5. Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, η έκτακτη εισφορά η οποία είναι πληρωτέα δυνάμει του παρόντος Νόμου δεν εκπίπτει από το φορολογητέο εισόδημα οποιουδήποτε προσώπου.
6.—(1) Τηρουμένων των διατάξεων οποιουδήποτε άλλου νόμου αναφορικά με θέματα ποινικής ευθύνης προσώπων που κατέχουν ή ασκούν οποιοδήποτε αξίωμα, κάθε πρόσωπο το οποίο αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να καταβάλει έκτακτη εισφορά, την οποία υποχρεούται να καταβάλει δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι ένοχο αδικήματος και υπόκειται σε περίπτωση καταδίκης, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες, σε περίπτωση δε δεύτερης ή κατ' επανάληψη καταδίκης αυτού για το ίδιο αδίκημα, σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εξακόσιες λίρες ή σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Σε περίπτωση καταδίκης οποιουδήποτε προσώπου για το ότι αρνήθηκε ή παρέλειψε ή αμέλησε να καταβάλει έκτακτη εισφορά, αυτό, επιπρόσθετα από οποιαδήποτε άλλη ποινή στην οποία υπόκειται, υποχρεούται όπως καταβάλει ποσό ίσο προς το ποσό το οποίο αρνήθηκε ή παρέλειψε ή αμέλησε να καταβάλει, καθώς και επί πλέον ποσό που δεν υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν του εν λόγω ποσού, σε περίπτωση δε δεύτερης ή κατ' επανάληψη καταδίκης αυτού, ποσό που δεν υπερβαίνει το εκατόν τοις εκατόν του ποσού αυτού, όπως το Δικαστήριο ήθελε διατάξει.
(3) Οποιοδήποτε πρόσωπο παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί προς οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος Νόμου και για τέτοια παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης δεν προνοείται άλλη ποινή, υπόκειται για κάθε αδίκημα που διαπράχθηκε έτσι σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.
(4) Όταν αποδεικνύεται ότι αδίκημα που διαπράχθηκε από νομικό πρόσωπο, κατά παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των Κανονισμών που εκδίδονται δυνάμει αυτού, διαπράχθηκε με τη συναίνεση ή συνενοχή ή αμέλεια διευθυντή, συμβούλου, γραμματέα ή άλλου αξιωματούχου του νομικού προσώπου ή οποιουδήποτε προσώπου το οποίο ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, τόσο αυτός όσο και το νομικό πρόσωπο είναι ένοχοι του αδικήματος αυτού και υπόκεινται, σε περίπτωση καταδίκης του στις ποινές που προβλέπονται σε κάθε περίπτωση.
(5) Τίποτε από όσα διαλαμβάνονται στο παρόν άρθρο δε δύναται να ερμηνευθεί ότι παρεμποδίζει τη Δημοκρατία να διεκδικεί, με πολιτική αγωγή οποιοδήποτε ποσό οφείλεται σ' αυτή.
7. Ποινική δίωξη για αδίκημα που προβλέπεται από τον παρόντα Νόμο δεν αρχίζει χωρίς τη συναίνεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
7Α.-(1) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις οποιουδήποτε άλλου νόμου, κάθε πρόσωπο το οποίο:
(α) από μόνο του ή σε συνεργασία με άλλο πρόσωπο λαμβάνει ή συμφωνεί να λάβει για λογαριασμό άλλου προσώπου προμήθεια ή άλλο οικονομικό όφελος ή οτιδήποτε σχετικό με την κατακύρωση προμήθειας υλικού οπλικών συστημάτων ή για υπηρεσίες αναφορικά με αυτό, όπως αυτά καθορίζονται στον προϋπολογισμό για τις δαπάνες αμυντικής θωράκισης ή
(β) στο οποίο αποδεδειγμένα προτείνεται τέτοια προμήθεια ή άλλο οικονομικό όφελος,
και το οποίο παραλείπει να αναφέρει αυτό γραπτώς και ενυπογράφως στην Κοινοβουλευτική Επιτροπή Άμυνας, είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα τρία έτη ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £10.000 ή και στις δύο αυτές ποινές.
(2) Κάθε πρόσωπο που κατέχει δημόσιο αξίωμα ή ευρίσκεται στην υπηρεσία της Δημοκρατίας το οποίο αποδέχεται προμήθεια ή άλλο οικονομικό όφελος για την αγορά οποιουδήποτε αντικειμένου που πληρώνεται από το Κεφάλαιο για δαπάνες αμυντικής θωράκισης του Προϋπολογισμού του Υπουργείου Άμυνας είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τα δέκα έτη.
Ανεξαρτήτως των διατάξεων των άρθρων 6, 7 και 7Α του παρόντος Νόμου-
(α) Πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, το οποίο προβλέπεται ρητά στον παρόντα Νόμο, εντός της χρονικής προθεσμίας που προβλέπεται ή καθορίζεται ρητά από τον παρόντα Νόμο, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση εκατό (100) ευρώ·
(β) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και ο Διευθυντής απαιτήσει από τέτοιο πρόσωπο όπως συμμορφωθεί εντός της προθεσμίας που καθορίζεται ρητά σε ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, σε χρηματική επιβάρυνση διακοσίων (200) ευρώ·
(γ) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος δεν προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και ο Διευθυντής απαιτήσει από τέτοιο πρόσωπο όπως συμμορφωθεί εντός προθεσμίας που καθορίζεται σε ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, σε χρηματική επιβάρυνση διακοσίων (200) ευρώ·
(δ) πρόσωπο που αρνείται, παραλείπει ή αμελεί να δώσει ειδοποίηση ή να υποβάλει δήλωση ή να παράσχει στοιχεία ή να εκτελέσει οποιοδήποτε καθήκον, για το οποίο ο παρών Νόμος δεν προβλέπει προθεσμία συμμόρφωσης και η απαιτούμενη ειδοποίηση ή δήλωση ή στοιχεία αφορούν άλλο πρόσωπο και ο Διευθυντής απαιτήσει από τέτοιο πρόσωπο όπως συμμορφωθεί εντός προθεσμίας που καθορίζεται σε σχετική ειδοποίηση που επιδίδεται δεόντως στο πρόσωπο αυτό και η οποία δεν πρέπει να είναι μικρότερη των εξήντα (60) ημερών, υπόκειται, σε περίπτωση μη συμμόρφωσης εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στην ειδοποίηση, σε χρηματική επιβάρυνση εκατό (100) ευρώ·
(ε) πρόσωπο που παραλείπει να καταβάλει οφειλόμενο φόρο μέχρι την από τον παρόντα Νόμο καθοριζόμενη προθεσμία ή μέχρι την προθεσμία που καθορίζεται σε ειδοποίηση του Διευθυντή, υπόκειται σε χρηματική επιβάρυνση ίση προς πέντε τοις εκατόν (5%) του οφειλόμενου φόρου.
8. Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδώσει Κανονισμούς για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου και να προβεί με τέτοιους Κανονισμούς στον καθορισμό ή ρύθμιση κάθε θέματος που χρειάζεται ή είναι δεκτικό καθορισμού ή ρύθμισης.
9. Οι περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμοι του 1985 μέχρι 2002 διά του παρόντος καταργούνται χωρίς να επηρεάζεται οτιδήποτε έγινε ή παραλείφθηκε να γίνει δυνάμει τούτων:
Νοείται ότι όλοι οι κανονισμοί, όλα τα διατάγματα, όλες οι γνωστοποιήσεις και όλοι οι διορισμοί, καθώς επίσης όλες οι ειδοποιήσεις που εκδόθηκαν δυνάμει των διατάξεων των περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 1985 μέχρι 2002, θα θεωρούνται ως να εκδόθηκαν δυνάμει του παρόντος Νόμου και θα εξακολουθήσουν να ισχύουν, τηρουμένων των αναλογιών, μέχρι να ανακληθούν, ακυρωθούν ή αντικατασταθούν:
Νοείται περαιτέρω ότι, οι φορολογίες οι οποίες δεν έχουν γίνει και η έκτακτη εισφορά η οποία δεν έχει επιβληθεί ή εισπραχθεί αναφορικά με το φορολογικό έτος 2002 και όλα τα προηγούμενα φορολογικά έτη θα γίνονται, επιβάλλονται και εισπράττονται σύμφωνα με τις διατάξεις των περί Εκτάκτου Εισφοράς για την Άμυνα της Δημοκρατίας Νόμων του 1985 μέχρι 2002.