35.-(1) Ανεξάρτητα και χωρίς επηρεασμό οποιουδήποτε άλλου ένδικου μέσου ή θεραπείας που προβλέπεται δυνάμει οποιουδήποτε άλλου νόμου ή κανονισμών, οποιοδήποτε πρόσωπο είναι θύμα κατά την έννοια του παρόντος Νόμου έχει θεσμικό αγώγιμο δικαίωμα αποζημιώσεων κατά παντός υπευθύνου, για τα διαπραχθέντα σε βάρος του ποινικά αδικήματα δυνάμει του παρόντος Νόμου και για παραβιάσεις των ανθρωπίνων του δικαιωμάτων, ο οποίος υπέχει αντίστοιχη αστική ευθύνη για την καταβολή ειδικών και γενικών αποζημιώσεων προς τα θύματά του, περιλαμβανομένων και οποιωνδήποτε καθυστερημένων οφειλών από την εκμετάλλευση της εργασίας του θύματος.
(2) Οι πιο πάνω αναφερόμενες γενικές αποζημιώσεις πρέπει να είναι δίκαιες και εύλογες και κατά τον υπολογισμό τους το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα ακόλουθα:
(α) Την έκταση της εκμετάλλευσης και το όφελος που ο δράστης αποκόμισε ή μπορούσε να αποκομίσει από την εκμετάλλευση του θύματος∙
(β) τις μελλοντικές προοπτικές του θύματος και σε ποια έκταση επηρεάστηκαν από την εκμετάλλευσή του∙
(γ) το βαθμό της υπαιτιότητας του δράστη∙
(δ) τη συγγένεια ή τη σχέση εξουσίας ή επιρροής του δράστη προς το θύμα του.
(3) Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη το βαθμό βαναυσότητας της εκμετάλλευσης ή το βαθμό συγγένειας ή της σχέσης εξουσίας του δράστη προς το θύμα, δύναται να επιδικάζει τιμωρητικές αποζημιώσεις.
(4) Το Δικαστήριο κατά τον υπολογισμό των ειδικών αποζημιώσεων λαμβάνει υπόψη του κάθε δαπάνη, στην οποία υποβάλλεται το θύμα συνεπεία της εκμετάλλευσης, περιλαμβανομένων των εξόδων επαναπατρισμού του, όπου αυτό εφαρμόζεται.
(5) Σε περίπτωση θανάτου του θύματος, θεσμικό αγώγιμο δικαίωμα για αποζημίωση έχουν οι γονείς ή τα εξαρτώμενα πρόσωπα του θύματος.
(6) Ανεξαρτήτως της εφαρμογής των διατάξεων του περί Παραγραφής Αγώγιμων Δικαιωμάτων Νόμου του 2012, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, το αγώγιμο δικαίωμα του παιδιού θύματος δεν παραγράφεται.