62. Αν οι συμβαλλόμενοι συμφωνούν να αντικαταστήσουν τη σύμβαση με νέα, ή να υπαναχωρήσουν από τη σύμβαση ή να τροποποιήσουν αυτήν, η αρχική σύμβαση δεν χρειάζεται εκπλήρωση.
63. Ο δανειστής δύναται να απαλλάξει ολικά ή μερικά τον οφειλέτη από την υποχρέωση του προς εκπλήρωση ή δύναται να παραιτηθεί ολικά ή μερικά από την αξίωση του προς εκπλήρωση ή να παρατείνει το χρόνο της εκπλήρωσης ή να δεχτεί αντί αυτής οποιαδήποτε ικανοποίηση την οποία θεωρεί προσήκουσα.
64. Αν ο συμβαλλόμενος κατ’ εκλογή του οποίου η σύμβαση είναι ακυρώσιμη υπαναχωρήσει από αυτή, ο αντισυμβαλλόμενος δεν υποχρεούται να εκπληρώσει οποιαδήποτε υπόσχεση που τον βαρύνει στη σύμβαση, Το πρόσωπο που υπαναχωρεί από ακυρώσιμη σύμβαση υποχρεούται, αν από αυτή προσπορίστηκε οποιοδήποτε όφελος από άλλο συμβαλλόμενο, να αποκαταστήσει το όφελος αυτό, στο μέτρο του εφικτού, στο πρόσωπο από το οποίο προσπορίστηκε αυτό.
65. Αν η συμφωνία αποδειχτεί εξ υπαρχής άκυρη, ή η σύμβαση καταστεί άκυρη, το πρόσωπο που προσπορίστηκε οποιοδήποτε όφελος δυνάμει της εν λόγω συμφωνίας ή σύμβασης υποχρεούται να αποκαταστήσει το όφελος αυτό ή να καταβάλει αποζημίωση στο πρόσωπο από το οποίο προσπορίστηκε αυτό.
66. Η υπαναχώρηση από ακυρώσιμη σύμβαση δύναται να κοινοποιηθεί ή ανακληθεί κατά τον ίδιο τρόπο και υπό τους ίδιους κανόνες, με εκείνους που διέπουν την κοινοποίηση ή ανάκληση πρότασης.
67. Αν ο δανειστής παραλείψει ή αρνηθεί να παράσχει στον οφειλέτη εύλογες διευκολύνσεις προς εκπλήρωση της υπόσχεσης του, ο οφειλέτης δεν έχει καμιά ευθύνη για τη μη εκπλήρωση, η οποία οφείλεται στην εν λόγω παράλειψη ή άρνηση.