46. (1) Όποιος εν γνώσει του υποβάλλει στο Ληξίαρχο πληροφορίες, δηλώσεις, πιστοποιητικά ή βεβαιώσεις ή άλλα στοιχεία, που οδηγούν στη σύναψη Πολιτικής Συμβίωσης, τα οποία είναι ψευδή, αναληθή ή πλαστά, εν όλω ή εν μέρει, ή των οποίων την αλήθεια θα μπορούσε να διαπιστώσει με εύλογη έρευνα ή φροντίδα, είναι ένοχος κακουργήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι επτά (7) έτη ή σε χρηματική ποινή μέχρι είκοσι χιλιάδες ευρώ (€20.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Σύμβιος ο οποίος, ενώ ζει ο άλλος σύμβιος, συνάπτει Πολιτική Συμβίωση στη Δημοκρατία ή σε οποιαδήποτε άλλη χώρα, η οποία είναι άκυρη για το λόγο ότι συνήφθηκε ενώ ζούσε ο άλλος σύμβιος, είναι ένοχος πλημμελήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία (3) έτη:
(3) Πρόσωπο το οποίο παρέχει ψευδείς, ανακριβείς ή μη πλήρεις πληροφορίες για θέμα που αναφέρεται στο άρθρο 35, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτηα ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες ευρώ (€3.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.
(4) Πρόσωπο το οποίο αρνείται, παραλείπει ή καθυστερεί να συμμορφωθεί προς διάταγμα του Δικαστηρίου που εκδίδεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 35, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις ποινές που προβλέπονται στο άρθρο 44 του περί Δικαστηρίων Νόμου για καταφρόνηση του Δικαστηρίου και, σε περίπτωση που το πρόσωπο αυτό είναι αιτητής σε αίτηση για λύση Πολιτικής Συμβίωσης, το Δικαστήριο δύναται επίσης να αναστείλει την περαιτέρω διαδικασία, μέχρις ότου το πρόσωπο αυτό συμμορφωθεί προς το εν λόγω διάταγμά του.