ΕΠΕΙΔΗ, η διαφάνεια στη δημόσια ζωή εξυπηρετεί την παρεμπόδιση της εκμετάλλευσης δημοσίου αξιώματος, θέσης ή ιδιότητας και αποσκοπεί στην πρόληψη και καταπολέμηση της διαφθοράς στη δημόσια ζωή,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, ο περιορισµός του δικαιώµατος στην ιδιωτική ζωή των προσώπων που κατέχουν δημόσια θέση ή διαχειρίζονται δημόσιο χρήμα ή διαδραματίζουν ρόλο στη δημόσια πολιτική και οικονομική ζωή δικαιολογείται από αποχρώντες λόγους δημοσίου συμφέροντος, καθώς προάγει τη διαφάνεια του πολιτικού και δημόσιου βίου και υπηρετεί το δημόσιο συμφέρον,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, ο περιορισμός είναι εντός των ορίων της αναλογικότητας για τα πρόσωπα αυτά, τα οποία εκουσίως ανέλαβαν την άσκηση δημοσίων αξιωμάτων και έτσι συναίνεσαν στο να εκτεθούν σε ένα ευρύτερο έλεγχο της ιδιωτικής και οικονομικής τους ζωής,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, η αυξημένη έκθεση στη δημοσιότητα των προσώπων που κατέχουν δημόσια θέση, καθώς και η άσκηση από μέρους τους ενός σημαντικότατου τμήματος δημόσιας εξουσίας επεκτείνει σαφώς τα όρια της θεμιτής πληροφόρησης των πολιτών,
ΚΑΙ ΕΠΕΙΔΗ, ο περιορισμός αυτός είναι σύμφωνος και σε αντιστοιχία µε τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με την οποία είναι δυνατή η επέμβαση σε πτυχές της ιδιωτικής ζωής δημοσίων προσώπων προκειμένου να επιτευχθεί ο σκοπός της ενημέρωσης του κοινού,
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί Ορισμένων Δημόσια Εκτεθειμένων Προσώπων και Ορισμένων Αξιωματούχων της Κυπριακής Δημοκρατίας (Δήλωση και Έλεγχος Περιουσίας) Νόμος του 2004.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια:
"αξιωματούχος" σημαίνει πρόσωπο που κατέχει πολιτειακό ή δημοτικό ή άλλο αξίωμα και περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι του παρόντος Νόμου·
“δήλωση” σημαίνει την κατά το άρθρο 4 του παρόντος Νόμου δήλωση περιουσιακών στοιχείων·
“δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο” σημαίνει φυσικό πρόσωπο που διαχειρίζεται θέματα δημοσίου ενδιαφέροντος ή ασκεί επιρροή στη δημόσια ζωή και το οποίο περιλαμβάνεται στο Παράρτημα Ι·
“εισόδημα” έχει την έννοια που αποδίδεται στο σχετικό όρο από τον περί Φορολογίας του Εισοδήματος Νόμο·
“νόμιμος ελεγκτής” έχει την έννοια που αποδίδεται στον όρο αυτό στον περί Ελεγκτών και Υποχρεωτικών Ελέγχων των Ετήσιων και των Ενοποιημένων Λογαριασμών Νόμο·
“Συμβούλιο” σημαίνει το καθιδρυόμενο με βάση το άρθρο 5 του παρόντος Νόμου Συμβούλιο.
3. (1) Κάθε αξιωματούχος και δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο έχει υποχρέωση να καταθέτει μέσα σε τρεις μήνες από την απόκτηση της ιδιότητας ή του αξιώματός του ή την ανάληψη των καθηκόντων του, και ανά τριετία από το χρόνο που ανέλαβε και καθ’ όσο χρόνο κατέχει την ιδιότητα ή το αξίωμά του, δήλωση στο Συμβούλιο.
(2) Επιπρόσθετα από την πιο πάνω υποχρέωση, κάθε αξιωματούχος και δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο υποχρεούται μέσα σε τρεις μήνες από τη λήξη της θητείας του ή από την παραίτησή του από το αξίωμα ή τη θέση του ή από την ημερομηνία απώλειας της ιδιότητας ή του αξιώματος ή της θέσης του για οποιοδήποτε άλλο λόγο, να υποβάλει δήλωση στο Συμβούλιο:
4. (1) Η δήλωση υποβάλλεται στο ειδικό έντυπο που περιλαμβάνεται στο Παράρτημα ΙΙ του παρόντος Νόμου και περιέχει τα ακόλουθα περιουσιακά στοιχεία εντός και εκτός της Δημοκρατίας του αξιωματούχου ή του δημόσια εκτεθειμένου προσώπου και του/της συζύγου του και των ανήλικων τέκνων του κατά το χρόνο της υποβολής της:
(α) Την ακίνητη ιδιοκτησία, περιλαμβανομένων των εμπράγματων δικαιωμάτων και βαρών επ’ αυτής με πλήρη περιγραφή του είδους, της έκτασης, των τοπογραφικών στοιχείων, του τρόπου, του χρόνου και της αξίας τους κατά το χρόνο της απόκτησής της.
(β) τα πάσης φύσεως μηχανοκίνητα μεταφορικά μέσα περιλαμβανομένων και σκαφών·
(γ) το ίδιον ουσιαστικό οικονομικό συμφέρον σε οποιαδήποτε επιχείρηση.
(δ) τα κάθε είδους περιουσιακά στοιχεία που αποτιμώνται σε χρεόγραφα, χρεωστικά ομόλογα, μετοχές και μερίσματα προς ίδιον οικονομικό συμφέρον σε ιδιωτικές και δημόσιες εταιρείες, οι καταθέσεις σε εμπορικές τράπεζες, ταμιευτήρια ή συνεργατικές εταιρείες, τα εισοδήματα ή ωφελήματα από ασφαλιστικά συμβόλαια και οποιαδήποτε άλλα εισοδήματα.
(2) Η δήλωση περιλαμβάνει επιπρόσθετα:
(α) Οποιαδήποτε διαφοροποίηση των περιουσιακών στοιχείων του αξιωματούχου ή του δημόσια εκτεθειμένου προσώπου και του/της συζύγου του και των ανήλικων τέκνων του, η οποία έχει μεσολαβήσει από την αμέσως προηγούμενη δήλωση, μαζί με επαρκείς επεξηγήσεις που να δικαιολογούν τη διαφοροποίηση αυτή· και
(β) κατάσταση των χρεών του αξιωματούχου ή του δημόσια εκτεθειμένου προσώπου και του/της συζύγου του.
5. (1) Καθιδρύεται τριμελές Συμβούλιο, το οποίο διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο, αποτελούμενο από ένα νομικό εγνωσμένου κύρους και αξιοπιστίας ως Πρόεδρο και δύο άλλα πρόσωπα εγνωσμένου κύρους και αξιοπιστίας ως μέλη με όρους που ήθελε αποφασίσει:
(2) Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου έχουν υποχρέωση να τηρούν απόλυτη εχεμύθεια για οποιαδήποτε θέματα χειρίζονται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου.
6.(1) Το Συμβούλιο ελέγχει κατά πόσο υπάρχει συμμόρφωση προς την υποχρέωση υποβολής δήλωσης και αν αυτή είναι σύμφωνη προς τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(2) Το Συμβούλιο τηρεί στη Γραμματεία Υπουργικού Συμβουλίου αρχείο, για σκοπούς καταχώρισης των δηλώσεων.
7. (1) Το Συμβούλιο μπορεί να αρχίσει τη διεξαγωγή έρευνας σχετικά με το περιεχόμενο δήλωσης, αν συντρέχει οποιαδήποτε από τις ακόλουθες προϋποθέσεις:
(α) Όταν υπάρχει ενώπιόν του ένορκη γραπτή καταγγελία ότι συγκεκριμένος αξιωματούχος ή δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο έχει άμεσο ή έμμεσο ή συγκαλυμμένο περιουσιακό όφελος, το οποίο, όπως εύλογα πιστεύει ο καταγγέλλων, δεν έχει περιληφθεί στη δήλωσή του·
(β) όταν από τη δήλωση εμφαίνεται ότι έχουν περιληφθεί σ’ αυτή αναληθή στοιχεία ή όταν από την αμέσως προηγούμενη δήλωση εμφαίνεται ότι υπάρχει αύξηση της περιουσίας του αξιωματούχου ή του δημόσια εκτεθειμένου προσώπου, ή των ανήλικων τέκνων του, χωρίς ταυτόχρονα να υπάρχει στη δήλωση επαρκής αιτιολόγηση της συγκεκριμένης αύξησης με αναφορά στον τρόπο αύξησης και στην προέλευσή της.
(2)(α) Το Συμβούλιο για την εκπλήρωση της προβλεπόμενης στο εδάφιο (1) αποστολής του αναθέτει τη διενέργεια λογιστικής ή οικονομικής πραγματογνωμοσύνης ή άλλων ελεγκτικών πράξεων σε νόμιμους ελεγκτές, οι οποίοι ορίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) του παρόντος εδαφίου, και οι οποίοι εξετάζουν λεπτομερώς τα περιουσιακά στοιχεία που περιέχονται στη δήλωση του αξιωματούχου ή του δημόσια εκτεθειμένου προσώπου και τα αντίστοιχα δικαιολογητικά, καθώς και κατά πόσο έχουν περιληφθεί σ’ αυτήν τα αληθή στοιχεία σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4 και συντάσσουν, για τον εν λόγω αξιωματούχο ή το δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο, αναλυτική έκθεση που υποβάλλεται στο Συμβούλιο για την υποβοήθηση του έργου του.
(β)(i) Το Συμβούλιο, με ομόφωνη απόφασή του, ορίζει τους νόμιμους ελεγκτές στους οποίους αναθέτει τα αναφερόμενα στην παράγραφο (α) καθήκοντα από κατάλογο που το ίδιο καταρτίζει και τηρεί για την περίοδο της θητείας του στον οποίο περιλαμβάνονται τουλάχιστον δέκα (10) νόμιμοι ελεγκτές και ο οποίος δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.
(ii) Οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν οι νόμιμοι ελεγκτές που αναφέρονται στην υποπαράγραφο (i), η διαδικασία ανάθεσης των καθηκόντων τους και οποιοδήποτε άλλο σχετικό θέμα καθορίζονται με Κανονισμούς.
(γ) Οι δυνάμει του παρόντος εδαφίου διοριζόμενοι νόμιμοι ελεγκτές -
(i) Κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, απολαμβάνουν προσωπικής και λειτουργικής ανεξαρτησίας και δεσμεύονται μόνο από το νόμο και τις επαγγελματικές τους ευθύνες, και
(ii) για τους σκοπούς του διεξαγόμενου από αυτούς ελέγχου, και τηρουμένου του απορρήτου δικηγόρου - πελάτη, δύναται να προβαίνουν σε κάθε απαραίτητη και πρόσφορη για την επίτευξη του ελέγχου νόμιμη ενέργεια και κυρίως να ζητούν πληροφορίες και στοιχεία από οποιαδήποτε αρχή και από οποιοδήποτε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που έχουν αντίστοιχα την υποχρέωση να δώσουν τις ζητούμενες πληροφορίες και τα στοιχεία που βρίσκονται στην κατοχή τους, καθώς και να διατάσσουν την προσκόμιση εγγράφων και την κλήση μαρτύρων, σύμφωνα με τις εξουσίες που παρέχει ο περί Ερευνητικών Επιτροπών Νόμος, κατ’ αναλογία εφαρμοζόμενος.
(δ) Κατά τον έλεγχο για την πραγματοποίηση των ελεγκτικών πράξεων που διενεργείται από νόμιμο ελεγκτή, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος εδαφίου, εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 11 αναφορικά με το θέμα άρσης του τραπεζικού, χρηματιστηριακού και φορολογικού απορρήτου.
(ε) Πρόσωπο που παρεμποδίζει, με οποιοδήποτε τρόπο, το ελεγκτικό έργο και ιδίως αρνείται την παροχή στοιχείων σε νόμιμο ελεγκτή είναι ένοχο αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή και στις δύο αυτές ποινές.
(στ) Ο έλεγχος των περιουσιακών στοιχείων που διενεργείται σύμφωνα με την παράγραφο (α) του εδαφίου αυτού, ολοκληρώνεται εντός τριών (3) μηνών από την περιέλευση της δήλωσης στο νόμιμο ελεγκτή και, με την συμπλήρωση του ελέγχου αυτού, συντάσσεται άμεσα η προβλεπόμενη στην εν λόγω παράγραφο έκθεση, η οποία υποβάλλεται στο Συμβούλιο.
(ζ) Σε περίπτωση που το Συμβούλιο διαπιστώσει από το περιεχόμενο της έκθεσης των νομίμων ελεγκτών ότι συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας, κοινοποιεί στον ελεγχόμενο αξιωματούχο ή στο δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο την έκθεση των νομίμων ελεγκτών, παρέχοντας σ’ αυτόν τη δυνατότητα να απαντήσει γραπτώς εντός ενός (1) μηνός από την ημερομηνία της κοινοποίησης και να προσκομίσει οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες, στοιχεία και εξηγήσεις.
(η) Σε περίπτωση που το Συμβούλιο διαπιστώσει από το περιεχόμενο της έκθεσης των νομίμων ελεγκτών ότι δεν συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος για τη διεξαγωγή περαιτέρω έρευνας σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, ετοιμάζει γραπτή έκθεση στην οποία καταγράφεται το συμπέρασμα της έκθεσης των ως άνω ελεγκτών, με το οποίο επιβεβαιώνεται ότι η δήλωση υποβλήθηκε σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 4.
(θ) Το Συμβούλιο κοινοποιεί στον ελεγχόμενο αξιωματούχο ή στο δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο την έκθεση των νομίμων ελεγκτών μαζί με την έκθεση που συντάσσει το ίδιο είτε δυνάμει της παραγράφου (η) του παρόντος εδαφίου είτε δυνάμει του εδαφίου (6).
(3) (α) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2), το Συμβούλιο προτού αρχίσει οποιαδήποτε έρευνα δυνάμει του παρόντος άρθρου, γνωστοποιεί την πρόθεσή του γραπτώς στον επηρεαζόμενο αξιωματούχο ή στο επηρεαζόμενο δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο μαζί με το περιεχόμενο της ένορκης γραπτής καταγγελίας και/ή της επισήμανσης που γίνεται δυνάμει των παραγράφων (α) ή (β) του εδαφίου (1), ανάλογα με την περίπτωση, παρέχοντας σ’ αυτόν τη δυνατότητα να απαντήσει γραπτώς εντός ενός μηνός από της ημερομηνίας της γνωστοποίησης και να προσκομίσει οποιεσδήποτε σχετικές πληροφορίες, στοιχεία και εξηγήσεις.
(β) Σε περίπτωση που το Συμβούλιο δεν ικανοποιηθεί από τη γραπτή απάντηση του αξιωματούχου ή του δημόσια εκτεθειμένου προσώπου, τότε αρχίζει ή συνεχίζεται η διεξαγωγή της έρευνας ανάλογα.
(4) Για τη διεξαγωγή έρευνας, το Συμβούλιο μπορεί να ενεργεί συλλογικά ή να αναθέτει σε μέλη ή μέλος του τη διεκπεραίωση της έρευνας ή μέρους της και να καλεί ενώπιόν της οποιοδήποτε πρόσωπο για να δώσει πληροφορίες και στοιχεία σχετικά με την υπό διερεύνηση υπόθεση και να λαμβάνει γραπτές καταθέσεις και γενικά να συγκεντρώνει σχετικές πληροφορίες και στοιχεία:
(5) Κάθε αξιωματούχος ή δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο για τον οποίο διεξάγεται από το Συμβούλιο έρευνα, δικαιούται να λαμβάνει αντίγραφα όλων των γραπτών καταθέσεων, των πληροφοριών, των εγγράφων και των άλλων στοιχείων που το Συμβούλιο έχει συγκεντρώσει και έχει το δικαίωμα να ακουστεί από αυτό πριν από τη σύνταξη της έκθεσης που προβλέπεται στο εδάφιο (6).
(6) Το Συμβούλιο, με το πέρας της έρευνας που διεξάγεται δυνάμει του παρόντος άρθρου, ετοιμάζει γραπτή έκθεση στην οποία καταγράφονται συνοπτικά όλα τα γεγονότα και στοιχεία που ερευνήθηκαν, η οποία κοινοποιείται στον επηρεαζόμενο αξιωματούχο ή δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο, στο Υπουργικό Συμβούλιο και στο Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.
8.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 8Α, δήλωση που υποβάλλεται δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, καθώς και οι σχετικές εκθέσεις των ελεγκτών και του Συμβουλίου σε περίπτωση διεξαγωγής έρευνας, είναι εμπιστευτικές και η δημοσιοποίησή τους στο σύνολο ή εν μέρει από οποιοδήποτε, συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(2) Οι διατάξεις του εδαφίου (1) δεν τυγχάνουν εφαρμογής σε περίπτωση που η δημοσιοποίηση του Μέρους Α΄ και Γ΄ της δήλωσης ή η δημοσιοποίηση της έκθεσης σε ό,τι αφορά τα Μέρη Α΄ και Γ΄ της δήλωσης, γίνεται στο σύνολο από τον αξιωματούχο ή το δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο στο οποίο αυτές αφορούν:
8Α.-(1) Το σύνολο του Μέρους Α΄ και Γ΄ της δήλωσης των αξιωματούχων ή των δημόσια εκτεθειμένων προσώπων που περιλαμβάνονται στο Παράρτημα ΙΑ του παρόντος Νόμου, καθώς και τα ονόματα των αξιωματούχων ή των δημόσια εκτεθειμένων προσώπων που δεν υπέβαλαν δήλωση δημοσιοποιούνται και αναρτώνται στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου:
(2) Η, παρά τις διατάξεις του εδαφίου (1), επιλεκτική δημοσιοποίηση στοιχείων συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) ή με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή και με τις δύο αυτές ποινές.
9. (1) Σε περίπτωση που αξιωματούχος ή δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο παραλείπει να υποβάλει δήλωση εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στο άρθρο 3, το Συμβούλιο του επιβάλλει χρηματικό πρόστιμο ύψους μέχρι πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000) και μέχρι εκατόν ευρώ €100 για κάθε ημέρα συνέχισης της παράλειψης:
(2) Αξιωματούχος ή δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο που υποβάλλει ψευδή δήλωση είναι ένοχος αδικήματος και, σε περίπτωση καταδίκης του, υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις τρεις χιλιάδες λίρες ή και στις δύο ποινές:
(3) Αξιωματούχος ή δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο δεν διαπράττει ποινικό αδίκημα δυνάμει του παρόντος άρθρου σε περίπτωση που, λόγω του γεγονότος ότι βρισκόταν σε διάσταση με το/τη σύζυγό του, τελούσε σε πραγματική αδυναμία, είτε να εξασφαλίσει τα στοιχεία που απαιτούνται στο μέρος της δήλωσης περιουσιακών στοιχείων που αφορά τον/τη σύζυγό του, είτε να υποβάλει πλήρη και αληθή στοιχεία όσον αφορά αυτό το μέρος της δήλωσης.
10. (1) Πρόσωπο που προβαίνει σε ένορκη γραπτή καταγγελία στο Συμβούλιο εναντίον οποιουδήποτε αξιωματούχου ή δημόσια εκτεθειμένου προσώπου δυνάμει της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 7, οφείλει να εκθέσει σ’ αυτό με σαφήνεια τις λεπτομέρειες και τα στοιχεία που θεμελιώνουν τους ισχυρισμούς του.
(2) Καταγγελία εναντίον αξιωματούχου ή δημόσια εκτεθειμένου προσώπου η οποία γίνεται δόλια ή κακόβουλα ή με ασύγγνωστη αμέλεια, συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £3.000 ή με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα έτος ή και με τις δύο αυτές ποινές.
(3) Καταγγελία που γίνεται δυνάμει του άρθρου 7 είναι εμπιστευτική και η δημοσίευσή της από οποιοδήποτε πρόσωπο συνιστά ποινικό αδίκημα που τιμωρείται με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις £2000 ή με ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες ή και με τις δύο αυτές ποινές.
11. Τηρουμένων των διατάξεων του Συντάγματος, το Συμβούλιο κατά τη διερεύνηση οποιασδήποτε υπόθεσης δύναται να ζητήσει από τον αξιωματούχο ή το δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο για τον οποίο δυνατόν να διενεργηθεί έρευνα τη συγκατάθεσή του για άρση του τραπεζικού ή φορολογικού απορρήτου.
12. Το Υπουργικό Συμβούλιο έχει εξουσία, εφόσον το κρίνει αναγκαίο, να εκδίδει Κανονισμούς, οι οποίοι κατατίθενται για έγκριση στη Βουλή των Αντιπροσώπων, για τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος το οποίο, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, χρήζει περαιτέρω ρύθμισης, περιλαμβανομένων και θεμάτων στελέχωσης και λειτουργίας του Συμβουλίου.
14.-(1) Όλοι οι αξιωματούχοι και όλα τα δημόσια εκτεθειμένα πρόσωπα που κατείχαν το αξίωμά τους ή που βρίσκονταν σε ενεργό υπηρεσία κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του περί Ορισμένων Αξιωματούχων της Κυπριακής Δημοκρατίας (Δήλωση και Έλεγχος Περιουσίας) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2016 καταθέτουν δήλωση στο Συμβούλιο, κατά τον τρόπο που προβλέπεται στο άρθρο 4, μέχρι την 31η Δεκεμβρίου 2017.
(2) Στην υποβαλλόμενη σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) δήλωση περιουσιακών στοιχείων περιλαμβάνονται όλα τα περιουσιακά στοιχεία τα οποία ο αξιωματούχος ή το δημόσια εκτεθειμένο πρόσωπο θα είχε την υποχρέωση να υποβάλει μέχρι την ημερομηνία λήξης της περιόδου των τριών (3) μηνών από την έναρξη ισχύος του περί Ορισμένων Αξιωματούχων της Κυπριακής Δημοκρατίας (Δήλωση και Έλεγχος Περιουσίας) (Τροποποιητικού) Νόμου του 2016 ανεξαρτήτως αν αυτά έχουν αποξενωθεί μετά την ημερομηνία αυτή.
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Ι
(Άρθρο 2)
Αξιωματούχοι και Δημόσια Εκτεθειμένα Πρόσωπα | |
1. | Οι αρχηγοί κοινοβουλευτικών κομμάτων, οι οποίοι δεν είναι μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων. |
2. | Οι αρχηγοί μη κοινοβουλευτικών κομμάτων. |
3. | Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος. |
4. | Ο Διευθυντής του Γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας. |
5. | Ο Προεδρικός Επίτροπος. |
6. | Ο Επίτροπος Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα. |
7. | Ο Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου. |
8. | Οι Δήμαρχοι και τα μέλη των δημοτικών συμβουλίων των μη κατεχόμενων δήμων. |
9. | Ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου. |
10. | Ο Γενικός Ελεγκτής και ο Βοηθός Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας. |
11. | Ο Γενικός Λογιστής και ο Βοηθός Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας. |
12. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. |
13. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας. |
14. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού. |
15. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών. |
16. | Οι γενικοί διευθυντές της Βουλής των Αντιπροσώπων, των Υπουργείων και της Γενικής Διεύθυνσης Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, Συντονισμού και Ανάπτυξης. |
17. | Οι γενικοί διευθυντές, όπου εφαρμόζεται, των περιλαμβανομένων στο παρόν Παράρτημα νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου. |
18. | Οι δημοτικοί γραμματείς των μη κατεχόμενων δήμων. |
19. | Οι εκλελεγμένοι πρόεδροι των κοινοτικών συμβουλίων των μη κατεχομένων κοινοτήτων. |
20. | Οι πρόεδροι των Σχολικών Εφορειών. |
21. | Ο Αρχηγός και ο Υπαρχηγός της Εθνικής Φρουράς. |
22. | Ο Αρχηγός και Υπαρχηγός της Αστυνομίας. |
23. | Ο Επίτροπος Ρυθμίσεως Ηλεκτρονικών Επικοινωνιών και Ταχυδρομείων. |
24. | Ο Επίτροπος Αγροτικών Πληρωμών και ο Βοηθός Επίτροπος Αγροτικών Πληρωμών. |
25. | Ο Επίτροπος Διοικήσεως. |
26. | Ο Επίτροπος Νομοθεσίας. |
27. | Ο Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα. |
28. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων. |
29. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Αναθεωρητικής Αρχής Αδειών. |
30. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου. |
31. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Σιτηρών Κύπρου. |
32. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου. |
33. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Κυπριακού Οργανισμού Διαχείρισης Αποθεμάτων Πετρελαιοειδών. |
34. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού. |
35. | Ο Διαχειριστής Συστήματος Μεταφοράς Κύπρου. |
36. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Εθνικής Αρχής Παιγνίων και Εποπτείας Καζίνου. |
37. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Κυπριακού Οργανισμού Αναπτύξεως Γης. |
38. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος Κύπρου. |
39. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής Ραδιοτηλεόρασης. |
40. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Στέγης. |
41. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου του Χρηματιστηρίου Αξιών Κύπρου. |
42. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς. |
43. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου του Κεντρικού Φορέα Ισότιμης Κατανομής Βαρών. |
44. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου. |
45. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου. |
46. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Κυπριακού Οργανισμού Αθλητισμού. |
47. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Οργανισμού Νεολαίας. |
48. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου. |
49. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου του Ανοικτού Πανεπιστημίου Κύπρου. |
50. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου του Πανεπιστημίου Κύπρου. |
51. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Αρχής Λιμένων Κύπρου. |
52. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Οργανισμού Ασφάλισης Υγείας. |
53. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Οργανισμού Σήμανσης Αντικειμένων από Πολύτιμα Μέταλλα. |
54. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Αγίας Νάπας. |
55. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λάρνακας. |
56. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λεμεσού-Αμαθούντας. |
57. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Λευκωσίας. |
58. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Παραλιμνίου. |
59. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Αποχετεύσεων Πάφου. |
60. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας. |
61. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λεμεσού. |
62. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λευκωσίας. |
63. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Οργανισμού Γεωργικής Ασφάλισης. |
64. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Δημόσιας Εταιρείας Φυσικού Αερίου. |
65. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Εταιρείας Υδρογονανθράκων. |
66. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Ιδρύματος Προώθησης Έρευνας. |
67. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου της Κυπριακής Εταιρείας Αποθήκευσης Πετρελαιοειδών Λτδ. |
68. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του διοικητικού συμβουλίου του Κυπριακού Ινστιτούτου Προώθησης Επενδύσεων. |
69. | Ο πρόεδρος και τα μέλη του συμβουλίου του Οργανισμού Κρατικών Υπηρεσιών Υγείας. |
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΙΑ
(Άρθρο 8Α)
Αξιωματούχοι και Δημόσια Εκτεθειμένα Πρόσωπα των οποίων η δήλωση δημοσιοποιείται | |
1. | Οι αρχηγοί κοινοβουλευτικών κομμάτων, οι οποίοι δεν είναι μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων. |
2. | Οι αρχηγοί μη κοινοβουλευτικών κομμάτων. |
3. | Ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος. |
4. | Ο Διευθυντής του Γραφείου του Προέδρου της Δημοκρατίας. |
5. | Ο Προεδρικός Επίτροπος. |
6. | O Επίτροπος Προεδρίας για Ανθρωπιστικά Θέματα. |
7. | Ο Γραμματέας του Υπουργικού Συμβουλίου. |
8. | Οι Δήμαρχοι των μη κατεχόμενων δήμων. |
9. | Ο Διοικητής και ο Υποδιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου. |
10. | Ο Γενικός Ελεγκτής και ο Βοηθός Γενικού Ελεγκτή της Δημοκρατίας. |
11. | Ο Γενικός Λογιστής και ο Βοηθός Γενικού Λογιστή της Δημοκρατίας. |
12. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας. |
13. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας. |
14. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Προστασίας του Ανταγωνισμού. |
15. | Ο πρόεδρος και τα μέλη της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφορών. |