78.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 81 του Συντάγματος, στη Δημοσιονομική Έκθεση, περιλαμβάνεται ο τελικός απολογισμός του Προϋπολογισμού που υποβάλλει ο Υπουργός, μετά από έγκριση του Υπουργικού Συμβουλίου στη Βουλή των Αντιπροσώπων και η οποία κατατίθεται το αργότερο μέσα σε τρείς (3) μήνες από τη λήξη του οικονομικού έτους αναφοράς.
(2) Η Δημοσιονομική Έκθεση, που αναφέρεται στο εδάφιο (1) περιλαμβάνει -
(α) σύγκριση μεταξύ –
(i) των εσόδων και δαπανών που περιλήφθηκαν στον Προϋπολογισμό του οικονομικού έτους αναφοράς με το προηγούμενο οικονομικό έτος,
(ii) των πιστώσεων των συμπληρωματικών προϋπολογισμών του οικονομικού έτους αναφοράς, και
(iii) των πραγματικών εσόδων και δαπανών των οικονομικών φορέων για το οικονομικό έτος αναφοράς και το προηγούμενο οικονομικό έτος,
(β) κατάσταση σε σχέση με τη μεταφορά πιστώσεων για το οικονομικό έτος αναφοράς,
(γ) κατάσταση σε σχέση με τη μεταφορά πιστώσεων του οικονομικού έτους αναφοράς στο επόμενο οικονομικό έτος, και
(δ) οποιαδήποτε άλλα θέματα καθορίζονται από το Γενικό Λογιστή:
Νοείται ότι, τηρουμένων των διατάξεων του περί της Διαχείρισης των Εσόδων και Δαπανών και του Λογιστικού της Δημοκρατίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, ο Γενικός Λογιστής έχει την υποχρέωση για την ετοιμασία της Δημοσιονομικής Έκθεσης που υποβάλλει ο Υπουργός δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1).
(3) Ο Γενικός Λογιστής υποβάλλει τη Δημοσιονομική Έκθεση που αναφέρεται στο εδάφιο (1) στον Υπουργό σε διάστημα τριών (3) μηνών από το τέλος του οικονομικού έτους αναφοράς.
(4) Η Δημοσιονομική Έκθεση ελέγχεται από το Γενικό Ελεγκτή, δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 116 του Συντάγματος.
79.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (2) του άρθρου 127 του Συντάγματος, ο Γενικός Λογιστής ετοιμάζει, ετήσια, στη βάση Διεθνών Λογιστικών Προτύπων, που ο ίδιος ήθελε αποφασίσει –
(α) τις οικονομικές καταστάσεις που περιλαμβάνουν όλους τους οικονομικούς φορείς· και
(β) τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της Γενικής Κυβέρνησης.
(2) Όλες οι οντότητες Γενικής Κυβέρνησης και οι Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης υποβάλλουν τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις τους στον Υπουργό και στο Γενικό Λογιστή εντός τεσσάρων (4) μηνών από το τέλος του οικονομικού έτους αναφοράς.
(3) Το εδάφιο (2) δεν εμποδίζει οντότητα Γενικής Κυβέρνησης να υποβάλλει τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις της σε οποιοδήποτε άλλο πρόσωπο, σύμφωνα με οποιοδήποτε άλλο νόμο.
(4) Για τους σκοπούς του εδαφίου (2), ο Γενικός Λογιστής καθορίζει με εγκύκλιο τα Λογιστικά Πρότυπα και τις διαδικασίες υποβολής των ετήσιων οικονομικών καταστάσεων όλων των οντοτήτων Γενικής Κυβέρνησης.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 116 του Συντάγματος, οι οικονομικές καταστάσεις και οι ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις, που αναφέρονται στο εδάφιο (1), υποβάλλονται στο Γενικό Ελεγκτή για έλεγχο, εντός έξι (6) μηνών από το τέλος του οικονομικού έτους αναφοράς και οι ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις και οι ελεγμένες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις υποβάλλονται, μαζί με την έκθεση ελέγχου και την ελεγκτική γνώμη από τον Υπουργό, στο Υπουργικό Συμβούλιο και στη Βουλή των Αντιπροσώπων:
Νοείται ότι, ο Υπουργός δημοσιεύει τις ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις και τις ελεγμένες ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις.
(6) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (4) του άρθρου 116 του Συντάγματος, ο Γενικός Ελεγκτής υποβάλλει την ετήσια έκθεσή του στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο οποίος στη συνέχεια την υποβάλλει στη Βουλή των Αντιπροσώπων.
80.-(1) Κάθε οικονομικός φορέας προβαίνει στις απαραίτητες διευθετήσεις για εφαρμογή και λειτουργία συστήματος εσωτερικού ελέγχου για τις δραστηριότητες που είναι υπό την ευθύνη του, σύμφωνα με τις διατάξεις του περί της Διαχείρισης των Εσόδων και Δαπανών και του Λογιστικού της Δημοκρατίας Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(2) Τα υπουργεία συστήνουν μονάδες ελέγχου, οι οποίες δύνανται να επιλαμβάνονται θεμάτων εσωτερικού ελέγχου, ερευνών και επαληθεύσεων, στο επίπεδο της διοίκησης, οι οποίες υπάγονται και λογοδοτούν στον προϊστάμενο οικονομικού φορέα.
(3) Ο εσωτερικός έλεγχος των οικονομικών φορέων διενεργείται από την Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου, η οποία ιδρύθηκε δυνάμει του άρθρου 8 του περί Εσωτερικού Ελέγχου Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(4) Ο Έφορος Εσωτερικού Ελέγχου, ο οποίος διορίζεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 3 του περί Εσωτερικού Ελέγχου Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, καθορίζει τα πρότυπα εσωτερικού ελέγχου, τα οποία εφαρμόζει η Υπηρεσία Εσωτερικού Ελέγχου και ισχύουν για όλες τις μονάδες εσωτερικού ελέγχου, στις περιπτώσεις διενέργειας εσωτερικών ελέγχων.
81.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων των εδαφίων (1) και (2) του άρθρου 116 του Συντάγματος, ο Γενικός Ελεγκτής ελέγχει τους τελικούς λογαριασμούς της Δημοκρατίας, που αναφέρονται στο άρθρο 78, τις οικονομικές καταστάσεις που περιλαμβάνουν όλους τους οικονομικούς φορείς που αναφέρονται στην παράγραφο (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 79 και τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις της Γενικής Κυβέρνησης, που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 79.
(2) Ο Γενικός Ελεγκτής διεξάγει τον εξωτερικό έλεγχο που προβλέπεται στο εδάφιο (1) στη βάση διεθνών αναγνωρισμένων προτύπων ελέγχου που ο ίδιος ήθελε αποφασίσει.
(3) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1) του άρθρου 116 του Συντάγματος και του περί της Καταθέσεως Στοιχείων και Πληροφοριών στο Γενικό Ελεγκτή της Δημοκρατίας και στη Βουλή των Αντιπροσώπων Νόμου, όπως αυτός τροποποιείται ή αντικαθίσταται, ο Γενικός Ελεγκτής έχει το δικαίωμα πρόσβασης στα λογιστικά βιβλία, σε καταστάσεις, επιστροφές και άλλες πληροφορίες.