127.-(1) Ουδείς ιδρύει ή/και λειτουργεί ταχυδρομικό δίκτυο ή/και παρέχει ταχυδρομικές υπηρεσίες, εκτός εάν είναι εξουσιοδοτημένος προς τούτο με άδεια, υπό τη μορφή Γενικής Εξουσιοδότησης ή/και Ειδικής Άδειας χορηγούμενης από τον Επίτροπο, τηρουμένων, στην περίπτωση της ειδικής άδειας του παροχέα καθολικής υπηρεσίας, των διατάξεων του άρθρου 119Α.
(2) Παρά τις διατάξεις του εδαφίου (1), οι ακόλουθες ταχυδρομικές υπηρεσίες δεν υπόκεινται σε άδεια:
(α) η μεταφορά και παράδοση ταχυδρομικών αντικειμένων προσωπικά από τον ίδιο τον αποστολέα ή από φίλο ή γνωστό του αποστολέα ή από μη εμπορικό αγγελιαφόρο χωρίς αμοιβή που δεν εμπλέκεται σε οποιαδήποτε εμπορική δραστηριότητα, ή με άλλα παρόμοια μέσα,
(β) η μεταφορά και παράδοση επίσημων δικαστικών εγγράφων,
(γ) [διαγράφεται],
(3) Ο Επίτροπος δύναται με διάταγμα να ορίσει και άλλες υπηρεσίες για την παροχή των οποίων δεν θα απαιτείται άδεια, νοουμένου ότι δεν υπάγονται στην καθολική υπηρεσία.
128. (1) Ο Επίτροπος χορηγεί ειδικές άδειες οι οποίες απαιτούνται για την παροχή μέρους ή του συνόλου των υπηρεσιών που εμπίπτουν στο πεδίο της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, όπως προβλέπονται στο άρθρο 119Β του παρόντος Νόμου, καθώς και για την παροχή υπηρεσιών οι οποίες παρουσιάζουν επαρκώς εναλλακτικό χαρακτήρα σε σχέση με την καθολική ταχυδρομική υπηρεσία, χωρίς απαραίτητα να καλύπτουν όλα τα χαρακτηριστικά της καθολικής υπηρεσίας, όπως η καθημερινή διανομή ή η πλήρης κάλυψη της Δημοκρατίας.
(2) Ο Επίτροπος διασφαλίζει ότι πρόσωπα που προσφέρουν ταχυδρομικές υπηρεσίες υπό καθεστώς γενικής εξουσιοδότησης, συμμορφώνονται με τις απαιτήσεις περί εγγραφής, που καθορίζονται στον παρόντα Νόμο και με τους σχετικούς όρους που ορίζονται σε Διάταγμα του Επιτρόπου.
129. Ο Επίτροπος θα διασφαλίζει ότι οι διαδικασίες που διέπουν την παροχή αδειών είναι διαφανείς, χωρίς διακρίσεις, αναλογικές και βασισμένες σε αντικειμενικά κριτήρια.
(2) Σε περίπτωση μη έγκρισης αίτησης για παραχώρηση άδειας, ο Επίτροπος οφείλει:
(α) να ενημερώσει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο για τους λόγους απόρριψης,
(β) να παρέχει στον αιτητή την ευκαιρία να δείξει λόγους για τους ποίους θα έπρεπε να χορηγηθεί η άδεια,
(γ) να δύναται, αφού λάβει υπόψη τους αναφερόμενους στην παράγραφο (β) λόγους, να χορηγήσει την άδεια, υπό τέτοιους όρους και προϋποθέσεις, τις οποίες κρίνει αναγκαίες,
(δ) να δύναται κατόπιν εξέτασης των λόγων που αναφέρονται στην παράγραφο (β) να επιβεβαιώσει την απόφασή του, περίπτωση κατά την οποία ο αιτούμενος έχει δικαίωμα προσφυγής στο Ανώτατο Δικαστήριο.
(3) Ο Επίτροπος δεν θέτει όρους σε οποιαδήποτε άδεια, άλλους από τους καθοριζόμενους σε Διάταγμα.
(4) Ο Επίτροπος δύναται να αρνείται τη χορήγηση άδειας, σε κάθε περίπτωση που α) αυτό είναι προς το δημόσιο συμφέρον, (β) αυτό είναι προς το συμφέρον της εθνικής ασφάλειας (γ) η αίτηση για χορήγηση άδειας δεν πληροί τους όρους και προϋποθέσεις που ορίζονται στις διαδικασίες για την χορήγηση αδειών.
130.(1) Τα φυσικά και νομικά πρόσωπα που παρέχουν ταχυδρομικές υπηρεσίες οφείλουν-
(α) να τηρούν το απόρρητο της αλληλογραφίας·
(β) να τηρούν τους κανονισμούς της Παγκόσμιας Ταχυδρομικής Ένωσης (Π.Τ.Ε.) σε ό,τι αφορά τη μεταφορά επικίνδυνων ταχυδρομικών αντικειμένων·
(γ) να διασφαλίζουν την ισότιμη μεταχείριση όλων των χρηστών·
(δ) να λαμβάνουν μέτρα ώστε να μη διακυβεύεται η εθνική άμυνα και ασφάλεια·
(ε) να διασφαλίζουν την προστασία των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα των χρηστών και την προστασία της ιδιωτικής ζωής·
(στ) να διασφαλίζουν την τήρηση των συνθηκών εργασίας που προβλέπει ο Νόμος και οι σχετικές συλλογικές συμβάσεις εργασίας·
(ζ) να τηρούν τις διατάξεις περί προστασίας του περιβάλλοντος και της χωροταξίας·
(η) να διασφαλίζουν τη συνεχή παροχή των ταχυδρομικών υπηρεσιών τους καθόλη τη διάρκεια ισχύος της άδειάς τους·
(θ) να διασφαλίζουν ότι τα τιμολόγια τους πληρούν τους κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού και τους κανόνες διαφάνειας και ότι δημοσιεύονται καταλλήλως·
(ι) να παρέχουν στον Επίτροπο, σε χρονικά περιθώρια και λεπτομέρειες που έχει καθορίσει ο ίδιος, εμπιστευτικά και κατόπιν αιτήματος του Επιτρόπου κάθε απαραίτητη πληροφορία και στοιχεία για την τήρηση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, την εκτέλεση των αποφάσεων του βάσει αυτού του νόμου, καθώς και για σαφώς καθορισμένους στατιστικούς σκοπούς, συμπεριλαμβανομένων οικονομικών πληροφοριών και πληροφοριών σχετικά με την παροχή της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, και
(ια) να καταβάλλουν στον Επίτροπο τα ετήσια διοικητικά τέλη, όπως αυτά καθορίζονται κάθε φορά, καθώς και τα τέλη χρηματοδότησης του ταμείου αποζημίωσης για κάλυψη του κόστους παροχής καθολικής υπηρεσίας.
(2) Ειδικότερα, οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών που παρέχουν ταχυδρομικές υπηρεσίες υπό καθεστώς ειδικής άδειας οφείλουν επιπλέον-
(α) να τηρούν χωριστούς λογαριασμούς και να εφαρμόζουν λογιστικό διαχωρισμό, ώστε να γίνεται σαφής διάκριση για τις υπηρεσίες και τα προϊόντα που είναι μέρος της ειδικής άδειας και για αυτά που δεν είναι, και να κοινοποιούν τα τιμολόγια τους στον Επίτροπο και
(β)να παρέχουν την καθολική υπηρεσία, εφόσον ορίζονται προς τούτο, σύμφωνα με το άρθρο 119Α.
(3) Όσοι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών οφείλουν να συνεισφέρουν στη χρηματοδότηση της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας ή/και των διοικητικών και λειτουργικών δαπανών του Επιτρόπου υποχρεούνται να εφαρμόζουν κατάλληλο λογιστικό διαχωρισμό ώστε να είναι ευχερής ο προσδιορισμός των οικονομικών στοιχείων των υπηρεσιών που υπάγονται σε υποχρέωση συνεισφοράς στη χρηματοδότηση της καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας και των διοικητικών και λειτουργικών δαπανών του Επιτρόπου.
130Α.-(1) Οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών οφείλουν να διαθέτουν διαφανείς, απλές και χαμηλού κόστους διαδικασίες για την αντιμετώπιση καταγγελιών των χρηστών που αφορούν ιδίως σε απώλειες, κλοπές, καταστροφές ταχυδρομικών αντικειμένων (συμπεριλαμβανομένων διαδικασιών προσδιορισμού ευθυνών, όταν παρεμβαίνουν περισσότεροι του ενός φορέων), με την επιφύλαξη τήρησης των σχετικών διεθνών διατάξεων και της κυπριακής νομοθεσίας για το καθεστώς αποζημιώσεων.
(2) Ο Επίτροπος λαμβάνει μέτρα ώστε να εξασφαλίζεται ότι οι διαδικασίες του εδαφίου (1) δίνουν τη δυνατότητα να επιλύονται οι διαφορές δίκαια και ταχέως, προβλέποντας, όπου δικαιολογείται, την ύπαρξη συστήματος επιστροφής χρημάτων ή/και αποζημίωσης. Ο Επίτροπος ενθαρρύνει, επίσης, την ανάπτυξη ανεξάρτητων εξωδικαστικών διαδικασιών για την επίλυση διαφορών μεταξύ παροχέων και χρηστών.
(3) Χωρίς να αίρεται η δυνατότητα δικαστικής επίλυσης των διαφορών, οι χρήστες ατομικά ή συλλογικά μπορούν να προσφεύγουν στον Επίτροπο για παράπονα που αφορούν παροχείς ταχυδρομικών υπηρεσιών και τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής των όρων αδειοδότησης τους από τον Επίτροπο.
(4) Ο φορέας παροχής καθολικής ταχυδρομικής υπηρεσίας, καθώς και οι φορείς παροχής ταχυδρομικών υπηρεσιών στο πεδίο της καθολικής υπηρεσίας δημοσιεύουν, παράλληλα με την ετήσια έκθεση για την παρακολούθηση των επιδόσεών τους, πληροφορίες σχετικά με τον αριθμό των παραπόνων των χρηστών των υπηρεσιών τους που αντιμετώπισαν και τον τρόπο που τα χειρίστηκαν.
131. Ο Επίτροπος θα καθορίζει δια διατάγματος διαδικασίες διά των οποίων πρόσωπα δύνανται να αδειοδοτηθούν για την παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών υπό τη μορφή γενικής εξουσιοδότησης. Πρόσωπο, το οποίο επιζητεί εγγραφή, οφείλει να προβεί σε δήλωση, διά της οποίας θα παρέχονται οι ακόλουθες πληροφορίες:
(α) πλήρη προσωπικά και/ή εταιρικά στοιχεία ταυτότητας,
(β) τα ονόματα των προσώπων που θα διαχειρίζονται τις προτεινόμενες ταχυδρομικές δραστηριότητες,
(γ) την υπηρεσία που θα παρέχεται, την γεωγραφική περιοχή που θα καλύπτεται και τα χαρακτηριστικά της υπηρεσίας που θα καλύπτεται,
(δ) την διαδικασία διακανονισμού διαφορών με πελάτες.
132.-(1) Ο Επίτροπος καθορίζει με διάταγμα τον τρόπο υπολογισμού των ετήσιων διοικητικών τελών τόσο για τις γενικές εξουσιοδοτήσεις όσο και για τις ειδικές άδειες.
(2) Τα τέλη άδειας καθορίζονται ώστε να καλύπτουν το διοικητικό κόστος που προκύπτει από την έκδοση, τη διαχείριση, τον έλεγχο και την εφαρμογή της σχετικής άδειας.
133.-(1) Ο Επίτροπος έχει το καθήκον και ευθύνη της επιτήρησης και διασφάλισης της συμμόρφωσης με τους όρους και τις προϋποθέσεις των αδειών.
(2) Σε περιπτώσεις στις οποίες ο Επίτροπος διαπιστώνει ότι υπάρχει ενδεχόμενο παράβασης όρου άδειας, πληροφορεί τον αδειούχο περί τούτου και θέτει σε εφαρμογή το περί Συλλογής Πληροφοριών και Επιβολής Διοικητικού Προστίμου Διάταγμα.
134. (1) Ο Επίτροπος δύναται να ανακαλεί άδειες σε περιπτώσεις:
(α) σοβαρών ή συστηματικών παραβιάσεων οποιασδήποτε άδειας ή των όρων της,
(β) παράλειψης καταβολής των καθορισμένων τελών αδειών, εντός τριών μηνών από την χορήγηση της άδειας,
(γ) παράλειψης καταβολής των καθορισμένων ετήσιων τελών αδειών εντός τριών μηνών από την ημερομηνία που αυτά καθίστανται πληρωτέα,
(δ) αφερεγγυότητας του αδειούχου.
(2) Οι άδειες είναι προσωποπαγείς και δεν υπόκεινται σε εκχώρηση ή παραχώρηση δικαιωμάτων χρήσης τους, εν όλων ή εν μέρει, χωρίς την προηγούμενη γραπτή συγκατάθεση του Επιτρόπου, ο οποίος και μπορεί να την αρνηθεί κατ΄ απόλυτη κρίση.
(3) Ο Επίτροπος διατηρεί μητρώο αδειών για παροχή ταχυδρομικών υπηρεσιών που είναι διαθέσιμο για δημόσια επιθεώρηση.