307.-(1) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο, που είναι πρώην ή υφιστάμενος αξιωματούχος εταιρείας που κατά το χρόνο της διάπραξης του αδικήματος εκκαθαρίζεται, ή με την επίβλεψη του Δικαστηρίου ή εκούσια, ή μεταγενέστερα διατάχτηκε να εκκαθαριστεί από το Δικαστήριο ή μεταγενέστερα εγκρίνει ψήφισμα για εκούσια εκκαθάριση-
(α) δεν αποκαλύπτει από όσα γνωρίζει και πιστεύει πλήρως και αληθινά στον εκκαθαριστή ολόκληρη την περιουσία της εταιρείας, ακίνητη και προσωπική, και πως σε ποιον και έναντι ποιας αντιπαροχής και πότε η εταιρεία διέθεσε οποιοδήποτε μέρος της, εκτός μέρους που διατέθηκε κατά τη συνηθισμένη πορεία των εργασιών της εταιρείας· ή
(β) δεν παραδίνει στον εκκαθαριστή, ή όπως αυτός διατάξει, ολόκληρο το μέρος της ακίνητης και προσωπικής περιουσίας της εταιρείας που είναι στη φύλαξη του ή τελεί υπό τον ελέγχο του και την οποία ο νόμος απαιτεί από αυτόν να παραδώσει· ή
(γ) δεν παραδίνει στον εκκαθαριστή ή όπως αυτός διατάσσει, όλα τα βιβλία και έγγραφα που βρίσκονται στη φύλαξη του ή βρίσκονται υπό τον έλεγχο του και τα οποία ο νόμος απαιτεί από αυτόν να παραδώσει· ή
(δ) μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έναρξη της αποκρύπτει οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας της εταιρείας αξίας εξακόσια πενήντα ευρώ (€650) ή μεγαλύτερης, ή αποκρύπτει οποιοδήποτε χρέος που οφείλεται στην εταιρεία ή από την εταιρεία· ή
(ε) μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έναρξη της μετακινεί δόλια οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας της εταιρείας αξίας εξακόσια πενήντα ευρώ (€650) ή μεγαλύτερης· ή
(στ) κάνει οποιαδήποτε ουσιώδη παράλειψη σε οποιαδήποτε έκθεση σχετικά με την περιουσιακή κατάσταση της εταιρείας· ή
(ζ) ενώ γνωρίζει ή πιστεύει ότι ψεύτικη οφειλή επαληθεύτηκε από οποιοδήποτε πρόσωπο στην εκκαθάριση, παραλείπει να πληροφορήσει για αυτήν τον εκκαθαριστή για περίοδο ενός μηνός· ή
(η) μετά την έναρξη της εκκαθάρισης παρεμποδίζει την προσαγωγή οποιουδήποτε βιβλίου ή εγγράφου που επηρεάζει ή σχετίζεται με την περιουσία ή υποθέσεις της εταιρείας· ή
(θ) μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έναρξη της, αποκρύπτει, καταστρέφει, αποκόπτει ή παραποιεί ή είναι συνεργός στην απόκρυψη, καταστροφή, αποκοπή ή παραποίηση οποιουδήποτε βιβλίου ή εγγράφου που επηρεάζει ή που σχετίζεται με την περιουσία ή υποθέσεις της εταιρείας· ή
(ι) μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έναρξη της εκκαθάρισης κάνει ή είναι συνεργός στο να γίνει ψεύτικη καταχώρηση σε οποιοδήποτε βιβλίο ή έγγραφο που επηρεάζει ή σχετίζεται με την περιουσία ή υποθέσεις της εταιρείας· ή
(κ) μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιοδήποτε χρόνο, μετά την έναρξη της, δόλια αποχωρίζεται, αλλάσσει ή κάνει οποιαδήποτε παράλειψη, ή είναι συνεργός στο δόλιο αποχωρισμό, αλλαγή ή παράλειψη σε οποιοδήποτε έγγραφο που επηρεάζει ή σχετίζεται με την περιουσία ή υποθέσεις της εταιρείας· ή
(λ) μετά την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιαδήποτε συνέλευση των πιστωτών της εταιρείας μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης αποπειράται να δώσει λογαριασμό για οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας της εταιρείας με εικονικές ζημιές ή δαπάνες· ή
(μ) έχει μέσα σε δώδεκα μήνες πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έναρξη της, με οποιαδήποτε ψεύτικη παράσταση ή άλλο δόλο αποκτήσει περιουσία για την εταιρεία ή για λογαριασμό της με πίστωση που η εταιρεία στη συνέχεια δεν δύναται να πληρώσει· ή
(ν) μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έναρξη της, με ψεύτικη παράσταση ότι η εταιρεία διεξάγει τις εργασίες της, αποκτά με πίστωση, για την εταιρεία ή για λογαριασμό της εταιρείας, οποιαδήποτε περιουσία που η εταιρεία στη συνέχεια δεν δύναται να πληρώσει· ή
(ξ) μέσα σε δώδεκα μήνες αμέσως πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης ή σε οποιοδήποτε χρόνο μετά την έναρξη της, ενεχυριάζει, υποθηκεύει ή διαθέτει οποιαδήποτε περιουσία της εταιρείας που αποκτήθηκε με πίστωση και δεν πληρώθηκε εκτός αν η τέτοια ενεχυρίαση, υποθήκευση αυτή ή διάθεση είναι κατά τη συνηθισμένη διεξαγωγή των εργασιών της εταιρείας· ή
(ο) είναι ένοχο για οποιαδήποτε ψεύτικη παράσταση ή άλλο δόλο με σκοπό να εξασφαλίσει τη συγκατάθεση των πιστωτών της εταιρείας ή οποιωνδήποτε από αυτούς σε μια συμφωνία αναφορικά με την περιουσιακή κατάσταση της εταιρείας ή για την εκκαθάριση, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης, στην περίπτωση των αδικημάτων που αναφέρονται αντίστοιχα στις παραγράφους (μ), (ν) και (ξ) του εδαφίου αυτού, θα υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα πέντε έτη και, σε περίπτωση οποιουδήποτε άλλου αδικήματος θα υπόκειται σε φυλάκιση που δεν θα υπερβαίνει τα δύο έτη:
Νοείται ότι αποτελεί δυνατή υπεράσπιση σε κατηγορία με βάση τις παραγράφους (α), (β), (γ), (δ), (στ), (ν) και (ξ), αν ο κατηγορούμενος αποδείξει ότι δεν είχε πρόθεση καταδολίευσης, και σε κατηγορία με βάση τις παραγράφους (η), (θ) και (ι), αν αυτός αποδείξει ότι δεν είχε πρόθεση να αποκρύψει την κατάσταση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας ή να παραβεί το νόμο.
(2) Όταν οποιοδήποτε πρόσωπο ενεχυριάζει, υποθηκεύει ή διαθέτει οποιαδήποτε περιουσία υπό περιστάσεις που ισοδυναμούν με αδικήματα σύμφωνα με την παράγραφο (ξ) του εδαφίου (1), κάθε πρόσωπο που λαμβάνει ως ενέχυρο ή υποθήκη ή διαφορετικά λαμβάνει την περιουσία εν γνώσει του ότι ενεχυριάστηκε, υποθηκεύτηκε, ή διατέθηκε υπό τέτοιες περιστάσεις που λέχτηκε πιο πάνω, είναι ένοχο αδικήματος, και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές της φυλάκισης αυτής και του προστίμου.
(3) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, η έκφραση “αξιωματούχος” περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο σύμφωνα με τις διαταγές ή οδηγίες του οποίου οι σύμβουλοι εταιρείας συνηθίζουν να ενεργούν.
308.-(1) Αν οποιοσδήποτε αξιωματούχος ή συνεισφορέας οποιασδήποτε εταιρείας που εκκαθαρίζεται, καταστρέφει, αλλάσσει ή παραποιεί οποιαδήποτε βιβλία, έγγραφα ή ομόλογα ή κάνει ή συνεργεί για να γίνει οποιαδήποτε ψεύτικη ή δόλια καταχώρηση, σε οποιοδήποτε μητρώο, λογιστικό βιβλίο ή έγγραφο που ανήκει στην εταιρεία με πρόθεση να καταδολιεύσει ή εξαπατήσει οποιοδήποτε πρόσωπο, είναι ένοχος αδικήματος, και σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.
(2) Όταν μία εταιρεία υπόκειται σε εκκαθάριση, είτε μέσω του Δικαστηρίου είτε εθελοντικά, οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο ήταν στο παρελθόν ή είναι στο παρόν αξιωματούχος της εταιρείας, προβεί σε ουσιαστική παράλειψη σε οποιαδήποτε δήλωση που σχετίζεται με τις υποθέσεις της εταιρείας, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο ποινές μαζί.
(3) Όταν μία εταιρεία διαταχθεί να τεθεί σε εκκαθάριση από το δικαστήριο, ή έχει εγκρίνει ψήφισμα για εθελοντική εκκαθάριση, οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο πριν από την εκκαθάριση, προέβη σε ουσιαστική παράλειψη σε οποιαδήποτε δήλωση, είναι ένοχο αδικήματος και σε περίπτωση καταδίκης του υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και στις δύο ποινές μαζί.
(4) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει των εδαφίων (2) και (3), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει, ότι προέβη στις δηλώσεις αυτές, χωρίς πρόθεση εξαπατήσει.
309. Αν οποιοδήποτε πρόσωπο που κατά το χρόνο διάπραξης του ισχυριζόμενου αδικήματος είναι αξιωματούχος εταιρείας που μεταγενέστερα διατάχτηκε να εκκαθαριστεί από το Δικαστήριο ή μεταγενέστερα εγκρίνει ψήφισμα για εκούσια εκκαθάριση-
(α) έχει με ψεύτικες παραστάσεις ή με άλλο δόλο προτρέψει οποιοδήποτε πρόσωπο να δώσει πίστωση στην εταιρεία· ή
(β) με πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών της εταιρείας, έχει κάνει ή προκαλέσει οποιαδήποτε δωρέα ή μεταβίβαση ή επιβάρυνση, ή προκάλεσε ή ανέχτηκε οποιαδήποτε κατάσχεση, περιουσίας της εταιρείας·
(γ) με πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών της εταιρείας, έχει αποκρύψει ή μετακινήσει οποιοδήποτε μέρος της περιουσίας της εταιρείας από, ή μέσα σε δύο μήνες προηγουμένως, της ημερομηνίας οποιασδήποτε απόφασης ή διατάγματος που δεν ικανοποιήθηκαν για πληρωμή χρημάτων που λήφθηκαν εναντίον της εταιρείας,
είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δύο έτη.
310.-(1) Όταν εταιρεία εκκαθαρίζεται, φαίνεται ότι δεν τηρούνται κατάλληλα λογιστικά βιβλία από την εταιρεία σε όλη τη διάρκεια της περιόδου των δύο αμέσως ετών πριν από την έναρξη της εκκαθάρισης, ή της περιόδου μεταξύ της σύστασης της εταιρείας και την έναρξη της εκκαθάρισης, οποιαδήποτε είναι η συντομότερη, καθένας αξιωματούχος της εταιρείας που ευθύνεται για παράλειψη, υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει το ένα έτος, εκτός αν αποδείξει ότι ενέργησε έντιμα και ότι υπό τις περιστάσεις που εκτελείτο η εργασία της εταιρείας η παράλειψη ήταν συγχωρητέα.
(2) Για τους σκοπούς του άρθρου αυτού, κατάλληλα λογιστικά βιβλία θα λογίζονται ότι δεν τηρήθηκαν στην περίπτωση οποιασδήποτε εταιρείας αν δεν τηρήθηκαν τέτοια βιβλία ή λογαριασμοί που είναι αναγκαία για να εκθέτουν και εξηγούν τις συναλλαγές και οικονομική θέση του εμπορίου ή εργασίας της εταιρείας, περιλαμβανομένων βιβλίων που περιέχουν καταχωρήσεις από ημέρα σε ημέρα με ικανοποιητικές λεπτομέρειες όλων των εισπραχθέντων μετρητών και πληρωθέντων μετρητών, και όταν το εμπόριο ή εργασία αφορούν συναλλαγές αγαθών, εκθέσεις ετήσιων απογραφών, αποθεματικού και (εκτός από την περίπτωση αγαθών που πωλήθηκαν με μορφή συνηθισμένου λιανικού εμπορίου) όλων των αγαθών που πωλήθηκαν και αγοράστηκαν, που δείχνουν τα αγαθά και τους αγοραστές και πωλητές τους με ικανοποιητικές λεπτομέρειες ώστε να δύνανται τα αγαθά εκείνα και εκείνοι οι αγοραστές και πωλητές να αναγνωριστούν.
311.-(1) Αν κατά την πορεία της εκκαθάρισης εταιρείας φαίνεται ότι οποιαδήποτε εργασία της εταιρείας διεξήχθηκε με πρόθεση καταδολίευσης των πιστωτών της εταιρείας ή πιστωτές οποιουδήποτε άλλου προσώπου ή για οποιοδήποτε δόλιο σκοπό, το Δικαστήριο μετά από αίτηση του επίσημου παραλήπτη, ή του εκκαθαριστή ή οποιουδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα της εταιρείας, δύναται, αν το θεωρεί ορθό να το κάνει με τον τρόπο αυτό, να δηλώσει ότι οποιαδήποτε πρόσωπα που εσκεμμένα έλαβαν μέρος στη διεξαγωγή της εργασίας με τον πιο πάνω αναφερόμενο τρόπο είναι προσωπικά υπεύθυνα, χωρίς οποιοδήποτε περιορισμό ευθύνης, για όλα ή οποιαδήποτε χρέη ή υποχρεώσεις της εταιρείας που το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει.
Κατά την ακρόαση της αίτησης με βάση το εδάφιο αυτό ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής, ανάλογα με την περίπτωση, δύναται ο ίδιος να δώσει μαρτυρία ή να καλέσει μάρτυρες.
(2) Όταν το Δικαστήριο κάνει τέτοια δήλωση, δύναται να δώσει τέτοιες περαιτέρω οδηγίες όπως το θεωρεί πρέπον με σκοπό να κάνει τη δήλωση του αποτελεσματική, και ειδικότερα δύναται να εκδώσει διάταξη ώστε να κάνει την ευθύνη του προσώπου αυτού με βάση τη δήλωση, επιβάρυνση πάνω σε κάθε οφειλή ή υποχρέωση που οφείλεται σε αυτό από την εταιρεία, ή πάνω σε οποιαδήποτε υποθήκη ή επιβάρυνση ή συμφέροντος πάνω σε υποθήκη ή επιβάρυνση πάνω στα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας που κατέχονται ή βρίσκονται στην εξουσία του ή σε οποιαδήποτε εταιρεία ή πρόσωπο για λογαριασμό του, ή οποιουδήποτε προσώπου που αξιώνει ως εκδοχέας από ή μέσω του προσώπου που ευθύνεται ή οποιασδήποτε εταιρείας ή προσώπου που ενεργεί για λογαριασμό του, και δύναται από καιρό σε καιρό να εκδώσει τέτοιο περαιτέρω διάταγμα που δύναται να είναι αναγκαίο με σκοπό εκτέλεσης οποιασδήποτε επιβάρυνσης που επιβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο αυτό.
Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού, η φράση “εκδοχέας” περιλαμβάνει οποιοδήποτε πρόσωπο στο οποίο ή σε όφελος του οποίου, με τις οδηγίες του προσώπου που ευθύνεται, το χρέος, υποχρέωση, υποθήκη ή επιβάρυνση δημιουργήθηκε, εκδόθηκε ή μεταβιβάστηκε ή το συμφέρον δημιουργήθηκε, αλλά δεν περιλαμβάνει εκδοχέα με αντάλλαγμα αξίας (που δεν περιλαμβάνει αντάλλαγμα λόγω γάμου) που δόθηκε με καλή πίστη και χωρίς ειδοποίηση οποιωνδήποτε των θεμάτων με βάση των οποίων έγινε η δήλωση.
(3) Όταν οποιαδήποτε εργασία της εταιρείας διεξάγεται με τέτοια πρόθεση ή τέτοιο σκοπό που αναφέρθηκε στο εδάφιο (1) του άρθρου αυτού, οποιοδήποτε πρόσωπο που εσκεμμένα έλαβε μέρος στη διεξαγωγή της εργασίας με τον πιο πάνω αναφερόμενο τρόπο, σε περίπτωση καταδίκης υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη ή σε πρόστιμο που δεν υπερβαίνει τις χίλιες πεντακόσιες λίρες ή και στις δύο αυτές ποινές της φυλάκισης και προστίμου.
(4) Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν ανεξάρτητα από το ότι το ενδιαφερόμενο πρόσωπο δύναται να είναι ποινικά υπεύθυνο σε σχέση με τα θέματα με βάση τα οποία γίνεται η δήλωση.
312.-(1) Αν κατά τη διάρκεια εκκαθάρισης εταιρείας φαίνεται ότι οποιοδήποτε πρόσωπο που πήρε μέρος στη σύσταση ή ίδρυση της εταιρείας ή οποιοσδήποτε προηγούμενος ή υφιστάμενος σύμβουλος, διαχειριστής ή εκκαθαριστής, ή οποιοσδήποτε αξιωματούχος της εταιρείας, καταχράστηκε ή κατακράτησε ή είναι υπεύθυνος ή υπόλογος, για οποιαδήποτε χρήματα ή περιουσία της εταιρείας, ή είναι ένοχος παράβασης ή αθέτησης εμπιστεύματος σχετικά με την εταιρεία, το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση του επίσημου παραλήπτη, ή του εκκαθαριστή, ή οποιουδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα, να εξετάσει τη διαγωγή του ιδρυτή, σύμβουλο, διαχειριστή, εκκαθαριστή ή αξιωματούχου, και να τον εξαναγκάσει να επιστρέψει ή αποκαταστήσει τα χρήματα ή περιουσία ή οποιοδήποτε μέρος τους αντίστοιχα, με τόκο σε τέτοιο ποσοστό που το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο, ή να συνεισφέρει τέτοιο ποσό στο ενεργητικό της εταιρείας με μορφή αποζημίωσης σχετικά με την κατάχρηση, κατακράτηση, παράβαση ή αθέτηση εμπιστεύματος όπως το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο.
(2) Οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν ανεξάρτητα από το ότι το αδίκημα είναι τέτοιο που ο υπαίτιος δυνατό να είναι ποινικά υπεύθυνος.
(3) Όταν εκδίδεται διάταγμα για πληρωμή χρημάτων με βάση το άρθρο αυτό, το διάταγμα λογίζεται ως τελεσίδικη απόφαση με την έννοια της παραγράφου (ζ) του εδαφίου (1) του άρθρου 3 του περί Πτωχεύσεως Νόμου.
313.-(1) Αν φανεί στο Δικαστήριο στην πορεία της εκκαθάρισης από, ή με την εποπτεία του Δικαστηρίου, ότι οποιοσδήποτε προηγούμενος ή υφιστάμενος αξιωματούχος, ή οποιοδήποτε μέλος, της εταιρείας είναι ένοχο οποιουδήποτε αδικήματος σχετικά με την εταιρεία για το οποίο βρίσκεται ποινικά υπεύθυνο, το Δικαστήριο δύναται, είτε μετά από αίτηση οποιουδήποτε προσώπου που ενδιαφέρεται στην εκκαθάριση ή αυτεπάγγελτα, να διατάξει τον εκκαθαριστή να αναφέρει το ζήτημα στο Γενικό Εισαγγελέα.
(2) Αν φανεί στον εκκαθαριστή κατά τη διάρκεια εκούσιας εκκαθάρισης ότι οποιοσδήποτε προηγούμενος ή υφιστάμενος αξιωματούχος, ή οποιοδήποτε μέλος, της εταιρείας είναι ένοχο οποιουδήποτε αδικήματος σχετικά με την εταιρεία για το οποίο ευθύνεται ποινικά, πρέπει αμέσως να καταγγείλει το θέμα στο Γενικό Εισαγγελέα, και να δώσει στο Γενικό Εισαγγελέα τέτοιες πληροφορίες και να του δώσει τέτοιο δικαίωμα προσπέλασης σε και διευκολύνσεις για την επιθεώρηση και λήψη αντιγράφων οποιωνδήποτε εγγράφων, που είναι πληροφορίες ή έγγραφα που βρίσκονται στην κατοχή ή κάτω από τον έλεγχο του εκκαθαριστή και σχετίζονται με το επίδικο θέμα όπως αντίστοιχα αυτός δύναται να απαιτήσει.
(3) Όταν γίνεται καταγγελία με βάση το εδάφιο (2) στο Γενικό Εισαγγελέα, αυτός δύναται, αν το θεωρεί πρέπον, να αναφέρει το θέμα στον Επίσημο Παραλήπτη και Έφορο για περαιτέρω έρευνα και ο Επίσημος Παραλήπτης και Έφορος ερευνά το θέμα και δύναται αν αυτός το θεωρεί σκόπιμο, να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για την έκδοση διατάγματος που να παρέχει σε αυτόν ή σε οποιοδήποτε πρόσωπο που διορίζεται από αυτόν για το σκοπό αυτό σχετικά με την ενδιαφερόμενη εταιρεία, τέτοιες εξουσίες για έρευνα της περιουσιακής κατάστασης της εταιρείας όπως παρέχονται από το Νόμο αυτό στην περίπτωση εκκαθάρισης από το Δικαστήριο.
(4) Αν φανεί στο Δικαστήριο κατά τη διάρκεια εκούσιας εκκαθάρισης ότι οποιοσδήποτε προηγούμενος ή υφιστάμενος αξιωματούχος, ή οποιοδήποτε μέλος, της εταιρείας είναι ένοχο όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, και ότι καμιά έκθεση σχετικά με το θέμα δεν έγινε από τον εκκαθαριστή στο Γενικό Εισαγγελέα με βάση το εδάφιο (2), το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση οποιουδήποτε ενδιαφερόμενου στην εκκαθάριση προσώπου ή αυτεπάγγελτα, να διατάξει τον εκκαθαριστή να κάνει τέτοια έκθεση και αφού γίνει η έκθεση οι διατάξεις του άρθρου αυτού ισχύουν ωσάν η καταγγελία έγινε σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (2).
(5) Όταν οποιοδήποτε θέμα εκτεθεί ή αναφερθεί στο Γενικό Εισαγγελέα με βάση το άρθρο αυτό, κρίνει ότι η υπόθεση είναι τέτοια ώστε έπρεπε να εγερθεί ποινική δίωξη, εγείρει δίωξη ανάλογα, και θα είναι καθήκον του εκκαθαριστή και οποιουδήποτε αξιωματούχου και αντιπροσώπου της εταιρείας προηγούμενου και υφιστάμενου (εκτός του εναγόμενου στη διαδικασία) να δώσει σε αυτόν κάθε βοήθεια αναφορικά με τη δίωξη που αυτός δύναται εύλογα να δώσει.
Για τους σκοπούς του εδαφίου αυτού, η έκφραση “αντιπρόσωπος” σχετικά με εταιρεία λογίζεται ότι περιλαμβάνει οποιοδήποτε τραπεζίτη ή δικηγόρο της εταιρείας και οποιοδήποτε πρόσωπο που απασχολείται από την εταιρεία ως ελεγκτής, ανεξάρτητα αν το πρόσωπο αυτό είναι ή δεν είναι αξιωματούχος της εταιρείας.
(6) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο παραλείπει ή αμελεί να δώσει βοήθεια με τον απαιτούμενο από το εδάφιο (5) τρόπο, το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση του Γενικού Εισαγγελέα, να διατάξει το πρόσωπο εκείνο να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις του εδαφίου που αναφέρθηκε, και όταν γίνει τέτοια αίτηση σχετικά με εκκαθαριστή το Δικαστήριο δύναται, να διατάξει να καταβληθούν προσωπικά τα έξοδα της αίτησης από τον εκκαθαριστή, εκτός αν φανεί ότι η παράλειψη ή αμέλεια συμμόρφωσης οφειλόταν στο ότι ο εκκαθαριστής δεν είχε στα χέρια του αρκετά περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας ώστε να τον καταστήσουν ικανό να το πράξει.