ΜΕΡΟΣ VII ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Γενικά ποινικά αδικήματα

33.-(1)(α) Διαπράττει ποινικό αδίκημα έκαστος εκ των πλοιάρχου, έχοντος την εκμετάλλευση πλοίου, πράκτορα, φορτωτή, εταιρείας και ιδιοκτήτη αγαθών, που ενεργεί κατά παράβαση ή παραλείπει να συμμορφωθεί με υποχρέωση την οποία του επιβάλλει το Μέρος ΙΙ, ΙΙΙ ή IV και για την οποία το Μέρος ΙΙ, ΙΙΙ ή IV δεν δημιουργεί άλλο ποινικό αδίκημα, και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 4 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.

(β) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει της παραγράφου (α), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι -

(i) είχε λάβει όλα τα εύλογα μέτρα για να διασφαλίσει τη συμμόρφωση του με την υποχρέωση την οποία αφορά η ισχυριζόμενη διάπραξη του ποινικού αδικήματος, ή

(ii) ενήργησε εντός των ορίων επιτρεπόμενης δια ή δυνάμει του παρόντος Νόμου παρέκκλισης από την υποχρέωση που αφορά την ισχυριζόμενη διάπραξη του ποινικού αδικήματος.

(2) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο-

(α) στο οποίο το Μέρος ΙΙ, ΙΙΙ ή IV επιβάλλει υποχρέωση περί παροχής ή διαβίβασης πληροφοριών, και

(β) το οποίο αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί τέτοια πληροφορία ή διαβιβάζει ή παρέχει ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία,

και υπόκειται -

(αα) σε περίπτωση πρώτου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 2 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές·

(ββ) σε περίπτωση μεταγενέστερου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 4 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.

(3) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του εδαφίου (2) αναφορικά με την παροχή ή διαβίβαση ψευδούς, ελλιπούς, ανακριβούς ή παραπλανητικής πληροφορίας, αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε ή διαβίβασε την πληροφορία με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει ότι η παρεχόμενη πληροφορία ήταν ψευδής, ελλιπής, ανακριβής ή παραπλανητική.

(4) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο που εσκεμμένα παρεμποδίζει ή παρακωλύει την Αρμόδια Αρχή, οποιοδήποτε επιθεωρητή ή άλλο λειτουργό, κατά την άσκηση των εξουσιών ή εκτέλεση των καθηκόντων του, βάσει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών, ή με οποιοδήποτε φιλοδώρημα, δωροδοκία, υπόσχεση ή άλλο κίνητρο εμποδίζει ή αποπειράται να εμποδίσει οποιοδήποτε τέτοιο πρόσωπο από τη δέουσα άσκηση των εξουσιών ή την εκτέλεση των καθηκόντων του, βάσει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών, και υπόκειται -

(α) σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 6 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 3 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές·

(β) σε περίπτωση μεταγενέστερου αδικήματος, σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις 4 χιλιάδες λίρες ή σε αμφότερες τις ποινές.

(5) Σε περίπτωση που διαπράττεται ποινικό αδίκημα, βάσει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών, από νομικό πρόσωπο ή από πρόσωπο που ενεργεί εκ μέρους νομικού προσώπου, και αποδεικνύεται είτε ότι έχει διαπραχθεί με τη συγκατάθεση ή συνενοχή ή έγκριση είτε ότι έχει διευκολυνθεί από την επιδειχθείσα αμέλεια φυσικού προσώπου που, κατά το χρόνο διάπραξης του ποινικού αδικήματος, κατέχει θέση συμβούλου, διευθυντή, γραμματέα ή άλλη παρόμοια θέση στο νομικό πρόσωπο ή εμφανίζεται ότι ενεργεί με τέτοια ιδιότητα, το εν λόγω φυσικό πρόσωπο διαπράττει το ίδιο ποινικό αδίκημα και υπόκειται στην ποινή που προβλέπεται για το αδίκημα αυτό.

Ποινική δίωξη μόνο με συναίνεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας

34. Δεν ασκείται ποινική δίωξη δυνάμει του παρόντος Νόμου ή των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων κανονισμών χωρίς τη συναίνεση του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

Τροποποίηση Παραρτημάτων του παρόντος Νόμου και Παραρτημάτων κανονισμών

35. Ο Υπουργός έχει εξουσία να τροποποιεί με διάταγμά του οποιοδήποτε Παράρτημα του παρόντος Νόμου και οποιοδήποτε Παράρτημα των δυνάμει του παρόντος Νόμου εκδιδόμενων κανονισμών.

Δημοσίευση και έναρξη ισχύος διαταγμάτων Υπουργού

36. Έκαστο διάταγμα, το οποίο εκδίδεται από τον Υπουργό δυνάμει του παρόντος Νόμου, δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας και, εκτός εάν προβλέπεται σε αυτό διαφορετικά, τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία της δημοσίευσής του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

Εξουσία έκδοσης κανονισμών

37.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να εκδίδει δημοσιευόμενους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας κανονισμούς για την καλύτερη λειτουργία ή εφαρμογή του παρόντος Νόμου ή για τον καθορισμό ή ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος, που αφορά το σύστημα παρακολούθησης και ενημέρωσης σχετικά με την κυκλοφορία πλοίων, ή συναφούς θέματος.

(2) Χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), οι κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου δύνανται να δημιουργούν αδίκημα για παράβαση ή παράλειψη συμμόρφωσης με διατάξεις τους, και να προβλέπουν ποινές και διοικητικά πρόστιμα για κολασμό της διάπραξης των αδικημάτων αυτών, που σε κάθε περίπτωση δεν υπερβαίνουν την υψηλότερη ποινή και διοικητικό προστιμο, αντίστοιχα, που προβλέπεται στον παρόντα Νόμο. Το άρθρο 29(β) του περί Ερμηνείας Νόμου δεν εφαρμόζεται αναφορικά με τις ποινές που αναφέρονται στο παρόν εδάφιο.

(3) Οι κανονισμοί που εκδίδονται δυνάμει του παρόντος άρθρου τίθενται σε ισχύ κατά την ημερομηνία δημοσίευσής τους στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, εκτός εάν προβλέπεται σε αυτούς διαφορετικά.

(4) Η έκδοση κανονισμών δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν αποτελεί προϋπόθεση για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου.

΄Εναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

38.-(1) Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ κατά την ημερομηνία την οποία καθορίζει το Υπουργικό Συμβούλιο με απόφασή του που δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.

(2) Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία να καθορίζει διαφορετικές ημερομηνίες για την έναρξη ισχύος διαφόρων διατάξεων του παρόντος Νόμου.