19.-(1) Κατά την αξιολόγηση μιας συγκέντρωσης η Επιτροπή λαμβάνει υπόψη-
(α) την ανάγκη διατήρησης και ανάπτυξης συνθηκών αποτελεσματικού ανταγωνισμού στις σχετικές αγορές με γνώμονα, μεταξύ άλλων, τη διάρθρωση των επηρεαζόμενων αγορών, άλλων αγορών στις οποίες ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις η κοινοποιούμενη συγκέντρωση και το δυνητικό ανταγωνισμό εκ μέρους επιχειρήσεων εγκατεστημένων εντός ή εκτός της Δημοκρατίας,
(β) τη θέση στην αγορά των συμμετεχουσών επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων που συνδέονται με αυτές με έναν από τους τρόπους που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ, τη χρηματοοικονομική δύναμη όλων των εν λόγω επιχειρήσεων, τις εναλλακτικές πηγές προμήθειας των προϊόντων και των υπηρεσιών που είναι αντικείμενο εμπορίου στις επηρεαζόμενες αγορές ή/και σε άλλες αγορές στις οποίες ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις η κοινοποιούμενη συγκέντρωση και των υποκατάστατών τους, τις τάσεις της προσφοράς και της ζήτησης για όλα τα προϊόντα και τις υπηρεσίες, οποιουσδήποτε φραγμούς εισόδου στις επηρεαζόμενες αγορές ή/και στις άλλες αγορές στις οποίες ενδέχεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις η κοινοποιούμενη συγκέντρωση, τα συμφέροντα των ενδιάμεσων και τελικών καταναλωτών των σχετικών προϊόντων και των σχετικών υπηρεσιών, και τη συμβολή στην τεχνική και οικονομική πρόοδο και το ενδεχόμενο η συμβολή αυτή να είναι προς το συμφέρον των καταναλωτών και δεν αποτελεί εμπόδιο για τον ανταγωνισμό.
(2) Στο μέτρο που η δημιουργία κοινής επιχείρησης που αποτελεί συγκέντρωση σύμφωνα με την παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 6, έχει ως αντικείμενο ή ως αποτέλεσμα το συντονισμό της ανταγωνιστικής συμπεριφοράς επιχειρήσεων που παραμένουν ανεξάρτητες, ο συντονισμός αυτός εξετάζεται σύμφωνα με τα κριτήρια των άρθρων 3 και 4 του περί Προστασίας του Ανταγωνισμού Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο η πράξη είναι συμβατή με τη λειτουργία του ανταγωνισμού στην αγορά.
(3) Κατά την αξιολόγηση του εδαφίου (2), η Υπηρεσία λαμβάνει υπόψη ιδίως:
(α) Εάν δύο ή περισσότερες μητρικές εταιρείες ασκούν σε σημαντικό βαθμό δραστηριότητες στην ίδια αγορά με την κοινή επιχείρηση ή σε αγορά προηγούμενων ή επόμενων σταδίων από αυτήν της κοινής επιχείρησης ή σε παραπλήσια αγορά στενά συνδεόμενη με την αγορά αυτή·
(β) εάν ο συντονισμός που απορρέει ευθέως από τη δημιουργία της κοινής επιχείρησης παρέχει στις συμμετέχουσες επιχειρήσεις τη δυνατότητα να εξαλείψουν τον ανταγωνισμό για μεγάλο μέρος των σχετικών προϊόντων ή υπηρεσιών.