11. (1) Η κατηγορούσα αρχή παρουσιάζει, μαζί με την αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα για έρευνα δυνάμει του άρθρου 6 ή δυνάμει των άρθρων 35 ή 36 ή εντός της προθεσμίας την οποία καθορίζει το δικαστήριο, έκθεση ισχυρισμών στην οποία εκτίθενται γεγονότα και στοιχεία σχετικά με την έρευνα για τη διαπίστωση τυχόν εσόδων του κατηγορουμένου από τη διάπραξη γενεσιουργού αδικήματος ή με τον υπολογισμό των εν λόγω εσόδων ή της περιουσίας που αποτελεί το προϊόν του αδικήματος και, αν ο κατηγορούμενος, σύμφωνα με τη διαδικασία που καθορίζεται στο παρόν άρθρο, παραδεχθεί την ορθότητα του περιεχομένου της εν λόγω έκθεσης ή μέρους της, το δικαστήριο για τους σκοπούς της εν λόγω έρευνας και για σκοπούς υπολογισμού δύναται να εκλάβει την εν λόγω παραδοχή ως αναμφισβήτητη απόδειξη των γεγονότων και στοιχείων στα οποία αναφέρεται.
(2) Μετά την παρουσίαση από την κατηγορούσα αρχή της έκθεσης γεγονότων και στοιχείων, σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου (1), το δικαστήριο, αφού ικανοποιηθεί ότι αντίγραφό της επιδόθηκε στον κατηγορούμενο, τον καλεί να δηλώσει κατά πόσο παραδέχεται οποιουσδήποτε από τους ισχυρισμούς της έκθεσης και να υποβάλει έκθεση σχετικά με όσους δεν παραδέχεται (η οποία θα καλείται "έκθεση αντίκρουσης ισχυρισμών") στην οποία να υποδεικνύει τα στοιχεία και τους λόγους επί των οποίων προτίθεται να στηρίξει την υπόθεσή του τόσο για αντίκρουση των ισχυρισμών της κατηγορούσας αρχής όσο και σχετικά με το ποσό το οποίο διαπιστώθηκε ότι δύναται να ληφθεί από τη ρευστοποιήσιμη περιουσία του. Η έκθεση αντίκρουσης ισχυρισμών υποβάλλεται μέσα στη χρονική περίοδο την οποία καθορίζει το δικαστήριο ή μέσα σε τρεις ημέρες από την επίδοση στον κατηγορούμενο της έκθεσης γεγονότων και στοιχείων της κατηγορούσας αρχής.
(3) Η παράλειψη του κατηγορουμένου να συμμορφωθεί προς οποιαδήποτε από τις οδηγίες του δικαστηρίου λογίζεται για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου ως παραδοχή όλων των ισχυρισμών που περιλαμβάνονται στην έκθεση.
(4) Σε περίπτωση κατά την οποία στην έκθεση αντίκρουσης ισχυρισμών περιλαμβάνονται ισχυρισμοί σχετικά με το ποσό το οποίο διαπιστώθηκε ότι δύναται να ληφθεί κατά την έκδοση του διατάγματος δήμευσης και η κατηγορούσα αρχή αποδέχεται όλους τους ισχυρισμούς ή μερικούς από αυτούς ή μέρος τους, το δικαστήριο δύναται για τους σκοπούς της πιο πάνω διαπίστωσης να θεωρήσει την εκ μέρους της κατηγορούσας αρχής αποδοχή αναμφισβήτητη απόδειξη των ισχυρισμών στους οποίους αναφέρεται.
(5) Η αποδοχή ισχυρισμών είτε αυτή αφορά τον κατηγορούμενο είτε την κατηγορούσα αρχή γίνεται προφορικά ενώπιον του δικαστηρίου, εκτός αν το δικαστήριο διατάξει διαφορετικά.
(6) Η παραδοχή στην οποία προβαίνει ο κατηγορούμενος για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου δε δύναται να γίνει δεκτή ως μαρτυρία σε οποιαδήποτε άλλη ποινική διαδικασία.
(7) Το δικαστήριο δύναται να ορίσει ημερομηνία για τη διεξαγωγή της έρευνας και να την αναβάλει οποτεδήποτε το κρίνει αναγκαίο.
(8) Το δικαστήριο εκδίδει αιτιολογημένη απόφαση για όλα τα θέματα της έρευνας.