ΜΕΡΟΣ IX ΠΟΙΚΙΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ
Εξουσία της Επιτροπής προς συλλογή πληροφοριών

42.-(1)(α)

Η Επιτροπή δύναται να συλλέγει πληροφορίες απαραίτητες για την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της, απευθύνουσα σχετικό για το σκοπό αυτό γραπτό αίτημα προς επιχειρήσεις, άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα ή δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς.

(β) Για το σκοπό που αναφέρεται στην παράγραφο (α), το πρόσωπο ή η επιχείρηση ή ο φορέας, προς τους οποίους απευθύνεται το αίτημα της Επιτροπής, έχει υποχρέωση προς άμεση, πλήρη και ακριβή παροχή των αιτούμενων πληροφοριών εντός της ταχθείσας προθεσμίας.

(2) Στο αίτημα της Επιτροπής καθορίζονται οι αιτούμενες πληροφορίες, οι θεμελιούσες το αίτημα διατάξεις του παρόντος Νόμου ή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον ανταγωνισμό, η αιτιολογία του αιτήματος, η τασσόμενη προς παροχή των πληροφοριών εύλογη προθεσμία και οι ενδεχόμενες διοικητικές κυρώσεις σε περίπτωση μη συμμόρφωσης προς την ως άνω υποχρέωση της παροχής των πληροφοριών.

(3) Σε περίπτωση υποβολής αιτήματος από την Επιτροπή για παροχή πληροφοριών δυνάμει του άρθρου 15 και της παραγράφου (α) του άρθρου 25 έχουν υποχρέωση όπως παρέχουν αμέσως, πλήρως και ακριβώς όλες τις αιτούμενες πληροφορίες για λογαριασμό της επιχείρησης, εντός της ταχθείσας προθεσμίας:

(α) Όλα τα μέλη του διοικητικού ή διαχειριστικού συμβουλίου ή της επιτροπής που διαχειρίζεται τις υποθέσεις του νομικού προσώπου,

(β) ο γενικός διευθυντής ή ο διευθυντής ή ο διευθύνων σύμβουλος του νομικού προσώπου, και

(γ) τα πρόσωπα που, βάσει νόμου ή καταστατικού, είναι επιφορτισμένα με την εκπροσώπηση εταιρειών ή ενώσεων που στερούνται νομικής προσωπικότητας.

(4) Δεόντως εξουσιοδοτημένοι αντιπρόσωποι δύνανται να παρέχουν εξ΄ ονόματος των πελατών τους όλες τις αιτούμενες πληροφορίες:

Νοείται ότι, για την άμεση, πλήρη και ακριβή παροχή των εν λόγω πληροφοριών εντός της ταχθείσας προθεσμίας παραμένουν πλήρως υπεύθυνα τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα που βαρύνονται με την υποχρέωση παροχής πληροφοριών δυνάμει των εδαφίων (1) έως (3).

(5) Δημόσιοι φορείς δύνανται να αρνηθούν την παροχή των αιτούμενων πληροφοριών σε περίπτωση που η παροχή τους θα προσέκρουε σε διάταξη του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή νόμου ή δευτερογενούς νομοθεσίας, που αποσκοπεί στην εναρμόνιση με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

(6) Το πρόσωπο, η επιχείρηση ή ένωση επιχειρήσεων, ο δημόσιος ή ο ιδιωτικός φορέας, προς τους οποίους απευθύνεται το αίτημα της Επιτροπής, με την υποβολή των αιτούμενων πληροφοριών, προσδιορίζει έγγραφα, δηλώσεις και οποιοδήποτε υλικό θεωρεί ότι περιέχει εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίες και/ή επιχειρηματικά απόρρητα, αιτιολογώντας την άποψή του, και παρέχει χωριστή μη εμπιστευτική εκδοχή εντός της προθεσμίας που τάσσει η Επιτροπή για τη γνωστοποίηση των απόψεων του/της:

Νοείται ότι εάν το πρόσωπο, η επιχείρηση ή η ένωση επιχειρήσεων ή ο ιδιωτικός φορέας δεν ασκήσει την δυνατότητα που του παρέχεται ανωτέρω, η Επιτροπή δύναται να θεωρήσει ότι τα αντίστοιχα έγγραφα, οι δηλώσεις και το υπόλοιπο υλικό δεν περιέχουν απόρρητα στοιχεία ή εμπιστευτικής φύσεως πληροφορίες.

Εξουσία της Επιτροπής προς έλεγχο

43.-(1) Η Επιτροπή δύναται, κατά την άσκηση των κατά τον παρόντα Νόμο αρμοδιοτήτων, εξουσιών και καθηκόντων της, να διενεργεί κάθε αναγκαίο έλεγχο σε επιχειρήσεις ή ενώσεις επιχειρήσεων και για το σκοπό αυτό-

(α) να εισέρχεται σε κάθε γραφείο, χώρο, γήπεδο και μεταφορικό μέσο των επιχειρήσεων και ενώσεων επιχειρήσεων, καθώς και σε κάθε άλλο επαγγελματικό χώρο εξαιρουμένων των κατοικιών·

(β) να ελέγχει κάθε είδους αρχεία, βιβλία, λογαριασμούς, καθώς και λοιπά έγγραφα επαγγελματικής δραστηριότητας, ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους·

(γ) να λαμβάνει ή να αποκτά υπό οποιαδήποτε μορφή αντίγραφο ή απόσπασμα αρχείων, βιβλίων, λογαριασμών και κάθε άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας ανεξαρτήτως της μορφής αποθήκευσής τους και οπουδήποτε και αν αυτά φυλάσσονται˙

(δ) να σφραγίζει οποιοδήποτε γραφείο, χώρο, γήπεδο, μεταφορικό μέσο καθώς και κάθε άλλο επαγγελματικό χώρο, καθώς και όσα αναφέρονται στην παράγραφο (β) κατά το χρονικό διάστημα που διενεργείται ο έλεγχος και στο βαθμό που απαιτείται για τον έλεγχο αυτό·

(ε) να υποβάλλει ερωτήσεις και να ζητά διευκρινίσεις από τα πρόσωπα που αναφέρονται στο εδάφιο (3) του άρθρου 42, καθώς και το προσωπικό των επιχειρήσεων ή των ενώσεων επιχειρήσεων, περί των γεγονότων ή στοιχείων που σχετίζονται με το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου και να καταγράφει τις απαντήσεις.

(2)(α) Οι κατά το εδάφιο (1) σχετικές εξουσίες ασκούνται κατ’ εντολή της Επιτροπής από αρμόδιους λειτουργούς της Υπηρεσίας.

(β) Εάν τούτο κριθεί αναγκαίο από την Επιτροπή, οι εν λόγω λειτουργοί συνοδεύονται από άλλους λειτουργούς, ήτοι δημόσιους υπαλλήλους ή/και λειτουργούς του ευρύτερου δημόσιου τομέα ή/και από πρόσωπα με εξειδικευμένες γνώσεις που δυνατό να απασχολούνται από την Επιτροπή.

(3) Η εντολή της Επιτροπής είναι γραπτή και καθορίζει σαφώς το αντικείμενο και το σκοπό του ελέγχου, ορίζει την ημερομηνία έναρξης του ελέγχου, τη διάταξη πάνω στην οποία στηρίζεται η εξουσία αυτή της Επιτροπής και τις ενδεχόμενες διοικητικές κυρώσεις σε περίπτωση άρνησης της επιχείρησης να συμμορφωθεί προς την εντολή της Επιτροπής.

(4) Ο έλεγχος διενεργείται χωρίς προηγούμενη ειδοποίηση των συμμετεχουσών επιχειρήσεων, εκτός εάν η Επιτροπή κρίνει ότι η παροχή ειδοποίησης θα υποβοηθήσει στο ερευνητικό έργο.

(5) Η επιχείρηση στην οποία διενεργείται ο έλεγχος δύναται να συμβουλευθεί το νομικό της σύμβουλο κατά τη διάρκεια του ελέγχου, η παρουσία όμως αυτού δε συνιστά προϋπόθεση για το έγκυρο του ελέγχου και/ ή υπεράσπιση για την πλημμελή ή μη συμμόρφωση στην εντολή της Επιτροπής.

(6) Εφόσον κρίνεται σκόπιμο, η Επιτροπή ζητά τη συνδρομή της Αστυνομίας προκειμένου να καταστεί ικανή να ασκήσει τις εξουσίες της κατά τα οριζόμενα στο παρόν άρθρο.

(7) Οι πληροφορίες που λαμβάνει η Επιτροπή κατά την άσκηση της κατά το παρόν άρθρο εξουσίας δύναται να χρησιμοποιηθούν μόνο για το σκοπό για τον οποίο επιτρέπεται ο έλεγχος, εξαιρουμένων των περιπτώσεων όπου αυτό επιβάλλεται για την εφαρμογή του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον ανταγωνισμό.

(8) Κάθε επιχείρηση, η οποία υπόκειται σε έλεγχο δυνάμει του παρόντος άρθρου, και κάθε πρόσωπο στο οποίο υποβάλλονται ερωτήσεις ή από το οποίο ζητούνται διευκρινίσεις δυνάμει της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) έχει έκαστος υποχρέωση να παρέχει στον αρμόδιο λειτουργό, εφόσον ο τελευταίος εύλογα το απαιτεί -

(α) οποιαδήποτε διευκόλυνση,

(β) οποιαδήποτε πληροφορία, και/ή

(γ) οποιαδήποτε δήλωση περί του αληθούς των πληροφοριών που παρέχει στον αρμόδιο λειτουργό.

(9) Διαπράττει ποινικό αδίκημα πρόσωπο-

(α) στο οποίο το εδάφιο (8) επιβάλλει υποχρέωση και το οποίο αρνείται ή παραλείπει να συμμορφωθεί με τέτοια υποχρέωση, ή/και

(β) το οποίο αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί πληροφορία, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, που αποτελεί αντικείμενο ελέγχου δυνάμει του παρόντος Νόμου, ή παρέχει στην Επιτροπή ή σε αρμόδιο λειτουργό της ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητική πληροφορία, δήλωση, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, ή αρνείται ή παραλείπει να παράσχει στην Επιτροπή ή σε αρμόδιο λειτουργό της πληροφορία, δήλωση, αρχείο, βιβλίο, λογαριασμό ή άλλο έγγραφο επαγγελματικής δραστηριότητας, που ζητείται κατά την άσκηση εξουσιών τις οποίες χορηγεί ο παρών Νόμος,

και υπόκειται σε ποινή φυλάκισης που δεν υπερβαίνει το ένα (1) έτος ή σε χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις ογδόντα πέντε χιλιάδες ευρώ (€85.000) ή και στις δύο αυτές ποινές.

(10) Σε περίπτωση ποινικής δίωξης για αδίκημα βάσει του εδαφίου (9)-

(α) αναφορικά με την άρνηση ή παράλειψη συμμόρφωσης με υποχρέωση που επιβάλλεται βάσει του εδαφίου (8), αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι είχε εύλογη αιτία για την εν λόγω άρνηση ή παράλειψη·

(β) αναφορικά με την παροχή ψευδών, ελλιπών, ανακριβών ή παραπλανητικών πληροφοριών ή άλλων στοιχείων που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) αποτελεί υπεράσπιση για τον κατηγορούμενο εάν αποδείξει ότι παρείχε τις εν λόγω πληροφορίες και στοιχεία με καλή πίστη και χωρίς να γνωρίζει το ελάττωμα των εν λόγω πληροφοριών και στοιχείων.

Έλεγχοι δυνάμει δικαστικού εντάλματος

44.-(1) Η Επιτροπή δύναται να διενεργεί έλεγχο σε κατοικία και σε οποιοδήποτε άλλο χώρο, γήπεδο και μεταφορικό μέσο άλλο από αυτά που αναφέρονται στο άρθρο 43, μόνο κατόπιν δεόντως αιτιολογημένου δικαστικού εντάλματος.

(2) Η Επιτροπή δύναται να υποβάλλει αίτηση στο Δικαστήριο για έκδοση εντάλματος, με το οποίο να επιτρέπεται η διενέργεια ελέγχου εφόσον υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι εκεί φυλάσσονται στοιχεία που αναφέρονται στην παράγραφο (β) του εδαφίου (1) του άρθρου 43 ή άλλα στοιχεία που συνδέονται με τη διερεύνηση της υπόθεσης.

(3) Το Δικαστήριο εκδίδει ένταλμα που επιτρέπει στην Επιτροπή να ασκεί, τηρουμένων των αναλογιών, τις εξουσίες που αναφέρονται στις παραγράφους (α), (β), (γ), (δ) και (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 43, κατά τη διενέργεια ελέγχου σε κατοικίες και σε οποιοδήποτε άλλο χώρο, γήπεδο και μεταφορικό μέσο. το ως άνω ένταλμα εκδίδεται εφόσον το Δικαστήριο ικανοποιείται ότι η αίτηση που υποβάλλεται σύμφωνα με το εδάφιο (2) δικαιολογείται από τα γεγονότα.

(4) Η διαδικασία υποβολής και εκδίκασης της αίτησης διέπεται από διαδικαστικό κανονισμό τον οποίο εκδίδει το Ανώτατο Δικαστήριο, αλλά μέχρις ότου εκδοθεί τέτοιος κανονισμός, η αίτηση πρέπει να υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση εξουσιοδοτημένου λειτουργού.

(5) Κάθε ένταλμα ελέγχου φέρει την υπογραφή του Δικαστή που το εκδίδει, την ημερομηνία και ώρα έκδοσής του, καθώς και βεβαίωση του Δικαστή ότι έχει εύλογα ικανοποιηθεί για την ανάγκη έκδοσης του εν λόγω εντάλματος.

(6) Τα εδάφια (2), (4), (5), (6), (7) και (8) του άρθρου 43 εφαρμόζονται κατ’ αναλογία και στις περιπτώσεις ελέγχου του παρόντος άρθρου.

(7) Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης με το δικαστικό ένταλμα που αναφέρεται στο εδάφιο (3), διαπράττεται ποινικό αδίκημα κατά τα προβλεπόμενα στα εδάφια (9) και (10) του άρθρου 43.

Ανάκληση ή τροποποίηση απόφασης της Επιτροπής σχετικά με τη συμβατότητα συγκέντρωσης

45. Η Επιτροπή δύναται να ανακαλέσει οποτεδήποτε απόφασή της που λήφθηκε αναφορικά με τη συμβατότητα οποιασδήποτε συγκέντρωσης με τη λειτουργία του ανταγωνισμού στην αγορά ή δύναται να τροποποιήσει τους όρους της απόφασης, αν διαπιστώσει-

(α) ότι δόθηκαν ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες ή ότι αναγκαίες πληροφορίες αναφορικά με τη συγκέντρωση αυτή απεκρύφθησαν από τον αποστολέα της κοινοποίησης ή οποιοδήποτε άλλο συμμετέχοντα της συγκέντρωσης ή από οποιοδήποτε ενδιαφερόμενο πρόσωπο, ή

(β) ότι οποιοσδήποτε όρος που επιβλήθηκε στους συμμετέχοντες της συγκέντρωσης από την εν λόγω απόφαση δεν έχει τηρηθεί ή έπαυσε να τηρείται.

Μερική ή ολική διάλυση συγκέντρωσης

46.-(1) Η Επιτροπή δύναται έπειτα από διεξαγωγή δέουσας έρευνας και υποβολή σχετικής έκθεσης της Υπηρεσίας, να διατάξει τη διάλυση ή μερική διάλυση συγκέντρωσης, προκειμένου να εξασφαλίσει την αποκατάσταση της λειτουργίας του ανταγωνισμού στην αγορά, όταν:

(α) Ασκήσει τις εξουσίες που παρέχονται δυνάμει του άρθρου 45 και τηρουμένων των διατάξεων του άρθρου 39, ή

(β) διαπιστώσει ότι μια συγκέντρωση έχει πραγματοποιηθεί κατά παράβαση της προβλεπόμενης από το άρθρο 10 υποχρέωσής της προς κοινοποίηση ή κατά παράβαση του εδαφίου (1) του άρθρου 11.

(2) Η διάλυση ή η μερική διάλυση συγκέντρωσης επιτυγχάνεται -

(α) με την αποστέρηση οποιωνδήποτε συμμετοχών, μετοχών ή στοιχείων του ενεργητικού ή δικαιωμάτων που αποκτήθηκαν από οποιοδήποτε μετείχε στη συγκέντρωση, ή

(β) με την ακύρωση οποιωνδήποτε συμβολαίων, τα οποία δημιούργησαν τις συνθήκες της συγκέντρωσης ή προέκυψαν από αυτή, ή

(γ) με συνδυασμό των τρόπων που περιγράφονται στις παραγράφους (α) και (β) ανωτέρω ή με άλλους τρόπους που κρίνονται αναγκαίοι από την Επιτροπή.

(3) Κανονισμοί εκδιδόμενοι δυνάμει του άρθρου 55 δύνανται να ρυθμίζουν ειδικότερα τους τρόπους και τις προϋποθέσεις διάλυσης ή μερικής διάλυσης συγκέντρωσης επιχειρήσεων.

(4) Οποιαδήποτε μέτρα επιβάλλονται από την Επιτροπή δυνάμει του παρόντος άρθρου δεν πρέπει να είναι πέραν των ευλόγως αναγκαίων για την αποκατάσταση της λειτουργίας του ανταγωνισμού στην αγορά.

(5) Όταν επιβάλλονται οποιαδήποτε μέτρα δυνάμει του παρόντος άρθρου, η Επιτροπή ορίζει λογική χρονική περίοδο εντός της οποίας τα μέτρα αυτά πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή από τις συμμετέχ ουσες επιχειρήσεις, λαμβάνοντας υπόψη τη φύση και την έκταση των σχετικών μέτρων.

(6) Όταν η Επιτροπή διατάσσει τη λήψη οποιωνδήποτε μέτρων σύμφωνα με το παρόν άρθρο, η Υπηρεσία πάραυτα ειδοποιεί γραπτώς τους συμμετέχοντες στη συγκέντρωση και οποιοδήποτε άλλο ενδιαφερόμενο και λαμβάνει όλα τα ενδεικνυόμενα μέτρα για διασφάλιση συμμόρφωσης προς αυτά.

Παράλειψη συμμόρφωσης και ποινές

47. Σε περίπτωση παράλειψης συμμόρφωσης εντός της καθορισθείσας προθεσμίας με τους όρους ειδοποίησης που επιδίδεται σύμφωνα με τα εδάφια (1), (2) και (3) του άρθρου 46, η Υπηρεσία οφείλει το συντομότερο δυνατό, να πληροφορήσει την Επιτροπή, η οποία αμέσως, προχωρεί δυνάμει του άρθρου 34 και επιβάλλει τέτοιες κυρώσεις, όπως προνοείται στο άρθρο 40.

Υποχρέωση προς εχεμύθεια για την προστασία επιχειρηματικών απόρρητων πληροφοριών και πληροφοριών εμπιστευτικής φύσης

48.-(1) Ο Πρόεδρος, τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής, οι λειτουργοί της Υπηρεσίας, άλλοι δημόσιοι υπάλληλοι, άλλα πρόσωπα που απασχολούνται από την Επιτροπή που λαμβάνουν γνώση, ένεκα της θέσης τους ή κατά την άσκηση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, επιχειρηματικών απορρήτων και πληροφοριών εμπιστευτικής φύσεως, έχουν υποχρέωση προς εχεμύθεια και οφείλουν να μην κοινοποιούν και/ή δημοσιοποιούν αυτές, εκτός κατά την έκταση όπου επιβάλλεται-

(α) για να αποδειχθεί οποιαδήποτε παράβαση του παρόντος Νόμου,

(β) προς εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Την αναφερόμενη στην παράγραφο (1) υποχρέωση προς εχεμύθεια έχει και κάθε άλλο φυσικό ή νομικό πρόσωπο που λαμβάνει γνώση των πληροφοριών αυτών κατ’ εφαρμογή του παρόντος Νόμου κατά τις προβλεπόμενες στον παρόντα Νόμο διαδικασίες.

(3) Παράβαση της κατά το άρθρο αυτό υποχρέωσης προς εχεμύθεια συνιστά προκειμένου περί δημόσιων υπαλλήλων, πειθαρχικό αδίκημα τιμωρούμενο κατά τις οικείες πειθαρχικές διατάξεις.

(4) Καμία διάταξη του παρόντος Νόμου δεν εμποδίζει την κοινοποίηση και/ή δημοσιοποίηση πληροφοριών για σκοπούς εφαρμογής του δικαίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τον ανταγωνισμό.

(5) Πρόσωπο το οποίο παραβαίνει τη δυνάμει του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου υποχρέωση εχεμύθειας διαπράττει ποινικό αδίκημα τιμωρούμενο με φυλάκιση μέχρι έξι (6) μηνών ή με χρηματική ποινή μέχρι χιλίων πεντακοσίων ευρώ (1.500) ή και με τις δύο αυτές ποινές.

Ευθύνη Προέδρου, μελών και αναπληρωματικών μελών της Επιτροπής, μελών της Υπηρεσίας και άλλων

49. Τηρουμένων των διατάξεων του παρόντος Νόμου και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών, ο Πρόεδρος, τα μέλη και τα αναπληρωματικά μέλη της Επιτροπής, οι λειτουργοί της Υπηρεσίας και τα πρόσωπα που απασχολούνται από την Επιτροπή, δεν υπέχουν ευθύνη για οτιδήποτε έγινε ή παραλείφθηκε ή λέχθηκε, ή για οποιαδήποτε γνώμη την οποία εξέφρασαν ή έκθεση ή άλλο έγγραφο που ετοίμασαν, κατά την καλόπιστη εκπλήρωση των καθηκόντων, των αρμοδιοτήτων ή εξουσιών τους δυνάμει του παρόντος Νόμου ή/και των δυνάμει αυτού εκδιδόμενων Κανονισμών.

Αποποίηση δικαιώματος

50. Σε περιπτώσεις που συγκεκριμένη συγκέντρωση εξετάζεται παράλληλα από άλλη Αρχή Ανταγωνισμού κράτους μέλους τότε οι συμμετέχουσες επιχειρήσεις δύνανται να υποβάλουν με την κοινοποίηση δήλωση εκούσιας αποποίησης δικαιώματος εμπιστευτικότητας για σκοπούς παροχής εμπιστευτικών πληροφοριών ή/και επιχειρηματικών απόρρητων ως το Παράρτημα V.

Τήρηση Μητρώων

51.-(1) Η Υπηρεσία έχει την ευθύνη της τήρησης Μητρώου Συγκεντρώσεων, στο οποίο καταχωρούνται όλες οι κοινοποιηθείσες πράξεις.

(2) Η Υπηρεσία έχει την ευθύνη προς τήρηση Μητρώου Αποφάσεων, στο οποίο καταχωρούνται:

(α) Οι αποφάσεις της Επιτροπής επί θεμάτων αναγομένων στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, και

(β) οι αποφάσεις του Ανώτατου Δικαστηρίου επί των αυτών θεμάτων.

(3) Με την επιφύλαξη των διατάξεων του άρθρου 48, τα μητρώα που αναφέρονται στα εδάφια (1) και (2) είναι δημόσια.

Ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων Επιτροπής

52. Η Επιτροπή καταρτίζει και υποβάλλει στον Υπουργό και στη Βουλή των Αντιπροσώπων ετήσια έκθεση δραστηριοτήτων.

Αναστολή προθεσμιών

53. Εάν στα πλαίσια της ακυρωτικής του δικαιοδοσίας δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, το Ανώτατο Δικαστήριο ακυρώσει εν όλω ή εν μέρει απόφαση της Επιτροπής που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου ή γραπτή δήλωση του Υπουργού που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου ή Διάταγμα του Υπουργού ή του Υπουργικού Συμβουλίου που εκδόθηκε δυνάμει του παρόντος Νόμου, οι προθεσμίες που ορίζονται στον παρόντα Νόμο ισχύουν εκ νέου από την ημέρα απαγγελίας της αποφάσεως, αλλά διακόπτονται αν ασκηθεί αναθεωρητική έφεση πριν από τη λήξη τους και σε περίπτωση απορρίψεως της εφέσεως ή της κατ΄ έφεσιν αποφάσεως που δε συνεπάγεται ολοσχερή άρση της ακυρώσεως, ισχύουν εκ νέου από την ημέρα απαγγελίας της αποφάσεως επί της αναθεωρητικής εφέσεως.

Συνεργασία Επιτροπής με άλλες Αρχές Ανταγωνισμού

54. Η Επιτροπή συνεργάζεται με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και με τις Αρχές Ανταγωνισμού κρατών μελών για ζητήματα που άπτονται του ελέγχου συγκεντρώσεων επιχειρήσεων.

Έκδοση Κανονισμών

55.(1) Το Υπουργικό Συμβούλιο δύναται, αν το κρίνει σκόπιμο, να εκδίδει Κανονισμούς που δημοσιεύονται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, για την καλύτερη εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου.

(2) Οι Κανονισμοί εκδίδονται αφού προηγουμένως δοθεί η αιτιολογημένη γνώμη της Επιτροπής.

Έκδοση Διαταγμάτων

56. Ο Υπουργός δύναται με Διάταγμά του, το οποίο δημοσιεύεται στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας, να τροποποιεί ή αντικαθιστά τα Παραρτήματα του παρόντος Νόμου, κατόπιν αιτιολογημένης γνώμης της Επιτροπής.

Κατάργηση

57. Από την ημερομηνία έναρξης ισχύος του παρόντος Νόμου, καταργούνται οι περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμοι του 1999 έως 2000.

Μεταβατικές διατάξεις

58.-(1) Τα Διατάγματα και οι Κανονισμοί που εκδόθηκαν δυνάμει των περί του Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμων του 1999 έως 2000, εκτός εάν δεν συνάδουν με τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, συνεχίζουν να ισχύουν ως εάν να είχαν εκδοθεί δυνάμει του παρόντος Νόμου, μέχρις ότου τροποποιηθούν ή καταργηθούν.

(2) Σε περίπτωση που νόμος άλλος από τον παρόντα ή κανονιστική διοικητική πράξη ή ατομική διοικητική πράξη αναφέρεται στους περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμους του 1999 έως 2000, η εν λόγω αναφορά θεωρείται ως αναφορά στον παρόντα Νόμο, τηρουμένων των αναλογιών.

(3) Η διαδικασία διεκπεραίωσης υποθέσεων και εξέτασης κοινοποιήσεων οι οποίες κατά την ημερομηνία έναρξης της ισχύος του παρόντος Νόμου, εκκρεμούν ενώπιον της Επιτροπής στη βάση των περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμων του 1999 έως 2000, θεωρείται εκκρεμούσα ενώπιον της Επιτροπής με βάση τις διατάξεις των περί Ελέγχου των Συγκεντρώσεων Επιχειρήσεων Νόμων του 1999 έως 2000.

Έναρξη της ισχύος του παρόντος Νόμου

59. Ο παρών Νόμος τίθεται σε ισχύ με τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας.