42.-(1) Οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες έχουν υποχρέωση να ενημερώνουν και εκπαιδεύουν, σε τακτική βάση, το προσωπικό τους που ενδέχεται να έρθει σε επαφή με θύματα και δυνητικά θύματα εμπορίας προσώπων, αναφορικά με την παρεμπόδιση και καταπολέμηση της εμπορίας προσώπων, με τον εντοπισμό των θυμάτων και των δυνητικών θυμάτων, την εξακρίβωση της ταυτότητας των προσώπων αυτών και την παροχή βοήθειας σε αυτά, ιδιαίτερα των παιδιών, και σε σχέση με τις διατάξεις και την εφαρμογή του παρόντος Νόμου.
(2) Οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες συνεργάζονται μεταξύ τους καθώς και με μη κυβερνητικούς οργανισμούς υποστήριξης θυμάτων, έτσι ώστε να δύναται να εξακριβωθεί η ταυτότητα των θυμάτων, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη την ειδική κατάσταση των γυναικών και παιδιών θυμάτων.
(3) Οι διωκτικές αρχές, σε συνεργασία με όλες τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες καθώς και με μη κυβερνητικούς οργανισμούς υποστήριξης θυμάτων και μετά από δικές τους εξετάσεις, προβαίνουν στη σύνταξη αξιολογήσεων κινδύνου σε όλα τα στάδια στήριξης των θυμάτων, από την αναγνώριση μέχρι τον επαναπατρισμό τους, βάσει των οποίων θα αποφασίζονται και τα μέτρα προστασίας των θυμάτων.
43.-(1) Τα προβλεπόμενα στον παρόντα Νόμο μέτρα προστασίας των θυμάτων και τα δικαιώματά τους εφαρμόζονται σε όλα τα θύματα, ανεξαρτήτως υπηκοότητας, πριν, κατά τη διάρκεια και για κατάλληλο χρονικό διάστημα μετά το πέρας της ποινικής διαδικασίας, έτσι ώστε να μπορέσουν να ασκήσουν τα δικαιώματά τους που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο.
(2) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 53, η παροχή συνδρομής και στήριξης σε θύμα, δεν εξαρτάται από την προθυμία του να συνεργαστεί σε ποινική έρευνα, δίωξη ή δίκη.
44.-(1) Στην περίπτωση που εμπλεκόμενη υπηρεσία ή μη κυβερνητικός οργανισμός κρίνει ή έχει βάσιμες υποψίες ότι οποιοδήποτε πρόσωπο ενδέχεται να είναι θύμα δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, το παραπέμπει ή/και ενημερώνει σχετικά τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας οι οποίες το ενημερώνουν αρχικά για τα δικαιώματα και τις δυνατότητες που έχει δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(2) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας δίνουν σε κατανοητή στο εν δυνάμει θύμα γλώσσα τις πληροφορίες που χρειάζονται για την προστασία των συμφερόντων τους ως θύματα, οι οποίες μπορεί, όπου είναι δυνατό, να δίνονται και γραπτώς, και οι οποίες περιλαμβάνουν τουλάχιστον τα ακόλουθα-
(α) Το όνομα των κρατικών υπηρεσιών ή μη κυβερνητικών οργανώσεων στις οποίες μπορούν να προσφεύγουν για να τους παραχωρηθεί υποστήριξη∙
(β) το είδος της υποστήριξης που δικαιούνται να λάβουν σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και πληροφορίες αναφορικά με την προθεσμία περίσκεψης και ανάκαμψης και την προστασία τους από την απέλαση, όπου αυτό εφαρμόζεται, κατά την εν λόγω περίοδο∙
(γ) τη διαδικασία αναγνώρισής τους ως θύματα και όλες τις πληροφορίες που σχετίζονται με την υποβολή καταγγελίας εναντίον των δραστών των αδικημάτων στις διωκτικές αρχές·
(δ) τους όρους και τη διαδικασία, βάσει των οποίων μπορούν να απολαύουν ασφάλειας και προστασίας∙
(ε) το βαθμό και τους όρους βάσει των οποίων τους παρέχονται νομικές συμβουλές, από ποιους παρέχονται τέτοιες συμβουλές ή/και νομική αρωγή σύμφωνα με τις διατάξεις του Μέρους ΙΙΙ∙
(στ) πληροφορίες αναφορικά με τη δυνατότητα υποβολής αίτησης διεθνούς προστασίας δυνάμει των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, όπου αυτό εφαρμόζεται·
(ζ) πληροφορίες για τη διαδικασία αποζημίωσης.
(3) Η προβλεπόμενη στο εδάφιο (2) ενημέρωση δύναται να ανατεθεί από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας σε μη κυβερνητικό οργανισμό με τη σύναψη πρωτοκόλλου συνεργασίας.
45.-(1) Μετά την ενημέρωση του εν δυνάμει θύματος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32, γίνεται αναφορά της υπόθεσής του στο Γραφείο Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων της Αστυνομίας.
(2) Εφόσον η Αστυνομία, αναγνωρίσει οποιοδήποτε πρόσωπο ως θύμα, ενημερώνει αμέσως το ίδιο το θύμα ή τον εκπρόσωπό του και τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, οι οποίες μεριμνούν για την πρόσβαση του θύματος στα δικαιώματά του.
(3) Η Αστυνομία δύναται κατόπιν σχετικής αξιολόγησης κινδύνου να παραπέμψει στο καταφύγιο θυμάτων των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας πρόσωπο το οποίο θεωρείται ως πιθανό θύμα μέχρι της περάτωσης της σχετικής διαδικασίας αναγνώρισής του.
(4) Η Αστυνομία μετά την αναγνώριση του θύματος παρέχει στο θύμα εξατομικευμένη αξιολόγηση από ειδικευμένο προσωπικό, και ετοιμάζει σχετική αναφορά που παραδίνεται στον ανακριτή της υπόθεσης.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 53, κάθε θύμα έχει προθεσμία περίσκεψης τουλάχιστον ενός μηνός για να λάβει ενημερωμένη απόφαση κατά πόσο επιθυμεί να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές για τη δίωξη των δραστών των αδικημάτων δυνάμει του παρόντος Νόμου.
(6) Σε κάθε περίπτωση προτεραιότητα έχει η παροχή υποστηρικτικών υπηρεσιών και προστασίας στο θύμα σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου και οι διωκτικές αρχές δύνανται να προσεγγίζουν το θύμα για να διαπιστώσουν κατά πόσο είναι πρόθυμο να συνεργαστεί με αυτές, σε συνεργασία με τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας ή/και τις Υπηρεσίες Ψυχικής Υγείας ή/και μη κυβερνητικούς οργανισμούς.
(7) Κατά τα στάδια που αναφέρονται στα εδάφια (1) έως (6) του παρόντος άρθρου, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες καθώς και οι μη κυβερνητικοί οργανισμοί, όπου αυτό εφαρμόζεται, έχουν υποχρέωση να ανταλλάσσουν πληροφορίες σχετικά με την κατάσταση του θύματος και τη διαδικασία αναγνώρισής του.
46.-(1) Κατά τη διαδικασία αναγνώρισης από το Γραφείο Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων της Αστυνομίας εφαρμόζονται οι διατάξεις του άρθρου 30 και παρέχονται οι πληροφορίες που προβλέπονται στο εδάφιο (2) του άρθρου 33, εφόσον το εν δυνάμει θύμα αναγνωριστεί ως θύμα κατά την έννοια του παρόντος Νόμου.
(2) Η συνέντευξη πραγματοποιείται σε γλώσσα που κατανοεί το θύμα και με τη δωρεάν βοήθεια διερμηνέα, όπου αυτό είναι απαραίτητο για να διασφαλιστεί η δέουσα επικοινωνία με το θύμα.
(3) Εφόσον το εν δυνάμει θύμα είναι παιδί ή ασυνόδευτο παιδί, στη συνέντευξη που πραγματοποιείται για την αναγνώρισή του ως θύμα, παρίσταται πάντοτε και ο νόμιμος κηδεμόνας του ή ο διορισμένος από το Δικαστήριο Επίτροπος ή ο νομικός του εκπρόσωπος, ανάλογα με την περίπτωση, και εφαρμόζονται κατ΄αναλογία οι διατάξεις των άρθρων 39, 41 και 50 του παρόντος Νόμου.
(4) Μετά την αναγνώριση προσώπου ως θύματος, το Γραφείο Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων της Αστυνομίας, παραχωρεί σε αυτό βεβαίωση αναγνώρισης, διάρκειας αρχικά ενός μηνός για σκοπούς περίσκεψης. Η βεβαίωση αναγνώρισης δύναται να ανανεωθεί περαιτέρω είτε για σκοπούς περίσκεψης είτε για να απολαμβάνει το εν λόγω θύμα τα δικαιώματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο μετά την περίοδο περίσκεψης.
(5) Το Γραφείο Καταπολέμησης της Εμπορίας Προσώπων της Αστυνομίας προβαίνει στην αναγνώριση των θυμάτων με βάση εσωτερικούς κανονισμούς της Αστυνομίας που θεσπίζονται δυνάμει του παρόντος Νόμου.
47.-(1) Κάθε θύμα, ανεξαρτήτως υπηκοότητας, και ανεξαρτήτως αν κατέχει τα δηλωτικά έγγραφα της ταυτότητάς του, νοουμένου ότι δεν διαθέτει επαρκείς πόρους, έχει δικαίωμα στη σωματική, ψυχολογική και κοινωνική αποκατάστασή του και ειδικότερα, έχει δικαίωμα:
(α) στην παραχώρηση των αναγκαίων πόρων διαβίωσης, περιλαμβανομένης κατάλληλης και ασφαλούς διαμονής, ψυχολογικής, υλικής και χρηματικής βοήθειας·
(β) σε πρόσβαση σε δωρεάν επείγουσα ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και σε δωρεάν αναγκαία ιατροφαρμακευτική περίθαλψη·
(γ) στην παραχώρηση υπηρεσιών διερμηνείας και μετάφρασης, όπου αυτό είναι απαραίτητο·
(δ) σε πρόσβαση στην εκπαίδευση, όπου αυτό εφαρμόζεται·
(ε) σε ικανοποίηση των ειδικών αναγκών του που προκύπτουν λόγω εγκυμοσύνης, κατάστασης της υγείας, αναπηρίας, διανοητικής ή ψυχολογικής διαταραχής ή σοβαρών μορφών ψυχολογικής, σωματικής ή σεξουαλικής βίας·
(2) Η ιδιωτική ζωή και η ταυτότητα των θυμάτων προστατεύεται από κάθε εμπλεκόμενη υπηρεσία ή μη κυβερνητικό οργανισμό και η επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων τους γίνεται πάντοτε σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Επεξεργασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα (Προστασία του Ατόμου) Νόμου του 2001, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(3) Αρμόδια αρχή για το συντονισμό όλων των εμπλεκόμενων υπηρεσιών για την αποτελεσματική εφαρμογή του παρόντος άρθρου είναι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας.
48. Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας:-
(α) εγκαθιδρύουν και λειτουργούν καταφύγια για τη διαμονή των θυμάτων, δυνάμει κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 71 του παρόντος Νόμου·
(β) επιθεωρούν την εγγραφή και λειτουργία καταφυγίων, δυνάμει κανονισμών που εκδίδονται σύμφωνα με το άρθρο 71 του παρόντος Νόμου·
(γ) δύνανται να αναθέτουν τις αρμοδιότητές τους δυνάμει της παραγράφου (α) του παρόντος άρθρου σε μη κυβερνητικό οργανισμό ή στις Αρχές Τοπικής Αυτοδιοίκησης βάσει πρωτοκόλλου συνεργασίας ή ειδικής συμφωνίας μεταξύ τους.
49.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του περί της Σύμβασης περί των Δικαιωμάτων του Παιδιού (Κυρωτικού) Νόμου του 1990, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, του περί της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τη Άσκηση των Δικαιωμάτων του Παιδιού (Κυρωτικού) Νόμου του 2005 και τηρουμένων των αρμοδιοτήτων που απορρέουν από τον περί Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Νόμο του 2007, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες λαμβάνουν υπόψη το ύψιστο συμφέρον του παιδιού κατά την εφαρμογή του παρόντος Νόμου και φροντίζουν για την πλήρη εφαρμογή των διαδικασιών που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, λαμβάνοντας υπόψη την ωριμότητα και την ηλικία του παιδιού θύματος.
(2) Σε περίπτωση αβεβαιότητας όσον αφορά την ηλικία του θύματος και όταν υπάρχουν λόγοι να πιστεύεται ότι πρόκειται περί παιδιού, το θύμα τεκμαίρεται ότι είναι παιδί και αποκτά άμεση πρόσβαση σε συνδρομή, στήριξη και προστασία ως παιδί, σύμφωνα με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.
(3) Οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα, στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων τους, για να συνδράμουν και στηρίξουν τα παιδιά που είναι θύματα, βραχυπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, στο πλαίσιο της σωματικής και ψυχοκοινωνικής αποκατάστασής τους, μετά από ατομική εκτίμηση της προσωπικής κατάστασης του παιδιού, λαμβάνοντας δεόντως υπόψη την άποψή του, ανάλογα με την ηλικία και το βαθμό ωριμότητας, τις ανάγκες του και τις ανησυχίες του με σκοπό την εξεύρεση μόνιμων λύσεων για το παιδί.
(4) Οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες, διασφαλίζουν, η κάθε μια στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, την άμεση πρόσβαση κάθε παιδιού θύματος στα δικαιώματα που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και εντός εύλογου χρονικού διαστήματος στην εκπαίδευση:
Νοείται ότι, η πρόσβαση στην εκπαίδευση διασφαλίζεται και σε παιδιά των θυμάτων, όπου αυτό εφαρμόζεται.
(5) Σε περίπτωση που οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας διαπιστώσουν ότι οι δικαιούχοι της γονικής μέριμνας παιδιού θύματος δεν διασφαλίζουν το συμφέρον του παιδιού και ως εκ τούτου δεν μπορούν να το εκπροσωπούν, λόγω σύγκρουσης συμφερόντων μεταξύ αυτών και του παιδιού-θύματος, λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα και προβαίνουν σε όλες τις απαιτούμενες διαδικασίες ώστε να διοριστεί Επίτροπος για το παιδί σύμφωνα με τις διατάξεις του περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
(6) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας λαμβάνουν, κατά περίπτωση και κατά το δυνατόν, όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να εξασφαλίσουν συνδρομή και στήριξη στην οικογένεια παιδιού θύματος, όταν η οικογένεια βρίσκεται στη Δημοκρατία.
(7) Για την εφαρμογή του παρόντος άρθρου, αρμόδια αρχή για το συντονισμό όλων των εμπλεκόμενων υπηρεσιών είναι οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας.
50.-(1) Οι εμπλεκόμενες υπηρεσίες εξασφαλίζουν ότι οι ειδικές ενέργειες που προορίζονται να συνδράμουν και να στηρίξουν τα παιδιά που είναι θύματα, όπως αναφέρονται στον παρόντα Νόμο, λαμβάνουν δεόντως υπόψη τις προσωπικές και ειδικές περιστάσεις των ασυνόδευτων παιδιών θυμάτων.
(2) Οι Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, σε συνεργασία με άλλες εμπλεκόμενες υπηρεσίες, κατά περίπτωση, λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα με σκοπό την εξεύρεση μόνιμων λύσεων που βασίζονται σε εξατομικευμένη αξιολόγηση των βέλτιστων συμφερόντων των ασυνόδευτων παιδιών.
(3) Ασυνόδευτα παιδιά θύματα ή εν δυνάμει θύματα τίθενται αμέσως υπό τη φροντίδα του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, ο οποίος τα εκπροσωπεί και ενεργεί προς το συμφέρον αυτών.
(4) Ασυvόδευτος αvήλικoς σχoλικής ηλικίας έχει, το αργότερο μέσα σε τρεις μήνες από την ημέρα της αναγνώρισής του ως θύμα, πρόσβαση στις γεvικές εκπαιδευτικές διευκoλύvσεις ή εvαλλακτικά πρόσβαση σε κατάλληλες ειδικές εκπαιδευτικές διευκoλύvσεις, ανάλογα με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο ασυνόδευτος ανήλικος.
(5) Ασυνόδευτοι αvήλικoι έχουν δικαίωμα σε δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη καθώς και σε ειδική ιατρική ή άλλη βoήθεια και ιδιαίτερα σε περίπτωση πoυ υπήρξαv αvτικείμεvo oπoιασδήπoτε μoρφής παραμέλησης, εκμετάλλευσης ή κακoπoίησης, βασαvισμoύ ή oπoιασδήπoτε μoρφής βάvαυσης, απάvθρωπης ή εξευτελιστικής μεταχείρισης ή τιμωρίας, ή υπέφεραv λόγω έvοπλωv συγκρoύσεωv.
51. Οι διατάξεις του παρόντος Τμήματος εφαρμόζονται επιπρόσθετα των διατάξεων των άρθρων 42 μέχρι 50 του παρόντος Μέρους, ειδικά για θύματα που είναι ευρωπαίοι πολίτες ή υπήκοοι τρίτης χώρας.
52.- (1) Τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 58, κανένα μέτρο επαναπατρισμού δεν λαμβάνεται εναντίον:
(α) πολίτη της Ένωσης ή μέλους της οικογένειάς του οποιασδήποτε υπηκοότητας σε περίπτωση που δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής δυνάμει του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου του 2007, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται ή
(β) υπήκοου τρίτης χώρας, ανεξάρτητα από το κατά πόσο έχει νόμιμη ή παράνομη διαμονή στη Δημοκρατία δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται,
από τη στιγμή που οποιαδήποτε εμπλεκόμενη υπηρεσία εντοπίσει ή με οποιοδήποτε τρόπο ενημερωθεί αναφορικά με την πιθανότητα το εν λόγω πρόσωπο να είναι θύμα κατά την έννοια του παρόντος Νόμου και μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας αναγνώρισής του ως θύμα ή τη λήξη της προθεσμίας περίσκεψης που προβλέπεται στο άρθρο 45 ή τη μη ανανέωση ή ακύρωση ή ανάκληση της άδειας παραμονής ή της βεβαίωσης εγγραφής, που παρέχεται δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 55, ανάλογα με την περίπτωση.
(2) Οποιοσδήποτε λειτουργός εμπλεκόμενης υπηρεσίας ο οποίος εντοπίζει ή ενημερώνεται με οποιοδήποτε τρόπο αναφορικά με πρόσωπο που εμπίπτει στις κατηγορίες του εδαφίου (1), για το οποίο υπάρχουν βάσιμοι λόγοι να πιστεύεται ότι αποτελεί θύμα κατά την έννοια του παρόντος Νόμου, ενημερώνει πάραυτα τον Υπουργό έτσι ώστε να αποτραπεί η έκδοση διαταγμάτων απέλασης εναντίον του σε περίπτωση που κατά τα άλλα συντρέχει οποιοσδήποτε λόγος επαναπατρισμού του.
(3) Σε περίπτωση που για οποιοδήποτε λόγο παρά τις διατάξεις του παρόντος άρθρου εκδόθηκε διάταγμα επαναπατρισμού και κράτησης εναντίον προσώπου που εμπίπτει στις κατηγορίες του εδαφίου (1), η εκτέλεση του διατάγματος επαναπατρισμού και κράτησης αναστέλλεται μέχρι την ολοκλήρωση της διαδικασίας εξακρίβωσης της ταυτότητάς του ως θύμα.
53.-(1) Ο Υπουργός, παραχωρεί ατελώς, σε υπήκοο τρίτης χώρας ο οποίος είναι θύμα, ακόμα και αν αυτός εισήλθε ή διαμένει παράνομα στη Δημοκρατία, προσωρινή άδεια παραμονής με σκοπό να του παραχωρηθεί προθεσμία περίσκεψης η οποία να του επιτρέπει να συνέλθει και να ξεφύγει από την επιρροή των δραστών των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο, ώστε να μπορεί να λάβει απόφαση, με πλήρη επίγνωση των δικαιωμάτων του, κατά πόσο επιθυμεί να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές στην ποινική διαδικασία:
(2) Σε περίπτωση που το θύμα είναι Ευρωπαίος πολίτης, ο Διευθυντής, παραχωρεί σε αυτό ατελώς, βεβαίωση εγγραφής περιορισμένης ισχύος, για το σκοπό που περιγράφεται στο εδάφιο (1) του παρόντος άρθρου.
(3) Στην περίπτωση που το θύμα είναι παιδί, η προσωρινή άδεια παραμονής που χορηγείται δυνάμει του εδαφίου (1) ανωτέρω και η βεβαίωση εγγραφής που χορηγείται δυνάμει του εδαφίου (2) ανωτέρω για περίσκεψη, είναι διάρκειας τουλάχιστον δύο μηνών και δύνανται να ανανεώνονται, επίσης ατελώς, με απόφαση του Υπουργού εφόσον κρίνει αυτό σκόπιμο, λαμβάνοντας ιδιαίτερα υπόψη το συμφέρον του παιδιού.
(4) Κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής άδειας παραμονής ή βεβαίωσης εγγραφής για περίσκεψη, το θύμα έχει πρόσβαση στα δικαιώματα που προβλέπονται στο άρθρο 47 του παρόντος Νόμου.
(5) Τηρουμένων των διατάξεων των άρθρων 20 και 21 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η προσωρινή άδεια παραμονής ή η βεβαίωση εγγραφής για περίσκεψη, δεν δημιουργεί δικαίωμα παραμονής δυνάμει του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου ή του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου του 2007, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, ανάλογα με την περίπτωση.
(6) Ο Υπουργός, δύναται οποτεδήποτε να ανακαλέσει την προσωρινή άδεια παραμονής ή βεβαίωση εγγραφής για περίσκεψη, εφόσον οι διωκτικές αρχές τον ενημερώσουν ότι το συγκεκριμένο θύμα επανασυνέδεσε ενεργώς, εκουσίως και ιδία πρωτοβουλία τις σχέσεις του με τους δράστες των αδικημάτων που προβλέπονται στο Μέρος ΙΙ του παρόντος Νόμου ή για λόγους σχετικούς με τη δημόσια τάξη ή την εθνική ασφάλεια.
(7) Κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής άδειας παραμονής ή βεβαίωσης εγγραφής για περίσκεψη, τα ταξιδιωτικά έγγραφα του θύματος, κατόπιν συγκατάθεσης αυτού, παραδίδονται στην Αστυνομία η οποία τα επιστρέφει όποτε το θύμα το ζητήσει και εφόσον αυτά δεν είναι απαραίτητα στις διωκτικές αρχές για τους σκοπούς οποιασδήποτε ποινικής διαδικασίας.
54.- (1) Πριν την έκδοση και κατά τη διάρκεια ισχύος της προσωρινής άδειας παραμονής ή βεβαίωσης εγγραφής ή βεβαίωσης αναγνώρισης για περίσκεψη, ανεξαρτήτως του κατά πόσο επιθυμεί να συνεργαστεί με τις διωκτικές αρχές, το θύμα έχει τα δικαιώματα που καθορίζονται στο άρθρο 47 του παρόντος Νόμου.
(2) Η ισχύς της προσωρινής άδειας παραμονής για περίσκεψη, δεν επηρεάζει το δικαίωμα υπηκόου τρίτης χώρας να αιτηθεί άσυλο δυνάμει του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται.
55.-(1) Κατά τη λήξη της προσωρινής άδειας παραμονής ή της βεβαίωσης εγγραφής για περίσκεψη ή νωρίτερα, οι διωκτικές αρχές ενημερώνουν τον Υπουργό κατά πόσο το θύμα έχει επιδείξει σαφή βούληση συνεργασίας.
(2) Σε τέτοια περίπτωση ο Υπουργός, εφόσον ικανοποιηθεί κατόπιν ενημέρωσης από τις διωκτικές αρχές ότι:
(α) είναι σκόπιμο να παραταθεί η παραμονή του προσώπου αυτού στη Δημοκρατία, προς διευκόλυνση της έρευνας ή της δικαστικής διαδικασίας,
(β) το εν λόγω πρόσωπο έχει διακόψει κάθε σχέση με τους υπόπτους για τη διάπραξη των αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο και
(γ) εφόσον τίθενται σε ισχύ οι διατάξεις του εδαφίου (1) του άρθρου 43,
παραχωρεί, ατελώς, άδεια προσωρινής παραμονής ή βεβαίωση εγγραφής, διάρκειας ισχύος τουλάχιστον έξι μηνών, με την επιφύλαξη λόγων που συνδέονται με τη δημόσια τάξη και την εθνική ασφάλεια, η οποία ανανεώνεται, ατελώς, εφόσον εξακολουθούν να συντρέχουν οι εν λόγω προϋποθέσεις.
(3) Οι κάτοχοι της πιο πάνω προσωρινής άδειας παραμονής ή βεβαίωσης εγγραφής που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (2) του παρόντος άρθρου ή της βεβαίωσης αναγνώρισης που εκδίδεται δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 46 του παρόντος Νόμου, έχουν τα δικαιώματα που καθορίζονται στο παρόν Μέρος.
56.-(1) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (3) του άρθρου 42, η προσωρινή άδεια παραμονής ή η βεβαίωση εγγραφής που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 55, δύνανται να μην ανανεώνονται από τον Υπουργό, εφόσον δεν πληρούνται πλέον οι προϋποθέσεις του εδαφίου (1) του άρθρου 55 ή εφόσον η ποινική διαδικασία έχει περατωθεί με απόφαση αρμόδιου Δικαστηρίου, νοουμένου ότι μετά από εξατομικευμένη αξιολόγηση των διωκτικών αρχών και των ιατρικών υπηρεσιών διαπιστώνεται ότι είναι ασφαλής και προς το συμφέρον του θύματος η επιστροφή του στη χώρα καταγωγής του, ως μόνιμη λύση κοινωνικής επανένταξης και αποκατάστασής του:
(2) Τηρουμένων των διατάξεων του εδαφίου (1), η προσωρινή άδεια παραμονής ή η βεβαίωση εγγραφής, που εκδίδονται δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 49 του παρόντος Νόμου, δύνανται να ανακαλούνται από τον Υπουργό, εφόσον δεν συντρέχουν πλέον οι προϋποθέσεις του εν λόγω άρθρου, και ειδικότερα στις πιο κάτω περιπτώσεις:
(α) Εάν το θύμα επανασυνδέσει τις σχέσεις του ενεργά, εκούσια και ιδία πρωτοβουλία με τους ύποπτους διάπραξης των ποινικών αδικημάτων που προβλέπονται στον παρόντα Νόμο
(β) εάν οι διωκτικές ή άλλες εμπλεκόμενες υπηρεσίες κρίνουν ότι η συνεργασία του θύματος είναι δόλια ή ότι η καταγγελία του είναι δόλια ή καταχρηστική
(γ) όταν το θύμα παύσει να συνεργάζεται
(δ) όταν οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν να σταματήσουν την ποινική διαδικασία·
(ε) για λόγους δημοσίου συμφέροντος και ασφάλειας.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις των εδαφίων (1) και (2) και τηρουμένων των διατάξεων τόσο του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, όσο και του περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμου του 2007, όπως αυτοί εκάστοτε τροποποιούνται ή αντικαθίστανται, ο Υπουργός δύναται να παραχωρεί σε θύμα που είναι υπήκοος τρίτης χώρας ή Ευρωπαίος πολίτης, ακόμα και αν δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις του παρόντος Νόμου, προσωρινή άδεια παραμονής ή, κατά περίπτωση, βεβαίωση εγγραφής περιορισμένης ισχύος, εφόσον κρίνει, μετά από την υποβολή σχετικών εξατομικευμένων αξιολογήσεων αναφορικά με την κατάσταση του θύματος από οποιαδήποτε εμπλεκόμενη υπηρεσία, ότι είναι προς το συμφέρον και την προστασία του θύματος η παραχώρηση άδειας παραμονής ή βεβαίωσης εγγραφής περιορισμένης ισχύος στη Δημοκρατία για ανθρωπιστικούς ή οποιουσδήποτε άλλους λόγους.
57.-(1) Οποιοδήποτε θύμα κατέχει προσωρινή άδεια παραμονής ή βεβαίωση εγγραφής εκδιδόμενες δυνάμει του εδαφίου (2) του άρθρου 55 του παρόντος Νόμου ή, όπου εφαρμόζεται, βεβαίωση αναγνώρισης εκδιδόμενη δυνάμει του εδαφίου (4) του άρθρου 46 του παρόντος Νόμου, έχει τα δικαιώματα που καθορίζονται στο άρθρο 47 και επιπρόσθετα έχει τα ακόλουθα δικαιώματα:
(α) Πρόσβαση στην αγορά εργασίας μέσω των Γραφείων των Δημόσιων Υπηρεσιών Απασχόλησης, με τον ίδιο τρόπο όπως και οι Κύπριοι πολίτες·
(β) πρόσβαση στην επαγγελματική κατάρτιση και εκπαίδευση που παρέχει η Αρχή Ανάπτυξης Ανθρώπινου Δυναμικού, υπό τους όρους και τις προϋποθέσεις των Σχεδίων της, καθώς και των εκάστοτε σε ισχύ εθνικών διαδικασιών και αποφάσεων πολιτικής του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων, αναφορικά με την απασχόληση, κατάρτιση και εκπαίδευση·
(γ) πρόσβαση σε προγράμματα ή συστήματα που παρέχονται από το κράτος ή από μη κυβερνητικούς οργανισμούς που έχουν πρωτόκολλο συνεργασίας ή ειδικές συμφωνίες με τις εμπλεκόμενες υπηρεσίες της Δημοκρατίας, ανάλογα με την περίπτωση, που στόχο έχουν την αποκατάσταση της κοινωνικής ζωής των θυμάτων, τα οποία δυνατό να περιλαμβάνουν μαθήματα βελτίωσης των επαγγελματικών τους ικανοτήτων ή προετοιμασία της υποστηριζόμενης επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους.
58.-(1) Ο Υπουργός, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις των διωκτικών αρχών, του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, του Διευθυντή των Υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας και των ιατρικών υπηρεσιών, καθώς και του ίδιου του παιδιού, ανάλογα με την ηλικία και τον βαθμό ωριμότητάς του, δύναται vα διατάξει την επιστρoφή παιδιού θύματος μόνο σε περίπτωση που μετά από εξατομικευμένη αξιολόγηση κινδύνου και ασφάλειας, αυτό είναι προς το συμφέρον του παιδιού.
(2) Ο Υπουργός, λαμβάνοντας υπόψη τις απόψεις των διωκτικών αρχών, του Διευθυντή των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας και των ιατρικών υπηρεσιών, καθώς και του ίδιου του παιδιού, ανάλογα με την ηλικία και το βαθμό ωριμότητάς του, δύναται να διατάξει την επιστροφή ασυνόδευτου παιδιού στη χώρα καταγωγής του ή σε άλλη χώρα στην οποία έχει το δικαίωμα μόνιμης διαμονής, πoυ είvαι διατεθειμένη vα τo δεχτεί ή σε τρίτη χώρα για σκοπούς οικογενειακής επανένωσης. Η επιστροφή του ασυνόδευτου ανηλίκου γίνεται μόνο σε περίπτωση που διασφαλίζεται ότι, κατά την άφιξή τoυ στην εν λόγω χώρα είναι διαθέσιμη κατάλληλη υποδοχή και φροντίδα, ανάλογα με τις ανάγκες τoυ ασυνόδευτου ανηλίκου, λαμβάνοντας υπόψη την ηλικία και τo βαθμό αvεξαρτησίας του, η οποία παρέχεται από τους γovείς ή άλλoυς εvήλικες πoυ νόμιμα ασκούν την κηδεμονία του ανηλίκου.
(3) Ο Υπουργός, για το σκοπό της επιστρoφής ασυνόδευτου παιδιού, δύναται να συvεργάζεται:
(α) Με μέλη της oικoγέvειάς τoυ ασυνόδευτου παιδιού, είτε στη χώρα καταγωγής τoυ αvήλικoυ είτε σε χώρα όπoυ διαμέvoυv τα μέλη αυτά, με στόχο την οικογενειακή επανένωση
(β) με τις αρχές της χώρας καταγωγής του ασυνόδευτου παιδιού, vooυμέvoυ ότι αυτός δεν είναι αιτητής ασύλου ή με τις αρχές άλλης χώρας, πρoς τo σκoπό της εξεύρεσης κατάλληλης και διαρκούς λύσης
(γ) με διεθνείς οργανισμούς που έχουν ως στόχο τους την προστασία των ανηλίκων και που ήδη διαδραματίζουν εvεργό ρόλo στo vα συμβουλεύουν κυβερνήσεις για τις κατευθυντήριες γραμμές, σχετικά με το χειρισμό των περιπτώσεων των ασυvόδευτων αvήλικων
(δ) όπoυ αυτό εvδείκvυται, με μη κυβερvητικούς οργανισμούς προς το σκοπό της διαπίστωσης της διαθεσιμότητας διευκoλύvσεωv υπoδoχής και φρovτίδας στη χώρα στηv oπoία θα επιστρέψει τo παιδί.
59.-(1) Σε περίπτωση που το θύμα δεν έχει στην κατοχή του οποιοδήποτε έγγραφο δηλωτικό της ταυτότητάς του, λόγω της θυματοποίησής του, η Αστυνομία σε συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές της χώρας καταγωγής, εφόσον αυτό είναι απαραίτητο, με την επιφύλαξη των διατάξεων του περί Προσφύγων Νόμου του 2000, όπως αυτός εκάστοτε τροποποιείται ή αντικαθίσταται, μεριμνά για την έκδοση ταξιδιωτικών εγγράφων ή άλλων εγγράφων δηλωτικών της ταυτότητάς του.
(2) Το θύμα υποχρεούται να συνεργαστεί με την Αστυνομία για την εξασφάλιση των εγγράφων που αναφέρονται στο εδάφιο (1) ανωτέρω.
60. Ο Υπουργός Εσωτερικών, μετά από εξατομικευμένη αξιολόγηση των διωκτικών αρχών και των ιατρικών υπηρεσιών, διαπιστώνει ότι είναι ασφαλές και προς το συμφέρον του θύματος, η επιστροφή του στη χώρα καταγωγής, ως μόνιμη λύση κοινωνικής επανένταξης και αποκατάστασής του, αποφασίζει τον επαναπατρισμό του θύματος, ο οποίος είναι προτιμητέο να γίνεται εθελοντικά, και να:
(α) Γίνεται υπό συνθήκες σεβασμού, ασφάλειας, προστασίας και αξιοπρέπειας του θύματος:
(β) μην εμπερικλείει κινδύνους ως προς την επιτυχία οποιωνδήποτε νομικών διαδικασιών που σχετίζονται με το γεγονός ότι το πρόσωπο αυτό είναι θύμα, περιλαμβανομένων των διαδικασιών που κινεί το θύμα για καταβολή αποζημιώσεων δυνάμει του παρόντος Νόμου·
(γ) γίνεται σε συνεργασία με τη χώρα καταγωγής του, ούτως ώστε να αποφευχθεί η επαναθυματοποίησή του·
(δ) γίνεται στο πλαίσιο προγραμμάτων επαναπατρισμού που λειτουργούν σε εθνικό ή διεθνές επίπεδο και τα οποία διασφαλίζουν την αποφυγή επαναθυματοποίησης καθώς επίσης και την επανένταξη των θυμάτων στην κοινωνία του κράτους που επαναπατρίζονται.