2. (1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, εκτός αν προκύπτει από το κείμενο διαφορετική έννοια:
"αδίκημα διακίνησης ναρκωτικών" σημαίνει οποιοδήποτε αδίκημα το οποίο διαπράττεται κατά παράβαση-
(α) Tων άρθρων 4, 5, 5Α, 6, 7, 7Α, 9, 10, 12, 20, 21, 22, 25 και 26 του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου,
(β) του άρθρου 100 του περί Τελωνειακού Κώδικα Νόμου,
(γ) των παραγράφων (γ) και (δ) του άρθρου 20 του Ποινικού Κώδικα σε σχέση με τη διάπραξη οποιουδήποτε από τα αδικήματα που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) πιο πάνω,
(δ) του άρθρου 370 του Ποινικού Κώδικα σε σχέση με τη διάπραξη οποιουδήποτε από τα αδικήματα που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β) πιο πάνω και
(ε) του άρθρου 371 του Ποινικού Κώδικα σε σχέση με τη διάπραξη οποιουδήποτε από τα αδικήματα που αναφέρονται στην παράγραφο (α) πιο πάνω.
"αδικήματα νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες" σημαίνει τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 4˙
“αδικήματα χρηματοδότησης της τρομοκρατίας” σημαίνει τα αδικήματα που καθορίζονται στο άρθρο 4 του περί της Διεθνούς Σύμβασης για την Καταπολέμηση της Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας (Κυρωτικός και άλλες διατάξεις) Νόμου.
"ακίνητη ιδιοκτησία ή περιουσία" έχει την έννοια την οποία δίνει στον όρο αυτό ο περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμος˙
“άλλες δραστηριότητες” περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
(α) Άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων ελεγκτών, εξωτερικών λογιστών και φορολογικών συμβούλων, περιλαμβανομένων συναλλαγών για λογαριασμό των πελατών τους στο πλαίσιο χρηματοοικονομικών δραστηριοτήτων.
(β) άσκηση επαγγελματικών δραστηριοτήτων εκ μέρους ανεξάρτητων επαγγελματιών νομικών, με εξαίρεση τις προνομιούχες πληροφορίες, όταν συμμετέχουν είτε-
(i) Βοηθώντας στο σχεδιασμό ή στην υλοποίηση συναλλαγών για τους πελάτες τους σχετικά με-
(αα) την αγορά και πώληση ακινήτων ή επιχειρήσεων,
(ββ) τη διαχείριση χρημάτων, τίτλων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων των πελατών τους,
(γγ) το άνοιγμα ή τη διαχείριση τραπεζικών λογαριασμών, λογαριασμών ταμιευτηρίου ή λογαριασμών τίτλων,
(δδ) την οργάνωση των εισφορών των αναγκαίων για τη δημιουργία, λειτουργία, ή διοίκηση εταιρειών,
(εε) τη σύσταση, λειτουργία ή διοίκηση καταπιστευματικών εταιρειών, επιχειρήσεων ή ανάλογων μονάδων,
(ii) ενεργώντας εξ ονόματος και για λογαριασμό των πελατών τους στο πλαίσιο χρηματοοικονομικών συναλλαγών ή συναλλαγών επί ακινήτων.
(γ) κτηματικές συναλλαγές εκ μέρους κτηματομεσιτών, δυνάμει του περί Κτηματομεσιτών Νόμου, ως εκάστοτε ισχύει.
(δ) εμπόριο προϊόντων ή αγαθών, όπως πολύτιμων λίθων και μετάλλων, εφόσον η πληρωμή γίνεται σε μετρητά για ποσό ίσο ή μεγαλύτερο των 15.000 ευρώ ανεξάρτητα του αν η συναλλαγή διενεργείται με μια μόνο πράξη ή με περισσότερες, μεταξύ των οποίων φαίνεται να υπάρχει κάποια σχέση.
(ε) τις ακόλουθες υπηρεσίες εμπιστευμάτων και εταιρικών υπηρεσιών προς τρίτα μέρη:
(i) Σύσταση εταιρειών ή άλλων νομικών προσώπων·
(ii) άσκηση καθηκόντων διευθυντή ή γραμματέα εταιρείας, εταίρου συνεταιρισμού ή κατόχου ανάλογης θέσης σε σχέση με άλλα νομικά πρόσωπα ή νομικούς μηχανισμούς ώστε άλλο πρόσωπο να ασκήσει ανάλογα καθήκοντα·
(iii) παροχή εγγεγραμμένου γραφείου, επιχειρηματικής διεύθυνσης, ταχυδρομικής ή διοικητικής διεύθυνσης και οποιεσδήποτε άλλες σχετικές υπηρεσίες για εταιρεία, προσωπική εταιρεία ή κάθε άλλο νομικό πρόσωπο ή νομικό μηχανισμό·
(iv) άσκηση καθηκόντων εμπιστευματοδόχου σε ρητά εμπιστεύματα ή ανάλογο νομικό μηχανισμό ώστε άλλο πρόσωπο να ασκήσει ανάλογα καθήκοντα· και
(v) άσκηση καθηκόντων πληρεξούσιου μετόχου εξ ονόματος άλλου προσώπου, ή νομικού μηχανισμού ώστε άλλο πρόσωπο να ασκήσει ανάλογα καθήκοντα·
(στ) οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες ή τις δραστηριότητες που καθορίζονται στο άρθρο 4 του περί της Ρύθμισης των Επιχειρήσεων Παροχής Διοικητικών Υπηρεσιών και Συναφών Θεμάτων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
"γενεσιουργά αδικήματα" σημαίνει τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 5·
"Γενικός Εισαγγελέας" σημαίνει το Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας·
"δέσμευση" σημαίνει προσωρινή απαγόρευση της μεταβίβασης, της καταστροφής, της μετατροπής, της διάθεσης ή της μετακίνησης περιουσίας ή την προσωρινή ανάληψη της φύλαξης ή του ελέγχου της περιουσίας·
"δήμευση" σημαίνει οριστική αποστέρηση της περιουσίας την οποία διατάσσει δικαστήριο σε σχέση με ποινικό αδίκημα·
"Δημοκρατία" σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία·
"δικαστήριο" σημαίνει κακουργιοδικείο ή επαρχιακό δικαστήριο κατά την άσκηση της ποινικής του δικαιοδοσίας και για τους σκοπούς του άρθρου 38 έχει την έννοια που δίνει στον όρο αυτό το Μέρος IV του Νόμου αυτού·
“εικονική τράπεζα” νοείται πιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα ασχολούμενο με ανάλογες δραστηριότητες, που έχει συσταθεί σε χώρα στην οποία δεν έχει φυσική παρουσία, συμπεριλαμβανομένης πραγματικής διεύθυνσης και διοίκησης, και το οποίο δεν συνδέεται με ρυθμιζόμενο χρηματοπιστωτικό όμιλο·
"εμπίστευμα" έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό από τον Περί Επιτρόπων Νόμο και περιλαμβάνει και το καταπίστευμα·
"εμπίστευμα μονάδων" (unit trusts) σημαίνει εμπίστευμα που δημιουργείται με σκοπό ή που έχει ως αποτέλεσμα την παροχή σε πρόσωπα που έχουν διαθέσιμα κεφάλαια για επενδυτικές διευκολύνσεις του δικαιώματος να συμμετέχουν ως δικαιούχοι με βάση το εμπίστευμα σε κέρδη ή εισοδήματα τα οποία προκύπτουν από την απόκτηση, διαχείριση ή διάθεση οποιασδήποτε περιουσίας˙
“επιχειρηματική σχέση” νοείται η επιχειρηματική, επαγγελματική ή εμπορική σχέση η οποία συνδέεται με τις εργασίες των προσώπων που διεξάγουν χρηματοοικονομικές ή άλλες δραστηριότητες σύμφωνα με το παρόν άρθρο και η οποία αναμενόταν, κατά τον χρόνο σύναψης της επαφής, ότι θα είχε κάποια διάρκεια.
"Εποπτικές Αρχές" σημαίνει τις Αρχές οι οποίες εγκαθιδρύονται δυνάμει του άρθρου 59˙
«έσοδο» σημαίνει οποιασδήποτε μορφής περιουσία ή οικονομικό όφελος, που προήλθε άμεσα ή έμμεσα από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος και περιλαμβάνει κάθε μεταγενέστερη επανεπένδυση ή μετατροπή άμεσων προϊόντων και κάθε σημαντικό όφελος·
"καθορισμένα αδικήματα" σημαίνει τα αδικήματα που αναφέρονται στο άρθρο 3·
"κινητή περιουσία ή κινητά" σημαίνει οποιαδήποτε περιουσία δεν είναι ακίνητη·
"κυβερνητικά ομόλογα" (government stocks) περιλαμβάνει ομόλογα ανάπτυξης, βραχυπρόθεσμα κρατικά άτοκα ομόλογα, πιστοποιητικά αποταμίευσης και οποιοδήποτε άλλο τύπο αξιόγραφου το οποίο εκδίδεται στο όνομα συγκεκριμένου προσώπου, αλλά δεν περιλαμβάνει αξιόγραφο ταμιευτηρίου ή άλλο αξιόγραφο που δεν εκδίδεται στο όνομα του κομιστή˙
"μεμονωμένη συναλλαγή" σημαίνει οποιαδήποτε συναλλαγή εκτός από συναλλαγή η οποία διεξάγεται κατά τη διάρκεια καθιερωμένης επιχειρηματικής σχέσης που συνάπτεται από πρόσωπο το οποίο ενεργεί στα πλαίσια χρηματοοικονομικής ή άλλης δραστηριότητας˙
"μέρισμα" περιλαμβάνει τόκους, κάθε μορφής εισόδημα προερχόμενο από αξιόγραφα και οποιοδήποτε εισόδημα προερχόμενο από διανομή κερδών σε σχέση με μονάδες σε εμπίστευμα μονάδων˙
"μέσα" σημαίνει οποιαδήποτε περιουσία η οποία έχει χρησιμοποιηθεί ή σκοπός της είναι να χρησιμοποιηθεί ολικά ή μερικά για τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος˙
"Μονάδα" σημαίνει τη Μονάδα Καταπολέμησης Αδικημάτων Συγκάλυψης η οποία εγκαθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 54˙
“Οδηγία της Ε.Ε.” σημαίνει την Οδηγία 2005/60/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 26ης Οκτωβρίου 2005 σχετικά με την πρόληψη της χρησιμοποίησης του χρηματοπιστωτικού συστήματος για τη νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοδότηση της τρομοκρατίας·
"ομόλογα" περιλαμβάνει μετοχές (shares), χρεόγραφα εταιρειών (debentures) και άλλα αξιόγραφα νομικού προσώπου, ανεξάρτητα αν αυτά συνιστούν ή όχι επιβάρυνση επί των περιουσιακών στοιχείων του εν λόγω νομικού προσώπου·
"πελάτης" σημαίνει πρόσωπο το οποίο επιδιώκει να συνάψει επιχειρηματική σχέση ή να διεξάγει μεμονωμένη συναλλαγή με άλλο πρόσωπο το οποίο διεξάγει χρηματοοικονομική ή άλλη δραστηριότητα στην ή από τη Δημοκρατία·
"περάτωση ποινικής διαδικασίας" μαζί με τις φραστικές παραλλαγές του όρου σημαίνει-
(α) Την ανάκληση του κατηγορητηρίου δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 91 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου·
(β) την αναστολή της δίωξης δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 154 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου·
(γ) την αθώωση του κατηγορουμένου είτε από το πρωτόδικο δικαστήριο είτε από το Ανώτατο Δικαστήριο κατόπιν έφεσης·
(δ) την απονομή χάριτος από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας·
(ε) την επιβολή ποινής για διάπραξη καθορισμένου αδικήματος χωρίς να εκδοθεί διάταγμα δήμευσης· ή
(στ) την πλήρη συμμόρφωση προς διάταγμα δήμευσης είτε με την πληρωμή του οφειλόμενου ποσού είτε με την έκτιση ποινής φυλάκισης αντί της πληρωμής του ποσού.
"περιουσία" σημαίνει κινητή και ακίνητη περιουσία, είτε αυτή βρίσκεται στο έδαφος της Κυπριακής Δημοκρατίας είτε βρίσκεται στο εξωτερικό καθώς και νομικά έγγραφα που πιστοποιούν τίτλο ή δικαίωμα επί της εν λόγω περιουσίας˙
“πιστωτικό ίδρυμα” νοείται κάθε πιστωτικό ίδρυμα κατά την έννοια του άρθρου 4(1) της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 14ης Ιουνίου 2006 σχετικά με την ανάληψη και την άσκηση δραστηριότητας πιστωτικών ιδρυμάτων.
"πληροφορία" σημαίνει κάθε μορφής γραπτή ή προφορική πληροφορία ή έγγραφα και περιλαμβάνει πληροφορία που δυνατό να είναι καταχωρημένη σε ηλεκτρονικό υπολογιστή·
"ποινική διαδικασία" σημαίνει οποιαδήποτε ποινική διαδικασία με την έννοια που δίνει στον όρο αυτό ο περί Δικαστηρίων Νόμος·
"πολιτική διαδικασία" σημαίνει οποιαδήποτε διαδικασία αστικής φύσεως που δεν είναι ποινική·
“πολιτικώς εκτεθειμένα πρόσωπα” είναι τα φυσικά πρόσωπα στα οποία έχει ή είχε ανατεθεί σημαντικό δημόσιο λειτούργημα στη Δημοκρατία ή σε άλλη χώρα και οι άμεσοι στενοί συγγενείς τους ή τα πρόσωπα που είναι γνωστά ως στενοί συνεργάτες των προσώπων αυτών·
“πραγματικός δικαιούχος” νοείται το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία τελικά κατέχουν ή ελέγχουν τον πελάτη ή/και το φυσικό πρόσωπο για λογαριασμό του οποίου διεξάγεται συναλλαγή ή δραστηριότητα. Ως πραγματικός δικαιούχος νοείται τουλάχιστον:
(α) Όσον αφορά τις εταιρείες-
(i) Το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα, τα οποία τελικά κατέχουν ή ελέγχουν την εταιρεία, κατέχοντας, αμέσως ή εμμέσως, ή ελέγχοντας επαρκές ποσοστό των μετοχών ή των δικαιωμάτων ψήφου της εν λόγω εταιρείας, μεταξύ άλλων, μέσω μετοχών στον κομιστή. ποσοστό ύψους 10% συν μία μετοχή θεωρείται ότι πληροί το κριτήριο αυτό,
(ii) το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα τα οποία ασκούν κατ’ άλλο τρόπο έλεγχο στη διαχείριση και διοίκηση της εταιρείας·
(β) στην περίπτωση νομικών οντοτήτων, όπως τα ιδρύματα, και νομικών μηχανισμών, όπως εμπιστεύματα, που διοικούν ή διανέμουν κεφάλαια:
(i) Όταν οι μελλοντικοί δικαιούχοι έχουν προσδιορισθεί ήδη, το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα που δικαιούνται το 10% ή περισσότερο των περιουσιακών στοιχείων νομικού μηχανισμού ή νομικής οντότητας·
(ii) όταν τα άτομα που αποτελούν δικαιούχους του νομικού μηχανισμού ή της νομικής οντότητας δεν έχουν προσδιορισθεί ακόμη, η κατηγορία προσώπων προς το συμφέρον της οποίας έχει κυρίως συσταθεί ή δρα ο νομικός μηχανισμός ή η νομική οντότητα·
(iii) το φυσικό πρόσωπο ή τα φυσικά πρόσωπα που ασκούν έλεγχο στο 10% ή περισσότερο των περιουσιακών στοιχείων νομικού μηχανισμού ή νομικής οντότητας·
"προϊόν αδικήματος" σημαίνει οποιοδήποτε οικονομικό πλεονέκτημα προερχόμενο άμεσα ή έμμεσα από καθορισμένο αδίκημα το οποίο ενδέχεται να συνίσταται σε κάθε μορφής περιουσία και περιλαμβάνει κάθε μεταγενέστερη επανεπένδυση ή μετατροπή άμεσων προϊόντων και κάθε σημαντικό όφελος·
"πρόσωπο" σημαίνει φυσικό ή νομικό πρόσωπο·
"Συμβουλευτική Αρχή" σημαίνει τη Συμβουλευτική Αρχή Καταπολέμησης Αδικημάτων Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας η οποία εγκαθιδρύεται δυνάμει του άρθρου 56·
“τρίτη χώρα” σημαίνει χώρα που δεν είναι μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης ή συμβαλλόμενο μέρος στη Συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο, η οποία υπογράφηκε στο Οπόρτο την 2α Μαϊου 1992 και προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο, το οποίο υπογράφηκε στις Βρυξέλλες την 17η Μαϊου 1993, όπως η Συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται·
"Υπηρεσία Ανάκτησης Περιουσιακών Στοιχείων" έχει την έννοια της υπηρεσίας ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων όπως αυτή ορίζεται στην Απόφαση 2007/845/ΔΕΥ του Συμβουλίου της 6ης Δεκεμβρίου 2007 σχετικά με τη συνεργασία των υπηρεσιών ανάκτησης περιουσιακών στοιχείων στα κράτη μέλη προς ανίχνευση και εντοπισμό προϊόντων εγκλήματος ή άλλων συναφών περιουσιακών στοιχείων·
“Χρηματοοικονομικές δραστηριότητες” περιλαμβάνουν τα ακόλουθα:
(α) Αποδοχή καταθέσεων από το κοινό·
(β) δανεισμός χρημάτων στο κοινό·
(γ) χρηματοδοτική μίσθωση, περιλαμβανομένης και χρηματοδότησης με ενοικιαγορά·
(δ) υπηρεσίες διακίνησης χρημάτων·
(ε) έκδοση και διαχείριση μέσων πληρωμής, όπως πιστωτικές κάρτες, ταξιδιωτικές επιταγές, επιταγές τραπεζίτη και ηλεκτρονικού χρήματος·
(στ) έκδοση εγγυήσεων και ανάληψη υποχρεώσεων·
(ζ) διεξαγωγή συναλλαγών για ίδιο λογαριασμό ή για λογαριασμό άλλου προσώπου που έχουν σχέση με-
(i) Αξίες ή τίτλους της χρηματαγοράς περιλαμβανομένων επιταγών, συναλλαγματικών, γραμματίων και ομόλογα καταθέσεων.
(ii) ξένο συνάλλαγμα·
(iii) προθεσμιακούς χρηματοδοτικούς τίτλους ή τίτλους με δικαίωμα επιλογής (options)·
(iv) τίτλους που αφορούν συνάλλαγμα και επιτόκια·
(v) αξιόγραφα·
(η) συμμετοχή σε εκδόσεις αξιογράφων και παροχή συναφών υπηρεσιών·
(θ) παροχή συμβουλών σε επιχειρήσεις σχετικά με τη διάρθρωση του κεφαλαίου, τη βιομηχανική στρατηγική και συναφή θέματα και παροχή συμβουλών καθώς και υπηρεσιών στον τομέα της συγχώνευσης και της αγοράς επιχειρήσεων·
(ι) διαμεσολάβηση στη χρηματαγορά·
(ια) επενδυτικές υπηρεσίες, περιλαμβανομένων της εμπορίας και διευθέτησης εμπορίας επενδύσεων, της διαχείρισης επενδύσεων, των συμβουλών για επενδύσεις και της ίδρυσης και λειτουργίας σχεδίων συλλογικών επενδύσεων. Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού, o όρος "επένδυση" περιλαμβάνει ασφάλειες ζωής επί μακροπρόθεσμης βάσης συνδεδεμένες ή μη με επενδυτικά σχέδια·
(ιβ) υπηρεσίες ασφαλούς φύλαξης·
(ιγ) φύλαξη και διαχείριση αξιογράφων·
(ιδ) οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες και δραστηριότητες-
(i) που καθορίζονται στο Μέρος I και II του Τρίτου Παραρτήματος του περί των Επενδυτικών Υπηρεσιών και Δραστηριοτήτων και Ρυθμιζόμενων Αγορών Νόμου, ως εκάστοτε ισχύει και που παρέχονται σε σχέση με τα χρηματοοικονομικά μέσα, τα οποία απαριθμούνται στο Μέρος ΙΙΙ του ιδίου Παραρτήματος·
(ii) που καθορίζονται στο άρθρο 109 του περί των Ανοικτού Τύπου Οργανισμών Συλλογικών Επενδύσεων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(iii) που καθορίζονται στα εδάφια (5) και (6) του άρθρου 6 του περί των Διαχειριστών Οργανισμών Εναλλακτικών Επενδύσεων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·
(ιε) ασφαλιστικές εργασίες κλάδου ζωής και εργασίες διαμεσολάβησης για σύναψη ασφαλειών ζωής·
(ιστ) χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των παραγράφων (δ) και (ε), οποιαδήποτε από τις υπηρεσίες που καθορίζονται στο Παράρτημα του περί Υπηρεσιών Πληρωμών Νόμου, ως εκάστοτε ισχύει·
“Χώρες Eυρωπαϊκού Oικονομικού Xώρου” σημαίνει Κράτος Μέλος της Ευρωπαϊκής ΄Ενωσης ή άλλο Κράτος που είναι συμβαλλόμενο μέρος στην συμφωνία για τον Ευρωπαϊκό Οικονομικό Χώρο η οποία υπογράφηκε στο Πόρτο στις 2 Μαΐου 1992 και προσαρμόστηκε από το Πρωτόκολλο το οποίο υπογράφηκε στις Βρυξέλλες στις17 Μαΐου 1993 ως η συμφωνία αυτή περαιτέρω εκάστοτε τροποποιείται·
(2) Οι λέξεις και οι φράσεις που εκτίθενται στην πρώτη στήλη ερμηνεύονται στα άρθρα του παρόντος Νόμου τα οποία εκτίθενται στη δεύτερη στήλη:
Αξία δωρεάς | 13 |
Αξία περιουσίας | 13 |
Απαγορευμένη δωρέα | 13 |
Διάταγμα αποκάλυψης πληροφοριών | 45 |
Διάταγμα εξωτερικού | 37 |
Διάταγμα επιβάρυνσης | 15 |
Διάταγμα δήμευσης | 8 |
Διάταγμα κατακράτησης | 32 |
Διάταγμα παγοποίησης | 14 |
Διάταγμα πώλησης ομολόγων | 18 |
Επιβαρυντικό διάταγμα ή διάταγμα επιβάρυνσης | 15 |
Έσοδα από τη διάπραξη καθορισμένου αδικήματος | 7 |
Εταιρεία | 21 |
Έφεση | 37 |
Οικογένεια του κατηγορούμενου | 50 |
Οικονομική κατάσταση του κατηγορούμενου | 50 |
Παρέμβαση σε σχέση με την περιουσία | 14 |
Πληροφορία | 44 |
Προβαίνει σε δωρεά | 13 |
Προνομιούχα χρέη | 13 |
Προνομιούχα πληροφορία | 44 |
Ρευστοποιήσιμη περιουσία | 13 |
Χρηματική ποινή | 8(2) |
(3) Κάθε αναφορά στον παρόντα Νόμο σε αδικήματα περιλαμβάνει και αδικήματα που διαπράχθηκαν πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου, αλλά τα δικαστήρια δεν έχουν υποχρέωση να ασκήσουν οποιαδήποτε από τις εξουσίες που παρέχονται σ’ αυτά από τον παρόντα Νόμο σε σχέση με ποινική υπόθεση για διάπραξη καθορισμένου αδικήματος η οποία καταχωρήθηκε πριν από την έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου.