63.-(1) Πρόσωπα που διεξάγουν χρηματοοικονομικές ή άλλες δραστηριότητες δύνανται,στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) και (δ) του άρθρου 60, να μην εφαρμόζουν τους τρόπους άσκησης δέουσας επιμέλειας που αναφέρονται, στο άρθρο 61 και στο εδάφιο (1) του άρθρου 62 στις ακόλουθες περιπτώσεις πελατών:
(α) Πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοοικονομικός οργανισμός που εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής της Οδηγίας της Ε.Ε.·
(β) πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοοικονομικός οργανισμός που διεξάγει μια ή περισσότερες από τις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες όπως αυτές ορίζονται στο άρθρο 2 του παρόντος Νόμου και που βρίσκεται σε χώρα εκτός του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου η οποία-
(i) σύμφωνα με απόφαση της Συμβουλευτικής Αρχής Καταπολέμησης Αδικημάτων Νομιμοποίησης Εσόδων από Παράνομες Δραστηριότητες και Χρηματοδότησης της Τρομοκρατίας, επιβάλλει απαιτήσεις ισοδύναμες προς αυτές της Οδηγίας της Ε.Ε. και
(ii) τελεί υπό εποπτεία όσον αφορά τη συμμόρφωση του προς τις εν λόγω απαιτήσεις.
(γ) εισηγμένης εταιρείας οι τίτλοι της οποίας είναι δεκτοί για διαπραγμάτευση σε ρυθμιζόμενη αγορά σε χώρα του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου ή σε τρίτη χώρα που υπόκειται σε απαιτήσεις γνωστοποίησης που συνάδουν με την Κοινοτική νομοθεσία·
(δ) τις δημόσιες Αρχές των χωρών του Eυρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου:
(2) Στις περιπτώσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β) και (δ) του άρθρου 60, δεν απαιτείται η εφαρμογή των τρόπων άσκησης δέουσας επιμέλειας που αναφέρονται στο άρθρο 61 και στο εδάφιο (1) του άρθρου 62 σε σχέση με τα ακόλουθα:
(α) Ασφαλιστήρια συμβόλαια ζωής όταν τα ετήσια ασφάλιστρα δεν υπερβαίνουν τα 1000 ευρώ ή η εφάπαξ καταβολή δεν υπερβαίνει τα 2500 ευρώ·
(β) συμβόλαια συνταξιοδοτικής ασφάλισης εάν δεν περιέχουν ρήτρα εξαγοράς και το συμβόλαιο δεν μπορεί να χρησιμεύσει ως εγγύηση·
(γ) συνταξιοδοτικά ή ανάλογα σχέδια που προσφέρουν συντάξιμες παροχές στους εργαζόμενους, στα οποία οι εισφορές καταβάλλονται μέσω αυτόματης αποκοπής από το μισθό και των οποίων οι κανόνες δεν επιτρέπουν τη μεταφορά των δικαιωμάτων των μελών·
(δ) ηλεκτρονικό χρήμα κατά την έννοια του άρθρου 2 του περί Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμου του 2012, εφόσον -
(i) Η μέγιστη νομισματική αξία που είναι αποθηκευμένη στο ηλεκτρονικό υπόθεμα, αν αυτό δεν μπορεί να επαναφορτιστεί, δεν υπερβαίνει τα 250 ευρώ· για ηλεκτρονικό υπόθεμα που μπορεί να χρησιμοποιηθεί για πράξεις πληρωμής μόνο εντός της Δημοκρατίας, εφαρμόζεται, αντί του προαναφερόμενου ορίου των 250 ευρώ, όριο 500 ευρώ· ή
(ii) για ηλεκτρονικό υπόθεμα που μπορεί να επαναφορτιστεί, το μέγιστο συνολικό ποσό συναλλαγών για ένα ημερολογιακό έτος δεν υπερβαίνει τα 2.500 ευρώ και δεν εξαργυρώνεται ποσό 1.000 ευρώ ή μεγαλύτερο κατά το ίδιο ημερολογιακό έτος κατ’ απαίτηση του κατόχου ηλεκτρονικού χρήματος σύμφωνα με τα άρθρα 26 και 27 του περί Ηλεκτρονικού Χρήματος Νόμου του 2012.