ΜΕΡΟΣ ΧIΙI ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΑΔΕΙΕΣ ΤΩΝ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΩΝ ΣΤΟΝ ΠΑΡΟΝΤΑ ΝΟΜΟ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΚΑΙ ΤΙΣ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΩΝ
ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α - ΑΔΕΙΕΣ – ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Άδειες

110. (1) Οι άδειες εκδίδονται σε τέτοιο τύπο που δύναται να είναι και σε μηχανογραφημένη μορφή και περιέχουν τέτοια στοιχεία, όπως ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει και χορηγούνται από τον εξουσιοδοτημένο λειτουργό με την καταβολή του νενομισμένου τέλους, υπό όρους και προϋποθέσεις που καθορίζει ο Διευθυντής.

(2) Οι άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο σε σχέση με υποστατικά, αφορούν ένα μόνο υποστατικό δυνατό όμως να εκδίδονται περισσότερες από μία άδειες σε αδειούχο πρόσωπο για τον ίδιο σκοπό, εφόσον το πρόσωπο αυτό χρησιμοποιεί περισσότερα από ένα υποστατικά.

(3) Ανεξάρτητα από οποιαδήποτε άλλη διάταξη που περιέχεται στον παρόντα Νόμο, ως προς την προσαγωγή αδειών, οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια ενάσκησης οποιασδήποτε εμπορίας ή πώλησης ή κατασκευής προϊόντων, παραλείπει να προσαγάγει αυτή προς έλεγχο μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, όταν κληθεί να πράξει τούτο από κάποιο λειτουργό, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις εκατό λίρες.

(4) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του άρθρου 16 το Τελωνείο τηρεί αρχείο δεδομένων σε ηλεκτρονική ή άλλη μορφή στο οποίο καταχωρούνται οι άδειες των υποκειμένων στους φόρους κατανάλωσης προσώπων σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και άλλα στοιχεία αναγκαία για την εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

Μεταβίβαση αδειών

111. Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 112 οι άδειες που εκδίδονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο στο όνομα κάποιου προσώπου δεν μεταβιβάζονται.

Καταβολή τελών κατά τη μεταβίβαση αδειών και μεταφορά επιχείρησης

112. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου όταν ο κάτοχος άδειας αποβιώσει, ο Διευθυντής δύναται να επιτρέψει τη νόμιμη ενάσκηση της επιχείρησης, χωρίς πρόσθετη καταβολή τέλους, σε κάποιο άλλο πρόσωπο για τον υπόλοιπο της ισχύος της άδειας αυτής χρόνο, με τον τρόπο και με τους όρους και προϋποθέσεις που ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει.

(2) Όταν πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια αναφορικά με οποιοδήποτε υποστατικό, μεταφέρει την επιχείρηση του σε άλλο υποστατικό, στο οποίο μπορεί νόμιμα να την ενασκήσει, ο εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να επιτρέψει με τον τρόπο που ο Διευθυντής ήθελε καθορίσει, χωρίς πρόσθετη καταβολή τέλους, την ενάσκηση της επιχείρησης αυτής στο άλλο υποστατικό για τον υπόλοιπο της ισχύος της άδειας αυτής χρόνο.

(3) Ανεξάρτητα από οποιεσδήποτε από τις προηγούμενες διατάξεις του παρόντος άρθρου, όταν σύμφωνα με οποιοδήποτε άλλο νομοθέτημα το οποίο αφορά την άδεια αυτή, απαιτείται για τη μεταβίβαση ή μεταφορά της, εξουσιοδότηση δικαστηρίου ή κάποιας άλλης αρχής ή η προσκόμιση κάποιου πιστοποιητικού, δεν επιτρέπεται η μεταβίβαση ή μεταφορά άδειας ενάσκησης της επιχείρησης αυτής, εκτός αν αποδειχθεί στον εξουσιοδοτημένο λειτουργό ότι παρασχέθηκε η απαιτούμενη εξουσιοδότηση ή πιστοποιητικό.

Ακύρωση ή ανάκληση αδειών

113. (1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) ο Διευθυντής δύναται να ακυρώσει ή ανακαλέσει οποιαδήποτε άδεια η οποία εκδίδεται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, αφού γνωστοποιήσει γραπτώς την πρόθεση του αυτή στον κάτοχο της άδειας και προσδιορίσει την ημερομηνία της ανάκλησης.

(2) Η άδεια ακυρώνεται ή ανακαλείται στις ακόλουθες περιπτώσεις:

(α) εφόσον διαπιστωθεί ότι η έκδοσή της βασίστηκε σε αναληθή ή ανακριβή στοιχεία, χωρίς τη συνδρομή των οποίων δεν θα εκδίδετο,

(β) όταν εξέλειπαν μερικά ή ολικά οι προϋποθέσεις στις οποίες βασίστηκε η έκδοσή της,

(γ) όταν ο κάτοχος της άδειας δεν συμμορφώνεται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου,

(δ) όταν ο κάτοχος της άδειας έχει καταδικαστεί για συμμετοχή σε εγκληματικές δραστηριότητες,

(ε) όταν ο κάτοχος της άδειας ενέχεται σε υποθέσεις φοροδιαφυγής και

(στ) όταν ο κάτοχος της άδειας αποδεδειγμένα δεν χρησιμοποιεί την εκδοθείσα άδεια.

Αδικήματα για ορισμένες άδειες

114. Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο κατέχει άδεια πώλησης προϊόντων, παραβαίνει τους όρους αυτής ή πωλεί με άλλο τρόπο από εκείνο που προβλέπεται στην άδεια, ή αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με οποιαδήποτε διάταξη του παρόντος ή άλλου Νόμου ο οποίος εφαρμόζεται για την άδεια και δεν προβλέπεται άλλη ποινή για το αδίκημα αυτό, το πρόσωπο αυτό υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις διακόσιες λίρες.

Εξουσία ελέγχου άδειας για μεταφερόμενα προϊόντα

115. Εξουσιοδοτημένος λειτουργός δύναται να σταματήσει οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο μεταφέρει ή, για το οποίο αυτός δικαιολογημένα πιστεύει ότι μεταφέρει προϊόντα, τα οποία σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, πρέπει να συνοδεύονται, κατά την μεταφορά τους από άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο και να απαιτήσει την προσαγωγή του εγγράφου που εξουσιοδοτεί τη μεταφορά και να γράψει σε αυτό, τον τόπο και χρόνο διενέργειας του ελέγχου.

Αδικήματα για τις άδειες και πιστοποιητικά

116. (1) Όταν, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο απαιτείται άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο για τη μεταφορά οποιωνδήποτε προϊόντων, σε τέτοια περίπτωση οποιοδήποτε πρόσωπο -

(α) αποστέλλει, μεταφέρει ή λαμβάνει στην κατοχή του ή προκαλεί την αποστολή, μεταφορά ή την παραλαβή τέτοιων προϊόντων, τα οποία δεν συνοδεύονται από την απαιτούμενη σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο έγγραφο ή ενεργεί κατά παράβαση των όρων αυτής της άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου, ή

(β) δεν μεριμνά για την ακύρωση και επιστροφή της εκδοθείσας άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου το οποίο δεν χρησιμοποιήθηκε από αυτό, ή

(γ) ζητεί, λαμβάνει, χρησιμοποιεί, προκαλεί, επιτρέπει όπως ζητηθεί, ληφθεί ή χρησιμοποιηθεί άδεια ή πιστοποιητικό για οποιοδήποτε σκοπό κατά παράβαση των όρων του, ή

(δ) με οποιοδήποτε τρόπο χρησιμοποιεί ή προκαλεί ή επιτρέπει τη χρήση οποιασδήποτε άδειας ή πιστοποιητικού ή του εντύπου οποιουδήποτε πιστοποιητικού συμπληρωμένου ή μη, κατά τρόπο που μπορεί να ματαιώσει ή αποτρέψει τη λήψη ή έλεγχο οποιωνδήποτε λογαριασμών ή τη διενέργεια ελέγχου από εξουσιοδοτημένο λειτουργό, ή

(ε) προσκομίζει, προκαλεί ή επιτρέπει την προσκόμιση οποιασδήποτε άδειας, πιστοποιητικού ή άλλου καθορισμένου εγγράφου σε εξουσιοδοτημένο λειτουργό, το οποίο παραλήφθηκε με προϊόντα άλλα από εκείνα τα οποία αυτό αφορά,

είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται, σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα, αναφορικά με τα οποία διαπράττεται το αδίκημα ή τις επτακόσιες πενήντα λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.

(2) Προϊόντα για τα οποία απαιτείται άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο, τα οποία αποστέλλονται, μεταφέρονται ή παραλαμβάνονται χωρίς αυτή την άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο ή τα οποία συνοδεύονται από αλλοιωμένη ή αναληθή άδεια, πιστοποιητικό ή άλλο καθορισμένο έγγραφο, υπόκεινται σε δήμευση.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β - ΓΕΝΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΠΟΥ ΑΦΟΡΟΥΝ ΤΗ ΔΗΛΩΣΗ ΥΠΟΣΤΑΤΙΚΩΝ ΚΛΠ
Διενέργεια δηλώσεων

117. (1) Όταν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου απαιτείται από κάποιο πρόσωπο διενέργεια δήλωσης υποστατικού ή αντικειμένου:

(α) η δήλωση πρέπει να διενεργείται με τον τύπο και μορφή η οποία δύναται να είναι σε μηχανογραφημένη μορφή και να περιέχει τέτοια στοιχεία, όπως ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε καθορίσει, και

(β) το υποστατικό ή αντικείμενο σημαδεύεται και παραμένει σημασμένο, όπως ο Διευθυντής ήθελε εκάστοτε καθορίσει.

(2) Η δήλωση δεν είναι έγκυρη εκτός αν το πρόσωπο που τη διενεργεί -

(α) έχει συμπληρωμένη, κατά το χρόνο της διενέργειας της δήλωσης, την ηλικία των δεκαοκτώ ετών και

(β) κατά το χρόνο αυτό ήταν και εξακολουθεί να είναι ο πραγματικός κύριος της επιχείρησης, αναφορικά με την οποία έγινε η δήλωση.

(3) Όταν ο υπόχρεος προς διενέργεια δήλωσης είναι νομικό πρόσωπο, η δήλωση πρέπει να φέρει την υπογραφή διευθύνοντος συμβούλου, γενικού διευθυντή, γραμματέα ή άλλου παρομοίου αξιωματούχου του νομικού προσώπου, καθώς και τη σφραγίδα του νομικού προσώπου, εκτός από τις περιπτώσεις κατά τις οποίες η προς υπογραφή εξουσιοδότηση του προσώπου αυτού παρασχέθηκε με τη σφραγίδα του νομικού προσώπου.

(4) Οποιοδήποτε πρόσωπο κατά τη διενέργεια δήλωσης κάποιου υποστατικού ή αντικειμένου παραβαίνει ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις πεντακόσιες λίρες.

Νέα δήλωση του ιδίου υποστατικού

118. (1) Ο Διευθυντής δύναται οποτεδήποτε με έγγραφη ειδοποίησή του, η οποία απευθύνεται προς το πρόσωπο, από το οποίο έχει υπογραφεί η υφιστάμενη δήλωση για συγκεκριμένο υποστατικό ή αντικείμενο, να απαιτήσει τη διενέργεια νέας δήλωσης του υποστατικού ή αντικειμένου, η δε υφιστάμενη δήλωση, καθίσταται άκυρη με την πάροδο δεκατεσσάρων ημερών από την επίδοση της ειδοποίησης χωρίς να επηρεάζεται οποιαδήποτε ευθύνη.

(2) Εκτός εάν επιτρέψει ο Διευθυντής και με τους όρους τους οποίους ήθελε επιβάλει, κανένα πρόσωπο δύναται να δηλώσει για οποιοδήποτε σκοπό, υποστατικό ή αντικείμενο το οποίο έχει δηλωθεί από άλλο πρόσωπο, εφόσον η δήλωση αυτή παραμένει σε ισχύ. Οποιαδήποτε δήλωση που γίνεται κατά παράβαση του εδαφίου αυτού είναι άκυρη.

(3) Όταν το πρόσωπο, από το οποίο έγινε η δήλωση υποστατικού, φυγοδικεί ή εγκαταλείπει την κατοχή του υποστατικού και διακόπτει την επιχείρηση, αναφορικά με την οποία έγινε η δήλωση και ο Διευθυντής επιτρέπει τη διενέργεια νέας δήλωσης από κάποιο άλλο πρόσωπο, η προηγούμενη δήλωση λογίζεται ότι ανακλήθηκε και καθίσταται άκυρη.

Απόδειξη δηλώσεων

119. Για τους σκοπούς οποιασδήποτε δικαστικής διαδικασίας σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, εφόσον ανακύψει αμφισβήτηση για τη διενέργεια δήλωσης από κάποιο πρόσωπο για υποστατικό ή αντικείμενο ή για οποιοδήποτε σκοπό -

(α) έγγραφο το οποίο προσάγεται στο Δικαστήριο ως πρωτότυπο της δήλωσης από εξουσιοδοτημένο λειτουργό, συνιστά, μέχρι απόδειξης του αντιθέτου, επαρκή απόδειξη της διενέργειας της δήλωσης. και

(β) αν εξουσιοδοτημένος λειτουργός στη φύλαξη του οποίου τελεί οποιαδήποτε δήλωση που γίνεται με αυτό τον τρόπο, προσέλθει στο Δικαστήριο και μαρτυρήσει ότι, οι δηλώσεις που προσκομίζονται από αυτόν στο Δικαστήριο είναι όλες οι πρωτότυπες δηλώσεις που βρίσκονται στη φύλαξή του και ότι η δήλωση για την οποία υπάρχει αμφισβήτηση δεν περιλαμβάνεται σε αυτές, τεκμαίρεται, μέχρι απόδειξης του αντιθέτου, ότι η δήλωση αυτή ουδέποτε διενεργήθηκε.

Αδικήματα για τις δηλώσεις

120. (1) Οποιοδήποτε πρόσωπο χρησιμοποιεί υποστατικό ή αντικείμενο το οποίο έπρεπε να δηλωθεί σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, αμελεί, αρνείται ή παραλείπει να πράξει αυτό, είναι ένοχο ποινικού αδικήματος και υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει τις επτακόσιες πενήντα λίρες και κάθε τέτοιο αντικείμενο και όλα τα προϊόντα, τα οποία εξευρίσκονται σε αυτό το υποστατικό ή αντικείμενο υπόκεινται σε δήμευση.

(2) Οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο έχει δηλώσει οποιοδήποτε υποστατικό ή αντικείμενο, χρησιμοποιεί αυτό για σκοπό άλλο από εκείνο για τον οποίο έχει δηλωθεί, υπόκειται σε χρηματική ποινή η οποία δεν υπερβαίνει το τριπλάσιο ποσό του φόρου κατανάλωσης που αναλογεί στα προϊόντα αναφορικά με τα οποία διαπράχθηκε το αδίκημα ή τις πεντακόσιες λίρες ή σε κάθε περίπτωση το μεγαλύτερο των πιο πάνω ποσών.