμβρίου.

(2) Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθεί την παροχή άδειας σύμφωνα με το άρθρο αυτό αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, εφόσον δεν επιτρέπει ικανοποιητική άσκηση ελέγχου ή εφόσον κριθεί ότι δεν παρέχονται τα ανάλογα εχέγγυα για προστασία των δημοσίων προσόδων.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατασκευάζει άλλα προϊόντα που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης χωρίς να κατέχει άδεια, σύμφωνα με το άρθρο αυτό, ή κατά παρέκκλιση των όρων της άδειας αυτής, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και τα προϊόντα ή ο εξοπλισμός, σκεύη και υλικά κατασκευής των προϊόντων αυτών τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή του, υπόκεινται σε δήμευση.

Εξουσία έκδοσης γνωστοποιήσεων που αφορούν την κατασκευή άλλων προϊόντων

106. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να καθορίσει τους όρους, τις προϋποθέσεις και κάθε λεπτομέρεια που διέπουν την κατασκευή, αποθήκευση και διάθεση των άλλων προϊόντων καθώς και τους όρους και προϋποθέσεις που εξασφαλίζουν την καταβολή των φόρων κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το άρθρο αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών και οποιαδήποτε αντικείμενα, είδη ή προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

Εναπόθεση και προσωρινή μετακίνηση επιτοπίως παραγομένων άλλων προϊόντων

107. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε καθορίσει όπως άλλα προϊόντα εναποτεθούν μετά την παραγωγή τους στη Δημοκρατία σε εγκεκριμένες αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης ή μετακινηθούν προσωρινά από το εργοστάσιο ή τον τόπο παραγωγής τους χωρίς την καταβολή του αναλογούντος σ’ αυτά φόρου κατανάλωσης.

Εναπόθεση προϊόντων του Τέταρτου Παραρτήματος που προέρχονται από κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης

108. Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει υπό όρους και προϋποθέσεις που ήθελε εκάστοτε καθορίσει, όπως άλλα κοινοτικά προϊόντα, που αποστέλλονται ή μεταφέρονται στο εσωτερικό της Δημοκρατίας, εναποτεθούν σε εγκεκριμένες αποθήκες τελωνειακής αποταμίευσης, χωρίς την καταβολή του αναλογούντος φόρου κατανάλωσης.

Απώλειες και ελλείμματα

109. Οι διατάξεις των εδαφίων (5), (6), (7) και (9) του άρθρου 5 εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις των προϊόντων του παρόντος Μέρους σύμφωνα με τους όρους και προϋποθέσεις που ήθελε καθορίσει σε γνωστοποίησή του ο Διευθυντής.

ΜΕΡΟΣ ΧIΙI ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΔΕΙΕΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΝΟΜΟ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΑΔΕΙΕΣ – ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άδειες

110. (1) Οι άδειες εκδίδονται σε τέτοιο τύπο που δύναται να είναι και σε μηχανογραφημένη μορφή και περιέχουν τέτοια στοιχεία, όπως ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει και χορηγούνται από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό με την καταβολή του νενομισμένου τέλους, υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει ο Διευθυντής.

(2) Οι άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο σε σχέση με υποστατικά, αφορούν ένα μόνο υποστατικό δυνατό όμως να εκδίδονται περισσότερες από μία άδειες σε αδειούχο πρόσωπο για τον ίδιο σκοπό, εφόσον το πρόσωπο αυτό χρησιμοποιεί περισσότερα από ένα υποστατικά.

(3) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη που περιέχεται στον παρόντα Νόμο, ως προς την προσαγωγή αδειών, οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια ενάσκησης οποιασδήποτε εμπορίας ή πώλησης ή κατασκευής προϊόντων, παραλείπει να προσαγάγει αυτή προς έλεγχο μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, όταν κληθεί να πράξει τούτο από κάποιο λειτουργό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις εκατό λίρες.

(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 16 το Τελωνείο τηρεί αρχείο δεδομένων σε ηλεκτρονική ή άλλη μορφή στο οποίο καταχωρούνται οι άδειες των υποκειμένων στους φόρους κατανάλωσης προσώπων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και άλλα στοιχεία αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Μεταβίβαση αδειών

111. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 112 οι άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο στο όνομα κάποιου προσώπου δεν μεταβιβάζονται.

Καταβολή τελών κατά τη μεταβίβαση αδειών και μεταφορά επιχείρησης

112. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου όταν ο κάτοχος άδειας αποβιώσει, ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει τη νόμιμη ενάσκηση της επιχείρησης, χωρίς πρόσθετη καταβολή τέλους, σε κάποιο άλλο πρόσωπο για τον υπόλοιπο της ισχύος της άδειας αυτής χρόνο, με τον τρόπο και με τους όρους και προϋποθέσεις που ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει.

(2) Όταν πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, μεταφέρει την επιχείρηση του σε άλλο υποστατικό, στο οποίο μπορεί νόμιμα να την ενασκήσει, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να επιτρέψει με τον τρόπο που ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει, χωρίς πρόσθετη καταβολή τέλους, την ενάσκηση της επιχείρησης αυτής στο άλλο υποστατικό για τον υπόλοιπο της ισχύος της άδειας αυτής χρόνο.

(3) Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, όταν σύμφωνα με οποιοδήποτε άλλο νομοθέτημα το οποίο αφορά την άδεια αυτή, απαιτείται για τη μεταβίβαση ή μεταφορά της, εξουσιοδότηση δικαστηρίου ή κάποιας άλλης αρχής ή η προσκόμιση κάποιου πιστοποιητικού, δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση ή μεταφορά άδειας ενάσκησης της επιχείρησης αυτής, εκτός αν αποδειχθεί στον εξουσιοδοτημένο λειτουργό ότι παρασχέθηκε η απαιτούμενη εξουσιοδότηση ή πιστοποιητικό.

Ακύρωση ή ανάκληση αδειών

113. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) ο Διευθυντής δύναται να ακυρώσει ή ανακαλέσει οποιαδήποτε άδεια η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, αφού γνωστοποιήσει γραπτώς την πρόθεση του αυτή στον κάτοχο της άδειας και προσδιορίσει την ημερομηνία της ανάκλησης.

(2) Η άδεια ακυρώνεται ή ανακαλείται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) εφόσον διαπιστωθεί ότι η έκδοσή της βασίστηκε σε αναληθή ή ανακριβή στοιχεία, χωρίς τη συνδρομή των οποίων δεν θα εκδίδετο,

(β) όταν εξέλειπαν μερικά ή ολικά οι προϋποθέσεις στις οποίες βασίστηκε η έκδοσή της,

(γ) όταν ο κάτοχος της άδειας δεν συμμορφώνεται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου,

(δ) όταν ο κάτοχος της άδειας έχει καταδικαστεί για συμμετοχή σε εγκληματικές δραστηριότητες,

(ε) όταν ο κάτοχος της άδειας ενέχεται σε υποθέσεις φοροδιαφυγής και

(στ) όταν ο κάτοχος της άδειας αποδεδειγμένα δεν χρησιμοποιεί την εκδοθείσα άδεια.

Αδικήματα για ορισμένες άδειες

114. Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια πώλησης προϊόντων, παραβαίνει τους όρους αυτής ή πωλεί με άλλο τρόπο από εκείνο που προβλέπεται στην άδεια, ή αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος ή άλλου Νόμου ο οποίος εφαρμόζεται για την άδεια και δεν προβλέπεται άλλη ποινή για το αδίκημα αυτό, το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες.

Εξουσία ελέγχου άδειας για μεταφερόμενα προϊόντα

115. Εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να σταματήσει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο μεταφέρει ή, για το οποίο αυτός δικαιολογημένα πιστεύει ότι μεταφέρει προϊόντα, τα οποία σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, πρέπει να συνοδεύονται, κατά την μεταφορά τους από άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο και να απαιτήσει την προσαγωγή του εγγράφου που εξουσιοδοτεί τη μεταφορά και να γράψει σε αυτό, τον τόπο και χρόνο διενέργειας του ελέγχου.

Αδικήματα για τις άδειες και πιστοποιητικά

116. (1) Όταν, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο απαιτείται άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο για τη μεταφορά οποιωνδήποτε προϊόντων, σε τέτοια περίπτωση οποιοδήποτε πρόσωπο -

(α) αποστέλλει, μεταφέρει ή λαμβάνει στην κατοχή του ή προκαλεί την αποστολή, μεταφορά ή την παραλαβή τέτοιων προϊόντων, τα οποία δεν συνοδεύονται από την απαιτούμενη σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο ή ενεργεί κατά παράβαση των όρων αυτής της άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου, ή

(β) δεν μεριμνά για την ακύρωση και επιστροφή της εκδοθείσας άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε από αυτό, ή

(γ) ζητεί, λαμβάνει, χρησιμοποιεί, προκαλεί, επιτρέπει όπως ζητηθεί, ληφθεί ή χρησιμοποιηθεί άδεια ή πιστοποιητικό για οποιοδήποτε σκοπό κατά παράβαση των όρων του, ή

(δ) με οποιοδήποτε τρόπο χρησιμοποιεί ή προκαλεί ή επιτρέπει τη χρήση οποιασδήποτε άδειας ή πιστοποιητικού ή του εντύπου οποιουδήποτε πιστοποιητικού συμπληρωμένου ή μη, κατά τρόπο που μπορεί να ματαιώσει ή αποτρέψει τη λήψη ή έλεγχο οποιωνδήποτε λογαριασμών ή τη διενέργεια ελέγχου από εξουσιοδοτημένο λειτουργό, ή

(ε) προσκομίζει, προκαλεί ή επιτρέπει την προσκόμιση οποιασδήποτε άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό, το οποίο παραλήφθηκε με προϊόντα άλλα από εκείνα τα οποία αυτό αφορά,

είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται, σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

(2) Προϊόντα για τα οποία απαιτείται άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο, τα οποία αποστέλλονται, μεταφέρονται ή παραλαμβάνονται χωρίς αυτή την άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο ή τα οποία συνοδεύονται από αλλοιωμένη ή αναληθή άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο, υπόκεινται σε δήμευση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗ ΔΗΛΩΣΗ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΛΠ
Διενέργεια δηλώσεων

117. (1) Όταν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου απαιτείται από κάποιο πρόσωπο διενέργεια δήλωσης υποστατικού ή αντικειμένου:

(α) η δήλωση πρέπει να διενεργείται με τον τύπο και μορφή η οποία δύναται να είναι σε μηχανογραφημένη μορφή και να περιέχει τέτοια στοιχεία, όπως ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε καθορίσει, και

(β) το υποστατικό ή αντικείμενο σημαδεύεται και παραμένει σημασμένο, όπως ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε καθορίσει.

(2) Η δήλωση δεν είναι έγκυρη εκτός αν το πρόσωπο που τη διενεργεί -

(α) έχει συμπληρωμένη, κατά το χρόνο της διενέργειας της δήλωσης, την ηλικία των δεκαοκτώ ετών και

(β) κατά το χρόνο αυτό ήταν και εξακολουθεί να είναι ο πραγματικός κύριος της επιχείρησης, αναφορικά με την οποία έγινε η δήλωση.

(3) Όταν ο υπόχρεος προς διενέργεια δήλωσης είναι νομικό πρόσωπο, η δήλωση πρέπει να φέρει την υπογραφή διευθύνοντος συμβούλου, γενικού διευθυντή, γραμματέα ή άλλου παρομοίου αξιωματούχου του νομικού προσώπου, καθώς και τη σφραγίδα του νομικού προσώπου, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η προς υπογραφή εξουσιοδότηση του προσώπου αυτού παρασχέθηκε με τη σφραγίδα του νομικού προσώπου.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατά τη διενέργεια δήλωσης κάποιου υποστατικού ή αντικειμένου παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

Νέα δήλωση του ιδίου υποστατικού

118. (1) Ο Διευθυντής δύναται οποτεδήποτε με έγγραφη ειδοποίησή του, η οποία απευθύνεται προς το πρόσωπο, από το οποίο έχει υπογραφεί η υφιστάμενη δήλωση για συγκεκριμένο υποστατικό ή αντικείμενο, να απαιτήσει τη διενέργεια νέας δήλωσης του υποστατικού ή αντικειμένου, η δε υφιστάμενη δήλωση, καθίσταται άκυρη με την πάροδο δεκατεσσάρων ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης χωρίς να επηρεάζεται οποιαδήποτε ευθύνη.

(2) Εκτός εάν επιτρέψει ο Διευθυντής και με τους όρους τους οποίους ήθελε επιβάλει, κανένα πρόσωπο δύναται να δηλώσει για οποιοδήποτε σκοπό, υποστατικό ή αντικείμενο το οποίο έχει δηλωθεί από άλλο πρόσωπο, εφόσον η δήλωση αυτή παραμένει σε ισχύ. Οποιαδήποτε δήλωση που γίνεται κατά παράβαση του εδαφίου αυτού είναι άκυρη.

(3) Όταν το πρόσωπο, από το οποίο έγινε η δήλωση υποστατικού, φυγοδικεί ή εγκαταλείπει την κατοχή του υποστατικού και διακόπτει την επιχείρηση, αναφορικά με την οποία έγινε η δήλωση και ο Διευθυντής επιτρέπει τη διενέργεια νέας δήλωσης από κάποιο άλλο πρόσωπο, η προηγούμενη δήλωση λογίζεται ότι ανακλήθηκε και καθίσταται άκυρη.

Απόδειξη δηλώσεων

119. Για τους σκοπούς οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εφόσον ανακύψει αμφισβήτηση για τη διενέργεια δήλωσης από κάποιο πρόσωπο για υποστατικό ή αντικείμενο ή για οποιοδήποτε σκοπό -

(α) έγγραφο το οποίο προσάγεται στο Δικαστήριο ως πρωτότυπο της δήλωσης από εξουσιοδοτημένο λειτουργό, συνιστά, μέχρι απόδειξης του αντιθέτου, επαρκή απόδειξη της διενέργειας της δήλωσης. και

(β) αν εξουσιοδοτημένος λειτουργός στη φύλαξη του οποίου τελεί οποιαδήποτε δήλωση που γίνεται με αυτό τον τρόπο, προσέλθει στο Δικαστήριο και μαρτυρήσει ότι, οι δηλώσεις που προσκομίζονται από αυτόν στο Δικαστήριο είναι όλες οι πρωτότυπες δηλώσεις που βρίσκονται στη φύλαξή του και ότι η δήλωση για την οποία υπάρχει αμφισβήτηση δεν περιλαμβάνεται σε αυτές, τεκμαίρεται, μέχρι απόδειξης του αντιθέτου, ότι η δήλωση αυτή ουδέποτε διενεργήθηκε.

Αδικήματα για τις δηλώσεις

120. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί υποστατικό ή αντικείμενο το οποίο έπρεπε να δηλωθεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να πράξει αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες και κάθε τέτοιο αντικείμενο και όλα τα προϊόντα, τα οποία εξευρίσκονται σε αυτό το υποστατικό ή αντικείμενο υπόκεινται σε δήμευση.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει δηλώσει οποιοδήποτε υποστατικό ή αντικείμενο, χρησιμοποιεί αυτό για σκοπό άλλο από εκείνο για τον οποίο έχει δηλωθεί, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

ΜΕΡΟΣ ΧΙV ΕΙΔΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Συνεργασία και ανταλλαγή πληροφοριών

121.Ανεξαρτήτως των διατάξεων οποιασδήποτε νομοθεσίας σχετικά με την προστασία φορολογικών ή διοικητικών απορρήτων, το Τελωνείο, τηρουμένων των διατάξεων του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 389/2012 του Συμβουλίου της 2ας Μαΐου 2012 για την διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης και την κατάργηση του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2004, συνεργάζεται και ανταλλάσσει με τις αρμόδιες αρχές κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάθε πληροφορία που επιτρέπει την ορθή εφαρμογή των ειδικών φόρων κατανάλωσης επί των ενεργειακών προϊόντων και της ηλεκτρικής ενέργειας, επί της αλκοόλης και των αλκοολούχων ποτών και επί των βιομηχανοποιημένων καπνών.

Δειγματοληπτικοί έλεγχοι και ανταλλαγή πληροφοριών

122. (1) Το Τελωνείο παρέχει αμοιβαία συνδρομή στις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, διενεργεί δειγματοληπτικούς ελέγχους προκειμένου να διαπιστωθεί η κανονικότητα της ενδοκοινοτικής διακίνησης των εναρμονισμένων προϊόντων και ανακοινώνει τις διαπιστώσεις, τα έγγραφα και λοιπές πληροφορίες σχετικές με τις μεταφορές των προϊόντων, καθώς και τις τυχόν παρατυπίες ή παραβάσεις κατά την ενδοκοινοτική διακίνηση των εν λόγω προϊόντων.

(2) Το Τελωνείο στα πλαίσια των παραπάνω δειγματοληπτικών ελέγχων μπορεί να ανταλλάσσει πληροφορίες επιπλέον αυτών που περιέχονται στο Μητρώο Δεδομένων που προβλέπεται από το άρθρο 14 του παρόντος Νόμου. Η ανταλλαγή των πληροφοριών αυτών διέπεται από τις διατάξεις του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 389/2012 του Συμβουλίου της 2ας Μαΐου 2012 για την διοικητική συνεργασία στον τομέα των ειδικών φόρων κατανάλωσης και την κατάργηση του Κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 2073/2004.

Φορολογικά επισήματα ή άλλα αναγνωριστικά σήματα ή στοιχεία

123. (1) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίησή του να απαιτήσει τη φορολογική επισήμανση ή επίθεση άλλων αναγνωριστικών σημάτων ή στοιχείων σε προϊόντα που υπόκεινται σε φόρους κατανάλωσης και να καθορίσει:

(α) περί των φορολογικών επισημάτων ή άλλων αναγνωριστικών σημάτων ή στοιχείων που είναι δυνατό να φέρουν τα προϊόντα, με σκοπό την κατανάλωσή τους στο εσωτερικό της Δημοκρατίας.

(β) τους όρους και τις προϋποθέσεις για την εφαρμογή της σχετικής διαδικασίας για την ορθή εφαρμογή και χρήση των φορολογικών επισημάτων ή άλλων αναγνωριστικών σημάτων ή στοιχείων.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τους όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (1), είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

Πωλήσεις εναρμονισμένων προϊόντων τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση από καταστήματα πλοίων και αεροσκαφών

124. (1) Οι επιτηδευματίες που εκμεταλλεύονται καταστήματα σε πλοία και αεροσκάφη που εκτελούν ενδοκοινοτικά ταξίδια και επιθυμούν να διενεργούν πωλήσεις εναρμονισμένων προϊόντων στη Δημοκρατία, κατά τη διάρκεια της ενδοκοινοτικής πτήσης ή του ενδοκοινοτικού θαλάσσιου πλου σε επιβάτες, προκειμένου να τα μεταφέρουν με τις αποσκευές τους, οφείλουν να το δηλώσουν στο Διευθυντή και να λάβουν σχετική έγκριση.

(2) Για τα προϊόντα που πωλούνται με τις προϋποθέσεις του εδαφίου (1), τα οποία έχουν τεθεί σε ανάλωση σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και διακινούνται με το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) του άρθρου 18Γ ηλεκτρονικό απλουστευμένο διοικητικό έγγραφο, ο ειδικός φόρος κατανάλωσης καθίσταται απαιτητός με την πώληση των προϊόντων στο εσωτερικό της Δημοκρατίας και αποδίδεται από τον επιτηδευματία που εκμεταλλεύεται το κατάστημα. Αν η έδρα της επαγγελματικής δραστηριότητας του ανωτέρω επιτηδευματία είναι σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τις φορολογικές του υποχρεώσεις αναλαμβάνει ο εγκατεστημένος στο εσωτερικό της Δημοκρατίας και εγκεκριμένος από το Τελωνείο φορολογικός του εκπρόσωπος.

(3) Στις περιπτώσεις του εδαφίου (2) ο επιτηδευματίας που εκμεταλλεύεται το κατάστημα ή ο φορολογικός του εκπρόσωπος υποχρεούται:

(α) να παρέχει εγγύηση για την καταβολή του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προς πώληση προϊόντα,

(β) να καταβάλει τον ειδικό φόρο κατανάλωσης με την πώληση αυτών,

(γ) να θέτει στη διάθεση του ελέγχου κάθε απαραίτητο στοιχείο ή έγγραφο, που κρίνεται από το Τελωνείο αναγκαίο ή χρήσιμο, για την εξακρίβωση της καταβολής των οφειλόμενων ειδικών φόρων κατανάλωσης.

(4) Ο ειδικός φόρος κατανάλωσης που έχει καταβληθεί στο εσωτερικό της Δημοκρατίας για προϊόντα τα οποία πωλούνται σε επιβάτες στο εσωτερικό άλλου κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης δύναται να επιστραφεί υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει ο Διευθυντής.

(5) Με γνωστοποίηση του Διευθυντή καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου.

Ισοτιμία Ευρώ έναντι Λίρας Κύπρου

125. Κανονισμοί που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο δύνανται να καθορίζουν τη χρησιμοποιούμενη ισοτιμία του Ευρώ έναντι της Λίρας Κύπρου για τον καθορισμό των συντελεστών ειδικού φόρου κατανάλωσης που επιβάλλεται στα προϊόντα που αναφέρονται στα Μέρη IX, Χ και ΧΙ.

ΜΕΡΟΣ ΧV ΓΕΝΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΚΛΠ
Εξουσία απαίτησης παροχής πληροφοριών και προσαγωγής αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων

126. (1) Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί δύνανται να απαιτούν εντός ευλόγου χρόνου και σε τόπο που εύλογα καθορίζουν, από οποιοδήποτε πρόσωπο που σχετίζεται με οποιαδήποτε ιδιότητα με τα προϊόντα ή και με οποιαδήποτε αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή -

(α) οποιαδήποτε πληροφορία,

(β) την προσκόμιση οποιωνδήποτε αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή,

για την εξασφάλιση της τήρησης του παρόντος Νόμου.

(2) Αν σύμφωνα με το εδάφιο (1), εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει εξουσία να αξιώνει την προσαγωγή οποιωνδήποτε αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων από πρόσωπο που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός έχει παρόμοια εξουσία να αξιώνει την προσαγωγή των εν λόγω αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων από οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο που πιστεύει ότι τα κατέχει·:

Νοείται ότι οποιοδήποτε τέτοιο άλλο πρόσωπο διεκδικεί δικαίωμα επίσχεσης επί οποιουδήποτε αρχείου, βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου που προσάγεται από αυτό, η προσαγωγή γίνεται χωρίς βλάβη του δικαιώματος επίσχεσης.

(3) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να λαμβάνει αντίτυπα ή να αντιγράφει αποσπάσματα οποιουδήποτε αρχείου, βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου που προσάγεται σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2).

(4) Αν το κρίνει αναγκαίο ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να παραλάβει σε εύλογο χρόνο και να κατακρατήσει για εύλογη περίοδο οποιοδήποτε αρχείο, βιβλίο, έγγραφο ή στοιχείο που προσάγεται σύμφωνα με τα εδάφια (1) ή (2) και αν του ζητηθεί εκδίδει απόδειξη παραλαβής του:

Νοείται ότι όταν διεκδικείται δικαίωμα επίσχεσης επί αρχείου, βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου που προσάγεται σύμφωνα με το εδάφιο (2), η παραλαβή του σύμφωνα με το εδάφιο αυτό δεν θεωρείται ότι παραβιάζει το δικαίωμα επίσχεσης.

(5) Όταν αρχείο, βιβλίο, έγγραφο ή στοιχείο που παραλήφθηκε από εξουσιοδοτημένο λειτουργό σύμφωνα με τα πιο πάνω εδάφια ζητείται εύλογα για την ομαλή διεξαγωγή της επιχείρησης του προσώπου, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός παραδίδει εντός ευλόγου χρόνου αντίτυπο του αρχείου, βιβλίου, εγγράφου ή στοιχείου στο πρόσωπο το οποίο το προσήγαγε ή μερίμνησε να προσαχθεί.

(6) Ο Διευθυντής δύναται να απαιτήσει από οποιαδήποτε κρατική αρχή ή αρχή τοπικής διοίκησης ή οργανισμό δημόσιου δικαίου να του παράσχει πληροφορίες που δυνατό να είναι αναγκαίες για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου.

(7) Κάθε υπάλληλος κρατικής αρχής, αρχής τοπικής διοίκησης ή οργανισμού δημόσιου δικαίου που έχει υπό τη φύλαξή του αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία των οποίων η εξέταση πιθανόν να βοηθήσει στην εφαρμογή του παρόντος Νόμου, οφείλει να επιτρέπει σε οποιοδήποτε εξουσιοδοτημένο λειτουργό να τα εξετάζει και να λαμβάνει αντίτυπα ή να αντιγράφει αποσπάσματά τους, χωρίς την καταβολή οποιουδήποτε τέλους ή δικαιώματος.

(8) Εκτός μετά από άδεια του Υπουργού, απαγορεύεται σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό να ανακοινώνει ή να χορηγεί σε τρίτους με οποιοδήποτε τρόπο εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες, που έχουν περιέλθει σε γνώση του ή του έχουν γνωστοποιηθεί κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων του.

(9) Εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου διατάξεις οποιασδήποτε νομοθεσίας επιτρέπουν ή απαιτούν την αποκάλυψη εμπιστευτικών στοιχείων ή πληροφοριών, οποιοδήποτε πρόσωπο που αναφέρεται στο εδάφιο (1) αποκαλύπτει οποιαδήποτε εμπιστευτικά στοιχεία ή πληροφορίες, διαπράττει ποινικό αδίκημα και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση για περίοδο που δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες λίρες ή και στις δύο ποινές μαζί.

Εξουσία διεξαγωγής ελέγχων

127. Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί για να διαπιστώσουν ή να εξασφαλίζουν την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου δύνανται να διενεργούν ελέγχους επί όλων των προϊόντων, ανεξάρτητα με την προέλευσή τους και που σχετίζονται με την παραγωγή τους ή με την είσοδο ή εισαγωγή, έξοδο ή εξαγωγή ή διακίνηση ή εναπόθεση σε χώρους επιχειρηματικής δραστηριότητας και επί οποιωνδήποτε αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή οποιουδήποτε προσώπου:

Νοείται ότι οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί έχουν εξουσία να ζητούν κάθε πληροφορία που έχει σχέση με τα πιο πάνω.

Εξουσία εισόδου σε υποστατικό

128. (1) Οι εξουσιοδοτημένοι λειτουργοί με σκοπό τη διαπίστωση της τήρησης των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύνανται να εισέρχονται σε υποστατικό το οποίο δηλώθηκε ή έπρεπε να δηλωθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή σε οποιοδήποτε άλλο υποστατικό, το οποίο ανήκει κατά κυριότητα ή χρησιμοποιείται από κάτοχο άδειας για τους σκοπούς της επιχείρησής του, και να επιθεωρούν αυτό, διεξαγάγουν έρευνες, εξετάζουν και καταμετρούν τα μηχανήματα, αγγεία, σκεύη, εμπορεύματα ή υλικά, τα οποία ανήκουν ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο σχετίζονται με αυτή την επιχείρηση και να διενεργούν ελέγχους επί των αρχείων, βιβλίων, εγγράφων ή στοιχείων, έστω και αν αυτά τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή.

(2) Πρόσωπο το οποίο αρνείται ή παρεμποδίζει την είσοδο εξουσιοδοτημένου λειτουργού σε υποστατικό για σκοπούς επιθεώρησης ή ερευνών, παρόλο που του δηλώθηκε το όνομα και η ιδιότητα του λειτουργού, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

Εξουσία διεξαγωγής έρευνας για κρυμμένους σωλήνες κλπ

129. (1) Εξουσιοδοτημένο λειτουργός ο οποίος εύλογα υποψιάζεται ότι πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, διατηρεί ή χρησιμοποιεί μυστικό σωλήνα ή άλλον αγωγό, κρουνό, αγγείο ή σκεύος, δύναται οποτεδήποτε να διεξαγάγει έρευνες στο υποστατικό του για την ανεύρεση του σωλήνα, αγωγού, κρουνού, αγγείου ή σκεύους και να λαμβάνει οποιαδήποτε μέτρα που να διασφαλίζουν τον ακριβή έλεγχο των προϊόντων.

(2) Κάθε σωλήνας ή άλλος αγωγός, κρουνός, αγγείο ή σκεύος καθώς και όλα τα προϊόντα τα οποία υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης ή τα υλικά που χρησιμοποιούνται για την κατασκευή τους, τα οποία εξευρίσκονται στο υποστατικό, υπόκεινται σε δήμευση, ο δε κάτοχός τους είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

Εξουσία προς απαίτηση διευκολύνσεων κλπ

130. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο υποκείμενο στις διατάξεις του παρόντος Νόμου έχει υποχρέωση όπως σε περίπτωση ελέγχου των προϊόντων από εξουσιοδοτημένο λειτουργό:

(α) παρέχει κάθε εύλογα αναγκαίο κατά τη κρίση του Διευθυντή μέσο και διευκόλυνση, για να μπορέσει ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός να ελέγξει ή εξετάσει ή ερευνήσει ή ενασκήσει οποιοδήποτε άλλο καθήκον σε υποστατικό κατόχου άδειας ή άλλο εγκεκριμένο τόπο,

(β) φυλάττει τα παρεχόμενα για το σκοπό αυτό μέσα, σε κατάλληλο μέρος το οποίο εγκρίνεται για το σκοπό αυτό από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό και

(γ) επιτρέπει στο εξουσιοδοτημένο λειτουργό, όπως σε οποιοδήποτε χρονικό διάστημα χρησιμοποιήσει κάθε τέτοιο μέσο και παρέχει σε αυτό κάθε αναγκαία βοήθεια για εκτέλεση των καθηκόντων του,

οποιοδήποτε δε πρόσωπο με πράξη ή παράλειψή του παραβαίνει οποιαδήποτε διάταξη του εδαφίου αυτού, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου οφείλει να παρέχει και φυλάττει όλα τα σύνεργα τα αναγκαία για την τοποθέτηση κλειδαριών από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό σε υποστατικό ή τόπο ή σε οποιοδήποτε διαμέρισμα αυτού του υποστατικού ή σε κάθε αγγείο, σκεύος ή συσκευή οποιασδήποτε φύσης η οποία φυλάττεται σε αυτό, και αν παραλείψει να πράξει με αυτό τον τρόπο, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός προμηθεύεται τα σύνεργα και εκτελεί κάθε αναγκαία εργασία για τη συντήρησή τους, και οι δαπάνες που διενεργούνται για το σκοπό αυτό, καταβάλλονται, αφού απαιτηθούν, από το πρόσωπο αυτό:

Νοείται ότι σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό παραλείπει να καταβάλει τις δαπάνες αυτές, υπόκειται επιπρόσθετα σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

(3) Εάν οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή οποιοσδήποτε υπάλληλος αυτού -

(α) με τη θέλησή του καταστρέφει ή προκαλεί ζημιά σε τέτοιο σύνεργο ή κλειδαριά ή κλειδί που χρησιμοποιείται σε αυτή ή οποιαδήποτε επιγραφή ή σφραγίδα, ή

(β) παράνομα επιτύχει πρόσβαση σε τόπο ή αντικείμενο που είναι ασφαλισμένο από κλειδαριά ή σφραγίδα, ή

(γ) έχει σύνεργο ή αντικείμενο, με το οποίο σκοπείται η ασφάλεια, κατασκευασμένο με τέτοιο τρόπο, ώστε να ματαιώνεται ο αντικειμενικός αυτός σκοπός,

είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες.

Εξουσία λήψης δειγμάτων

131. (1) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται οποτεδήποτε να λαμβάνει δείγματα προϊόντων τα οποία επιβαρύνονται με φόρους κατανάλωσης.

(2) Όταν εξουσιοδοτημένος λειτουργός λαμβάνει από οποιοδήποτε σκεύος, σωλήνα ή αγγείο ή οποιοδήποτε άλλο εξοπλισμό που χρησιμοποιείται στο υποστατικό κατόχου άδειας, δείγματα οποιουδήποτε προϊόντος ή υλικού κατασκευής, το δείγμα αυτό λογίζεται ως αντιπροσωπευτικό ολόκληρου του περιεχομένου του σκεύους αυτού, σωλήνα ή αγγείου ή εξοπλισμού εφόσον το περιεχόμενο του σκεύους, σωλήνα ή αγγείου ανακινείται και αναμιγνύεται στο βαθμό που απαιτείται από τη φύση του προϊόντος πριν ληφθεί το δείγμα.

(3) Όλα τα δείγματα που λαμβάνονται σύμφωνα με το άρθρο αυτό διατίθενται, με τον τρόπο που ο Διευθυντής εκάστοτε καθορίζει.

(4) Σε περίπτωση που σύμφωνα με το άρθρο αυτό διενεργείται δειγματοληψία από προϊόντα στα οποία έχει καταβληθεί ο φόρος κατανάλωσης και σκοπείται κατακράτηση του δείγματος, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός που διενεργεί τη δειγματοληψία οφείλει, όπως μετά από αίτηση του προσώπου το οποίο κατέχει τα προϊόντα, να καταβάλει για το δείγμα, εκ μέρους του Διευθυντή, εύλογο ποσό ανάλογο με την χονδρική του αξία:

Νοείται ότι εξαιρούνται από τις διατάξεις του εδαφίου αυτού:

(α) δείγματα τα οποία λαμβάνονται όταν κατατίθεται διασάφηση κατά την εισαγωγή ή είσοδό τους στο εσωτερικό της Δημοκρατίας,

(β) δείγματα τα οποία λαμβάνονται από προϊόντα, αναφορικά με τα οποία προβάλλεται αξίωση επιστροφής, έκπτωσης, απαλλαγής ή απόδοσης του φόρου αυτού,

(γ) δείγματα τα οποία λαμβάνονται για επιβεβαίωση της δήλωσης κατασκευαστή προϊόντων που επιβαρύνονται με φόρους κατανάλωσης.

Εξουσία απαγόρευσης της χρήσης ορισμένων ουσιών σε προϊόντα που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης

132. (1) Εφόσον αποδειχθεί στον Υπουργό, ότι οποιαδήποτε ουσία ή υγρό χρησιμοποιείται ή δυνατό να χρησιμοποιηθεί στην κατασκευή ή παρασκευή για πώληση οποιωνδήποτε προϊόντων που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης, και ότι η ουσία αυτή ή υγρό είναι μολυσματικής ή επιβλαβούς φύσης ή, εφόσον πρόκειται για χημικό ή τεχνητό απόσταγμα ή προϊόν το οποίο δύναται να επηρεάσει δυσμενώς τα δημόσια έσοδα η χρήση της ουσίας αυτής ή υγρού στην κατασκευή ή παρασκευή για πώληση οποιωνδήποτε προϊόντων τα οποία καθορίζονται στο διάταγμα που εκδίδεται από τον Υπουργό, απαγορεύεται.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο εν γνώσει του χρησιμοποιεί οποιαδήποτε απαγορευμένη ουσία ή υγρό, στην κατασκευή ή παρασκευή για πώληση προϊόντων, που καθορίζονται στο διάταγμα, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα λίρες.

(3) Απαγορευμένες ουσίες ή υγρά, τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή προσώπου το οποίο κατέχει άδεια κατασκευής ή πώλησης οποιωνδήποτε προϊόντων, που καθορίζονται στο διάταγμα, καθώς και όλα τα προϊόντα, στην κατασκευή ή παρασκευή των οποίων χρησιμοποιήθηκε τέτοια ουσία ή υγρό κατά παράβαση οποιουδήποτε διατάγματος, υπόκεινται σε δήμευση.

Εξουσία για είσοδο και έρευνα υποστατικών κλπ

133. (1) Για τους σκοπούς της άσκησης οποιωνδήποτε εξουσιών που παρέχονται δυνάμει του παρόντος Νόμου, εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται σε οποιοδήποτε εύλογο χρόνο, να εισέρχεται σε υποστατικό, με εξαίρεση την κατοικία, και να επιθεωρεί και ερευνά το υποστατικό αυτό καθώς και οποιαδήποτε προϊόντα και αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, τα οποία βρίσκονται σε αυτό.

(2) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη εξουσία που παρέχεται από τον παρόντα Νόμο, εάν υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε υποστατικό, με εξαίρεση την κατοικία, διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή ότι θα ανευρεθεί απόδειξη διάπραξης ή πιθανής διάπραξης τέτοιου αδικήματος, τότε ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να εισέλθει στο υποστατικό αυτό, με εξαίρεση την κατοικία και να ερευνήσει αυτό.

(3) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του προηγούμενου εδαφίου ή οποιασδήποτε άλλης εξουσίας που παρέχεται από τον παρόντα Νόμο, όταν δικαστής Επαρχιακού Δικαστηρίου ικανοποιείται με γραπτή ένορκη δήλωση του εξουσιοδοτημένου λειτουργού ότι υπάρχει εύλογη υποψία να πιστεύεται ότι σε υποστατικό, περιλαμβανομένης της κατοικίας, διαπράττεται ή έχει διαπραχθεί ή πρόκειται να διαπραχθεί αδίκημα που προνοείται στον παρόντα Νόμο ή ότι θα ανευρεθεί απόδειξη διάπραξης ή πιθανής διάπραξης τέτοιου αδικήματος, τότε ο δικαστής δύναται να εκδώσει ένταλμα το οποίο να εξουσιοδοτεί τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό ή κάθε άλλο κατονομαζόμενο στο ένταλμα πρόσωπο να εισέλθει και ερευνήσει το κατονομαζόμενο στο ένταλμα υποστατικό, περιλαμβανομένης της κατοικίας.

(4) Κάθε ένταλμα έρευνας φέρει την υπογραφή του δικαστή που το εκδίδει, την ημερομηνία και ώρα έκδοσης, καθώς επίσης και βεβαίωση του δικαστή ότι έχει εύλογα ικανοποιηθεί για την ύπαρξη ανάγκης έκδοσης του εντάλματος.

(5) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός ο οποίος έχει εξουσία έρευνας όπως αναφέρεται στα εδάφια (1) και (2) ή έχει εξουσιοδοτηθεί με ένταλμα όπως αναφέρεται στο εδάφιο (3) για την εκτέλεση της έρευνας δύναται -

(α) να κατακρατήσει, κατάσχει ως υποκείμενα εις δήμευση, ή μετακινήσει οποιαδήποτε προϊόντα ή και κατακρατήσει, ή κατάσχει οποιαδήποτε αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, τα οποία βρέθηκαν στο υποστατικό και για τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι δυνατό να χρησιμεύσουν ως αποδεικτικά στοιχεία για τους σκοπούς οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας· ή και

(β) να ερευνήσει ή να μεριμνήσει για την έρευνα οποιουδήποτε προσώπου που βρίσκεται στο υποστατικό για το οποίο εύλογα πιστεύει ότι έχει στην κατοχή του τέτοια προϊόντα ή αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία.

(6) Ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός ή άλλο πρόσωπο που έχει εξουσία με βάση το άρθρο αυτό να εισέλθει σε υποστατικό, δύναται να χρησιμοποιήσει τόση βία όση είναι εύλογα αναγκαία για την άσκηση της εξουσίας αυτής.

Εξουσία έρευνας υποστατικών στα οποία βρίσκεται οτιδήποτε υπόκειται εις δήμευση

134. (1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη εξουσία που παραχωρείται από τον παρόντα Νόμο, εφόσον υπάρχει εύλογη υποψία ότι οποιαδήποτε προϊόντα τα οποία υπόκεινται εις δήμευση, δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή οποιοδήποτε αρχείο, βιβλίο, έγγραφό ή στοιχείο, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, που σχετίζεται με τη διάπραξη αδικήματος, φυλάττεται ή αποκρύπτεται σε οποιοδήποτε υποστατικό, με εξαίρεση την κατοικία, οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να εισέλθει στο υποστατικό αυτό, κατά οποιοδήποτε χρόνο, κατά τη διάρκεια της ημέρας ή της νύκτας και να ελέγξει, ερευνήσει, κατακρατήσει, κατάσχει ως υποκείμενα εις δήμευση ή μετακινήσει οποιαδήποτε τέτοια προϊόντα ή και κατακρατήσει ή κατάσχει οποιαδήποτε αρχεία, βιβλία, έγγραφα ή στοιχεία, έστω και αν τηρούνται σε μηχανογραφημένη μορφή, επιπρόσθετα δε, κατά την έκταση που είναι εύλογα αναγκαίο για το σκοπό αυτό, να παραβιάσει οποιαδήποτε πόρτα, παράθυρο ή δοχείο καθώς και να παραβιάσει και μετακινήσει οποιοδήποτε άλλο κώλυμα θα παρουσιασθεί.

(2) Οι διατάξεις των εδαφίων (3) έως (6) του άρθρου 133 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και για τους σκοπούς του άρθρου αυτού.

Εξουσία έρευνας οχημάτων και σκαφών

135. (1) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη εξουσία που παραχωρείται δυνάμει του παρόντος Νόμου ή της τελωνειακής νομοθεσίας, οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός για τη διαπίστωση ή την εξασφάλιση της τήρησης του παρόντος Νόμου, δύναται να σταματήσει και ερευνήσει οποιοδήποτε όχημα ή σκάφος με σκοπό να κατακρατήσει ή κατάσχει ως υποκείμενα εις δήμευση προϊόντα που -

(α) υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης που δεν έχει καταβληθεί ή για τον οποίο δεν κατατέθηκε εγγύηση·

(β) μεταφέρονται παράνομα από κάποιο τόπο σε άλλο·

(γ) υπόκεινται εις δήμευση δυνάμει του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι τα αναφερόμενα στο άρθρο αυτό ισχύουν και για οποιοδήποτε όχημα ή σκάφος μεταφέρει οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη υποψία ότι χρησιμοποιείται ή χρησιμοποιήθηκε ή δυνατό να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό διάπραξης αδικήματος κατά παράβαση του παρόντος Νόμου.

(2) Εάν ο υπεύθυνος του οχήματος ή σκάφους, εφόσον κληθεί από εξουσιοδοτημένο λειτουργό, αρνηθεί να σταματήσει ή επιτρέψει τη διεξαγωγή της έρευνας του οχήματος ή σκάφους, είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες.

Εξουσία προσωπικής έρευνας

136. (1) Όταν υπάρχει εύλογη υποψία ότι κάποιο πρόσωπο μεταφέρει οποιοδήποτε προϊόν -

(α) το οποίο υπόκειται σε φόρο κατανάλωσης, ο οποίος δεν καταβλήθηκε ακόμη ή για το οποίο δεν παρασχέθηκε εγγύηση·

(β) για την είσοδο ή εισαγωγή ή έξοδο ή εξαγωγή του οποίου τελεί εκάστοτε σε ισχύ απαγορευτική διάταξη ή περιορισμός δυνάμει του παρόντος Νόμου ή της τελωνειακής νομοθεσίας,

οποιοσδήποτε εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να ερευνήσει σωματικά το πρόσωπο αυτό και κάθε προϊόν που μεταφέρεται επ’ αυτού.

(2) Το πρόσωπο, στο οποίο θα διενεργηθεί η έρευνα δύναται να απαιτήσει, την προσαγωγή του στο Δικαστήριο ή στον προϊστάμενο του εξουσιοδοτημένου λειτουργού που διεξάγει την έρευνα, για να εξετάσει τους λόγους, πάνω στους οποίους βασίζεται η υποψία και να αποφασίσει κατά πόσο θα διενεργηθεί ή έρευνα ή όχι.

Εξουσία για συμβιβασμό αδικημάτων

137. (1) Με εξαίρεση την περίπτωση ποινικών αδικημάτων σύμφωνα με το άρθρο 89(3), (4) και (5) του εκάστοτε σε ισχύ περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου, ο Διευθυντής δύναται να συμβιβάζει οποιοδήποτε αδίκημα ή πράξη, το οποίο ή η οποία ήθελε διαπραχθεί ή για το οποίο ή η οποία υπάρχει εύλογη υποψία ότι διαπράχθηκε από κάποιο πρόσωπο κατά παρέκκλιση ή παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου με όρους που καθορίζονται από αυτό κατά την κρίση του, έχει δε πλήρη εξουσία όπως αποδέχεται από το πρόσωπο αυτό χρηματική πληρωμή, που δεν υπερβαίνει την ανώτατη χρηματική ποινή που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο για το αδίκημα ή την πράξη αυτή.

(2) Με την πληρωμή του ποσού αυτού στο Διευθυντή, απαγορεύεται η λήψη περαιτέρω δικαστικών μέτρων για το εν λόγω αδίκημα ή την πράξη αυτή εναντίον του προσώπου που συμβιβάσθηκε, εάν δε αυτό βρίσκεται υπό κράτηση αφήνεται ελεύθερο.

Εγγυητήρια και εγγύηση

138. (1) Ο Διευθυντής δύναται κατά την κρίση του να απαιτήσει από οποιοδήποτε πρόσωπο τη σύσταση εγγύησης για την τήρηση οποιουδήποτε όρου που έχει σχέση με τους φόρους κατανάλωσης.

(2) Οποιοδήποτε εγγυητήριο το οποίο εκδίδεται για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου -

(α) εκδίδεται για τη Δημοκρατία·

(β) είναι έγκυρο έστω και αν υπογράφηκε από πρόσωπο που δεν συμπλήρωσε το δέκατο όγδοο έτος της ηλικίας του·

(γ) είναι δυνατό να ακυρωθεί σε οποιοδήποτε χρόνο από το Διευθυντή ή με εντολή του.

ΜΕΡΟΣ ΧVI ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Αίτημα αναθεώρησης κλπ

139. (1) Κάθε πρόσωπο έχει δικαίωμα να υποβάλει στο Διευθυντή εντός εξήντα ημερών από την ημερομηνία έκδοσης απόφασης δυνάμει της παραγράφου (α) ή της υποβολής αίτησης δυνάμει της παραγράφου (β), αίτημα αναθεώρησης που αφορά -

(α) τις αποφάσεις του Τμήματος Τελωνείων αναφορικά με την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου, εφόσον τον αφορούν άμεσα και ατομικά·

(β) αίτημα σε περίπτωση που έχει υποβάλει σχετική αίτηση στο Τμήμα Τελωνείων και δεν εκδόθηκε οποιαδήποτε απόφαση από αυτό, εντός προθεσμίας τριάντα ημερών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης, εκτός στην περίπτωση που προβλέπεται ρητά άλλη προθεσμία από τη συναφή νομοθεσία:

Νοείται ότι η υποχρέωση για απάντηση εντός της πιο πάνω προθεσμίας υπάρχει, όταν η λήψη της απόφασης εντός της προθεσμίας αυτής είναι εφικτή, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστατικών κάθε υπόθεσης:

Νοείται περαιτέρω ότι η εξέταση του αιτήματος αναθεώρησης είναι δυνατό να ανατεθεί από το Διευθυντή σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό ή λειτουργούς, ρητά οριζόμενους από αυτόν.

(2) Η υποβολή αιτήματος σύμφωνα με το εδάφιο (1) δεν επιφέρει την αναστολή της εκτέλεσης της προσβαλλόμενης απόφασης:

Νοείται ότι ο Διευθυντής δύναται να αναβάλει ολικά ή μερικά την εκτέλεση της προσβαλλόμενης απόφασης, αν έχει βάσιμους λόγους να αμφιβάλλει για τη συμφωνία της απόφασης αυτής με τον παρόντα Νόμο ή όταν υπάρχει κίνδυνος ανεπανόρθωτης ζημιάς για το πρόσωπο που αφορά.

(3) Σε περίπτωση που η προσβαλλόμενη απόφαση έχει ως αποτέλεσμα την επιβολή φόρου κατανάλωσης, η αναστολή της εκτέλεσής της εξαρτάται από τη σύσταση εγγύησης για την εξασφάλιση της καταβολής του οφειλόμενου ποσού:

Νοείται ότι η εγγύηση αυτή είναι δυνατόν να μην απαιτηθεί όταν ενδέχεται να προκαλέσει σοβαρές δυσκολίες οικονομικού και κοινωνικού χαρακτήρα, λόγω της κατάστασης του οφειλέτη:

Νοείται περαιτέρω ότι σε περίπτωση συμβιβασμού πράξης ή αδικήματος δυνάμει του άρθρου 137 δεν υποβάλλεται αίτημα αναθεώρησης.

(4) Ο Διευθυντής δύναται με γνωστοποίηση του να καθορίσει κάθε αναγκαία λεπτομέρεια για την καλύτερη εφαρμογή του άρθρου αυτού.

(5) Ανεξαρτήτως των διατάξεων των εδαφίων (1) έως (3), κάθε πρόσωπο  το οποίο αμφισβητεί τον επιβληθέντα, σε εγγεγραμμένο ή ταξινομημένο σε οποιοδήποτε κράτος μηχανοκίνητο όχημα, φόρο κατανάλωσης δύναται, εντός προθεσμίας εξήντα ημερών από την ημερομηνία επιβολής της φορολογίας, να αποταθεί στον Διευθυντή με γραπτή αιτιολογημένη ένσταση, προσκομίζοντας όλα τα αναγκαία στοιχεία τα οποία να υποστηρίζουν το βάσιμο της ένστασής του, για επανεξέταση της επιβληθείσας φορολογίας:

Νοείται ότι, ένσταση, η οποία υποβάλλεται, αν δεν συνοδεύεται με τα αναγκαία έγγραφα προς υποστήριξή της, θεωρείται ως ουδέποτε υποβληθείσα:

Νοείται περαιτέρω ότι, ο Διευθυντής δύναται να απαιτήσει επιπρόσθετα  στοιχεία τα οποία είναι αναγκαία στην έκδοση της απόφασής του:

Νοείται, έτι περαιτέρω, ότι, για να εξεταστεί ένσταση υποβληθείσα σύμφωνα με το παρόν εδάφιο θα πρέπει να καταβληθεί ο επιβληθείς φόρος.

(6) Η υποβολή ένστασης δυνάμει του εδαφίου (5) αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την άσκηση προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος.

(7) (α)Η απόφαση του Διευθυντή αναφορικά με την υποβληθείσα ένσταση εκδίδεται εντός προθεσμίας έξι μηνών από την ημερομηνία υποβολής των στοιχείων που έχουν απαιτηθεί από το Διευθυντή για εξακρίβωση του επιβλητέου φόρου:

Νοείται ότι, η προθεσμία των έξι μηνών παρατείνεται για τη χρονική περίοδο που το ενιστάμενο πρόσωπο καθυστερεί να προσκομίσει τα στοιχεία που ζητήθηκαν από το Διευθυντή.

(β) Τηρουμένης της επιφύλαξης της παραγράφου (α), σε περίπτωση που η προθεσμία των έξι μηνών λήξει,  χωρίς ο Διευθυντής να εκδώσει την απόφασή του, ο Διευθυντής υποχρεούται να επιβάλει φόρο κατανάλωσης σύμφωνα με την προσκομισθείσα από το ενιστάμενο πρόσωπο μαρτυρία και να επιδώσει σε αυτό σχετική ειδοποίηση.

(8) Αν κατά την εξέταση της υποβληθείσας ένστασης αποδειχθεί από την υπάρχουσα μαρτυρία ότι δικαιολογείται επιβολή φόρου κατανάλωσης μεγαλύτερου από τον αρχικά επιβληθέντα, το ενιστάμενο πρόσωπο οφείλει να καταβάλει την προκύπτουσα διαφορά του φόρου κατανάλωσης σύμφωνα με την απόφαση που εκδίδεται επί της ενστάσεως.

(9) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (5) μέχρι (8), το ενιστάμενο πρόσωπο έχει το δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο, σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος, εφόσον διαφωνεί με την απόφαση του Διευθυντή αναφορικά με την υποβληθείσα ένσταση.

Παραβάσεις και γενικά αδικήματα

140. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο διαπράττει παράβαση κατά τη διάρκεια της ενδοκοινοτικής διακίνηση των εναρμονισμένων προϊόντων στο εσωτερικό της Δημοκρατίας η οποία καθιστά απαιτητό τον ειδικό φόρο κατανάλωσης, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του ειδικού φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής, και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

(2) Πρόσωπο το οποίο εν γνώσει του ή λόγω βαριάς αμέλειας ενέχεται με οποιοδήποτε τρόπο στην αποφυγή ή απόπειρα αποφυγής της καταβολής των οφειλόμενων στα προϊόντα φόρων κατανάλωσης ή στη μη τήρηση των διατυπώσεων, που προβλέπονται από τον παρόντα Νόμο, με σκοπό τη μη καταβολή των ως άνω φόρων κατανάλωσης, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες ή το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση η οποία δεν υπερβαίνει τα τρία χρόνια ή και στις δύο ποινές, της φυλάκισης και της χρηματικής και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα υπόκεινται σε δήμευση.

(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατέχει αφορολόγητα προϊόντα κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές αυτές και τα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα, υπόκεινται σε δήμευση.

(4) Εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου υπάρχει ειδική ρύθμιση στον παρόντα Νόμο για ποινικά αδικήματα, οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου ή των Κανονισμών ή των Διαταγμάτων ή των γνωστοποιήσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτών, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι δύο χιλιάδες λίρες ή σε φυλάκιση μέχρι δύο χρόνια ή και στις δύο ποινές.

(5) Οποιοδήποτε ποσό το οποίο σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, οφείλεται στη Δημοκρατία, μπορεί να διεκδικηθεί με αγωγή στο Επαρχιακό Δικαστήριο.

Ποινική και αστική ευθύνη συμβούλων

141. (1) Όταν διαπράττεται ποινικό αδίκημα το οποίο προνοείται στον παρόντα Νόμο από νομικό πρόσωπο με τη συναίνεση ή συνέργεια ή από αμέλεια συμβούλου, διευθυντού, γραμματέα, ή άλλου παρομοίου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή υπό προσώπου φερομένου ότι ενεργεί υπό τέτοια ιδιότητα, αυτό μαζί με το νομικό πρόσωπο λογίζεται ένοχο του ποινικού αδικήματος αυτού και υπόκειται ωσαύτως σε ποινική δίωξη και ανάλογη ποινή.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ο όρος "σύμβουλος" σε σχέση με νομικό πρόσωπο ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, η διαχείριση του οποίου είναι εμπεπιστευμένη στα μέλη του, σημαίνει μέλος του νομικού αυτού προσώπου ή οργανισμού.

(3) Πρόσωπο που σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) υπέχει ποινική ευθύνη για τελούμενο από νομικό πρόσωπο αδίκημα, ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή κεχωρισμένως σε οποιαδήποτε αστική διαδικασία

Ευθύνη προσώπου το οποίο παρουσιάζεται ως ιδιοκτήτης

142. Οποιοδήποτε πρόσωπο παρουσιάζεται ως ιδιοκτήτης ή το οποίο είναι ο διευθυντής επιχείρησης κατόχου άδειας υποκείμενης στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, σχετικά με την οποία δηλώθηκε οποιοδήποτε υποστατικό ή αντικείμενο, ή ο οποίος κατέχει, ή χρησιμοποιεί οποιοδήποτε υποστατικό ή αντικείμενο το οποίο δηλώθηκε, έχει την ίδια ευθύνη όπως και ο πραγματικός ιδιοκτήτης της επιχείρησης.

Έκδοση Διατάγματος για την καταβολή του οφειλόμενου ποσού

143. (1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το ποινικό δικαστήριο που κηρύσσει οποιοδήποτε πρόσωπο ένοχο για παράλειψη καταβολής οποιουδήποτε ποσού που οφείλει με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, περιλαμβανομένων χρηματικών επιβαρύνσεων και τόκου, έχει εξουσία εκτός από την επιβολή ποινής να εκδώσει Διάταγμα με το οποίο να διατάσσει τον καταδικασθέντα να καταβάλει στο Διευθυντή το εν λόγω ποσό.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, το Διάταγμα που εκδίδεται με βάση το εδάφιο (1), θεωρείται ότι αποτελεί απόφαση πολιτικού δικαστηρίου και είναι δυνατό να συντάσσεται, υπογράφεται και εκτελείται ως απόφαση σε αγωγή σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου.

Εκτέλεση και κατάσχεση

144. Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο υπόκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου οφείλει κάποιο ποσό αναφορικά με οποιοδήποτε φόρο κατανάλωσης ή για ποινή η οποία επιβλήθηκε σε αυτό σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντα Νόμου, προϊόντα που υπόκεινται σε φόρο κατανάλωσης, ανεξάρτητα εάν ο φόρος κατανάλωσης που αναλογεί σε αυτά καταβλήθηκε ή όχι και υλικά κατασκευής ή παραγωγής αυτών των προϊόντων καθώς και οι συσκευές, εξοπλισμός, μηχανήματα, εργαλεία, σκεύη και αγγεία, τα οποία χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ή παραγωγή ή στην παρασκευή αυτών των υλικών ή με τα οποία ενασκείται η επιχείρηση, αναφορικά με την οποία οφείλεται ο φόρος αυτός, τα οποία εξευρίσκονται στην κατοχή ή στη φύλαξη του προσώπου αυτού ή του αντιπροσώπου του ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου το οποίο ενεργεί για λογαριασμό του υπόκεινται σε κατάσχεση σε περίπτωση μη καταβολής του ποσού αυτού, στην έκταση που κατά την κρίση του Διευθυντή πωλούμενα αποκομίζουν το ισάξιο του οφειλόμενου ποσού.

Επίδοση κοινοποιήσεων κλπ

145. Οποιαδήποτε κοινοποίηση, απαίτηση, απόφαση ή οδηγία ή άλλη πράξη που πρέπει να επιδοθεί σε οποιοδήποτε πρόσωπο για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, γνωστοποιείται με επιστολή που απευθύνεται στο εν λόγω πρόσωπο, ή στον αντιπρόσωπό του και η οποία αποστέλλεται με επιστολή ή με συστημένη επιστολή ταχυδρομικώς στην τελευταία δηλωθείσα ή συνηθισμένη διαμονή ή έδρα της επιχείρησης του προσώπου αυτού ή του αντιπροσώπου του ή παραδίδεται προσωπικά στο πρόσωπο προς το οποίο απευθύνεται ή τον αντιπρόσωπό του.

Τρόπος υποβολής διασάφησης ή δήλωσης κλπ

146. (1) Οποιαδήποτε διασάφηση, δήλωση ή έγγραφο το οποίο απαιτείται να κατατεθεί στο Διευθυντή για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου υποβάλλεται:

(α) γραπτώς· ή

(β) με χρήση μηχανογραφημένης μεθόδου εφόσον η χρήση της εγκρίνεται από το Διευθυντή,

και με την επιφύλαξη του εδαφίου (2) συνοδεύεται με έγγραφα των οποίων η προσκόμιση είναι αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Όταν η διασάφηση, δήλωση ή έγγραφο υποβάλλεται με χρήση μηχανογραφημένης μεθόδου ο Διευθυντής δυνατόν να επιτρέπει να μην υποβάλλονται μαζί με την εν λόγω διασάφηση, δήλωση ή έγγραφο τα συνοδευτικά έγγραφα ή μέρος αυτών. Στην περίπτωση αυτή τα εν λόγω έγγραφα φυλάττονται από το υπόχρεο για την κατάθεσή τους πρόσωπο ή από δεόντως εξουσιοδοτημένο αντιπρόσωπο τους, το οποίο έχει υποχρέωση να παρέχει κάθε διευκόλυνση προς εξέταση των εγγράφων αυτών.

(3) Τα πρόσωπα που έχουν υποχρέωση υποβολής διασάφησης, δήλωσης ή εγγράφου σύμφωνα με το εδάφιο (1) υποχρεούνται να τα φυλάττουν καθώς και τα συνοδευτικά τους έγγραφα για επτά τουλάχιστον ημερολογιακά χρόνια.

(4) Στις περιπτώσεις που ο Διευθυντής εγκρίνει τη χρήση μηχανογραφημένης μεθόδου για την υποβολή των εγγράφων όπως αναφέρεται στο εδάφιο (2), τότε, για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου και οποιασδήποτε πολιτικής ή ποινικής διαδικασίας, ο κωδικός αριθμός ο οποίος χορηγείται από το Διευθυντή στο πρόσωπο που έχει δικαίωμα να υποβάλλει τα εν λόγω έγγραφα με τη χρήση της μηχανογραφημένης μεθόδου, θεωρείται ότι υπέχει θέση της χειρόγραφης υπογραφής που θα έφεραν τα έγγραφα αν υποβάλλονταν σε μη μηχανογραφημένη μορφή και το πρόσωπο που υποβάλλει τα έγγραφα με τη χρήση κωδικού αριθμού θεωρείται ότι έχει γνώση και του περιεχομένου των εγγράφων.

Τήρηση βιβλίων και αρχείων

147. (1) Ο Διευθυντής δύναται να ορίσει υποχρέωση τήρησης βιβλίων και αρχείων σε πρόσωπα που υπόκεινται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Τα βιβλία και αρχεία που αναφέρονται στο εδάφιο (1) πιο πάνω, δύναται να καθορίζονται με γνωστοποίηση του Διευθυντή.

(3) Στη γνωστοποίηση που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) ή σε σχετική οδηγία προς το ενδιαφερόμενο πρόσωπο είναι δυνατό να καθορίζεται το είδος, ο τύπος των βιβλίων και αρχείων, ο τρόπος και ο τόπος φύλαξής τους καθώς και ο τρόπος και χρόνος ενημέρωσής τους.

(4) Τα πρόσωπα που έχουν υποχρέωση τήρησης βιβλίων και αρχείων σύμφωνα με το εδάφιο (1) πιο πάνω υποχρεούνται να τα φυλάττουν για επτά τουλάχιστον ημερολογιακά χρόνια.

(5) Η δυνάμει του παρόντος άρθρου υποχρέωση τήρησης αρχείων είναι δυνατόν να εκπληρωθεί με τη τήρηση των πληροφοριών που περιέχονται σε αυτά με μέσα που δύναται να εγκρίνει ο Διευθυντής· και όταν οι εν λόγω πληροφορίες τηρούνται με αυτό τον τρόπο, αντίτυπο οποιουδήποτε εγγράφου που αποτελεί μέρος των αρχείων, τηρουμένου του εδαφίου (6), είναι δεκτό ως απόδειξη σε οποιαδήποτε διαδικασία, είτε πολιτική είτε ποινική, κατά την ίδια έκταση όπως τα ίδια τα αρχεία.

(6) Ο Διευθυντής δύναται να επιβάλλει, ως όρο για να εγκρίνει σύμφωνα με το εδάφιο (5) οποιαδήποτε μέσα τήρησης πληροφοριών που περιέχονται σε οποιαδήποτε έγγραφα, εύλογες απαιτήσεις που κρίνει απαραίτητες για να εξασφαλίζεται ότι πληροφορίες θα καθίστανται αμέσως διαθέσιμες σε αυτόν ως να είχαν τηρηθεί τα ίδια τα αρχεία.

(7) Σε περίπτωση που το υπόχρεο για την τήρηση βιβλίων ή αρχείων και στοιχείων πρόσωπο παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου ή όρους της γνωστοποίησης που εκδίδεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή μέχρι τις δύο χιλιάδες λίρες ή σε φυλάκιση μέχρι ένα χρόνο ή και στις δύο αυτές ποινές.

Συνδρομή Αστυνομίας

148. Τηρουμένων των εκάστοτε οδηγιών του Διευθυντή τα μέλη της Κυπριακής Αστυνομίας, έχουν καθήκον όπως συνδράμουν στην εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή οποιασδήποτε άλλης νομοθεσίας που εκάστοτε τελεί σε ισχύ και αφορά αρμοδιότητα που παραχωρήθηκε.

Κανονισμοί, Διατάγματα και γνωστοποιήσεις

149. (1) Επιπρόσθετα από τις περιπτώσεις που προβλέπονται ρητά στον παρόντα Νόμο, το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει και οποιουσδήποτε άλλους Κανονισμούς ή Διατάγματα για τον καθορισμό ή ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος το οποίο είναι δυνατό ή πρέπει να καθοριστεί ή ρυθμιστεί σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου καθώς και της κοινοτικής νομοθεσίας και γενικότερα για σκοπούς καλύτερης εφαρμογής τους.

(2) Κανονισμοί και Διατάγματα που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο είναι δυνατό να περιέχουν και διατάξεις για την επιβολή ποινών στις περιπτώσεις παράβασής τους, σε καμιά όμως περίπτωση δεν είναι δυνατό να προβλέπουν ποινή βαρύτερη από τη βαρύτερη ποινή η οποία προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.

(3) Οποιοιδήποτε Κανονισμοί και Διατάγματα που εκδίδονται από το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο είναι δυνατό να περιέχουν διατάξεις για την επιβολή χρηματικής επιβάρυνσης στα πρόσωπα που παραβαίνουν τις διατάξεις των Κανονισμών και Διαταγμάτων αυτών.

(4) Ο Διευθυντής δύναται να εκδίδει γνωστοποιήσεις για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των εκδιδόμενων υπ’ αυτού κανονισμών και Διαταγμάτων.

(5) Κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος Νόμου δύναται να προβλέπουν για την κατάργηση Κανονισμών που έχουν εκδοθεί σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Τελωνειακών Δασμών και Φόρων Κατανάλωσης Νόμου

Εφαρμογή διατάξεων της τελωνειακής νομοθεσίας

150. (1) Οι διατάξεις της εκάστοτε σε ισχύ τελωνειακής νομοθεσίας οι οποίες ρυθμίζουν οποιοδήποτε ζήτημα σχετικό με τις εξουσίες του Διευθυντή, ή οποιοδήποτε άλλο θέμα που σχετίζεται με την επιβολή, είσπραξη και καταβολή τελωνειακών δασμών, ισχύουν κατ’ αναλογία και εφαρμόζονται και για σκοπούς του παρόντος Νόμου εκτός εάν ο παρών Νόμος προβλέπει διαφορετικά.

(2) Τα άρθρα 74, 77, 83, 84, 85, 86, 88, 90, 91, 92, 93, 95, 96, 97, 98, 100, 102, 103, 104, 105, 106, 107, 108, 109, 110, 113, 117 και 120 του εκάστοτε σε ισχύ περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου εφαρμόζονται τηρουμένων των αναλογιών σε σχέση με οποιοδήποτε θέμα που σχετίζεται με φόρους κατανάλωσης, οποιαδήποτε δε αναφορά σε δασμό ή φόρο που γίνεται στις πιο πάνω διατάξεις θα ερμηνεύεται ως αναφορά σε φόρους κατανάλωσης εκτός αν ο παρόν Νόμος προβλέπει διαφορετικά.

ΜΕΡΟΣ ΧVII ΕΠΙΦΥΛΑΞΕΙΣ – ΚΑΤΑΡΓΗΣΕΙΣ – ΜΕΤΑΒΑΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Επιφυλάξεις

151. (1) Οποιοσδήποτε Κανονισμός, Διάταγμα, γνωστοποίηση, οδηγία, έντυπο ή άλλη πράξη, η οποία ισχύει αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου ή οποιουδήποτε άλλου Νόμου που τροποποιεί τον παρόντα Νόμο, που έχει εκδοθεί δυνάμει οποιωνδήποτε Νόμων ή διατάξεων αυτών που καταργούνται με οποιοδήποτε Νόμο, η οποία αφορά οποιοδήποτε ζήτημα, για το οποίο το Υπουργικό Συμβούλιο ή ο Διευθυντής έχει εξουσία δυνάμει του παρόντος Νόμου όπως εκδίδει Κανονισμούς ή Διατάγματα ή γνωστοποιήσεις ή να παρέχει οδηγίες ή επιβάλλει όρους ή περιορισμούς, τυγχάνει εφαρμογής, στην έκταση που δεν αντίκειται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, μέχρι να ανακληθεί ή τροποποιηθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο ή τον Υπουργό ή το Διευθυντή ως αν είχε εκδοθεί, παρασχεθεί ή επιβληθεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και αν ακόμη δεν αναφέρεται ρητά αντίστοιχη διάταξη στον παρόντα Νόμο.

(2) Διορισμοί που έγιναν, εντολές, εξουσιοδοτήσεις, άδειες ή εγκρίσεις οι οποίες παρασχέθηκαν από το Διευθυντή δυνάμει οποιωνδήποτε Νόμων ή διατάξεων αυτών που καταργούνται με οποιοδήποτε νόμο, οι οποίοι τελούσαν σε ισχύ αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θα ισχύουν ως αν έγιναν ή παρασχέθηκαν δυνάμει της αντίστοιχης διάταξης του παρόντος Νόμου, στην έκταση που δεν αντίκεινται στις πιο πάνω διατάξεις και εφόσον ρητά δεν ανακληθούν ή τροποποιηθούν.

(3) Αρμοδιότητες οι οποίες αμέσως πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου ενασκούνταν για λογαριασμό κάποιου άλλου προσώπου από το Διευθυντή ή από πρόσωπα που διορίζονται από το Διευθυντή για το σκοπό αυτό, θα συνεχίσουν να ασκούνται από αυτούς, μέχρι να γίνουν άλλες διευθετήσεις, και αν ακόμη οι αρμοδιότητες αυτές δεν αναφέρονται ρητά στον παρόντα Νόμο.

(4) Έγγραφο το οποίο αναφέρεται στους Νόμους ή στις διατάξεις αυτών που καταργούνται από τον παρόντα Νόμο, ερμηνεύεται εκτός αν προκύπτει πρόθεση για το αντίθετο στον παρόντα Νόμο, ως αναφερόμενο στον παρόντα Νόμο.

Καταργήσεις

152. (1) Ο περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμος του 2003 και οποιεσδήποτε διατάξεις αυτού καταργούνται.

(2) Η συνέχεια της νομοθεσίας που αφορά τους φόρους κατανάλωσης δεν επηρεάζεται από την αντικατάσταση του καταργηθέντος Νόμου από τον παρόντα ή οποιοδήποτε άλλο Νόμο.

Μεταβατικές διατάξεις

153. (1) Οι διατάξεις του παρόντος Νόμου δεν επηρεάζουν -

(α) την ποινική ευθύνη, τη δίκη ή την τιμωρία για αδίκημα που διαπράχθηκε κατά παράβαση των Νόμων που καταργήθηκαν με οποιοδήποτε νόμο,

(β) την ποινική ευθύνη, αναφορικά με οποιαδήποτε πράξη που διενεργήθηκε ή που άρχισε πριν από την έναρξη του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι η πράξη περιλαμβάνει απόπειρα ή παράλειψη της εν λόγω πράξης.

(2) Χωρίς επηρεασμό του κύρους των ενεργειών ή των διαδικασιών οι οποίες έγιναν ή ακολουθήθηκαν με βάση το καθεστώς που ίσχυε πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκκρεμή ζητήματα ή διαδικασίες που άρχισαν, αλλά δεν ολοκληρώθηκαν κατά την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, θα διεκπεραιωθούν, κατά το δυνατόν, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών, Διαταγμάτων ή γνωστοποιήσεων που εκδίδονται δυνάμει αυτού.

(3) Οι διατάξεις του άρθρου 59(Α) του περί Φόρου Προστιθέμενης Αξίας Νόμου που εκάστοτε ισχύει εφαρμόζονται κατά αναλογία και για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου εκτός αν ο παρών Νόμος προβλέπει διαφορετικά.

Έναρξη ισχύος του παρόντος Νόμου ή διατάξεων αυτού

154. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από 1.5.2004, εξαιρουμένων των διατάξεων των άρθρων 36(α), 50, 51, 53, 81, 82, 84, 85, 100, του Πρώτου, Δεύτερου, Τρίτου και Τέταρτου Παραρτήματος τα οποία τίθενται σε ισχύ από 29.4.2004.

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑΤΑ
ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΡΩΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Άρθρο 36)

 

Προϊόντα Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
1)

Προϊόντα τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2707 10 00, 2707 30 00 και διαλυτική βενζολονάφθα που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 2707 50 00"

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022 μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€359,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 3η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι έτι περιατέρω ότι, από την 4η Μαρτίου 2024 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα.

€429,00 τα 1000 λίτρα

2)

Προϊόντα τα οποία υπαγονται στους κωδικούς Σ.Ο 2710 19 99 και 2710 20 90, εξαιρουμένων των άλλων λιπαντικών λαδιών ή άλλων λαδιών που δεν διατίθενται προς πώληση ή χρησιμοποιούνται ως καύσιμα κινητήρων ή ως πρόσθετα στα καύσιμα κινητήρων:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022 μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€359,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 3η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι έτι περιατέρω ότι, από την 4η Μαρτίου 2024 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα.

€429,00 τα 1000 λίτρα

3)

Πεντάνια, εξάνια, επτάνια, οκτάνια, οκτοδεκάνια που υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 2901 10 00, βενζόλιο που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 2902 20 00 και ισομερή του ξυλολίου σε μείγμα που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 2902 44 00:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022 μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€359,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 3η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι έτι περιατέρω ότι, από την 4η Μαρτίου 2024 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα.

€429,00 τα 1000 λίτρα

4)

Αμόλυβδη βενζίνη η οποία υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2710 12 41, 2710 12 45 και 2710 12 49:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022 μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€359,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 3η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι έτι περιατέρω ότι, από την 4η Μαρτίου 2024 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €359,00 τα 1 000 λίτρα.

€429,00 τα 1000 λίτρα

5) Βενζίνη η οποία υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2710 12 31, 2710 12 51, 2710 12 59 και 2710 12 70 €421,00 τα 1000 λίτρα
6)

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (gas oil) το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων(1), που υπάγεται στους κωδικούς 2710 19 43 έως 2710 19 48 και 2710 20 11 έως 2710 20 19:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022  μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€330,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 3η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι έτι περιατέρω ότι, από την 4η Μαρτίου 2024 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1 000 λίτρα.

€400,00 τα 1000 λίτρα

7)

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (gas oil) το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης(2), που υπάγεται στους κωδικούς στους κωδικούς 2710 19 43 έως 2710 19 48 και 2710 20 11 έως 2710 20 19:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022  μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€21,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 15η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχλυει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα.

€74,73 τα 1000 λίτρα
8) Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (gas oil) το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο για γεωργικούς σκοπούς(3), που υπάγεται στους κωδικούς 2710 19 43 έως 2710 19 48 και 2710 20 11 έως 2710 20 19 €21,00 τα 1000 λίτρα
9)

Πετρέλαιο εσωτερικής καύσης (gas oil) για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις κλάσεις 6), 7) και 8), που υπάγεται στους κωδικούς 2710 19 43 έως 2710 19 48 και 2710 20 11 έως 2710 20 19:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022  μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€21,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 15η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα.

€74,73 τα 1000 λίτρα

10)

Φωτιστικό πετρέλαιο (Kerosene) το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων(1) και το οποίο υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2710 19 21 και 2710 19 25:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022  μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€330,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 3η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι έτι περιατέρω ότι, από την 4η Μαρτίου 2024 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €330,00 τα 1 000 λίτρα.

€400,00 τα 1000 λίτρα
11)

Φωτιστικό πετρέλαιο (Kerosene) το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης(2), που υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2710 19 21 και 2710 19 25:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022  μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€21,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 15η Νοεμβρίου 2023 μέχρι και την 31η Μαρτίου 2024 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα.

€74,73 τα 1000 λίτρα
12) Φωτιστικό πετρέλαιο (Kerosene) το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο για γεωργικούς σκοπούς(3), που υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2710 19 21 και 2710 19 25 €21,00 τα 1000 λίτρα
13)

Φωτιστικό πετρέλαιο (Kerosene) για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις κλάσεις 10), 11) και 12), που υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2710 19 21 και 2710 19 25:

Νοείται ότι, από την 8η Μαρτίου του 2022  μέχρι και την 1η Ιουνίου 2022 ισχύει ο συντελεστής «€21,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, από τη 2α Ιουνίου 2022 μέχρι και την 30ή Σεπτεμβρίου 2022 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1000 λίτρα:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, από την 1η Οκτωβρίου 2022 μέχρι και την 28η Φεβρουαρίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 3η Μαρτίου 2023 μέχρι και την 4η Μαϊου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1.000 λίτρα:

Νοείται έτι έτι έτι περαιτέρω ότι, από την 5η Μαϊου 2023 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2023 ισχύει ο συντελεστής €21,00 τα 1 000 λίτρα.

€74,73 τα 1000 λίτρα
14) Βαρύ πετρέλαιο το οποίο υπάγεται στους κωδικούς 2710 19 62 έως 2710 19 68 και 2710 20 31 έως 2710 20 39 που χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης(2) €15,00 τα 1000 Kg
15) Υγραέριο το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων(1), που υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2711 12 11 έως 2711 19 00 €125,00 τα 1000 Kg
16) Υγραέριο το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης(2), που υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2711 12 11 έως 2711 19 00 €0,00 τα 1000 Kg
17) Υγραέριο για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις κλάσεις 15) και 16), που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2711 12 19 έως 2711 19 00 €0,00 τα 1000 Kg
18) Φυσικό αέριο το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο κινητήρων(1), που υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2711 11 00 και 2711 21 00 €2.60/gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη
19) Φυσικό αέριο το οποίο χρησιμοποιείται ως καύσιμο θέρμανσης(2), που υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2711 11 00 και 2711 21 00 €2.60/gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη
20) Φυσικό αέριο για άλλες χρήσεις εκτός από αυτές που καθορίζονται στις κλάσεις 18) και 19), που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2711 11 00 και 2711 21 00 €2.60/gigajoule μεικτή θερμογόνος δύναμη
21) Άνθρακας και οπτάνθρακας που χρησιμοποιούνται ως καύσιμο θέρμανσης(2), που υπάγεται στους κωδικούς Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704 €0,31/gigajoule
22) Άνθρακας και οπτάνθρακας για άλλες χρήσεις εκτός από αυτήν που καθορίζεται στην κλάση 21), που υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 2701, 2702 και 2704 €0,00/gigajoule
23) Ηλεκτρική ενέργεια που υπάγεται στον κωδικό Σ.Ο. 2716 €0,00/MWh


Νοείται ότι, οι συντελεστές ειδικών φόρων κατανάλωσης αναθεωρούνται επί τακτικής βάσης, ώστε να διασφαλίζεται η πραγματική οικονομική αξία τους:

Νοείται περαιτέρω ότι, η αναθεώρηση εγκρίνεται εκάστοτε από το Υπουργικό Συμβούλιο κατόπιν υποβολής σχετικής πρότασης από τον Υπουργό Οικονομικών και υλοποιείται με την ψήφιση σχετικού νόμου από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

(1) Καύσιμο κινητήρων είναι το καύσιμο που χρησιμοποιείται σε μηχανές ή συσκευές οι οποίες μετατρέπουν τη χημική ενέργεια του καυσίμου σε μηχανικό έργο ή θερμική ενέργεια με σκοπό τη μετατροπή της θερμικής ενέργειας σε κινητική ενέργεια.

(2) Καύσιμο θέρμανσης θεωρείται το προοριζόμενο να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο για τη λειτουργία των κεντρικών συστημάτων θέρμανσης (καλοριφέρ) ή άλλων μέσων για τη θέρμανση ανθρώπων στους χώρους κατοικίας, διαμονής ή εργασίας τους.

(3) Καύσιμο για γεωργικούς σκοπούς θεωρείται το προοριζόμενο να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο από δικαιούχους χρήστες χρωματισμένου πετρελαίου που κατέχουν ειδική για το σκοπό αυτό άδεια και βιβλιάριο παραλαβής, εφόσον τούτο χρησιμοποιείται σε γεωργικά μηχανήματα ή αλιευτικά σκάφη για γεωργικούς σκοπούς.

ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Άρθρα 51 και 53)

 

Προϊόντα Συντελεστής Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης
1.  Αιθυλική αλκοόλη €956,82 τα 100 λίτρα άνυδρης αιθυλικής αλκοόλης
2.  Μπύρα

(α) €3,00 τα 100 λίτρα ανά βαθμό αλκοόλης τελικού προϊόντος, σε περίπτωση που η μπύρα παράγεται από ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο,

(β) €6,00 τα 100 λίτρα ανά βαθμό αλκοόλης τελικού προϊόντος, σε περίπτωση που η μπύρα παράγεται από ζυθοποιείο άλλο από ανεξάρτητο μικρό ζυθοποιείο

3.  Απλό κρασί €0 / 100 λίτρα
4.  Αφρώδη κρασιά €0 / 100 λίτρα
5.  Ποτά παρασκευαζόμενα με ζύμωση εκτός από το κρασί και την μπύρα €0 / 100 λίτρα
6.  Ενδιάμεσα προϊόντα €45 / 100 λίτρα

Νοείται ότι, οι συντελεστές ειδικών φόρων κατανάλωσης αναθεωρούνται επί τακτικής βάσης ώστε να διασφαλίζεται η πραγματική οικονομική αξία τους.

Νοείται περαιτέρω ότι, η αναθεώρηση εγκρίνεται εκάστοτε από το Υπουργικό Συμβούλιο κατόπιν υποβολής σχετικής πρότασης και τροποποιητικού νομοσχεδίου από τον Υπουργό Οικονομικών και υλοποιείται με τη ψήφιση του σε Νόμο από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

ΤΡΙΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΤΡΙΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Άρθρο 82)

 

Προϊόντα Συντελεστής Ειδικού φόρου Κατανάλωσης

1. Τσιγάρα

 

€1,10 τα 20 τσιγάρα και 34% επί της ανώτερης τιμής λιανικής πώλησης

2. Πούρα ή σιγαρίλλος €90 ανά χιλιόγραμμο
3. Λεπτοκομμένος καπνός που προορίζεται για την κατασκευή χειροποίητων (στριφτών) τσιγάρων €60 ανά χιλιόγραμμο
4. Άλλα καπνά για κάπνισμα €150 ανά χιλιόγραμμο

Νοείται ότι, ανεξάρτητα από την ανώτερη τιμή λιανικής 
πώλησης των τσιγάρων, θα εισπράττεται ελάχιστος ειδικός
φόρος κατανάλωσης ίσος προς €2,43 τα 20 τσιγάρα:

Νοείται περαιτέρω ότι, οι συντελεστές ειδικών φόρων κατανάλωσης αναθεωρούνται επί τακτικής βάσης ώστε να διασφαλίζεται η πραγματική οικονομική αξία τους.

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, η αναθεώρηση εγκρίνεται εκάστοτε από το Υπουργικό Συμβούλιο κατόπιν υποβολής σχετικής πρότασης και τροποποιητικού νομοσχεδίου από τον Υπουργό Οικονομικών και υλοποιείται με τη ψήφιση του σε Νόμο από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

5. Θερμαινόμενα προϊόντα
καπνού
€150 ανά χιλιόγραμο καθαρού βάρους του μείγματος καπνού
ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΤΕΤΑΡΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

(Άρθρο 100)

 

Προϊόντα Συντελεστής Φόρου Κατανάλωσης
ΜΕΡΟΣ Α
(ΠΡΟΙΟΝΤΑ ΠΟΥ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΖΟΝΤΑΙ Ή ΠΑΡΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ)

(Α) Μηχανοκίνητα οχήματα, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς  Σ.Ο. 870321 έως 870390 (εξαιρουμένων των ασθενοφόρων, νεκροφόρων, μηχανοκινήτων οχημάτων τύπου «pick-up» με μία σειρά καθισμάτων, καθώς και των οχημάτων για τα οποία οι συντελεστές φόρου κατανάλωσης καθορίζονται στην παράγραφο (Β) ή στην παράγραφο (Γ) του παρόντος Μέρους Α, ή στο Μέρος Γ του παρόντος Παραρτήματος) και μηχανοκίνητα οχήματα τύπου «van», τα οποία υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 8704 με μικτό βάρος, το οποίο δεν υπερβαίνει τα 2032 χιλιόγραμμα και καθαρό χώρο φορτίου, ο οποίος δεν υπερβαίνει τα δύο (2) κυβικά μέτρα.

 

0%

 

(Β) Μηχανοκίνητα οχήματα τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 8703 και 8704 με δύο σειρές καθισμάτων, γνωστά ως «διπλοκάμπινα», με μέγιστη μάζα η οποία δεν υπερβαίνει τους τρεισήμισι (3,5) τόνους.


0%


(Γ) Άλλα οχήματα:

 

(α) Μηχανοκίνητα οχήματα τύπου «κάρτινγκ» (go-karts), τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε κλειστούς ή/και περιφραγμένους χώρους για ψυχαγωγικούς σκοπούς.

0%

(β) Μηχανοκίνητα οχήματα, αμφίβια, με μικτό βάρος που δεν υπερβαίνει τα 1000 χιλιόγραμμα, με τρεις (3) σειρές τροχών και κίνηση σε όλους τους τροχούς, τα οποία χρησιμοποιούνται για ψυχα-γωγικούς ή επαγγελματικούς σκοπούς και τα οποία μπορούν να μεταφέρουν δύο (2) έως τέσσερα (4) πρόσωπα.

0%

(γ) Μηχανοκίνητα οχήματα τύπου «χόβερκραφτ», τα οποία είναι κατασκευασμένα για να κινούνται τόσο πάνω από το νερό όσο και στο έδαφος.

0%


(δ) Αυτοκινούμενα τροχόσπιτα, τα οποία υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 8703.

0%

(ε) Παλαιά οχήματα, όπως καθορίζονται στους περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμους του 1972 έως 2020.

0%

(στ) Οχήματα με τρεις (3) ή περισσότερους τροχούς, τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο (Θ) του Μέρους Γ του παρόντος Παραρτήματος και τα οποία δεν εγγράφονται για σκοπούς κυκλο-φορίας στους δημόσιους δρόμους: 0%

 

Νοείται ότι, στα οχήματα, τα οποία αναφέρονται στο παρόν Μέρος τα οποία κινούνται αποκλειστικά με ηλεκτρικό κινητήρα, δεν επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης.

 

 

ΜΕΡΟΣ Β
(ΠΡΟΪΟΝΤΑ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΕΙΣΑΓΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΡΙΤΕΣ ΧΩΡΕΣ Ή ΕΙΣΕΡΧΟΝΤΑΙ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΑΠΟ ΑΛΛΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΤΗΣ Ε.Ε.)
(Α) Μηχανοκίνητα οχήματα, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 870321 έως 870390 (εξαιρουμένων των ασθενοφόρων, νεκροφόρων, μηχανοκινήτων οχημάτων τύπου «pick-up» με μία σειρά καθισμάτων, καθώς και των οχημάτων για τα οποία οι συντελεστές φόρου κατανάλωσης καθορίζονται στην παράγραφο (Β) ή στην παράγραφο (Γ) του παρόντος Μέρους Β, ή στο Μέρος Γ του παρόντος Παραρτήματος) και μηχανοκίνητα οχήματα τύπου «van», τα οποία υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 8704 με μικτό βάρος, το οποίο δεν υπερβαίνει τα 2032 χιλιόγραμμα και καθαρό χώρο φορτίου, ο οποίος δεν υπερβαίνει τα δύο (2) κυβικά μέτρα.

 

0%

(Β) Μηχανοκίνητα οχήματα τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 8703 και 8704 με δύο σειρές καθισμάτων, γνωστά ως «διπλοκάμπινα», με μέγιστη μάζα η οποία δεν υπερβαίνει τους τρεισήμισι (3,5) τόνους.

0%

(Γ) Άλλα οχήματα:

 

(α) Μηχανοκίνητα οχήματα τύπου «κάρτινγκ» (go-karts), τα οποία χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε κλειστούς ή/και περιφραγμένους χώρους για ψυχαγωγικούς σκοπούς.

0%

(β) Μηχανοκίνητα οχήματα, αμφίβια, με μικτό βάρος που δεν υπερβαίνει τα 1000 χιλιόγραμμα, με τρεις (3) σειρές τροχών και κίνηση σε όλους τους τροχούς, τα οποία χρησιμοποιούνται για ψυχαγωγικούς ή επαγγελματικούς σκοπούς και τα οποία μπορούν να μεταφέρουν δύο (2) έως τέσσερα (4) πρόσωπα.

0%

(γ) Μηχανοκίνητα οχήματα τύπου «χόβερκραφτ», τα οποία είναι κατασκευασμένα για να κινούνται τόσο πάνω από το νερό όσο και στο έδαφος.

0%

(δ) Αυτοκινούμενα τροχόσπιτα, τα οποία υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 8703. 0%
(ε) Παλαιά οχήματα όπως καθορίζονται στους περί Μηχανοκινήτων Οχημάτων και Τροχαίας Κινήσεως Νόμους του 1972 έως 2020.
0%
(στ) Οχήματα με τρεις (3) ή περισσότερους τροχούς, τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο (Θ) του Μέρους Γ του παρόντος Παραρτήματος και τα οποία δεν εγγράφονται για σκοπούς κυκλοφορίας στους δημόσιους δρόμους:
0%

 

Νοείται ότι, στα οχήματα, τα οποία αναφέρονται στο παρόν Μέρος τα οποία κινούνται αποκλειστικά με ηλεκτρικό κινητήρα, δεν επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης.

 

 

ΜΕΡΟΣ Γ

(ΛΟΙΠΑ)

(Α) Οχήματα, τα οποία υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 8702 και τα οποία εγγράφονται από τον Έφορο Μηχανοκινήτων Οχημάτων ως οχήματα για τη μεταφορά μέχρι και εννέα (9) προσώπων περιλαμβανομένου του οδηγού.
0%
(Β) Αεροπλάνα, υδροπλάνα και ελικόπτερα, με εξαίρεση τα επιβατικά και φορτηγά αεροπλάνα, με απόβαρο, το οποίο υπερβαίνει τα 15000 χιλιόγραμμα.
Ατελώς.
(Γ) Θαλαμηγοί και άλλα πλοία και πλοιάρια αναψυχής, τα οποία υπάγονται στον κωδικό Σ.Ο. 8903, με εξαίρεση τα αγωνιστικά ιστιοφόρα, αγωνιστικά κωπηλατικά και τα σκάφη, τα οποία χρησιμοποιούνται στη διεθνή ή παράκτια ναυσιπλοΐα για τη μεταφορά επιβατών και τα οποία έχουν εξασφαλίσει σχετική άδεια από το Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας. Ατελώς.
(Δ) Εξωλέμβιες μηχανές ή συνδυασμός εξωλέμβιας με εσωλέμβια μηχανή εσωτερικής καύσης. Ατελώς.
(Ε) Μοτοσικλέττες:
(α) με κυβισμό μηχανής, ο οποίος υπερβαίνει τα 600 κυβικά εκατοστά αλλά δεν υπερβαίνει τα 1000 κυβικά εκατοστά με ή χωρίς πλάγιο κιβώτιο.
0%
(β) με κυβισμό μηχανής που υπερβαίνει τα 1000 κυβικά εκατοστά με ή χωρίς πλάγιο κιβώτιο.
0%
(ΣΤ) Καπνιστός σολομός και καπνιστός οξύρρυγχος (περιλαμβανομένων και των φιλέτων).
€5,13 το κιλό.
(Ζ) Χαβιάρι. Υποκατάστατα χαβιαριού, εκτός εκείνων που χρησιμοποιούνται στην κατασκευή ταραμά.
30% επί της αξίας του.
(Η) Είδη από κρύσταλλο, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 7010, 7013, 7018 και 9405, με περιεκτικότητα σε μονοξείδιο του μολύβδου (PbO) ίση ή ανώτερη του 24% κατά βάρος, και είδη από πορσελάνη, τα οποία υπάγονται στους κωδικούς Σ.Ο. 6913 και 6914.
20% επί της αξίας τους.
(Θ) Οχήματα με τρεις (3) ή περισσότερους τροχούς, τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των περί Έγκρισης Τύπου Οχημάτων (Κατηγορίας L1e μέχρι L7e), των Κατασκευαστικών Στοιχείων, Συστημάτων και Χωριστών Τεχνικών Μονάδων τους Κανονισμών του 2005 και 2008 [Επίσημη Εφημερίδα, Παράρτημα Τρίτο (Ι): 16.06.2005, 25.07.2008.], όπως εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται και για τα οποία εκδίδεται σχετική βεβαίωση από τον Έφορο Μηχανοκινήτων Οχημάτων.
0%
(Ι) Υγρό για χρήση σε ηλεκτρονικά τσιγάρα, ανεξάρτητα από το κατά πόσο περιέχει νικοτίνη: €0,12 ανά χιλιστόλιτρο.
Νοείται ότι, στα οχήματα, τα οποία αναφέρονται στο παρόν Μέρος τα οποία κινούνται αποκλειστικά με ηλεκτρικό κινητήρα, δεν επιβάλλεται φόρος κατανάλωσης.

 

 

 

 

ΠΕΜΠΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

ΠΕΜΠΤΟ ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

[Άρθρο 101(β)]

Η φορολογητέα αξία των προϊόντων επιτόπιας παραγωγής βασίζεται σε υπολογιζόμενη αξία η οποία ισούται προς το άθροισμα:

(α) του κόστους ή της αξίας των υλών και των εργασιών κατασκευής ή άλλων εργασιών, που υπεισέρχονται στην παραγωγή των προϊόντων.

(β) ενός ποσού για τα κέρδη και τα γενικά έξοδα ίσου προς το ποσό που υπεισέρχεται γενικά στις πωλήσεις προϊόντων της ίδιας φύσης ή του ίδιου είδους με τα υπό εκτίμηση προϊόντα, οι οποίες γίνονται από παραγωγούς πανομοιότυπων ή ομοειδών προϊόντων.

Σημείωση
3 του Ν.245(I)/2004Έναρξη της ισχύος του Ν.245(I)/2004

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.245(I)/2004] τίθεται σε ισχύ στις 16 Νοεμβρίου 2004.

Σημείωση
3 του Ν.126(I)/2005Έναρξη της ισχύος του Ν.126(I)/2005

Ο Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν.126(I)/2005]  τίθεται σε ισχύ την 1η Νοεμβρίου 2005.

Σημείωση
13 του Ν.65(I)/2006Έναρξη της ισχύος του Ν.65(I)/2006

(1)  Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), η ισχύς του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.65(I)/2006] αρχίζει από τη δημοσίευσή του στην επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2)  Η ισχύς των διατάξεων των άρθρων 8 και 9 του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.65(I)/2006] θεωρείται ότι άρχισε την 1η Ιουλίου του 2005.

Σημείωση
7 του Ν.144(I)/2006Μεταβατική διάταξη

Τηρουμένων, κατ’ αναλογία, των διατάξεων του άρθρου 27 του βασικού νόμου, οποιαδήποτε ταξινομημένα ή εγγεγραμμένα σε άλλο κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης μηχανοκίνητα οχήματα, τα οποία, κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.144(Ι)/2006], τέθηκαν σε ανάλωση υπό διαμαρτυρία ή για τα οποία, κατά την ίδια ημερομηνία, εκκρεμεί προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο ή έχει εκδοθεί προς τούτο σχετική ακυρωτική απόφαση ή εκκρεμεί αίτημα αναθεώρησης στο Διευθυντή ή κατά την προαναφερόμενη ημερομηνία δεν έχει παρέλθει η προθεσμία για καταχώρηση προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο σύμφωνα με το Άρθρο 146 του Συντάγματος ή για την υποβολή αιτήματος αναθεώρησης, υπολογίζονται οι αναλογούντες φόροι κατανάλωσης με βάση τον παρόντα Νόμο [Σ.Σ.: δηλαδή τον Ν.144(Ι)/2006],, εφόσον τούτο ζητηθεί από το ενδιαφερόμενο πρόσωπο εντός έξι μηνών από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.144(Ι)/2006].

Σημείωση
3 του Ν.156(I)/2007Έναρξη ισχύος του Ν.156(I)/2007

Η ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.156(I)/2007] αρχίζει από την 6η Δεκεμβρίου 2007.

Σημείωση
3 του Ν.91(I)/2008Έναρξη της ισχύος του Ν.91(I)/2008

Η ισχύος του Ν.91(I)/2008 αρχίζει από την 1η Νοεμβρίου 2008.

Σημείωση
3 του Ν.119(I)/2009Έναρξη της ισχύος του Ν.119(I)/2009

Η ισχύος του Ν.119(I)/2009 αρχίζει από την 6η Νοεμβρίου 2009.

Σημείωση
27 του Ν.30(I)/2010Μεταβατικές διατάξεις

(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.30(I)/2010], στις περιπτώσεις που ήθελε καθορίσει ο Διευθυντής με γνωστοποίηση του, επιτρέπεται μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2010, η διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων, τα οποία τελούν υπό καθεστώς αναστολής με βάση τις διατυπώσεις που καθορίζονται στο άρθρο 18 του βασικού νόμου και στη γνωστοποίηση για τις λεπτομέρειες που αφορούν την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18 και η εν λόγω διακίνηση, καθώς και η εκκαθάριση των προϊόντων αυτών υπόκεινται στις διατάξεις των άρθρων 14(3) και 18 του βασικού νόμου και την γνωστοποίηση για τις λεπτομέρειες που αφορούν την εφαρμογή των διατάξεων του άρθρου 18:

Νοείται ότι, το άρθρο 14(3) του βασικού νόμου εφαρμόζεται σε όλους τους εγγυητές που ορίζονται στο άρθρο 11Β που διαλαμβάνεται στο άρθρο 8 του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.30(I)/2010].   

(2) Τα άρθρα 15, 16, 17, 17Α, 17Β και 17Γ όπως παρατίθενται στο άρθρο 8 του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.30(I)/2010], δεν εφαρμόζονται, μέχρι και την 31η Δεκεμβρίου 2010, αναφορικά με τη διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων, που προβλέπεται στο εδάφιο (1).

(3) Η διακίνηση εναρμονισμένων προϊόντων, η οποία άρχισε πριν την 1η Απριλίου 2010, συνεχίζεται και εκκαθαρίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του βασικού νόμου, πριν αυτός να τροποποιηθεί με τον περί Φόρων Κατανάλωσης (Τροποποιητικό) Νόμο του 2010.

Σημείωση
28 του Ν.30(I)/2010 Έναρξη της ισχύος του Ν.30(I)/2010

(1) Τηρουμένων των διατάξεων της επιφύλαξης του εδαφίου (2), ως έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.30(Ι)/2010], ορίζεται η 1η Απριλίου 2010.

(2) Οποιαδήποτε άρθρα του παρόντος Νόμου [Σ.Σ.: δηλαδή του Ν.30(Ι)/2010] δύναται να τεθούν σε εφαρμογή σε ημερομηνία που θα καθοριστεί με απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου, η οποία δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Σημείωση
6 του Ν.119(I)/2010Έναρξη της ισχύος του Ν.119(I)/2010

Η ισχύος του Ν.119(I)/2010 αρχίζει στις 10 Δεκεμβρίου 2010.

Σημείωση
7 του Ν. 89(Ι)/2017Έναρξη της ισχύος του Ν. 89(Ι)/2017

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 89(Ι)/2017] τίθεται σε ισχύ την 1η Σεπτεμβρίου 2017.

Σημείωση
3 του Ν. 140(Ι)2018Έναρξη της ισχύος του Ν. 140(Ι)/2018

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 140(Ι)/2018] τίθεται σε ισχύ τη 18η Δεκεμβρίου 2018.

Σημείωση
3 του Ν. 157(I)/2020Έναρξη της ισχύος του Ν. 157(Ι)/2020

Ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 157(Ι)/2020] τίθεται σε ισχύ την 1η Ιουλίου 2022.

Σημείωση
30 του Ν. 54(Ι)/2022Έναρξη της ισχύος του Ν. 54(Ι)/2022

30.-(1) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος [Σ.Σ.: δηλαδή ο Ν. 54(Ι)/2022] τίθεται σε ισχύ τη 13η Φεβρουαρίου 2023.

(2) Η παραλαβή εναρμονισμένων προϊόντων, σύμφωνα με τις διατυπώσεις που καθορίζονται στα άρθρα 18Α και 18Β των περί Φόρων Κατανάλωσης Νόμων του 2004 έως 2021 ισχύει μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2023.