11.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η σύνταξη και το εφάπαξ ποσό ή το φιλοδώρημα υπαλλήλου που κερδήθηκε για την υπηρεσία του από την 1η Ιανουαρίου 2013 και μετά, ο οποίος αφυπηρετεί ή παραιτείται πριν από τη συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, μειώνονται κατά ποσό που αντιστοιχεί σε ποσοστό ίσο με αυτό που εκτίθεται στον Πίνακα 3, αναλόγως της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησης, όπως αυτή καθορίζεται στο άρθρο 9 και σε συνάρτηση με την ηλικία καταβολής του εφάπαξ ποσού και έναρξης καταβολής της σύνταξης όπως καθορίζονται στον Πίνακα 2 του παρόντος Νόμου.
(2) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν τυγχάνουν εφαρμογής στην περίπτωση θανάτου του υπαλλήλου ή στην περίπτωση αφυπηρέτησής του με απόφαση του αρμοδίου προς τούτο οργάνου, μετά από σχετική έκθεση Κυβερνητικού Ιατρικού Συμβουλίου, σύμφωνα με την οποία ο υπάλληλος δεν μπορεί να εκτελεί τα καθήκοντά του λόγω πνευματικής ή σωματικής ανικανότητας και ότι η ανικανότητα αυτή πιθανόν να είναι μόνιμη ή στην περίπτωση υπαλλήλου ο οποίος αφυπηρετεί οικειοθελώς πρόωρα ή παραιτείται σύμφωνα με τις διατάξεις του οικείου νόμου ή Κανονισμών και ο οποίος διασφαλίζει δικαίωμα σε φιλοδώρημα μόνον.
(3) Τηρουμένων των προϋποθέσεων που καθορίζονται στις οικείες νομοθεσίες που αφορούν τις εκάστοτε ομάδες υπαλλήλων και ισχύουν για την πρόωρη οικειοθελή αφυπηρέτηση, σε περίπτωση υπαλλήλου ο οποίος μέχρι και την 31η Αυγούστου 2020, συμπληρώνει τουλάχιστον τετρακόσιους (400) μήνες συντάξιμης υπηρεσίας ή του υπολείπονται, κατά ανώτατο όριο, πέντε (5) έτη μέχρι την συμπλήρωση της ηλικίας υποχρεωτικής αφυπηρέτησής του, όπως αυτή καθορίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 9 και υποβάλει αίτηση για οικειοθελή πρόωρη αφυπηρέτηση εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, η οποία εγκρίνεται από το αρμόδιο όργανο, δεν επιβάλλεται αναλογιστική μείωση στη σύνταξη και στο εφάπαξ ποσό που καταβάλλονται σε αυτόν για την υπηρεσία του από την 1η Ιανουαρίου 2013 και εντεύθεν:
(α) Πρέπει να λάβουν την άδεια αυτή συνολικά και όχι τμηματικά, αμέσως μετά την έγκριση της αίτησής τους για οικειοθελή πρόωρη αφυπηρέτηση. και
(β) ορίζεται ως ημερομηνία αφυπηρέτησής τους η πρώτη μέρα που ακολουθεί τη λήξη της άδειας ανάπαυσης που έχουν εις πίστη τους.