13.-(1) Για τους σκοπούς διερεύνησης και αξιολόγησης καταγγελιών που διενεργείται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, η Αρχή δύναται να διορίζει ως λειτουργούς επιθεώρησης πρόσωπα εγνωσμένης και εξειδικευμένης πείρας στους τομείς εξέτασης και αξιολόγησης πληροφοριών και δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία να είναι ικανά να συνδράμουν στην άσκηση των αρμοδιοτήτων της και στην εκπλήρωση της αποστολής της και τα οποία εκπαιδεύονται σε θέματα αξιολόγησης κινδύνων διαφθοράς.
(2) Πρόσωπο, το οποίο διορίζεται ως λειτουργός επιθεώρησης, απαγορεύεται να έχει οποιοδήποτε οικονομικό ή άλλο συμφέρον σε σχέση με την άσκηση των καθηκόντων του.
(3) Κατά τη διεξαγωγή της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) διερεύνησης και αξιολόγησης, ο λειτουργός επιθεώρησης δύναται να ασκεί τις εξουσίες με τις οποίες περιβάλλεται η Αρχή δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου προς συλλογή πληροφοριών και δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα.
(4) Ο λειτουργός επιθεώρησης ενεργεί σύμφωνα με τις οδηγίες της Αρχής, η δε διερεύνηση και αξιολόγηση υπό του ιδίου οποιωνδήποτε καταγγελιών ελέγχεται και εποπτεύεται από την Αρχή, ενώ σε περίπτωση που κατά την κρίση της Αρχής, ούτος δεν ανταποκρίνεται επαρκώς στα καθήκοντά του, η Αρχή δύναται να τον παύσει, καταβάλλοντας σε αυτόν οποιαδήποτε δικαιώματα έχουν προκύψει μέχρι την ημερομηνία παύσης του.
(5) Πρόσωπο, στο οποίο η Αρχή αναθέτει τη διερεύνηση και αξιολόγηση καταγγελιών, δύναται για τον σκοπό αυτό να ασκεί τις εξουσίες που προβλέπονται από τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και να ενεργεί σύμφωνα με αυτές.
(6) Ο λειτουργός επιθεώρησης, αφού ολοκληρώσει τη διερεύνηση και αξιολόγηση της καταγγελίας, συντάσσει έκθεση, την οποία υποβάλλει στην Αρχή μαζί με όλα τα σχετικά έγγραφα.