17.-(1) Κάθε μέλος της Αρχής στο πλαίσιο άσκησης των αρμοδιοτήτων του, και κάθε λειτουργός επιθεώρησης στο πλαίσιο άσκησης των καθηκόντων του, και κάθε άλλο πρόσωπο, στο οποίο ανατίθεται η διενέργεια κατονομαζόμενων πράξεων έρευνας, σύμφωνα με την παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 8, έχει υποχρέωση τήρησης εχεμύθειας αναφορικά με πληροφορίες, δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, έγγραφα ή άλλα στοιχεία τα οποία περιέρχονται σε γνώση του, την οποία αναλαμβάνει γραπτώς και η οποία τον δεσμεύει καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας και/ή υπηρεσίας του, όπως και για περίοδο πέντε (5) ετών από την ημερομηνία λήξης της θητείας ή της αποχώρησής του από τη θέση του.
(2) Κάθε μέλος της Αρχής και κάθε λειτουργός επιθεώρησης έχει υποχρέωση πριν από την έναρξη της διερεύνησης και αξιολόγησης οποιασδήποτε καταγγελίας ή συλλογής οποιουδήποτε δεδομένου προσωπικού χαρακτήρα, στο πλαίσιο των εξουσιών ή αρμοδιοτήτων του ή/και σε οποιοδήποτε στάδιο κατά την εξέταση, αξιολόγηση και συλλογή αυτών, να δηλώσει γραπτώς την ύπαρξη οποιουδήποτε, άμεσου ή έμμεσου, ενδιαφέροντος αυτού ή σύγκρουσης συμφέροντος, σε περίπτωση δε παράλειψης υποβολής τέτοιας δήλωσης είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται στις προβλεπόμενες στα εδάφια (3) και (4) ποινές, αντίστοιχα.
(3) Μέλος της Αρχής, το οποίο παραβαίνει το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) καθήκον εχεμύθειας είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα επτά (7) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€350.000) ή/και στις δύο αυτές ποινές.
(4) Λειτουργός επιθεώρησης, ο οποίος παραβαίνει το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) καθήκον εχεμύθειας είναι ένοχος ποινικού αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τα δύο (2) έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τριάντα χιλιάδες ευρώ (€30.000) ή/και στις δύο αυτές ποινές.
(5) Καταδίκη για ποινικό αδίκημα ενέχον παράβαση καθήκοντος προβλεπομένου στον παρόντα Νόμο ή διάπραξης πειθαρχικού παραπτώματος ενέχοντος παράβαση καθήκοντος προβλεπομένου στον παρόντα Νόμο από μέλος της Αρχής ή από λειτουργό επιθεώρησης, αντίστοιχα, επιφέρει την άμεση απομάκρυνση εκάστου και, σε τέτοια περίπτωση το επηρεαζόμενο πρόσωπο παραδίδει στην Αρχή όλα τα έγγραφα που ευρίσκονται στη κατοχή του ή/και το υλικό που έχει περισυλλέξει μέχρι τη δεδομένη χρονική στιγμή.