Εκκαθαριστές
Εξουσία Δικαστηρίου να διορίζει εκκαθαριστές

226. Για το σκοπό διεξαγωγής της διαδικασίας εκκαθάρισης εταιρείας και εκτέλεσης τέτοιων καθηκόντων αναφορικά με αυτή που το Δικαστήριο δυνατό να επιβάλει, το Δικαστήριο δύναται, χωρίς να επηρεάζονται οι διατάξεις του άρθρου 228, να διορίζει εκκαθαριστή ή εκκαθαριστές.

Διορισμός και εξουσίες προσωρινού εκκαθαριστή

227.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου αυτού, το Δικαστήριο δύναται να διορίσει ως προσωρινό εκκαθαριστή σύμβουλο αφερεγγυότητας αδειοδοτημένο δυνάμει του περί Συμβούλων Αφερεγγυότητας Νόμου οποτεδήποτε μετά την υποβολή αίτησης για εκκαθάριση στο Δικαστήριο για προστασία του ενεργητικού και διατήρησης του καθεστώτος της εταιρείας.

(2) Ο διορισμός προσωρινού εκκαθαριστή δύναται να γίνει οποτεδήποτε πριν από την έκδοση διατάγματος εκκαθάρισης, και είτε ο επίσημος παραλήπτης είτε οποιοδήποτε άλλο κατάλληλο πρόσωπο δύναται να διοριστεί.

(2Α) Ο προσωρινός εκκαθαριστής ασκεί τις αρμοδιότητες τις οποίες το Δικαστήριο δυνατό να του αναθέσει.

(3) Όταν εκκαθαριστής διορίζεται προσωρινά από το Δικαστήριο, το Δικαστήριο δύναται να περιορίσει τις εξουσίες του με το διάταγμα που τον διορίζει.

Διορισμός, τίτλος, κλπ. εκκαθαριστών

228. Ανεξαρτήτως και χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του άρθρου 228Α, οι ακόλουθες διατάξεις σχετικά με εκκαθαριστές ισχύουν όταν εκδίδεται διάταγμα εκκαθάρισης-

(α) Ο επίσημος παραλήπτης καθίσταται λόγω του αξιώματός του εκκαθαριστής, εκτός εάν κατόπιν προγενέστερης του διατάγματος εκκαθάρισης αιτήσεως οποιουδήποτε καθοριζόμενου στο εδάφιο (1) του άρθρου 213 προσώπου προς το Δικαστήριο διοριστεί άλλο πρόσωπο ως εκκαθαριστής και είναι σε θέση να ενεργεί ως τέτοιος:

Νοείται ότι, αίτημα για διορισμό προσώπου άλλου από τον επίσημο παραλήπτη ως εκκαθαριστή δύναται να υποβληθεί είτε εξαρχής στο πλαίσιο της αίτησης εκκαθάρισης της εταιρείας είτε με αίτηση μεταγενέστερη της αίτησης εκκαθάρισης·

(α1) για σκοπούς διορισμού προσώπου άλλου από τον επίσημο παραλήπτη ως εκκαθαριστή σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α), το Δικαστήριο δύναται να λαμβάνει υπόψη τυχόν επιθυμίες ή θέσεις με την ακόλουθη σειρά προτεραιότητας:

(i) Tων πιστωτών και της πλειοψηφίας σε αξία αυτών·

(ii) του αιτητή·

(iii) της εταιρείας· και

(iv) των συνεισφορέων της εταιρείας,

οι οποίες τίθενται ενώπιόν του, χωρίς να απαιτείται σύγκληση συνελεύσεων πιστωτών ή συνεισφορέων ή πρόσκληση για υποβολή τέτοιων επιθυμιών ή θέσεων·

(α2)(i) σε περίπτωση κατά την οποία διοριστεί ως εκκαθαριστής πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) και υποβληθεί από προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) του άρθρου 213 πρόσωπο σχετικό αίτημα στον εκκαθαριστή για σύγκληση συνέλευσης πιστωτών, ο εκκαθαριστής, εντός εξήντα (60) ημερών από την υποβολή του αιτήματος, συγκαλεί και προεδρεύει ξεχωριστών συνελεύσεων των πιστωτών και των συνεισφορέων της υπό εκκαθάριση εταιρείας για τον σκοπό επιλογής νέου εκκαθαριστή της εταιρείας στη θέση αυτού που διορίστηκε δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α)·

(ii) χωρίς επηρεασμό οποιασδήποτε άλλης διάταξης του παρόντος Νόμου, αίτημα για σύγκληση συνελεύσεων δυνάμει των διατάξεων της παρούσας παραγράφου δύναται να υποβληθεί εντός τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση του διορισμού του εκκαθαριστή στον έφορο εταιρειών:

Νοείται ότι, ο εκκαθαριστής δεν έχει υποχρέωση σύγκλησης των συνελεύσεων, εκτός εάν έχει υπό τον έλεγχό του χρήματα της εταιρείας ικανοποιητικά για κάλυψη των σχετικών με τη σύγκληση και διεξαγωγή των συνελεύσεων εξόδων ή ο αιτητής της σύγκλησης της συνέλευσης πιστωτών τού παραχωρήσει το ποσό αυτό, σε περίπτωση που δεν έχει τέτοιο ποσό χρημάτων υπό τον έλεγχό του·

(β) κατά οποιοδήποτε χρόνο κατά τον οποίο ο επίσημος παραλήπτης είναι ο εκκαθαριστής της εταιρείας δύναται, εντός εξήντα ημερών από την επίδοση του διατάγματος του Δικαστηρίου που τον διορίζει εκκαθαριστή, να συγκαλεί και προεδρεύει ξεχωριστών συνελεύσεων των πιστωτών και συνεισφορέων της εταιρείας για τον σκοπό επιλογής προσώπου το οποίο θα είναι ο εκκαθαριστής της εταιρείας στη θέση του επίσημου παραλήπτη·

(γ) ο επίσημος παραλήπτης υποχρεούται-

(i) να αποφασίσει κατά πόσο θα ασκήσει την σύμφωνα με την παράγραφο (β) εξουσία του για σύγκληση συνελεύσεων, το αργότερο εντός περιόδου σαράντα ημερών από την ημέρα κατά την οποία γίνεται η επίδοση του διατάγματος που τον διορίζει, και

(ii) να κοινοποιήσει την απόφασή του στο Δικαστήριο και στους πιστωτές και συνεισφορείς της εταιρείας πριν από τη λήξη της περιόδου που καθορίζεται στην υποπαράγραφο (i), σε περίπτωση που αποφασίσει να μην ασκήσει την εξουσία του, σύμφωνα με την υποπαράγραφο (ί), και

(iii) είτε έχει αποφασίσει είτε όχι να ασκήσει την εξουσία του για σύγκληση συνελεύσεων, σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο, αν αυτό του ζητηθεί κατά οποιοδήποτε χρόνο από το ένα δέκατο, σε αξία, των πιστωτών της εταιρείας, να συγκαλεί αμέσως ξεχωριστές συνελεύσεις των πιστωτών και συνεισφορέων της εταιρείας,

και, αναλόγως, όπου το καθήκον, που επιβάλλεται από την υποπαράγραφο (iii), προκύπτει προτού ο επίσημος παραλήπτης εκτελέσει το καθήκον που επιβάλλεται από τις υποπαραγράφους (ί) ή (ii), δεν υποχρεούται να εκτελέσει το δυνάμει των υποπαραγράφων (i) ή (ii) καθήκον.

(γγ) Η κοινοποίηση δυνάμει των διατάξεων της υποπαραγράφου (ίί) της παραγράφου (γ) στους πιστωτές της εταιρείας περιλαμβάνει επεξήγηση της εξουσίας που παρέχεται στους πιστωτές σύμφωνα με την υποπαράγραφο (iii) της παραγράφου (γ) να ζητήσουν από τον επίσημο παραλήπτη να συγκαλέσει συνελεύσεις των πιστωτών και συνεισφορέων της εταιρείας·

(γ1) σε περίπτωση κατά την οποία ο επίσημος παραλήπτης παραλείψει να ασκήσει τις εξουσίες ή να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις που προβλέπονται στις παραγράφους (β) ή (γ), το Δικαστήριο δύναται, κατόπιν αίτησης που υποβάλλεται από προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) του άρθρου 213 πρόσωπο, να διατάξει τον επίσημο παραλήπτη ή να εξουσιοδοτήσει οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο να συγκαλέσει και να προεδρεύσει ξεχωριστών συνελεύσεων των πιστωτών και των συνεισφορέων της υπό εκκαθάριση εταιρείας για τον σκοπό επιλογής εκκαθαριστή της εταιρείας στη θέση του επίσημου παραλήπτη·

(δ) σε περίπτωση κατά την οποία δεν διορίζεται εκκαθαριστής από τους πιστωτές ή συνεισφορείς, ο επίσημος παραλήπτης ή το πρόσωπο που διορίστηκε ως εκκαθαριστής δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου είναι ο εκκαθαριστής·

(ε) ο επίσημος παραλήπτης είναι λόγω αξιώματος ο εκκαθαριστής σε περίπτωση που η θέση αυτή είναι κενή·

(στ) ο εκκαθαριστής περιγράφεται, όταν πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη είναι εκκαθαριστής, με τον τίτλο “ο εκκαθαριστής”, και όταν ο επίσημος παραλήπτης είναι ο εκκαθαριστής, με τον τίτλο “ο επίσημος παραλήπτης και εκκαθαριστής”, της συγκεκριμένης εταιρείας σχετικά με την οποία διορίστηκε και όχι με το όνομα του.

Επιλογή εκκαθαριστή στις συνελεύσεις των πιστωτών και συνεισφορέων

228Α.-(1) Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται σε περίπτωση κατά την οποία η εταιρεία εκκαθαρίζεται και συγκαλούνται ξεχωριστές συνελεύσεις των πιστωτών και των συνεισφορέων αυτής για τον σκοπό λήψης απόφασης για υποβολή αίτησης στο Δικαστήριο για διορισμό προσώπου, άλλου από τον επίσημο παραλήπτη, ως εκκαθαριστή.

(2) Οι πιστωτές και οι συνεισφορείς στις αντίστοιχες συνελεύσεις τους, δύνανται να υποδείξουν ένα πρόσωπο ως εκκαθαριστή.

(3) Ο εκκαθαριστής θα είναι το πρόσωπο που υποδεικνύεται από τους πιστωτές ή, όπου δεν έχει υποδειχθεί τέτοιο πρόσωπο από τους πιστωτές, το πρόσωπο που υποδεικνύεται από τους συνεισφορείς, εάν οι συνεισφορείς υποδείξουν τέτοιο πρόσωπο.

(4) Στην περίπτωση που υποδεικνύονται διαφορετικά πρόσωπα, οποιοσδήποτε συνεισφορέας ή πιστωτής δύναται, εντός επτά (7) ημερών μετά από την ημερομηνία κατά την οποία υποδείχθηκε πρόσωπο από τους πιστωτές, να αιτηθεί στο Δικαστήριο για 
διάταγμα-

(α) το οποίο να διορίζει το πρόσωπο που υπoδείχθηκε από τους συνεισφορείς ως εκκαθαριστή αντί, ή, μαζί με το πρόσωπο που υποδείχθηκε από τους πιστωτές, ή

(β) το οποίο να διορίζει άλλο πρόσωπο ως εκκαθαριστή, εκτός από το πρόσωπο που υποδεικνύεται από τους πιστωτές.

(5) Ψήφισμα εγκρίνεται σε συνέλευση των πιστωτών ή των συνεισφορέων όταν η πλειοψηφία, σε αξία, των παρόντων και ψηφιζόντων, προσωπικά ή μέσω αντιπροσώπου, έχουν ψηφίσει υπέρ του ψηφίσματος.

(6) Για τους σκοπούς του εδαφίου (5), η αξία των συνεισφορέων καθορίζεται από τον αριθμό των ψήφων που παρέχεται σε κάθε συνεισφορέα από το καταστατικό της εταιρείας.

Δημοσιοποίηση διορισμού εκκαθαριστή

228Β. Ευθύς αμέσως μετά τη συμπλήρωση των διαδικασιών διορισμού εκκαθαριστή δυνάμει των διατάξεων των άρθρων 228 και 228Α, ο επίσημος παραλήπτης προβαίνει στη δημοσιοποίηση του διορισμού του εκκαθαριστή με ανάρτηση στην επίσημη ιστοσελίδα του.

Διατάξεις όταν διορίζεται εκκαθαριστής πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη

229. Όταν, κατά την εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο, διορίζεται, δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 228 ή του άρθρου 228Α, εκκαθαριστής πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη, το πρόσωπο εκείνο-

(α) δεν δύναται να ενεργεί ως εκκαθαριστής μέχρι να παραδώσει για εγγραφή στον έφορο εταιρειών ειδοποίηση για το διορισμό του και να παραχωρήσει ασφάλεια στον καθορισμένο τύπο προς ικανοποίηση του Δικαστηρίου·

(β) παρέχει στον επίσημο παραλήπτη τέτοιες πληροφορίες και επιτρέπει και παρέχει τέτοιες διευκολύνσεις για την επιθεώρηση των βιβλίων και εγγράφων της εταιρείας και γενικά τέτοια βοήθεια που δυνατό να απαιτηθεί για να γίνει δυνατή η εκτέλεση των καθηκόντων από τον αξιωματούχο εκείνο σύμφωνα με το Νόμο αυτό.

Γενικές διατάξεις ως προς εκκαθαριστές

230.-(1) Εκκαθαριστής που διορίστηκε από τους πιστωτές δύναται να παραιτηθεί ή όταν δειχθεί αιτία, να παυθεί από το Δικαστήριο ή τους πιστωτές.

(2)(α) Όταν πρόσωπο άλλο από τον επίσημο παραλήπτη διορίζεται εκκαθαριστής, το πρόσωπο αυτό παίρνει τέτοιο μισθό ή αμοιβή με μορφή ποσοστών υπολογιζόμενου βάσει της αξίας του ενεργητικού που εξασφαλίζεται ή διανέμεται ή του ενός ή του άλλου σε συνδυασμό ή διαφορετικά, όπως το Δικαστήριο διατάξει ή ως οι πιστωτές ήθελαν καθορίσει ανάλογα με το χρόνο που διέθεσε ο εκκαθαριστής αναφορικά με θέματα που αφορούν την εκκαθάριση και, αν διοριστούν περισσότεροι από ένα πρόσωπο ως εκκαθαριστές, η αμοιβή τους κατανέμεται μεταξύ τους, σε τέτοια αναλογία που το Δικαστήριο διατάσσει ή οι πιστωτές αποφασίζουν.

(β) Εναπόκειται στους πιστωτές ή στην επιτροπή επιθεώρησης, αν υπάρχει, να καθορίσουν κατά πόσο η αμοιβή ήθελε ορισθεί ως ανωτέρω και να καθορίσει το ποσοστό που θα χρησιμοποιηθεί κατά τα ανωτέρω.

(γ) Για το σκοπό καθορισμού της αμοιβής, οι πιστωτές ή η επιτροπή επιθεώρησης λαμβάνουν υπόψη τα ακόλουθα:

(i) Την πολυπλοκότητα της υπόθεσης·

(ii) οτιδήποτε το οποίο σχετίζεται με την εκκαθάριση και επιβαρύνει τον εκκαθαριστή με οποιαδήποτε ευθύνη ιδιάζουσας φύσης ή βαθμού·

(iii) την αποτελεσματικότητα με την οποία ο εκκαθαριστής ασκεί ή άσκησε τα καθήκοντά του·

(ίν) την αξία και φύση του ενεργητικού με το οποίο ασχολήθηκε ο εκκαθαριστής.

(δ) Όπου η αμοιβή του εκκαθαριστή δεν καθορίζεται κατά τα ανωτέρω, αυτή θα συνάδει με την κλίμακα αμοιβής του επίσημου παραλήπτη.

(3) Κενή θέση εκκαθαριστή που διορίστηκε από το Δικαστήριο ή τους πιστωτές πληρούται από το Δικαστήριο.

(4) Αν πλέον από ένας εκκαθαριστής διοριστεί από το Δικαστήριο, το Δικαστήριο δηλώνει κατά πόσο οποιαδήποτε πράξη που απαιτείται ή προβλέπεται από το Νόμο αυτό να γίνει από τον εκκαθαριστή, πρέπει να γίνεται από όλους ή από ένα ή περισσότερα από τα πρόσωπα που διορίζονται.

(5) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 314, οι πράξεις του εκκαθαριστή είναι έγκυρες ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε παραλείψεις στο διορισμό ή τα προσόντα του που δυνατό να ανακαλυφθούν αργότερα.

Φύλαξη περιουσίας της εταιρείας

231. Όταν εκδόθηκε διάταγμα εκκαθάρισης ή όταν διορίστηκε προσωρινός εκκαθαριστής, ο εκκαθαριστής ή ο προσωρινός εκκαθαριστής, ανάλογα με την περίπτωση, λαμβάνει στον έλεγχο του ή στη φύλαξη του όλη την ιδιοκτησία και αγώγιμα δικαιώματα που η εταιρεία δικαιούται ή φαίνεται ότι δικαιούται.

Διάθεση ιδιοκτησίας στον εκκαθαριστή

232.-(1) Όταν εταιρεία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο, το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση του εκκαθαριστή, να διατάξει με διάταγμα όπως, ολόκληρη ή οποιοδήποτε μέρος κάθε είδους ιδιοκτησίας που ανήκει στην εταιρεία ή κατέχεται από εμπιστευματοδόχους για λογαριασμό της, περιέλθει στον εκκαθαριστή με την επίσημη του ιδιότητα, και τότε η ιδιοκτησία στην οποία αναφέρεται το διάταγμα περιέρχεται ακολούθως σε αυτόν.

(2) Ο εκκαθαριστής δύναται, μετά την παραχώρηση τέτοιας ασφάλειας όπως το Δικαστήριο δυνατό να διατάξει, να εγείρει ή υπερασπίσει με την επίσημη του ιδιότητα οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία που σχετίζεται με την ιδιοκτησία αυτή ή η έγερση ή, υπεράσπιση της οποίας είναι αναγκαία με σκοπό την αποτελεσματική εκκαθάριση της εταιρείας και την ανάκτηση της ιδιοκτησίας της.

Γενικές εξουσίες και αρμοδιότητες εκκαθαριστή

233.-(1) Κατά την εκκαθάριση εταιρείας από το Δικαστήριο, ο εκκαθαριστής έχει εξουσία, μετά από έγκριση είτε του Δικαστηρίου ή της επιτροπής επιθεώρησης-

(α) να εγείρει ή υπερασπίσει οποιαδήποτε αγωγή ή άλλη νομική διαδικασία στο όνομα και εκ μέρους της εταιρείας·

(β) να συνεχίσει τις εργασίες της εταιρείας στην έκταση που αυτό είναι αναγκαίο για την επωφελή εκκαθάριση της·

(γ) να διορίζει δικηγόρο για να τον βοηθήσει στην εκτέλεση των καθηκόντων του·

(δ) να πληρώνει στο ακέραιο οποιαδήποτε τάξη πιστωτών·

(δδ) να λαμβάνει οποιαδήποτε απαιτούμενα χρήματα με ασφάλεια το ενεργητικό της εταιρείας·

(ε) να κάνει οποιοδήποτε συμβιβασμό ή διευθέτηση με τους πιστωτές ή πρόσωπα που ισχυρίζονται ότι είναι πιστωτές, ή που έχουν ή που ισχυρίζονται ότι έχουν οποιαδήποτε απαίτηση, παρούσα ή μελλοντική, βέβαιη ή ενδεχόμενη, εξακριβωμένη ή εκφρασμένη μόνο με αποζημιώσεις, εναντίον της εταιρείας, ή σύμφωνα  με τις οποίες η εταιρεία δυνατό να καταστεί υπεύθυνη·

(στ) να συμβιβάζει όλες τις κλήσεις και τις υποχρεώσεις σε κλήσεις, χρέη και υποχρεώσεις που δυνατό να καταλήξουν σε χρέη, και όλες τις απαιτήσεις, παρούσες ή μελλοντικές, βέβαιες ή ενδεχόμενες, εξακριβωμένες ή εκφρασμένες μόνο σε αποζημιώσεις, υπάρχουσες ή υποτιθέμενες ότι υπάρχουν μεταξύ της εταιρείας και συνεισφορέα ή φερόμενου συνεισφορέα ή άλλου χρεώστη ή προσώπου που ενδεχομένως έχει υποχρέωση προς την εταιρεία, και οποιαδήποτε θέματα με οποιοδήποτε τρόπο που σχετίζονται με ή επηρεάζουν τα περιουσιακά στοιχεία ή την εκκαθάριση της εταιρείας, με τέτοιους όρους που δυνατό να συμφωνηθεί, και αποδεχτεί οποιαδήποτε ασφάλεια για την εξόφληση οποιασδήποτε τέτοιας κλήσης, χρέους, υποχρέωσης ή απαίτησης και να δίδει εξολοκλήρου εξόφληση σχετικά με αυτά.

(1Α) Οι αρμοδιότητες του εκκαθαριστή εταιρείας η οποία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο είναι να εξασφαλίσει ότι τα περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας λαμβάνονται, ρευστοποιούνται και διανέμονται στους πιστωτές της εταιρείας και, αν υπάρχει υπόλοιπο, στα πρόσωπα που το δικαιούνται.

(2) Ο εκκαθαριστής σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο, έχει εξουσία να-

(α) πωλεί την ακίνητη και προσωπική ιδιοκτησία και τα αγώγιμα δικαιώματα της εταιρείας με δημόσιο πλειστηριασμό ή ιδιωτική σύμβαση, με εξουσία να τη μεταβιβάσει εξολοκλήρου σε οποιοδήποτε πρόσωπο ή εταιρεία ή να την πωλήσει σε τεμάχια·

(β) κάνει όλες τις πράξεις και υπογράφει στο όνομα και για λογαριασμό της εταιρείας, όλα τα συμβόλαια, αποδείξεις και άλλα έγγραφα και για το σκοπό αυτό να χρησιμοποιεί, όταν αυτό είναι αναγκαίο, τη σφραγίδα της εταιρείας·

(γ) επαληθεύει, κατατάσσεται, και αξιώνει στην πτώχευση, αφερεγγυότητα ή κατάσχεση οποιουδήποτε συνεισφορέα για οποιοδήποτε υπόλοιπο εναντίον της περιουσίας του, και λαμβάνει μερίσματα αναφορικά με εκείνο το υπόλοιπο στην πτώχευση, αφερεγγυότητα ή κατάσχεση, ως ξεχωριστό χρέος που οφείλεται από τον πτωχεύσαντα ή τον αφερέγγυο, και κατά ποσοστό με τους άλλους πιστωτές ξεχωριστά·

(δ) εκδίδει, αποδέχεται, καταρτίζει και οπισθογραφεί οποιαδήποτε συναλλαγματική ή γραμμάτιο σε διαταγή στο όνομα και εκ μέρους της εταιρείας, με το ίδιο αποτέλεσμα  σχετικά με την ευθύνη της εταιρείας, ωσάν η συναλλαγματική ή το γραμμάτιο σε διαταγή, εκδόθηκε, έγινε αποδεκτό, καταρτίστηκε ή οπισθογραφήθηκε από και για λογαριασμό της εταιρείας στην πορεία των εργασιών της·

(ε) λαμβάνει οποιαδήποτε απαιτούμενα χρήματα με ασφάλεια το ενεργητικό της εταιρείας·

(στ) λαμβάνει με την επίσημη του ιδιότητα έγγραφα διαχείρισης για οποιοδήποτε αποβιώσαντα συνεισφορέα, και διενεργεί, με την επίσημη του ιδιότητα οποιαδήποτε πράξη που είναι αναγκαία για την είσπραξη χρημάτων που οφείλονται από συνεισφορέα ή την περιουσία του που δεν δύναται να γίνει βολικά στο όνομα της εταιρείας, και σε όλες αυτές τις περιπτώσεις τα οφειλόμενα χρήματα, για να δυνηθεί να λάβει τα έγγραφα διαχείρισης ή να ανακτήσει τα χρήματα, λογίζονται ότι οφείλονται στον ίδιο τον εκκαθαριστή·

(ζ) διορίζει αντιπρόσωπο για να εκτελέσει οποιαδήποτε εργασία που ο ίδιος ο εκκαθαριστής δεν δύναται να εκτελέσει·

(η) κάνει όλα τα άλλα πράγματα που δυνατό να είναι αναγκαία για εκκαθάριση των υποθέσεων της εταιρείας και τη διανομή του ενεργητικού της.

(2Α) Είναι καθήκον του εκκαθαριστή εταιρείας, η οποία εκκαθαρίζεται από το Δικαστήριο, αν αυτός δεν είναι ο επίσημος παραλήπτης-

(α) να παρέχει στον επίσημο παραλήπτη τέτοιες πληροφορίες·

(β) να παρουσιάζει στον επίσημο παραλήπτη και να επιτρέπει την επιθεώρηση από αυτόν τέτοιων βιβλίων, εγγράφων και άλλων αρχείων· και

(γ)  να δίνει στον επίσημο παραλήπτη τέτοια άλλη αρωγή,

τα οποία εύλογα δύναται να απαιτήσει ο επίσημος παραλήπτης για τους σκοπούς άσκησης των αρμοδιοτήτων του αναφορικά με την εκκαθάριση.

(3) Η άσκηση από τον εκκαθαριστή σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο των εξουσιών που του παρέχονται από το άρθρο αυτό είναι υπό τον έλεγχο του Δικαστηρίου, και οποιοσδήποτε πιστωτής ή συνεισφορέας δύναται να αποταθεί στο Δικαστήριο σχετικά με οποιαδήποτε άσκηση ή προτεινόμενη άσκηση οποιωνδήποτε τέτοιων εξουσιών.

Εξουσία συνδιαλλαγής με εξασφαλισμένη περιουσία

233Α.-(1) Κατόπιν αίτησης από τον επίσημο παραλήπτη ή τον εκκαθαριστή, αν το Δικαστήριο ικανοποιηθεί ότι η διάθεση οποιασδήποτε περιουσίας της εταιρείας, με ή χωρίς άλλα περιουσιακά στοιχεία, η οποία υπόκειται σε εξασφάλιση προς όφελος εξασφαλισμένου πιστωτή, ενδέχεται να οδηγήσει σε ευνοϊκότερη ρευστοποίηση των στοιχείων ενεργητικού της εταιρείας από άλλη που θα λάμβανε χώρα, το Δικαστήριο δύναται διά διατάγματος με το οποίο περιέρχεται η εξασφαλισμένη περιουσία στο όνομα του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή, να εξουσιοδοτήσει τον επίσημο παραλήπτη ή τον εκκαθαριστή να λάβει στη φύλαξή του την εξασφαλισμένη περιουσία για τον σκοπό διάθεσής της ή την άσκηση των εξουσιών του σε σχέση με αυτή, ανάλογα με την περίπτωση, ωσάν να μην ήταν υποκείμενη στην εξασφάλιση.

(2) Όπου διατίθεται περιουσία σύμφωνα με το εδάφιο (1), ο κάτοχος της εξασφάλισης θα έχει την ίδια προτεραιότητα αναφορικά με την οποιαδήποτε περιουσία της εταιρείας η οποία άμεσα ή έμμεσα αντιπροσωπεύει την περιουσία που διατίθεται, όπως θα είχε αναφορικά με την περιουσία που υπόκειται στην εξασφάλιση.

(3) Εκτός όπου προνοείται διαφορετικά στο παρόν άρθρο, εξασφαλισμένη περιουσία δεν θα διατεθεί για ποσό μικρότερο του ποσού της εξασφάλισης, χωρίς την προηγούμενη έγγραφη σύμφωνη γνώμη του εξασφαλισμένου πιστωτή.

(4) Το διάταγμα του Δικαστηρίου που αναφέρεται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει όρο ότι τα καθαρά έσοδα από τη διάθεση κατά προτεραιότητα θα χρησιμοποιούνται πρώτα για εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται με την επιβάρυνση και το οποιοδήποτε υπόλοιπο θα χρησιμοποιείται προς όφελος των μη εξασφαλισμένων πιστωτών.

(5)(α) Όπου ο επίσημος παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής προτίθεται να χρησιμοποιήσει ή να διαθέσει εξασφαλισμένη περιουσία, κοινοποιεί την πρόθεσή του αυτή στον εξασφαλισμένο πιστωτή, ο οποίος, αν το επιθυμεί, δικαιούται να προσφύγει στο Δικαστήριο κατά της απόφασης αυτής του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή.

(β) Σε περίπτωση που ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής προτίθεται να διαθέσει εξασφαλισμένη περιουσία για ποσό μικρότερο του ποσού της εξασφάλισης και χωρίς την προηγούμενη έγγραφη γνώμη του εξασφαλισμένου πιστωτή, ο εξασφαλισμένος πιστωτής δύναται να αιτηθεί στο Δικαστήριο για την εξέταση της προτιθέμενης διάθεσης του επίσημου παραλήπτη ή εκκαθαριστή.

(6) Οι προνομιούχοι πιστωτές, όπως αυτοί καθορίζονται στον παρόντα Νόμο, δεν θα έχουν οποιοδήποτε δικαίωμα ή προτεραιότητα αναφορικά με το προϊόν της διάθεσης εξασφαλισμένης περιουσίας που θα χρησιμοποιείται για εξόφληση των ποσών που εξασφαλίζονται με την επιβάρυνση, αλλά θα έχουν δικαίωμα προτεραιότητας αναφορικά με το οποιοδήποτε υπόλοιπο.

(7) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (6) του άρθρου 219, σε περίπτωση που ακίνητη περιουσία βαρύνεται με οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος, προγενέστερο της εγγραφής του διατάγματος εκκαθάρισης στο Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, απαιτείται η έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση του προηγούμενου ενυπόθηκου δανειστή ή κατόχου εμπράγματου βάρους ή ανάλογα με την περίπτωση, απόφαση Δικαστηρίου που να εξουσιοδοτεί την εκποίηση ή διάθεση του ενυπόθηκου ακινήτου χωρίς τη συγκατάθεση του προηγούμενου ενυπόθηκου δανειστή ή. του κατόχου εμπράγματου βάρους, υπό όρους και προϋποθέσεις που το Δικαστήριο ήθελε καθορίσει.

(8) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 18 του περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμου, για την μετεγγραφή του ακινήτου, ο επίσημος παραλήπτης ή εκκαθαριστής για τους σκοπούς εκποίησης ή/και διάθεσης ενυπόθηκου ακινήτου μεριμνά να διασφαλίσει τη μεταβίβαση και εγγραφή του ενυπόθηκου ακινήτου στο όνομα του αγοραστή ελεύθερου από κάθε μορφής· εμπράγματο βάρος, εξασφαλίζοντας για το σκοπό αυτό την έγγραφη  δήλωση/συγκατάθεση του κατόχου εμπραγμάτου βάρους ή απόφαση  Δικαστηρίου που να διατάσσει ή  εξουσιοδοτεί τη μεταβίβαση του ενυπόθηκου ακινήτου ελεύθερου από κάθε  εμπράγματο βάρος, ώστε το αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο να προβεί στη σχετική εγγραφή στο κτηματικό  μητρώο:

Νοείται ότι, στην προαναφερόμενη  έγγραφη δήλωση/συγκατάθεση θα αναφέρεται ρητά η υποχρέωση του ενυπόθηκου δανειστή ή του κατόχου του  εμπράγματου βάρους να αποσύρει ή/και να εξαλείψει ή/και να ακυρώσει την υποθήκη ή το εμπράγματο βάρος.

(9) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, «εξασφάλιση» ή «εξασφαλισμένη  περιουσία» σημαίνει οποιοδήποτε εμπράγματο βάρος ή απαγόρευση  σύμφωνα με τον περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμο, οποιαδήποτε επιβάρυνση, δικαίωμα επίσχεσης ή άλλη εξασφάλιση.

Άσκηση και έλεγχος των εξουσιών εκκαθαριστή

234.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, ο εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο, κατά τη διαχείριση του ενεργητικού της εταιρείας και κατά τη διανομή της μεταξύ των πιστωτών της, λαμβάνει υπόψη οποιεσδήποτε οδηγίες που δυνατό να δοθούν με ψήφισμα από τους πιστωτές ή συνεισφορείς σε οποιαδήποτε γενική συνέλευση ή από την επιτροπή επιθεώρησης, και σε περίπτωση διαφωνίας οποιεσδήποτε οδηγίες που δίδονται από τους πιστωτές ή συνεισφορείς σε οποιαδήποτε γενική συνέλευση λογίζονται ότι υπερισχύουν οποιωνδήποτε οδηγιών που δίδονται από την επιτροπή επιθεώρησης.

(2) Ο εκκαθαριστής δύναται να συγκαλεί γενικές συνελεύσεις των πιστωτών ή συνεισφορέων για το σκοπό εξακρίβωσης των επιθυμιών τους, και οφείλει να συγκαλεί συνελεύσεις σε τέτοιους χρόνους που οι πιστωτές ή συνεισφορείς, με ψήφισμα, δυνατό να αποφασίσουν, είτε στη συνέλευση στην οποία διορίστηκε ο εκκαθαριστής είτε διαφορετικά, είτε όταν το απαιτήσουν εγγράφως πιστωτές ή συνεισφορείς που αντιπροσωπεύουν το ένα δέκατο σε αξία των οφειλών ή συνεισφορών, ανάλογα με την περίπτωση.

(3) Ο εκκαθαριστής δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για οδηγίες με τον καθορισμένο τρόπο σχετικά με οποιοδήποτε συγκεκριμένο θέμα που προκύπτει στη διάρκεια της εκκαθάρισης.

(4) Τηρουμένων των διατάξεων του Νόμου αυτού, ο εκκαθαριστής ασκεί τη δική του διακριτική εξουσία κατά τη διαχείριση της περιουσίας και τη διανομή της μεταξύ των πιστωτών.

(5) Αν οποιοδήποτε πρόσωπο είναι δυσαρεστημένο από οποιαδήποτε πράξη ή απόφαση του εκκαθαριστή, το πρόσωπο εκείνο δύναται να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο, και το Δικαστήριο δύναται να επικυρώσει ανατρέψει ή τροποποιήσει την πράξη ή την απόφαση για την οποία υπάρχει παράπονο, και να εκδώσει τέτοιο διάταγμα σε σχέση με τα πιο πάνω όπως θεωρεί δίκαιο.

Ο εκκαθαριστής να τηρεί βιβλία

235. Κάθε εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο τηρεί, με τον καθορισμένο τρόπο, κατάλληλα βιβλία λογαριασμών και βιβλία πρακτικών στα οποία μεριμνά να γίνονται καταχωρήσεις ή πρακτικά διαδικασιών συνεδριάσεων, και τέτοιων άλλων ζητημάτων που δυνατό να καθοριστούν, και κάθε πιστωτής ή συνεισφορέας, τηρουμένου του ελέγχου από το Δικαστήριο, δύναται να επιθεωρεί τα βιβλία αυτά προσωπικά ή με αντιπρόσωπο του.

Πληρωμές από εκκαθαριστή σε τράπεζα

236.-(1) Κάθε εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο καταθέτει τα χρήματα που εισπράττονται από αυτόν σε τέτοια Τράπεζα που ο εκκαθαριστής δυνατό να επιλέξει και η Τράπεζα τον εφοδιάζει με απόδειξη των χρημάτων που κατατέθηκαν και ο εκκαθαριστής τηρεί για κάθε εκκαθάριση, στην οποία εμπλέκεται, χωριστό τραπεζικό λογαριασμό, ο οποίος θα είναι διαθέσιμος για έλεγχο από τους πιστωτές ή την επιτροπή επιθεώρησης, ανάλογα με την περίπτωση.

(2) Αν οποτεδήποτε οποιοσδήποτε τέτοιος εκκαθαριστής κατακρατεί για περισσότερες από δεκαπέντε (15) ημέρες ποσό που υπερβαίνει τα πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή οποιοδήποτε άλλο ποσό που ο επίσημος παραλήπτης ή η επιτροπή επιθεώρησης σε οποιαδήποτε συγκεκριμένη περίπτωση τον εξουσιοδοτεί να κατακρατεί, τότε, εκτός αν δώσει εξηγήσεις για την κατακράτηση για ικανοποίηση του επίσημου παραλήπτη ή της επιτροπής επιθεώρησης, καταβάλλει τόκο πάνω στο ποσό που κατακρατήθηκε με υπέρβαση είκοσι τοις εκατό ετησίως, και υπόκειται σε αποκοπή όλης ή τέτοιου μέρους της αμοιβής του που το Δικαστήριο θεωρεί δίκαιο, δύναται δε να παυθεί από τη θέση του από το Δικαστήριο, και υποχρεούται να καταβάλει οποιαδήποτε έξοδα που δημιουργήθηκαν από την παράλειψη του.

(3) Εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο δεν δύναται να καταθέτει ποσά που λήφθηκαν από αυτόν ως εκκαθαριστή στον προσωπικό τραπεζικό λογαριασμό του.

Έλεγχος λογαριασμών εκκαθαριστή

237.-(1) Κάθε εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο παραδίδει για εγγραφή, σε τέτοιους χρόνους όπως δυνατό να καθοριστεί, αλλά τουλάχιστο δύο φορές σε κάθε χρόνο στη διάρκεια της θητείας του, στον επίσημο παραλήπτη, ή όπως αυτός διατάσσει, λογαριασμό των εισπράξεων και πληρωμών του ως εκκαθαριστή.

(2) Ο λογαριασμός είναι σε καθορισμένο τύπο, καταρτίζεται σε διπλούν και βεβαιώνεται με θέσμια δήλωση στον καθορισμένο τύπο.

(3) Ο επίσημος παραλήπτης μεριμνά για τον έλεγχο του λογαριασμού και για το σκοπό του ελέγχου ο εκκαθαριστής εφοδιάζει τον επίσημο παραλήπτη με τέτοια δικαιολογητικά και πληροφορίες που ο επίσημος παραλήπτης δυνατό να απαιτήσει, και ο επίσημος παραλήπτης δύναται οποτεδήποτε να απαιτήσει την προσαγωγή οποιωνδήποτε βιβλίων ή λογαριασμών που τηρούνται από τον εκκαθαριστή και να τα εξετάσει.

(4) Μετά τον έλεγχο του λογαριασμού, ένα αντίγραφο καταχωρείται και φυλάγεται από τον επίσημο παραλήπτη, και το άλλο αντίγραφο παραδίνεται στο Δικαστήριο για καταχώρηση, και κάθε αντίγραφο δύναται να εξεταστεί από οποιοδήποτε πρόσωπο με πληρωμή του καθορισμένου τέλους.

(5) Ο εκκαθαριστής μεριμνά να εκτυπωθεί ο ελεγμένος λογαριασμός ή περίληψη του και αποστέλλει με το ταχυδρομείο αντίγραφο του λογαριασμού ή περίληψης σε κάθε πιστωτή και συνεισφορέα:

Νοείται ότι Υπουργός δύναται σε οποιαδήποτε περίπτωση να μην απαιτεί συμμόρφωση με όλες ή οποιεσδήποτε διατάξεις του εδαφίου αυτού.

(6) Οι λογαριασμοί του επίσημου παραλήπτη, όταν ενεργεί ως εκκαθαριστής με βάση το Νόμο αυτό, ελέγχονται με τέτοιο τρόπο που ο Γενικός Λογιστής δυνατό να διατάξει.

Έλεγχος εκκαθαριστών από τον επίσημο παραλήπτη

238.-(1) O επίσημος παραλήπτης λαμβάνει γνώση της συμπεριφοράς εκκαθαριστών εταιρειών που βρίσκονται σε εκκαθάριση από το Δικαστήριο, και, αν εκκαθαριστής δεν εκτελεί πιστά τα καθήκοντα του και δεν συμμορφώνεται σε όλες τις απαιτήσεις που του επιβάλλονται από το Νόμο, κανονισμούς ή διαφορετικά σχετικά με την εκτέλεση των καθηκόντων του, ή αν υποβληθεί παράπονο στον επίσημο παραλήπτη από οποιοδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα αναφορικά με αυτά, ο επίσημος παραλήπτης εξετάζει το θέμα και λαμβάνει τέτοια μέτρα αναφορικά με αυτό όπως ήθελε  θεωρήσει σκόπιμο.

(2) Ο επίσημος παραλήπτης δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να απαιτήσει από οποιοδήποτε εκκαθαριστή εταιρείας η οποία βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο να απαντήσει οποιαδήποτε ερώτηση σχετικά με την εκκαθάριση που αυτός ασχολείται, και δύναται, αν ο επίσημος παραλήπτης, το θεωρήσει πρέπον, να υποβάλει αίτηση στο Δικαστήριο για να εξετάσει αυτόν ή οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο ενόρκως σχετικά με την εκκαθάριση.

(3) Ο επίσημος παραλήπτης δύναται επίσης να διατάξει επί τόπου έρευνα των βιβλίων και δικαιολογητικών δαπάνης του εκκαθαριστή.

Απαλλαγή εκκαθαριστών

239.-(1) Όταν ο εκκαθαριστής εταιρείας που βρίσκεται υπό εκκαθάριση από το Δικαστήριο έχει ρευστοποιήσει ολόκληρη την ιδιοκτησία της εταιρείας, ή τέτοιο μέρος της που δύναται, κατά τη γνώμη του, να ρευστοποιηθεί χωρίς την άσκοπη παράταση της εκκαθάρισης, και έχει διανέμει τελικό μέρισμα, αν υπάρχει, στους πιστωτές και έχει ρυθμίσει τα δικαιώματα των συνεισφορέων μεταξύ τους, και έχει καταρτίσει τελική έκθεση στους συνεισφορείς, ή έχει παραιτηθεί, ή έχει παυθεί από το αξίωμα του, το Δικαστήριο δύναται, με αίτηση του να μεριμνήσει για να ετοιμαστεί έκθεση για τους λογαριασμούς τους, και με τη συμμόρφωση του στις απαιτήσεις του Δικαστηρίου, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη την έκθεση και οποιαδήποτε ένσταση που δυνατό να υποβληθεί από οποιοδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα ή πρόσωπο που έχει συμφέρον εναντίον της απαλλαγής του εκκαθαριστή, και είτε χορηγεί ή αρνείται να χορηγήσει την απαλλαγή αναλόγως.

(2) Όταν δεν χορηγήται απαλλαγή εκκαθαριστή, το Δικαστήριο δύναται, μετά από αίτηση από οποιοδήποτε πιστωτή ή συνεισφορέα ή ενδιαφερόμενο πρόσωπο, να εκδώσει τέτοιο διάταγμα που θεωρεί δίκαιο, και επιβαρύνει τον εκκαθαριστή με τις συνέπειες οποιασδήποτε πράξης ή παράλειψης που δυνατό να έχει διαπράξει κατά παράβαση του καθήκοντος του.

(3) Διάταγμα του Δικαστηρίου που απαλλάττει τον εκκαθαριστή, τον απαλλάσσει από κάθε ευθύνη σχετικά με οποιαδήποτε πράξη ή παράλειψη που έγινε από αυτόν κατά τη διαχείριση των υποθέσεων της εταιρείας ή διαφορετικά σε σχέση με τη συμπεριφορά του ως εκκαθαριστή, αλλά το διάταγμα αυτό δύναται να ανακληθεί αν αποδειχτεί ότι λήφθηκε με δόλο ή αποσιώπηση ή απόκρυψη οποιουδήποτε ουσιώδους γεγονότος.

(4) Όταν ο εκκαθαριστής δεν έχει προηγουμένως παραιτηθεί ή παυθεί, η απαλλαγή του λογίζεται ως απομάκρυνση από το αξίωμα του.

Διάρκεια αναγκαστικής εκκαθάρισης

239Α.(1) H αναγκαστικής εκκαθάριση ολοκληρώνεται εντός χρονικής περιόδου δεκαοχτώ (18) μηνών από την έναρξή της.

(2) Όπου ο επίσημος παραλήπτης ή ο εκκαθαριστής κρίνει ότι δεν δύναται να ολοκληρωθεί η αναγκαστική εκκαθάριση εταιρείας εντός της περιόδου που αναφέρεται στο εδάφιο (1), αιτείται στο δικαστήριο παράταση της χρονικής περιόδου ολοκλήρωσης της εκκαθάρισης, ενημερώνοντας το Δικαστήριο σε ποιο στάδιο βρίσκεται η εκκαθάριση, και το Δικαστήριο δύναται να εκδώσει διάταγμα για παράταση του χρόνου ολοκλήρωσης της αναγκαστικής εκκαθάρισης.