ΜΕΡΟΣ X ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Προστασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα

54. Η επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα είτε από τον Οργανισμό είτε από οποιοδήποτε παροχέα υπηρεσιών φροντίδας υγείας επιτρέπεται μόνο σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου.

Εχεμύθεια και ασφάλεια της επεξεργασίας από τον Οργανισμό

54Α.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, οποιοσδήποτε αξιωματούχος, λειτουργός ή υπάλληλος του Οργανισμού, υπόκειται στο καθήκον εχεμύθειας για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρούνται από τον Οργανισμό. το καθήκον εχεμυθείας υφίσταται και μετά τη με οποιοδήποτε τρόπο αποχώρησή του από τον Οργανισμό.

(2) Ο Οργανισμός διασφαλίζει ότι μόνο ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό του έχει πρόσβαση στα διατηρούμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα και διατηρεί μητρώο εξουσιοδοτημένου προσωπικού και εφαρμόζει τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίζει και να μπορεί να αποδεικνύει οποιαδήποτε πρόσβαση στα δεδομένα.(3) (α)  Ο Οργανισμός έχει υποχρέωση να διατηρεί τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα μέχρι το τέλος του χρονικού διαστήματος διατήρησης το οποίο θα καθοριστεί με Αποφάσεις.

(β) Ο Οργανισμός διασφαλίζει ότι τα διατηρούμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα καταστρέφονται στο τέλος του χρονικού διαστήματος διατήρησης, εξαιρουμένων εκείνων στα οποία έχει διαταχθεί από το δικαστήριο πρόσβαση και τα οποία έχει υποχρέωση να διατηρεί ξεχωριστά.

(4) Πρόσωπο το οποίο παραβιάζει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε (5) ετών ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ (€10.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

Εχεμύθεια και ασφάλεια της επεξεργασίας από τους παροχείς υπηρεσιών φροντίδας υγείας

54Β.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου, οποιοσδήποτε παροχέας υπηρεσιών φροντίδας υγείας, αξιωματούχος, λειτουργός ή υπάλληλός του υπόκειται σε καθήκον εχεμύθειας για τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου. το καθήκον εχεμυθείας του παροχέα υπηρεσιών φροντίδας υγείας υφίσταται και μετά τη με οποιοδήποτε τρόπο λήξη της σύμβασής του με τον Οργανισμό ή τον τερματισμό με οποιοδήποτε τρόπο της πρόσβασής του στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου. το καθήκον εχεμύθειας των αξιωματούχων, λειτουργών ή υπαλλήλων υφίσταται και μετά τη με οποιοδήποτε τρόπο αποχώρησή τους από τον παροχέα υπηρεσιών φροντίδας υγείας.

(2) Ο παροχέας υπηρεσιών φροντίδας υγείας διασφαλίζει ότι μόνο ειδικά εξουσιοδοτημένο προσωπικό του έχει πρόσβαση στα διατηρούμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, εσωτερικών κανονισμών και Αποφάσεων και διατηρεί μητρώο εξουσιοδοτημένου προσωπικού και εφαρμόζει τα κατάλληλα τεχνικά και οργανωτικά μέτρα προκειμένου να διασφαλίζει και να μπορεί να αποδεικνύει οποιαδήποτε πρόσβαση στα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα.

(3) (α) Ο παροχέας υπηρεσιών φροντίδας υγείας έχει υποχρέωση να διατηρεί τα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, εσωτερικών κανονισμών και Αποφάσεων μέχρι το τέλος του χρονικού διαστήματος διατήρησης, το οποίο θα καθοριστεί με Αποφάσεις.

(β) Ο παροχέας υπηρεσιών φροντίδας υγείας διασφαλίζει ότι τα διατηρούμενα δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα που τηρεί δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, εσωτερικών κανονισμών και Αποφάσεων καταστρέφονται στο τέλος του χρονικού διαστήματος διατήρησης, εξαιρουμένων εκείνων για τα οποία έχει διαταχθεί από το δικαστήριο πρόσβαση και τα οποία έχει υποχρέωση να διατηρεί ξεχωριστά.

(4) Πρόσωπο το οποίο παραβιάζει τις διατάξεις του παρόντος άρθρου είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες ευρώ ή και στις δύο αυτές ποινές.

Λήψη και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον Οργανισμό

54Γ. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, εσωτερικών κανονισμών και Αποφάσεων και για σκοπούς δημιουργίας και επικαιροποίησης ενός ολοκληρωμένου μητρώου δικαιούχων, ο Οργανισμός έχει δικαίωμα να λαμβάνει και να επεξεργάζεται δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα από τα αρχεία που τηρεί η Δημοκρατία και οι αρχές τοπικής αυτοδιοίκησης.

Προστασία από αυτοματοποιημένη επεξεργασία προσωπικών πληροφοριών

55. [Διαγράφηκε]
Ασφαλιστική κάλυψη για αποζημιώσεις λόγω αμέλειας

56. Oι παροχείς υπηρεσιών φροντίδας υγείας οφείλουν να καλύπτονται από ασφαλιστική κάλυψη έναντι αμέλειας αναφορικά με την παροχή των υπηρεσιών φροντίδας υγείας από ανεξάρτητο ασφαλιστικό ίδρυμα ή οργανισμό σε ύψος και περιεχόμενο που κατά καιρούς κρίνεται από το Συμβούλιο ως επαρκές.

Κοινοπραξίες παροχέων υπηρεσιών φροντίδας υγείας

57. Ο Οργανισμός δύναται να παρέχει κίνητρα για τη σύσταση και λειτουργία κοινοπραξιών μεταξύ παροχέων υπηρεσιών φροντίδας υγείας, όπως καθορίζεται με εσωτερικούς κανονισμούς.

Κοινοπραξίες ιατρών

58. [Διαγράφηκε]
Ιατροσυμβούλιο και Δευτεροβάθμιο Ιατροσυμβούλιο

59.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, το Συμβούλιο διορίζει Ιατροσυμβούλιο και ο Υπουργός διορίζει Δευτεροβάθμιο Ιατροσυμβούλιο, η σύνθεση, ο τρόπος λειτουργίας και οι διαδικασίες των οποίων καθορίζονται με Κανονισμούς.

(2) Οι αρμοδιότητες του Ιατροσυμβουλίου περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων-

(α) Την παροχή συμβουλών στο Συμβούλιο αναφορικά με την αναγκαιότητα μετάβασης δικαιούχων στο εξωτερικό για την παροχή υπηρεσιών φροντίδας υγείας∙

(β) την παροχή συμβουλών για τη διασφάλιση της συνεχούς παροχής υπηρεσιών φροντίδας υγείας και την παρακολούθηση των δικαιούχων τόσο πριν όσο και μετά τη μετάβασή τους στο εξωτερικό∙

(γ) την παροχή συμβουλών στο Συμβούλιο αναφορικά με τη σκοπιμότητα παροχής δαπανηρών ή περιορισμένης ή αμφιβόλου αποτελεσματικότητας υπηρεσιών φροντίδας υγείας∙

(δ) την άσκηση οποιασδήποτε άλλης αρμοδιότητας που δύναται να του ανατεθεί από το Συμβούλιο.

(3) Οι αρμοδιότητες του Δευτεροβάθμιου Ιατροσυμβουλίου περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων-

(α) Τη γνωμοδότηση στο Συμβούλιο για ενστάσεις κατά αποφάσεων του Συμβουλίου, και

(β) την άσκηση οποιασδήποτε άλλης αρμοδιότητας που δύναται να του ανατεθεί από τον Υπουργό.

Επιτροπή Ελέγχου

60.-(1) Ο Υπουργός διορίζει Επιτροπή Ελέγχου η οποία έχει σκοπό τη διασφάλιση της παροχής υψηλού επιπέδου υπηρεσιών φροντίδας υγείας και τη λήψη των κατάλληλων μέτρων σχετικά με συγκεκριμένα περιστατικά μη άσκησης εύλογης επιδεξιότητας ή προσοχής από μέρους του παροχέα υπηρεσιών φροντίδας υγείας.

(2) Στην Επιτροπή Ελέγχου συμμετέχουν, ανάλογα με το υπό εξέταση θέμα, και εκπρόσωποι της οικείας ιατρικής εταιρείας ή/και άλλου οικείου επιστημονικού ή/και επαγγελματικού φορέα, καθώς και εκπρόσωπος των ασθενών με ειδική εκπαίδευση και κατάρτιση, όπως καθορίζεται με Κανονισμούς.

Αδικήματα

61.—(1) Πρόσωπο το οποίο εσκεμμένως προβαίνει σε ψευδή ή ανακριβή δήλωση για σκοπούς εγγραφής σε κατάλογο προσωπικού ιατρού διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τα χίλια ευρώ.

(2)(α) Στις περιπτώσεις όπου πρόσωπο παρέχει εσκεμμένως ψευδείς ή ανακριβείς δηλώσεις για σκοπούς εγγραφής σε κατάλογο προσωπικού ιατρού, με αποτέλεσμα να γίνει η εγγραφή η οποία δε θα γινόταν με βάση τα αληθή ή ακριβή γεγονότα, διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες πεντακόσια ευρώ.

(β) σε περίπτωση καταδίκης, η εγγραφή θεωρείται άκυρη εξυπαρχής και η αξία κάθε υπηρεσίας που παρασχέθηκε στο πρόσωπο αυτό, δυνάμει της εν λόγω εγγραφής, δύναται να απαιτηθεί από τον Οργανισμό.

(3)(α) Οποιοσδήποτε παροχέας υπηρεσιών φροντίδας υγείας προβαίνει εσκεμμένως σε ψευδείς ή ανακριβείς δηλώσεις ή καταχωρίσεις στα αρχεία ή άλλα έγγραφα και βιβλία που χρησιμοποιούνται για υποβολή απαιτήσεων από τον Οργανισμό, με σκοπό να εξαπατήσει τον Οργανισμό και να εισπράξει αμοιβή για υπηρεσίες ή προμήθειες που δεν παρέσχε ή μεγαλύτερα ποσά από εκείνα που κανονικά θα εδικαιούτο, διαπράττει αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση τριών ετών ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες ευρώ ή και με τις δύο αυτές ποινές.

(β) σε περίπτωση καταδίκης, η σύμβαση του παροχέα υπηρεσιών υγείας με τον Οργανισμό θεωρείται ως να είχε τερματιστεί από την ημερομηνία διάπραξης του αδικήματος και όλα τα ποσά τα οποία καταβλήθηκαν στον παροχέα υπηρεσιών φροντίδας υγείας, με βάση τις ψευδείς ή ανακριβείς δηλώσεις και καταχωρίσεις, καθίστανται επιστρεπτέα στον Οργανισμό.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο παρέχει εσκεμμένως ψευδείς ή ανακριβείς πληροφορίες ή στοιχεία σε σχέση με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού,, που δεν εμπίπτει στις διατάξεις των εδαφίων (1), (2) και (3), διαπράττει ποινικό αδίκημα το οποίο τιμωρείται με φυλάκιση τριών ετών ή χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις οκτώ χιλιάδες ευρώ ή και με τις δύο αυτές ποινές.

(5) Οποιαδήποτε παράλειψη, πράξη ή ενέργεια γίνεται κατά παράβαση ρητής διάταξης του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού συνιστά αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση δύο ετών ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ ή και με τις δύο αυτές ποινές. Με την ίδια ποινή τιμωρείται και οποιοδήποτε αδίκημα το οποίο διαπράττεται κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και για το οποίο δε γίνεται πρόνοια για ποινή.

(6) Στις περιπτώσεις όπου ποσά καθίστανται επιστρεπτέα στον Οργανισμό από οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο καταδικάστηκε, δυνάμει του εδαφίου (2) ή (3) πιο πάνω, το δικαστήριο δύναται να διατάξει την καταβολή των ποσών αυτών προς τον Οργανισμό, αν αυτά είναι υπολογισμένα ή αποδεκτά από τον κατηγορούμενο, και ακολούθως εισπράττονται ως χρηματική ποινή, τηρουμένης οποιασδήποτε οδηγίας δώσει το δικαστήριο σχετικά με το χρόνο και τρόπο καταβολής.

(7) Οποιοσδήποτε παραλείπει ή αμελεί να καταβάλει εισφορά ή πρόσθετο τέλος που είναι καταβλητέα, δυνάμει του παρόντος Νόμου, είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρείς χιλιάδες τετρακόσια ευρώ ή φυλάκιση ενός έτους ή φυλάκιση έξι μηνών και, σε περίπτωση δεύτερης ή κατ' επανάληψη καταδίκης για το ίδιο αδίκημα, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες τετρακόσια ευρώ ή σε φυλάκιση δύο ετών ή και στις δύο αυτές ποινές.

(8) Σε περίπτωση καταδίκης οποιουδήποτε προσώπου που αρνήθηκε ή παράλειψε ή αμέλησε να καταβάλει εισφορά, το πρόσωπο αυτό, επιπρόσθετα από οποιαδήποτε ποινή στην οποία υπόκειται, υποχρεούται να καταβάλει στο Ταμείο ποσό ίσο με την εν λόγω εισφορά και επιπλέον ποσό ίσο με ποσοστό μη υπερβαίνον το 50% του ποσού της εισφοράς, όπως το δικαστήριο διατάζει.

(9) Κάθε εργοδότης ο οποίος αρνείται ή αμελεί ή παραλείπει να καταβάλει στο Ταμείο εισφορά την οποία παρακράτησε από τις αποδοχές οποιουδήποτε μισθωτού τον οποίο απασχολεί είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες τετρακόσια ευρώ ή σε φυλάκιση δύο ετών ή και στις δύο αυτές ποινές.

(10) Καμιά από τις διατάξεις του άρθρου αυτού δε δύναται να ερμηνευθεί ότι παρεμποδίζει το Συμβούλιο να διεκδικεί οποιοδήποτε ποσό οφειλόμενο στο Ταμείο με πολιτική αγωγή.

Καταβολή στο Ταμείο χρηματικών ποινών, τελών και εξόδων

62. Οι χρηματικές ποινές, τα τέλη και τα έξοδα που εισπράττονται, δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, καταβάλλονται στο Ταμείο.

Εξέταση παραβάσεων και επιβολή διοικητικών προστίμων από τον Οργανισμό

63.-(1) Ο Οργανισμός έχει καθήκον  να εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή καταγγελίας ή και αυτεπάγγελτα, παραβάσεις οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, εσωτερικών κανονισμών ή Αποφάσεων.

(2) Όταν ο Οργανισμός κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου διερεύνηση, διαπιστώσει παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, εσωτερικών κανονισμών ή Αποφάσεων έχει εξουσία να προβαίνει στις πιο κάτω ενέργειες είτε διαζευκτικά είτε σωρευτικά, ανάλογα με τη φύση, τη διάρκεια και τη βαρύτητα της παράβασης-

(α) Να διατάξει ή να συστήσει στον ενδιαφερόμενο παραβάτη όπως μέσα σε τακτή προθεσμία τερματίσει την παράβαση και αποφύγει την επανάληψή της στο μέλλον ή σε περίπτωση που η παράβαση τερματίσθηκε πριν από την έκδοση της απόφασης του Οργανισμού, να βεβαιώσει με απόφασή του την παράβαση, ή/και

(β) να επιβάλει διοικητικό πρόστιμο, ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, το ύψος του οποίου δεν μπορεί να υπερβαίνει τις  τριάντα χιλιάδες ευρώ ή/και

(γ) να αποφασίσει ότι σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης, θα οφείλεται διοικητικό πρόστιμο από  τριακόσια σαράντα μέχρι τρεις χιλιάδες τετρακόσια ευρώ για κάθε ημέρα συνέχισης της παράβασης, ανάλογα με τη βαρύτητα αυτής.

(3) Κατά τη δυνάμει του εδαφίου (1) διερεύνηση οποιασδήποτε παράβασης, ο Οργανισμός δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να λάβει υπόψη του οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης που παρέχεται έναντί του από τον παραβάτη ή εκ μέρους του παραβάτη, αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική άρσης ή αποκατάστασης αυτής.

(4) Ο Οργανισμός οφείλει να αιτιολογεί δεόντως την απόφασή του σε σχέση με την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του παρόντος άρθρου.

(5) Τα προβλεπόμενα στο παρόν άρθρο επιβαλλόμενα διοικητικά πρόστιμα επιβάλλονται στον παραβάτη, με αιτιολογημένη απόφαση του Οργανισμού, αφού προηγουμένως δοθεί το δικαίωμα στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή εκπρόσωπό του να ακουστεί.

(6) Κατά της απόφασης για την επιβολή διοικητικού προστίμου από τον Οργανισμό επιτρέπεται η υποβολή ένστασης ενώπιον του Οργανισμού, σύμφωνα με διαδικασίες που καθορίζονται με Κανονισμούς και οι οποίες διασφαλίζουν την αντικειμενικότητα και αμεροληψία στη λήψη αποφάσεων του Οργανισμού σε δεύτερο βαθμό.

(7) Το ποσό του διοικητικού προστίμου εισπράττεται από τον Οργανισμό όταν περάσει άπρακτη η προς άσκηση προσφυγής ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου προθεσμία των εβδομήντα πέντε ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης για την επιβολή διοικητικού προστίμου ή σε περίπτωση που υποβάλλεται ένσταση ενώπιον του Οργανισμού από την κοινοποίησή της επί της προσφυγής απόφασης του Οργανισμού.

Άσκηση ποινικής δίωξης

63Α.(α) Η ποινική δίωξη για οποιοδήποτε αδίκημα που προβλέπεται από τα εδάφια (7), (8) και (9) του άρθρου 61 ασκείται, ανάλογα με την περίπτωση, από το Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή από τον Έφορο Φορολογίας.

(β) Κάθε επιθεωρητής ή άλλος λειτουργός που εξουσιοδοτείται από το Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικών Ασφαλίσεων ή από τον Έφορο Φορολογίας, με τη συναίνεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, μπορεί να ασκήσει δίωξη, να εμφανιστεί και παραστεί ενώπιον δικαστηρίου και να ενεργήσει σε κάθε δικαστική διαδικασία, η οποία αρχίζει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου για τα αδικήματα που προβλέπονται από τα εδάφια (7), (8) και (9) του άρθρου 61.

Ποινική ευθύνη για αδικήματα τελούμενα από νομικά πρόσωπα

63Β.-(1) Όταν διαπράττεται ποινικό αδίκημα το οποίο προνοείται στον παρόντα Νόμο από νομικό πρόσωπο με τη συναίνεση ή συνέργεια ή από αμέλεια συμβούλου, διευθυντού, γραμματέα ή άλλου παρόμοιου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή από πρόσωπο φερόμενο ότι ενεργεί υπό τέτοια ιδιότητα ή από φυσικό πρόσωπο που παρέχει υπηρεσίες φροντίδας υγείας εκ μέρους του νομικού προσώπου, αυτός μαζί με το νομικό πρόσωπο λογίζονται ένοχοι του ποινικού αδικήματος αυτού και υπόκειται ωσαύτως σε ποινική δίωξη και ανάλογη ποινή.

(2) Για τους σκοπούς του παρόντος άρθρου, ο όρος «σύμβουλος» σε σχέση με νομικό πρόσωπο ή οργανισμό δημοσίου δικαίου, η διαχείριση του οποίου είναι εμπεπιστευμένη στα μέλη του, σημαίνει μέλος του νομικού αυτού προσώπου ή οργανισμού.

(3) Πρόσωπο που σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) υπέχει ποινική ευθύνη για τελούμενο από νομικό πρόσωπο αδίκημα, ευθύνεται αλληλεγγύως με το νομικό πρόσωπο ή κεχωρισμένως σε οποιαδήποτε αστική διαδικασία.

Κανονισμοί

64.—(1) Ο Οργανισμός, με την έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου, δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του Νόμου, οι οποίοι υπόκεινται σε έγκριση από τη Βουλή των Αντιπροσώπων.

(2) Άνευ επηρεασμού της γενικότητας του εδαφίου (1) και με την επιφύλαξη των διατάξεων του Νόμου που παραπέμπουν στον καθορισμό θεμάτων με εσωτερικούς κανονισμούς, ο Οργανισμός δύναται να ρυθμίζει με Κανονισμούς οποιοδήποτε από τα πιο κάτω θέματα:

(α) Σύναψη συμβάσεων με τους παροχείς υπηρεσιών φροντίδας υγείας∙

(β) διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων των παροχέων υπηρεσιών φροντίδας υγείας∙

(γ) καθορισμό προτύπων κτιριακών και άλλων εγκαταστάσεων, εξοπλισμού και οποιουδήποτε άλλου θέματος σχετικού με την παροχή υπηρεσιών φροντίδας υγείας που καλύπτεται από το Σύστημα∙

(δ) τις διαδικασίες και τις προϋποθέσεις αναφορικά με την παροχή υπηρεσιών φροντίδας υγείας σε ειδικές περιπτώσεις∙

(ε) τον καθορισμό προδιαγραφών για τα ιατροτεχνολογικά προϊόντα και υγειονομικά είδη που καλύπτονται από το Σύστημα∙

(στ) οτιδήποτε σχετικό με τις διατάξεις του Μέρους VIII του Νόμου, περιλαμβανομένης και της διαδικασίας υποβολής παραπόνων και εξέτασής τους από τον Επίτροπο∙

(ζ) τον καθορισμό επιπέδων και προδιαγραφών των παρεχόμενων από το Σύστημα υπηρεσιών φροντίδας υγείας∙

(η) τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος σχετικά με τη λειτουργία της Επιτροπής Ελέγχου∙

(θ) την τήρηση αρχείων, καθώς και την προστασία, εμπιστευτικότητα και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα από τον Οργανισμό∙

(ι) οτιδήποτε σχετίζεται με ασφαλιστική κάλυψη για αποζημίωση λόγω αμέλειας καθώς και άλλες αναγκαίες ασφαλιστικές καλύψεις∙

(ια) τη διάθεση χρημάτων δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (στ) του εδαφίου (2) του άρθρου 4∙

(ιβ) τον καθορισμό συμπληρωμής ή/και συνεισφοράς από του δικαιούχους για οποιαδήποτε από τις παρεχόμενες υπηρεσίες φροντίδας υγείας στο πλαίσιο του Συστήματος.

(3)(α) Η εφαρμογή του παρόντος Νόμου δεν εξαρτάται από την εκ των προτέρων έκδοση κανονισμών για όλα ή για μερικά από τα ζητήματα που αναγράφονται στο εδάφιο (2), αλλά, μέχρις ότου εκδοθούν κανονισμοί, ο Οργανισμός οφείλει να εκδίδει για κάθε εφαρμοζόμενη πρακτική εγκυκλίους για ενημέρωση όλων των ενδιαφερομένων.

(β) Οι εγκύκλιοι εκδίδονται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος μετά την καθιέρωση της εφαρμοζόμενης πρακτικής.

(4) Κανονισμοί που εκδίδονται με βάση το παρόν άρθρο δύναται να προβλέπουν-

(α) Τη δημιουργία αδικημάτων για την παράβαση των διατάξεών τους και την πρόβλεψη για ποινές, ανάλογα με τη φύση της παράβασης, οι οποίες δε δύναται να υπερβαίνουν χρηματική ποινή ύψους πέντε χιλιάδων ευρώ.

(β) την επιβολή διοικητικών κυρώσεων για παράβαση των διατάξεών τους.

(5) Τα Παραρτήματα του Νόμου ή των Κανονισμών μπορούν να τροποποιούνται με Διάταγμα του Υπουργού.

Προστασία δικαιωμάτων των εργαζομένων στα δημόσια νοσηλευτήρια

65. [Διαγράφηκε]
Κατοχύρωση ιδιοκτησίας των δημόσιων νοσηλευτηρίων

66.—(1) Τα δημόσια νοσηλευτήρια παραμένουν ιδιοκτησία του κράτους και η εισαγωγή του γενικού συστήματος υγείας δεν επηρεάζει το ιδιοκτησιακό τους καθεστώς.

(2) Το κράτος έχει την υποχρέωση να λαμβάνει όλες τις πρόνοιες, ούτως ώστε τα νοσηλευτήρια αυτά να εκσυγχρονίζονται στους τομείς της οργάνωσης, διαχείρισης, διοίκησης και εξοπλισμού και να αξιοποιούν με τη μέγιστη δυνατή ωφελιμότητα και αποδοτικότητα τους διαθέσιμους σ' αυτά πόρους.

Υφιστάμενα ιατροφαρμακευτικά ταμεία

67. [Διαγράφηκε]
Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

68.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του εδαφίου (1)-

(α) Η ισχύς των άρθρων 34, 35 και 35Α αρχίζει την 1η Ιανουαρίου 2019,

(β) η ισχύς του άρθρου 19 αρχίζει την 1η Μαρτίου 2019 και για την περίοδο από 1η Μαρτίου 2019 και μέχρι την 1η Μαρτίου 2020 και από την 1η Απριλίου 2020 μέχρι και την 30ή Ιουνίου 2020 τα ποσοστά εισφορών που αναφέρονται στο άρθρο 19 τροποποιούνται ως ακολούθως:

(i) Κάθε μισθωτός σε ποσοστό 1,70% επί των αποδοχών του∙

(ii) κάθε εργοδότης σε ποσοστό 1,85% επί των αποδοχών κάθε μισθωτού του∙

(iii) κάθε αυτοτελώς εργαζόμενος σε ποσοστό 2,55% επί των αποδοχών του∙

(iv) κάθε συνταξιούχος σε ποσοστό 1,70% επί του ποσού της σύνταξής του∙

(v) κάθε πρόσωπο που κατέχει ή ασκεί οποιοδήποτε αξίωμα σε ποσοστό 1,70% επί των αποδοχών του∙

(vi) η Δημοκρατία ή κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο που είναι υπεύθυνο για την καταβολή σε αξιωματούχο των προβλεπόμενων από το διορισμό ή την εκλογή του αποδοχών, καταβάλλει εισφορά σε ποσοστό 1,85% επί των αποδοχών του∙

(vii) κάθε εισοδηματίας σε ποσοστό 1,70% επί του εισοδήματός του∙

(viii) το Πάγιο Ταμείο της Δημοκρατίας σε ποσοστό 1,65% επί των αποδοχών και των συντάξεων των προσώπων που αναφέρονται στις υποπαραγράφους (i), (iii), (iv) και (v),

(γ) η ισχύς των άρθρων 42 και 60 αρχίζει την 1η Μαρτίου 2019,

(δ) η ισχύς του εδαφίου (1), των υποπαραγράφων (α), (β), (γ), (δ) και (ια) του εδαφίου (2) και των εδαφίων (3), (4), (5) και (6) του άρθρου 22, αρχίζει την 1η Ιουνίου 2019, και

(ε) η ισχύς των υποπαραγράφων (ε), (στ), (ζ), (η), (θ), (ι), (ιβ) και (ιγ) του εδαφίου (2) του άρθρου 22 και του άρθρου 33, αρχίζει την 1η Ιουνίου 2020.

(3) Ο Υπουργός Οικονομικών έχει εξουσία να αποφασίζει για την άρση ανωμαλιών και την επίλυση προβλημάτων που δυνατόν να προκύψουν από την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.

Ειδική διάταξη αναφορικά με την εξαίρεση των ναυτικών από την καταβολή εισφορών

69.-(1) Η ισχύς των διατάξεων του άρθρου 2, ως αυτό τροποποιήθηκε με το άρθρο 2 του περί Γενικού Συστήματος Υγείας (Τροποποιητικού) νόμου του 2022, λογίζεται ότι άρχισε την 1η Μαρτίου 2019.

(2) Υποχρεώσεις επιβαλλόμενες δυνάμει του παρόντος Νόμου σε σχέση με ναυτικούς μη μόνιμους κατοίκους της Δημοκρατίας δημιουργηθείσες πριν από την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Γενικού Συστήματος Υγείας (Τροποποιητικού) Νόμου του 2022 λογίζονται ως μη γενόμενες και εισφορές οι οποίες ενδεχομένως καταβλήθηκαν στο Ταμείο σε σχέση με τους εν λόγω ναυτικούς επιστρέφονται στα πρόσωπα τα οποία τις έχουν καταβάλει.