Συνοπτικός τίτλος

1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρηται ως ο περί Εμπραγμάτων Βαρών και Απαγορεύσεων (Προσωριναί Διατάξεις) Νόμος του 1977.

Ερμηνεία

2.-(1) Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν άλλως προκύπτη εκ του κειμένου-

“απαγόρευσις” κέκτηται την υπό του εδαφίου (5) του άρθρου 12 των περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμων του 1965 και 1970 αποδιδομένην εις τον όρον τούτον έννοιαν~

“Διευθυντής” σημαίνει τον Διευθυντήν του Κτηματολογικού και Χωρομετρικού Τμήματος του Υπουργείου Εσωτερικών, περιλαμβάνει δε οιονδήποτε έτερον λειτουργόν εξουσιοδοτούμενον υπό του Διευθυντού δι’ άπαντας ή τινας των σκοπών του παρόντος Νόμου, είτε γενικώς είτε δι’ ειδικόν τινα σκοπόν~

“εμπράγματον βάρος” κέκτηται την υπό του εδαφίου (5) του άρθρου 12 των περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμων του 1965 και 1970 αποδιδομένην εις τον όρον τούτον έννοιαν, αλλά δεν περιλαμβάνει υποθήκην.

(2) Όροι μη ειδικώς οριζόμενοι εν τω παρόντι Νόμω κέκτηνται, εκτός εάν άλλως προκύπτη εκ του κειμένου, την υπό των περί Μεταβιβάσεως και Υποθηκεύσεως Ακινήτων Νόμων του 1965 και 1970 αντιστοίχως αποδιδομένην αυτοίς έννοιαν.

Τόπος καταθέσεως, κτλ., και περιεχόμενον γνωστοποιήσεων και εγγράφων σχετικών προς εμπράγματα βάρη και απαγορεύσεις

3. Ανεξαρτήτως παντός διαλαμβανομένου εν οιωδήποτε ετέρω εν ισχύϊ νόμω, οσάκις σκοπήται όπως συσταθή εμπράγματον βάρος επί ακινήτου ή όπως επενεργή απαγόρευσις επί του κυρίου ακινήτου, το δε κτηματικόν μητρώον ή έτερα αναγκαιούντα κτηματολογικά βιβλία τα οποία σχετίζονται προς το ακίνητον τούτο κατακρατούνται παρανόμως-

(α) η αναγκαία γνωστοποίησις του εμπραγμάτου βάρους ή της απαγορεύσεως δύναται να δοθή, ή το αφορών εις το εμπράγματον βάρος ή την απαγόρευσιν έγγραφον δύναται να δηλωθή ή προσαχθή, εις τον Διευθυντήν, ή να εγγραφή ή κατατεθή παρ’ αυτώ~

(β) η εν τη παραγράφω (α) αναφερομένη γνωστοποίησις ή έγγραφον δύναται να διαλαμβάνη απλήν περιγραφήν του ακινήτου, ή να αναφέρηται εις άπαντα τα εν τινι πόλει, χωρίω ή ενορία κείμενα ακίνητα κυρίου τινός, άνευ παραπομπής εις τον αριθμόν ή τους αριθμούς εγγραφής εν τω οικείω κτηματικώ μητρώω ή παροχής ετέρων στοιχείων του ακινήτου ή των ακινήτων.

Αποδοχή γνωστοποιήσεως ή εγγράφου σχετικώς προς εμπράγματον βάρος ή απαγόρευσιν

4. Ο Διευθυντής αποδέχεται την εν τω άρθρω 3 αναφερομένην γνωστοποίησιν ή έγγραφον και σημειοί επ’ αυτής ή αυτού ενυπογράφως το γεγονός της τοιαύτης αποδοχής και την ημερομηνίαν και τον χρόνον της αποδοχής.

Εγγραφή εμπραγμάτου βάρους ή απαγορεύσεως και έκδοσις πιστοποιητικού

5. Το εν τοις άρθροις 3 και 4 αναφερόμενον εμπράγματον βάρος ή απαγόρευσις εγγράφεται υπό του Διευθυντού εις ειδικόν επί τούτω τηρούμενον μητρώον δι’ εμπράγματα βάρη ή, αναλόγως της περιπτώσεως, δι’ απαγορεύσεις, εκδίδεται δε πιστοποιητικόν της τοιαύτης εγγραφής.

Ισχύς εγγραφής εμπραγμάτου βάρους ή απαγορεύσεως

6. Πάσα εγγραφή εμπραγμάτου βάρους ή απαγορεύσεως διενεργηθείσα δυνάμει του παρόντος Νόμου θα έχη την αυτήν ισχύν ως εάν η προς σύστασιν του εμπραγμάτου βάρους ή επενεργείας της απαγορεύσεως αναγκαία γνωστοποίησις είχε δοθή, ή το αναγκαίον έγγραφον είχε δηλωθή ή προσαχθή, εις το αρμόδιον Επαρχιακόν Κτηματολογικόν Γραφείον, ή εγγραφή ή κατατεθή παρ’ αυτώ.

Αναδρομική ισχύς

7. Αναφορικώς προς ακίνητον κείμενον εν οιαδήποτε πόλει, χωρίω ή ενορία της οποίας το μητρώον ή έτερα αναγκαιούντα κτηματολογικά βιβλία κατακρατούνται παρανόμως, πάσα πράξις ενεργηθείσα εν οιωδήποτε Επαρχιακώ Κτηματολογικώ Γραφείω μετά την 19ην Ιουλίου, 1974, αποσκοπούσα εις την σύστασιν εμπραγμάτου βάρους επί του τοιούτου ακινήτου ή την επενέργειαν απαγορεύσεως επί του κυρίου αυτού και συνισταμένη εις την επίδοσιν της αναγκαίας γνωστοποιήσεως ή την δήλωσιν, προσαγωγήν, εγγραφήν ή κατάθεσιν του αναγκαίου εγγράφου, θεωρείται ως ενεργηθείσα δυνάμει του παρόντος Νόμου.

Εφαρμογή διατάξεων ετέρων Νόμων

8. Άπασαι αι διατάξεις της εκάστοτε εν ισχύϊ νομοθεσίας αναφορικώς προς την σύστασιν εμπραγμάτου βάρους ή την επενέργειαν απαγορεύσεως, αίτινες δεν προσκρούουσι προς ρητάς διατάξεις του παρόντος Νόμου, θα εφαρμόζωνται κατ’ αναλογίαν.

Αδικήματα και ποιναί

9. Πας όστις εν γνώσει αυτού προβαίνει εις οιανδήποτε ψευδή δήλωσιν, ή προκαλεί την διενέργειαν ψευδούς δηλώσεως δυνάμει του παρόντος Νόμου είναι ένοχος αδικήματος και εν περιπτώσει καταδίκης αυτού υπόκειται εις την αυτήν ποινήν ως εάν είχε προβή εις ψευδή μαρτυρίαν εις τινα δικαστικήν διαδικασίαν.