22.-(1) Οι αναπροσαρμοσμένοι καλυπτόμενοι φόροι μιας συνιστώσας οντότητας για ένα οικονομικό έτος προσδιορίζονται με την αναπροσαρμογή του αθροίσματος των δεδουλευμένων τρέχοντων εξόδων φόρου στο καθαρό λογιστικό εισόδημα ή ζημία σε σχέση με τους καλυπτόμενους φόρους για το οικονομικό έτος, με βάση-
(α) το καθαρό ποσό των οικείων προσθηκών και μειώσεων των καλυπτόμενων φόρων για το οικονομικό έτος, όπως ορίζεται στις εδάφια (2) και (3)·
(β) το συνολικό ποσό αναπροσαρμογής αναβαλλόμενου φόρου, όπως ορίζεται στο άρθρο 23·
(γ) κάθε αύξηση ή μείωση των καλυπτόμενων φόρων που καταγράφονται ως δεδουλευμένοι στα ίδια κεφάλαια ή στα λοιπά συνολικά έσοδα σε σχέση με ποσά που περιλαμβάνονται στον υπολογισμό του αποδεκτού εισοδήματος ή ζημίας που υπόκειται σε φόρο σύμφωνα με τους τοπικούς φορολογικούς κανόνες· και
(δ) το καθαρό ποσό των οικείων προσθηκών και μειώσεων των καλυπτόμενων φόρων για το οικονομικό έτος σε σχέση με επιλογή συμπερίληψης κερδών ή ζημιών ιδίων κεφαλαίων, όπως αυτή περιγράφεται στο εδάφιο (6).
(2) Οι προσθήκες στους καλυπτόμενους φόρους μιας συνιστώσας οντότητας για το οικονομικό έτος περιλαμβάνουν-
(α) οποιοδήποτε ποσό των καλυπτόμενων φόρων που καταχωρίζονται ως δεδουλευμένα έξοδα στα κέρδη προ φόρων στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς·
(β) οποιοδήποτε ποσό της αναβαλλόμενης φορολογικής απαίτησης αποδεκτής ζημίας που έχει χρησιμοποιηθεί σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 24·
(γ) οποιοδήποτε ποσό των καλυπτόμενων φόρων αναφορικά με αβέβαιη φορολογική κατάσταση που είχε εξαιρεθεί παλαιότερα βάσει της παραγράφου (δ) του εδαφίου (3) και καταβάλλεται κατά το οικονομικό έτος· και
(δ) οποιοδήποτε ποσό της πίστωσης ή της επιστροφής σε σχέση με ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου που προέκυψε ως μείωση του τρέχοντος εξόδου φόρου.
(3) Οι μειώσεις στους καλυπτόμενους φόρους μιας συνιστώσας οντότητας για το οικονομικό έτος περιλαμβάνουν-
(α) το ποσό του τρέχοντος εξόδου φόρου όσον αφορά το εισόδημα που εξαιρείται από τον υπολογισμό του αποδεκτού εισοδήματος ή ζημίας σύμφωνα με το Μέρος ΙΙΙ·
(β) οποιοδήποτε ποσό της πίστωσης ή της επιστροφής σε σχέση με μη ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου που δεν καταγράφηκε ως μείωση του τρέχοντος εξόδου φόρου·
(γ) οποιοδήποτε ποσό των καλυπτόμενων φόρων που επιστράφηκαν ή πιστώθηκαν σε μια συνιστώσα οντότητα, το οποίο δεν αντιμετωπίστηκε ως αναπροσαρμογή στο τρέχον έξοδο φόρου στους χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς, εκτός εάν σχετίζεται με εγκεκριμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου·
(δ) το ποσό του τρέχοντος εξόδου φόρου, το οποίο σχετίζεται με αβέβαιη φορολογική κατάσταση· και
(ε) οποιοδήποτε ποσό του τρέχοντος εξόδου φόρου που δεν αναμένεται να καταβληθεί εντός τριών (3) ετών από τη λήξη του οικονομικού έτους.
(4) Για τον υπολογισμό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων, όταν ένα ποσό του καλυπτόμενου φόρου περιγράφεται σε περισσότερα από ένα σημεία των εδαφίων (1), (2) και (3), λαμβάνεται υπόψη μόνο μία φορά.
(5)(α) Όταν, για ένα οικονομικό έτος, δεν υπάρχει καθαρό αποδεκτό εισόδημα όπως ορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 27 σε μια δικαιοδοσία και το ποσό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων για την εν λόγω δικαιοδοσία είναι αρνητικό και μικρότερο από ένα ποσό ίσο με την καθαρή αποδεκτή ζημία, όπως ορίζεται στο εδάφιο (2) του άρθρου 27, πολλαπλασιαζόμενη με τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή («αναμενόμενοι αναπροσαρμοσμένοι καλυπτόμενοι φόροι»), το ποσό που ισούται με τη διαφορά μεταξύ του ποσού των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων και του ποσού των αναμενόμενων αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων αντιμετωπίζεται ως πρόσθετος συμπληρωματικός φόρος για το εν λόγω οικονομικό έτος και το ποσό του πρόσθετου συμπληρωματικού φόρου κατανέμεται σε κάθε συνιστώσα οντότητα στην δικαιοδοσία σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 30.
(β)(i) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου ο όρος «υπερβαίνοντες αρνητικοί ΚΦ» σημαίνει-
(iα) ποσό το οποίο ισούται με το ποσό το οποίο υπολογίζεται δυνάμει του εδαφίου 5(α) σε σχέση με μία δικαιοδοσία για οικονομικά έτη κατά τα οποία ένας όμιλος ΠΕ ή εγχώριος όμιλος μεγάλης κλίμακας δεν έχει αποδεκτό εισόδημα ή ζημία σε σχέση με την εν λόγω δικαιοδοσία· ή
(iβ) ποσό το οποίο ισούται με τους αρνητικούς αναπροσαρμοσμένους καλυπτόμενους φόρους σε σχέση με μια δικαιοδοσία όπου ένας όμιλος ΠΕ ή εγχώριος όμιλος μεγάλης κλίμακας έχει αποδεκτό εισόδημα σε σχέση με την περιοχή.
(ii) Κατόπιν επιλογής της υποβάλλουσας συνιστώσας οντότητας ή όπου το ποσοστό συμπληρωματικού φόρου για μια δικαιοδοσία για ένα οικονομικό έτος, όπως αυτό υπολογίζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους V υπερβαίνει τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή, ο εν λόγω όμιλος ΠΕ ή ο εγχώριος όμιλος μεγάλης κλίμακας δύναται να εξαιρέσει το ποσό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων για την εν λόγω δικαιοδοσία το οποίο είναι αρνητικό από τους καλυπτόμενους φόρους της εν λόγω δικαιοδοσίας σε σχέση με το υπό αναφορά οικονομικό έτος και να δημιουργήσει έξοδο υπερβαίνοντων αρνητικών ΚΦ προς μεταφορά.
(iii) Σε κάθε οικονομικό έτος, μετά από ένα οικονομικό έτος για το οποίο εφαρμόζεται το πιο πάνω εδάφιο για τον υπολογισμό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων για μια δικαιοδοσία, όπου ο όμιλος ΠΕ ή εγχώριος όμιλος μεγάλης κλίμακας έχει επιλέξιμο εισόδημα και αναπροσαρμοσμένους καλυμμένους φόρους για αυτήν την δικαιοδοσία, ο όμιλος ΠΕ ή εγχώριος όμιλος μεγάλης κλίμακας-
(iα) μειώνει τους αναπροσαρμοσμένους καλυμμένους φόρους για την εν λόγω δικαιοδοσία με το υπόλοιπο του εξόδου υπερβαίνοντων αρνητικών ΚΦ και το ποσό των αναπροσαρμοσμένων καλυμμένων φόρων μετά από αυτή τη μείωση δεν θα είναι μικρότερο από το μηδέν και
(iβ) μειώνει το υπόλοιπο του εξόδου υπερβαινόντων αρνητικών ΚΦ προς μεταφορά κατά το ίδιο ποσό με το ποσό που αναφέρεται στην υπουποπαράγραφο (iα).
(6)(α) Για τους σκοπούς της παρούσας παραγράφου, ισχύουν οι ακόλουθοι ορισμοί:
«αναλογία αναμενόμενου φορολογικού όφελους» σημαίνει την αναλογία-
(i) του ποσού πίστωσης φόρου· και
(ii) του ποσού των φορολογικά εκπιπτόμενων ζημιών το οποίο πολλαπλασιάζεται με το φορολογικό συντελεστή ο οποίος εφαρμόζεται στον ιδιοκτήτη μιας Επιλέξιμης Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής το οποίο μετακυλίστηκε ή λήφθηκε, σε σχέση με την Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή στο οικονομικό έτος σχετικά με το σύνολο των υποπαραγράφων (i) και (ii) τα οποία αναμένεται να μετακυλιστούν ή να ληφθούν σε σχέση με την Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή καθ’ όλη τη διάρκεια της επένδυσης.
«λογιστική μέθοδος αναλογικής απόσβεσης (proportional amortisation method of accounting)» σημαίνει την λογιστική μέθοδο όπου ένας επενδυτής προσαρμόζει το φορολογικό του έξοδο με το καθαρό όφελος το οποίο μετακυλίεται μέσω μίας Επιλέξιμης Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής κάθε έτος όπου-
(α) το καθαρό όφελος καθορίζεται με βάση τη διαφορά του φορολογικού οφέλους το οποίο μετακυλίεται από την Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή κατά τη διάρκεια του έτους επί του αναλογικού ποσού της επένδυσης· και
(β) το αναλογικό ποσό της επένδυσης καθορίζεται με βάση την ολική επένδυση πολλαπλασιασμένη με την αναλογία του φορολογικού οφέλους το οποίο μετακυλίεται από την Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή κατά τη διάρκεια του έτους με το ολικό φορολογικό όφελος το οποίο αναμένεται ότι θα μετακυληθεί από Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή κατα τη διάρκεια της επένδυσης.
«ενδεδειγμένο φορολογικό όφελος μετακύλισης» σημαίνει οποιοδήποτε ποσό-
(α) πίστωσης φόρου το οποίο δεν αποτελεί ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου·
(β) φορολογικά εκπιπτόμενων ζημιών το οποίο πολλαπλασιάζεται με το φορολογικό συντελεστή ο οποίος εφαρμόζεται στον ιδιοκτήτη μιας Επιλέξιμης Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής, το οποίο μετακυλίεται μέσω μίας Επιλέξιμης Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής σε φορολογικά διαφανή οντότητα στο βαθμό που μειώνει την επένδυση του ιδιοκτήτη στην Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος ορισμού·
«Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή» αποτελεί Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή σε μια φορολογικά διαφανή οντότητα η οποία -
(α) τυγχάνει μεταχείρισης σαν συμμετοχή σε κεφάλαιο για σκοπούς του εγχώριου φορολογικού δικαίου· ή
(β) θα θεωρείτο συμμετοχή σε κεφάλαιο σύμφωνα με εγκεκριμένο χρηματοοικονομικό λογιστικό πρότυπο που εφαρμόζεται σε δικαιοδοσία όπου δραστηριοποιείται η φορολογικά διαφανής οντότητα όπου τα περιουσιακά στοιχεία, οι υποχρεώσεις, τα έσοδα, τα έξοδα και οι ταμειακές ροές της διαφανούς φορολογικής οντότητας δεν ενοποιούνται γραμμή προς γραμμή στις Ενοποιημένες Οικονομικές Καταστάσεις του ομίλου ΠE και-
(i) η συνολική απόδοση σε σχέση με την εν λόγω Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή, εξαιρουμένων πιστώσεων φόρου που δεν αποτελούν ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου, αναμένεται, κατά τον χρόνο κατά τον οποίο έγινε η επένδυση, να είναι λιγότερη σε σχέση με το συνολικό ποσό το οποίο επενδύθηκε από τον ιδιοκτήτη της Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής σε τέτοιο βαθμό που αναμένεται ότι ένα μέρος της επένδυσης θα επιστραφεί με την μορφή πίστωσης φόρου η οποία πίστωση δεν αποτελεί ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου· και
(ii) ο επενδυτής έχει ένα καλόπιστο οικονομικό συμφέρον (bona fide economic interest) στην οντότητα μετακύλισης φόρου και δεν τυγχάνει προστασίας για απώλεια της επένδυσής του, αλλά δεν περιλαμβάνει επένδυση σε μία φορολογικά διαφανή οντότητα όπου μία δικαιοδοσία επιτρέπει την μεταφορά μέσω τέτοιας επένδυσης του οφέλους το οποίο προκύπτει από μία πίστωση φόρου μόνο στην περίπτωση όπου η οντότητα από την οποία προέρχεται η εν λόγω πίστωση φόρου ή ο επενδυτής, υπόκειται σε ενδεδειγμένο κανόνα IIR ή ενδεδειγμένο κανόνα UTPR.
(β) Κατόπιν επιλογής της υποβάλλουσας συνιστώσας οντότητας, ένας ιδιοκτήτης Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής η οποία δεν είναι Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή-
(i) περιλαμβάνει στα έσοδα ή τις ζημιές του υπολογισμό αποδεκτού εισοδήματος ή ζημιάς το λογιστικό κέρδος ή ζημιά, προσαρμοσμένα όπως απαιτείται από τις διατάξεις του άρθρου 17(2), εκτός του άρθρου 17(2)(iii) σε σχέση με οποιαδήποτε-
(iα) κέρδη και ζημιές εύλογης αγοραίας αξίας και απομειώσεις στην Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή όπου ο ιδιοκτήτης φορολογείται με βάση την αξία της αγοράς (mark-to-market basis) ή με την απομείωση της εν λόγω συμμετοχής και οι φορολογικές συνέπειες των κινήσεων της αξίας της αγοράς (mark-to-market movements) ή οι απομειώσεις στην Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή αντανακλώνται στο έξοδο φόρου εισοδήματος·
(iβ) κέρδη και ζημιές εύλογης αγοραίας αξίας και απομειώσεις στην Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή όπου ο ιδιοκτήτης φορολογείται με βάση τη ρευστοποίηση της εν λόγω Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής και το φορολογικό έξοδο περιλαμβάνει έξοδο αναβαλλόμενου φόρου των κινήσεων της αξίας της αγοράς (mark-to-market movement) ή των απομειώσεων στην Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή·
(iγ) κέρδη και ζημίες που αποδίδονται στην εν λόγω Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή όταν το συμφέρον είναι σε φορολογικά διαφανή οντότητα και ο ιδιοκτήτης αναγνωρίζει την εν λόγω συμμετοχή χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της καθαρής θέσης· και
(iδ) διάθεση Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής η οποία καταλήγει σε κέρδη ή ζημίες οι οποίες περιλαμβάνονται στο εγχώριο φορολογητέο εισόδημα του ιδιοκτήτη, εξαιρούμενου οποιουδήποτε κέρδους και αναλογικού μεριδίου το οποίο συμψηφίζεται μερικώς με οποιαδήποτε έκπτωση ή άλλη παρόμοια ελάφρυνση σχετιζόμενη με το συγκεκριμένο είδος κέρδους όπως εξαίρεση φορολόγησης η οποία είναι άμεσα σχετιζόμενη με την διάθεση της Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής· και
(ii) ανεξαρτήτως των προβλεπόμενων στα άρθρα 22(3)(α) και 23(5)(α), περιλαμβάνει όλα τα τρέχοντα και αναβαλλόμενα φορολογικά έξοδα ή οφέλη που σχετίζονται με αυτά τα στοιχεία στον υπολογισμό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων που υπόκεινται στις σχετικές διατάξεις του Νόμου.
(γ) Η επιλογή της παραγράφου (β) δεν δύναται να ανακληθεί σε σχέση με μια Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή, εκτός από Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή, όπως αυτή περιγράφεται στο παρόν άρθρο, εάν μια ζημία έχει ληφθεί υπόψη στον υπολογισμό του αποδεκτού εισοδήματος η ζημιάς της συνιστώσας οντότητας εντός της πενταετούς περιόδου, η οποία αρχίζει την πρώτη μέρα του οικονομικού έτους σε σχέση με το οποίο έγινε η σχετική επιλογή.
(δ) Οι παράγραφοι (ε) μέχρι (θ) εφαρμόζονται σε ενδεδειγμένο φορολογικό όφελος μετακύλισης το οποίο μετακυλίεται μέσω Επιλέξιμης Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής σε μία συνιστώσα οντότητα για την οποία εφαρμόζεται η επιλογή του παραγράφου (β).
(ε) Σε περίπτωση κατά τη οποία εφαρμόζεται η παρούσα παράγραφος, τα ενδεδειγμένα φορολογικά οφέλη μετακύλισης θα προστίθενται στους αναπροσαρμοσμένους καλυπτόμενους φόρους μιας συνιστώσας οντότητας η οποία κατέχει άμεσα μια Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή ή κατέχει έμμεση συμμετοχή σε μία Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή η οποία κατέχεται μέσω φορολογικά διαφανών οντοτήτων οι οποίες δεν είναι συνιστώσες οντότητες του εν λόγω ομίλου ΠΕ, και μόνο στο βαθμό που το ενδεδειγμένο φορολογικό όφελος μετακύλισης θεωρείται ότι μειώνει το δεδουλευμένο φορολογικό έξοδο του καθαρού λογιστικού εισοδήματος ή ζημίας της εν λόγω συνιστώσας οντότητας.
(στ) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (η), η επένδυση μιας συνιστώσας οντότητας σε μία Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή θεωρείται ότι μειώνεται από εισπράξεις οι οποίες σχετίζονται με την εν λόγω Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή αναφορικά με-
(i) το ποσό πίστωσης φόρου η οποία μετακυλίθηκε στην συνιστώσα οντότητα·
(ii) το ποσό οποιωνδήποτε φορολογικά εκπιπτόμενων ζημιών οι οποίες μετακυλίθηκαν στην συνιστώσα οντότητα πολλαπλα-σιάζόμενες με το φορολογικό συντελεστή ο οποίος εφαρμόζεται στην συνιστώσα οντότητα·
(iii) το ποσό διανομών στην συνιστώσα οντότητα συμπερι-λαμβανομένων και ποσών τα οποία απορρέουν από μείωση κεφαλαίου·
(iv) το ποσό προσόδων από την πώληση όλου ή μέρους της εν λόγω Επιλέξιμης Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής, αλλά κανένα ποσό δεν θα θεωρείται ότι μειώνει την επένδυση κατά το βαθμό που μειώνει την επένδυση κάτω από το μηδέν.
(ζ)(i) Με την επιφύλαξη της υποπαραγράφου (ii) του παρόντος εδαφίου οποιοδήποτε ποσό το οποίο αναφέρεται στην παράγραφο στ (i), (ii), (iii) και (iv) του παρόντος άρθρου το οποίο μετακυλίεται ή λαμβάνεται σε σχέση με Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή, μετά που η επένδυση της συνιστώσας οντότητας στην εν λόγω συμμετοχή μειώνεται στο μηδέν σύμφωνα με την προαναφερθείσα παράγραφο θα αφαιρείται από τον υπολογισμό των καλυπτόμενων φόρων της εν λόγω συνιστώσας οντότητας·
(ii) ποσά τα οποία αναφέρονται στις παραγράφους (στ)(iii) και (iv) ή ενδεδειγμένη επιστρεπτέα πίστωση φόρου, θα αφαιρούνται από τον υπολογισμό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων της συνιστώσας οντότητας στο βαθμό που το ποσό οποιουδήποτε ενδεδειγμένου φορολογικού οφέλους μετακύλισης το οποίο μετακυλίθηκε δια μέσου της Επιλέξιμης Ιδιοκτησιακής Συμμετοχής και προστέθηκε στον υπολογισμό των αναπροσαρμοσμένων καλυπτόμενων φόρων της συνιστώσας οντότητας.
(η)(i) Όταν μια συνιστώσα οντότητα χρησιμοποιεί την λογιστική μέθοδο αναλογικής απόσβεσης (proportional amortisation method of accounting) για την επένδυσή της σε μία Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή, τότε θα εφαρμόζει την εν λόγω λογιστική μέθοδο κατά τέτοιο τρόπο όπου όποια από τα ποσά τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο (στ) τα οποία μετακυλίονται ή λαμβάνονται σε σχέση με μία Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή θα θεωρούνται σαν μείωση στην επένδυση στιν Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή σε αναλογία με την αναλογία αναμενόμενου φορολογικού όφελους.
(ii) Τα ποσά τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο (στ) τα οποία μετακυλίονται ή λαμβάνονται σε σχέση με μία Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή τα οποία υπερβαίνουν την μείωση στην επένδυση στην Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή σύμφωνα με τη υποπαράγραφο (i) της παρούσας παραγράφου, δεν θα περιλαμβάνονται σαν θετικό ποσό στους αναπροσαρμοσμένους καλυπτόμενους φόρους της εν λόγω συνιστώσας οντότητας.
(θ) Κατόπιν ανέκκλητης επιλογής μίας συνιστώσας οντότητας, όπου μία συνιστώσα οντότητα κατέχει μία Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή, αλλά δεν χρησιμοποιεί την λογιστική μέθοδο αναλογικής απόσβεσης (proportional amortisation method of accounting), δύναται να εφαρμόσει τις διατάξεις της παραγράφου (η) ωσάν να εφάρμοζε την λογιστική μέθοδο αναλογικής απόσβεσης (proportional amortisation method of accounting) σε σχέση με την εν λόγω Επιλέξιμη Ιδιοκτησιακή Συμμετοχή.