34.-(1) Θύμα το οποίο επιθυμεί να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές στο πλαίσιο της ποινικής διαδικασίας θεωρείται μάρτυρας που χρήζει βοήθειας κατά την έννοια του περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμου του 2001, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, και εντάσσεται στο Σχέδιο Προστασίας Μαρτύρων και Συνεργατών της Δικαιοσύνης.
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 17 του περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμου του 2001, κατά την εκπόνηση του Σχεδίου Προστασίας Μαρτύρων και Συνεργατών της Δικαιοσύνης, ο Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας, κατά την κρίση του, διασφαλίζει, επίσης, ότι: -
(α) λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα που να εξασφαλίζουν επαρκές επίπεδο προστασίας για το θύμα και, όταν αυτό ενδείκνυται, για την οικογένειά του ή για πρόσωπα εξομοιούμενα με μέλη της οικογενείας του·
(β) η προστασία αυτή διαρκεί και μετά από τη λήξη της ποινικής διαδικασίας.
(3) Θύμα το οποίο επιθυμεί να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές στο πλαίσιο ποινικής διαδικασίας προστατεύεται από άσκοπες επαναλήψεις συνεντεύξεων κατά το στάδιο της διερεύνησης, δίωξης και εκδίκασης.
(4) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Προστασίας Μαρτύρων Νόμου του 2001 και με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της υπεράσπισης, το Δικαστήριο αξιολογώντας ατομικά την προσωπική κατάσταση του θύματος, διασφαλίζει ότι το θύμα τυγχάνει ειδικής μεταχείρισης που αποβλέπει στην αποτροπή επακόλουθης θυματοποίησης του, π.χ. με άσκοπες ερωτήσεις σχετικά με την ιδιωτική ζωή του θύματος.
(5) Οι διωκτικές αρχές διασφαλίζουν, εφόσον υπό τις περιστάσεις κριθεί αναγκαίο, ότι, παρέχεται αποτελεσματική και κατάλληλη προστασία από πιθανή εκδίκηση ή εκφοβισμό ειδικότερα κατά τη διάρκεια και μετά την έρευνα και δίωξη των δραστών στα ακόλουθα πρόσωπα:
(α) οποιοδήποτε πρόσωπο άλλο από το θύμα αναφέρει τη διάπραξη ποινικού αδικήματος που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο ή συνεργάζεται διαφορετικά με οποιοδήποτε τρόπο με τις διωκτικές αρχές·
(β) οποιοδήποτε μάρτυρα άλλο από το θύμα ο οποίος δίνει κατάθεση αναφορικά με τη διάπραξη ποινικού αδικήματος που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο·
(γ) όπου είναι αναγκαίο, στα μέλη της οικογένειας του θύματος και των προσώπων που καθορίζονται στις παραγράφους (α) και (β) του παρόντος εδαφίου·
(6) Οι διωκτικές αρχές λαμβάνουν όλα τα αναγκαία και απαραίτητα μέτρα για την παροχή κατάλληλης προστασίας από πιθανή εκδίκηση ή εκφοβισμό, ειδικότερα κατά τη διάρκεια και μετά την έρευνα και δίωξη των δραστών των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, για μέλη οργανώσεων, ιδρυμάτων, σωματείων ή μη κυβερνητικών οργανώσεων που ασκούν δραστηριότητες ή παρέχουν συνδρομή στα θύματα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(7) Σε περίπτωση που το θύμα είναι παιδί, οι διωκτικές αρχές:
(α) εξασφαλίζουν ότι η διερεύνηση ή η άσκηση ποινικής δίωξης, δεν εξαρτώνται από την υποβολή μήνυσης ή καταγγελίας από το θύμα ή εκπρόσωπό του και ότι η ποινική διαδικασία μπορεί να συνεχιστεί ακόμα και εάν το πρόσωπο αυτό αποσύρει την κατάθεσή του,
(β) συνεχίζουν τη δίωξη και μετά την ενηλικίωση του θύματος.