Για σκοπούς εναρμόνισης με την πράξη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με τίτλο:
«Οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2001 σχετικά με την Εκτίμηση των Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Ορισμένων Σχεδίων και Προγραμμάτων».
Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:
1. Ο παρών Νόμος θα αναφέρεται ως ο περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Σχέδια και/ ή Προγράμματα Νόμος του 2005.
2. Στον παρόντα Νόμο, εκτός αν από το κείμενο προκύπτει διαφορετική έννοια -
«ακίνητη ιδιοκτησία» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Ακίνητης Ιδιοκτησίας (Διακατοχή, Εγγραφή και Εκτίμηση) Νόμου.·
«αρμόδια αρχή» σημαίνει κάθε δημόσια επιχείρηση, αρχή που καθιδρύεται με βάση νόμο, κρατική υπηρεσία, αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης ή οργανισμό δημόσιου δικαίου ο οποίος έχει αρμοδιότητα για ετοιμασία ή ανάθεση για ετοιμασία ή έγκριση σχεδίου και/ ή προγράμματος και δύναται να περιλαμβάνει υπουργό.·
«αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης» σημαίνει δήμο ή κοινοτικό συμβούλιο.·
«δημόσιες επιχειρήσεις» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2(1) των περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) στους Τομείς του Ύδατος, της Ενέργειας, των Μεταφορών και των Τηλεπικοινωνιών Νόμων του 2003 και 2004.·
«διαδικασία εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον», σε σχέση με σχέδιο και/ ή πρόγραμμα σημαίνει την ετοιμασία μελέτης από την αρμόδια αρχή ή από πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο από αυτήν προς τούτο, τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων μεταξύ της αρμόδιας αρχής και των ενδιαφερόμενων αρχών και συνόλων, την αξιολόγηση, από την Περιβαλλοντική Αρχή, της μελέτης και των αποτελεσμάτων των διαβουλεύσεων κατά τη λήψη αποφάσεων και την παροχή πληροφοριών σχετικά με την απόφαση, σύμφωνα με τα άρθρα 6, 13, 14, 15, 18, 19, 20 και 22(2).·
«ειδική ζώνη διατήρησης» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου του 2003.·
«επιπτώσεις στο περιβάλλον» περιλαμβάνει επιπτώσεις θετικές ή αρνητικές, άμεσες ή έμμεσες, μόνιμες ή προσωρινές, βραχυπρόθεσμες, μεσοπρόθεσμες ή μακροπρόθεσμες, σωρευτικές, δευτερεύουσες ή συνεργιστικές, βιοφυσικές, κοινωνικές και άλλες επιπτώσεις -
(α)στον ανθρώπινο πληθυσμό και/ή την ανθρώπινη υγεία και/ή σε οποιοδήποτε φυσικό πρόσωπο,
(β)στην πανίδα και/ή στη χλωρίδα και/ή στη βιοποικιλότητα,
(γ)στο φυσικό, ιστορικό και παραδοσιακά ανθρωπογενές τοπίο,
(δ)στο έδαφος, στα νερά, στην ατμόσφαιρα και/ή στο κλίμα,
(ε)σε οποιαδήποτε υλικά αγαθά,
(στ)στην πολιτιστική κληρονομιά, περιλαμβανομένης της αρχαιολογικής κληρονομιάς και της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς,
και περιλαμβάνει τις αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ανωτέρω παραγόντων·
«Επιτροπή» σημαίνει την επιτροπή που ιδρύεται με βάση το άρθρο 7·
«έργο» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2001·
«Ευρωπαϊκή Επιτροπή» σημαίνει την Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων.
«ζώνη ειδικής προστασίας» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2 του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου του 2003.
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1257/1999» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1257/1999 του Συμβουλίου της 17ης Μαΐου 1999 για τη στήριξη της αγροτικής ανάπτυξης από το Ευρωπαϊκό Γεωργικό Ταμείο Προσανατολισμού και Εγγυήσεων (ΕΓΤΠΕ) και για την τροποποίηση και κατάργηση ορισμένων κανονισμών, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
«Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1260/1999» σημαίνει τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 του Συμβουλίου της 21ης Ιουνίου 1999 περί Γενικών Διατάξεων για τα Διαρθρωτικά Ταμεία, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
«κοινό» σημαίνει ένα ή περισσότερα φυσικά ή νομικά πρόσωπα, καθώς και ενώσεις, οργανώσεις ή ομάδες αυτών.
«κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία» σημαίνει το σύνολο των Κανονισμών, Οδηγιών και Αποφάσεων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας που ρυθμίζουν θέματα περιβάλλοντος και είναι δεσμευτικές για όλα τα κράτη μέλη.
«κρατική υπηρεσία» σημαίνει υπουργείο ή υπηρεσία που υπάγεται σε υπουργείο ή σε ανεξάρτητο αξιωματούχο της Δημοκρατίας και περιλαμβάνει τμήμα, κλάδο ή υπηρεσία υπουργείου.
«κράτος μέλος» σημαίνει κράτος μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
«μελέτη» σημαίνει τη μελέτη εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον από σχέδια και/ ή προγράμματα, η οποία αποτελείται από έγγραφο ή σειρά εγγράφων του σχεδίου και/ ή προγράμματος, που ετοιμάζεται σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 15 και περιέχει τις πληροφορίες που απαιτούνται με βάση το Παράρτημα Ι.
«Οδηγία 2001/42/ΕΚ» σημαίνει την Οδηγία 2001/42/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Ιουνίου 2001 σχετικά με την Εκτίμηση των Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων Ορισμένων Σχεδίων και Προγραμμάτων».
«οργανισμός δημόσιου δικαίου» έχει την έννοια που αποδίδει στον όρο αυτό το άρθρο 2(1) των περί της Σύναψης Συμβάσεων (Προμήθειες, Έργα και Υπηρεσίες) στους Τομείς του Ύδατος, της Ενέργειας, των Μεταφορών και των Τηλεπικοινωνιών Νόμων του 2003 και 2004.
«Περιβαλλοντική Αρχή» σημαίνει την Υπηρεσία Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος.
«περιβαλλοντική νομοθεσία» σημαίνει το σύνολο της εκάστοτε σε ισχύ στη Δημοκρατία πρωτογενούς και δευτερογενούς νομοθεσίας που ρυθμίζει θέματα περιβάλλοντος.
«σχέδια και/ ή προγράμματα» σημαίνει τα σχέδια και/ ή τα προγράμματα, συμπεριλαμβανομένων εκείνων που συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα, καθώς και τις τροποποιήσεις τους, τα οποία -
(α)εκπονούνται και/ ή εγκρίνονται από αρμόδια αρχή σε εθνικό, περιφερειακό ή τοπικό επίπεδο ή που εκπονούνται από αρμόδια αρχή, προκειμένου να εγκριθούν μέσω νομοθετικής διαδικασίας. και
(β)απαιτούνται, σύμφωνα με τις διατάξεις οποιασδήποτε νομοθεσίας, περιλαμβανομένης της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και/ ή οποιασδήποτε κοινοτικής νομοθεσίας, περιλαμβανομένης της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
3. Σκοπός του παρόντος Νόμου είναι η επίτευξη ψηλού επιπέδου προστασίας του περιβάλλοντος και η ενσωμάτωση των περιβαλλοντικών ζητημάτων στην προετοιμασία και έγκριση σχεδίων και/ ή προγραμμάτων για την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης, εξασφαλίζοντας την εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον για ορισμένα σχέδια και/ή προγράμματα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
4.-(1) Εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον πραγματοποιείται σύμφωνα με τα άρθρα 6, 13, 14, 15, 18, 19, 20 και 22(2) για σχέδια και/ ή προγράμματα που αναφέρονται στα εδάφια (2), (3) και (4) και τα οποία ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
(2) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του εδαφίου (3), πραγματοποιείται εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον για κάθε σχέδιο και/ ή πρόγραμμα -
(α)το οποίο εκπονείται για τη γεωργία και την κτηνοτροφία, τη δασοπονία, την αλιεία, τη λατόμηση και την εξόρυξη ορυκτών, την ενέργεια, τη βιομηχανία, τις μεταφορές, τη διαχείριση αποβλήτων, τη διαχείριση υδάτινων πόρων, τις τηλεπικοινωνίες, τον τουρισμό, τη χωροταξία ή τη χρήση γης και καθορίζει το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων, σύμφωνα με τον περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμο του 2001. ή
(β)για το οποίο, λόγω των συνεπειών που ενδέχεται να έχει σε περιοχή που εμπίπτει σε ειδική ζώνη διατήρησης ή σε ειδική ζώνη προστασίας, απαιτείται εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, σύμφωνα με το άρθρο 16 του περί Προστασίας και Διαχείρισης της Φύσης και της Άγριας Ζωής Νόμου του 2003 και το άρθρο 7(5) του περί Προστασίας και Διαχείρισης Άγριων Πτηνών και Θηραμάτων Νόμου του 2003.
(3) (α) Τα σχέδια και/ ή προγράμματα που αναφέρονται στο εδάφιο (2), τα οποία καθορίζουν τη χρήση μικρών περιοχών σε τοπικό επίπεδο, και οι ήσσονες τροποποιήσεις τους υποβάλλονται σε εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον μόνο σε περίπτωση που η Περιβαλλοντική Αρχή αποφασίσει ότι ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
(β) Σε περίπτωση που η Περιβαλλοντική Αρχή συμπεράνει προκαταρκτικά ότι σχέδιο και/ ή πρόγραμμα δεν απαιτείται να υποβληθεί σε εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, ζητά τις απόψεις της Επιτροπής και τις λαμβάνει δεόντως υπόψη ως ουσιώδη παράγοντα για τη λήψη τελικής απόφασης.
(γ) Η Περιβαλλοντική Αρχή, με γνωστοποίησή της που δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες της Δημοκρατίας και στο διαδίκτυο, δημοσιοποιεί την απόφασή της και το ότι αυτή είναι καταχωρισμένη στο αρχείο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 23.
(4) Η Περιβαλλοντική Αρχή αποφασίζει αν τα σχέδια και/ ή προγράμματα, εξαιρουμένων αυτών που αναφέρονται στο εδάφιο (2), τα οποία καθορίζουν το πλαίσιο για μελλοντικές άδειες έργων, σύμφωνα με τον περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμο του 2001, ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον, σύμφωνα με το άρθρο 5.
(5) Ο παρών Νόμος δεν εφαρμόζεται για σχέδια και/ ή προγράμματα τα οποία -
(α)εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς εθνικής άμυνας ή καταστάσεις έκτακτης ανάγκης:
Νοείται ότι, στην περίπτωση σχεδίων και/ή προγραμμάτων που εξυπηρετούν αποκλειστικά σκοπούς εθνικής άμυνας ή καταστάσεις έκτακτης ανάγκης ή επιμέρους συστατικών τους που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον λόγω, εκ πρώτης όψεως, αναμενόμενου επηρεασμού φυσικών περιοχών, τοπίων ιδιαίτερης σημασίας και προστατευόμενων ειδών πανίδας και χλωρίδας ή συνεπάγονται σημαντική δημιουργία και διαχείριση αποβλήτων οποιασδήποτε μορφής ή ενέργειας ή διαχείριση φυσικών πόρων, οι αρμόδιες υπηρεσίες του Υπουργείου Άμυνας θα συνεργάζονται με την Περιβαλλοντική Αρχή για την εξέταση τυχόν εναλλακτικών λύσεων ή διευθετήσεων ή μέτρων που μπορούν να υιοθετηθούν, ώστε να μετριαστούν ή να εξαλειφθούν σοβαρές επιπτώσεις.
(β)είναι δημοσιονομικά και αφορούν τον προϋπολογισμό.
(γ)συγχρηματοδοτούνται, κατά τις αντίστοιχες τρέχουσες περιόδους προγραμματισμού, σύμφωνα με τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1260/1999 και τον Κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 1257/1999.
(6) Στην περίπτωση που για την εφαρμογή του παρόντος Νόμου απαιτείται να καθοριστεί εκ των προτέρων κατά πόσο ένα σχέδιο και/ ή πρόγραμμα αναμένεται να έχει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον ή κατά πόσο το μέγεθος μιας επίπτωσης προβλέπεται να είναι σημαντικό, λαμβάνονται υπόψη η εμβέλεια και/ή το επίπεδο του σχεδίου και/ ή προγράμματος, η φύση, η μορφή, η αλληλεξάρτηση, η διάρκεια και η συχνότητα των επιπτώσεων, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά μιας περιοχής και/ ή του πληθυσμού που ενδέχεται να επηρεαστεί, σε συνάρτηση με το βαθμό στον οποίο πληρούνται τα κριτήρια που αναφέρονται στο Παράρτημα ΙΙ, τα οποία δεν είναι εξαντλητικά.
5.-(1) Η Περιβαλλοντική Αρχή αποφασίζει, εντός περιόδου που δεν υπερβαίνει τις τριάντα (30) μέρες από την εξασφάλιση όλων των αναγκαίων στοιχείων, αν σχέδια και/ή προγράμματα που αναφέρονται στα εδάφια (3) και (4) του άρθρου 4 ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον -
(α)εξετάζοντας χωριστά κάθε περίπτωση,
(β)καθορίζοντας συγκεκριμένους τύπους σχεδίων και/ή προγραμμάτων ή
(γ)συνδυάζοντας τις προσεγγίσεις που αναφέρονται στις παραγράφους (α) και (β).
(2) Κατά τη λήψη απόφασης, σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1), η Περιβαλλοντική Αρχή λαμβάνει υπόψη σε κάθε περίπτωση τα κατάλληλα κριτήρια, που εκτίθενται στο Παράρτημα ΙΙ, προκειμένου να διασφαλίζεται ότι τα σχέδια και/ή προγράμματα που ενδέχεται να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου.
(3) Κατά την εξέταση κάθε περίπτωσης και κατά τον καθορισμό συγκεκριμένων τύπων σχεδίων και/ή προγραμμάτων, σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2), διεξάγονται διαβουλεύσεις με τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 14(1).
(4) Η Περιβαλλοντική Αρχή εξασφαλίζει ότι τα συμπεράσματά της, σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2), συμπεριλαμβανομένων των λόγων για μη απαίτηση διενέργειας εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον, σύμφωνα με τα άρθρα 4(3), 6, 13, 14, 15, 18, 19, 20 και 22(2), είναι διαθέσιμα για το κοινό διά της καταχώρισής τους στο αρχείο που προβλέπεται στο άρθρο 23. Η Περιβαλλοντική Αρχή, με γνωστοποίησή της που δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες της Δημοκρατίας και στο διαδίκτυο, δημοσιοποιεί τα συμπεράσματά της και το ότι αυτά είναι καταχωρισμένα στο αρχείο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 23.
6.-(1) Η εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, που αναφέρεται στα άρθρα 4 και 5, πραγματοποιείται κατά την εκπόνηση ενός σχεδίου και/ή προγράμματος και πριν από την έγκρισή του υποβάλλεται σχετική μελέτη από την αρμόδια αρχή στην Περιβαλλοντική Αρχή.
(2) Για σχέδιο ανάπτυξης που εκπονείται με βάση τους περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμους του 1972 έως 2002 η εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον, που αναφέρεται στα άρθρα 4 και 5, και η τελική γνωμάτευση, με βάση το άρθρο 17 του παρόντος Νόμου, διενεργούνται κατά την εκπόνηση του σχεδίου ανάπτυξης πριν από τη δημοσίευσή του, με βάση το εδάφιο (2) του άρθρου 18 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως 2002, σε ό,τι αφορά τοπικό σχέδιο ή σχέδιο περιοχής, και πριν από τη δημοσίευσή του, με βάση το εδάφιο (6) του άρθρου 34Α των ίδιων νόμων, σε ό,τι αφορά Δήλωση Πολιτικής.
(3) Αναφορικά με την εκπόνηση ή την τροποποίηση σχεδίου ανάπτυξης, κατά τη διάρκεια της περιόδου διαβούλευσης με τις αρχές και το κοινό, σύμφωνα με το άρθρο 14 του παρόντος Νόμου, και μέχρι τη δημοσίευση του σχεδίου ανάπτυξης, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 18 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως 2002 ή το εδάφιο (6) του άρθρου 34Α των ίδιων νόμων, η περιοχή η οποία εμπίπτει σε σχέδιο ανάπτυξης που εκπονείται ή σε τμήμα σχεδίου ανάπτυξης που τροποποιείται ορίζεται ως Λευκή Ζώνη, σύμφωνα με το άρθρο 35 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως 2002, και η κατάσταση παραμένει ως έχει κατά την έναρξη των διαβουλεύσεων μέχρι τη δημοσίευση του σχεδίου ανάπτυξης.
(4) Η περίοδος από την έναρξη της διαβούλευσης με τις αρχές και το κοινό, με βάση το άρθρο 14 του παρόντος Νόμου, μέχρι τη δημοσίευση σχεδίου ανάπτυξης, σύμφωνα με το εδάφιο (2) του άρθρου 18 των περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμων του 1972 έως 2002, σε ό,τι αφορά τοπικό σχέδιο ή σχέδιο περιοχής, ή το εδάφιο (6) του άρθρου 34Α των ίδιων νόμων, σε ό,τι αφορά Δήλωση Πολιτικής, και αφού ληφθεί η γνωμάτευση της Περιβαλλοντικής Αρχής, με βάση το άρθρο 17, δεν υπερβαίνει συνολικά τους τέσσερις μήνες. Κατά τον υπολογισμό των τεσσάρων μηνών που αναφέρονται πιο πάνω δε λαμβάνονται υπόψη οι χρονικές περίοδοι κατά τις οποίες η Περιβαλλοντική Αρχή αναμένει πρόσθετα στοιχεία, σύμφωνα με το εδάφιο (3) του άρθρου 17, ή διενεργείται δημόσια ακρόαση, σύμφωνα με το άρθρο 18.
(5) Σε περίπτωση που σχέδια και/ή προγράμματα αποτελούν μέρος ιεραρχίας σχεδίων και/ή προγραμμάτων, η Περιβαλλοντική Αρχή, προκειμένου να αποφύγει την επανάληψη εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον, λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι η εκτίμηση γίνεται, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο, σε διάφορα επίπεδα της ιεραρχίας και εφαρμόζει τις διατάξεις του άρθρου 15(1)(β) και (γ).
(6) Η υποχρέωση του εδαφίου (1) εφαρμόζεται για σχέδια και/ή προγράμματα των οποίων -
(α)η πρώτη επίσημη προπαρασκευαστική πράξη αρχίζει μετά την 21η Ιουλίου 2004.
(β)η πρώτη επίσημη προπαρασκευαστική πράξη άρχισε πριν από την 21η Ιουλίου 2004 και υποβάλλονται προς έγκριση ή εγκρίνονται μετά την πάροδο περισσοτέρων των είκοσι τεσσάρων (24) μηνών από την 21η Ιουλίου 2004:
Νοείται ότι η υποχρέωση του εδαφίου (1) δεν εφαρμόζεται-
(α)για συστατικό σχεδίου και/ή προγράμματος που ίσχυε πριν από την 21η Ιουλίου 2004 και δε διαφοροποιείται ή
(β)για συστατικό σχεδίου και/ή προγράμματος σε σχέση με το οποίο διενεργήθηκε προγενέστερα εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, με βάση τον παρόντα Νόμο, και το οποίο συστατικό δε μεταβάλλεται με το μεταγενέστερα τροποποιούμενο σχέδιο και/ή πρόγραμμα.
(7) Η Περιβαλλοντική Αρχή, μετά από εξέταση κάθε μεμονωμένης περίπτωσης, δύναται να αποφασίσει ότι δεν απαιτείται εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον στις περιπτώσεις που αναφέρονται στο εδάφιο (6)(β), όταν αυτό δεν είναι εφικτό. Η Περιβαλλοντική Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες της Δημοκρατίας και μέσω του διαδικτύου δημοσιοποιεί την απόφασή της και ότι αυτή είναι καταχωρισμένη στο Αρχείο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 23.
(8) Η Περιβαλλοντική Αρχή γνωστοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή πληροφορίες για τους τύπους σχεδίων και/ή προγραμμάτων τα οποία, σύμφωνα με τα άρθρα 4 και 5, πρόκειται να υποβληθούν σε εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
7.-(1) Για τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, ιδρύεται Επιτροπή Αξιολόγησης Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Σχέδια και/ή Προγράμματα, η οποία στο εξής θα αναφέρεται ως «Επιτροπή» και η οποία αποτελείται από εννέα μέλη, ως ακολούθως-
(α)το γενικό διευθυντή του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ή εκπρόσωπό του, ο οποίος ενεργεί ως πρόεδρος της Επιτροπής.
(β)το γενικό διευθυντή του Υπουργείου Εμπορίου, Βιομηχανίας και Τουρισμού ή εκπρόσωπό του.
(γ)το γενικό διευθυντή του Γραφείου Προγραμματισμού ή εκπρόσωπό του.
(δ)το γενικό διευθυντή του Υπουργείου Συγκοινωνιών και Έργων ή εκπρόσωπό του.
(ε)το γενικό διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών ή εκπρόσωπό του.
(στ)ένα μέλος που υποδεικνύεται από το Επιστημονικό και Τεχνικό Επιμελητήριο Κύπρου.
(ζ)ένα μέλος που υποδεικνύεται από την Ομοσπονδία Περιβαλλοντικών και Οικολογικών Οργανώσεων Κύπρου.
(η)ένα μέλος που υποδεικνύεται από τη σύγκλητο του Πανεπιστημίου Κύπρου· και
(θ)ένα μέλος που υποδεικνύεται από τη σύγκλητο του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Κύπρου.
(2) Αρμοδιότητες της Επιτροπής είναι –
(α)να μελετά το περιεχόμενο κάθε μελέτης και να συμβουλεύει την Περιβαλλοντική Αρχή αναφορικά με τις επιπτώσεις στο περιβάλλον σχεδίων και/ή προγραμμάτων και
(β)να συμβουλεύει την Περιβαλλοντική Αρχή, ως προνοείται στον παρόντα Νόμο ή ύστερα από αίτημα της τελευταίας ή αυτεπάγγελτα, αναφορικά με οποιοδήποτε θέμα το οποίο εμπίπτει στις αρμοδιότητές της, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Μέλος της Επιτροπής το οποίο ως εκ της θέσεώς του είχε ουσιαστική συμμετοχή στην ετοιμασία οποιουδήποτε σχεδίου και/ή προγράμματος το οποίο εξετάζεται από την Επιτροπή δε συμμετέχει σε αυτή και αντικαθίσταται για το συγκεκριμένο σχέδιο και/ή πρόγραμμα από άλλο πρόσωπο.
8.-(1) Η Επιτροπή έχει εξουσία, μέσω του προέδρου της, να καλέσει σε οποιαδήποτε συνεδρία, για να τη συμβουλεύσει, οποιοδήποτε λειτουργό δημόσιας επιχείρησης, κρατικής υπηρεσίας, οργανισμού δημόσιου δικαίου ή αρχής τοπικής αυτοδιοίκησης, καθώς και οποιοδήποτε πρόσωπο του οποίου οι απόψεις ή εξειδικευμένες γνώσεις σε συγκεκριμένο θέμα δυνατόν να κριθούν χρήσιμες ή αναγκαίες για τη διεκπεραίωση των αρμοδιοτήτων της.
(2) Η Επιτροπή μπορεί να ορίζει ειδική τεχνική επιτροπή, για να μελετά εξειδικευμένα περιβαλλοντικά θέματα που εγείρονται κατά την εξέταση οποιασδήποτε μελέτης, να καθορίζει τους όρους εντολής της και να λαμβάνει υπόψη τα σχετικά πορίσματα που ετοιμάζει.
(3) Η ειδική τεχνική επιτροπή προεδρεύεται από το φορέα που είναι κατά νόμο υπεύθυνος για το εξειδικευμένο θέμα το οποίο μελετάται ή, ελλείψει αυτού, από πρόσωπο που ορίζεται από την Επιτροπή.
9.-(1) Ο πρόεδρος της Επιτροπής διευθύνει τις εργασίες της, καταρτίζει την ημερήσια διάταξη κάθε συνεδρίασης και μεριμνά, ώστε αυτή, μαζί με γραπτή πρόσκληση, να κοινοποιείται σε κάθε μέλος τουλάχιστον επτά ημερολογιακές μέρες πριν από τη συνεδρίαση.
(2) Η Επιτροπή βρίσκεται σε απαρτία, όταν παρευρίσκονται στη συνεδρίαση ο πρόεδρος της Επιτροπής και τέσσερα τουλάχιστο μέλη. Τα μέλη της Επιτροπής έχουν δικαίωμα να υποβάλουν γραπτώς τις απόψεις τους.
(3) Οποιοδήποτε θέμα το οποίο αφορά την εσωτερική λειτουργία της Επιτροπής δύναται να ρυθμιστεί με σχετική απόφασή της.
10. Ο πρόεδρος της Επιτροπής ορίζει λειτουργό ή λειτουργούς της Υπηρεσίας Περιβάλλοντος του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος ως γραμματείς της Επιτροπής και οποιοσδήποτε εξ αυτών παρευρίσκεται σε κάθε συνεδρίασή της και μεριμνά για την τήρηση συνοπτικών πρακτικών.
11.-(1) Κάθε αρμόδια αρχή που προτίθεται να ετοιμάσει σχέδιο και/ή πρόγραμμα το οποίο εμπίπτει στο άρθρο 4 οφείλει να ετοιμάσει μελέτη. Σε περίπτωση αμφιβολίας, η αρμόδια αρχή οφείλει να ζητήσει από την Περιβαλλοντική Αρχή, στα αρχικά στάδια της ετοιμασίας του σχεδίου και/ή προγράμματος, να γνωμοδοτήσει αν απαιτείται η ετοιμασία μελέτης.
(2) Η Περιβαλλοντική Αρχή αποφασίζει, λαμβάνοντας υπόψη τα κριτήρια του Παραρτήματος ΙΙ, αν το σχέδιο και/ή πρόγραμμα ενδέχεται να επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον και αποφασίζει αν απαιτείται η εκπόνηση μελέτης. Η Περιβαλλοντική Αρχή δύναται να ζητήσει την άποψη της Επιτροπής σχετικά με το θέμα.
(3) Η Περιβαλλοντική Αρχή υποχρεούται να ζητήσει την άποψη της Επιτροπής, στην περίπτωση που, από προκαταρκτική εξέταση ενός σχεδίου και/ή προγράμματος, διαμορφώνει την άποψη ότι αυτό δε θα απαιτηθεί να υποβληθεί σε εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον και η Περιβαλλοντική Αρχή λαμβάνει υπόψη, κατά τη λήψη της τελικής της απόφασης, τις απόψεις των μελών της Επιτροπής.
(4) Αρμόδια αρχή που διαφωνεί με απόφαση της Περιβαλλοντικής Αρχής για την ετοιμασία μελέτης δύναται να ζητήσει συζήτηση του θέματος στην Επιτροπή, η δε Περιβαλλοντική Αρχή υποχρεούται να θέσει το θέμα στην Επιτροπή και να λάβει υπόψη τις θέσεις των μελών της.
(5) Στην περίπτωση που η Περιβαλλοντική Αρχή αποφασίσει ότι δεν είναι αναγκαία η ετοιμασία μελέτης, δημοσιεύει την απόφασή της με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες της Δημοκρατίας και μέσω του διαδικτύου και ότι η απόφαση αυτή είναι καταχωρισμένη στο αρχείο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 23.
(6) Η Περιβαλλοντική Αρχή γνωστοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή την απόφαση που λαμβάνει, με βάση το εδάφιο (2), πριν από την έγκριση και/ή υλοποίηση σχεδίου και/ή προγράμματος από την αρμόδια αρχή.
12.-(1) Κάθε αρμόδια αρχή που προτίθεται να υποβάλει μελέτη δύναται να ζητήσει εγγράφως γνωμοδότηση της Περιβαλλοντικής Αρχής αναφορικά με τον τύπο ή τη μορφή της μελέτης και τις πληροφορίες που πρέπει να περιληφθούν σε αυτή.
(2) Κάθε αίτημα που υποβάλλεται με βάση το εδάφιο (1) συνοδεύεται από -
(α)περιγραφή της φύσης του σχεδίου και/ή προγράμματος, καθώς και του σκοπού για τον οποίο θα χρησιμοποιηθεί το σχέδιο και/ή πρόγραμμα.
(β)χωρομετρικό σχέδιο στο οποίο υποδεικνύεται η ακίνητη ιδιοκτησία ή η περιοχή η οποία θα επηρεαστεί από την υλοποίηση του σχεδίου και/ή προγράμματος, αν αυτό είναι σχετικό και εφικτό, και
(γ)οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες κρίνονται χρήσιμες ή αναγκαίες αναφορικά με τις επιπτώσεις που το σχέδιο και/ή πρόγραμμα ενδέχεται να επιφέρει στο περιβάλλον.
(3) Μετά την παραλαβή του αιτήματος που αναφέρεται στο εδάφιο (1), η Περιβαλλοντική Αρχή δύναται να ζητήσει από την αρμόδια αρχή οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες κρίνει αναγκαίες και γνωμοδότηση παρέχεται, μόνο όταν παραχωρηθούν οι εν λόγω πληροφορίες.
13. Κάθε αρμόδια αρχή που υποβάλλει μελέτη οφείλει, ταυτόχρονα με την υποβολή του προκαταρκτικού σχεδίου και/ή προγράμματος και της μελέτης που εκπονείται, σύμφωνα με το άρθρο 15, να θέσει τα ανωτέρω έγγραφα στη διάθεση των αρχών που αναφέρονται στο άρθρο 14(1) και να δημοσιεύσει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες στη Δημοκρατία και μέσω του διαδικτύου γνωστοποίηση με την οποία να ανακοινώνεται -
(α)η ημερομηνία υποβολής της μελέτης και το όνομα της αρμόδιας αρχής που την υπέβαλε.
(β)η φύση του προτεινόμενου σχεδίου και/ή προγράμματος και η περιοχή την οποία αφορά.
(γ)ότι η μελέτη μπορεί να τύχει επιθεώρησης κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες στα γραφεία της Περιβαλλοντικής Αρχής και της αρμόδιας αρχής. και
(δ)ότι οποιοδήποτε πρόσωπο μπορεί να υποβάλει στην Περιβαλλοντική Αρχή απόψεις ή παραστάσεις αναφορικά με το περιεχόμενο της μελέτης ή τις επιπτώσεις που ενδέχεται να επιφέρει στο περιβάλλον η έγκριση του σχεδίου και/ή προγράμματος εντός τριάντα πέντε (35) ημερών από την ημερομηνία δημοσίευσης της γνωστοποίησης.
14.-(1) Η αρμόδια αρχή διαβουλεύεται με κάθε δημόσια επιχείρηση, αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης, κρατική υπηρεσία ή οργανισμό δημόσιου δικαίου που, με βάση ειδικές περιβαλλοντικές αρμοδιότητες που του ανατίθενται διά νόμου, ενδέχεται να ενδιαφέρεται για τις επιπτώσεις του σχεδίου και/ή προγράμματος στο περιβάλλον.
(2) Το κοινό με το οποίο η αρμόδια αρχή διαβουλεύεται συμπεριλαμβάνει το κοινό που επηρεάζεται ή είναι δυνατό να επηρεασθεί ή του οποίου διακυβεύονται συμφέροντα από τη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με ένα σχέδιο και/ή πρόγραμμα και περιλαμβάνει μη κυβερνητικές οργανώσεις, όπως οργανώσεις που προάγουν την προστασία του περιβάλλοντος.
15.-(1) Σε περίπτωση που απαιτείται εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον, σύμφωνα με το άρθρο 4(1), η αρμόδια αρχή ή πρόσωπο δεόντως εξουσιοδοτημένο από αυτή προς τούτο εκπονεί μελέτη, στην οποία εντοπίζονται, περιγράφονται και αξιολογούνται πληροφορίες σχετικές με το σχέδιο και/ή πρόγραμμα και ειδικότερα-
(α)οι πληροφορίες που αναφέρονται στο Παράρτημα Ι σε τέτοια έκταση και βαθμό λεπτομέρειας, ώστε να καθιστούν λογικά δυνατή την εκτίμηση των επιπτώσεων στο περιβάλλον για το σχέδιο και/ή πρόγραμμα, καθώς και λεπτομερής αναφορά σε λογικές εναλλακτικές λύσεις, λαμβάνοντας υπόψη τους στόχους και το γεωγραφικό πεδίο εφαρμογής του σχεδίου και/ή προγράμματος.
(β)οποιεσδήποτε άλλες πληροφορίες ή στοιχεία τα οποία η Περιβαλλοντική Αρχή εύλογα δύναται να απαιτήσει όπως περιληφθούν στη μελέτη, λαμβάνοντας υπόψη-
(i) τις υφιστάμενες γνώσεις και μεθόδους εκτίμησης,
(ii) το περιεχόμενο και το επίπεδο λεπτομερειών στο σχέδιο και/ή πρόγραμμα,
(iii) τη διαδικασία λήψης απόφασης, και
(iv) το βαθμό στον οποίο ορισμένα θέματα αξιολογούνται καλύτερα σε διαφορετικά επίπεδα της διαδικασίας λήψης απόφασης, ώστε να αποφεύγεται η επανάληψη εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον·
(γ)κάθε σχετική και διαθέσιμη πληροφορία που περιέχεται στο Παράρτημα Ι αναφορικά με τις επιπτώσεις του σχεδίου και/ή προγράμματος στο περιβάλλον, οι οποίες μπορεί να προήλθαν από άλλο στάδιο της διαδικασίας ή από άλλες διαδικασίες που προνοούνται από τις διατάξεις άλλης περιβαλλοντικής νομοθεσίας. και
(δ)απλή και χωρίς τεχνικούς όρους περίληψη των πληροφοριών που αναφέρονται ανωτέρω, η οποία να είναι κατανοητή από πρόσωπα που δεν κατέχουν ειδικές γνώσεις επί των τεχνικών θεμάτων που εξετάζονται στη μελέτη.
(2) Κατά τη λήψη αποφάσεων σχετικά με την έκταση και το επίπεδο λεπτομερειών των πληροφοριών που πρέπει να περιλαμβάνονται στη μελέτη, η Περιβαλλοντική Αρχή διεξάγει διαβουλεύσεις με τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 14(1).
16.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που Είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου του 2004, κάθε δημόσια επιχείρηση, αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης, κρατική υπηρεσία ή οργανισμός δημόσιου δικαίου που κατέχει πληροφορίες οι οποίες θα μπορούσαν εύλογα να θεωρηθούν ως σχετικές ή αναγκαίες για σκοπούς ετοιμασίας ή αξιολόγησης μελέτης οφείλει να τις παραχωρήσει στην αρμόδια αρχή, εφόσον αυτές οι πληροφορίες ζητηθούν από αυτή, εκτός αν θεωρούνται εμπιστευτικής φύσης δυνάμει οποιασδήποτε νομοθεσίας.
(2) Η Περιβαλλοντική Αρχή δύναται να ενημερώνει εγγράφως οποιαδήποτε δημόσια επιχείρηση, αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης, κρατική υπηρεσία ή οργανισμό δημοσίου δικαίου αναφορικά με τη χρησιμότητα πληροφοριών που τυχόν βρίσκονται στην κατοχή του, για σκοπούς εκπόνησης ή αξιολόγησης μελέτης.
(3) Σε περίπτωση που δημόσια επιχείρηση, αρχή τοπικής αυτοδιοίκησης, κρατική υπηρεσία ή οργανισμός δημοσίου δικαίου δεν παρέχει στην αρμόδια αρχή τις πληροφορίες που ζητούνται σύμφωνα με το εδάφιο (1), ενημερώνει εγγράφως την αρμόδια αρχή για τους λόγους που αυτές δεν παρέχονται.
17.-(1) Όταν η Περιβαλλοντική Αρχή παραλάβει μελέτη, αποστέλλει αντίγραφό της στα μέλη της Επιτροπής, εντός δεκαπέντε (15) ημερών από την παραλαβή της.
(2) Στο χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της αποστολής της μελέτης στα μέλη της Επιτροπής και της σύγκλησης της συνεδρίας για εξέτασή της, η Περιβαλλοντική Αρχή εξετάζει κατά πόσο οι πληροφορίες που περιέχονται στη μελέτη είναι επαρκείς.
(3) Σε περίπτωση που η Περιβαλλοντική Αρχή κρίνει ότι οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (2) δεν είναι επαρκείς, μπορεί να ζητήσει από την αρμόδια αρχή όπως παράσχει, μέσα σε εύλογη προθεσμία, που ορίζει η Περιβαλλοντική Αρχή και η οποία δε δύναται να υπερβαίνει τις εξήντα (60) μέρες, οποιεσδήποτε πρόσθετες πληροφορίες αναφορικά με το σχέδιο και/ή πρόγραμμα που εκπονείται ή τις επιπτώσεις που αυτό ενδέχεται να επιφέρει στο περιβάλλον. Σε περίπτωση που οι πληροφορίες αυτές δεν παρασχεθούν μέσα στην καθορισμένη προθεσμία, η Περιβαλλοντική Αρχή ενημερώνει σχετικά την Επιτροπή.
(4) Σε περίπτωση που η Περιβαλλοντική Αρχή διαπιστώσει ότι οι πληροφορίες που βρίσκονται ενώπιόν της αναφορικά με το σχέδιο και/ή πρόγραμμα είναι επαρκείς, συγκαλείται συνεδρία της Επιτροπής για την αξιολόγηση της μελέτης.
(5) Αφού ληφθούν υπόψη οι απόψεις ή παραστάσεις οποιωνδήποτε προσώπων οι οποίες τυχόν έχουν υποβληθεί στην Περιβαλλοντική Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 13(δ) ή πληροφορίες και απόψεις που υποβλήθηκαν σε διαδικασία δημόσιας ακρόασης που τυχόν συγκλήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 18 ή οι απόψεις ή παραστάσεις κράτους μέλους που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 19, τα μέλη της Επιτροπής διαμορφώνουν τις αιτιολογημένες θέσεις και εισηγήσεις τους αναφορικά με την αξιολόγηση και τις επιπτώσεις που η έγκριση του σχεδίου και/ή προγράμματος ενδέχεται να επιφέρει στο περιβάλλον.
(6) Η Περιβαλλοντική Αρχή, αφού λάβει υπόψη τις θέσεις και εισηγήσεις των μελών της Επιτροπής, ετοιμάζει σχετική γνωμάτευση, την οποία διαβιβάζει στην αρμόδια αρχή και η οποία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του σχεδίου και/ή προγράμματος.
(7) Στη γνωμάτευση της Περιβαλλοντικής Αρχής, που αναφέρεται στο εδάφιο (6), δύνανται να περιληφθούν και-
(α)η ενσωμάτωση συγκεκριμένων περιβαλλοντικών παραμέτρων στο σχέδιο και/ή πρόγραμμα.
(β)συγκεκριμένες διαφοροποιήσεις στο σχέδιο και/ή πρόγραμμα, έτσι ώστε να διασφαλίζεται η προστασία του περιβάλλοντος και η ορθολογική διαχείριση των φυσικών πόρων· και/ή
(γ)καθορισμός του τρόπου ελέγχου και παρακολούθησης των τυχόν επιπτώσεων στο περιβάλλον από το σχέδιο και/ή πρόγραμμα και ειδικότερα-
(i) οι τομείς οι οποίοι ενδείκνυται να παρακολουθούνται,
(ii) οι τρόποι παρακολούθησης, και
(iii) η περιοδικότητα συλλογής στοιχείων.
(8) Η Περιβαλλοντική Αρχή δύναται να καθορίσει στη γνωμάτευσή της κατά πόσο θεωρεί ως ουσιώδη οποιοδήποτε όρο ή μέτρο που καθορίζει με βάση το εδάφιο 7(α), (β) και/ή (γ).
(9) Σε περίπτωση που οι αρχές οποιουδήποτε άλλου κράτους μέλους έλαβαν μέρος στη διαδικασία εξέτασης, σύμφωνα με το άρθρο 19, η Περιβαλλοντική Αρχή μεριμνά ώστε να αποσταλεί στις αρχές αυτές η γνωμάτευσή της.
(10) Η γνωμάτευση της Περιβαλλοντικής Αρχής καταχωρίζεται στο Αρχείο, που προβλέπεται στο άρθρο 23. Η Περιβαλλοντική Αρχή, με γνωστοποίηση που δημοσιεύει στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δυο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες της Δημοκρατίας και μέσω του διαδικτύου, δημοσιοποιεί ότι η εν λόγω γνωμάτευση είναι καταχωρισμένη στο Αρχείο, που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 23.
18.-(1) Μετά από αιτιολογημένη εισήγηση της Περιβαλλοντικής Αρχής, που υποβάλλεται κατόπιν διαβούλευσης με την αρμόδια αρχή και την Επιτροπή, το Υπουργικό Συμβούλιο μπορεί να αποφασίσει για τη διενέργεια δημόσιας ακρόασης για μελέτη που υποβάλλεται στις περιπτώσεις σημαντικών σχεδίων και/ ή προγραμμάτων, προτού ολοκληρωθεί η αξιολόγηση της μελέτης από την Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 17(5).
(2) Οι στόχοι, τα χαρακτηριστικά της διαδικασίας, η ίδια η διαδικασία, το ενδιαφερόμενο κοινό και άλλα θέματα σχετικά με τις δημόσιες ακροάσεις καθορίζονται με Κανονισμούς, που εκδίδει το Υπουργικό Συμβούλιο σύμφωνα με το άρθρο 26.
19.-(1) Σε περίπτωση κατά την οποία-
(α)η Περιβαλλοντική Αρχή κρίνει ότι η έγκριση σχεδίου και/ή προγράμματος στην επικράτεια της Δημοκρατίας δυνατό να επιφέρει σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον άλλου κράτους μέλους ή
(β)σε περίπτωση που το εν λόγω άλλο κράτος μέλος του οποίου το περιβάλλον δυνατό να υποστεί σημαντικές επιπτώσεις από την έγκριση του εν λόγω σχεδίου και/ή προγράμματος, ζητά να πληροφορηθεί για το εν λόγω σχέδιο και/ή πρόγραμμα,
η Περιβαλλοντική Αρχή αποστέλλει στο εν λόγω κράτος μέλος, το συντομότερο δυνατό και όχι αργότερα από την ημερομηνία ενημέρωσης του κοινού στη Δημοκρατία σχετικά με το σχέδιο και/ ή πρόγραμμα και οπωσδήποτε πριν από την έγκρισή του, τις πληροφορίες που καθορίζονται στο εδάφιο (2).
(2) Οι πληροφορίες που αναφέρονται στο εδάφιο (1) είναι-
(α)αντίγραφο του προκαταρκτικού σχεδίου και/ή προγράμματος.
(β)αντίγραφο της μελέτης, η οποία υποβλήθηκε αναφορικά με το σχέδιο και/ ή πρόγραμμα. και
(γ)επαρκείς πληροφορίες σχετικά με τη διαδικασία εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον, η οποία προβλέπεται στον παρόντα Νόμο.
(3) Σε περίπτωση που εφαρμόζονται οι διατάξεις του παρόντος άρθρου, η Περιβαλλοντική Αρχή παρέχει στο κράτος μέλος εύλογη προθεσμία για να γνωστοποιήσει σε αυτή κατά πόσο επιθυμεί να προβεί σε διαβουλεύσεις, πριν από την έγκριση του σχεδίου και/ ή προγράμματος ή την ολοκλήρωση της διαδικασίας εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον, σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(4) Σε περίπτωση που το κράτος μέλος στο οποίο αποστάλθηκαν πληροφορίες, σύμφωνα με τα εδάφια (1) και (2), γνωστοποιήσει την επιθυμία του να προβεί σε διαβουλεύσεις για το σχέδιο και/ ή πρόγραμμα, η Περιβαλλοντική Αρχή και το εν λόγω κράτος μέλος προβαίνουν σε διαβουλεύσεις αναφορικά με-
(α)τις ενδεχόμενες διασυνοριακές επιπτώσεις στο περιβάλλον από την έγκριση του σχεδίου και/ ή προγράμματος. και
(β)μέτρα για τον περιορισμό ή την εξάλειψη των εν λόγω διασυνοριακών επιπτώσεων στο περιβάλλον.
(5) Όταν η Περιβαλλοντική Αρχή ενεργεί με βάση τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, μεριμνά ώστε-
(α)οι πληροφορίες και τα στοιχεία που αποστέλλει να διατεθούν, μέσα σε εύλογο χρονικό διάστημα, τόσο στις αρχές του άλλου κράτους μέλους οι οποίες είναι αρμόδιες για θέματα περιβάλλοντος όσο και στο κοινό του άλλου κράτους μέλους του οποίου το περιβάλλον είναι δυνατό να υποστεί σημαντικές επιπτώσεις από την έγκριση του σχεδίου και/ ή προγράμματος. και
(β)οι αρχές και το κοινό του άλλου κράτους μέλους να έχουν τη δυνατότητα, πριν από την έγκριση του σχεδίου και/ή προγράμματος, να υποβάλουν, μέσα σε εύλογο χρόνο, τη γνώμη τους αναφορικά με τις πληροφορίες και τα στοιχεία που τους έχουν παρασχεθεί.
(6) Κατά τη διεξαγωγή διαβουλεύσεων με τις αρμόδιες αρχές του άλλου κράτους μέλους αναφορικά με τις ενδεχόμενες σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον του από την έγκριση του σχεδίου και/ή προγράμματος και για τα μέτρα μείωσης ή εξάλειψης των εν λόγω επιπτώσεων, η Περιβαλλοντική Αρχή συμφωνεί με τις αρχές αυτές για μια εύλογη χρονική διάρκεια των διαβουλεύσεων.
(7) Σε περίπτωση έναρξης διαδικασίας, σύμφωνα με το παρόν άρθρο, οι χρονικές προθεσμίες που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο προσαρμόζονται ανάλογα, έτσι ώστε να συνάδουν με τις διαβουλεύσεις ή τα αποτελέσματα των διαβουλεύσεων που διενεργούνται με βάση το εδάφιο (6).
20.-(1) Πριν από τη λήψη απόφασης αναφορικά με σχέδιο και/ή πρόγραμμα, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη τη μελέτη που εκπονείται σύμφωνα με το άρθρο 15, τις γνώμες που εκφράζονται σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14, τη γνωμάτευση της Περιβαλλοντικής Αρχής που ετοιμάζεται σύμφωνα με το άρθρο 17(6), τα αποτελέσματα δημόσιας ακρόασης που τυχόν διενεργείται σύμφωνα με το άρθρο 18 και τα αποτελέσματα των τυχόν διαβουλεύσεων με άλλα κράτη μέλη, που διεξήχθησαν σύμφωνα με το άρθρο 19.
(2) Κατά τη λήψη απόφασης για σχέδιο και/ή πρόγραμμα, η αρμόδια αρχή λαμβάνει υπόψη, συνεκτιμά και αποδίδει τη δέουσα βαρύτητα και σημασία στους παράγοντες της προστασίας του περιβάλλοντος και της οικονομικής ανάπτυξης, στα πλαίσια της εξυπηρέτησης του δημόσιου συμφέροντος.
21.-(1) Σε περίπτωση που η αρμόδια αρχή διαφωνεί με τη συμπερίληψη ή υιοθέτηση κάποιου από τους ουσιώδεις όρους ή τα μέτρα που καθορίζει η Περιβαλλοντική Αρχή με τη γνωμάτευσή της, σύμφωνα με το άρθρο 17(8), ενημερώνει σχετικά την Περιβαλλοντική Αρχή και η αρμόδια αρχή παραπέμπει το θέμα στο Υπουργικό Συμβούλιο για απόφαση.
(2) Οποιαδήποτε απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου είναι οριστική και δεσμευτική για τα μέρη της διαφοράς.
22.-(1) Εφόσον, μετά την ετοιμασία της γνωμάτευσης της Περιβαλλοντικής Αρχής, σύμφωνα με το άρθρο 17(6), η αρμόδια αρχή λάβει απόφαση για την έγκριση σχεδίου και/ή προγράμματος, η αρμόδια αρχή ενημερώνει την Περιβαλλοντική Αρχή σχετικά με-
(α)το περιεχόμενο της απόφασης και τους όρους που ενδεχομένως τη συνοδεύουν.
(β)το σχέδιο και/ή πρόγραμμα όπως αυτό εγκρίθηκε και περιγραφή του τρόπου ενσωμάτωσης των όρων ή μέτρων που τέθηκαν από την Περιβαλλοντική Αρχή μέσω της γνωμάτευσής της.
(γ)τους λόγους και τις εκτιμήσεις στα οποία βασίστηκε η απόφαση, λαμβάνοντας υπόψη και τις άλλες λογικές εναλλακτικές δυνατότητες που εξετάστηκαν.
(2) Αφού λάβει τις πληροφορίες που καθορίζονται στο εδάφιο (1), η Περιβαλλοντική Αρχή ενημερώνει τις αρχές που αναφέρονται στο άρθρο 14(1), το κοινό και κάθε κράτος μέλος με το οποίο διεξήχθησαν διαβουλεύσεις, σύμφωνα με το άρθρο 19, δημοσιοποιώντας τη λήψη απόφασης με γνωστοποίηση στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, σε δύο ευρείας κυκλοφορίας ημερήσιες εφημερίδες στη Δημοκρατία και μέσω του διαδικτύου, γνωστοποιεί ότι οι ακόλουθες πληροφορίες είναι καταχωρισμένες στο Αρχείο που τηρείται σύμφωνα με το άρθρο 23 και γνωστοποιεί τον τόπο και το χρόνο που μπορούν να πάρουν τις πληροφορίες αυτές-
(α)περιγραφή του σχεδίου και/ή προγράμματος, όπως αυτό εγκρίθηκε.
(β)συνοπτική δήλωση σχετικά με-
(i) τον τρόπο με τον οποίο ενσωματώθηκαν οι περιβαλλοντικές παράμετροι στο σχέδιο και/ή πρόγραμμα,
(ii) τον τρόπο με τον οποίο έχει ληφθεί υπόψη, σύμφωνα με το άρθρο 20, η μελέτη που εκπονήθηκε σύμφωνα με το άρθρο 15 και η γνωμάτευση της Περιβαλλοντικής Αρχής που ετοιμάζεται σύμφωνα με το άρθρο 17(6),
(iii) τυχόν γνώμες που έχουν εκφρασθεί σύμφωνα με τα άρθρα 13 και 14,
(iv) τα αποτελέσματα διαβουλεύσεων που έχουν διενεργηθεί σύμφωνα με το άρθρο 19, και
(v) τους λόγους για τους οποίους επιλέχθηκε το σχέδιο και/ή πρόγραμμα όπως εγκρίθηκε, λαμβάνοντας υπόψη τις άλλες λογικές εναλλακτικές δυνατότητες που εξετάστηκαν·
(γ)περιγραφή των κυριότερων αρνητικών επιπτώσεων που θα προκύψουν λόγω του σχεδίου και/ή προγράμματος. και
(δ)περιγραφή του τρόπου παρακολούθησης και των μέτρων ελέγχου των αρνητικών επιπτώσεων που τυχόν προκαλούνται στο περιβάλλον από την εφαρμογή του σχεδίου και/ή προγράμματος, όπως αυτό εγκρίθηκε σύμφωνα με το άρθρο 24.
23.-(1) H Περιβαλλοντική Αρχή τηρεί Αρχείο, στο οποίο καταχωρίζονται-
(α)η απόφαση της Περιβαλλοντικής Αρχής η οποία λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 4(3)·
(β)τα συμπεράσματα της Περιβαλλοντικής Αρχής που υποβάλλονται σύμφωνα με το άρθρο 5(4).
(γ)η απόφαση της Περιβαλλοντικής Αρχής η οποία λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 6(7)·
(δ)η απόφαση της Περιβαλλοντικής Αρχής η οποία λαμβάνεται σύμφωνα με το άρθρο 11(5)·
(ε)όλες οι μελέτες που υποβάλλονται σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο.
(στ)οι απόψεις ή παραστάσεις οποιουδήποτε προσώπου που υποβάλλονται στην Περιβαλλοντική Αρχή σύμφωνα με το άρθρο 13(δ).·
(ζ)οι γνωματεύσεις της Περιβαλλοντικής Αρχής που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 17.
(η)κάθε έγγραφο που υποβάλλεται στα πλαίσια της διαδικασίας δημόσιας ακρόασης που τυχόν διεξάγεται σύμφωνα με το άρθρο 18.
(θ)κάθε έγγραφο που υποβάλλεται ή αποστέλλεται από άλλο κράτος μέλος σύμφωνα με το άρθρο 19.
(ι)οι πληροφορίες που αναφέρονται στο άρθρο 22. και
(ια)τα αποτελέσματα της παρακολούθησης των επιπτώσεων που τυχόν έχει επιφέρει η έγκριση του σχεδίου και/ή προγράμματος στο περιβάλλον σύμφωνα με το άρθρο 24.
(2) Το Αρχείο βρίσκεται στη διάθεση του κοινού και μπορεί να τύχει επιθεώρησης κατά τις εργάσιμες ημέρες και ώρες.
(3) Η λήψη πληροφοριών από το Αρχείο διέπεται από τις διατάξεις του περί της Πρόσβασης του Κοινού σε Πληροφορίες που Είναι Σχετικές με το Περιβάλλον Νόμου του 2004.
24.-(1) Αρμόδια αρχή, που εκπονεί μελέτη σύμφωνα με τον παρόντα Νόμο υποχρεούται να παρακολουθεί τις σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στο περιβάλλον που τυχόν προκαλούνται από την εφαρμογή σχεδίου και/ή προγράμματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του σημείου 9 του Παραρτήματος Ι, με σκοπό τον έγκαιρο εντοπισμό και παρέμβαση για αντιμετώπισή τους και λήψη τυχόν αναγκαίας επανορθωτικής δράσης.
(2) Για σκοπούς συμμόρφωσης με το εδάφιο (1), τα υφιστάμενα μέτρα ελέγχου που προβλέπονται σε περιβαλλοντική νομοθεσία ή σε κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία δύναται να χρησιμοποιούνται με στόχο την αποφυγή διπλού ελέγχου.
(3) Η Περιβαλλοντική Αρχή δύναται να προβαίνει και η ίδια σε παρακολούθηση οποιουδήποτε όρου ή μέτρου και να ενημερώνει την αρμόδια αρχή για τις διαπιστώσεις της.
25.-(1) Η αρμόδια αρχή υποβάλλει έκθεση παρακολούθησης στην Περιβαλλοντική Αρχή, σε χρόνο που καθορίζεται από την τελευταία και που αναφέρεται στη γνωμάτευση της τελευταίας, η οποία ετοιμάζεται σύμφωνα με το άρθρο 17(6), αναφορικά με τα θέματα που καθορίζονται στο άρθρο 17(7)(γ).
(2) Σε περίπτωση που η Περιβαλλοντική Αρχή το κρίνει αιτιολογημένο και αναγκαίο, συγκαλεί την Επιτροπή σε συνεδρία, με σκοπό την τεκμηριωμένη εισήγηση λήψης διορθωτικών ή προληπτικών μέτρων για την προστασία του περιβάλλοντος από την αρμόδια αρχή.
26.-(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς για τον καθορισμό ή τη ρύθμιση οποιουδήποτε θέματος χρήζει ή είναι δεκτικό καθορισμού και γενικά για την καλύτερη εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
(2) Ειδικότερα και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας των διατάξεων του εδαφίου (1), το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται να εκδίδει Κανονισμούς αναφορικά με:
(α)το λεπτομερέστερο καθορισμό των σχεδίων και/ή προγραμμάτων τα οποία εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του παρόντος Νόμου,
(β)τη θέσπιση μέτρων ελέγχου και παρακολούθησης σημαντικών επιπτώσεων στο περιβάλλον από σχέδια και/ή προγράμματα,
(γ)τη θέσπιση συντονισμένων και/ή κοινών διαδικασιών οι οποίες πληρούν τις διατάξεις της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και/ή της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας, προκειμένου να αποφεύγεται η επανάληψη διαδικασίας εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον, σε περίπτωση που η διεξαγωγή εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον απορρέει ταυτόχρονα από τον παρόντα Νόμο και από άλλη περιβαλλοντική νομοθεσία,
(δ)τη θέσπιση λεπτομερών διαδικασιών για την ενημέρωση και τις διαβουλεύσεις με τις αρχές και το κοινό, περιλαμβανομένων δημόσιων ακροάσεων,
(ε)τον καθορισμό του περιεχομένου μελετών που αφορούν συγκεκριμένες κατηγορίες σχεδίων και/ή προγραμμάτων,
(στ) τα προσόντα προσώπων που δυνατό να εκπονήσουν μελέτη.
27.-(1) Η Περιβαλλοντική Αρχή διαβιβάζει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή και/ή σε αρμόδια αρχή κράτους μέλους, μετά από σχετικό αίτημά τους, κάθε σχετική πληροφορία αναφορικά με την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
(2) Η Περιβαλλοντική Αρχή δύναται να ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και/ή την αρμόδια αρχή κράτους μέλους όπως της διαβιβαστεί κάθε σχετική πληροφορία αναφορικά με την πείρα που αποκτήθηκε από την εφαρμογή της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ.
(3) Η Περιβαλλοντική Αρχή κοινοποιεί στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάθε μέτρο που λαμβάνει για τη διασφάλιση της ποιότητας των μελετών και της συμμόρφωσής τους με τις απαιτήσεις της Οδηγίας 2001/42/ΕΚ και ιδιαίτερα με τις προϋποθέσεις αναφορικά με τα προσόντα, τις οποίες οι υποβάλλοντες τη μελέτη πρέπει να πληρούν, σύμφωνα με Κανονισμούς που εκδίδονται με βάση τον παρόντα Νόμο.
28. Εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον η οποία διεξάγεται με βάση τον παρόντα Νόμο δεν επηρεάζει την εφαρμογή των διατάξεων του περί της Εκτίμησης των Επιπτώσεων στο Περιβάλλον από Ορισμένα Έργα Νόμου του 2001 ή άλλης περιβαλλοντικής νομοθεσίας ή της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
29. Η εκτίμηση επιπτώσεων στο περιβάλλον από σχέδια και/ή προγράμματα τα οποία συγχρηματοδοτούνται από την Ευρωπαϊκή Κοινότητα διεξάγεται προς συμμόρφωση με τις ειδικότερες ρυθμίσεις της σχετικής κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας.
(Άρθρα 2, 15 και 24)
ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΟΝΤΑΙ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΑ ΣΕ ΜΕΛΕΤΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗΣ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΑΠΟ ΣΧΕΔΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ
Οι πληροφορίες που παρέχονται σύμφωνα με το άρθρο 15(1)(α), με την επιφύλαξη του άρθρου 15(1)(β) και (γ), είναι οι ακόλουθες:
1. Περιγραφή, σε γενικές γραμμές, του περιεχομένου των κύριων στόχων του σχεδίου και/ή προγράμματος και της σχέσης του με άλλα σχετικά σχέδια και/ ή προγράμματα άλλου τομέα που εγκρίθηκαν ή υποβάλλονται προς έγκριση στην ευρύτερη περιοχή.
2. Περιγραφή της υφιστάμενης κατάστασης του περιβάλλοντος και των χαρακτηριστικών οποιασδήποτε περιοχής αναμένεται να υποστεί σημαντικές επιπτώσεις από την υλοποίηση του σχεδίου και/ή προγράμματος, καθώς και αναφορά στις σχετικές πτυχές της υφιστάμενης κατάστασης του περιβάλλοντος και της βάσει αυτής πιθανής εξέλιξης της περιοχής στην περίπτωση μη εφαρμογής του σχεδίου και/ή προγράμματος.
3. Τα τυχόν υφιστάμενα περιβαλλοντικά προβλήματα που υπάρχουν στην περιοχή στην οποία προγραμματίζεται η υλοποίηση του σχεδίου και/ή προγράμματος και αναφορά στο κατά πόσο η πιθανή υλοποίηση του σχεδίου και/ή προγράμματος θα βελτιώσει ή θα επιδεινώσει την κατάσταση αυτή. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται σε περιοχές ιδιαίτερης περιβαλλοντικής σημασίας, οι οποίες προστατεύονται από περιβαλλοντική νομοθεσία, όπως ειδικές ζώνες διατήρησης και ζώνες ειδικής προστασίας.
4. Ανάλυση των στόχων προστασίας του περιβάλλοντος που έχουν υιοθετηθεί ή καθιερωθεί σε διεθνές επίπεδο, σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Κοινότητας ή κρατών μελών ή στη Δημοκρατία οι οποίοι είναι σχετικοί με το σχέδιο και/ή πρόγραμμα, καθώς και του τρόπου με τον οποίο οι στόχοι αυτοί, καθώς και άλλων θεμάτων που αφορούν την προστασία του περιβάλλοντος, έχουν ληφθεί υπόψη κατά την ετοιμασία του σχεδίου και/ ή προγράμματος.
5. Ενδεχόμενες σημαντικές επιπτώσεις στο περιβάλλον.
6. Τα προβλεπόμενα μέτρα για την πρόληψη, τον περιορισμό και την, κατά το δυνατό, εξουδετέρωση οποιωνδήποτε σημαντικών αρνητικών επιπτώσεων στο περιβάλλον από την εφαρμογή του σχεδίου και/ή προγράμματος.
7. Παρουσίαση, σε γενικές γραμμές, των εναλλακτικών επιλογών που εξετάστηκαν και των λόγων για τους οποίους επιλέχθηκαν οι συγκεκριμένες επιλογές οι οποίες περιλαμβάνονται στο σχέδιο και/ή πρόγραμμα.
8. Περιγραφή του τρόπου διενέργειας εκτίμησης επιπτώσεων στο περιβάλλον, με αναφορά σε οποιεσδήποτε δυσκολίες προέκυψαν λόγω τεχνικών ή τεχνολογικών ελλείψεων ή κενών κατά τη συλλογή και ανάλυση των απαιτούμενων πληροφοριών.
9. Αναλυτικό σχέδιο παρακολούθησης του περιβάλλοντος, το οποίο πρέπει να περιλαμβάνει τα μέτρα που είναι σχετικά με τον έλεγχο και τα οποία λαμβάνονται για την αποτελεσματική παρακολούθηση και έγκαιρη αντιμετώπιση των επιπτώσεων που τυχόν θα προκύψουν από την εφαρμογή του σχεδίου και/ή προγράμματος, σύμφωνα με το άρθρο 24.
10. Μη τεχνική περίληψη των πληροφοριών που καλύπτει η μελέτη, η οποία να αποτελεί ανεξάρτητο κεφάλαιο της μελέτης.
(Άρθρα 4, 5 και 11)
ΚΡΙΤΗΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΗΣ ΕΝΔΕΧΟΜΕΝΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΕΠΙΠΤΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΤΟ ΑΡΘΡΟ 5(1) ΚΑΙ (2)
1. Τα χαρακτηριστικά των σχεδίων και/ή προγραμμάτων, ιδίως όσον αφορά:
(α)το βαθμό στον οποίο το σχέδιο και/ή πρόγραμμα καθορίζει το πλαίσιο για την έγκριση ή κατασκευή έργων ή την προώθηση άλλων δραστηριοτήτων, λαμβάνοντας υπόψη το χώρο υλοποίησής τους, τη φύση και το μέγεθός τους, τις συνθήκες λειτουργίας τους ή τη χρήση γης και φυσικών πόρων που θα απαιτηθεί,
(β)το βαθμό στον οποίο η υλοποίηση του σχεδίου και/ή προγράμματος είναι δυνατό να επηρεάσει την προώθηση άλλου σχεδίου και/ή προγράμματος, συμπεριλαμβανομένων αυτών που ανήκουν σε ιεραρχημένο σύνολο, και τις επιπτώσεις που δυνατό να επιφέρει η έγκριση και των δύο στο περιβάλλον,
(γ)τη σημασία που έχει το σχέδιο και/ή πρόγραμμα στον ευρύτερο στόχο για ενσωμάτωση των θεμάτων της προστασίας του περιβάλλοντος στις επιμέρους αναπτυξιακές πολιτικές και την επίτευξη αειφόρου ανάπτυξης,
(δ)τα περιβαλλοντικά προβλήματα που συνδέονται ή είναι πιθανό να προκύψουν λόγω της υλοποίησης του σχεδίου και/ή προγράμματος και
(ε)τη σχέση του σχεδίου και/ή προγράμματος με την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας και της κοινοτικής περιβαλλοντικής νομοθεσίας, όπως σχέδια και/ή προγράμματα σχετικά με τη διαχείριση αποβλήτων ή την προστασία των νερών.
2. Χαρακτηριστικά των επιπτώσεων που πιθανόν να επιφέρει το σχέδιο και/ή πρόγραμμα στο περιβάλλον και την περιοχή που ενδέχεται να επηρεαστεί, ιδίως όσον αφορά:
(α)την πιθανότητα, τη διάρκεια, τη συχνότητα και την αναστρεψιμότητα των επιπτώσεων στο περιβάλλον.
(β)το σωρευτικό χαρακτήρα των επιπτώσεων στο περιβάλλον.
(γ)το διασυνοριακό χαρακτήρα των επιπτώσεων στο περιβάλλον.
(δ)τους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και/ή το περιβάλλον, όπως από πιθανή πρόκληση ατυχημάτων.
(ε)το μέγεθος και την έκταση στο χώρο των επιπτώσεων στο περιβάλλον σε συνάρτηση με τη γεωγραφική περιοχή και το μέγεθος του πληθυσμού που ενδέχεται να επηρεαστεί.
(στ)τη σπουδαιότητα και την ευαισθησία της περιοχής που ενδέχεται να επηρεαστεί, λαμβάνοντας υπόψη:
(i) τα ειδικά φυσικά ή βιολογικά χαρακτηριστικά ή την πολιτιστική κληρονομιά της περιοχής,
(ii) την υπέρβαση των περιβαλλοντικών ποιοτικών προτύπων ή των οριακών τιμών όπως καθορίζονται από περιβαλλοντική νομοθεσία ή κοινοτική περιβαλλοντική νομοθεσία,
(iii) την εντατική χρήση της γης και
(ζ)τις επιπτώσεις σε περιοχές ή τοπία τα οποία έχουν αναγνωρισμένο καθεστώς προστασίας στη Δημοκρατία ή στην Ευρωπαϊκή Κοινότητα ή διεθνώς.