Ερμηνεία

2. Στον παρόντα Νόμο εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -

«αίτημα» σημαίνει αίτημα που υποβάλλεται στο Ανώτατο Δικαστήριο, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 3 για εξέταση καταδίκης σε ποινική υπόθεση·

«Ανώτατο Δικαστήριο» σημαίνει την ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου ή οποιοδήποτε δικαστή ή δικαστές αυτού, όπως κατά περίπτωση αποφασίζεται από την ολομέλεια αυτού·

«αποκατάσταση» σημαίνει αποκατάσταση κατά το δυνατό στην κατάσταση στην οποία, υπό το φως Απόφασης του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που εξετάζεται από το Ανώτατο Δικαστήριο για τους σκοπούς των άρθρων 4, 5 και 6, το πρόσωπο που καταδικάστηκε στη σχετική ποινική υπόθεση θα ήταν, αν είχαν τηρηθεί οι απαιτήσεις της Σύμβασης, τις οποίες το πιο πάνω Δικαστήριο διέγνωσε ότι παραβιάστηκαν στην υπόθεση, προκειμένου να τεθεί τέρμα στην παραβίαση που διέγνωσε το Δικαστήριο και στις συνέπειές της για το εν λόγω πρόσωπο και να υπάρξει συμμόρφωση της Δημοκρατίας με την Απόφαση·

«απόφαση, διάταγμα ή οδηγίες» σημαίνει απόφαση, διάταγμα ή οδηγίες που εκδίδονται από το Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 6·

«Απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» σημαίνει την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων που αναφέρεται στη παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 3·

«Δημοκρατία» σημαίνει την Κυπριακή Δημοκρατία.

«διαδικασία ποινικής υπόθεσης» σημαίνει κάθε διαδικασία εξέτασης ποινικής υπόθεσης από τα δικαστήρια της Δημοκρατίας εναντίον οποιουδήποτε προσώπου κατηγορούμενου ενώπιόν τους, σε όλα τα στάδια της εξέτασής της πρωτόδικα, κατ’ έφεση και σε παραπομπή νομικού ζητήματος και περιλαμβάνει τις διαδικασίες δίκης πρωτόδικα κατ’ έφεση και σε παραπομπή νομικού ζητήματος, όπως και κάθε διαδικασία σε όλα τα στάδια διεξαγωγής ποινικής ανάκρισης η οποία οδήγησε στην εξέταση της ποινικής υπόθεσης από τα δικαστήρια και κάθε διαδικασία, δικαστική ή μη σε σχέση με την προσαγωγή σε δίκη του πιο πάνω προσώπου·

«ποινική ανάκριση» σημαίνει ανάκριση για τη διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος, η οποία διεξάγεται από την Αστυνομία ή άλλο εξουσιοδοτημένο ανακριτή δυνάμει του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται ή οποιωνδήποτε άλλων εκάστοτε σε ισχύ νόμων και Κανονισμών·

«παραπομπή νομικού ζητήματος» σημαίνει παραπομπή νομικού ζητήματος στο Ανώτατο Δικαστήριο δυνάμει του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται·

«ποινική υπόθεση» σημαίνει υπόθεση, στην οποία τα δικαστήρια της Δημοκρατίας εξέτασαν τη διάπραξη οποιουδήποτε ποινικού αδικήματος κατά παράβαση οποιουδήποτε νόμου ή δευτερογενούς νομοθεσίας από οποιοδήποτε πρόσωπο κατηγορούμενο ενώπιόν τους για διάπραξη του εν λόγω αδικήματος και εξέδωσαν τελική απόφαση καταδικάζοντας το εν λόγω πρόσωπο για το αδίκημα είτε πρωτόδικα, είτε κατ’ έφεση κατά καταδίκης ή/και ποινής ή κατά αθωωτικής απόφασης, είτε σε παραπομπή νομικού ζητήματος.

«Σύμβαση» σημαίνει την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών που κυρώθηκε με τον περί της Ευρωπαϊκής Συμβάσεως διά την προάσπισιν των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (Κυρωτικό) Νόμο του 1962 και περιλαμβάνει τα Πρωτόκολλα αυτής, τα οποία έχουν κυρωθεί ή εκάστοτε κυρώνονται με νόμο της Δημοκρατίας.