Αξιολόγηση απαιτήσεων σε νέες νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις

15.-(1) Οι αρμόδιες αρχές διασφαλίζουν ότι οποιεσδήποτε νομοθετικές διατάξεις που διέπουν την παροχή υπηρεσιών για τις οποίες είναι αρμόδιες και οι οποίες διατάξεις θεσπίζονται μετά τη θέση σε ισχύ του παρόντος Νόμου, είναι συμβατές με τις διατάξεις των εδαφίων (2) και (3).

(2) Οι αρμόδιες αρχές έχουν υποχρέωση να εξετάζουν κατά πόσον οι νομοθετικές διατάξεις του εδαφίου (1) εξαρτούν την πρόσβαση στη δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών ή την άσκησή της από την τήρηση των ακόλουθων απαιτήσεων που δεν εισάγουν διακρίσεις:

(α) ποσοτικούς ή εδαφικούς περιορισμούς, ιδίως υπό τη μορφή ορίων που καθορίζονται ανάλογα με τον πληθυσμό ή μιας ελάχιστης γεωγραφικής απόστασης μεταξύ παρόχων υπηρεσιών·

(β) απαίτηση που υποχρεώνει τον πάροχο υπηρεσιών να έχει συγκεκριμένη νομική μορφή·

(γ) απαιτήσεις όσον αφορά την κατοχή του κεφαλαίου εταιρείας·

(δ) απαιτήσεις, εκτός εκείνων που αφορούν τα ζητήματα που διέπει ο περί Αναγνώρισης Επαγγελματικών Προσόντων Νόμος του 2008 ή όσων προβλέπονται από άλλες νομοθετικές ρυθμίσεις οι οποίες είναι εναρμονισμένες με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή που προβλέπονται από πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες περιορίζουν την πρόσβαση σε δραστηριότητα παροχής υπηρεσιών σε συγκεκριμένους παρόχους υπηρεσιών λόγω της ειδικής φύσης της δραστηριότητας·

(ε) απαγόρευση δημιουργίας περισσότερων από μίας εγκατάστασης στη Δημοκρατία·

(στ) απαιτήσεις για ελάχιστο αριθμό απασχολουμένων·

(ζ) υποχρεωτικές ελάχιστες ή/και ανώτερες τιμές, με τις οποίες οφείλει να συμμορφώνεται ο πάροχος·

(η) απαίτηση που επιβάλλεται σε παρόχους να προσφέρουν, μαζί με τη δική τους υπηρεσία, άλλες συγκεκριμένες υπηρεσίες.

(3) Οι αρμόδιες αρχές ελέγχουν εάν οι απαιτήσεις του εδαφίου (2) που προβλέπονται στις νομοθετικές διατάξεις του εδαφίου (1), πληρούν τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(α) μη εισαγωγή διακρίσεων, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις δεν πρέπει να εισάγουν άμεσα ή έμμεσα διακρίσεις, ανάλογα με την ιθαγένεια, ή, όσον αφορά τις επιχειρήσεις, ανάλογα με την έδρα τους·

(β) αναγκαιότητα, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις πρέπει να δικαιολογούνται από επιτακτικό λόγο δημοσίου συμφέροντος·

(γ) αναλογικότητα, δεδομένου ότι οι απαιτήσεις πρέπει να είναι κατάλληλες για να εξασφαλίσουν την υλοποίηση του επιδιωκόμενου στόχου και να μην υπερβαίνουν το όριο που είναι απαραίτητο για την επίτευξη του στόχου, το ίδιο δε αποτέλεσμα να μην μπορεί να επιτευχθεί με άλλα λιγότερο περιοριστικά μέτρα.

(4) Τα εδάφια (1), (2) και (3) εφαρμόζονται στη νομοθεσία που διέπει τον τομέα των υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος, μόνο κατά το μέτρο που η εφαρμογή των εν λόγω παραγράφων δεν παρακωλύει, νομικά ή στην πράξη, την εκτέλεση της συγκεκριμένης αποστολής που έχει ανατεθεί στους παρόχους υπηρεσιών γενικού οικονομικού συμφέροντος.

(5) Οι αρμόδιες αρχές κοινοποιούν στην Επιτροπή τις νομοθετικές διατάξεις του εδαφίου (1) που προβλέπουν απαιτήσεις που καθορίζονται στο εδάφιο (2) καθώς και τις σχετικές αιτιολογήσεις ως προς το κατά πόσον πληρούνται οι προϋποθέσεις του εδαφίου (3) του παρόντος άρθρου:

Νοείται ότι η κοινοποίηση αυτή δεν εμποδίζει τις αρμόδιες αρχές να θεσπίσουν τις εν λόγω διατάξεις:

Νοείται περαιτέρω ότι η κοινοποίηση εθνικού νομοσχεδίου σύμφωνα με την Οδηγία 98/34/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 22ας Ιουνίου 1998 για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και κανονισμών πληροί, ταυτόχρονα, την υποχρέωση κοινοποίησης που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.