47.-(1) Οποιοδήποτε πρόσωπο δύναται να υποβάλει εγγράφως ιεραρχική προσφυγή εναντίον οποιασδήποτε απόφασης του Εφόρου ή του Γενικού Εφόρου η οποία το αφορά ή το επηρεάζει άμεσα, στο Γενικό Έφορο ή στον Υπουργό, αντίστοιχα, ανάλογα με την περίπτωση, ή/και να προσφύγει κατά της εν λόγω απόφασης στο Διοικητικό Δικαστήριο δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος.
(2) Η κατά το εδάφιο (1) ιεραρχική προσφυγή ασκείται εγγράφως, το αργότερο μέσα σε τριάντα (30) ημέρες από την ημερομηνία της κοινοποίησης της προσβαλλόμενης απόφασης στο επηρεαζόμενο πρόσωπο, καταβάλλοντας τέλος ύψους εκατόν ευρώ (€100).
(3) Ο Γενικός Έφορος ή ο Υπουργός, ανάλογα με την περίπτωση, εξετάζει την ιεραρχική προσφυγή και, αφού ακούσει τον προσφεύγοντα ή δώσει σ’ αυτόν την ευκαιρία να υποστηρίξει γραπτώς τους λόγους στους οποίους στηρίζεται η προσφυγή, αποφασίζει, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4), το αργότερο εντός προθεσμίας ενενήντα (90) ημερών από την ημερομηνία υποβολής της και διαβιβάζει την απόφασή του στον προσφεύγοντα.
(4) Ο Γενικός Έφορος ή ο Υπουργός, ανάλογα με την περίπτωση, δύναται να εκδώσει μία από τις ακόλουθες αποφάσεις:
(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,
(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,
(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση,
(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας:
Νοείται ότι, οποιαδήποτε απόφαση για αποδοχή ή απόρριψη της ιεραρχικής προσφυγής δεν μπορεί να ληφθεί κατά παράβαση των κριτηρίων, προϋποθέσεων ή όρων που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο για την εγγραφή, λειτουργία ή διαγραφή σωματείου, ιδρύματος ή ομοσπονδίας ή/και ένωσης.
(5) Η αναφερόμενη στο εδάφιο (1) απόφαση καθίσταται εκτελεστή όταν περάσει άπρακτη η προθεσμία προς άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Γενικού Εφόρου ή του Υπουργού, ανάλογα με την περίπτωση, και, σε περίπτωση άσκησης ιεραρχικής προσφυγής, από την κοινοποίηση της επί της ιεραρχικής προσφυγής απόφασης του Γενικού Εφόρου ή του Υπουργού, ανάλογα με την περίπτωση.