ΜΕΡΟΣ VIII ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ, ΑΡΜΟΔΙΟΤΗΤΕΣ ΚΑΙ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΗΣ ΕΝΤΕΤΑΛΜΕΝΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ
Εξουσίες της Εντεταλμένης Υπηρεσίας για έρευνα και έλεγχο

25.-(1) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία έχει αρμοδιότητα να εξετάζει, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή/και αυτεπάγγελτα, τυχόν παραβάσεις των διατάξεων του παρόντος Νόμου:

Νοείται ότι, η εξέταση μπορεί να αφορά περισσότερους εμπόρους, χωριστά ή από κοινού, του αυτού επαγγελματικού τομέα ή των ενώσεών τους που χρησιμοποιούν ή συνιστούν τη χρησιμοποίηση των ίδιων ή παρεμφερών ταξιδιωτικών υπηρεσιών.

(2)(α) Όταν τα υποβαλλόμενα παράπονα αφορούν ζητήματα που εμπίπτουν στις αρμοδιότητες της Εντεταλμένης Υπηρεσίας με βάση τις διατάξεις του παρόντος Νόμου, η Εντεταλμένη Υπηρεσία προβαίνει σε περαιτέρω αξιολόγηση της αναγκαιότητας διερεύνησής τους, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως -

(i) Το δημόσιο συμφέρον,

(ii) τις πιθανές επιπτώσεις στο καταναλωτικό κοινό,

(iii) τις επιπτώσεις σε ευαίσθητες ομάδες του πληθυσμού,

(iv) την προστασία του καταναλωτή, και

(v) το αποτέλεσμα που προσδοκάται από την παρέμβασή της σε συγκεκριμένη υπόθεση:

Νοείται ότι, αν η Εντεταλμένη Υπηρεσία κρίνει μη αναγκαία τη διερεύνηση παραπόνου βάσει των ανωτέρω, ενημερώνει σχετικά τον παραπονούμενο.

(β) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία δεν εξετάζει παράπονα που υποβάλλονται μετά την πάροδο δύο (2) ετών από τη σύναψη της σύμβασης οργανωμένου ταξιδιού.

(3) Κατά τη διερεύνηση παράβασης, κατόπιν υποβολής παραπόνου ή/και αυτεπάγγελτα, η Εντεταλμένη Υπηρεσία, μέσα στα πλαίσια εφαρμογής των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία:

(α) Να ζητεί και να λαμβάνει αντίγραφα από οποιεσδήποτε συμβάσεις οργανωμένου ταξιδιού και άλλα συναφή στοιχεία, καταχωρημένα σε μηχανικό, ηλεκτρικό ή ηλεκτρονικό σύστημα δεδομένων, και οποιαδήποτε βιβλία και έγγραφα του εμπόρου, για τα οποία έχει εύλογη αιτία να πιστεύει ότι περιέχουν οποιαδήποτε πληροφορία ή καταχώρηση σχετικά με πιθανή παράβαση,

(β) να ζητεί από τον έμπορο να προσκομίσει σε τακτή προθεσμία αποδεικτικά στοιχεία σχετικά με την ακρίβεια των πραγματικών ισχυρισμών που αναφέρονται στην παροχή συγκεκριμένων ταξιδιωτικών υπηρεσιών, εφόσον αυτό κρίνεται αναγκαίο, επί τη βάσει των δεδομένων της συγκεκριμένης υπόθεσης και λαμβάνοντας υπόψη τα έννομα συμφέροντα του εμπόρου και των λοιπών επηρεαζόμενων, και

(γ) να θεωρεί ανακριβείς τους πραγματικούς ισχυρισμούς, εφόσον τα αποδεικτικά στοιχεία που ζητούνται σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (β) δεν προσκομιστούν έγκαιρα ή θεωρηθούν ανεπαρκή από την Εντεταλμένη Υπηρεσία

Παράλειψη παροχής πληροφοριών και παρακώλυση μέλους της Εντεταλμένης Υπηρεσίας

26.-(1) Πρόσωπο είναι ένοχο αδικήματος, σε περίπτωση που:

(α) Αποκρύπτει, καταστρέφει ή παραποιεί στοιχεία, έγγραφα ή λοιπές πληροφορίες, ή παρέχει σε μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας ή σε άλλο πρόσωπο που ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό της ψευδή, ελλιπή, ανακριβή ή παραπλανητικά στοιχεία, έγγραφα ή λοιπές πληροφορίες, ή αρνείται να προσκομίσει στο μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας ή σε άλλο πρόσωπο που ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό της στοιχεία, έγγραφα ή λοιπές πληροφορίες, τα οποία το μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας ή άλλο πρόσωπο που ενεργεί στο όνομα και για λογαριασμό της απαιτεί κατά την άσκηση των εξουσιών που προβλέπονται στις διατάξεις του παρόντος Νόμου, ή

(β) παραλείπει να συμμορφωθεί με διαταγή της Εντεταλμένης Υπηρεσίας δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 27.

(2) Πρόσωπο ένοχο αδικήματος δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) τιμωρείται, σε περίπτωση καταδίκης του, με χρηματική ποινή που δεν υπερβαίνει τις εκατό χιλιάδες ευρώ (€ 100.000) ή με φυλάκιση που δεν υπερβαίνει τους έξι (6) μήνες ή και με τις δυο αυτές ποινές.

(3) Ανεξάρτητα από την ποινική ευθύνη ή ποινική δίωξη οποιουδήποτε προσώπου, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (δ) του εδαφίου (1) του άρθρου 27-

(α) Στον έμπορο, όταν δεν παραχωρεί σε αυτήν, σε τακτή προθεσμία, τα απαιτούμενα έγγραφα ή τις πληροφορίες που αφορούν συγκεκριμένες συμβάσεις οργανωμένου ταξιδιού ή παρακωλύει με οποιοδήποτε τρόπο τις διαδικασίες αυτές ή παρέχει ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες,

(β) σε οποιοδήποτε πρόσωπο που εσκεμμένα παρακωλύει μέλος της Εντεταλμένης Υπηρεσίας κατ’ εφαρμογή των διατάξεων του παρόντος Νόμου,

(γ) σε οποιοδήποτε πρόσωπο που δε συμμορφώνεται με διαταγή της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) του εδαφίου (1) του άρθρου 27.

(4) Σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται να επιβάλλει πρόστιμο σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 27, για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης, ανάλογα με τη βαρύτητα αυτής.

Επιβολή διοικητικών προστίμων και έκδοση απαγορευτικού ή προστακτικού διατάγματος

27.-(1) Όταν η Εντεταλμένη Υπηρεσία, κατά τη διερεύνηση παραπόνου ή αυτεπάγγελτη έρευνα, διαπιστώσει παράβαση των διατάξεων του παρόντος Νόμου, έχει εξουσία να προβαίνει στις πιο κάτω ενέργειες:

(α) Να διατάσσει πρόσωπο, αναφορικά τόσο με υφιστάμενες όσο και μελλοντικές ταξιδιωτικές υπηρεσίες, να τερματίσει άμεσα την παράβαση και να αποφύγει την επανάληψή της στο μέλλον, ή/και

(β) να διατάσσει πρόσωπο να προβεί σε λήψη διορθωτικών μέτρων που, κατά την κρίση της, αποκαθιστούν την παράνομη κατάσταση που δημιούργησε η παράβαση, ή/και

(γ) να δημοσιεύει ή να απαιτεί από πρόσωπο τη δημοσίευση απόφασής της, στο σύνολό της ή εν μέρει, με τη μορφή και τον τρόπο που κρίνει κατάλληλο, ή/και

(δ) να επιβάλλει διοικητικό πρόστιμο σε πρόσωπο, ανάλογα με τη φύση, τη βαρύτητα και τη διάρκεια της παράβασης, ύψους μέχρι και το πέντε τοις εκατόν (5%) του κύκλου εργασιών του κατά το αμέσως προηγούμενο της παράβασης έτος ή πρόστιμο ύψους μέχρι διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000):

Νοείται ότι, αναφορικά με ίδρυμα ή οργανισμό που κρίνεται ότι δεν έχει κύκλο εργασιών, για τον υπολογισμό του πιο πάνω διοικητικού προστίμου χρησιμοποιείται, ως βάση, αντί του κύκλου εργασιών, το πέντε τοις εκατόν (5%) του συνόλου του ενεργητικού του:

Νοείται περαιτέρω ότι, αναφορικά με ασφαλιστική εταιρεία, ως βάση για τον υπολογισμό του πιο πάνω διοικητικού προστίμου, χρησιμοποιείται, αντί του κύκλου εργασιών, η αξία των κατά το τελευταίο οικονομικό έτος ανεκκαθάριστων ασφαλίστρων, που περιλαμβάνουν όλα τα εισπραχθέντα και προς είσπραξη χρηματικά ποσά δυνάμει των ασφαλιστηρίων συμβολαίων που έχουν εισπραχθεί από την ασφαλιστική εταιρεία ή για λογαριασμό της, συμπεριλαμβανομένων των ασφαλίστρων που έχουν εκχωρηθεί σε αντασφαλιστές, μετά την έκπτωση του φόρου προστιθέμενης αξίας και άλλων φόρων που συνδέονται άμεσα με τον κύκλο εργασιών:

Νοείται έτι περαιτέρω ότι, σε καμία περίπτωση το διοικητικό πρόστιμο δε θα υπερβαίνει τις διακόσιες πενήντα χιλιάδες ευρώ (€250.000), ή/και

(ε) να αποφασίζει ότι σε περίπτωση συνέχισης της παράβασης από πρόσωπο, θα του επιβάλλεται διοικητικό πρόστιμο μέχρι και πέντε χιλιάδες ευρώ (€5.000), για κάθε μέρα συνέχισης της παράβασης, ανάλογα με τη βαρύτητα αυτής, ή/και

(στ) να ζητεί με αίτησή της προς το Δικαστήριο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 30 , την έκδοση απαγορευτικού ή προστακτικού διατάγματος, περιλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, εναντίον του εμπόρου που παραβαίνει τις διατάξεις του παρόντος Νόμου.

(2) Όταν η Εντεταλμένη Υπηρεσία, κατά τη δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) διερεύνηση παραπόνου ή αυτεπάγγελτη έρευνα, διαπιστώσει παράβαση οποιασδήποτε διάταξης του παρόντος Νόμου από διοργανωτή ο οποίος δεν είναι εγκατεστημένος σε κράτος μέλος και πωλεί ή προσφέρει προς πώληση πακέτα στη Δημοκρατία ή ο οποίος κατευθύνει με οποιοδήποτε μέσο τέτοιες δραστηριότητες προς τη Δημοκρατία έχει εξουσία να διατάσσει τον τερματισμό των πωλήσεων ή την προσφορά πωλήσεων ή την κατεύθυνση με οποιοδήποτε μέσο τέτοιων δραστηριοτήτων προς τη Δημοκρατία από το εν λόγω πρόσωπο.

(3) Κατά τη δυνάμει των διατάξεων του εδαφίου (1) διερεύνηση οποιασδήποτε παράβασης από πρόσωπο, η Εντεταλμένη Υπηρεσία δύναται, αν το θεωρήσει σκόπιμο, να λάβει υπόψη την οποιαδήποτε ανάληψη δέσμευσης που παρέχεται έναντι του ταξιδιώτη από ή εκ μέρους του εν λόγω προσώπου, αναφορικά με τη γενόμενη παράβαση και την προοπτική του χρόνου και του τρόπου άρσης ή αποκατάστασης αυτής.

(4) Η Εντεταλμένη Υπηρεσία αιτιολογεί δεόντως την απόφασή της σε σχέση με την άσκηση οποιασδήποτε από τις εξουσίες που προβλέπονται στις διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 26 και στις διατάξεις των παραγράφων (δ) και (ε) του εδαφίου (1) του παρόντος άρθρου.

Επιβολή διοικητικών προστίμων και άσκηση της ιεραρχικής προσφυγής

28.-(1) Τα προβλεπόμενα στις διατάξεις των εδαφίων (3) και (4) του άρθρου 26 και στις διατάξεις των παραγράφων (δ) και (ε) του εδαφίου (1) του άρθρου 27 διοικητικά πρόστιμα, επιβάλλονται σε πρόσωπο , με αιτιολογημένη απόφαση της Εντεταλμένης Υπηρεσίας, αφού ακούσει ή δώσει την ευκαιρία στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο ή εκπρόσωπό του να ακουστεί, προφορικά ή/και γραπτά.

(2) Κατά της απόφασης για επιβολή διοικητικού προστίμου σε πρόσωπο σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (1) επιτρέπεται η άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ενώπιον του Υπουργού, μέσα σε προθεσμία τριάντα (30) ημερών από την κοινοποίηση της απόφασης στο εν λόγω πρόσωπο.

(3) Ο Υπουργός εξετάζει την προσφυγή και, αφού ακούσει τους ενδιαφερόμενους ή δώσει την ευκαιρία σ’ αυτούς να εκθέσουν τις απόψεις τους, αποφασίζει σύμφωνα με τις διατάξεις του εδαφίου (4).

(4) Ο Υπουργός μπορεί να εκδώσει μια από τις ακόλουθες αποφάσεις:

(α) Να επικυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,

(β) να ακυρώσει την προσβληθείσα απόφαση,

(γ) να τροποποιήσει την προσβληθείσα απόφαση,

(δ) να προβεί σε έκδοση νέας απόφασης σε αντικατάσταση της προσβληθείσας.

(5) H άσκηση ιεραρχικής προσφυγής ή προσφυγής δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 146 του Συντάγματος δεν αναστέλλει την είσπραξη του προστίμου.

(6) Η απόφαση του Υπουργού εκδίδεται μέσα σε εξήντα (60) μέρες από την ημερομηνία άσκησης της ιεραρχικής προσφυγής.

(7) Σε περίπτωση άρνησης ή παράλειψης προσώπου, στο οποίο επιβλήθηκε διοικητικό πρόστιμο δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, να καταβάλει στην Εντεταλμένη Υπηρεσία πρόστιμο, η Εντεταλμένη Υπηρεσία λαμβάνει δικαστικά μέτρα και εισπράττει το οφειλόμενο ποσό ως αστικό χρέος οφειλόμενο στη Δημοκρατία.

Έκδοση διαταγμάτων

29.-(1) Το δικαστήριο ενώπιον του οποίου εκδικάζεται οποιαδήποτε αίτηση δυνάμει των διατάξεων της παραγράφου (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 27 έχει εξουσία, τηρουμένων των διατάξεων του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου, του περί Δικαστηρίων Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, να εκδώσει απαγορευτικό ή προστακτικό διάταγμα, συμπεριλαμβανομένου και προσωρινού διατάγματος, με το οποίο να διατάσσει:

(α) Την άμεση παύση και/ή μη επανάληψη της γενόμενης παράβασης, ή/και

(β) την εντός ορισμένης προθεσμίας λήψη τέτοιων διορθωτικών, κατά την κρίση του δικαστηρίου μέτρων, προς άρση της παράνομης κατάστασης που δημιούργησε η παράβαση, ή/και

(γ) τη δημοσίευση του συνόλου ή μέρους της σχετικής απόφασης του δικαστηρίου, ή τη δημοσίευση επανορθωτικής ανακοίνωσης με σκοπό την απάλειψη των τυχόν συνεχιζόμενων επιπτώσεων της παράβασης, ή/και

(δ) οποιαδήποτε άλλη ενέργεια ή μέτρο ήθελε κριθεί αναγκαίο ή εύλογο υπό τις περιστάσεις της συγκεκριμένης υπόθεσης.

(2) Οι διατάξεις του περί Δικαστηρίων Νόμου, του περί Πολιτικής Δικονομίας Νόμου και των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών, που εφαρμόζονται σχετικά με αιτήσεις έκδοσης διαταγμάτων σε πολιτικές υποθέσεις, εφαρμόζονται κατ’ αναλογίαν αναφορικά με τον τύπο, τη σύνταξη, την καταχώριση και την εκδίκαση της προβλεπόμενης στην παράγραφο (στ) του εδαφίου (1) του άρθρου 27 αίτησης.

Επίδοση απόφασης

30.-(1) Κάθε απόφαση της Εντεταλμένης Υπηρεσίας ή του Υπουργού δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, δύναται να επιδοθεί σε κάθε επηρεαζόμενο πρόσωπο:

(α) Με ιδιόχειρη παράδοση ή με την παράδοση της απόφασης στην προσήκουσα διεύθυνση ή με την αποστολή της απόφασης διά συστημένου ταχυδρομείου, ή

(β) αν το πρόσωπο αυτό είναι νομικό πρόσωπο, με επίδοση της απόφασης σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου (α) στο γραμματέα ή στο διευθυντή ή σ’ οποιοδήποτε διευθύνοντα σύμβουλο, ή

(γ) αν πρόκειται για ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία, με επίδοση του εγγράφου σύμφωνα με την παράγραφο (α) σ’ έναν από τους εταίρους ή σε πρόσωπο το οποίο έχει τον έλεγχο ή τη διεύθυνση των εργασιών της εταιρείας αυτής.

(2) Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (1), η προσήκουσα διεύθυνση οποιουδήποτε προσώπου στο οποίο μπορεί να επιδοθεί απόφαση δυνάμει των διατάξεων του παρόντος Νόμου, είναι η τελευταία γνωστή διεύθυνση αυτού, εξαιρουμένων των επόμενων περιπτώσεων:

(α) Στην περίπτωση επίδοσης σε νομικό πρόσωπο είναι η διεύθυνση του εγγεγραμμένου ή του κεντρικού γραφείου του νομικού προσώπου,

(β) στην περίπτωση επίδοσης σε ομόρρυθμη ή ετερόρρυθμη εταιρεία, η προσήκουσα διεύθυνση είναι το κεντρικό γραφείο της εταιρείας αυτής.

(3) Για τους σκοπούς εφαρμογής των διατάξεων του εδαφίου (2), το κεντρικό γραφείο ενός νομικού προσώπου εγγεγραμμένου εκτός της Δημοκρατίας ή μιας εταιρείας η οποία διεξάγει εργασία εκτός της Δημοκρατίας είναι το κεντρικό γραφείο αυτών στη Δημοκρατία.

(4) Κατά την επίδοση της απόφασης, η Εντεταλμένη Υπηρεσία ενημερώνει τον ενδιαφερόμενο για το δικαίωμά του να ασκήσει ιεραρχική προσφυγή ενώπιον του Υπουργού, εντός της προθεσμίας που καθορίζεται στις διατάξεις του εδαφίου (2) του άρθρου 28 και για το δικαίωμά του να ασκήσει έφεση κατά της απόφασης της Εντεταλμένης Υπηρεσίας εντός της προθεσμίας που προβλέπει το άρθρο 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας.