8.-(1) Πας όστις επιθυμεί να μεταβιβάση ή υποθηκεύση ή αποδεχθή μεταβίβασιν ή υποθήκην ακινήτου δέον όπως ομού μετά του προσώπου μεθ’ ου συνεφώνησε την σκοπουμένην μεταβίβασιν ή υποθήκην παρουσιασθή εις το αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον κατά τας καθοριζομένας υπό του άρθρου 46 ώρας εργασίας, και δηλώση την τοιαύτην μεταβίβασιν ή υποθήκην εις τον αρμόδιον λειτουργόν του ως είρηται Γραφείου διά-
(α) της προσαγωγής και επικυρώσεως ενυπογράφου δηλώσεως ως προνοείται εν άρθρω 18 ή, αναλόγως της περιπτώσεως, εν άρθρω 21
(β) της προσαγωγής ετέρων εγγράφων άτινα προνοούνται υπό του παρόντος Νόμου ή άτινα ήθελον απαιτηθή υπό του Διευθυντού επί τω τέλει της εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος ή οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ Νόμου
(γ) της βεβαιώσεως των υπογραφών αυτού επί της δηλώσεως και επί παντός δελτίου, συνημμένου ή ετέρου εγγράφου φέροντος την υπογραφήν αυτού, διά δηλώσεως αυτού ότι αναγνωρίζει τας τοιαύτας υπογραφάς ως ιδίας
επί τούτω τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου, ο αρμόδιος λειτουργός αποδέχεται την γενομένην δήλωσιν μεταβιβάσεως ή υποθήκης φυλάσσων την δήλωσιν και τα προμνησθέντα έγγραφα και σημειών ενυπογραφως επί του εγγράφου της δηλώσεως το γεγονός ότι η δήλωσις εγένετο ενώπιον αυτού και εγένετο αποδεκτή υπ’ αυτού, ως και την ημερομηνίαν και τον χρόνον της δηλώσεως και της τοιαύτης αποδοχής.
(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1), σε περίπτωση μεταβίβασης ακίνητης ιδιοκτησίας που ανήκει στη Δημοκρατία ή που περιήλθε στη Δημοκρατία δυνάμει των διατάξεων οποιουδήποτε νόμου, αυτή πραγματοποιείται είτε δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είτε με την κατάθεση στο αρμόδιο Επαρχιακό Κτηματολογικό Γραφείο της απόφασης του Υπουργικού Συμβουλίου για τη μεταβίβαση, μαζί με σχετική δήλωση αποδοχής από το πρόσωπο στο όνομα του οποίου θα γίνει η μεταβίβαση. Στη δήλωση αποδοχής αναφέρεται τόσο το όνομα και η διεύθυνση του προσώπου που αποδέχεται τη μεταβίβαση όσο και τα στοιχεία της ακίνητης ιδιοκτησίας που μεταβιβάζεται:
Νοείται ότι, σε περίπτωση που η μεταβίβαση της ακίνητης ιδιοκτησίας γίνεται σε δικαιούχο, σύμφωνα με τους περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Παραχώρηση Τίτλων Ιδιοκτησίας σε Εκτοπισθέντες και άλλα Πρόσωπα) (Ειδικούς) Κανονισμούς του 2006 ή οποιουσδήποτε Κανονισμούς τους τροποποιούν ή τους αντικαθιστούν, και ο εν λόγω δικαιούχος απεβίωσε κατά ή μετά την 7η Απριλίου 2006, τότε ο δικαιούχος θεωρείται ότι βρίσκεται στη ζωή κατά την ημερομηνία μεταβίβασης ή εγγραφής της ακίνητης ιδιοκτησίας στο όνομά του και η μεταβίβαση γίνεται χωρίς την προσκόμιση, από οποιοδήποτε, της σχετικής δήλωσης αποδοχής, σύμφωνα με το παρόν εδάφιο.
9. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του άρθρου 8, δήλωσις μεταβιβάσεως ή υποθήκης δύναται να γίνη-
(α) ενώπιον του αρμοδίου λειτουργού παραρτήματος του αρμοδίου Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου ή
(β) ενώπιον του αρμοδίου λειτουργού οιουδήποτε ετέρου Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου ή παραρτήματος, τη προσαγωγή ενός επί πλέον αντιγράφου της τοιαύτης δηλώσεως:
Νοείται ότι η τοιαύτη δήλωσις γίνεται ιδίω κινδύνω του δικαιοδόχου ή, αναλόγως της περιπτώσεως, του ενυποθήκου δανειστού-
(α) καθ’ όσον αφορά το γεγονός ότι το μεταβιβασθησόμενον ή υποθηκευθησόμενον ακίνητον δεν είναι εγγεγραμμένον επ’ όνοματι του δικαιοπαρόχου ή, αναλόγως της περιπτώσεως, του ενυποθήκου οφειλέτου, καθ’ ην ημέραν και χρόνον διενεργείται η τοιαύτη δήλωσις, ή καθ’ όσον αφορά το γεγονός ότι το τοιούτο ακίνητον υπόκειται τότε εις οιονδήποτε εμπράγματον βάρος, ή ότι ο δικαιοπάροχος ή ενυπόθηκος οφειλέτης τελεί υπό απαγόρευσιν αναφορικώς προς την διαχείρισιν της περιουσίας αυτού
(β) καθ’ όσον αφορά την άρνησιν του Διευθυντού όπως εγγράψη την τοιαύτην μεταβίβασιν ή, αναλόγως της περιπτώσεως, υποθήκην, εν τη ενασκήσει της διακριτικής εξουσίας ην κέκτηται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 14 όταν η τοιαύτη δήλωσις διαβιβασθή εις το αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον.
10.-(1) Οσάκις σκοπείται η διενέργεια δηλώσεως μεταβιβάσεως ή υποθήκης ακινήτου ή αποδοχής τοιαύτης μεταβιβάσεως ή υποθήκης δι’ αντιπροσώπου, εκτός εάν ο αντιπρόσωπος κέκτηται εξουσίαν δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε ετέρου νόμου όπως διενεργή τοιαύτην δήλωσιν διά λογαριασμόν του αντιπροσωπευομένου, ούτος οφείλει να αποδείξη εις τον Διευθυντήν ότι το πρόσωπον διά λογαριασμόν ούτινος διενεργείται η δήλωσις παρέσχεν εις αυτόν έγγραφον εξουσιοδότησιν, προσηκόντως κεκυρωμένην παρ’ αρμοδίας τινός αρχής και χαρτοσεσημασμένην συμφώνως ταις διατάξεσι του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου, προς διενέργειαν της τοιαύτης δηλώσεως μεταβιβάσεως, ή, αναλόγως της περιπτώσεως, υποθήκης:
Νοείται ότι ο Διευθυντής δύναται-
(α) πριν ή αποδεχθή την γενομένην δήλωσιν να απαιτήση την προσαγωγήν αποδείξεων ότι η παρασχεθείσα εξουσιοδότησις δεν ανεκλήθη, εις πάσαν περίπτωσιν καθ’ ην κρίνει τούτο σκόπιμον είτε λόγω του μακρού χρόνου όστις παρήλθεν από της υπογραφής του σχετικού εγγράφου είτε δι’ έτερον τινα λόγον
(β) να μη επιτρέψη την διενέργειαν της δηλώσεως δυνάμει της φερομένης ως παρασχεθείσης διά του προμνησθέντος εγγράφου εξουσιοδοτήσεως, εάν κατά την γνώμην αυτού υπάρχη ελάττωμα τι ή αμφιλογία περί την παρασχεθείσαν εξουσιοδότησιν ή αμφιβολία περί την ταυτότητα του υπογράψαντος το έγγραφον προσώπου, ή περί την αρμοδιότητα της κυρωσάσης το έγγραφον αρχής εν τη χώρα ένθα το έγγραφον υπεγράφη, μέχρις ου το τοιούτον ελάττωμα διορθωθή ή, αναλόγως της περιπτώσεως, η τοιαύτη αμφιλογία ή αμφιβολία αρθή κατά τρόπον ικανοποιούντα τον Διευθυντήν.
(2) Εάν ο Διευθυντής αποδεχθή την γενομένην δήλωσιν, το εν εδαφίω (1) αναφερόμενον έγγραφον κατατίθεται και φυλάττεται παρά τω αρμοδίω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω:
Νοείται ότι-
(α) εάν τούτο ζητηθή, το προμνησθέν έγγραφον δύναται να επιστραφή και αντικατασταθή διά φωτογραφικού αντιγράφου αυτού, κεκυρωμένου ως πιστού τοιούτου παρά του Διευθυντού
(β) εάν το έγγραφον κατετέθη ήδη παρ’ ετέρω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω, αντί του πρωτοτύπου γίνεται αποδεκτόν αντίγραφον πιστοποιηθέν παρά του Διευθυντού ως πιστόν αντίγραφον αυτού.
(3) Διά τους σκοπούς του παρόντος άρθρου “έγγραφον προσηκόντως κεκυρωμένον παρά της αρμοδίας αρχής” σημαίνει έγγραφον φέρον-
(α) εάν μεν υπεγράφη εν Κύπρω, την σφραγίδα και υπογραφήν πιστοποιούντος υπαλλήλου διορισθέντος και ενεργούντος συμφώνως ταις διατάξεσι του περί Πιστοποιούντων Υπαλλήλων Νόμου, ή την σφραγίδα και υπογραφήν του Μουχτάρου και την υπογραφήν ενός Αζά οιασδήποτε πόλεως, χωρίου ή ενορίας, ενεργούντων συμφώνως ταις διατάξεσι του άρθρου 82 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου
(β) εάν υπεγράφη εν οιαδήποτε ετέρα χώρα-
(i) την σφραγίδα και υπογραφήν προξενικού υπαλλήλου της Δημοκρατίας, ή προσώπου έχοντος εξουσίαν όπως ενασκή τοιαύτα καθήκοντα εκ μέρους της Δημοκρατίας, και είτε η τοιαύτη σφραγίς και υπογραφή ετέθησαν επ’ αυτού προς πιστοποίησιν της υπογραφής του υπογράψαντος το έγγραφον προσώπου, είτε προς πιστοποίησιν της υπογραφής οιουδήποτε προσώπου έχοντος εκάστοτε κατά νόμον την εξουσίαν όπως εν τη τοιαύτη χώρα πιστοποιή υπογραφάς, ή εκδίδη έγγραφα αποδεικνύοντα την υπογραφήν εγγράφων της προνοουμένης υπό του παρόντος άρθρου φύσεως
(ii) εάν εν τη τοιαύτη χώρα δεν υπάρχη προξενικός υπάλληλος της Δημοκρατίας ή έτερον πρόσωπον έχον εξουσίαν όπως ενασκή τοιαύτα καθήκοντα εκ μέρους της Δημοκρατίας, την σφραγίδα και υπογραφήν παντός προσώπου όπερ ο Διευθυντής ικανοποιείται ότι κέκτηται εκάστοτε κατά νόμον εξουσίαν όπως εν τη τοιαύτη χώρα πιστοποιή υπογραφάς ή εκδίδη έγγραφα αποδεικνύοντα την υπογραφήν εγγράφων της προνοουμένης υπό του παρόντος άρθρου φύσεως
11. Οσάκις πρόσωπον τι είναι ανίκανον ή άλλως πως τελεί υπό απαγόρευσιν αναφορικώς προς την διαχείρισιν των υποθέσεων και της περιουσίας αυτού δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου (εν τοις εφεξής εν τω παρόντι άρθρω του προσώπου τούτου αναφερομένου ως “ανίκανον πρόσωπον”), πάσα δήλωσις μεταβιβάσεως ή υποθήκης ακινήτου εις ην το πρόσωπον τούτο μετέχει ως εις των συμβαλλομένων διενεργείται διά λογαριασμόν αυτού υπό του κηδεμόνος, διαχειριστού, επιτρόπου ή, αναλόγως της περιπτώσεως, του εφόρου της περιουσίας αυτού, επί τη προσαγωγή εγγράφων ικανοποιούντων τον Διευθυντήν και εκδοθέντων υπό τινος δικαστηρίου ή ετέρας αρχής εχούσης εξουσίαν προς έκδοσιν τοιούτων εγγράφων δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου-
(α) διορισμού του κηδεμόνος, διαχειριστού, επιτρόπου ή, αναλόγως της περιπτώσεως, εφόρου:
Νοείται ότι δεν απαιτείται η προσαγωγή τοιούτου εγγράφου υπό προσώπου ασκούντος καθήκοντα κηδεμόνος δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) ή (β) του άρθρου 6 του περί Κηδεμονίας Ανηλίκων και Ασώτων Νόμου και
(β) εξουσιοδοτήσεως της διενεργηθησομένης δηλώσεως μεταβιβάσεως ή υποθήκης:
Νοείται ότι δεν απαιτείται η προσαγωγή τοιούτου εγγράφου-
(i) οσάκις, δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου, ο κηδεμών, διαχειριστής, επίτροπος ή έφορος κέκτηται εξουσίαν όπως διενεργή τοιαύτην δήλωσιν διά λογαριασμόν του ανικάνου προσώπου άνευ της προμνησθείσης εξουσιοδοτήσεως ή
(ii) οσάκις η τοιαύτη δήλωσις αφορά εις την μεταβίβασιν ή υποθήκευσιν ακινήτου εις ανίκανον πρόσωπον, γενομένην είτε άνευ οιασδήποτε αντιπαροχής είτε έναντι αντιπαροχής ήτις ως εκτίθεται εγγράφως υπό του κηδεμόνος, διαχειριστού, επιτρόπου ή εφόρου, δεν κατεβλήθη εκ χρημάτων ή, αναλόγως της περιπτώσεως, εξ ετέρας περιουσίας του ανικάνου προσώπου.
12.-(1) Εκτός ως προνοείται εν άρθρω 29 ή 31, οσάκις ακίνητον υπόκειται εις οιονδήποτε εμπράγματον βάρος ή ο κύριος αυτού τελεί υπό απαγόρευσιν-
(α) ουδεμία δήλωσις μεταβιβάσεως ή υποθήκης τοιούτου ακινήτου γίνεται δεκτή παρά τω αρμοδίω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω
(β) ουδεμία δήλωσις μεταβιβάσεως ή υποθήκης τοιούτου ακινήτου γίνεται δεκτή παρ’ οιωδήποτε ετέρω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω ή παραρτήματι, οσάκις η ύπαρξις του τοιούτου εμπραγμάτου βάρους ή απαγορεύσεως είναι γνωστή εις τον αρμόδιον λειτουργόν του ετέρου τοιούτου Κτηματολογικού Γραφείου ή, αναλόγως της περιπτώσεως, παραρτήματος
(γ) ουδεμία μεταβίβασις ή υποθήκη τοιούτου ακινήτου δηλωθείσα παρ’ οιωδήποτε ετέρω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω ή παραρτήματι άνευ γνώσεως του αρμοδίου λειτουργού περί της υπάρξεως τοιούτου εμπραγμάτου βάρους ή απαγορεύσεως εγγράφεται παρά τω αρμοδίω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω.
(2) Οσάκις δύο ή πλείονα ακίνητα περιλαμβάνονται εν τη αυτή δηλώσει μεταβιβάσεως ή υποθήκης και οιονδήποτε αυτών υπόκειται εις εμπράγματον τι βάρος, αι διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) θα τυγχάνωσιν εφαρμογής επί της ως είρηται δηλώσεως εν τω συνόλω αυτής, και εάν έτι οιονδήποτε έτερον των εν τη δηλώσει διαλαμβανομένων ακινήτων δεν υπόκειται εις το τοιούτο ή οιονδήποτε έτερον εμπράγματον βάρος:
Νοείται ότι καθ’ όσον αφορά εις τοιούτο έτερον ελεύθερον παντός εμπραγμάτου βάρους ακίνητον, η μεταβίβασις ή υποθήκη δύναται, τη συναινέσει αμφοτέρων των μερών της δηλώσεως, να τύχη εγγραφής κατόπιν τοιούτων αλλαγών περί την αντιπαροχήν ή τους λοιπούς τυχόν όρους ως ήθελον οι συμβαλλόμενοι συμφωνήσει επί τούτου.
(3) Οσάκις ζητείται η ταυτόχρονος διενέργεια δύο δηλώσεων μεταβιβάσεως προς εκτέλεσιν συμφωνίας αφορώσης εις την ανταλλαγήν ακινήτων μεταξύ δύο προσώπων, και τα ακίνητα άτινα διαλαμβάνονται εν μια των δηλώσεων συνιστώσιν εν όλω ή εν μέρει την αντιπαροχήν διά την μεταβίβασιν των εν τη ετέρα των δηλώσεων διαλαμβανομένων τοιούτων, οιονδήποτε δε των τοιούτων ακινήτων εν εκατέρα των ως είρηται δηλώσεων υπόκειται εις εμπράγματον τι βάρος, αι διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) θα τυγχάνωσιν εφαρμογής επί αμφοτέρων των δηλώσεων και εάν έτι οιονδήποτε έτερον ακίνητον διαλαμβανόμενον εν τη αυτή ή τη ετέρα δηλώσει είναι ελεύθερον παντός εμπραγμάτου βάρους.
(4) Οσάκις ζητείται η ταυτόχρονος διενέργεια δύο δηλώσεων μεταβιβάσεως προς εκτέλεσιν συμφωνίας αφορώσης εις την ανταλλαγήν ακινήτων μεταξύ των αυτών προσώπων και τα ακίνητα άτινα διαλαμβάνονται εν μια των δηλώσεων συνιστώσιν, εν όλω ή εν μέρει, την αντιπαροχήν διά την μεταβίβασιν των εν τη ετέρα των δηλώσεων διαλαμβανομένων τοιούτων, οιονδήποτε δε των τοιούτων προσώπων τελεί υπό απαγόρευσιν, αι διατάξεις της παραγράφου (γ) του εδαφίου (1) θα τυγχάνωσιν εφαρμογής επί αμφοτέρων των δηλώσεων και εάν έτι το έτερον των προσώπων δεν τελή υπό τοιαύτην απαγόρευσιν.
(5) Εν τω παρόντι άρθρω-
(α) “εμπράγματον βάρος” σημαίνει άμεσον τινα επί ακινήτου απαίτησιν, δικαίωμα επιβαρύνσεως (lien) ή υποχρέωσιν, υφισταμένην δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου
(β) “απαγόρευσις” σημαίνει την απαγόρευσιν υφ’ ην τελεί τις και ως εκ της οποίας ούτος στερείται του δικαιώματος προς μεταβίβασιν ή υποθήκευσιν ολοκλήρου ή μέρους τινός της ακινήτου ιδιοκτησίας αυτού δυνάμει των διατάξεων οιουδήοτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου
(6) Άνευ επηρεασμού της γενικότητος του εδαφίου (5) και υπό την επιφύλαξιν των εν εδαφίω (7) διατάξεων, καθίσταται δήλον ώδε ότι τα εμπράγματα βάρη και αι απαγορεύσεις αίτινες καθορίζονται αντιστοίχως εις τα Μέρη Ι και ΙΙ του Πρώτου Παραρτήματος συνιστώσιν εμπράγματα βάρη και απαγορεύσεις εν τη εννοία του παρόντος άρθρου:
Νοείται ότι το Υπουργικόν Συμβούλιον δύναται διά διατάγματος αυτού δημοσιευομένου εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας να επιφέρη τοιαύτας τροποποιήσεις, διαγραφάς ή προσθήκας εν τω Πρώτω Παραρτήματι οίαι ήθελον κριθή αναγκαίαι προς εφαρμογήν των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου.
(7) Ουδέν των εν τω παρόντι άρθρω-
(α) συνιστά εμπράγματον βάρος ή απαγόρευσιν, εκτός εάν τούτο έχη γνωστοποιηθή, ή οιονδήποτε έγγραφον αφορών εις αυτό έχη δηλωθή, εγγραφή, προσαχθή ή, αναλόγως της περιπτώσεως, κατατεθή εις το αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον, άπασαι αι διατυπώσεις αι απαιτούμεναι παρ’ οιουδήποτε νόμου ή κανονισμών έχωσι τηρηθή και άπαντα τα πληρωτέα διά την αποδοχήν ή καταχώρησιν αυτών τέλη και δικαιώματα έχωσι καταβληθή
(β) επηρεάζει τας εξουσίας οιουδήποτε προσώπου εξουσιοδοτηθέντος δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου όπως μεταβιβάζη ή υποθηκεύη ακίνητα ανήκοντα εις πρόσωπον τελούν υπό απαγόρευσιν.
- 9/1965
- 51/1970
12Α.-(1) Ανεξαρτήτως των διατάξεων του παρόντος Νόμου ο κύριος ακινήτου υποκειμένου εις εμπράγματον βάρος ή επηρεαζομένου υπό προσωρινού διατάγματος Δικαστηρίου απαγορεύοντος εις αυτόν την απαλλοτρίωσιν του τοιούτου ακινήτου δύναται να μεταβιβάση τούτο διά δηλώσεως πωλήσεως και καταθέσεως ολοκλήρου του τιμήματος πωλήσεως εις το αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον, το οποίον αποδέχεται την τοιαύτην δήλωσιν εφ’ όσον το εν αυτή δηλούμενον τίμημα πωλήσεως δεν είναι χαμηλότερον του ποσού το οποίον καθωρίσθη υπό του αρμοδίου Δικαστηρίου ως αντιπροσωπεύοντος την αγοραίαν αξίαν του ακινήτου και εφ’ όσον το αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον δεν έλαβεν έγγραφον ειδοποίησιν περί καταχωρίσεως εφέσεως κατά της καθορισάσης την αγοραίαν αξίαν του ακινήτου αποφάσεως του αρμοδίου Δικαστηρίου.
(2) Η αγοραία αξία του ακινήτου καθορίζεται υπό του αρμοδίου Δικαστηρίου κατόπιν υποβολής υπό του κυρίου του ακινήτου εναρκτηρίου κλήσεως (originating summons), επιδιδομένης εις τους προς όφελος των οποίων υφίσταται το υπό του εδαφίου (1) αναφερόμενον εμπράγματον βάρος ή προσωρινόν διάταγμα.
(3) Οιονδήποτε ενδιαφερόμενον πρόσωπον δύναται, ουχί ενωρίτερον της παρελεύσεως τεσσάρων μηνών από της ημερομηνίας καθ’ ην εξεδόθη η απόφασις του αρμοδίου Δικαστηρίου, να αιτήση παρά του αρμοδίου Δικαστηρίου αναθεώρησιν της διά της αποφάσεως καθορισθείσης αγοραίας αξίας του ακινήτου.
(4) Ο αιτητής δίδει έγγραφον ειδοποίησιν εις το αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον περί της καταχωρίσεως της τοιαύτης αιτήσεως, το δε αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον δεν αποδέχεται οιανδήποτε δήλωσιν πωλήσεως εν σχέσει προς το εν τη αιτήσει αναφερόμενον ακίνητον μέχρις ότου εκδοθή η επί της αιτήσεως απόφασις.
(5) Το παρά τω αρμοδίω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω κατατιθέμενον δυνάμει του εδαφίου (1) τίμημα πωλήσεως διατίθεται κατά σειράν προτεραιότητος εις τους προς όφελος των οποίων υφίσταται επί του ακινήτου εμπράγματον βάρος.
(6) Εν τω παρόντι άρθρω-
“αρμόδιον Δικαστήριον” σημαίνει το Επαρχιακόν Δικαστήριον εν τη Επαρχία εν η κείται το ακίνητον.
- 9/1965
- 3/1978
13.-(1) Οσάκις σκοπείται η διενέργεια δηλώσεως μεταβιβάσεως ή υποθήκης ενώπιον του αρμοδίου ή οιουδήποτε ετέρου Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου ή παραρτήματος, ή οσάκις τοιαύτη δήλωσις γίνεται αποδεκτή παρ’ οιουδήποτε ετέρου Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου ή παραρτήματος, ο Διευθυντής δύναται, προ της ενασκήσεως της διακριτικής εξουσίας ην περιβέβληται δυνάμει του άρθρου 14, να ζητήση παρά των διενεργούντων την τοιαύτην δήλωσιν προσώπων ή παρ’ οιουδήποτε εξ αυτών όπως απαντήσωσι προφορικώς ή εγγράφως εις οιονδήποτε ερώτημα όπερ ούτος ευλόγως ήθελε κρίνει αναγκαίον να υποβάλη, περιλαμβανομένων και ερωτημάτων αφορώντων εις-
(α) την ταυτότητα και εθνικότητα των συμβαλλομένων μερών
(β) την συμβατικήν ικανότητα των μερών δυνάμει των διατάξεων οιουδήποτε εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου και την ικανότητα των προσώπων άτινα εμφανίζονται ενώπιον του Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου ή παραρτήματος προς διενέργειαν της δηλώσεως
(γ) την εξακολούθησιν ή μη της εξουσίας προσώπου τινός όπως προβή εις δήλωσιν μεταβιβάσεως ή υποθήκης διά λογαριασμόν ετέρου τινός προσώπου
(δ) την ικανότητα οιουδήποτε των μερών της δηλώσεως όπως αντιλαμβάνηται την φύσιν της σκοπουμένης δικαιοπραξίας
(ε) την ύπαρξιν, ταυτότητα, φύσιν, κατάστασιν, εμβαδόν ή ποσότητα του ακινήτου ούτινος σκοπείται η μεταβίβασις ή υποθήκευσις
(στ) την κυριότητα ή κατοχήν του ακινήτου ούτινος σκοπείται η μεταβίβασις ή υποθήκευσις
(ζ) οιονδήποτε συμφέρον σχετιζόμενον προς το ακίνητον ούτινος σκοπείται η μεταβίβασις ή υποθήκευσις και ανήκον εις εκάτερον των μερών της σκοπουμένης δηλώσεως ή εις οιονδήποτε έτερον πρόσωπον
(η) την ύπαρξιν οιουδήποτε όρου, συμφώνου ή συμφωνίας μη αποκαλυπτομένης εν τη δηλώσει ή ετέρω προσαχθέντι εγγράφω
(θ) το ποσόν οιασδήποτε αντιπαροχής και, εν τη περιπτώσει μεταβιβάσεως, την ημερομηνίαν καθ’ ην αύτη συνεφωνήθη και
(ι) εν τη περιπτώσει μεταβιβάσεως, την ύπαρξιν οιασδήποτε συμφωνίας προς επαναμεταβίβασιν της ακινήτου εις τον μεταβιβάζοντα ταύτην είτε επί τη πληρωμή οιουδήποτε ποσού είτε επί τω συμβάντι οιουδήποτε γεγονότος.
(2) Ο Διευθυντής δύναται, αντί να υποβάλη εις τα μέρη της σκοπουμένης δηλώσεως οιονδήποτε των άνω εν εδαφίω (1) αναφερομένων ερωτημάτων, ή επιπροσθέτως τούτων, να απαιτήση την προσαγωγήν ενόρκου δηλώσεως ή βεβαιώσεως ή ετέρων κατά την κρίσιν αυτού αναγκαίων αποδεικτικών στοιχείων αφορώντων εις οιονδήποτε των άνω ερωτημάτων.
(3) Οσάκις ο Διευθυντής έχει οιανδήποτε αμφιβολίαν αναφορικώς προς οιονδήποτε των εν παραγράφοις (ε), (στ) και (ζ) του εδαφίου (1) διαλαμβανομένων ζητημάτων, ή αναφορικώς προς οιανδήποτε πληροφορίαν ή αποδεικτικόν στοιχείον παρασχεθέν αυτώ υπό των μερών σκοπουμένης τινός δηλώσεως περί τα ως άνω ζητήματα, πριν ή ούτος αποδεχθή την γενομένην δήλωσιν δύναται να διατάξη την διενέργειαν αυτοψίας παρά τινος λειτουργού του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος δαπάναις του κυρίου.
(4) Ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψη την δήλωσιν μεταβιβάσεως ή υποθηκεύσεως οιουδήποτε ακινήτου προ της διενεργείας αυτοψίας ως προνοείται εν εδαφίω (3), νοουμένου ότι τα δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ Νόμου εισπρακτέα τέλη και δικαιώματα αναφορικώς προς την διενέργειαν της τοιαύτης αυτοψίας θα καταβληθώσι συγχρόνως μετά των τελών και δικαιωμάτων των εισπρακτέων δυνάμει του νόμου τούτου επί τη εγγραφή του τίτλου επί του μεταβιβαζομένου ακινήτου ή, αναλόγως της περιπτώσεως, τη εγγραφή της υποθήκης.
(5) Ανεξαρτήτως παντός εν τω παρόντι Νόμω διαλαμβανομένου, καθ’ οιονδήποτε χρόνον μετά την αποδοχήν της δηλώσεως μεταβιβάσεως ή υποθήκης και προ της εγγραφής αυτής, ο Διευθυντής δύναται να διατάξη την διενέργειαν αυτοψίας παρά τινος λειτουργού του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος επί του ακινήτου εις ο αφορά η γενομένη δήλωσις μεταβιβάσεως ή υποθήκης( εάν δε ο Διευθυντής ούτω διατάξη, τα δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου εισπρακτέα διά την διενέργειαν τοιαύτης αυτοψίας τέλη και δικαιώματα θα λογίζωνται διά τους σκοπούς του τοιούτου Νόμου ως υπόλοιπον τελών ή δικαιωμάτων εισπρακτέων διά την εκτέλεσιν οιασδήποτε υπηρεσίας τη αιτήσει του δικαιοδόχου ή, αναλόγως της περιπτώσεως, του ενυποθήκου οφειλέτου.
14. Ο Διευθυντής δύναται να αρνηθή να επιτρέψη την παρά του αρμοδίου λειτουργού Επαρχιακού Κτηματολογικού Γραφείου ή παραρτήματος αποδοχήν οιασδήποτε δηλώσεως μεταβιβάσεως ή υποθήκης ή, οσάκις τοιαύτη δήλωσις εγένετο εις Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον επαρχίας ετέρας ή της επαρχίας εν η κείται το ακίνητον ούτινος σκοπείται η μεταβίβασις ή υποθήκευσις ή εις παράρτημα τι, ο Διευθυντής δύναται να αρνηθή να εγγράψη την τοιαύτην μεταβίβασιν ή υποθήκευσιν εις οιανδήποτε των εφεξής περιστάσεων, ήτοι-
(α) οσάκις εξ οιασδήποτε παρασχεθείσης πληροφορίας, προσαχθέντος αποδεικτικού στοιχείου ή βεβαιώσεως γενομένης κατ’ απαίτησιν του Διευθυντού δυνάμει του άρθρου 13 ή εκ των πορισμάτων αυτοψίας διενεγηθείσης κατ’ εντολήν του Διευθυντού δυνάμει του εδαφίου (3) του προμνησθέντος άρθρου-
(i) ο Διευθυντής έχη οιασδήποτε αμφιβολίας αναφορικώς προς ζήτημα τι εκ των αναφερομένων εν παραγράφοις (α), (β), (γ) και (δ) του εδαφίου (1) του προμνησθέντος άρθρου
(ii) ούτος κρίνη ότι κατά τι ουσιώδες αυτού στοιχείον το ακίνητον ούτινος σκοπείται η μεταβίβασις ή υποθήκευσις και η επ’ αυτού κυριότης δεν συμπίπτουν μετά της εν τω κτηματικώ μητρώω διαλαμβανομένης περιγραφής
(iii) εν περιπτώσει σκοπουμένης μεταβιβάσεως ακινήτου ο Διευθυντής είναι πεπεισμένος ότι υφίσταται συμφωνία περί επαναμεταβιβάσεως αυτού εις τον δικαιοπάροχον επί τη πληρωμή οιουδήποτε ποσού ή τω συμβάντι οιουδήποτε γεγονότος, ή ότι υφίσται ετέρα συμφωνία, όρος ή σύμφωνον, αντικείμενον ή μη συνάδον προς την φύσιν της μεταβιβάσεως
(β) οσάκις δεν τηρείται οιαδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου ή
(γ) οσάκις η σκοπουμένη μεταβίβασις ή υποθήκευσις θα αντέβαινεν ή αντέκειτο προς τας διατάξεις οιουδήποτε ετέρου εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου.
15.-(1) Εάν η δήλωσις μεταβιβάσεως ή υποθήκης γενή αποδεκτή, άπαντα τα τέλη και δικαιώματα τα εισπρακτέα δυνάμει των διατάξεων του εκάστοτε εν ισχύϊ νόμου επί τη εγγραφή της τοιαύτης μεταβιβάσεως ή υποθήκης καταβάλλονται εις το Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον ή παράρτημα παρ’ ω εγένετο αποδεκτή η τοιαύτη δήλωσις, καθ’ ην ημέραν εχώρησεν η αποδοχή( η δε δήλωσις λογίζεται άκυρος και εστερημένη οιασδήποτε νομικής ισχύος εφ’ όσον τα ως είρηται τέλη και δικαιώματα δεν ήθελον ούτω καταβληθή κατά την ως εν τοις ανωτέρω καθοριζομένην ημέραν:
Νοείται ότι αι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν τυγχάνουσιν εφαρμογής επί τελών και δικαιωμάτων ή μέρους αυτών άτινα ήθελον εξακριβωθή ως εισπρακτέα μετά την ημέραν καθ’ ην η σχετική δήλωσις εγένετο αποδεκτή.
(2) Οσάκις η πληρωμή των εν εδαφίω (1) τελών και δικαιώματων γίνεται δι’ επιταγής εκδιδομένης επί Τραπέζης λειτουργούσης εν Κύπρω ήτις όμως δεν τυγχάνει εξοφλήσεως άμα τη εμφανίσει αυτής προς πληρωμήν, τα τοιαύτα τέλη και δικαιώματα λογίζονται ως μη πληρωθέντα κατά την ημέραν καθ’ ην δήλωσις εγένετο αποδεκτή.
16.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 24 και 25 του περί Ακινήτου Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμησις) Νόμου και των άρθρων 14 και 15, ο Διευθυντής εγγράφει πάσαν μεταβίβασιν ή υποθήκην ακινήτου δηλωθείσαν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και γενομένην αποδεκτήν υπό του προς τούτο αρμοδίου υπαλλήλου.
(2) Η εγγραφή μεταβιβάσεως γίνεται διά της εγγραφής του ονόματος του δικαιοδόχου ως κυρίου του μεταβιβαζομένου ακινήτου.
(3) Η εγγραφή υποθήκης γίνεται διά της εγγραφής της τοιαύτης υποθήκης έναντι της εγγραφής του υποθηκευομένου ακινήτου και σημειώσεως επί του πιστοποιητικού εγγραφής του ως είρηται ακινήτου, αφορώσης εις την υποθήκην.
(4) Άμα τη διενεργεία της εγγραφής μεταβιβάσεως ή υποθήκης, ο Διευθυντής εκδίδει, αναλόγως της περιπτώσεως-
(α) τω δικαιοδόχω, πιστοποιητικόν εγγραφής του μεταβιβαζομένου ακινήτου επ’ ονόματι αυτού
(β) τω ενυποθήκω δανειστή, πιστοποιητικόν εγγραφής της υποθήκης επ’ ονόματι αυτού, σημειούμενον επί της συμβάσεως και δηλώσεως της υποθήκης, και συνοδευόμενον υπό του επ’ ονόματι του ενυποθήκου οφειλέτου πιστοποιητικού εγγραφής του υποθηκευομένου ακινήτου
(γ) τω ενυποθήκω οφειλέτη, αντίγραφον του πιστοποιητικού εγγραφής της υποθήκης σημειούμενον επί της συμβάσεως και δηλώσεως της υποθήκης
(5) Εν η περιπτώσει διενεργείται αυτοψία ακινήτου μετά την αποδοχήν της δηλώσεως μεταβιβάσεως ή υποθήκης, ως προνοείται εν εδαφίοις (4) και (5) του άρθρου 13 αντιστοίχως, αι διατάξεις του παρόντος άρθρου τυγχάνουσιν εφαρμογής και εάν έτι τα εκ της αυτοψίας πορίσματα δεν είναι διαθέσιμα:
Νοείται ότι μετά την διενέργειαν της ως είρηται αυτοψίας ο Διευθυντής δύναται να προβή εις νέαν έκδοσιν της εγγραφής του τοιούτου ακινήτου και να τροποιήση οιανδήποτε εγγραφήν γενομένην ή πιστοποιητικόν εκδοθέν δυνάμει των διατάξεων του παρόντος άρθρου:
Νοείται ότι δεν διενεργείται τοιαύτη νέα έκδοσις ή τροποποποίησις εκτός εάν δοθή τριάκοντα ημερών προειδοποίησις παρά του Διευθυντού προς οιονδήποτε πρόσωπον ούτινος τα συμφέροντα δυνατόν να παραβλαφθώσιν ως εκ της τοιαύτης ενεργείας. Παν δε τοιούτο πρόσωπον δύναται εντός της ως είρηται προθεσμίας των τριάκοντα ημερών από της ημερομηνίας επιδόσεως της τοιαύτης ειδοποιήσεως να καταχωρήση ένστασιν παρά τω Διευθυντή όστις και διερευνά το όλον ζήτημα και γνωστοποιεί την επί της υποβληθείσης ενστάσεως απόφασιν αυτού τω υποβαλόντι την ένστασιν προσώπω.
17. Οσάκις ζητείται η διενέργεια δηλώσεως μεταβιβάσεως ακινήτου και δηλώσεως υποθήκης επ’ αυτού υπό του δικαιοδόχου υπέρ του δικαιοπαρόχου ή οιουδήποτε ετέρου προσώπου προς εξασφάλισιν ολοκλήρου ή μέρους τινός της αντιπαροχής ή δι’ οιονδήποτε έτερον λόγον, ο Διευθυντης δύναται να επιτρέψη την σύγχρονον διενέργειαν των τοιούτων δηλώσεων παρά τω αρμοδίω Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω ίνα ούτω επέλθη το αποτέλεσμα όπερ επιζητείται διά της επιβολής του όρου υφ’ ον συνεφωνήθησαν η μεταβίβασις και υποθήκη( νοουμένου δε ότι θα έχωσι τηρηθή αι διατάξεις του άρθρου 15, αι δύο δηλώσεις λογίζονται γενόμεναι και έχουσαι νομικήν ισχύν αφ’ου χρόνου εγένετο η δήλωσις μεταβιβάσεως.
17Α. Οσάκις διενεργώνται μεταβιβάσεις ακινήτων προς εκτέλεσιν συμφωνίας αφορώσης εις την ανταλλαγήν ακινήτων μεταξύ δύο προσώπων και τα ακίνητα τα μεταβιβαζόμενα υπό του ενός προσώπου συνιστώσιν εν όλω ή εν μέρει την αντιπαροχήν διά τα ακίνητα τα μεταβιβαζόμενα υπό του ετέρου προσώπου, αι τοιαύται μεταβιβάσεις δεν θα λογίζωνται ως γενόμεναι επ’ ανταλλαγή εκτός εάν αι δύο δηλώσεις μεταβιβάσεως διενεργώνται ταυτοχρόνως.
- 9/1965
- 6/1981