5.- (1) Σε περίπτωση σύλληψης αλλοδαπού, αυτός έχει επιπροσθέτως των δικαιωμάτων των άρθρων 3 και 4, το δικαίωμα:
(α) το συντομότερο πρακτικά δυνατό μετά τη σύλληψη να επικοινωνήσει αυτοπροσώπως τηλεφωνικά και χωρίς αδικαιολόγητη καθυστέρηση, στην παρουσία μέλους της Αστυνομίας, με την προξενική ή διπλωματική αποστολή στη Δημοκρατία του κράτους του οποίου είναι υπήκοος, για να την ενημερώσει για τη σύλληψη ή κράτηση και για τον αστυνομικό σταθμό ή το κρατητήριο κράτησης ή προτιθέμενης κράτησής του και, σε περίπτωση που δεν υπάρχει προξενική ή διπλωματική αποστολή στη Δημοκρατία, με το Γραφείο του Επιτρόπου Διοικήσεως ή τον Εθνικό Οργανισμό Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων της Δημοκρατίας:
(β1) να επικοινωνεί, εφόσον το επιθυμεί, με την προξενική ή διπλωματική αποστολή στη Δημοκρατία του κράτους του οποίου είναι υπήκοος, να δέχεται επισκέψεις από τις αρχές αυτές, να συνομιλεί και αλληλογραφεί μαζί τους, καθώς επίσης να διευθετείται η νομική εκπροσώπησή του από αυτές, εφόσον ο ίδιος το επιθυμεί και οι εν λόγω αρχές δεν έχουν αντίρρηση, και
(β) αμέσως μετά τη σύλληψη να πληροφορηθεί τα πιο πάνω δικαιώματά του σε καταληπτή στον ίδιο γλώσσα.
(2) Σε περίπτωση που λόγω πνευματικής ανεπάρκειας αλλοδαπός συλληφθείς εμφανώς δεν είναι δυνατό να αντιληφθεί ή να πληροφορηθεί ότι έχει το δικαίωμα επικοινωνίας της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) ή να αντιληφθεί πλήρως το δικαίωμα άσκησής του δικαιούται όπως η ενημέρωση της προξενικής ή διπλωματικής αποστολής ή του Γραφείου του Επιτρόπου Διοικήσεως ή του Εθνικού Οργανισμού Προστασίας Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ανάλογα με την περίπτωση, που αναφέρεται στο εν λόγω εδάφιο, διενεργηθεί από μέλος της Αστυνομίας.
(3) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται κατ’ αναλογία οι διατάξεις του εδαφίου (4) του άρθρου 3.