4.-(1) Κάθε συμφωνία, απόφαση και εναρμονισμένη πρακτική, η οποία εμπίπτει στο πεδίο εφαρμογής του εδαφίου (1) του άρθρου 3, επιτρέπεται και είναι έγκυρη χωρίς να είναι αναγκαία η προηγούμενη έκδοση σχετικής απόφασης της Επιτροπής, εάν συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) συμβάλλει στη βελτίωση της παραγωγής ή της διανομής των προϊόντων ή στην προώθηση της τεχνικής ή οικονομικής προόδου, εξασφαλίζοντας συγχρόνως στους καταναλωτές δίκαιο τμήμα από το όφελος που προκύπτει·
(β) δεν επιβάλλει στις ενδιαφερόμενες επιχειρήσεις περιορισμούς μη απαραίτητους για την επίτευξη των στόχων αυτών· και
(γ) δεν παρέχει στις επιχειρήσεις αυτές τη δυνατότητα κατάργησης του ανταγωνισμού σε σημαντικό τμήμα της σχετικής αγοράς του προϊόντος.
(2) Το βάρος απόδειξης ότι μία σύμπραξη είναι επιτρεπτή και έγκυρη δυνάμει του εδαφίου (1), βαραίνει την εμπλεκόμενη επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων που επικαλείται το εν λόγω εδάφιο.
(3) Η Επιτροπή δύναται να αποφασίσει ότι συμφωνία, απόφαση ή εναρμονισμένη πρακτική, αναφορικά με την οποία γίνεται επίκληση του εδαφίου (1), δεν πληροί τις προϋποθέσεις τις οποίες προβλέπει το εν λόγω εδάφιο. Ενόσω υφίσταται τέτοια απόφαση της Επιτροπής σε ισχύ, η σχετική συμφωνία, απόφαση ή εναρμονισμένη πρακτική υπόκειται στην απαγόρευση και ακυρότητα που απορρέουν από το άρθρο 3.