Συνοπτικός τίτλος

1. Ο περί Εμπορικών Αντιπροσώπων Νόμος του 1986 και ο περί Εμπορικών Αντιπροσώπων (Τροποποιητικός) Νόμος του 1994 θα αναφέρονται μαζί ως οι περί Εμπορικών Αντιπροσώπων Νόμοι του 1986 και 1994.

Ερμηνεία

2. Εν τω παρόντι Νόμω, εκτός εάν άλλως προκύπτη εκ του κειμένου:-

“Δημοκρατία” σημαίνει την Κυπριακήν Δημοκρατίαν~

“εισαγωγή” μετά των γραμματικών του όρου τούτου παραλλαγών και συγγενών εκφράσεων σημαίνει την διά θαλάσσης ή αέρος μεταφοράν εμπορευμάτων εν τη Δημοκρατία εκ της αλλοδαπής~

“εμπορικός αντιπρόσωπος” σημαίνει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο στο οποίο, υπό την ιδιότητα του ως ανεξάρτητου μεσολαβητή, ανατίθεται σε μόνιμη βάση είτε να διαπραγματεύεται για λογαριασμό άλλου προσώπου, το οποίο καλείται στη συνέχεια “αντιπροσωπευόμενος”, την πώληση ή την αγορά εμπορευμάτων είτε να διαπραγματεύεται και να συνάπτει τις πράξεις αυτές στο όνομα και για λογαριασμό του αντιπροσωπευομένου:

Νοείται ότι δεν είναι εμπορικοί αντιπρόσωποι σύμφωνα με την έννοια του παρόντος Νόμου οι ακόλουθες κατηγορίες ατόμων:

- Τα πρόσωπα τα οποία υπό την ιδιότητα του οργάνου έχουν την εξουσία να δεσμεύουν μια εταιρεία ή ένωση προσώπων,

- οι εταίροι οι οποίοι έχουν νόμιμη εξουσία να δεσμεύουν τους άλλους εταίρους,

- οι διαχειριστές που ορίζονται από το δικαστήριο, εκκαθαριστές ή σύνδικοι πτωχεύσεως~

“εξαγωγή” μετά των γραμματικών του όρου τούτου παραλλαγών και συγγενών εκφράσεων σημαίνει την διά θαλάσσης ή αέρος μεταφοράν εγχωρίων προϊόντων εκ της Δημοκρατίας εις την αλλοδαπήν~

“Υπουργός” σημαίνει τον Υπουργόν Εμπορίου και Βιομηχανίας.

Καθίδρυσις και συγκρότησις Συμβουλίου

3.-(1) Καθιδρύεται Συμβούλιον αρμόδιον διά την εγγραφήν εμπορικών αντιπροσώπων και την παροχήν αδείας ασκήσεως του επαγγέλματος του εμπορικού αντιπροσώπου, συγκείμενον εξ επτά μελών ως ακολούθως:

(α) Τον εκπρόσωπον του Υπουργείου Εμπορίου και Βιομηχανίας,

(β) τον Έφορον Εταιρειών ή εκπρόσωπον αυτού,

(γ) πέντε μέλη εκλεγόμενα εν γενική συνελεύσει υπό των εμπορικών αντιπροσώπων και τα οποία να είναι εμπορικοί αντιπρόσωποι.

(2) Διά τους σκοπούς της πρώτης συγκροτήσεως του Συμβουλίου συγκαλείται γενική συνέλευσις υπό των μελών των αναφερομένων εις τας παραγράφους (α) και (β) του εδαφίου (1) άτινα καλούσιν εις την τοιαύτην γενικήν συνέλευσιν άπαντα τα πρόσωπα τα οποία κατέχουσι τα απαιτούμενα προσόντα διά την εγγραφήν των ως εμπορικών αντιπροσώπων, τα ούτω δε εκλεγόμενα πρόσωπα εγγράφονται ως εμπορικοί αντιπρόσωποι, δυνάμει του παρόντος Νόμου.

(3) Εντός δεκαπέντε ημερών από της γενικής συνελεύσεως συγκαλείται συνεδρία του Συμβουλίου κατά την οποίαν τα μέλη αυτού εκλέγουσιν ένα εκ των πέντε αιρετών μελών ως Πρόεδρον του Συμβουλίου.

(4) Η θητεία των μελών του Συμβουλίου, περιλαμβανομένης της θητείας του Προέδρου, είναι διετής:

Νοείται ότι ο Πρόεδρος δεν είναι εκλέξιμος διά τρίτην συνεχή περίοδον.

(5) Εν περιπτώσει προσωρινής απουσίας ή προσωρινού κωλύματος του Προέδρου, και εφ’ όσον χρόνον διαρκούσι ταύτα, τα μελη του Συμβουλίου εκλέγουσιν ένα εκ των αιρετών μελών ίνα ενεργή ως Πρόεδρος διαρκούσης της τοιαύτης απουσίας ή κωλύματος.

(6) Το Συμβούλιον δύναται να ενεργή ανεξαρτήτως της χηρείας οιασδήποτε θέσεως αυτού.

(7)(α) Ο Πρόεδρος συγκαλεί τας συνεδριάσεις του Συμβουλίου και προεδρεύει αυτών. Εν περιπτώσει απουσίας του Προέδρου, τα παρόντα μέλη εκλέγουσιν ένα εκ των αιρετών μελών όπως προεδρεύση της συνεδριάσεως.

(β) Απαρτίαν αποτελούσι πέντε παρόντα μέλη.

(γ) Το Συμβούλιον αποφασίζει διά πλειοψηφίας, εν περιπτώσει δε ισοψηφίας ο προεδρεύων της συνεδριάσεως έχει δευτέραν ή νικώσαν ψήφον.

(8) Το Συμβούλιον δι’ αποφάσεως του εγκρινομένης υπό του Υπουργού, δύναται να ρυθμίζη τα των εργασιών αυτού, τα της συγκλήσεως των συνεδριάσεων αυτού, την προς τούτο διδομένην ειδοποίησιν, την κατά τας συνεδριάσεις ακολουθουμένην διαδικασίαν και την τήρησιν των πρακτικών.

(9) Άπασαι αι δαπάναι του Συμβουλίου καταβάλλονται εκ των υπό του Συμβουλίου εισπρασσομένων τελών.

(10) Το Συμβούλιον διορίζει εγκεκριμένους ελεγκτάς διά τον έλεγχον των υπ’ αυτού τηρουμένων λογαριασμών, οι δε εξηλεγμένοι λογαριασμοί υποβάλλονται εις τον Υπουργόν.

Απαιτούμενα προσόντα για την εγγραφή

4. (1)Κάθε πρόσωπο δικαιούται να εγγραφεί ως εμπορικός αντιπρόσωπος, αν το Συμβούλιο πεισθεί ότι δεν έχει καταδικαστεί εντός δέκα ετών πριν από την ημερομηνία της αίτησης του για αδίκημα που ενέχει έλλειψη τιμιότητας ή ηθική αισχρότητα ή για αδίκημα κατά παράβαση του περί Ελέγχου Συναλλάγματος Νόμου ή των περί Τελωνείων και Φόρων Καταναλώσεως Νόμων του 1967 έως 1991 ή ότι δεν έχει κηρυχθεί σε πτώχευση και είναι απόφοιτος σχολής μέσης εκπαίδευσης:

Νοείται ότι σε περίπτωση νομικού προσώπου το Συμβούλιο πρέπει να πεισθεί για τα πιο πάνω σε σχέση με το διευθυντή ή το γραμματέα του νομικού αυτού προσώπου.

(2) Το Συμβούλιο με Κανονισμούς δυνάμει του παρόντος Νόμου καθορί ζει εκάστοτε τα πιστοποιητικά και αποδεικτικά στοιχεία που απαιτούνται για εγγραφή προσώπου ως εμπορικού αντιπροσώπου, καθώς και την ισοτιμία των προσόντων και τη διαδικασία εγγραφής εμπορικού αντιπροσώπου.

Μητρώον

5.-(1) Το Συμβούλιον έχει καθήκον όπως εντός τριών μηνών από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου, καταρτίση και μετέπειτα τηρή Μητρώον, καλούμενον “Μητρώον Εμπορικών Αντιπροσώπων”, εν ω εγγράφεται το όνομα και η διεύθυνσις παντός προσώπου εγγραφομένου δυνάμει του παρόντος Νόμου, ομού μετά τοιούτων ετέρων στοιχείων ως το Συμβούλιον ήθελεν εκάστοτε κρίνει αναγκαία.

(2) Το Συμβούλιον δύναται:

(α) να διατάξη την διαγραφήν εκ του Μητρώου-

(i) του ονόματος παντός εμπορικού αντιπροσώπου όστις ητήσατο την διαγραφήν του ονόματος αυτού εκ του Μητρώου,

(ii) του ονόματος παντός αποθανόντος εμπορικού αντιπροσώπου,

(iii) του ονόματος ή ετέρου στοιχείου όπερ ήθελεν εσφαλμένως ή ανακριβώς εγγραφή εν τω Μητρώω, και

(β) να προβαίνη εις τας εκάστοτε αναγκαίας τροποποιήσεις του Μητρώου.

Ομόρρυθμοι και Ετερόρρυθμοι Εταιρείαι ενεργούσαι αντιπροσωπευτικάς εργασίας

6. Υπό τους όρους και προϋποθέσεις των προηγουμένων άρθρων δύναται να επιτραπή κατόπιν αδείας του Συμβουλίου εις ομορρύθμους και ετερορρύθμους εταιρείας να ενεργούν ως εμπορικοί αντιπρόσωποι, εφ’ όσον εν τουλάχιστον των ομμορρύθμων μελών κέκτηται την υπό του Νόμου προβλεπομένην άδειαν.

Παροχή αδείας εις περίπτωσιν θανάτου Εμπορικού Αντιπροσώπου

7. Εν περιπτώσει θανάτου εμπορικού αντιπροσώπου και εφ’ όσον ήθελε ζητηθή εντός εξ μηνών από του θανάτου του, το Συμβούλιον, τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 4, εκδίδει άδειαν συνεχίσεως των εργασιών του αποβιώσαντος εις το υποδεικνυόμενον υπό του εκτελεστού ή διαχειριστού του αποβιώσαντος προσώπου.

Απαγορεύεται η άσκησις του επαγγέλματος του εμπορικού Αντιπροσώπου άνευ εγγραφής

8. Μετά πάροδον ενός έτους από της ενάρξεως της ισχύος του παρόντος Νόμου ουδείς-

(α) ασκεί το επάγγελμα του εμπορικού αντιπροσώπου ή καθ’ οιονδήποτε τρόπον ενεργεί ως εμπορικός αντιπρόσωπος ή προβάλλει εαυτόν ως τοιούτον~

(β) επαγγέλλεται υφ’ οιονδήποτε όνομα, επωνυμίαν ή τίτλον εν ω διαλαμβάνονται αι λέξεις “εμπορικός αντιπρόσωπος”,

εκτός εάν είναι εγγεγραμμένος δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου ως εμπορικός αντιπρόσωπος και δεν τω επεβλήθη δυνάμει του άρθρου 10 η ποινή της αναστολής.

Αδικήματα και ποιναί

9. Πας όστις παραβαίνει οιανδήποτε των διατάξεων του παρόντος Νόμου είναι ένοχος αδικήματος και υπόκειται, εν περιπτώσει καταδίκης, εις φυλάκισιν διά διάστημα μη υπερβαίνον τους εξ μήνας, ή εις χρηματικήν ποινήν μη υπερβαίνουσαν τας .450 ή εις αμφοτέρας τας ποινάς της φυλακίσεως και της χρηματικής τοιαύτης.

Πειθαρχικαί κυρώσεις

10.-(1) Εάν εμπορικός αντιπρόσωπος-

(α) καταδικασθή δι’ αδίκημα όπερ ενέχει έλλειψιν τιμιότητος, ή ηθικήν αισχρότητα, ή

(β) ευρεθή κατόπιν ερεύνης του Συμβουλίου ένοχος ανεντίμου ή επονειδίστου διαγωγής ην επέδειξεν εν τη ιδιότητι αυτού ως εμπορικού αντιπροσώπου ή διαγωγής μη συναδούσης προς το επάγγελμα αυτού, ή

(γ) αποδειχθή ότι ενεγράφη ως εμπορικός αντιπρόσωπος ή ότι τω παρεσχέθη άδεια διά ψευδών ή δολίων παραστάσεων,

το Συμβούλιον δύναται, αναλόγως της περιπτώσεως, να διατάξη την διαγραφήν του ονόματος του εκ του Μητρώου ή την αναστολήν της αδείας ασκήσεως επαγγέλματος του κοινοποιεί δε την τοιαύτην απόφασιν του εις τον ενδιαφερόμενον διά συστημένης επιστολής:

Νοείται ότι το Συμβούλιον δύναται κατά πάντα χρόνον, είτε αυτεπαγγέλτως είτε τη αιτήσει του ενδιαφερομένου προσώπου, να διατάξη την επανεγγραφήν του ονόματος του τοιούτου προσώπου εν τω Μητρώω, ατελώς ή τη καταβολή του υπό του Συμβουλίου καθορισθέντος τέλους.

Ιεραρχική προσφυγή

11.-(1) Πας όστις δεν ικανοποιείται εκ της αποφάσεως του Συμβουλίου δύναται εντός τριάκοντα ημερών από της εις αυτόν κοινοποιήσεως της αποφάσεως, δι’ εγγράφου προσφυγής, εν η εκτίθενται οι προς υποστήριξιν λόγοι, εις τον Υπουργόν να προσβάλη την τοιαύτην απόφασιν.

(2) Ο Υπουργός εξετάζει την εις αυτόν γενομένην προσφυγήν άνευ υπαιτίου βραδύτητος και αφού ακούση ή δώση την ευκαιρίαν εις τον προσφεύγοντα ή τον δικαιούχον ή τον εκπρόσωπον αυτού όπως υποστηρίξουν τους λόγους εφ’ ων στηρίζεται η προσφυγή, αποφασίζει επί ταύτης και κοινοποιεί αμελλητί την απόφασιν αυτού εις τον προσφεύγοντα:

Νοείται ότι ο Υπουργός δύναται να αναθέση εις λειτουργόν ή επιτροπήν λειτουργών του Υπουργείου του όπως εξετάση ωρισμένα θέματα αναφυόμενα εν τη προσφυγή και υποβάλη εις αυτόν το πόρισμα της τοιαύτης εξετάσεως προ της υπό του Υπουργού εκδόσεως αποφάσεως επί της προσφυγής.

(3) Ο μη ικανοποιηθείς εκ της αποφάσεως του Υπουργού δύναται να προσφύγη εις το Δικαστήριον.

Χρησιμοποιούμενα έγγραφα υπό εμπορικού αντιπροσώπου

12. Πας εμπορικός αντιπρόσωπος υποχρεούνται ν’ αναγράψη εις τα υπ’ αυτού χρησιμοποιούμενα παντός είδους έγγραφα την φράσιν “εμπορικός αντιπρόσωπος” και τον αριθμόν της εγγραφής του.

Κανονισμοί

13.-(1) Το Συμβούλιον, τη εγκρίσει του Υπουργικού Συμβουλίου εκδίδει Κανονισμούς, δημοσιευομένους εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας διά την καλυτέραν εφαρμογήν των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Άνευ περιορισμού της γενικότητος των διατάξεων του εδαφίου (1) οι τοιούτοι Κανονισμοί δύνανται να προβλέπωσι δι’ άπαντα ή τινα των ακολούθων θεμάτων:

(α) τον καθορισμόν της ακολουθητέας διαδικασίας εν σχέσει προς την εγγραφήν, επανεγγραφήν ή έκδοσιν αδείας,

(β) τον καθορισμόν των τελών εγγραφής, επανεγγραφής ή εκδόσεως αδείας, ως επίσης τον χρόνον διαρκείας της αδείας,

(γ) την ρύθμισιν της επαγγελματικής δεοντολογίας, την άσκησιν πειθαρχικής διώξεως και την επιβολήν πειθαρχικών ποινών.

(3) Κανονισμοί γινόμενοι επί τη βάσει του παρόντος άρθρου κατατίθενται εις την Βουλήν των Αντιπροσώπων. Εάν εντός τριάκοντα ημερών από της τοιαύτης καταθέσεως η Βουλή των Αντιπροσώπων δι’ αποφάσεως αυτής δεν τροποποιήση ή ακυρώση τους ούτω κατατεθέντας Κανονισμούς εν όλω ή εν μέρει, τότε ούτοι αμέσως μετά την πάροδον της ως άνω προθεσμίας δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας και τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως. Εν περιπτώσει τροποποιήσεως τούτων εν όλω ή εν μέρει υπό της Βουλής των Αντιπροσώπων, ούτοι δημοσιεύονται εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας από το αρμόδιον Υπουργείον εντός δεκαπέντε ημερών από της κοινοποιήσεως των εις αυτό ως ήθελον ούτω τροποποιηθή υπ’ αυτής και τίθενται εν ισχύι από της τοιαύτης δημοσιεύσεως.

Έναρξις ισχύος του παρόντος Νόμου

14. Ισχύς του παρόντος Νόμου άρχεται εις ημερομηνίαν ορισθησομένην υπό του Υπουργικού Συμβουλίου διά γνωστοποιήσεως δημοσιευομένης εν τη επισήμω εφημερίδι της Δημοκρατίας.