ΜΕΡΟΣ XIII ΜΕΤΡΑ ΑΝΑΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗΣ, ΕΓΚΑΙΡΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ, ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗΣ ΚΑΙ ΔΙΑΛΥΣΗΣ
Μέτρα αναδιοργάνωσης

33.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 16, 33Η, 33Θ, 33Ι, 33Κ και 33Λ και του εδαφίου (8), τα μέτρα αναδιοργάνωσης που εφαρμόζονται σε οποιοδήποτε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία ισχύουν και για οποιοδήποτε υποκατάστημα, το οποίο διατηρείται από ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία σε κράτος-μέλος άλλο από τη Δημοκρατία και επιφέρουν από της λήψης τους πλήρη αποτελέσματα και στο εν λόγω άλλο κράτος-μέλος χωρίς άλλες διατυπώσεις, ακόμα και εάν η νομοθεσία του άλλου κράτους-μέλους δεν προβλέπει τέτοια μέτρα ή εξαρτά την εφαρμογή τους από προϋποθέσεις που δεν πληρούνται:

Νοείται ότι, στην περίπτωση υποκαταστήματος πιστωτικού ιδρύματος που έχει την έδρα του σε κράτος-μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, μέτρα αναδιοργάνωσης που έχουν διαταχθεί από τις αρμόδιες αρχές του κράτους αυτού ισχύουν αυτόματα και στη Δημοκρατία.

(2) Σε περίπτωση λήψης μέτρων αναδιοργάνωσης σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία και -

(α) που είναι -

(i) τράπεζα που συστάθηκε στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να προτείνει συμβιβασμό ή διακανονισμό, το δε Δικαστήριο δύναται με συνοπτική αίτηση της Κεντρικής Τράπεζας να διατάξει σύγκληση συνέλευσης των πιστωτών της τράπεζας κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) του άρθρου 198 του περί Εταιρειών Νόμου ή

(ii) ΣΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, η Κεντρική Τράπεζα δύναται να προτείνει διευθέτηση, το δε Δικαστήριο δύναται με συνοπτική αίτηση της Κεντρικής Τράπεζας να διατάξει τη σύγκληση έκτακτης γενικής συνέλευσης των μελών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 49Β του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, και

(β) το Δικαστήριο επικυρώνει τον εν λόγω συμβιβασμό ή διακανονισμό ή διευθέτηση κατά τα οριζόμενα στην παράγραφο (α), μόνο αφού ακούσει τις απόψεις της Κεντρικής Τράπεζας κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (2) του άρθρου 198 του περί Εταιρειών Νόμου και του εδαφίου (2) του άρθρου 52 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, τα οποία άρθρα εφαρμόζονται κατ' αναλογία.

(3) Η λήψη μέτρων αναδιοργάνωσης δεν εμποδίζει τη διάλυση του ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία και την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισής του.

(4) Η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει χωρίς καθυστέρηση τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών για τη λήψη μέτρων αναδιοργάνωσης σε ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, καθώς και για τα ενδεχόμενα πρακτικά αποτελέσματα των μέτρων αυτών.

(5) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (6), η λήψη μέτρων αναδιοργάνωσης δημοσιεύεται το αργότερο μέσα σε δεκαπέντε ημερών στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και σε δύο εφημερίδες κάθε κράτους-μέλους υποδοχής.  Στη δημοσίευση αναφέρεται ρητά -

(α) ο σκοπός της απόφασης για τη λήψη των μέτρων αναδιοργάνωσης και ότι τα μέτρα αυτά, εκτός όπου στον παρόντα Νόμο προβλέπεται διαφορετικά, διέπονται από την ισχύουσα στη Δημοκρατία νομοθεσία·

(β) η προθεσμία για την άσκηση ενδίκων μέσων και ένδειξη της ημερομηνίας λήξης της προθεσμίας αυτής· και

(γ) η ακριβής διεύθυνση των αρχών που είναι αρμόδιες να αποφανθούν επί του ενδίκου μέσου.

(6) Τα μέτρα αναδιοργάνωσης εφαρμόζονται ανεξάρτητα από την πραγματοποίηση των δημοσιεύσεων που αναφέρονται στο εδάφιο (5) και επιφέρουν πλήρη αποτελέσματα έναντι των πιστωτών.

(7) Όπου, με βάση το μέτρο αναδιοργάνωσης, τίθενται κανόνες για ακυρότητα, ακύρωση ή κήρυξη του ανενεργού πράξεων που είναι επιβλαβείς για το σύνολο των πιστωτών και που έχουν πραγματοποιηθεί πριν από τη λήψη του μέτρου, οι πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, αναλόγως, δεν ισχύουν, εάν το πρόσωπο που ωφελήθηκε από συμφωνία επιβλαβή για το σύνολο των πιστωτών αποδείξει ότι η εν λόγω συμφωνία διέπεται από τη νομοθεσία  κράτους-μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, η οποία δεν προβλέπει στη συγκεκριμένη περίπτωση προσβολή της εν λόγω συμφωνίας.

(8) Η Κεντρική Τράπεζα δύναται οποτεδήποτε ήθελε κρίνει αναγκαίο, να ζητήσει την εφαρμογή ενός ή περισσοτέρων μέτρων αναδιοργάνωσης σε τράπεζα ή ΣΠΙ, με δεόντως αιτιολογημένη αίτηση που υποβάλλεται στο Δικαστήριο∙ σε τέτοια περίπτωση, το Δικαστήριο  δύναται να επικυρώσει τα μέτρα αναδιοργάνωσης παρά το γεγονός ότι, σε περίπτωση τράπεζας, δεν έχει συγκληθεί η κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 198 του περί Εταιρειών Νόμου συνέλευση των πιστωτών ή των μελών,  και σε περίπτωση ΣΠΙ δεν έχει συγκληθεί έκτακτη γενική συνέλευση μελών κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 49Β του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, που εφαρμόζονται κατ΄αναλογία:

Νοείται ότι, το επηρεαζόμενο ΑΠΙ έχει υποχρέωση να κοινοποιήσει τις απαιτούμενες πληροφορίες σε όλους τους πιστωτές του και σε όλα τα πρόσωπα που συμμετέχουν στο μετοχικό του κεφάλαιο όπως προβλέπεται σε περίπτωση τράπεζας από το άρθρο 199 του περί Εταιρειών Νόμου και σε περίπτωση συνεργατικού πιστωτικού ιδρύματος από το άρθρο 49Β του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου.

(9) Οι διατάξεις των εδαφίων (1) μέχρι (8) εφαρμόζονται, τηρουμένων των αναλογιών, και στην περίπτωση εφαρμογής μέτρων αναδιοργάνωσης σε υποκατάστημα πιστωτικού ιδρύματος, η έδρα του οποίου βρίσκεται σε κράτος-μέλος άλλο από τη Δημοκρατία.

(10) Η παράγραφος (ε) του άρθρου 33Α εφαρμόζεται και στην περίπτωση λήψης μέτρων αναδιοργάνωσης.

(11) Η Κεντρική Τράπεζα μεριμνά για τη δημοσίευση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας των μέτρων αναδιοργάνωσης που έχουν ληφθεί σε κράτος-μέλος άλλο από τη Δημοκρατία.

(12) Στην περίπτωση ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία που είναι ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, οι διατάξεις του παρόντος Άρθρου εφαρμόζονται τηρουμένου των διατάξεων του άρθρου 76 του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου.

(13) Τα εδάφια (4) και (7) δεν εφαρμόζονται όταν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 84 του Νόμου Εξυγίανσης το οποίο αφορά τις διαδικαστικές υποχρεώσεις των αρχών εξυγίανσης.

(14) Το Άρθρο 33 της Οδηγίας 2001/24/ΕΚ δεν εφαρμόζεται όταν τυγχάνει εφαρμογής το άρθρο 28Ζ του παρόντος Νόμου που αφορά την εμπιστευτικότητα.

Σχέδιο αναδιοργάνωσης

33δις.-(α) ΑΠΙ που τελεί υπό μέτρο διάσωσης με ίδια μέσα, καταρτίζει και εφαρμόζει σχέδιο αναδιοργάνωσης σύμφωνα με το άρθρο 61 του Νόμου Εξυγίανσης.

(β) H Κεντρική Τράπεζα αξιολογεί το σχέδιο αναδιοργάνωσης προκειμένου να δώσει τη γνώμη της στην αρχή εξυγίανσης κατά πόσο ικανοποιείται ότι με την εφαρμογή αυτού του σχεδίου είναι κατορθωτός ο στόχος της αποκατάστασης  της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας του ΑΠΙ.

(γ) Σε περίπτωση που κρίνεται ότι με το σχέδιο αναδιοργάνωσης δε θα επιτευχθεί ο στόχος της αποκατάστασης, η Κεντρική Τράπεζα δίνει τη σύμφωνη γνώμη της στην αρχή εξυγίανσης προκειμένου αυτή να γνωστοποιήσει στο διοικητικό όργανο ή στο πρόσωπο ή τα πρόσωπα που διορίστηκαν σύμφωνα με το άρθρο 74 του Νόμου Εξυγίανσης τα θέματα που την προβληματίζουν και να απαιτήσει τροποποίηση του σχεδίου, ούτως ώστε να αντιμετωπιστούν τα θέματα αυτά.

(δ) Η Κεντρική Τράπεζα συμφωνεί το τελικό σχέδιο αναδιοργάνωσης με την αρχή εξυγίανσης.

Εκκαθάριση

33Α. Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 33Η, 33Θ, 33Ι, 33Κ, 33Λ, 33Ν, 33Ξ και 33Ο, η έκδοση απόφασης για την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, η διαδικασία της εκκαθάρισης και τα αποτελέσματά της διέπονται από τις σχετικές διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου, εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και αφορούν ιδιαίτερα -

(α) τα στοιχεία του ενεργητικού που εξακολουθούν να αποτελούν περιουσία του ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, καθώς και τη μεταχείριση των στοιχείων του ενεργητικού που απέκτησε το ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία μετά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης·

(β) τις εκάστοτε εξουσίες του ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία και του εκκαθαριστή·

(γ) τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4Β) του άρθρου 33O, τις προϋποθέσεις συμψηφισμούˑ

(δ) τα αποτελέσματα της διαδικασίας εκκαθάρισης στις συμβάσεις που έχει συνάψει το ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία·

(ε) τα αποτελέσματα της διαδικασίας εκκαθάρισης σε ατομικές διώξεις πιστωτών, με εξαίρεση τα αποτελέσματα από υποθέσεις που εκκρεμούν ενώπιον Δικαστηρίου αναφορικά με στοιχεία ενεργητικού ή δικαιώματα που έχει απεκδυθεί το ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία, τα οποία ρυθμίζονται από τη νομοθεσία του κράτους μέλους, στο οποίο εκκρεμεί η δίκη·

(στ) τις απαιτήσεις που εγείρονται μετά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης, εναντίον του ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία και τον τρόπο, με τον οποίο αυτά αναγνωρίζονται στον ισολογισμό του ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία·

(ζ) τους κανόνες που διέπουν την υποβολή, επαλήθευση και αποδοχή των απαιτήσεων·

(η) τους κανόνες που διέπουν την διανομή του προϊόντος της ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων, τη σειρά προτεραιότητας των απαιτήσεων και τα δικαιώματα των πιστωτών που έχουν ικανοποιηθεί μερικώς μετά την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης δυνάμει εμπράγματου δικαιώματος ή μέσω συμψηφισμού·

(θ) τους όρους και τα αποτελέσματα της ολοκλήρωσης της διαδικασίας εκκαθάρισης·

(ι) τα δικαιώματα των πιστωτών μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκκαθάρισης·

(ια) τον καταλογισμό των εξόδων και των δαπανών της διαδικασίας εκκαθάρισης·

(ιβ) τους κανονισμούς που καθιστούν άκυρες, ακυρώσιμες ή ανενεργές τις επιβλαβείς για το σύνολο των πιστωτών συμφωνίες, εκτός εάν το πρόσωπο που ωφελήθηκε από συμφωνία επιβλαβή για το σύνολο των πιστωτών αποδείξει ότι -

(i) η εν λόγω συμφωνία διέπεται από τη νομοθεσία κράτους-μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, και

(ii) η νομοθεσία αυτή δεν προβλέπει, στη συγκεκριμένη περίπτωση, προσβολή της συμφωνίας:

Νοείται ότι, οποιοδήποτε υποκατάστημα που το υπό εκκαθάριση ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία διατηρεί σε κράτος-μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, υπόκειται στην έκταση που αφορά η εν λόγω εκκαθάριση, στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ως εάν το υποκατάστημα αυτό ήταν εγκατεστημένο και λειτουργούσε στη Δημοκρατία:

Νοείται περαιτέρω ότι στην περίπτωση ΑΠΙ που συστάθηκε στη Δημοκρατία που είναι ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων -

(α) οι όροι «περιουσία της εταιρείας», «ιδιοκτησία της εταιρείας», «ενεργητικό της εταιρείας» και «επιχείρηση της εταιρείας» που απαντώνται στις διατάξεις του περί Εταιρειών Νόμου αναφορικά με την εκκαθάριση εταιρείας, διαβάζονται, σε ό,τι αφορά την εκκαθάριση τέτοιου ιδρύματος, ως να μην περιέχουν τα στοιχεία ενεργητικού και τις συμβάσεις που περιλαμβάνονται σε κάλυμμα·

(β) το άρθρο 216 του περί Εταιρειών Νόμου δεν επιφέρει ακυρότητα της εισαγωγής στοιχείων ενεργητικού και συμβάσεων σε κάλυμμα, εφόσον η εισαγωγή αυτή διενεργείται σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου·

(γ) οι διατάξεις του άρθρου 40(3) του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου εφαρμόζονται χωρίς να επηρεάζονται από τις διατάξεις του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου.

Διάλυση και διορισμός εκκαθαριστή

33Β. Ανεξαρτήτως των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου για την εκκαθάριση εταιρείας και των διατάξεων του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου αναφορικά με την εκκαθάριση συνεργατικής εταιρείας, η ανάκληση της άδειας λειτουργίας ΑΠΙ δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 4Α, δεν αποτελεί λόγο εκκαθάρισης αυτού, παρά μόνο κατά τη διακριτική ευχέρεια της Κεντρικής Τράπεζας και μετά από απόφαση του Δικαστηρίου σε υποβληθείσα υπό της Κεντρικής Τράπεζας αίτηση, το οποίο για το διορισμό προσωρινού εκκαθαριστή ή εκκαθαριστή ΑΠΙ άλλου από τον Επίσημο Παραλήπτη, ακούει προηγουμένως τις απόψεις της Κεντρικής Τράπεζας:

Νοείται ότι, σε περίπτωση εκούσιας εκκαθάρισης, τα καταστατικά όργανα του ΑΠΙ ζητούν την γνώμη της Κεντρικής Τράπεζας προτού λάβουν τέτοια απόφαση, ενώ σε περίπτωση εκκαθάρισης, είτε από το Δικαστήριο, είτε υπό την επίβλεψη Δικαστηρίου, το Δικαστήριο ενημερώνει αμέσως την Κεντρική Τράπεζα για τη λήψη της εν λόγω απόφασης:

Νοείται περαιτέρω ότι οποιαδήποτε απόφαση για εκκαθάριση ΑΠΙ τυγχάνει εφαρμογής και επιφέρει αμέσως αποτελέσματα σε όλα τα κράτη-μέλη, στα οποία το ΑΠΙ διατηρεί υποκαταστήματα,  χωρίς άλλες διατυπώσεις:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, ανεξαρτήτως των προνοιών οποιουδήποτε άλλου νόμου, και τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 33Η, 33Θ, 33Ι, 33Κ και 33Λ, σε περίπτωση υποκαταστήματος πιστωτικού ιδρύματος που έχει την έδρα του σε κράτος-μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, οποιαδήποτε απόφαση για εκκαθάριση του πιστωτικού ιδρύματος που λαμβάνεται από τις αρμόδιες αρχές του κράτους-μέλους προέλευσης, αναγνωρίζεται και επιφέρει αποτελέσματα χωρίς περιορισμούς στη Δημοκρατία από τη στιγμή που αναγνωρίζεται και επιφέρει αποτελέσματα στο κράτος-μέλος προέλευσης, και η διαδικασία εκκαθάρισης και όλα τα θέματα που αναφέρονται στο άρθρο 33Α διέπονται από τη νομοθεσία που ισχύει στο κράτος-μέλος προέλευσης, ενώ οι πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί των Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, τυγχάνουν εφαρμογής στη Δημοκρατία στο βαθμό που δεν συγκρούονται με τη νομοθεσία του εν λόγω κράτους-μέλους προέλευσης.

Ειδική εκκαθάριση ΑΠΙ

33Βδις. (1) Ανεξάρτητα από το άρθρο  33Β, η Κεντρική Τράπεζα καταχωρεί αίτηση στο Δικαστήριο για έκδοση διατάγματος ειδικής εκκαθάρισης και διορισμό ειδικού εκκαθαριστή τράπεζας ή ΣΠΙ αντίστοιχα ως το εδάφιο (2) στις περιπτώσεις όπου -

(α) έχει ανακληθεί άδεια λειτουργίας ΑΠΙ δυνάμει του άρθρου 30(1Α) ή δυνάμει του άρθρου 4Α ή έχει παραδοθεί άδεια ΑΠΙ λειτουργίας δυνάμει του  άρθρου 4(6)∙ και

(β) το εν λόγω ΑΠΙ διατηρεί καταθέσεις που καλύπτονται από το Ταμείο Εγγύησης Καταθέσεων, το οποίο προβλέπεται στον περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμο∙ και

(γ) η ειδική εκκαθάριση του εν λόγω ΑΠΙ εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον:

Νοείται ότι οι πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου εφαρμόζονται στο μέτρο που δεν αντίκεινται στις πρόνοιες του παρόντος άρθρου:

Νοείται περαιτέρω ότι οι διατάξεις του Μέρους XIII για την εκκαθάριση ΑΠΙ εφαρμόζονται και στις περιπτώσεις ειδικής εκκαθάρισης ΑΠΙ, εκτός όπου έρχονται σε αντίθεση με τις πρόνοιες του παρόντος άρθρου.

(2)(α) Το Δικαστήριο εκδίδει το προβλεπόμενο στο εδάφιο (1) διάταγμα, εφόσον πεισθεί ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις που ορίζονται στο εν λόγω εδάφιο και διορίζει ειδικό εκκαθαριστή, και το Δικαστήριο διορίζει ειδικό εκκαθαριστή άλλο από τον Επίσημο Παραλήπτη κατόπιν σύστασης της Κεντρικής Τράπεζας και αφού ακούσει τις απόψεις της, ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 229 του περί Εταιρειών Νόμου.

(β)(i) Το εν λόγω διάταγμα εκδίδεται από το Δικαστήριο μετά από μονομερή (ex parte) αίτηση κατ’ εφαρμογή, τηρουμένων των αναλογιών, του άρθρου 9 του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών.

(ii) Για σκοπούς καταχώρησης ένστασης ή για να καταδειχθεί εκ μέρους του ΑΠΙ ο λόγος ώστε να παύσει το εκδοθέν διάταγμα να παραμένει σε ισχύ, η σχετική προθεσμία που δύναται να τεθεί από το οικείο Δικαστήριο καθορίζεται σε διάστημα που δεν υπερβαίνει τις τρεις (3) ημέρες.

(γ) Στο εν λόγω διάταγμα αναφέρεται ότι ο ειδικός εκκαθαριστής υπόκειται στον έλεγχο και στην εποπτεία της Κεντρικής Τράπεζας.

(3)(α) Ο ειδικός εκκαθαριστής επιλέγεται μεταξύ προσώπων αναγνωρισμένου κύρους και επαγγελματικής εμπειρίας σε χρηματοπιστωτικά θέματα.

(β) Η αμοιβή του ειδικού εκκαθαριστή και τα έξοδα διαδικασίας καταβάλλονται από το υπό ειδική εκκαθάριση ΑΠΙ. Σε περίπτωση αδυναμίας του να καταβάλει το σύνολο ή μέρος της δαπάνης, η Κεντρική Τράπεζα αναλαμβάνει τη σχετική υποχρέωση.

(4) Ο ειδικός εκκαθαριστής έχει -

(α) Ως πρωταρχικό καθήκον, να συνεργάζεται με τη Διαχειριστική Επιτροπή του ΣΕΚ και να διασφαλίζει, το συντομότερο δυνατό, την καταβολή σε καταθέτες αποζημιώσεων σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στον περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμο και στους δυνάμει αυτού εκδιδόμενους κανονισμούς∙

(β) ως δευτερεύον καθήκον, να επιφέρει με τη διενέργεια ειδικής εκκαθάρισης τα καλύτερα δυνατά αποτελέσματα για όλους τους πιστωτές του ΑΠΙ:

Νοείται ότι η επίτευξη του πρωταρχικού καθήκοντος του ειδικού εκκαθαριστή που προβλέπεται στην παράγραφο (α) υπερισχύει του καθήκοντός του που προβλέπεται στην παράγραφο (β), ο ειδικός εκκαθαριστής όμως έχει υποχρέωση να εργαστεί προς επίτευξη και των δύο καθηκόντων.

(5)(α) Χωρίς επηρεασμό των εξουσιών εκκαθαριστή ως αυτές διαλαμβάνονται στο άρθρο 233 του περί Εταιρειών Νόμου και στον περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμο, ο ειδικός εκκαθαριστής έχει επιπρόσθετα προς αυτές και τις ακόλουθες εξουσίες:

(i) Να διατηρεί και να συνάπτει ασφαλιστικά συμβόλαια σε σχέση με τις εργασίες και τα περιουσιακά στοιχεία του ΑΠΙ,

(ii) να προβαίνει σε αναγκαίες, κατά τη κρίση του, ενέργειες προς ρευστοποίηση των περιουσιακών στοιχείων του ΑΠΙ, και

(iii) να διενεργεί όλες τις αναγκαίες, κατά την κρίση του, πληρωμές που είναι σχετικές με την επίτευξη των στόχων του και των εξουσιών του.

(β) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 233 του περί Εταιρειών Νόμου αναφορικά με την έγκριση του Δικαστηρίου ή της επιτροπής επιθεώρησης, ο ειδικός εκκαθαριστής ασκεί ή εκτελεί τις εξουσίες του μετά από έγκριση της Κεντρικής Τράπεζας.

(γ) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 259 του περί Εταιρειών Νόμου και χωρίς επηρεασμό της επιφύλαξης του εν λόγω άρθρου, οι αναφερόμενες σε αυτό εξουσίες ασκούνται ή εκτελούνται από τον ειδικό εκκαθαριστή τράπεζας υπό τον έλεγχο της Κεντρικής Τράπεζας.

(δ) Τα ανήκοντα στους πελάτες του ΑΠΙ χρηματοοικονομικά μέσα, σε υλική ή άυλη μορφή, που κατέχει άμεσα ή έμμεσα το ΑΠΙ επί των οποίων η απαίτηση των πελατών επαληθεύεται με βάση τις εγγραφές στα βιβλία και στοιχεία του ΑΠΙ, καθώς και με κάθε άλλο έγγραφο αποδεικτικό μέσο, καθώς και το περιεχόμενο των τραπεζικών θυρίδων, αποχωρίζονται από την προς διανομή εταιρική περιουσία και αποδίδονται στους δικαιούχους τους, εκτός αν -

(i) έχει συσταθεί επ’ αυτών ενέχυρο, οπότε παραδίδονται στον ενεχυρούχο δανειστή, ή

(ii) υφίσταται απαίτηση του ΑΠΙ κατά των δικαιούχων, οπότε συμψηφίζονται οι αντίθετες ομοειδείς απαιτήσεις.

(6) Η Κεντρική Τράπεζα έχει υποχρέωση να διασφαλίζει ότι ο ειδικός εκκαθαριστής ασκεί τα καθήκοντά του σύμφωνα με το παρόν άρθρο.

(7) Η Κεντρική Τράπεζα, μόλις καταστεί εφικτό, προβαίνει σε συστάσεις προς τον ειδικό εκκαθαριστή  αναφορικά με τους κατάλληλους τρόπους επίτευξης του πρωταρχικού του καθήκοντος ως αναφέρεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (4) και ο ειδικός εκκαθαριστής έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται με οποιεσδήποτε τέτοιες συστάσεις.

(8) Ο ειδικός εκκαθαριστής υποβάλλει στην Κεντρική Τράπεζα, έκθεση για οποιοδήποτε θέμα -

(α) μετά από απαίτηση της Κεντρικής Τράπεζας και εντός χρονοδιαγράμματος που αποφασίζεται από αυτήν, ή

(β)   οποτεδήποτε ο ειδικός εκκαθαριστής θεωρεί αναγκαίο.

(9) Ο ειδικός εκκαθαριστής ενημερώνει την Κεντρική Τράπεζα σε σχέση με την πρόοδό του προς επίτευξη του πρωταρχικού του καθήκοντος, ως αυτό προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (4), και ειδοποιεί γραπτώς την Κεντρική Τράπεζα, όταν κατά την κρίση του, το καθήκον αυτό έχει επιτευχθεί στην ολότητά του ή έως ένα σημείο το οποίο θεωρεί ως το πιο πρακτικά δυνατό.

(10) Η Κεντρική Τράπεζα, όταν παραλάβει την ειδοποίηση που αναφέρεται στο εδάφιο (9) -

(α) αποφασίζει ότι το πρωταρχικό καθήκον του ειδικού εκκαθαριστή, ως αυτό προβλέπεται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (4), έχει επιτευχθεί στην ολότητά του ή ως το πιο πρακτικά δυνατό σημείο, ή

(β)  απευθύνεται, στο Δικαστήριο αιτούμενη οδηγίες για την άσκηση των εξουσιών που της παρέχει το παρόν άρθρο.

(11) Σε περίπτωση που έχουν εφαρμοστεί μέτρα αναδιοργάνωσης σε ΑΠΙ σύμφωνα με τον περί Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Νόμο, η ειδική εκκαθάριση του εν λόγω ΑΠΙ ολοκληρώνεται μόνο όταν η εφαρμογή των εν λόγω μέτρων έχει ολοκληρωθεί.

(12) Σε περίπτωση κατά την οποία εκούσια εκκαθάριση ΑΠΙ έχει ήδη αρχίσει σύμφωνα με τις πρόνοιες του περί Εταιρειών Νόμου ή του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου, ανάλογα με την περίπτωση, και συντρέχουν οι προϋποθέσεις του εδαφίου (1), η Κεντρική Τράπεζα δύναται να καταχωρήσει αίτηση στο Δικαστήριο για έκδοση διατάγματος ειδικής εκκαθάρισης όπως αναφέρεται στον παρόν άρθρο.

(13)  Από την ημέρα έκδοσης του διατάγματος ειδικής εκκαθάρισης και διορισμού ειδικού εκκαθαριστή, ουδεμία αγωγή ή διαδικασία συνεχίζεται ή αρχίζει εναντίον του υπό εκκαθάριση ΑΠΙ.

(14)  Ο ειδικός εκκαθαριστής εκτελεί τα καθήκοντά του μέχρι-

(α) Να παραιτηθεί από αυτά με ειδοποίηση προς το Δικαστήριο και κοινοποίηση αυτής στην Κεντρική Τράπεζα, ή

(β)  να απαλλαγεί από αυτά με διάταγμα  Δικαστηρίου  κατόπιν σύστασης της Κεντρικής Τράπεζας.

(15) Ο ειδικός εκκαθαριστής ευθύνεται μόνο για δόλο και βαρεία αμέλεια. Δεν υπέχει οποιαδήποτε ευθύνη για χρέη του υπό ειδική εκκαθάριση ΑΠΙ που γεννήθηκαν πριν από το διορισμό του.

Ενημέρωση αρμόδιων αρχών άλλων κρατών-μελών

33Γ. Η Κεντρική Τράπεζα ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των άλλων κρατών-μελών για την απόφαση να κινηθεί διαδικασία εκκαθάρισης, καθώς και για τα συγκεκριμένα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής.

Εκούσια εκκαθάριση

33Δ. Η εκούσια εκκαθάριση ΑΠΙ δεν αποκλείει την υιοθέτηση μέτρου αναδιοργάνωσης ή την έναρξη διαδικασίας εκκαθάρισης.

Έναρξη διαδικασίας εκκαθάρισης

33Ε.-(1) Σε περίπτωση όπου αποφασίζεται η έναρξη διαδικασίας εκκαθάρισης ΑΠΙ ενώ δεν έχουν ληφθεί μέτρα αναδιοργάνωσης ή τα ληφθέντα μέτρα αναδιοργάνωσης έχουν αποτύχει, η άδεια λειτουργίας του εν λόγω ΑΠΙ ανακαλείται από την Κεντρική Τράπεζα, ενώ η τελευταία ενημερώνει αμέσως τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών όπου το ΑΠΙ διατηρεί υποκαταστήματα:

Νοείται ότι, όπου η Κεντρική Τράπεζα αποφασίσει να ανακαλέσει άδεια λειτουργίας ΑΠΙ που συστάθηκε σε τρίτη χώρα, ενημερώνει τις αρμόδιες αρχές των κρατών-μελών για την εν λόγω απόφασή της, πριν την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης, παρέχοντας λεπτομέρειες αναφορικά με τα ενδεχόμενα αποτελέσματα της διαδικασίας αυτής.

(2) Η ανάκληση της άδειας λειτουργίας κατά τα οριζόμενα στο εδάφιο (1) δεν εμποδίζει τον εκκαθαριστή να εξακολουθήσει ορισμένες δραστηριότητες του ΑΠΙ στο βαθμό που απαιτείται ή ενδείκνυται για τις ανάγκες της εκκαθάρισης, νοουμένου ότι οι δραστηριότητες αυτές ασκούνται με τη συγκατάθεση και υπό τον έλεγχο της Κεντρικής Τράπεζας.

Δημοσίευση

33Ζ. Ο εκκαθαριστής μεριμνά για τη δημοσίευση μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, της απόφασης για την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης στην Επίσημη Εφημερίδα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, καθώς και σε δύο εφημερίδες που κυκλοφορούν σε όλη την επικράτεια κάθε κράτους-μέλους υποδοχής.

Επιπτώσεις σε σχέση με συγκεκριμένες συμβάσεις

33Η.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 33 και 33Α, τα αποτελέσματα των μέτρων αναδιοργάνωσης ή της έναρξης διαδικασίας εκκαθάρισης επί -

(α) των συμβάσεων και σχέσεων εργασίας· και

(β) των δικαιωμάτων επί ακινήτου, πλοίου ή αεροσκάφους τα οποία χρήζουν καταχώρησης σε Μητρώο, διέπονται από τη νομοθεσία του κράτους-μέλους που διέπει τη σύμβαση εργασίας ή επιτάσσει τη τήρηση του Μητρώου, ανάλογα με την περίπτωση, ενώ τα αποτελέσματα τέτοιων μέτρων επί συμβάσεων που παρέχουν δικαίωμα κάρπωσης ακινήτου ή απόκτησης της κυριότητάς του,

διέπονται αποκλειστικά από τη νομοθεσία του κράτους-μέλους, στο έδαφος του οποίου βρίσκεται το ακίνητο:

Νοείται ότι, η άσκηση των δικαιωμάτων κυριότητας ή άλλων δικαιωμάτων επί τίτλων, η ύπαρξη ή μεταβίβαση των οποίων προϋποθέτει την εγγραφή τους σε Μητρώο, λογαριασμό ή κεντρικό σύστημα καταθέσεων, διέπεται από τους νόμους του κράτους-μέλους, στο οποίο τηρείται ή βρίσκεται το Μητρώο, ο λογαριασμός ή το κεντρικό σύστημα καταθέσεων, στο οποίο έχουν εγγραφεί αυτά τα δικαιώματα:

(2)(α) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 70 και 73 του Νόμου Εξυγίανσης, οι συμφωνίες συμψηφισμού διέπονται αποκλειστικά από το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση η οποία διέπει τις συμφωνίες αυτές.

(β) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 70 και 73 του Νόμου Εξυγίανσης και με την επιφύλαξη του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, οι συμφωνίες επαναγοράς διέπονται αποκλειστικά από το δίκαιο που εφαρμόζεται στη σύμβαση η οποία διέπει τις συμφωνίες αυτές.

(γ) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), οι συναλλαγές που διενεργούνται στο πλαίσιο του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου, διέπονται αποκλειστικά από τους νόμους που εφαρμόζονται στη σύμβαση που διέπει τις εν λόγω συμφωνίες ή τις εν λόγω συναλλαγές.

Δικαιώματα τρίτων

33Θ.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (7) του άρθρου 33 και της παραγράφου (ιβ) του άρθρου 33Α, η εφαρμογή των μέτρων αναδιοργάνωσης ή η έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης δεν επηρεάζουν το εμπράγματο δικαίωμα πιστωτή ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου, επί κινητών ή ακινήτων περιουσιακών στοιχείων, τα οποία ανήκουν στο ΑΠΙ και βρίσκονται στο έδαφος κράτους-μέλους άλλου από τη Δημοκρατία, κατά τη στιγμή της εφαρμογής των μέτρων αυτών ή της έναρξης της εν λόγω διαδικασίας.

(2) Τα δικαιώματα που αναφέρονται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνουν ιδίως -

(α) το δικαίωμα απευθείας ή μέσω τρίτου, διάθεσης περιουσιακού στοιχείου και ικανοποίησης από το τίμημα ή τις προσόδους του, ιδίως δυνάμει ενεχύρου ή υποθήκης·

(β) το αποκλειστικό δικαίωμα είσπραξης απαίτησης, ιδίως όπου το δικαίωμα αυτό είναι εξασφαλισμένο, είτε με ενέχυρο, αντικείμενο του οποίου είναι η απαίτηση, είτε με εκχώρηση της απαίτησης αυτής·

(γ) το δικαίωμα διεκδίκησης ή επιστροφής του περιουσιακού στοιχείου από οποιονδήποτε που το κατέχει ή το καρπούται αντίθετα προς την επιθυμία του δικαιούχου·

(δ) το εμπράγματο δικαίωμα κάρπωσης περιουσιακού στοιχείου:

Νοείται ότι, δικαίωμα που εγγράφεται σε Μητρώο και εφαρμόζεται έναντι οποιουδήποτε προσώπου, με βάση, το οποίο είναι δυνατόν να αποκτηθεί εμπράγματο δικαίωμα, κατά την έννοια του εδαφίου (1), θεωρείται εμπράγματο δικαίωμα.

Επιφυλάξεις σε σχέση με την κυριότητα. 10(Ι) του 1994, 8(Ι) του 1995, 9(Ι) του 1995, 101(Ι) του 1999

33Ι.-(1) Τηρουμένων του εδαφίου (7) του άρθρου 33 και της παραγράφου (ιβ) του άρθρου 33Α, καθώς και των διατάξεων των περί Πωλήσεως Αγαθών Νόμων του 1994 έως 1999 -

(α) η εφαρμογή των μέτρων αναδιοργάνωσης ή η έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης ΑΠΙ που αγοράζει περιουσιακό στοιχείο δεν επηρεάζει τα δικαιώματα του πωλητή, σ’ ότι αφορά την κυριότητα, εάν κατά την στιγμή της εφαρμογής των μέτρων αυτών ή της έναρξης της εν λόγω διαδικασίας, το περιουσιακό στοιχείο βρίσκεται στο έδαφος άλλου κράτους-μέλους άλλου από τη Δημοκρατία·

(β) η εφαρμογή των μέτρων αναδιοργάνωσης ή η έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης ΑΠΙ που πωλεί περιουσιακό στοιχείο, μετά την παράδοση του, δεν συνιστά λόγο λύσης ή καταγγελίας της πώλησης και δεν εμποδίζει τον αγοραστή να αποκτήσει την κυριότητα του πωληθέντος στοιχείου, εάν κατά τη στιγμή της εφαρμογής των εν λόγω μέτρων αναδιοργάνωσης ή της έναρξης της εν λόγω διαδικασίας, το περιουσιακό στοιχείο βρίσκεται στο έδαφος κράτους-μέλους άλλου από τη Δημοκρατία.

Συμψηφισμός

33Κ. Τηρουμένων των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου, του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου και των άρθρων 33(7) και 33Α(ιβ) του παρόντος Νόμου και, όταν το ΑΠΙ είναι ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων, του άρθρου 40(4) του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου, η εφαρμογή των μέτρων αναδιοργάνωσης ή η έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης δεν επηρεάζουν το δικαίωμα πιστωτή να ζητήσει το συμψηφισμό της απαίτησής του με την απαίτηση του ΑΠΙ, εφόσον ο συμψηφισμός αυτός επιτρέπεται από τη σύμβαση που έχει συναφθεί μεταξύ του πιστωτή και του ΑΠΙ.

Προστασία τρίτων σε ειδικές περιπτώσεις

33Λ. Σε περίπτωση που ΑΠΙ , μετά τη λήψη οποιουδήποτε μέτρου αναδιοργάνωσης ή την έναρξη της διαδικασίας εκκαθάρισης, συνάπτει συμφωνία μέσω της οποίας διατίθενται -

(α) ακίνητο·

(β) πλοίο ή αεροσκάφος που εγγράφεται υποχρεωτικά σε Μητρώο· ή

(γ) κινητές αξίες ή άλλοι τίτλοι ή δικαιώματα σε τίτλους, προϋπόθεση της ύπαρξης ή της μεταβίβασης των οποίων, είναι η εγγραφή σε Μητρώο ή σε λογαριασμό ή όπου τέτοιες αξίες ή τέτοιοι τίτλοι τοποθετούνται σε κεντρικό σύστημα καταθέσων που τηρείται ή βρίσκεται στη Δημοκρατία ή άλλο κράτος-μέλος,

το κύρος της συμφωνίας διέπεται από τους νόμους του κράτους-μέλους, στο οποίο βρίσκεται το ακίνητο ή το οποίο επιτάσσει την τήρηση των προαναφερθέντων Μητρώων, του λογαριασμού ή του συστήματος.

Βεβαίωση σε σχέση με διορισμό εκκαθαριστή

33Μ. Η προσκόμιση επικυρωμένου αντιγράφου της απόφασης διορισμού εκκαθαριστή πιστωτικού ιδρύματος που συστάθηκε σε κράτος-μέλος άλλο από τη Δημοκρατία και διατηρεί υποκατάστημα στη Δημοκρατία ή η βεβαίωση από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους-μέλους του διορισμού του προσώπου αυτού, αποτελεί ικανοποιητική απόδειξη και δεν απαιτείται οποιαδήποτε άλλη διατύπωση.

Εξουσίες του εκκαθαριστή

33Ν.-(1) Κατά την άσκηση των εξουσιών του σε κράτος-μέλος άλλο από τη Δημοκρατία, ο εκκαθαριστής συμμορφώνεται με τους νόμους του κράτους αυτού, ιδίως σε ό,τι αφορά τις διαδικασίες ρευστοποίησης των περιουσιακών στοιχείων και ενημέρωσης των εργαζομένων:

Νοείται ότι, οι εξουσίες αυτές δεν μπορούν να περιλαμβάνουν την εξουσία λήψης απόφασης επί νομικής διαδικασίας ή διαφοράς.

(2) Κατά την άσκηση των εξουσιών του δυνάμει του εδαφίου (1), ο εκκαθαριστής δύναται να ορίσει πρόσωπα για να τον εκπροσωπούν ή να ενεργούν εκ μέρους και για λογαριασμό του, είτε στη Δημοκρατία, είτε σε άλλο κράτος-μέλος.

Διάλυση ΑΠΙ που είναι ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων

33Ξ. Για τους σκοπούς των διατάξεων του περί Εταιρειών Νόμου ή  του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου που προβλέπουν για τη διάλυση εταιρείας μετά την πλήρη εκκαθάριση των υποθέσεων της, ΑΠΙ που είναι ίδρυμα με υποχρεώσεις καλυμμένων αξιογράφων δε διαλύεται, παρά το ότι εκκαθαρίστηκαν πλήρως οι υποθέσεις του, προτού η Κεντρική Τράπεζα τερματίσει το διορισμό διαχειριστή εργασιών καλυμμένων αξιογράφων σύμφωνα με το εδάφιο (1) του άρθρου 67 του περί Καλυμμένων Αξιογράφων Νόμου και γνωστοποιήσει την απόφαση αυτού του τερματισμού σύμφωνα με το εδάφιο (2) του ιδίου άρθρου.

Κατάταξη των απαιτήσεων στις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας

33Ο.-(1) Κατά τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας ΑΠΙ, εφαρμόζονται, κατά προτεραιότητα, οι διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 300 του περί Εταιρειών Νόμου.

(2) Χωρίς επηρεασμό των διατάξεων του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου, των διατάξεων της παραγράφου (β) του εδαφίου (7) του άρθρου 45 του περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμου και των διατάξεων του Άρθρου 22, παράγραφος 6, του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 806/2014, καταβάλλονται με την ακόλουθη σειρά προτεραιότητας τα πιο κάτω χρέη και απαιτήσεις:

(α) Χρέη ή απαιτήσεις εξασφαλισμένες με επιβάρυνση στο ενεργητικό του ΑΠΙ μέχρι του ποσού που προκύπτει από τη ρευστοποίηση της εξασφάλισης ή η εξασφάλιση παραδίδεται στο δικαιούχο πιστωτή∙

(β) απαιτήσεις που απορρέουν από πιστώσεις που παραχωρήθηκαν από την Κεντρική Τράπεζα πριν το διορισμό του εκκαθαριστή ή ειδικού εκκαθαριστή∙

(γ) αναγκαία και εύλογα έξοδα του εκκαθαριστή ή του ειδικού εκκαθαριστή, συμπεριλαμβανομένων επαγγελματικών εξόδων κατά την εφαρμογή των διατάξεων της εκκαθάρισης ή της ειδικής εκκαθάρισης, αναλόγως∙

(δ) τα ακόλουθα με την ίδια σειρά προτεραιότητας:

(i) οι καλυπτόμενες καταθέσεις,

(ii) το σύστημα εγγύησης καταθέσεων που υποκαθίσταται στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των καλυπτόμενων  καταθετών σε περίπτωση αφερεγγυότητας∙

(ε) τα ακόλουθα με την ίδια σειρά προτεραιότητας:

(i) το τμήμα των επιλέξιμων καταθέσεων φυσικών  προσώπων  και  πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων  επιχειρήσεων που υπερβαίνει το επίπεδο κάλυψης που προβλέπεται στους Κανονισμούς 8 και 9 των περί Συστήματος Εγγύησης των Καταθέσεων και Εξυγίανσης Πιστωτικών και Άλλων Ιδρυμάτων Κανονισμών,

(ii) οι καταθέσεις φυσικών προσώπων και πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που θα ήταν επιλέξιμες εάν δεν είχαν γίνει μέσω υποκαταστημάτων εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης που ανήκουν σε πιστωτικά ιδρύματα εγκατεστημένα στην Ευρωπαϊκή Ένωση·

(στ)  τα ακόλουθα με την ίδια σειρά προτεραιότητας:

(i) λοιπές καταθέσεις,

(ii) απαιτήσεις από εμπορικό πιστωτή ή προμηθευτή, που συνδέεται με την παροχή στο ίδρυμα ή στο σχετικό πρόσωπο αγαθών και υπηρεσιών για την καθημερινή λειτουργία του, συμπεριλαμβανομένων των υπηρεσιών πληροφορικής κοινής ωφελείας, καθώς και της ενοικίασης, συντήρησης και φροντίδας των εγκαταστάσεων∙

(ζ) κοινές μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις φυσικών ή νομικών προσώπων, περιλαμβανομένων απαιτήσεων από παράγωγα, καθώς και των απαιτήσεων από χρεωστικά μέσα, με εξαίρεση τις απαιτήσεις από χρεωστικά μέσα που προβλέπονται στις παραγράφους (η), (θ), (ι) και (ια) του παρόντος εδαφίου, κατά οντοτήτων που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 2Α του παρόντος Νόμου·

(η) μη εξασφαλισμένες απαιτήσεις που απορρέουν από χρεωστικά μέσα τα οποία πληρούν σωρευτικά τις ακόλουθες προϋποθέσεις:

(i) η αρχική συμβατική διάρκεια των χρεωστικών μέσων είναι τουλάχιστον ένα έτος,

(ii) τα χρεωστικά μέσα δεν περιέχουν ενσωματωμένα παράγωγα και δεν είναι παράγωγα:

Νοείται ότι τα χρεωστικά μέσα με κυμαινόμενο επιτόκιο, που προέρχεται από ευρέως χρησιμοποιούμενο επιτόκιο αναφοράς και τα χρεωστικά μέσα που δεν είναι εκφρασμένα στο εθνικό νόμισμα του εκδότη εφόσον το κεφάλαιο, η αποπληρωμή και οι τόκοι είναι στο ίδιο νόμισμα, δεν θεωρούνται χρεωστικά μέσα με ενσωματωμένα παράγωγα μόνον λόγω αυτών των χαρακτηριστικών,

(iii) τα σχετικά συμβατικά έγγραφα και κατά περίπτωση το ενημερωτικό δελτίο που σχετίζονται με την έκδοση αναφέρουν ρητά την χαμηλότερη σειρά κατάταξης σύμφωνα με την παρούσα παράγραφο (η)∙

(θ) χρέη ή απαιτήσεις από χρεωστικά μέσα, χαμηλής κατάταξης εξαιρουμένων των απαιτήσεων που αναφέρονται στις παραγράφους (ι) και (ια)∙

(ι) απαιτήσεις από μέσα της κατηγορίας 2∙

(ια) απαιτήσεις από πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1∙

(ιβ) απαιτήσεις από κοινές μετοχές της κατηγορίας 1.

(3)(α) Απαιτήσεις, που απορρέουν από χορήγηση κρατικής ενίσχυσης, η οποία είναι ασυμβίβαστη με την εσωτερική αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τα διαλαμβανόμενα στα Άρθρα 107 έως 109 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν προτεραιότητα σε σχέση με απαιτήσεις ίδιας μορφής που δεν απορρέουν από χορήγηση κρατικής ενίσχυσης.

(β) Τηρουμένων των διατάξεων των παραγράφων (γ) και (δ) του εδαφίου (2) και του εδαφίου (3), απαιτήσεις που απορρέουν από τη χορήγηση κρατικής ενίσχυσης, η οποία κρίθηκε συμβιβάσιμη με την εσωτερική αγορά της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά τα διαλαμβανόμενα στα Άρθρο 107 έως 109 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, έχουν προτεραιότητα σε σχέση με απαιτήσεις ίδιας μορφής που δεν απορρέουν από χορήγηση κρατικής ενίσχυσης.

(4) Η κυπριακή νομοθεσία που διέπει τις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας, ως είχε στις 31 Δεκεμβρίου 2016, εφαρμόζεται στην κατάταξη σε κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας των μη εξασφαλισμένων απαιτήσεων που απορρέουν από χρεωστικά μέσα εκδοθέντα από οντότητες που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (2) του άρθρου 2Α του παρόντος Νόμου, πριν από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του περί Εργασιών Πιστωτικών Ιδρυμάτων (Τροποποιητικού) Νόμου του 2019.

(4Α)(α) Το σύνολο των απαιτήσεων, που προκύπτουν από στοιχεία ιδίων κεφαλαίων, έναντι ΑΠΙ ή οντοτήτων που αναφέρονται στο άρθρο 2Α(2)(α)(i) έως (iii), έχουν χαμηλότερη κατάταξη στις κανονικές διαδικασίες αφερεγγυότητας από οποιαδήποτε απαίτηση δεν προκύπτει από στοιχείο ιδίων κεφαλαίων.

(β) Για τους σκοπούς του παρόντος εδαφίου, στον βαθμό που ένα μέσο έχει μόνο μερικώς αναγνωριστεί ως στοιχείο ιδίων κεφαλαίων, το σύνολο του μέσου αντιμετωπίζεται ως απαίτηση που προκύπτει από στοιχείο ιδίων κεφαλαίων και κατατάσσεται χαμηλότερα από οποιαδήποτε απαίτηση δεν προκύπτει από στοιχείο ιδίων κεφαλαίων.

(4Β) Παρά τις διατάξεις του άρθρου 298Β του περί Εταιρειών Νόμου, το άρθρο 35 του περί Πτώχευσης Νόμου, δεν τυγχάνει εφαρμογής αναφορικά με χρέη ή απαιτήσεις που αναφέρονται στην παράγραφο (ζ) έως (ια) του εδάφιου (2), πλην των απαιτήσεων από παράγωγα που αναφέρονται στην παράγραφο (ζ) του εν λόγω εδαφίου.

(5) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου -

Οι όροι «επιλέξιμες καταθέσεις», «μέσα της κατηγορίας 2», «παράγωγα», «πολύ μικρές, μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις» και «πρόσθετα μέσα της κατηγορίας 1» έχουν την έννοια που τους αποδίδει ο περί Εξυγίανσης Πιστωτικών Ιδρυμάτων και Επενδυτικών Εταιρειών Νόμος∙

«χρέη ή απαιτήσεις από χρεωστικά μέσα, χαμηλής κατάταξης» σημαίνει χρέη ή απαιτήσεις από δάνεια ή χρεωστικά μέσα που εκδίδονται για να παρέχουν επικουρική απαίτηση έναντι του ιδρύματος έκδοσης, η οποία μπορεί να ασκηθεί μόνο αφού έχουν ικανοποιηθεί όλες οι απαιτήσεις υψηλότερης κατάταξης·

ο όρος «χρεωστικά μέσα» σημαίνει ομολογίες και άλλες μορφές μεταβιβάσιμων χρεών και μέσα με τα οποία δημιουργείται η αναγνωρίζεται μια οφειλή.